ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ Η΄ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ A607/2023
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Νοεμβρίου 2022, ημέρα Παρασκευή και ώρα 11.30΄, με δικαστή τη Γεωργία Μπαλαφούτη, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Κλεάνθη Μανούρη, δικαστική υπάλληλο.
Για να δικάσει την κατατεθείσα στις 5.11.2020 έφεση (ΕΦ …..2021)
του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της ΑΑΔΕ και εν προκειμένω από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Α΄ Πειραιά, ο οποίος δεν παραστάθηκε,
κατά του …, κατοίκου …. (οδός ….), ο οποίος παραστάθηκε με την από 10-11-2022 κατατεθείσα δήλωση του άρθρου 133 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Μάνου Ελευθερόπουλου,
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα,
σκέφθηκε κατά τον νόμο και η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται κατά νόμο η καταβολή παραβόλου, ζητείται να εξαφανισθεί η 3911/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η προσφυγή του εφεσίβλητου και α)ακυρώθηκε η υπ’ αριθμ. 5981/24-11-2017 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Α.Α.Δ.Ε., κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε η με αρ. πρωτ. …/…2017 ενδικοφανής προσφυγή του προσφεύγοντος κατά της υπ’αριθ…./…2017 πράξης οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, φορολογικής περιόδου 1/1 – 31/12/2015, με την οποία του επιβλήθηκαν πρόστιμα συνολικού ποσού 18.476 ευρώ και β) μεταρρυθμίστηκε η ανωτέρω απόφαση του του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Α.Α.Δ.Ε., κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε η με αρ. πρωτ. …/…2017 ενδικοφανής προσφυγή του προσφεύγοντος κατά της υπ’ αριθ…./…2017 πράξης οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, φορολογικής περιόδου 1/1 – 31/12/2011, με την οποία του επιβλήθηκαν πρόστιμα συνολικού ποσού 26.152,11 ευρώ και περιορίστηκε το ύψους του προστίμου σε 3.146 ευρώ.
2. Επειδή, η μη παράσταση του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου, δεν παρακωλύει την πρόοδο της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 135 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., εφόσον η κλήτευση αυτού είναι νομότυπη, όπως προκύπτει από την από 31-8-2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής υπαλλήλου …..
3. Επειδή, ο κυρωθείς με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄ 97) Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, ορίζει στο άρθρο 92 ότι: «1. Σε έφεση υπόκεινται οι αποφάσεις που εκδίδονται σε πρώτο βαθμό. 2. Δεν υπόκεινται σε έφεση αποφάσεις που αφορούν σε χρηματικές διαφορές, αν το αντικείμενό τους δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. … Το αντικείμενο της διαφοράς προσδιορίζεται από το αμφισβητούμενο με την έφεση ποσό. Αν αντικείμενο της διαφοράς είναι περισσότερα αυτοτελή και διακεκριμένα μεταξύ τους ποσά, το εκκλητό κρίνεται χωριστά ως προς καθένα από τα ποσά αυτά. … 3. Ειδικώς, στις χρηματικού περιεχομένου φορολογικές εν γένει διαφορές, όταν από το νόμο προβλέπεται η από μέρους του φορολογουμένου υποβολή δήλωσης πριν από την έκδοση της σχετικής πράξης, ως αντικείμενο της διαφοράς θεωρείται για μεν τη Διοίκηση η διαφορά του κύριου φόρου που προκύπτει ανάμεσα σε εκείνον που ορίστηκε με την πράξη και σε αυτόν που καθορίστηκε με την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, για δε το φορολογούμενο η διαφορά του κύριου φόρου που προκύπτει ανάμεσα σε εκείνον που αντιστοιχεί στη δήλωση και σε αυτόν που καθορίστηκε με την απόφαση. 4. Επιτρέπεται πάντοτε να ασκηθεί έφεση: α) … ε) αν πρόκειται για την επιβολή προστίμων για παράβαση διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, εφόσον προβάλλεται από τον διάδικο και προκύπτει, κατά τρόπο συγκεκριμένο, ότι η επίλυση της διαφοράς έχει για αυτόν ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις. στ)… 5. …».
4. Επειδή, από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, συνάγεται ότι : α) σε περίπτωση που η κοινή ενδικοφανής προσφυγή κατά περισσοτέρων πράξεων της φορολογικής αρχής, οι οποίες δεν αφορούν το ίδιο φορολογικό αντικείμενο, απορρίπτεται με μία (ρητή ή σιωπηρή) απόφαση της Φορολογικής Διοίκησης, η απόφαση αυτή αναλύεται σε τόσες απορριπτικές πράξεις όσες και οι πράξεις στις οποίες αφορά η ενδικοφανής προσφυγή και β) όταν με κοινή προσφυγή προσβάλλεται η απόρριψη της στρεφόμενης κατά των περισσοτέρων αυτών πράξεων ενδικοφανούς προσφυγής, αυτή αναλύεται, κατά τα προεκτεθέντα, σε τόσες απορριπτικές πράξεις όσες και οι προσβληθείσες με την ενδικοφανή προσφυγή, οι οποίες λογίζονται ως συμπροσβαλλόμενες (πρβλ. ΣτΕ 661/2020, 841/2019). Παράλληλα στην περίπτωση επιβολής περισσοτέρων αυτοτελών προστίμων, λόγω παραβάσεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (περίπτωση για την οποία δεν προβλέπεται από το νόμο η υποβολή δήλωσης), το εκκλητό κρίνεται χωριστά, ως προς καθένα από τα αντίστοιχα των εν λόγω προστίμων επί μέρους ποσά, όπως καθορίζεται με την πρωτόδικη απόφαση, ακόμη και στην περίπτωση, κατά την οποία αυτά είχαν καταλογισθεί με μία διοικητική πράξη και όχι από το συνολικό ποσό, το οποίο καθορίζεται με την πρωτόδικη απόφαση, ούτε από το συνολικό ποσό των επιβληθέντων με τη διοικητική πράξη προστίμων (βλ. ΣτΕ 659/2020, 1070/2019, ΣτΕ 2651/2015, 1756/2007 Ολομ.). Εξάλλου, τα ζητήματα της συνδρομής των λόγων που δικαιολογούν, κατ’ εξαίρεση, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 92 παρ. 4 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, την άσκηση έφεσης με χρηματικό αντικείμενο υπολειπόμενο του νομίμου ορίου των 5.000 ευρώ δεν ερευνώνται από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, αλλά μόνον κατόπιν προβολής, κατά τρόπο ειδικό και ορισμένο, από τον εκκαλούντα «συγκεκριμένων» και σαφώς τεκμηριωμένων σχετικών ισχυρισμών (βλ. ΣτΕ 659/2020, 2651/2015, Δ.Εφ.Αθ. 982/2022, 384/2021) .
5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτει ότι, βάσει των διαπιστώσεων του αρμόδιου ελεγκτή της … ΔΟΥ Πειραιά … … για τις οποίες συντάχθηκε η από από …2017 έκθεση ελέγχου προσδιορισμού προστίμων Κ.Β.Σ – Κ.Φ.Α.Σ και ν.4308/2014 (Ε.Λ.Π) – ν.4174/2013 – άρθρου 7 παρ.3 ν.4337/2015, η Προϊσταμένη της παραπάνω Δ.Ο.Υ. εξέδωσε σε βάρος του εφεσίβλητου την α) υπ’αριθ…./…2017 πράξη οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, φορολογικής περιόδου 1/1 – 31/12/2015, με την οποία του επιβλήθηκαν πρόστιμα συνολικού ποσού 18.476 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε τέσσερα (4) επιμέρους αυτοτελή και διακεκριμένα πρόστιμα ύψους 4.680, 3.140, 4.680 και 5.976 ευρώ, διότι κατά την διαχειριστική περίοδο από 01/01/2015-31/12/2015 εξέδωσε τέσσερα (4) εικονικά Τιμολόγια – Δελτία Αποστολής, για συναλλαγές ανύπαρκτες στο σύνολό τους και ειδικότερα τα με αριθ.: 1) ../7-2-2015 ΤΔΑ, συνολικής καθαρής αξίας 11.700,00 €, πλέον ΦΠΑ 16% 1.872 €, 2) ../7-2-2015 ΤΔΑ, συνολικής καθαρής αξίας 7.850,00 €, πλέον ΦΠΑ 16% 1.256 €, 3) ../7-2-2015 ΤΔΑ, συνολικής καθαρής αξίας 11.700,00 €, πλέον ΦΠΑ 16% 1.872 € και 4) ../19-3-2015 ΤΔΑ, συνολικής καθαρής αξίας 14.940,00 €, πλέον ΦΠΑ 16% 2.390 € και β) την υπ’αριθ…./…2017 πράξη οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, φορολογικής περιόδου 1/1 – 31/12/2011, με την οποία του επιβλήθηκαν πρόστιμα συνολικού ποσού 26.152,11 ευρώ , η οποία αναλύεται σε επιμέρους αυτοτελή και διακεκριμένα πρόστιμα ως εξής: 1) Διότι δεν ζήτησε, δεν έλαβε και δεν εξέδωσε φορολογικά στοιχεία διακίνησης ή διακίνησης και αξίας σε δύο (2) διαφορετικές περιπτώσεις προμήθειας εμπορεύσιμων αγαθών συνολικής καθαρής αξίας 1.080,00 € και 65,52 €, τα οποία προμήθευσε στο Νοσοκομείο …, εκδίδοντας ανά περίπτωση συναλλαγής φορολογικά στοιχεία αξίας για την πώλησή τους, επιβλήθηκαν δύο πρόστιμα 200 ευρώ έκαστο, ήτοι σύνολο 400 ευρώ, 2) Διότι δεν ζήτησε, δεν έλαβε και δεν εξέδωσε φορολογικά στοιχεία διακίνησης ή διακίνησης και αξίας σε έξι (6) διαφορετικές περιπτώσεις προμήθειας εμπορεύσιμων αγαθών συνολικής καθαρής αξίας 5.242,62 €, 8.706,80 €, 2.369,00 €, 4.250,00 €, 11.700,00 € και 2.400,00 €, τα οποία προμήθευσε στο Νοσοκομείο …, εκδίδοντας ανά περίπτωση συναλλαγής φορολογικά στοιχεία αξίας για την πώλησή τους, επιβλήθηκαν έξι πρόστιμα ύψους 1.310,66, 2.176,70, 592,25, 1.062,50, 2.925 και 600 ευρώ αντίστοιχα, ήτοι σύνολο 8.667,11 ευρώ αντίστοιχα, 3) Διότι δεν καταχώρησε στην απογραφή της 31/12/2011 είκοσι μία (21) περιπτώσεις εμπορεύσιμων αγαθών κατά είδος, ποσότητα και αξία στο τηρούμενο χειρόγραφα βιβλίο απογραφών, τα οποία προμήθευσε στο Γενικό Νοσοκομείο …, και καταχώρησε ανακριβώς στην απογραφή της 31/12/2011 εμπορεύσιμα αγαθά κατά ποσότητα και συνολική αξία στο χειρόγραφα τηρούμενο βιβλίο απογραφών, τα οποία προμήθευσε στο νοσοκομείο … εκδίδοντας φορολογικά στοιχεία, επιβλήθηκαν δέκα τέσσερα (14) πρόστιμα ύψους 200 ευρώ έκαστο, ήτοι σύνολο 2.800 ευρώ και 4) Διότι δεν εξέδωσε έξι (6) φορολογικά στοιχεία αξίας ή διακίνησης και αξίας, συνολικής καθαρής αξίας 11.700,00 €, 8.550,00 €, 14.940,00 €, 7.850,00 €, 2.400,00 € και 11.700,00 €, για πώληση διάφορων αγαθών στο Νοσοκομείο …, για συναλλαγές υπαρκτές στο σύνολό τους, επιβλήθηκαν έξι (6) πρόστιμα ύψους 2.925, 2.137,50, 3.735, 1962,50, 600 και 2.925 αντίστοιχα ήτοι σύνολο 14.285 ευρώ. Κατά των παραπάνω πράξεων ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον της ΔΕΔ την …/…2017 ενδικοφανή προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε με την 5981/24-11-2017 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε . Εν συνεχεία, ο εφεσίβλητος άσκησε κατά της ως άνω απόφασης προσφυγή ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά και με την εκκαλούμενη απόφαση, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έκανε εν δεκτή την προσφυγή του εφεσίβλητου, ακύρωσε την 5981/24-11-2017 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Α.Α.Δ.Ε., καθ’ ο μέρος απέρριψε την με αρ. πρωτ. …/…2017 ενδικοφανή προσφυγή του προσφεύγοντος κατά της υπ’αριθ. …/…2017 πράξης οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, φορολογικής περιόδου 1/1 – 31/12/2015, του Προϊσταμένου της … ΔΟΥ Πειραιά, καθώς και την πράξη αυτή και μεταρρύθμισε την 5981/24-11-2017 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Α.Α.Δ.Ε., κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε η με αρ. πρωτ. …/…2017 ενδικοφανής προσφυγή του προσφεύγοντος κατά της …/…2017 πράξης οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων του ως άνω Προϊσταμένου, περιορίζοντας το ύψος του προστίμου στο ποσό των (200 + 146 + 2.800=) 3.146 ευρώ.
6. Επειδή, ενόψει του ότι, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στην 4η σκέψη της παρούσας απόφασης, σε κάθε περίπτωση, α)το ποσό καθενός από τα αυτοτελή και διακεκριμένα πρόστιμα, που είχαν εξαρχής επιβληθεί σε βάρος του εφεσίβλητου για τις ως άνω περιγραφείσες αυτοτελείς παραβάσεις με την …/…2017 πράξη οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, φορολογικής περιόδου 1/1 – 31/12/2011, και β) το ποσό καθενός των τριών προστίμων ύψους 4.680, 3.140, 4.680 ευρώ αντίστοιχα που επιβλήθηκαν με την …/…2017 πράξη οριστικού διορθωτικού πράξη οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, φορολογικής περιόδου 1/1 – 31/12/2015, δεν υπερέβαινε το ποσό των 5.000 ευρώ, που αποτελεί το όριο του εκκλητού κατ’ άρθρο 92 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. η εκκαλούμενη απόφαση είναι ανέκκλητη ως προς τα κεφάλαια αυτά και επομένως, δεδομένου και ότι το εκκαλούν δεν προβάλλει κατά τρόπο συγκεκριμένο ότι η επίλυση της ένδικης διαφοράς έχει γι’ αυτό ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις, η κρινόμενη έφεση, πρέπει, κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου (άρθρο 35 του Κ.Δ.Δ.), ν’ απορριφθεί-κατά το αντίστοιχο μέρος της ως απαράδεκτη. Κατά τα λοιπά, η κρινόμενη έφεση κατά το μέρος, που αφορά το αντίστοιχο κεφάλαιο της προσβαλλόμενης απόφασης, με το ποσό του προστίμου ύψους 5.976 ευρώ, που επιβλήθηκε με την …/…2017 πράξη οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων φορολογικής περιόδου από 1-1-2015 έως 31-12-2015 της Προϊσταμένης της …ΔΟΥ Πειραιά έχει ασκηθεί παραδεκτώς, πρέπει δε να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στην ουσία.
7. Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (ΚΒΣ, π.δ. 186/1992, Α΄ 84), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, ορίζεται ότι: «Κάθε ημεδαπό ή αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινωνία του Αστικού Κώδικα, που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρείες, αναφερόμενοι στο εξής με τον όρο «επιτηδευματίας», τηρεί, εκδίδει, παρέχει, ζητά, λαμβάνει, υποβάλλει, διαφυλάσσει τα βιβλία, τα στοιχεία, τις καταστάσεις και κάθε άλλο μέσο σχετικό με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό, κατά περίπτωση. […]», στο άρθρο 12 του ίδιου Κώδικα ότι: «1. Για την πώληση αγαθών για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου ή δικαιώματος εισαγωγής και την παροχή υπηρεσιών από επιτηδευματία σε άλλο επιτηδευματία και τα πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού, για την άσκηση του επαγγέλματός τους ή την εκτέλεση του σκοπού τους, κατά περίπτωση, καθώς και για την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών εκτός της χώρας εκδίδεται τιμολόγιο. […] 9. Στο τιμολόγιο αναγράφονται η ημερομηνία έκδοσης αυτού, τα πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων, τα στοιχεία της συναλλαγής, καθώς και ο αύξων αριθμός ή οι αριθμοί των δελτίων αποστολής ή ποσοτικής παραλαβής που εκδόθηκαν για τη διακίνηση ή την παραλαβή των αγαθών που αφορά το τιμολόγιο. [Όπως η παρ. 9 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3052/2002 (Α΄ 221/24.9.2002), ισχύος από 1.1.2003] 10. Ως πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων νοούνται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα, η διεύθυνση, ο Α.Φ.Μ. και η αρμόδια Δ.Ο.Υ. […] 11. Ως πλήρη στοιχεία της συναλλαγής νοούνται το είδος των αγαθών, η ποσότητα, η μονάδα μέτρησης, η τιμή μονάδας και η αξία ή το είδος των υπηρεσιών και η αμοιβή, η οποία, όπου συντρέχει περίπτωση, αναλύεται κατά συντελεστή Φ.Π.Α. ή απαλλαγή από το Φ.Π.Α. […] Ακόμη αναγράφεται το συνολικό ποσό της αξίας της συναλλαγής αριθμητικώς ή της αμοιβής αριθμητικώς, καθώς και ολογράφως όταν εκδίδεται χειρόγραφο τιμολόγιο. […]», και στο άρθρο 18 ότι: «1. […] 2. Κάθε εγγραφή στα βιβλία, που αφορά συναλλαγή ή άλλη πράξη του υπόχρεου, πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού ή σε δημόσια έγγραφα ή σε άλλα πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία. [ …] 9. Το βάρος της απόδειξης της συναλλαγής φέρει τόσον ο εκδότης, όσον και ο λήπτης του στοιχείου, οι οποίοι δικαιούνται να επιβεβαιώνουν τα αναγκαία στοιχεία του αντισυμβαλλομένου από τη δήλωση έναρξης εργασιών ή από άλλο πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο […] τα οποία οι συμβαλλόμενοι υποχρεούνται εκατέρωθεν να παρέχουν, φέροντας ο καθένας και την ευθύνη για την ακρίβεια των στοιχείων που παρέχει [όπως η παρ. 9 ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 10 του π.δ. 134/1996 (Α΄ 105)]».
8. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 5 του ν.2523/1997 (ΦΕΚ Α’179) «Διοικητικές και ποινικές κυρώσεις στη φορολογική νομοθεσία και άλλες διατάξεις», ορίζεται ότι: « 1. Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις του Κώδικα βιβλίων και Στοιχείων (π.δ.186/1992 ΦΕΚ 84 Α`) τιμωρείται με πρόστιμο που προσδιορίζεται κατ` αντικειμενικό τρόπο. Για το σκοπό αυτόν καθιερώνονται δύο βάσεις υπολογισμού, συντελεστές βαρύτητας, και ανώτατα όρια (οροφές). Οι παραβάσεις διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, γενικές και αυτοτελείς. 2. Για την εφαρμογή του αντικειμενικού συστήματος δίδονται οι πιο κάτω εννοιολογικοί προσδιορισμοί: α) Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) είναι το αντικειμενικό ποσό επί του οποίου εφαρμόζονται οι συντελεστές βαρύτητας για συγκεκριμένες παραβάσεις, όπως στις κατ’ ιδίαν διατάξεις ορίζεται. Το ποσό της βάσης αυτής κλιμακώνεται ανάλογα με την κατηγορία των βιβλίων, που υποχρεούται να τηρεί κάθε υπόχρεο πρόσωπο του Κ.Β.Σ., ως εξής: α.α. …. α.β. Για υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων Β` κατηγορίας 200.000 δραχμές (ήδη 586 ευρώ)….. ε) Γενικές παραβάσεις είναι αυτές, για τις οποίες επιβάλλεται ένα ενιαίο πρόστιμο, ανά διαχειριστική περίοδο, ανεξάρτητα από το πλήθος αυτών….. 4. Πράξεις ή παραλείψεις, που συνιστούν παράβαση των διατάξεων αυτών ανάγονται σε περισσότερες της μιας διαχειριστικές περιόδους κρίνονται αυτοτελώς, και εκδίδεται χωριστή, κατά διαχειριστική περίοδο, απόφαση επιβολής προστίμου……. 5… 6. Για τις γενικές παραβάσεις λαμβάνεται υπόψη η Βάση Υπολογισμού Νο1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και εφαρμόζεται ο συντελεστής βαρύτητας με αριθμητική τιμή ένα (1). Κατ` εξαίρεση, για τις πιο κάτω παραβάσεις ο συντελεστής βαρύτητας καθορίζεται ως εξής: …. 8. Οι παρακάτω περιπτώσεις, για την επιβολή του αντικειμενικού προστίμου, θεωρούνται αυτοτελείς παραβάσεις, για τις οποίες εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) ο δε συντελεστής βαρύτητας, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, έχει αριθμητική τιμή ένα (1). α) Η παράλειψη έκδοσης κάθε στοιχείου, που ορίζεται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ……..γ.10. Οι παρακάτω περιπτώσεις, επίσης, θεωρούνται αυτοτελείς παραβάσεις, για τις οποίες εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο2 (ΒΑΣ.ΥΠ.2), όπως ειδικότερα προσδιορίζεται στις κατ` ιδία διατάξεις, με τις οποίες προσδιορίζεται και η τιμή του κατά περίπτωση ισχύοντος συντελεστή βαρύτητας: α) Όταν η παράβαση αναφέρεται σε μη έκδοση ή σε ανακριβή έκδοση των στοιχείων, που ορίζονται από τον Κ.Β.Σ. και έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψή της συναλλαγής ή μέρους αυτής η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των “χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ” επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε παράβαση ίσο με την αξία της συναλλαγής ή του μέρους αυτής που αποκρύφτηκε. Θεωρείται απόκρυψή της συναλλαγής και επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με τη συνολική της αξία και η περίπτωση διακίνησης αγαθών χωρίς το συνοδευτικό φορολογικό στοιχείο, που προβλέπεται από τον Κ.Β.Σ.. Όταν δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός της αξίας της συναλλαγής επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται από την περίπτωση α` της παραγράφου 2, κατά περίπτωση. Ειδικά στις περιπτώσεις που προκύπτει το ύψος της συνολικής αποκρυβείσας αξίας, χωρίς να προσδιορίζεται το πλήθος των συναλλαγών ως και η αξία μιας εκάστης ξεχωριστά, επιβάλλεται πρόστιμο ισόποσο της συναλλαγής, το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί το δεκαπενταπλάσιο της ΒΑΣ. ΥΠ.1, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που ο υπόχρεος τηρεί βιβλίο αγορών, οπότε το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται μειωμένο κατά πενήντα τοις εκατό (50%)». Τέλος, στο άρθρο 7 του ν. 4337/2015 (Α΄ 129) ορίσθηκε ότι: «… 3. Για τις παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992, Α΄ 84) και του Κ.Φ.Α.Σ. (ν. 4093/2012, Α΄ 222), που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 54 και 55 του ν. 4174/2013 και κατά την κατάθεση του παρόντος δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, αλλά επιβάλλονται τα κατωτέρω πρόστιμα: … στ) Για παραβάσεις που αφορούν μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων ή άλλες παραβάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, ποσό ίσο με το 25% της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους της αποκρυβείσας (μη εμφανισθείσας) αξίας για κάθε παράβαση, ζ) Για τις λοιπές παραβάσεις, που δεν υπάγονται σε μια εκ των ανωτέρω περιπτώσεων ποσό ίσο με το 1/3 του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, επιβαλλόμενου προστίμου, κατά περίπτωση, για κάθε παράβαση. …».
9. Επειδή, στο άρθρο 5 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 17 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240/22-12-2016) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου τούτου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 129 αυτού, ορίζεται ότι: «Τα δικαστήρια δεσμεύονται από τις αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, οι οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν έναντι όλων. Δεσμεύονται, επίσης, από τις αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη, από τις αμετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις, καθώς και από τα αμετάκλητα αποφαινόμενα να μην γίνει η κατηγορία βουλεύματα, εκτός εάν η απαλλαγή στηρίχθηκε στην έλλειψη αντικειμενικών ή υποκειμενικών στοιχείων που δεν αποτελούν προϋπόθεση της διοικητικής παράβασης». Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της ανωτέρω ρύθμισης, η τροποποίηση εχώρησε, «προκειμένου η δέσμευση των διοικητικών δικαστηρίων από τις αμετάκλητες αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων να επεκταθεί πέραν από τις καταδικαστικές και στις αθωωτικές αποφάσεις, καθώς και στα αποφαινόμενα να μην γίνει η κατηγορία βουλεύματα που έχουν καταστεί αμετάκλητα (βλ. και απόφαση ΕΔΔΑ της 13-7-2010, Σταυρόπουλος κατά Ελλάδας)». Από την παραπομπή στην παραπάνω απόφαση του ΕΔΔΑ προκύπτει ότι ο νομοθέτης θέσπισε την εν λόγω διάταξη, ενόψει της διαμορφωθείσας νομολογίας του ΕΔΔΑ, ως προς την αρχή «ne bis in idem», που διαλαμβάνεται στο άρθρο 4 παρ. 1 του κυρωθέντος με το ν. 1705/1987 (Α΄ 89) 7ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), και το τεκμήριο αθωότητας, που διαλαμβάνεται στο άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, και, επομένως, η έκταση της διάταξης αυτής οριοθετείται από το περιεχόμενο των εν λόγω αρχών, όπως έχουν ερμηνευθεί από το ΕΔΔΑ. Ειδικότερα, στο άρθρο 4 παρ. 1 του ανωτέρω Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ορίζεται ότι: «Κανένας δεν μπορεί να διωχθεί ή καταδικασθεί ποινικά από τα δικαστήρια του ίδιου Κράτους για μια παράβαση για την οποία ήδη αθωώθηκε ή καταδικάσθηκε με αμετάκλητη απόφαση σύμφωνα με το νόμο και την ποινική δικονομία του Κράτους αυτού». Κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης, προκειμένου να ενεργοποιηθεί η προβλεπόμενη σε αυτήν απαγόρευση (ne bis in idem), η οποία αποτελεί εκδήλωση των αρχών του κράτους δικαίου και του δεδικασμένου, καθώς και των συναφών, επίσης, θεμελιωδών αρχών της ασφάλειας δικαίου και της σταθερότητας της έννομης κατάστασης των προσώπων (πρβλ. ΣτΕ 1102-1104/2018), απαιτείται να συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) να υπάρχουν περισσότερες της μίας διακεκριμένες διαδικασίες επιβολής κύρωσης, οι οποίες δεν συνδέονται στενά μεταξύ τους, κατ’ ουσία και κατά χρόνο, β) οι διαδικασίες αυτές πρέπει να είναι ‘ποινικές’, κατά την αυτόνομη έννοια της Ε.Σ.Δ.Α., δηλαδή βάσει των κριτηρίων Engel, κατ’ εφαρμογή των οποίων μπορούν να θεωρηθούν ως ‘ποινικές’ και κυρώσεις που επιβάλλονται από διοικητικά όργανα, ενόψει της φύσης των σχετικών παραβάσεων ή/και του είδους και της βαρύτητας των προβλεπόμενων για αυτές διοικητικών κυρώσεων, γ) η μία από τις εν λόγω διαδικασίες πρέπει να έχει περατωθεί με αμετάκλητη απόφαση (είτε καταδικαστική είτε αθωωτική υπό τον όρο ότι η αθώωση στηρίζεται σε επαρκή έρευνα και εκτίμηση, σχετικά με την ουσία της υπόθεσης, δηλαδή την τέλεση ή μη της παράβασης (πρβλ. ΣτΕ 1102-1104/2018), και δ) οι διαδικασίες πρέπει να στρέφονται κατά του ίδιου προσώπου και να αφορούν στην ίδια κατ’ ουσία παραβατική συμπεριφορά, δηλαδή στο αυτό σύνολο συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, τα οποία συνδέονται αναπόσπαστα μεταξύ τους, χρονικά και τοπικά, και η συνδρομή των οποίων είναι απαραίτητη για την επιβολή της κύρωσης (πρβλ. ΣτΕ 175, 951, 1887/2018, 167-169, 680, 2987/2017, 1992/2016 κ.ά.). Συνακόλουθα, όπως έχει ήδη κριθεί (πρβλ. ΣτΕ 1887/2018, 951/2018, 167-169, 12987/2017 κ.ά.), ενόψει και των αποφάσεων του ΕΔΔΑ Ruotsalainen κατά Φινλανδίας της 16ης-6-2009 (13079/03), Καπετάνιος και άλλοι κατά Ελλάδος της 30ης-4-2015 (3453/12, 42941/12 και 9028/13), Σισμανίδης κατά Ελλάδος της 9ης-6-2016 (66602/09) και Α and Β κατά Νορβηγίας της 15ης-11-2016 (24130/11 29758/11), το άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ αντιτίθεται, καταρχήν, στην εκκίνηση και εξακολούθηση διοικητικής, κατά το εθνικό δίκαιο, διαδικασίας και δίκης περί της επιβολής διοικητικής χρηματικής κύρωσης για φορολογική ή τελωνειακή παράβαση, όταν για την ίδια κατ’ ουσία παράβαση έχει, ήδη, περατωθεί αμετάκλητα η αντίστοιχη ποινική, κατά το εθνικό δίκαιο, διαδικασία [πρβλ. ΣτΕ (Ολομ) 359/2020]. Επιπλέον, το ΕΔΔΑ ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, που κατοχυρώνει το τεκμήριο αθωότητας, έχει δεχθεί ότι απόφαση διοικητικού δικαστηρίου που έπεται τελικής αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου για το ίδιο πρόσωπο δεν πρέπει να την παραβλέπει και να θέτει εν αμφιβόλω την αθώωση, έστω κι αν αυτή εχώρησε λόγω αμφιβολιών, ως “τελική” δε απόφαση, στο πλαίσιο της προαναφερόμενης νομολογίας, νοείται η αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου. Προκειμένου να ενεργοποιηθεί το τεκμήριο αθωότητας από την ανωτέρω άποψη, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να δείξει ότι η ποινική διαδικασία συνδέεται κατ’ ουσίαν προς την διοικητική διαδικασία και την αντίστοιχη διοικητική δίκη (βλ. ΣτΕ 897/2021, 175/2018 με παραπομπές στη νομολογία του ΕΔΔΑ. Συνεπώς, η νέα διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 εδ. β΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ερμηνευόμενη στενά υπό το πρίσμα όσων έγιναν δεκτά ανωτέρω, έχει την έννοια ότι το διοικητικό δικαστήριο δεσμεύεται από αμετάκλητη, καταδικαστική ή αθωωτική, απόφαση ποινικού δικαστηρίου, μόνο αν η ποινική απόφαση αφορά στην ίδια παράβαση, ως ιστορικό γεγονός, με εκείνη που καταλογίσθηκε στον προσφεύγοντα με την ένδικη διοικητική πράξη, με την οποία του επιβλήθηκε διοικητική κύρωση (πρβλ. ΣτΕ 951/2018).
10. Επειδή, εξάλλου, το προβλεπόμενο από το άρθρο 5 παρ. 10 περ. β΄ του ν. 2523/1997 πρόστιμο για έκδοση εικονικού τιμολογίου συνιστά διοικητική κύρωση, η οποία, ενόψει του ύψους του προστίμου, έχει «ποινικό» χαρακτήρα κατά την ΕΣΔΑ (βλ. ΣτΕ 9/2021, 380/2019 7μ.), επιβαλλόμενη παραλλήλως προς την οριζόμενη στο άρθρο 19 παρ. 1 του ιδίου ν. 2523/1997 stricto sensu ποινική κύρωση για το αδίκημα της έκδοσης εικονικών τιμολογίων.
11. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από την επανεξέταση των στοιχείων της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Δυνάμει της υπ’ αριθ. …/…-2015 εντολής του Προϊσταμένου της Α΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιά, διενεργήθηκε έλεγχος για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του Π.Δ. 186/1992 (ΚΒΣ), του Ν.4093/2012 (ΚΦΑΣ), του Ν. 4308/2014 (ΕΛΠ) και Ν. 4174/2013 στην επιχείρηση του εφεσίβλητου, με αντικείμενο εργασιών «Χονδρικό εμπόριο υδραυλικού εξοπλισμού και εξοπλισμού και προμηθειών για εγκαταστάσεις θέρμανσης» και έδρα επί των οδών … και …, στη …. Η ανωτέρω εντολή εκδόθηκε συνεπεία του µε αρ. πρωτ. …-2015 εγγράφου της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος Αττικής – Αιγαίου (αρ. πρωτ. εισερχ. ΔΟΥ … Πειραιά ….-2015), µε το οποίο διαβιβάσθηκε ο φάκελος της υπ’ αριθ. …/14 υπόθεσης και η από 29/10/2015 έκθεση ελέγχου της ως άνω υπηρεσίας. Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην από 29/10/2015 έκθεση ελέγχου του ΣΔΟΕ Π.Δ. Αττικής-Αιγαίου (Τμήμα Δ΄ Ερευνών Μυτιλήνης), πραγματοποιήθηκε έλεγχος στην επιχείρηση του εφεσίβλητου, δυνάμει της εκδοθείσας υπ’ αριθ. ….2013 εντολής, η οποία εκδόθηκε έπειτα από την υπ’ αριθ. …-2013 Εισαγγελικής Εντολής της Εισαγγελίας Πρωτοδικών …. Σημειώνεται ότι ο εφεσίβλητος είχε υπογράψει με το Γενικό Νοσοκομείο … την υπ’ αριθ…./2011 Σύμβαση, βάσει της οποίας ορίστηκε ανάδοχος για τη συντήρηση και λειτουργία των Η/Μ εγκαταστάσεων του εν λόγω νοσοκομείου. Από τον ανωτέρω έλεγχο, διαπιστώθηκαν παρατυπίες και παραλείψεις που αφορούσαν τα έτη 2008, 2009, 2010, 2011, 2013 και 2015. Ωστόσο, από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. καταλογίστηκαν παραβάσεις για τις χρήσεις 2010, 2011, 2013 και 2015, καθόσον ο εφεσίβλητος είχε περαιώσει τις χρήσεις μέχρι και το 2009 δυνάμει του υπ’ αριθ. ….2010 Εκκαθαριστικού Σημειώματος Περαίωσης του ν.3888/2010. Συγκεκριμένα, από την ως άνω ελέγχου προκύπτει ότι η φορολογική αρχή αξιολογώντας όλα τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της, μεταξύ αυτών και τα χρηματικά εντάλματα που είχαν εκδοθεί από το Νοσοκομείο …, τα οποία αναφέρονταν στην προαναφερθείσα συναφθείσα σύμβαση, τα τηρούμενα βιβλία απογραφών, τα εκδοθέντα από τον προσφεύγοντα Τιμολόγια Παροχής Υπηρεσιών και Τιμολόγια Πώλησης αλλά και τα σχετικά ληφθέντα από αυτόν στοιχεία αγορών για την προμήθεια αγαθών, καθώς και τα στοιχεία διακίνησης, διαπίστωσε μεταξύ άλλων ότι κατά τη Διαχειριστική περίοδο από 01/01/2015-31/12/2015 εξέδωσε τέσσερα (4) εικονικά Τιμολόγια – Δελτία Αποστολής, για συναλλαγές ανύπαρκτες στο σύνολό τους μεταξύ των οποίων και το ../19-3-2015 ΤΔΑ, συνολικής καθαρής αξίας 14.940,00 €, πλέον ΦΠΑ 16% 2.390 ευρώ και για το λόγο αυτό η Προϊσταμένη της ΔΟΥ … Πειραιά εξέδωσε σε βάρος του την …/2017 πράξη οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, για τη χρήση 2015, με την οποία του επιβλήθηκαν πρόστιμα συνολικού ποσού 18.476 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε τέσσερα (4) επιμέρους αυτοτελή και διακεκριμένα πρόστιμα ύψους 4.680, 3.140, 4.680 και 5.976 ευρώ. Κατά της παραπάνω πράξεως, ο προσφεύγων άσκησε ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων την με αριθ. πρωτ. …/26-06-2017 ενδικοφανή προσφυγή του, η οποία απορρίφθηκε κατά το μέρος αυτό και εν συνεχεία άσκησε κατα της απορριπτικής αυτής απόφασης προσφυγή, με την οποία ισχυρίστηκε ότι εσφαλμένα η φορολογική αρχή έκρινε ότι τα επανεκδοθέντα επίδικα τιμολόγια είναι εικονικά διότι τα τελευταία επανεκδόθηκαν προς αντικατάσταση ισόποσων τιμολογίων που είχαν εκδοθεί κατά το έτος 2011 και είχαν ακυρωθεί εξαιτίας της μη πληρωμής από το Νοσοκομείο Πάρου. Περαιτέρω προσκόμισε την υπ’αριθ…..-2019 απόφαση του Β’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, που έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη με την οποία κηρύχθηκε αθώος της κατηγορίας ότι «στον Πειραιά, κατά τις διαχειριστικές περιόδους από 1-1-2013 έως 31-12-2013 και από 1-1-2015 έως 31-12-2015, με πρόθεση ενεργώντας, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, διέπραξε το αδίκημα της φοροδιαφυγής με την έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων, ήτοι φορολογικών στοιχείων που αφορούν σε συναλλαγές ανύπαρκτες στο σύνολό τους, η συνολική αξία των οποίων δεν υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ, αρχομένης της παραγραφής του εν λόγω αδικήματος την 29-06-2017, ημερομηνία οριστικοποίησης των φορολογικών εγγραφών. Ειδικότερα, διατηρώντας ατομική επιχείρηση, εδρεύουσα στη Σάμο, επί της οδού … και …, με αντικείμενο εργασιών «Χονδρικό εμπόριο υδραυλικού εξοπλισμού και εξοπλισμού και προμηθειών για εγκαταστάσεις θέρμανσης», …κατά τη διαχειριστική χρήση έτους 2015, εξέδωσε τέσσερα (4) εικονικά φορολογικά στοιχεία συνολικής καθαρής αξίας σαράντα έξι χιλιάδων και εκατόν ενενήντα ευρώ (46.190,00) προς το Γενικό Νοσοκομείο …, που αφορούν σε συναλλαγές ανύπαρκτες στο σύνολό τους». Το Πρωτόδικο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση αφού έλαβε υπόψη του ότι με την ως άνω απόφαση του Β’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, η οποία έχει καταστεί αμετάκλητη, ο εφεσίβλητος κηρύχθηκε αθώος, μετά από ουσιαστική εκτίμηση όλων των πραγματικών περιστατικών, για τις ίδιες παραβάσεις, για τις οποίες του επιβλήθηκε, με την υπ’αριθ. …/2017 πράξη του Προϊσταμένου της ΔΟΥ … Πειραιά, το επίδικο πρόστιμο, το οποίο λόγω της φύσης και του ύψους του έχει χαρακτήρα ανάλογο με το επαπειλούμενο στην ποινική δίκη μέτρο, έκρινε ότι δεσμεύεται από την προεκτεθείσα αμετάκλητη απαλλακτική κρίση του ποινικού δικαστηρίου, μη δυνάμενο να αποστεί, και ακύρωσε 5981/24-11-2017 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Α.Α.Δ.Ε., κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε η με αρ. πρωτ. …/…2017 ενδικοφανής προσφυγή του προσφεύγοντος κατά της υπ’ αριθμ. …/…2017 πράξεως οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, φορολογικής περιόδου 1/1 – 31/12/2015. Την κρίση αυτή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, σε σχέση με την υπ’αριθ. …/2017 πράξη της Προϊσταμένης της ΔΟΥ … Πειραιά, κατά το κεφάλαιο της οποίας αφορά το πρόστιμο ύψους 5.976 ευρώ, το οποίο εξετάζεται στα πλαίσια της ένδικης έφεσης ως το μόνο παραδεκτώς προσβαλλόμενο με αυτή ,αμφισβητεί με την κρινόμενη έφεσή του το εκκαλούν. Ειδικότερα, αναφέρει ότι μη νομίμως το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι δεσμεύεται από την ως άνω αθωωτική απόφαση, αφού ο διοικητικός δικαστής μπορεί να απομακρυνθεί από τις ουσιαστικές κρίσεις του ποινικού δικαστή και η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του ΚΔΔ πρέπει να ερμηνεύεται στενά υπό την έννοια ότι παράγει δέσμευση μόνο εφόσον οι δασμοί ή φόροι έχουν το χαρακτήρα ποινής ή κύρωσης για διοικητική παράβαση. Εν προκειμένω, κατά τους ισχυρισμούς του εκκαλούντος η ποινική απόφαση, που δέχθηκε ότι οι συναλλαγές πραγματοποιήθηκαν το έτος 2011 δεν μπορεί να δεσμεύσει τον διοικητικό δικαστή για την παράβαση της εσφαλμένης έκδοσης φορολογικών στοιχείων κατά το έτος 2015, αφού κρίσιμο για διαπίστωση της παράβασης δεν ήταν η πραγματοποίηση των συναλλαγών αλλά η έκδοση τον φορολογικών στοιχείων κατά το χρόνο αυτό.
12. Επειδή, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά, το προβλεπόμενο στη διάταξη του άρθρου 5 παρ.10 περ. α΄ του ν.2523/1997 πρόστιμο για την παράβαση της έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων συνιστά κύρωση, η οποία, ενόψει του ύψους του επιβαλλομένου προστίμου, φέρει «ποινικό» χαρακτήρα κατά την ΕΣΔΑ, και συνεπώς ο προαναφερόμενος περί του αντιθέτου ισχυρισμός του Ελληνικού Δημοσίου είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Εφόσον δε, σε υπόθεση επιβολής προστίμου λόγω έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων, όπως η προκειμένη, δεν δικαιολογείται η εξακολούθηση της διοικητικής δίκης περί της επιβολής του συγκεκριμένου «ποινικής» φύσεως διοικητικού προστίμου για έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων μετά την έκδοση αμετάκλητης αθωωτικής αποφάσεως του Ποινικού Δικαστηρίου, όπως εν προκειμένω όπου έχει εκδοθεί η μνημονευθείσα 2537/2019 αμετάκλητη αθωωτική για την εφεσίβλητη απόφαση του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, για την αυτήν παράβαση, ενόψει και του ότι οι δύο «ποινικές» διαδικασίες επιδιώκουν, κατ’ αρχήν, κοινούς και όχι πρόσθετους σκοπούς και δεν αφορούν σε διαφορετικές όψεις της ίδιας παράνομης συμπεριφοράς (πρβλ.ΣτΕ 359/2020 Ολομ,2177/2020), τα λοιπά ως άνω υποστηριζόμενα, επικουρικώς, από το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο είναι απορριπτέα, ομοίως, ως αβάσιμα. Κατά συνέπεια, η ως άνω αθωωτική απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς δέσμευε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο όσον αφορά τη νομιμότητα της επιβολής του επίδικου προστίμου ύψους 5.976 ευρώ, το οποίο, ακολούθως, δεν μπορούσε να αποστεί των όσων κρίθηκαν με αυτήν, όπως ορθώς δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ο δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος της έφεσης πρέπει ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος.
13. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη έφεση, με την οποία δεν προβάλλεται άλλος λόγος, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, περαιτέρω, πρέπει να απαλλαγεί το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης ελλείψει σχετικού αιτήματος (άρθρο 275 παρ.7 του ΚΔΔ).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την έφεση.
Απαλλάσσει το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα.
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στην Αθήνα στις 30-3-2023 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΑ ΜΠΑΛΑΦΟΥΤΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΚΛΕΑΝΘΗ ΜΑΝΟΥΡΗ