ΣτΕ 2161/2023 Δ΄ Τμ.
Πρόεδρος: Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: Δήμητρα Μαυροπόδη, Πάρεδρος
Υπουργική απόφαση που διατάσσει την έκδοση υπηκόου τρίτης χώρας στις ΗΠΑ για να δικαστεί για αδικήματα για τα οποία διώκεται. Παραδεκτοί λόγοι ακυρώσεως κατά αυτοτελών κρίσεων του Υπουργού επί ζητημάτων που τέθηκαν το πρώτον ενώπιόν του-Δεν προκύπτει πραγματικός κίνδυνος μεταχείρισης αντίθετης με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ ούτε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ-Νομίμως αιτολογημένη η απόφαση που διατάσσει την έκδοση.
Ι. Με την ανωτέρω απόφαση το Δικαστήριο απέρριψε αίτηση ακυρώσεως υπηκόου τρίτης χώρας, κατά της απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης που διέτασσε την έκδοσή του στις ΗΠΑ για να δικαστεί για αδικήματα για τα οποία διώκεται. Ο αιτών ισχυριζόταν ότι η έκδοσή του θα τον εξέθετε σε απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση αντίθετη με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, το μεν λόγω της επαπειλούμενης ποινής ισόβιας κάθειρξης χωρίς δυνατότητα πρόωρης απόλυσης για ένα από τα αδικήματα για τα οποία κατηγορούνταν, το δε λόγω μη επαρκούς περίθαλψης στα σωφρονιστικά καταστήματα των ΗΠΑ για την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων υγείας του. Επίσης, παραπονούνταν για παραβίαση του δικαιώματός του σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ) διότι η δικαιοδοσία των ΗΠΑ για τα αδικήματα που του αποδόθηκαν ήταν ‘κατασκευασμένη’, συνεπεία αστυνομικής του παγίδευσης από μυστικό πράκτορα της Αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών.
ΙΙ. Ο αιτών δεν προέβαλε τους ισχυρισμούς αυτούς ενώπιον των δικαστικών οργάνων (Συμβούλιο Εφετών και Άρειος Πάγος) που γνωμοδοτούν στο πρώτο στάδιο της διαδικασίας έκδοσης, αλλά το πρώτον ενώπιον του ΕΔΔΑ στο πλαίσιο προσφυγής και αίτησης λήψης ασφαλιστικού μέτρου το οποίο του χορηγήθηκε, και ακολούθως με υπόμνημα ενώπιον του Υπουργού Δικαιοσύνης. Ο τελευταίος ζήτησε διευκρινίσεις επί των ζητημάτων αυτών από τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ, τις οποίες προώθησε στο ΕΔΔΑ, και μετά την άρση του ασφαλιστικού μέτρου, εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση έκδοσης. Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Τμήμα έκρινε ότι ο Υπουργός εξέφερε ίδια και αυτοτελή κρίση επί των ζητημάτων αυτών, η οποία υπόκειτο, κατ’ άρθρο 95 παρ. 1 σε συνδυασμό με τις επιταγές του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, στον δικαστικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας, και ότι, συνεπώς, οι προβαλλόμενοι λόγοι ήταν παραδεκτοί.
ΙΙΙ. Α. Ως προς το ζήτημα της συμβατότητας με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ επαπειλούμενης ποινής ισόβιας κάθειρξης χωρίς δυνατότητα πρόωρης απόλυσης, ειδικώς στο πλαίσιο της έκδοσης, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη την πρόσφατη μεταστροφή της νομολογίας του ΕΔΔΑ (απόφαση ευρείας σύνθεσης Sanchez-Sanchez κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 3ης.11.2022) όσον αφορά τη μεθοδολογία εξέτασης του ζητήματος σε δύο στάδια. Έκρινε δε ότι από τα στοιχεία που προσκόμισε ο αιτών (υπολογισμός ποινής βάσει κατευθυντήριων οδηγιών) δεν προέκυπτε ότι διέτρεχε πραγματικό κίνδυνο να του επιβληθεί τέτοια ποινή, δεδομένης της ευχέρειας του δικαστή κατά την επιμέτρηση να λάβει υπόψη (πέραν των κατευθυντήριων οδηγιών) πλήθος παραγόντων και περιστάσεων. Εφ’ όσον δεν απεδείχθη η ύπαρξη τέτοιου κινδύνου, έκρινε ότι δεν ήταν αναγκαία η εξέταση, σε ένα δεύτερο στάδιο, εάν το ποινικό σύστημα των ΗΠΑ προβλέπει μηχανισμό επανεξέτασης της ποινής ισόβιας κάθειρξης που να παρέχει τη δυνατότητα μείωσης, de jure και de facto, της ποινής. Β. Ως προς το δεύτερο ζήτημα, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι από τις διευκρινίσεις που παρασχέθηκαν από τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ προέκυπτε ότι το σύστημα ιατρικής περίθαλψης των σωφρονιστικών καταστημάτων προέβλεπε παροχή αναγκαίας ιατρικής φροντίδας στους πάσχοντες από σοβαρές και χρόνιες παθήσεις, όπως ο αιτών, και ότι από τα στοιχεία που αυτός προσκόμισε δεν προέκυψαν οι επικαλούμενες συστημικές ελλείψεις ως προς την επάρκεια της παρεχόμενης περίθαλψης. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι, όπως προέκυπτε από τον ιατρικό φάκελο, η κατάσταση υγείας του αιτούντος, αν και σοβαρή, δεν ήταν κρίσιμη σε βαθμό που να πληροί τα κριτήρια της νομολογίας του ΕΔΔΑ περί επιτακτικών ανθρωπιστικών λόγων που κωλύουν την έκδοση όταν διακυβεύεται η ακεραιότητα του εκζητουμένου. Επισήμανε δε ότι η επιγενόμενη επιδείνωση της υγείας του αιτούντος, η οποία δεν προέκυπτε από τα ιατρικά στοιχεία ότι είχε χαρακτηριστικά τέτοια ώστε να κλονίσει την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, ήταν στοιχείο ληπτέο υπόψη από τις αρμόδιες για την υλοποίηση της παράδοσης αρχές κατά τον ορισμό των όρων μεταφοράς, σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο περί μεταγωγής κρατουμένων και τη σχετική ως προς το θέμα αυτό νομολογία του ΕΔΔΑ. Γ. Στηριζόμενο στην παγιωμένη νομολογία του ΕΔΔΑ ότι το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ δεν εφαρμόζεται στις διαδικασίες έκδοσης και ότι υφίσταται κώλυμα έκδοσης μόνον όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρηθεί ότι ο εκζητούμενος θα διατρέξει στο εκζητούν κράτος κίνδυνο «κατάφωρης άρνησης δίκαιης δίκης», το Δικαστήριο απέρριψε και τον τρίτο λόγο, καθ’ όσον δεν προέκυπτε τέτοιος κίνδυνος στην προκειμένη περίπτωση, όπου ο αιτών θα μπορούσε να προβάλει τους ισχυρισμούς περί «κατασκευασμένης» δικαιοδοσίας στο αρμόδιο για την εξέταση της ποινικής κατηγορίας αμερικανικό δικαστήριο όπου θα ετύγχανε, σύμφωνα και με τις παρεχόμενες διευκρινίσεις του αρμοδίων αρχών των ΗΠΑ, όλων των εγγυήσεων δίκαιης δίκης.