Εκδήλωση πυρκαγιάς σε δημόσιο ψυχιατρικό νοσοκομείο – Ευθύνη δημοσίου ψυχιατρικού νοσοκομείου – Ευθύνη οργάνων του νοσοκομείου – Χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης συγγενών νοσηλευόμενου – Αρχή ne bis in idem – Δέσμευση διοικητικών δικαστηρίων σε περίπτωση αγωγής
Απόφαση: 14122/2023, 20ο Τριμελές
Πρόεδρος: Μαρικαίτη-Ειρήνη Δρούζα, Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ.
Ειδηγητής: Γεώργιος-Νεκτάριος Χορός, Πρωτοδίκης Δ.Δ
Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Α΄ 164) και των άρθρων 71 παρ. 1 και 72 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όταν για τις παράνομες ζημιογόνες πράξεις ή παραλείψεις οργάνων του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δεν ενάγονται προς αποζημίωση το ίδιο το Δημόσιο ή το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, αλλά ατομικά το όργανο ή τα όργανα που προκάλεσαν τη ζημία, εφόσον βέβαια δεν έχει αποκλεισθεί η προσωπική ευθύνη τους, δημιουργείται διαφορά ιδιωτικού δικαίου και δικαιοδοσία να κρίνουν τη διαφορά αυτή έχουν τα πολιτικά δικαστήρια, αφού στην περίπτωση αυτή η αξίωση αποζημίωσης ή αναλόγως χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης δεν στηρίζεται στην ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, αλλά στην αυτοτελή προσωπική ευθύνη των υπαίτιων οργάνων τους (βλ. ΑΕΔ 53/1995, ΑΠ 542/2005, 957/2013, 1666/2014, 1067/2015, πρβλ. ΣτΕ 523, 2429/2014, 471/2011).
Κρίση του Δικαστηρίου ότι απαραδέκτως στρέφεται κατά φυσικών προσώπων οργάνων του εναγομένου δημοσίου νοσοκομείου, διότι κατ’ αυτών γεννάται διαφορά ιδιωτικού δικαίου υπαγόμενη στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων.
Όπως έχει ήδη κριθεί (ΣτΕ 2011/2014), μετά τη δημοσίευση του ν. 3329/2005 (Α΄ 81) το οργανωτικό σχήμα του Εθνικού Συστήματος Υγείας, όπως είχε διαμορφωθεί με το ν. 2889/2001, αναμορφώθηκε ουσιωδώς. Ειδικότερα, με τις διατάξεις του ν. 3329/2005, τα Νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ., τα οποία αποτελούσαν, αρχικά, ν.π.δ.δ. (ν. 1397/1983, Α΄ 143), εν συνεχεία δε είχαν μετατραπεί (ν. 2889/2001, Α΄ 37) σε αποκεντρωμένες και ανεξάρτητες υπηρεσιακές μονάδες του οικείου Περιφερειακού Συστήματος Υγείας, χωρίς νομική προσωπικότητα, αλλά με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, διατηρώντας τη διαχείριση της περιουσίας τους – η οποία περιερχόταν κατά πλήρη κυριότητα στο οικείο Πε.Σ.Υ. (το οποίο αποτελούσε ν.π.δ.δ.) – μετετράπησαν, εκ νέου, με το νόμο 3329/2005 σε αυτοτελή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ.Κ.Α.), τα οποία, υπό το νέο αυτό οργανωτικό σχήμα, αποτελούν πλέον διακριτή βαθμίδα της υγειονομικής πυραμίδας της χώρας (ΣτΕ 37/2008 7μ., 413/2008), έχουν δικά τους όργανα και προϋπολογισμό (άρθρο 7 του ν. 3329/2005), εκπροσωπούνται από το Διοικητή τους (άρθρο 7 παρ. 8 εδ. 23 του ν. 3329/2005) και υπόκεινται στον έλεγχο και την εποπτεία του διοικητή της αντίστοιχης Υγειονομικής Περιφέρειας.
Κρίση του Δικαστηρίου ότι εν όψει των ανωτέρω, απαραδέκτως στρέφεται η αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου, λόγω άσκησης εκ μέρους του πλημμελούς εποπτείας επί του εναγόμενου νοσοκομείου.
Η χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, που προβλέπεται ειδικότερα στο άρθρο 932 εδ. γ΄ του Α.Κ., αποσκοπεί στην ηθική παρηγορία και την ψυχική ανακούφιση των μελών της οικογενείας του θανόντος, όσο αυτό είναι δυνατόν, από τον ψυχικό πόνο που δοκιμάζουν κατά τον χρόνο του θανάτου του (ΣτΕ 2951/2020, 2210/2017, 3552/2014, 1405/2013, 3218/2009, 2986/2009, 2100/2006 7μ.). Με τη διάταξη του άρθρου 932 εδ. γ΄ του ΑΚ δεν ορίζεται ευθέως ο κύκλος των προσώπων που μπορούν να ζητήσουν χρηματική ικανοποίηση. Κατά την έννοια, όμως, της διάταξης αυτής, στην οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι με τον θανατωθέντα συγγενείς που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και προς ανακούφιση του πόνου των οποίων στοχεύει η εν λόγω διάταξη (ΣτΕ 2951/2020, 3552/2014, 1405/2013, 2986/2009). Για τον υπολογισμό δε του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, τις συνθήκες υπό τις οποίες επήλθε ο θάνατος και τον βαθμό της ψυχικής συγκίνησης που ο θάνατος αυτός προκάλεσε στο συγκεκριμένο μέλος της οικογενείας του θανόντος, αναλόγως της ηλικίας του, της προσωπικότητάς του, της κατάστασης της υγείας του κ.λπ. (ΣτΕ 3329/2014, 1405/2013, 2100/2006 7μ.).
Η ρύθμιση περί δέσμευσης των Διοικητικών Δικαστηρίων από τις «αμετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις, καθώς και από τα αμετάκλητα αποφαινόμενα να μην γίνει κατηγορία βουλεύματα» δεν εφαρμόζεται στις δίκες που ανοίγονται με άσκηση αγωγής αποζημίωσης με βάση τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ, υπό την έννοια ότι η εφαρμογή του τεκμηρίου της αθωότητας δεν συνεπάγεται αποδεικτική δέσμευση του Διοικητικού Δικαστηρίου που οδηγεί υποχρεωτικά σε αποδεικτικό πόρισμα σύμφωνο με προηγούμενη αθωωτική ποινική απόφαση και κατ’ ανάγκη σε αποκλεισμό της αστικής αδικοπρακτικής ευθύνης του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ., όργανο του οποίου είναι το πρόσωπο που αθωώθηκε, και, συνακολούθως, σε κατ’ ουσίαν απόρριψη της αγωγής (ΣτΕ 156/2022 7μ.). Το Διοικητικό Δικαστήριο υποχρεούται να λάβει σοβαρά υπόψη και να συνεκτιμήσει την προηγηθείσα αμετάκλητα απαλλακτική ποινική απόφαση, κατά τη διαμόρφωση της κρίσης του, και εάν καταλήξει σε κρίση που αποκλίνει από τις ουσιαστικές κρίσεις του ποινικού δικαστή, υποχρεούται να αιτιολογήσει τη διαφορετική κρίση του, κατά τρόπον ώστε να μην καταλείπονται αμφιβολίες ως προς τον σεβασμό του τεκμηρίου της αθωότητας που απορρέει από την τελική έκβαση της ποινικής δίκης, χωρίς τούτο να απαιτείται να εξαγγέλλεται ρητώς, αλλά αρκεί να συνάγεται από το όλο περιεχόμενο της απόφασής του (ΣτΕ 897/2021, 138/2021, 951/2018 7μ., 1140/2017, 572/2013). Στο πλαίσιο διαμόρφωσης της δικής του κρίσης σχετικά με τη διάπραξη της παράνομης πράξης ή παράλειψης, το ανωτέρω Δικαστήριο δεν αποκλείεται να στηριχθεί και σε στοιχεία που δεν είχε λάβει υπόψη του το ποινικό Δικαστήριο ή στο διαφορετικό βαθμό απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που ισχύει στην ενώπιόν του δίκη σε σχέση με αυτόν που ισχύει στην ποινική δίκη (ΣτΕ 156/2022 7μ., πρβλ. ΣτΕ 297/2019, 951/2018 7μ., 434, 167-169/2017 7μ., 1992/1996 7μ., 2403/2015, ΑΠ Ολομ. 4/2020, βλ. και αποφάσεις ΕΔΔΑ της 12ης.7.2013 Allen κατά Ηνωμένου Βασιλείου, της 19ης.4.2011 Erkol κατά Τουρκίας, της 30ης.4.2015 Καπετάνιος και λοιποί κατά Ελλάδας).
Κρίση του Δικαστηρίου ότι τα όργανα του εναγομένου, ως ψυχιατρικού θεραπευτικού καταστήματος, είναι επιφορτισμένα με το ιδιαίτερο καθήκον και την υποχρέωση, πέραν την διάγνωσης, θεραπείας και ανάρρωσης των ψυχικά νοσούντων ασθενών αυτού, για την πλήρη επίβλεψη, την ασφαλή φύλαξη των νοσηλευόμενων σε αυτό και τη λήψη μέτρων για τη δημιουργία ενός ασφαλούς περιβάλλοντος για αυτούς, την προστασία τους από οποιαδήποτε βλάβη στο χώρο του και την αποτροπή έκθεσής τους σε κίνδυνο, ενόψει μάλιστα των ιδιαίτερων συνθηκών της συγκεκριμένης υπηρεσίας και της ψυχικής και νοητικής κατάστασης των ασθενών. Ανεξαρτήτως της αιτίας και του τρόπου πρόκλησης της επίδικης πυρκαγιάς, με βάση τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως και το πόρισμα της Ε.Δ.Ε., τα αρμόδια για την διοίκηση, οργάνωση και λειτουργία όργανα του εναγόμενου νοσοκομείου δεν έλαβαν τα κατάλληλα μέτρα και δεν προέβησαν στις ενέργειες, που όφειλαν ως εκ των καθηκόντων τους, προκειμένου να αποφευχθεί η εκδήλωση της πυρκαγιάς και να μην απολέσει τη ζωή του ο νοσηλευόμενος σε αυτό αδελφός των εναγόντων. Το εναγόμενο με ειδικευμένο προσωπικό για την παροχή περίθαλψης και νοσηλείας σε ψυχικώς ή νοητικώς πάσχοντες που δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν ή να αξιολογούν ορθά τους κινδύνους που ενέχουν οι ενέργειές τους, δια των αρμοδίων οργάνων του, όφειλε και μπορούσε να επιβάλει στους νοσηλευόμενους τους σχετικούς με την ασφάλεια τόσο των ίδιων όσο και του προσωπικού του νοσοκομείου κανονισμούς ή οδηγίες, δεδομένου μάλιστα ότι σύμφωνα και με τις εφαρμοστέες διατάξεις απαγορεύεται η κατοχή αναπτήρα και τσιγάρων από τους ασθενείς (πρβλ. ΔΕΑ 1854/2020). Συγκεκριμένα, τα όργανα του εναγομένου (Διοίκηση, ιατροί και νοσηλευτές) δεν προέβησαν στην ασφαλή επίβλεψη και φύλαξη ιδιαιτέρως επικίνδυνου ασθενούς του, ώστε είτε να παρεμποδιστεί, κατά τρόπο αποτελεσματικό, δια της διενέργειας του ενδεδειγμένου και επιβαλλόμενου από τα πράγματα ελέγχου, η προμήθεια σε αυτόν από τρίτους ή η κατοχή από τον ίδιο στο θάλαμό του επικίνδυνων ή/και εν δυνάμει επικίνδυνων αντικειμένων, εν όψει της νοσηρής κατάστασης της νοητικής και ψυχικής του υγείας, είτε να εξασφαλισθεί η αμέσως μετά τα επισκεπτήρια έγκαιρη αφαίρεση ή απομάκρυνση τέτοιων αντικειμένων από τον ασθενή και μάλιστα, παρά τις όποιες αντιδράσεις αυτού ή των συγγενών του. Οι παραλείψεις δε αυτές επιτείνονται και από το γεγονός ότι και στο παρελθόν ο ανωτέρω ασθενής είχε θέσει φωτιά σε εφημερίδες που βρίσκονταν στο θάλαμο του, ότι προειδοποιούσε ή απειλούσε το προσωπικό ότι θα θέσει φωτιά και είχε γενικά επιθετική και βίαιη συμπεριφορά. Η πλημμελής άσκηση των καθηκόντων των οργάνων του εναγομένου, με συνέπεια την έκθεση των νοσηλευομένων σε κίνδυνο, αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι επιδείκνυαν σε κάθε περίπτωση ανοχή στον ανωτέρω ασθενή, είτε λόγω του φόβου τους είτε λόγω της χειριστικής συμπεριφοράς του ιδίου του ασθενούς και παρά το ότι γνώριζαν ότι αυτός είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος και ψυχικά ασταθής.
Κρίση του Δικαστηρίου ότι από τις προβλέψεις του επιχειρησιακού σχεδίου ΠΕΡΣΕΑΣ, από την αποδεδειγμένη εκ του αποτελέσματος και όπως προκύπτει από τις μαρτυρίες του προσωπικού του εναγομένου (κατά την ΕΔΕ και την ποινική διαδικασία) μη διενέργεια πρόσφατης εκπαίδευσης του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού και γενικά όλων των εργαζομένων του εναγομένου σε θέματα πυρόσβεσης σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο ΠΕΡΣΕΑΣ καθώς και ότι το προσωπικό του εναγομένου δεν γνώριζε την ύπαρξη του τελευταίου σχεδίου εκτάκτων αναγκών, από τα αμφίβολης λειτουργικότητας υπάρχοντα μέτρα πυρασφάλειας – πυροπροστασίας του εναγόμενου, καθόσον δεν είχε λάβει χώρα αναγόμωση των πυροσβεστήρων του οικείου τμήματος του εναγομένου νοσοκομείου, για τον έλεγχο και τη συντήρηση των οποίων υπεύθυνοι ήταν ο αρχηγός πυρασφάλειας και ο αναπληρωτής αρχηγός πυρασφάλειας του εναγομένου (με τον τελευταίο μάλιστα να αγνοεί τον ορισμό του ως αναπληρωτή αρχηγού), από το ότι η πυρόσβεση, η παροχή βοήθειας και ο απεγκλωβισμός των ασθενών ιδίως τα πρώτα κρίσιμα λεπτά έγιναν αποκλειστικά από την αυτόβουλη και ευσυνείδητη προσπάθεια ορισμένων νοσηλευτών και υπαλλήλων του εναγομένου που αυθόρμητα παρέμειναν ή/και προσέτρεξαν στο κτίριο όπου εκδηλώθηκε η πυρκαγιά, χωρίς να προηγηθεί συντονισμός μεταξύ τους και σίγουρα χωρίς να ακολουθηθούν οι προβλέψεις του επιχειρησιακού σχεδίου ΠΕΡΣΕΑΣ και από το ότι αν και η πυρκαγιά, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας, ήταν μικρής εκτάσεως και δεν υπήρξαν σημαντικές υλικές ζημιές, επήλθε ο θάνατος τριών ασθενών και ο τραυματισμός τριών άλλων προσώπων, διαπιστώνεται ότι οι ανωτέρω παράνομες παραλείψεις των οργάνων του εναγομένου, αυτοτελώς αλλά και συνδυαστικά, τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με το επελθόν αποτέλεσμα του θανάτου του νοσηλευόμενου στο εναγόμενο νοσοκομείο ασθενούς.
Επιδίκαση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης στους ενάγοντες συγγενείς του θανόντος.