ΑΠΟΦΑΣΗ
Vučković κατά Κροατίας της 12.12.2023 (αριθ. προσφ. 15798/20)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Μήνυση νοσηλεύτριας κατά συναδέλφου της για σεξουαλική της κακοποίηση εν ώρα εργασίας. Τον κατηγόρησε ότι τις ώρες που έκαναν τις βάρδιές τους την άγγιζε σε διάφορα σημεία του σώματός της και ότι προσπάθησε να την εξαναγκάσει να προβεί σε στοματικό έρωτα, απειλώντας την παράλληλα ότι θα απολυθεί σε περίπτωση που ανέφερε το γεγονός. Ο δράστης καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό σε ποινή φυλάκισης 10 μηνών, η οποία ωστόσο σε δεύτερο βαθμό μετατράπηκε σε κοινωφελή εργασία.
Επικαλούμενη τα άρθρα 3 και 8 της ΕΣΔΑ, η προσφεύγουσα κατήγγειλε τη μετατροπή της ποινής, υποστηρίζοντας ότι ήταν δυσανάλογα επιεικής.
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου θεώρησε ανησυχητικό το γεγονός ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επέλεξε να αντικαταστήσει την ποινή φυλάκισης με κοινωφελή εργασία χωρίς να αιτιολογήσει επαρκώς ή να εξετάσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα συμφέροντα του θύματος. Τόνισε μάλιστα ότι η τόσο μεγάλη επιείκεια θα μπορούσε με τη σειρά της να αποθαρρύνει τα θύματα από το να καταγγείλουν τέτοιες πράξεις.
Συνεπώς, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι υπήρξε παραβίαση της απαγόρευσης εξευτελιστικής μεταχείρισης και της ιδιωτικής ζωής (άρθρα 3 και 8 της ΕΣΔΑ) και επιδίκασε στην προσφεύγουσα 10.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 3.050 ευρώ για έξοδα.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 3,
Άρθρο 8
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Η προσφεύγουσα, Maja Vučković, είναι υπήκοος Κροατίας που γεννήθηκε το 1978 και ζει στη Ριέκα (Κροατία).
Τον Ιούνιο του 2015 η προσφεύγουσα, νοσηλεύτρια, υπέβαλε μήνυση κατά συναδέλφου της, οδηγού ασθενοφόρου. Τον κατηγόρησε ότι την κακοποίησε σεξουαλικά, ενώ εργάζονταν μαζί σε βάρδιες μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2015, μεταξύ άλλων αγγίζοντας διάφορα μέρη του σώματός της και προσπαθώντας να την αναγκάσει να προβεί σε στοματικό έρωτα. Οι παρενοχλήσεις συνοδεύονταν από ανάρμοστη γλώσσα και απειλές ότι θα απολυόταν αν το έλεγε ποτέ σε κανέναν.
Ο δράστης καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό για δύο κατηγορίες ασελγών πράξεων και καταδικάστηκε σε 10 μήνες φυλάκιση. Το δικαστήριο σημείωσε ως επιβαρυντικούς παράγοντες το γεγονός ότι τα σεξουαλικά αδικήματα είχαν διαπραχθεί επανειλημμένα και σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο, η ποινή, κατόπιν έφεσης, μετατράπηκε από φυλακή σε κοινωφελή εργασία και, σύμφωνα με την Κυβέρνηση, εκτίθηκε από τον δράστη. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι η μετατροπή της ποινής θα εξυπηρετούσε τον σκοπό της τιμωρίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι είχαν περάσει τέσσερα χρόνια από τις επιθέσεις χωρίς ο δράστης να διαπράξει περαιτέρω εγκλήματα.
Οι επιθέσεις είχαν ως αποτέλεσμα η προσφεύγουσα να αναγκαστεί να λάβει αναρρωτική άδεια λόγω τραυματισμού της στο χέρι, και αργότερα λόγω διαταραχής μετατραυματικού στρες.
Επικαλούμενη τα άρθρα 3 (απαγόρευση εξευτελιστικής μεταχείρισης) και 8 (δικαίωμα σεβασμού ιδιωτικής ζωής), η προσφεύγουσα κατήγγειλε την μετατροπή της ποινής του συναδέλφου της, υποστηρίζοντας ότι ήταν δυσανάλογα επιεικής δεδομένης της σοβαρότητας των αδικημάτων που διαπράχθηκαν.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Πρώτον, το ΕΔΔΑ τόνισε την αυξημένη σημασία της κοινωνικής εργασίας στη σύγχρονη ποινική πολιτική των κρατών μελών, αλλά σημείωσε επίσης την ανάγκη ποινικοποίησης της σεξουαλικής κακοποίησης και της βίας κατά των γυναικών.
Δεν εναπόκειτο στο Δικαστήριο να αμφισβητήσει τη διαπίστωση των εθνικών δικαστηρίων ότι οι επιθέσεις κατά της προσφεύγουσας είχαν χαρακτηριστεί μόνον ως «ασελγείς πράξεις» αντί για απόπειρα βιασμού. Διαπίστωσε, ωστόσο, ότι η βιαιότητα των πράξεων – όπως διαπιστώθηκε από τα εθνικά δικαστήρια – θα ήταν σαφώς σχετική και ανάλογη με την καταδίκη.
Ως εκ τούτου, ήταν εντυπωσιακό το γεγονός ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, όταν μετέτρεψε την ποινή, δεν είχε καν αναφερθεί στον υψηλό βαθμό ποινικής ευθύνης του δράστη ή στην ισχυρή πρόθεσή του να διαπράξει τα σεξουαλικά εγκλήματα, παρά το γεγονός ότι είχε συμφωνήσει με την εκτίμηση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου για τους επιβαρυντικούς παράγοντες. Ούτε είχε εξηγήσει γιατί η απλή πάροδος του χρόνου είχε αντισταθμίσει τόσο σοβαρά επιβαρυντικά στοιχεία.
Επιπλέον, το Δικαστήριο σημείωσε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν είχαν λάβει υπόψη τους μια σειρά από παράγοντες οι οποίοι ήταν σχετικοί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο κατά τη διαδικασία επιβολής της ποινής, όπως οι συνέπειες του αδικήματος για την προσφεύγουσα (διάγνωση και αναρρωτική άδεια) και η συμπεριφορά του δράστη μετά τις επιθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των υποτιθέμενων απειλών και της εμφανούς έλλειψης μεταμέλειας.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν άσκησε τον απαιτούμενο προσεκτικό έλεγχο όλων των περιστάσεων της υπόθεσης κατά τη μετατροπή της ποινής.
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου θεώρησε ανησυχητικό το γεγονός ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επέλεξε να αντικαταστήσει την ποινή φυλάκισης με κοινωφελή εργασία χωρίς επαρκή αιτιολογία ή χωρίς να εξετάσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα συμφέροντα του θύματος. Μια τέτοια προσέγγιση υποδήλωνε ότι τα εγχώρια δικαστήρια ήταν επιεική στην τιμωρία της βίας κατά των γυναικών, γεγονός που επιβεβαιώνεται περαιτέρω από την Ομάδα Εμπειρογνωμόνων του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία (GREVIO) και την έκθεση αξιολόγησης για την Κροατία. Η επιείκεια θα μπορούσε να αποθαρρύνει τα θύματα από το να καταγγέλνουν τέτοιες πράξεις, ενώ σε ό,τι αφορά τις στατιστικές η βία κατά των γυναικών ήταν ανησυχητικά συχνή και δεν καταγγελλόταν συχνά.
Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κράτος δεν είχε αντιμετωπίσει κατάλληλα την επανειλημμένη σεξουαλική βία την οποία είχε υποστεί η προσφεύγουσα στο χώρο εργασίας της, κατά παράβαση των άρθρων 3 και 8 της ΕΣΔΑ.
Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στην προσφεύγουσα 10.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 3.050 ευρώ για έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).