Το Διοικητικό Πρωτοδικείο της Αθήνας απέρριψε την αγωγή τους
Χαμένοι από τη «μάχη» που έδωσαν στα διοικητικά δικαστήρια, αξιώνοντας αποζημίωση συνολικού ύψους 2 εκατ. ευρώ από το Ελληνικό Δημόσιο για ψυχική οδύνη, «βγήκαν» οι γονείς και τα δυο αδέλφια του Ζακ Κωστόπουλου. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο της Αθήνας απέρριψε αγωγή τους, με την οποία στρέφονταν κατά του Δημοσίου για ευθύνες των οργάνων του και συγκεκριμένα των αστυνομικών και του διασώστη του ΕΚΑΒ, οι οποίοι είχαν σπεύσει στην οδό Γλάδστωνος στην Ομόνοια, όπου είχε στηθεί το σκηνικό θανάτου για τον 33χρονο.
Με την αγωγή της η οικογένεια υποστήριζε πως το μεσημέρι της 21ης Σεπτεμβρίου του 2018 κατά τη διάρκεια της σύλληψης του Ζακ Κωστόπουλου, οι αστυνομικοί υπερέβησαν τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα ασκώντας υπερβολική βία «για τις περιστάσεις, που δεν δικαιολογούσε η ψυχοσωματική υγεία του παθόντος, ο οποίος στερείτο δυνατότητας αντίστασης». Σε ό,τι αφορά τον διασώστη του ΕΚΑΒ που έσπευσε στο σημείο αυτός, σύμφωνα με την οικογένεια, «δεν εκτέλεσε συννόμως την αποστολή του», καθώς «άφησε αβοήθητο τον Ζακ Κωστόπουλο χωρίς να του παράσχει ως όφειλε την αναγκαία προνοσοκομειακή φροντίδα». Επρόκειτο, σύμφωνα την οικογένεια του 33χρονου, για «παράνομες ενέργειες οι οποίες επιδείνωσαν την επιβαρυμένη κατάσταση του Ζακ Κωστόπουλου και συνέβαλαν αιτιωδώς στην επέλευση του θανατηφόρου αποτελέσματος».
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών απέρριψε, ωστόσο, την αγωγή της οικογένειας ως ουσία αβάσιμη. Στην κρίση του αυτή είχε ως οδηγό την απόφαση που εξέδωσε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας (πρώτος βαθμός) τον Μάιο του 2022 επί της ενοχής των έξι κατηγορουμένων της υπόθεσης, ήτοι τον κοσμηματοπώλη της οδού Γλάδστωνος, τον μεσίτη συγκατηγορούμενό του (αμφότεροι εμφανίζονται σε βίντεο να χτυπούν ανηλεώς το θύμα) και τέσσερις αστυνομικούς.
Συγκεκριμένα, ο κοσμηματοπώλης και ο μεσίτης είχαν κριθεί ένοχοι για το αδίκημα της θανατηφόρου σωματικής βλάβης και τους είχε επιβληθεί κάθειρξη δέκα ετών, ενώ οι τέσσερις αστυνομικοί είχαν αθωωθεί. Μάλιστα, στον κοσμηματοπώλη λόγω ηλικίας το δικαστήριο είχε επιβάλει έκτιση της ποινής του με κατ’ οίκον περιορισμό ενώ για τον μεσίτη έκρινε ότι θα πρέπει να οδηγηθεί στη φυλακή. Ωστόσο, ο τελευταίος δυο μήνες μετά την παραμονή του σε σωφρονιστικό ίδρυμα κατάφερε να αποφυλακιστεί με όρους, καθώς έγινε δεκτή αίτηση αναστολής του. Η απόφαση της αποφυλάκισης του μεσίτη είχε προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων και είχε φτάσει μέχρι τον Αρειο Πάγο, ο οποίος εν τέλει την επικύρωσε. Τον ερχόμενο μάλιστα Δεκέμβριο αναμένεται και η δίκη μεσίτη και κοσμηματοπώλη σε δεύτερο βαθμό (Μικτό Ορκωτό Εφετείο).
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο
Τώρα, το Διοικητικό Πρωτοδικείο, «πατώντας» στην παραπάνω απόφαση του πρωτοβάθμιου ποινικού δικαστηρίου, απέρριψε την αγωγή της οικογένειας Κωστόπουλου και ως προς τις ευθύνες των αστυνομικών που πραγματοποίησαν τη σύλληψη 33χρονου έκρινε ότι αυτοί «δεν τέλεσαν την αξιόποινη πράξη της θανατηφόρου σωματικής βλάβης», όπως η οικογένεια τους αποδίδει, κάτι που, σύμφωνα με το διοικητικό δικαστήριο, αποδείχθηκε από τα στοιχεία του φακέλου της ποινικής δίκης και την αθωωτική απόφαση που εκδόθηκε.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου, ο Ζακ Κωστόπουλος ενώ είχε εξέλθει από το κοσμηματοπωλείο «δέχθηκε επίθεση με αλλεπάλληλα λακτίσματα στην κεφαλή και άλλα μέρη του σώματός του» από τον ιδιοκτήτη της επιχείρησης όπως και «τον παρευρεθέντα γνώριμό του» μεσίτη. Ακολούθως στο σημείο έφτασαν οι αστυνομικοί, οι οποίοι προέβησαν σε συγκεκριμένες ενέργειες συντονισμένα ώστε «να τον καθηλώσουν στο έδαφος για να επιτύχουν τη δέσμευσή του», εκτελώντας το έργο που τους είχε ανατεθεί. «Η ασκηθείσα εξ αντικειμένου βία δεν υπερέβη το αναγκαίο μέτρο που απαιτείτο για την εξουδετέρωση του συλληφθέντος», αναφέρει η απόφαση για τους αστυνομικούς σημειώνοντας ακόμη πως αυτοί «δεν είχαν πρόθεση να του προκαλέσουν σωματική κάκωση και βλάβη της υγείας του, δεδομένου ότι σωματικές βλάβες στο σώμα του (συλληφθέντος) από τις ενέργειες αυτών δεν αποτυπώθηκαν στις ιατροδικαστικές εκθέσεις».
Αντίθετα, κατά το Διοικητικό Πρωτοδικείο «στην εξελικτική πορεία του τραγικού συμβάντος, σπουδαίας κρισιμότητας γεγονός συνιστά ο χρόνος άφιξης των αστυνομικών στον τόπο του επεισοδίου». Συγκριμένα, όπως αναφέρει η απόφαση, είχε προηγηθεί η έξοδος του Ζακ Κωστόπουλου από το κοσμηματοπωλείο και η επίθεση που αυτός δέχθηκε από τον ιδιοκτήτη του καταστήματος και τον μεσίτη, «οι οποίοι με αλλεπάλληλα λακτίσματα στην κρανιοεγκεφαλική χώρα, στα χέρια και τα πόδια του προκάλεσαν επικίνδυνες σωματικές βλάβες». Ως εκ τούτου οι ενέργειες των αστυνομικών «προκειμένου να ακινητοποιήσουν τον Ζαχαρία Κωστόπουλο και να τον συλλάβουν δεν συνδέονται αιτιωδώς με τον θάνατό του». Αντίθετα, «τέτοιος αιτιώδης σύνδεσμος με το θανατηφόρο αποτέλεσμα συνάπτεται με την αδικοπρακτική συμπεριφορά» του κοσμηματοπώλη και του μεσίτη.
Τι κρίθηκε για το ΕΚΑΒ
Σε ό,τι αφορά τέλος στο ΕΚΑΒ το οποίο εν γνώσει του, σύμφωνα με την οικογένεια, άφησε αβοήθητο το θύμα το Διοικητικό Πρωτοδικείο αναφέρει καταρχάς ότι ουδέποτε απαγγέλθηκε κατηγορία σε βάρος του διασώστη για την πράξη της θανατηφόρου έκθεσης. Αντίθετα, όπως αναφέρεται στην απόφαση, ο διασώστης που έφτασε στο σημείο παρείχε στον Ζακ Κωστόπουλο «τις πρώτες βοήθειες», όμως η «παροχή της βοήθειας διεκόπηκε μετ’ ολίγον όχι όμως από δική του ευθύνη αλλά εκ του γεγονότος ότι δημιουργήθηκε σοβαρή διακινδύνευση της ζωής του εκ του θραύσματος γυαλιού που ο πληγείς κράδαινε στα χέρια του στην προσπάθεια να απομακρυνθεί, η κατάσταση δε αυτή διήρκησε κατά κυριολεξία ελάχιστα λεπτά της ώρας, όχι περισσότερα των έξι λεπτών έως ότου επιτεύχθηκε από τους αστυνομικούς η ακινητοποίηση και χειροπέδησή του (33χρονου), διακομιζόμενος ακολούθως με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο».