Οι πρώτες «συντεταγμένες» του νέου Ποινικού Κώδικα προβλέπουν φυλάκιση ακόμα και για μικρές ποινές. Μέχρι και 20 χρόνια για απόπειρα βιασμού και ακαταδίωκτο για όσους καταγγέλλουν ενδοοικογενειακή βία.
Οριστικά θα εκτίεται μέρος των μικρών ποινών, ανάλογα με το ύψος της επιβληθείσας, ενώ αυξάνεται η πρόσκαιρη κάθειρξη από τα 15 στα 20 έτη για εγκλήματα με μείζονες εθνικές και κοινωνικές προεκτάσεις, όπως είναι ο εμπρησμός δάσους, σύμφωνα με το οριστικό κείμενο του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για τις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, θα επιβάλλονται χρηματικά πρόστιμα από 1.000 έως 1.500 ευρώ -υπό τη μορφή δικαστικών εξόδων- στους δικομανείς και εθνικούς μηνυτές, οι οποίοι καθ’ έξιν και κατ’ επάγγελμα ή από δόλο υποβάλλουν ανακριβείς ή αβάσιμες μηνύσεις οι οποίες μπαίνουν στο αρχείο, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να επιβαρύνονται οι ρυθμοί απονομής της Δικαιοσύνης. Παράλληλα, στις ποινικές δίκες, ο αριθμός των αναβολών περιορίζεται σε μία μόνο, ανεξάρτητα από τον αριθμό των διαδίκων. Ενώ, μία από τις καινοτομίες του νομοσχεδίου είναι ότι η ποινή για την απόπειρα βιασμού, που είναι σήμερα τα 8 έτη, θα ανέρχεται πλέον στα 20 έτη. Την ίδια στιγμή θεσπίζεται γενικό ακαταδίωκτο για τους δασκάλους, καθηγητές, γιατρούς κ.ά. που καταγγέλλουν περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας τα οποία υποπίπτουν στην αντίληψή τους κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους.
Πλέον, υποχρεούνται οι επαγγελματίες επιστήμονες να καταγγέλλουν τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που υποπίπτουν στην αντίληψή τους, ενώ παράλληλα θα προστατεύονται από κακόβουλες μηνύσεις που θα κατατίθενται εις βάρος τους.
Σύμφωνα με την εφημερίδα ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, αύριο την Τρίτη 28 Νοεμβρίου, θα αναρτηθεί σε δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο για την «Τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας». Το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης αποσκοπεί στην αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση τόσο της πρόληψης του εγκλήματος όσο και του σωφρονιστικού χαρακτήρα της ποινής μέσω της έκτισής της, ενώ παρέχει εναλλακτικούς τρόπους μετατροπής της ποινής σε χρηματική ή σε παροχή κοινωφελούς εργασίας.
Η έκτιση ποινών έως τρία έτη
Οι ποινές φυλάκισης έως ένα έτος θα μπορούν να αναστέλλονται αν οι αμετάκλητες καταδίκες στο Ποινικό Μητρώο δεν υπερβαίνουν το ένα έτος. Ενώ, για άνω του ενός έτους ποινές φυλάκισης και μέχρι δύο έτη θα εκτίονται πρωτίστως με εναλλακτικούς τρόπους (μετατροπή των ποινών σε χρηματικές ή κοινωφελή εργασία).
Αντίθετα, οι ποινές φυλάκισης μέχρι τριών ετών θα μπορούν να εκτίονται μερικώς σε σωφρονιστικό κατάστημα (από έναν μέχρι έξι μήνες) και το υπόλοιπο της ποινής να αναστέλλεται.
Σε ό,τι αφορά τα κακουργήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, και συγκεκριμένα το αδίκημα της απόπειρας βιασμού, το δικαστήριο θα μπορεί πλέον να επιβάλλει την ποινή που προβλέπεται για το ολοκληρωμένο έγκλημα (δηλαδή για τον βιασμό) και όχι υποχρεωτικά μειωμένη ποινή όπως ισχύει σήμερα. Το μέγιστο όριο προσωρινής κράτησης για δράστη απόπειρας βιασμού θα είναι 18 και όχι 12 μήνες.
Αυστηροποίηση ποινών για εμπρησμούς
Με το νομοσχέδιο επέρχεται ο εξορθολογισμός των ποινικών κυρώσεων για σοβαρά εγκλήματα με μείζονες εθνικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Ετσι, η μέγιστη ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης αυξάνεται από τα 15 στα 20 έτη για όλα τα κακουργήματα.
Αυστηροποιούνται επίσης, οι ποινικές κυρώσεις για συγκεκριμένα αδικήματα υψηλής κοινωνικής απαξίας, όπως είναι ο εμπρησμός δάσους. Ετσι, εφόσον το μέγιστο όριο κάθειρξης αυστηροποιείται για όλα τα κακουργήματα από τα 15 στα 20 έτη, αυτό συμπαρασύρει προς το αυστηρότερο την υφ’ όρον απόλυση.
Ακόμη, προβλέπονται κυρώσεις για την προστασία της Ποινικής Δικαιοσύνης από εκείνους που με καταχρηστική και παρελκυστική άσκηση των δικαιωμάτων τους παρακωλύουν την ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης.
Στον ίδιο κύκλο των τροποποιήσεων του νομοσχεδίου του Γιώργου Φλωρίδη προβλέπεται η απεμπλοκή του ποινικού δικονομικού συστήματος από άσκοπες δικονομικές ενέργειες με σκοπό την επιτάχυνση των διαδικασιών επεξεργασίας και εκδίκασης των υποθέσεων, αλλά και απονομής της Ποινικής Δικαιοσύνης.
Στο πλαίσιο επιτάχυνσης των ρυθμών της χωλαίνουσας Δικαιοσύνης προβλέπεται αφενός να γίνεται η αρχειοθέτηση προδήλως αβάσιμων μηνύσεων με συνοπτική αιτιολογία και αφετέρου ο αριθμός των αναβολών στις ποινικές δίκες, για κάθε αιτία, περιορίζεται σε μία, ανεξαρτήτως του αριθμού των διαδίκων.
Αντιμετώπιση ενδοοικογενειακής βίας
Το δεύτερο κεφάλαιο του νομοσχεδίου αφορά στην ενδοοικογενειακή βία, τα θύματα της οποίας αυξάνονται στη χώρα μας με γοργούς ρυθμούς, ειδικά μετά τους περιορισμούς που είχαν επιβληθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το συγκεκριμένο φαινόμενο έχει λάβει διαστάσεις επιδημίας στην Ελλάδα, ενώ την ίδια στιγμή καθημερινά όλο και περισσότερες τέτοιες υποθέσεις απασχολούν τα δικαστήρια.
Με το δεύτερο σκέλος του εν λόγω νομοσχεδίου που αφορά την αντιμετώπιση της ενδoοικογενειακής βίας διασφαλίζεται η προστασία του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων, κυρίως γυναικών, που πλήττονται από συμπεριφορές ενδοοικογενειακής βίας. Στο πνεύμα της πρόληψης αλλά και απάλειψης του φαινομένου δημιουργείται κατάλληλο υποστηρικτικό περιβάλλον για τα θύματα μέσω της ενίσχυσης των δημόσιων και ιδιωτικών δομών που τους παρέχουν οικονομική και ψυχολογική στήριξη.
Το νομοσχέδιο συμπεριλαμβάνει στο προστατευτικό πλαίσιο της ενδοοικογενειακής βίας κάθε μορφή βίας ή απειλής σε βάρος προσώπου που δέχεται τις υπηρεσίες φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας στον οποίο ο δράστης εργάζεται. Θεσπίζεται το γενικό ακαταδίωκτο για τους επαγγελματίες επιστήμονες οι οποίοι υποχρεούνται πλέον να καταγγέλλουν κάθε περιστατικό που περιέρχεται στην αντίληψή τους.
Συγκεκριμένα, θεσπίζεται ειδική υποχρέωση καταγγελίας για τους επαγγελματίες που αντιλαμβάνονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Παράλληλα, προβλέπεται η προστασία των καταγγελλόντων από κακόβουλες μηνύσεις που υποβάλλονται εις βάρος τους. Η νέα αυτή διάταξη αφορά δασκάλους, καθηγητές, γιατρούς, ψυχιάτρους, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, νοσηλευτές και το ειδικό επιστημονικό προσωπικό.