Μολονότι είμαστε στον απόηχο του «βελτιωμένου» νομοσχεδίου για το φορολογικό, ένα θέμα που ταλανίζει τόσο ιδιώτες, όσο και επαγγελματίες, είναι οι οφειλές σε εφορία και ταμεία.
του Αριστείδη Οντούλη (Λογιστής Ά τάξης)
Την τελευταία τριετία πολλοί κρατικοί πόροι δόθηκαν λόγω κορονοϊού στην αγορά. Από έκτακτες δράσεις Ε.Σ.Π.Α., επιδοτήσεις ενοικίων, μέχρι αναστολή εργασίας, κ.λπ., όλος αυτός ο όγκος ενισχύσεων, αν και συγχρηματοδοτούμενος, παραμένει έκτακτος και σίγουρα έχει προεκτάσεις.
Οπότε, και οι οφειλές αυξήθηκαν τον τελευταίο χρόνο, και πολλοί εξ ημών έχουν βρεθεί στην δυσχερή θέση να δουν τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς άδειους, ή με αρνητικό πρόσημο.
Πρόκειται για κατάσχεση εις χείρας τρίτων, ήτοι για κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών από το Δημόσιο έναντι χρεών που δεν έχουν ρυθμιστεί και ξεπερνούν τα 500,00€.
Η κατάσχεση εις χείρας τρίτων διαχωρίζεται σε οφειλές έναντι του Δημοσίου ή σε κατασχέσεις έναντι ιδιωτών. Είναι σημαντικός διαχωρισμός, καθότι είναι διαφορετικές οι ενέργειες δήλωσης ακατάσχετου λογαριασμού.
Γενικό Πλαίσιο
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, η κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών διαχωρίζεται ανάλογα με την προέλευση της οφειλής. Από τη μία, πρόκειται για τις οφειλές έναντι του Δημοσίου, ενώ στον αντίποδα συναντούμε τις οφειλές σε άλλους ιδιώτες.
Όταν πρόκειται για οφειλές έναντι ιδιωτών, πρόκειται για οφειλές που υπάρχουν από φυσικό ή νομικό πρόσωπο έναντι άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου. Έτσι, επί παραδείγματι, σε περίπτωση που ασφαλιστικός διαμεσολαβητής έχει ασφάλιστρα που δεν έχει αποδώσει και για τα οποία δεν προβλέφθηκε επαρκής εγγύηση, τότε κατόπιν δικαστηρίου μπορεί και εκδίδεται εντολή, με βάση την οποία οι τραπεζικοί λογαριασμοί του διαμεσολαβητή θα δεσμευτούν από την οποιαδήποτε τράπεζα, ώστε να αποδοθούν εν τέλει στην ασφαλιστική εταιρία που θα έπρεπε να έχει λάβει το ασφάλιστρο.
Αυτό γίνεται ως αναφέραμε με δικαστική εντολή, ωστόσο διαφορετική είναι η περίπτωση κατάσχεσης τραπεζικών λογαριασμών από το Δημόσιο.
Εδώ, πρόκειται για ύπαρξη οφειλών έναντι φορολογικών υποχρεώσεων ή ασφαλιστικών ταμείων. Είναι μια διαφορετική περίπτωση από την πρώτη, καθώς εδώ το Δημόσιο είναι ο λήπτης καταθέσεων από τράπεζες και ισχύει ο κανονισμός δημοσίων εσόδων, ενώ πέρα από συγκεκριμένο ύψος οφειλής, το αδίκημα οδηγεί μέχρι και στην προσωποκράτηση.
Πολλοί είναι πλέον οι οφειλέτες που βρέθηκαν με άδειους καταθετικούς λογαριασμούς.
Πρώτη γραμμή προστασίας οφειλετών
Φυσικά, καίριο σημείο είναι η προστασία των οφειλετών από τις κατασχέσεις και πρώτη έρχεται η πρόληψη. Το πρώτο μέτρο προστασίας για κάποιον οφειλέτη είναι η ρύθμιση μιας οφειλής. Εδώ είναι που έρχονται στο τοπίο ρυθμίσεις από Δ.Ο.Υ., Κ.Ε.Α.Ο. και ρυθμίσεις 120 δόσεων, ενώ πρόκειται για την πρώτη ενέργεια που ένας οφειλέτης οφείλει να κάνει, ώστε να μην προκύψει δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών. Ρυθμίσεις από το 2019 χάθηκαν και επανήλθαν με νέες διατάξεις λόγω covid, ενώ πάντα στόχος είναι τα έσοδα στο δημόσιο, με τον οφειλέτη να διευκολύνεται ενδεχομένως έναντι οφειλών ή να αναγκάζεται να ρυθμίσει, ώστε να προκύψει κάποια ενημερότητα, όπου προβλέπεται τέτοια διάταξη.
Συμβουλή του υπογράφοντος είναι, πάντα να γίνεται μια ρύθμιση αν κάποια οφειλή γίνει ληξιπρόθεσμη. Ακόμη και αν η ρύθμιση δεν τηρηθεί, είναι ένα πρώτο βήμα ώστε να μην σωρευθούν οφειλές που θα μπορέσουν να φτάσουν σε κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών. Αλλά και αν ακόμη οι συγκυρίες είναι δυσχερείς και δεν υπάρχει η δυνατότητα για ρύθμιση, δεν είναι καλό μια οφειλή να προσαυξάνεται. Θα πρέπει, έστω και έναντι, μια καταβολή να υπάρχει, καθώς η καταβολή έναντι οφειλής είναι δείκτης για τον οφειλέτη και μπορεί να αναχαιτίσει την διαδικασία της δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών.
Αναφορικά με τις οφειλές σε ιδιώτη, η πρόληψη είναι και πάλι η ρύθμιση. Ένας διακανονισμός, δηλαδή, μιας οφειλής, η οποία δεν δύναται να εκκαθαριστεί εφάπαξ. Οι πάροχοι ενέργειας μετά την αύξηση τιμών βρέθηκαν με αρκετές οφειλές από καταναλωτές, η λύση των οποίων βρέθηκε εν μέρει μέσω διακανονισμού, με μια προκαταβολή ποσοστιαία της ληξιπρόθεσμης οφειλής και ένα σύνολο δόσεων για το υπόλοιπο.
Και οι τηλεπικοινωνίες, επίσης, έχουν αντίστοιχο μηχανισμό, ενώ πολλοί δανειολήπτες θα είναι ήδη σε διακανονισμό οφειλών από κάρτες ή διαφόρων ειδών δάνεια. Εδώ, συχνά ακούμε και για εισπρακτικές εταιρίες και θεμιτούς ή αθέμιτους τρόπους όχλησης.
Η ρύθμιση οφειλών, λοιπόν, είναι καίριας σημασίας ενέργεια, είτε πρόκειται για οφειλή στο Δημόσιο, είτε σε ιδιώτη.
Δεύτερη γραμμή προστασίας οφειλετών
Η δεύτερη γραμμή άμυνας, λοιπόν, έχει να κάνει με την δράση, εφόσον πλέον η εντολή κατάσχεσης εις χείρας τρίτων έχει δοθεί και οι τραπεζικοί λογαριασμοί είναι πλέον δεσμευμένοι.
Πλέον, οι τράπεζες θα κρατήσουν το όποιο ύψος καταθέσεων βρεθεί ως υπόλοιπο στον τραπεζικό λογαριασμό, ενώ κάθε άλλη κατάθεση θα εμφανίζεται ως εισερχόμενο έμβασμα, αλλά δε θα είναι δυνατή η χρήση του, η ανάληψη, η μεταφορά και η χρήση χρεωστικών συνδεδεμένων καρτών.
Αποδέσμευση θα γίνει με την εξόφληση της οφειλής, οπότε και η Α.Α.Δ.Ε. ή τα ταμεία θα εκδώσουν βεβαίωση εξόφλησης για προσκόμιση στο τραπεζικό ίδρυμα, ώστε και πάλι οι τραπεζικοί λογαριασμοί να γίνουν διαθέσιμοι.
Το πλαστικό, όμως, χρήμα έχει μπει στη ζωή μας, συστήματα IRIS, πληρωμές με κωδικούς RF, αγορά εμπορευμάτων από το εξωτερικό, ανάγκες πολλές και διάφορες για καταθετικά υπόλοιπα διαθέσιμα προς χρήση, κυρίως για βασικές ανάγκες.
Οπότε και ισχύει πλέον ο ακατάσχετος λογαριασμός, που στόχος του είναι όχι το απόλυτα ακατάσχετο του λογαριασμού, αλλά η προστασία ως ένα ύψος των καταθετικών υπολοίπων.
Για κάθε οφειλέτη του Δημοσίου ισχύει ακατάσχετο όριο 1.250 ευρώ και αφορά καταθέσεις σε έναν λογαριασμό που έχει ανοίξει σε ένα τραπεζικό ίδρυμα. Για να ισχύσει το ακατάσχετο όριο θα πρέπει να δηλωθεί ο συγκεκριμένος τραπεζικός λογαριασμός στο σύστημα TAXISnet. Κάθε φορολογούμενος δικαιούται να δηλώσει έναν ακατάσχετο τραπεζικό λογαριασμό, στον οποίο ποσό έως 1.250 ευρώ προστατεύεται μηνιαίως.
Εφόσον το υπόλοιπο ξεπερνά το ποσό αυτό, τότε το υπερβάλλον κατάσχεται. Θα πρέπει οι φορολογούμενοι να αποφεύγουν να δηλώνουν ως ακατάσχετο τραπεζικό λογαριασμό κοινούς λογαριασμούς, δηλαδή λογαριασμούς με συνδικαιούχους. Αυτό πρέπει να αποφεύγεται, διότι στην περίπτωση που ένας από τους συνδικαιούχους έχει οφειλές προς το δημόσιο, τότε μπορεί να γίνει μερική κατάσχεση του υπολοίπου του λογαριασμού, ακόμη και αν αυτό ανήκει σε συνδικαιούχο που δεν έχει οφειλή προς το δημόσιο.
Προσοχή: Όταν ένας λογαριασμός είναι με συνδικαιούχους, αν δεν είναι από όλους δηλωμένος ως ακατάσχετος ο ίδιος λογαριασμός, τότε το όριο των 1.250€ μπορεί να είναι μικρότερο.
Στη δεύτερη περίπτωση (οφειλές προς ιδιώτες/τράπεζες), οι μισθοί, οι συντάξεις και οι ασφαλιστικές παροχές είναι ακατάσχετες για ολόκληρο το ποσό, χωρίς περιορισμό. Επίσης, με το άρθρο 20 του Ν. 4161/2013 προβλέπεται ότι, καταθέσεις έως 1.500 € σε ατομικό λογαριασμό και έως 2.000€ σε κοινό λογαριασμό είναι ακατάσχετες. ΠΡΟΣΟΧΗ: Για να προστατευθεί το ακατάσχετο όριο, όμως, (όταν ο λογαριασμός είναι μισθοδοσίας ή σύνταξης) πρέπει να δηλωθεί ως τέτοιος στο τραπεζικό ίδρυμα. Μ’ άλλα λόγια, ο ίδιος λογαριασμός πρέπει να δηλωθεί ως ακατάσχετος τόσο στην A.A.Δ.Ε., όσο και στην τράπεζα (δηλ. ότι σε αυτόν κατατίθεται ο μισθός ή η σύνταξη), προκειμένου να ισχύει η προστασία.
Σημαντικό: Άλλη η διαδικασία για τον ακατάσχετο λογαριασμό από ιδιώτες, άλλη η διαδικασία ο ακατάσχετος λογαριασμός έναντι ιδιωτών.
Τρίτη γραμμή προστασίας οφειλετών
Η τρίτη γραμμή άμυνας αφορά το σενάριο όπου η δέσμευση έχει λάβει χώρα, ο ακατάσχετος λογαριασμός έχει δηλωθεί και υπάρχει η προστασία για τις περιοδικές καταβολές με το όριο των 1.250,00€, ωστόσο κάποιο έκτακτο γεγονός επιβάλλει υψηλότερο όριο ακατάσχετου. Επί παραδείγματι, οφειλέτης έχει πρόβλημα υγείας και χρήζει νοσηλείας στο εξωτερικό. Το όριο των 1.250,00€ είναι πολύ μικρό, ώστε να διασφαλιστεί η νοσηλεία του και έτσι θα πρέπει να αυξηθεί, καθότι κάθε διαφορετική περίπτωση θα φέρει επιδείνωση της νόσου του.
Εδώ, ο οφειλέτης θα πρέπει να αποταθεί στη Δ.Ο.Υ. που υπάγεται, με την οποία θα πρέπει να έρθει σε συνεννόηση και να του δώσουν προσωρινή άρση του ορίου σε άλλο εύλογο ύψος, ώστε να καλυφθεί η νοσηλεία και να διασφαλιστεί η υγεία του.
Κάθε ένα από τα προηγούμενα σημεία είναι διαδοχικές ενέργειες και το θεμιτό είναι η όποια οφειλή να μη λιμνάζει. Μια καταβολή έναντι μπορεί να φέρει ως αποτέλεσμα την αποφυγή των κατασχέσεων.
Και ένα πρακτικό σημείο, ιδίως για τους μη επαγγελματίες φορολογούμενους, είναι η τακτική παρακολούθηση των οφειλών στην Α.Α.Δ.Ε.. Είναι πολλά τα ενδοοικογενειακά παραδείγματα όπου προέκυψαν οφειλές για 4.000,00€ ή και 5.000,00€ από ΕΝ.Φ.Ι.Α. δεκαετίας ή και φόρου εισοδήματος, λογαριασμοί δεσμεύτηκαν, όμως όλα αυτά τα χρόνια υπήρχαν υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις ότι οι επιβαρύνσεις αυτές είχαν αποπληρωθεί, όμως, τελικά τα ποσά απλά συσσωρευόταν. Αδέρφια μεταξύ τους, γονείς που είχαν ακίνητα στα ονόματα των παιδιών τους και πολλές άλλες σχέσεις στενού βαθμού. Πάντα έλεγχος περιοδικά για το ύψος των τρεχουσών οφειλών.
Σκεβρώσεις από το όριο των 1.250,00€
Στην Α.Α.Δ.Ε., στην σχετική πλατφόρμα, δηλώνεται σε θέση υπεύθυνης δήλωσης ότι, ο εν λόγω λογαριασμός είναι λογαριασμός καταβολής μισθοδοσίας, περιοδικών καταβολών, βοηθημάτων συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων και γνωστοποιείται, αποκλειστικά και μόνο, ο λογαριασμός αυτός. Τούτο δείχνει πως, ακατάσχετο είναι το ποσό του εισοδήματος. Σκοπός είναι ο βιοπορισμός, οπότε και κάθε μήνα θεωρείται πως χρήματα μπαίνουν και χρήματα βγαίνουν, ώστε για πληρωθούν Δ.Ε.Κ.Ο., να γίνουν ψώνια σε τρόφιμα και να βιοποριστεί κάποιος οφειλέτης.
Ένα πολύ ρεαλιστικό παράδειγμα που θα καταλήξει σε εύλογο ερώτημα λοιπόν:
Καταστηματάρχης λιανικού καταστήματος εμπορίας CD έχει 6.000,00€ οφειλή από ΕΝ.Φ.Ι.Α. και τέλη επιτηδεύματος. Η αγορά της μουσικής με τις streaming υπηρεσίες έχει απομακρυνθεί από το φυσικό CD και η επιχείρηση δεν βγάζει αρκετά, ώστε να καλύψει και τις οφειλές. Ωστόσο, ο έμπορος του παραδείγματος είναι μόλις 3 χρόνια μακριά από τη σύνταξη. Το ποσό της σύνταξης κρίθηκε ως αρκετά υψηλότερο από τα τρέχοντα διαθέσιμα εισοδήματα από το κατάστημα, έτσι και τελικά προτιμήθηκε η δημιουργία χρέους προς στιγμήν, με στόχο την αποπληρωμή αμέσως μετά τη συνταξιοδότηση.
Οι συντάξεις έρχονται έναντι, ώσπου να βγει η απόφαση συνταξιοδότησης. Άρα, μηνιαία έστω ότι ο συνταξιούχος λαμβάνει 450,00€ και είναι σε ακατάσχετο λογαριασμό.
Όταν καταβληθεί αναδρομικά η σύνταξη, τί θα γίνει με το ποσό των 10.000,00€, όσο τέλος πάντων προκύπτει; Θα γίνει κατάσχεση του ποσού άνω των 1.250,00€ και άρα θα κατασχεθούν τα υπόλοιπα 4.750,00€, ή θα πρέπει να θεωρηθεί ότι τα αναδρομικά θα είναι περιοδικές καταβολές σύνταξης με αναγωγή στο μήνα που αφορούν, οπότε και θα πρέπει να μελετηθεί αναδρομικά το ύψος των 1.250,00€ ανά μήνα; Με 450,00€ έναντι, το όριο των 1.250,00€ έχει υψηλά περιθώρια που θα πάνε χαμένα; Το δεύτερο σενάριο οδηγεί σε μηνιαίες καταβολές συντάξεων κάτω των 1.250,00€, άρα δε θα έπρεπε να είναι ακατάσχετο;
Δυο διαφορετικά σενάρια, ίδια κατάληξη, αλλά διαφορετικός ο διαθέσιμος προγραμματισμός της οικογένειας.
Το εν λόγω παράδειγμα προέκυψε κατά την έρευνα για το παρόν άρθρο, ωστόσο δεν βρέθηκε ως την σύνταξη του παρόντος κειμένου κάποια απόφαση που να το διασαφηνίζει.
Λοιπές σκέψεις για το ύψος του ακατάσχετου
Η σκέψη από την πλευρά της κυβέρνησης ήταν ένα ύψος ακατάσχετου, ελαστικής μορφής, ως εξής:
Ο φορολογούμενος με δεσμευμένο τραπεζικό λογαριασμό, αφού υπαχθεί σε ρύθμιση, θα πρέπει να πληρώσει δύο δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών του για να μπορεί τον τρίτο μήνα να ζητήσει αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
Ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται το άθροισμα των δόσεων ρυθμίσεων του μήνα. Στο ποσό αυτό εφαρμόζεται ο πρώτος συντελεστής 3, ο οποίος δίνει το νέο ύψος του ακατάσχετου λογαριασμού. Για παράδειγμα, εάν η μηνιαία δόση ανέρχεται σε 500 ευρώ, ο οφειλέτης θα κερδίζει ακατάσχετο όριο 1.500 ευρώ (500Χ3), από 1.250 ευρώ που ισχύει για όλους.
Αν η δόση ή οι δόσεις είναι μικρές, για παράδειγμα 50 ευρώ, με την εφαρμογή συντελεστή 3 η προσαύξηση διαμορφώνεται στα 150 ευρώ. Επειδή το ποσό υπολείπεται των 1.250 ευρώ του ακατάσχετου, δεν αναπροσαρμόζεται και το όριο παραμένει στα 1.250 ευρώ. Επισημαίνεται ότι, για να αυξήσει κάποιος το όριο του ακατάσχετου θα πρέπει η μηνιαία δόση της ρύθμισης που εξυπηρετεί να είναι μεγαλύτερη των 400 ευρώ.
Με την πάροδο του χρόνου και εφόσον τηρείται η ρύθμιση, ο συντελεστής αυξάνεται. Για παράδειγμα, φορολογούμενος ο οποίος έχει ρυθμίσει τις οφειλές του με την πάγια ρύθμιση των 24 δόσεων, εξοφλώντας 5 δόσεις των 500 ευρώ μπορεί να «κερδίσει» συντελεστή 3,8, αυξάνοντας τον ακατάσχετο λογαριασμό στα 1.900 ευρώ (500Χ3,8). Ο γενικός κανόνας είναι ότι, όσο μικρότερος είναι ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων που επιλέγονται για τη ρύθμιση της οφειλής, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
Όσο πλησιάζει ο χρόνος για τη πλήρη εξόφληση της οφειλής, το ακατάσχετο όριο θα φθάνει στο ανώτατο ύψος με την εφαρμογή του μέγιστου συντελεστή 4,5 και έτσι ο λογαριασμός θα ξεμπλοκάρεται πλήρως.
Τα όρια του ακατάσχετου θα καθορίζονται κάθε μήνα.
Αν ο φορολογούμενος χάσει τη ρύθμιση οφειλών εξαιτίας μη καταβολής δύο συνεχόμενων δόσεων, χάνει το αυξημένο ακατάσχετο ποσό, αλλά και το δικαίωμα να το διεκδικήσει εκ νέου.
Η ρύθμιση ψηφίστηκε τον Μάιο του 2019, αλλά «έμεινε στα χαρτιά» λόγω της πανδημίας ως και σήμερα, ωστόσο αναμένεται η εφαρμογή της.
Με την παρούσα ανάλυση, δόθηκε το πλαίσιο κατασχέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς, ωστόσο ιδίως σήμερα, στην χτυπημένη από την κακοκαιρίες και σεισμούς χώρα μας, η κατάσταση είναι για λεπτούς χειρισμούς αναφορικά με τον οικογενειακό προϋπολογισμό, την διαχείριση πόρων επιχειρήσεων και την είσπραξη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων. Ευχόμαστε να είναι η πορεία όλων μας τέτοια, ώστε να μείνουν οι οφειλές απλά σε ρύθμιση και να μην φτάσει ποτέ παραπέρα η είσπραξη οφειλών.