Ἰωάννης Δ. Καραβιδόπουλος
Εἰσαγωγικὰ περὶ τῶν Ἀποκρύφων
Από το βιβλίο Απόκρυφα Χριστιανικά Κείμενα, τόμος α΄ Απόκρυφα Ευαγγέλια, Θεσσαλονίκη 1999, εκδόσεις Πουρναρά
«Απόκρυφα χριστιανικά κείμενα» -ή, σύμφωνα με άλλη επικρατούσα ονομασία, «Απόκρυφα της Καινής Διαθήκης», κατ’ αντιδιαστολή προς τα «Απόκρυφα της Παλαιάς Διαθήκης» – ονομάζονται διάφορα ανώνυμα ή ψευδεπίγραφα χριστιανικά κείμενα, γραμμένα απο τον 2ο μ.Χ. αιώνα και εξής, που δεν συμπεριλαμβάνονται στον ‘κανόνα’ της Κ.Δ. αλλά αναγινώσκονται απλώς ή απορρίπτονται απο τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς των πρώτων αιώνων Σχετίζονται όμως με την Κ.Δ. (και έτσι εξηγείται η επικρατούσα ονομασία τονς) τόσο από πλευράς φιλολογικού είδους (είναι Ευαγγέλια, Πράξεις, Επιστολές, Αποκαλύψεις, αλλά και Διάλογοι, Ερωτήσεις, κ.ά.π.) όσο και από πλευράς περιεχομένου, διότι τα κείμενα αυτά αναφέρονται σε γεγονότα ή πρόσωπα που περιέχονται στην Κ.Δ., συνήθως τροποποιώντας τα, ή βρίσκονται στην προέκταση αυτών.
Ο όρος «απόκρυφος» σημαίνει αρχικά αυτό που είναι κρυμμένο και φυλαγμένο προσεκτικά. Στην προς Κολοσσαείς επιστολή λέγεται ότι στον Χριστό «εισί πάντες οι θησαυροί της σοφίας και γνώσεως απόκρυφοι” (2,3), που σημαίνει ότι οι θησαυροί αυτοί είναι κρυμμένοι στον Χριστό, όχι για να μην φανερωθούν στους ανθρώπους, αλλά ότι είναι φυλαγμένοι με μοναδικό τρόπο σαν σε ‘θησαυροφυλάκιο’ από το οποίο αντλεί ο πιστός. Ο όρος δεν ήταν αρχικά μονοσήμαντος. Σε ορισμένους κύκλους αιρετικών, που χρησιμοποιούσαν ένα ή μερικά απο αυτά τα κείμενα, ο όρος είχε θετική έννοια και δήλωνε τα βιβλία που ήταν προφυλαγμένα από την κοινή χρήση εξαιτίας του βάθους των νοημάτων τους που δεν μπορούσε να συλλάβει ο κοινός αναγνώστης. Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς όμως χρησιμοποιούσαν τον ίδιο όρο με αρνητική έννοια, για να δηλώσουν βιβλία αμφίβολης αξίας και προέλευσης και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις αιρετικά, και τα κατονόμαζαν σε λίστες που διασώθηκαν. Με τη δεύτερη αυτή έννοια επικράτησε ο όρος ‘απόκρυφα’ στην εκκλησιαστική και θεολογική γλώσσα. Θα δούμε στη συνέχεια ότι με το πέρασμα των αιώνων διαπιστώθηκε ότι δεν είναι όλα τα διασωθέντα απόκρυφα αιρετικά.
Ποιά ήταν τα αίτια που οδήγησαν στην παραγωγή αυτής της απόκρυφης φιλολογίας; 1) Πρώτα πρώτα η ευσεβής φαντασία ορισμένων αγνώστων συγγραφέων, που απέδωσαν τα έργα τους σε γνωστά πρόσωπα της εκκλησίας, θέλησε να καλύψει τα ‘κενά’ της Κ.Δ., ιδιαίτερα της ζωής του Ιησού και της Παναγίας καθώς και των Αποστόλων, με στόχο μερικές φορές απολογητικό. Η πληροφορία του Ιω 20,30 «πολλά μεν ουν και άλλα σημεία εποίησεν ο Ιησούς … α ουκ έστιν γεγραμμένα εν τω βιβλίω ταύτω» ήταν ένα επαρκές βιβλικό έρεισμα για τους αποκρυφογράφους. Ορισμένα άλλα χωρία αποτέλεσαν επίσης έναυσμα για τη συγγραφή κάποιου κειμένου. Π.χ. η πληροφορία τον Β’ Κορ 12,2 («οίδα άνθρωπον…αρπαγέντα έως τρίτον ουρανόν…και ήκουσεν άρρητα ρήματα α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι») προκάλεσε την αποκρυφη Αποκάλυψη Παύλου.
Πολλές φορές δευτερεύοντα ή ανώνυμα πρόσωπα της Κ.Δ. αναφέρονται με συγκεκριμένο όνομα στα Απόκρυφα -όνομα που επικράτησε στην παράδοση της εκκλησίας, κυρίως στη λειτουργική- και γίνονται πρωταγωνιστές ή διαδραματίζονν ένα πιο σημαντικό ρόλο σ’αυτά. Ο ανώνυμος εκατόνταρχος της σταύρωσης παραδίδεται στα Απόκρυφα με το όνομα Λογγίνος (και έτσι είναι γνωστός στα Συναξάρια και τη λοιπή παράδοση), οι τρεις μάγοι φέρουν τα ονόματα Γασπάρ, Βαλτάσαρ και Μελχιώρ, οι δύο ληστές ονομάζονται Γέστας και Δυσμάς (ή Δημάς), η αιμορροούσα γυναίκα Βερονίκη κ.λπ. Συνήθως παρουσιάζονται μυθώδεις και φανταστικές διηγήσεις για περιόδους της ζωής του Ιησού, για τις οποίες δεν υπάρχονν πληροφορίες στα ευαγγέλια. Έτσι π.χ. γίνεται λόγος για τη γέννηση και την παιδική ηλικία της Παναγίας, για τα θαύματα της παιδικής ηλικίας του Ιησού, για τη φυγή στην Αίγυπτο και την εκεί κατάρρευση των ειδώλων, την κάθοδο στον Άδη και τα εκεί συμβάντα, την Ανάσταση, την ιεραποστολική δραστηριότητα των αποστόλων σε διάφορα μέρη του κόσμου κ.ά.π.
2) Η απόκρυφη φιλολογία έγινε αμέσως το όχημα και το μέσο για τη διατύπωση και τη διάδοση αιρετικών διδασκαλιών. Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς, ιδιαίτερα των πρώτων αιώνων, κάνουν λόγο για απόκρυφες, γραφές που διατείνονται οτι κατέχουν οι διάφορες ομάδες αιρετικών και ιδίως οι Γνωστικοί, με τις οποίες παρασύρουν τους ανύποπτους και αγράμματους χριστιανούς. Ο Ειρηναίος π.χ. αναφερόμενος στους Γνωστικούς λέγει οτι έχουν «αμύθητον πλήθος αποκρύφων και νόθων γραφών, ας αυτοί έπλασαν» και τις οποίες «παρεισφέρουσιν εις κατάπληξιν των ανοήτων και τα της αλήθείας μη επισταμένων γράμματα» (Έλεγχος Α΄20). Εννοεί άραγε τα γνωστά σήμερα Αποκρυφα;
Για ‘βίβλους αποκρύφους’ των αιρετικών κάνει λόγο και ο Κλήμης Αλεξανδρεύς (Στρωμματείς Α΄15. Γ΄4), ο δε Ωριγένης, σχολιάζοντας τον πρόλογο του κατά Λουκάν ευαγγελίου «επειδήπερ πολλοί επεχείρησαν…», με τους πολλούς εννοεί τους αποκρυφογράφους που ‘επεχείρησαν’ αλλά δεν μπόρεσαν να γράψουν ‘ευαγγέλια’, γιατί έγραψαν ‘χωρίς χαρίσματος’ (Ομιλ. Α΄εις Λουκάν)· ως παραδείγματα αναφέρει το Ευαγγέλιο των Δώδεκα, το κατά Αιγυπτίους, το κατά Βασιλείδην, κατά Θωμάν, κατά Ματθίαν «και άλλα πλείονα». Ωστόσο, κάποιες πληροφορίες για το μαρτυρικό θάνατο του Ησαΐα λέγει οτι τις αντλεί από απόκρυφο κείμενο (Επιστ. Προς Αφρικανόν 11,65), επίσης και για το φόνο του Ζαχαρία μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου (Εις Ματθ 10,18). Ο ιστορικός Ευσέβιος, αναφερόμενος στις συζητήσεις για τον κανόνα της Κ.Δ., διακρίνει τα βιβλία σε ‘ομολογούμενα’, ‘αντιλεγόμενα’, ‘νόθα’ και ‘αιρετικά’. Στις δύο τελευταίες ομάδες απαριθμεί ορισμένα από τα γνωστά σήμερα απόκρυφα κείμενα (Εκκλ. Ιστ. Γ’ 25).
Επανειλημμένα αναφέρεται σε αιρετικούς που χρησιμοποιούν απόκρυφα κείμενα ο Επιφάνιος (Πανάριον 26,5. 30,3. 34,18. 40,2. 45,4. 47,1. 55,362,2 κ.ά.). Στο έργο ‘Σύνοψις επίτομος της θείας Γραφής’ που αποδίδεται στο Μ.Αθανάσιο (PG 28, 432 Β) αναφέρονται οι Περίοδοι Πέτρου, Ιωάννου, Θωμά, το Ευαγγέλιο κατά Θωμάν, η Διδαχή Αποστόλων και τα Κλημέντια, και χαρακτηρίζονται ως ‘νόθα και απόβλητα’, που δεν περιέχουν τίποτε το ‘έγκριτον και επωφελές’. Πλήρης κατάλογος των αποκρύφων δεν σώζεται απο κανένα εκκλησιαστικό συγγραφέα. Οι κάποιοι ελλιπείς κατάλογοι που σώζονται απο τους Τιμόθεο τον πρεσβύτερο, Ωριγένη, Μ.Αθανάσιο, Ευσέβιο, και αργότερα απο τον Νικηφόρο Πατριάρχη Κων/πόλεως κ.ά. καθώς και απο το Γελασιανό διάταγμα, επικαλύπτονται εν μέρει μεταξύ τους ή περιέχουν ονομασίες που δεν ανταποκρίνονται σε κανένα από τα γνωστά σήμερα Απόκρυφα.
Για τον αιρετικό ή όχι χαρακτήρα ορισμένων αποκρύφων (π.χ. τον κατά Πέτρον ευαγγελίου) γίνονται συζητήσεις σήμερα στην έρευνα. Πράγματι τα απόκρυφα κείμενα έχουν μια πολύπλοκη ιστορία, είτε διότι όντας αιρετικά υπέστησαν επεγεργασία απο ορθόδοξο χέρι, είτε διότι άλλα, αντίστροφα, όντας αρχικά ορθόδοξα, έτυχαν επεξεργασίας απο αιρετικούς, πον πρόσθεσαν δικές τους διδασκαλίες. Επίσης πολύπλοκη είναι και η ιστορία της χειρόγραφης παράδοσης τους. Συμβαίνει μερικές φορές μια αρχαία μετάφραση ενός ελληνικού πρωτοτύπου να είναι εκτενέστερη ή συντομότερη του πρωτοτύπου. Κι ακόμα ορισμένα απόκρυφα σώζονται σε χειρόγραφα που δεν συμφωνούν πάντα μεταξύ τους σε όλα τα σημεία. Σε κάποιες περιπτώσεις σώζεται ένα απόκρυφο κείμενο σε μια εκτενή μορφή και σε μια συντομότερη. Άλλοτε, η λατινική μετάφραση ενός ελληνικού πρωτοτύπου είναι εκτενέστερη ή, σε άλλες περιπτώσεις συντομότερη. Αρκετά σώζονται στην ελληνική πρωτότυπή τους γλώσσα, αλλά και σε αρχαίες μεταφράσεις (λατινικές, κοπτικές, συριακές, αιθιοπικές, αρμενικές κ.λ.π.). Μερικά διατηρούνται μόνο σε αυτές τις μεταφράσεις.
Στη διάρκεια των αιώνων τα απόκρυφα κείμενα έτυχαν διαφορετικής αντιμετώπισης: Άλλοτε καταδικάστηκαν απο την Εκκλησία (ιδιαίτερα στη Δύση), άλλοτε τροφοδότησαν τη λαϊκή ευσέβεια ή ενέπνευσαν έργα τέχνης. Η βυζαντινή τέχνη έχει σκηνές που η προέλευσή τους βρίσκεται στα Απόκρυφα. Αρκεί να αναφέρουμε εδώ για παράδειγμα τα ψηφιδωτά του νάρθηκα της Μονής της χώρας στην Κωνσταντινούπολη και της εκκλησίας Santa Μaria Maggiore στη Ρώμη, που είναι εμπνευσμένα απο το Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου και περιέχουν σκηνές απο την παιδική ηλικία της Παναγίας. Επίσης τα εικονογραφικά θέματα του σπηλαίου ως τοπου γέννησης του Ιησού, της διάνοιξης του όρους για να σωθεί ο Ιωάννης ο Βαπτιστής απο τους στρατιώτες του Ηρώδη, κ.ά.π. αντλούνται από απόκρυφα κείμενα, τα οποία βέβαια με τη σειρά τους μπορεί να ενσωματώνουν πρωτοχριστιανικές παραδόσεις.
Τα Απόκρυφα προκάλεσαν κατά καιρούς το ενδιαφέρον της επιστήμης, ιδιαίτερα μάλιστα στην εποχή μας. Ο J.Charlesworth (The New Testament Apocrypha and Pseudepigrapha: Α guide to publications, 1987, 1-4) διακρίνει τις ακόλουθες φάσεις στο ενδιαφέρον της επιστήμης για τα κείμενα αυτά. Η πρώτη φάση συμπίπτει με τον Μεσαίωνα και την έξαρση τον ενδιαφέροντος κυρίως για το Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου. Η φάση αυτή χαρακτηρίζεται απο την αρνητική αξιολόγηση των Αποκρύφων σε σχέση με την υπεροχή των βιβλίων του κανόνα της Κ.Δ. και φθάνει μέχρι τον 18ο αιώνα με τη μνημειώδη έκδοση τον J.A.Fabricius, Codex Apocryphus Novi Testamenti (1703, 21719). Η δεύτερη φάση, κατά το 19ο αιώνα, χαρακτηρίζεται από τη συνεχιζόμενη υποτίμηση των Αποκρύφων και την αντιμετώπισή τους ως νόθων κειμένων. Τα μεγάλα έργα αυτής της εποχής είναι το Dictionnaire des Apocryphes, τον J.P. Migne (τομ. 1-2, 1856), και οι εκδόσεις του C.Tischendorf: Acta Apostolorum Apocrypha (1851), Apocalypses Apocryphae (1866) και Evangelia Apocrypha (1853). H τρίτη φάση τοποθετείται στην αρχή του 20ου αιώνα και σηματοδοτείται με τη συλλογή των ‘Αγράφων’ από τον Resch και την ανακάλυψη των παπύρων της Οξυρυγχου. Βασικά έργα αυτής της εποχής είναι, πέρα απο τις διάφορες εκδόσεις Λογίων της Οξυρύγχου, η πρώτη έκδοση τον Ε. Hennecke, Neutestamentliche Apocryphen (1904), πον επρόκειτο να γνωρίσει πολλές επανεκδόσεις μέχρι σήμερα σε συνεργασία με τον W.Schneemelcher, καθώς και η έκδοση του M.R.James, The Apocryphal New Testament (1924) που αναθεωρημένη και επεξεργασμένη έκδοσή της μας έδωσε πρόσφατα ο K.J.Elliott. H τέταρτη φάση της έρευνας, κατά τον Charlesworth πάντοτε, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, αρχίζει στη δεκαετία του ΄60 και διακρίνεται για μια θετικότερη εκτίμηση των Αποκρύφων, εφόσον αυτά συνεξετάζονται τώρα παράλληλα προς τη λοιπή χριστιανική παραγωγή των πρώτων αιώνων ως ένα ρεύμα που συνυπάρχει με τα άλλα. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της νέας αυτής περιόδου είναι το πλήθος των επιστημονικών εργασιών που βλέπει διεθνώς το φως της δημοσιότητας, ο προγραμματισμός και η εν μέρει πραγματοποίηση ήδη κριτικών εκδόσεων.
Για την τέταρτη από τις περιόδους που διαπιστώνει ο παραπάνω ερευνητής, μπορούμε να προσθέσουμε τα εξής: Η έρευνα των Αποκρυφων προωθείται σήμερα απο μια επιστημονική Εταιρεία πού πρόσφατα ιδρύθηκε, την Association pour l’ Etude de la Littérature Apocryphe Chrétienne (AELAC), με έδρα τη Λωζάννη και μέλη απο πολλά άλλα πανεπιστήμια, κυρίως της Ευρώπης και της Αμερικής. Η Εταιρεία οργάνωσε το πρώτο διεθνές συνέδριο για τα Αποκρυφα τον Μάρτιο τον 1995 στη Λωζάννη, εκδίδει το ετήσιο περιοδικό Apocrypha (μέχρι σήμερα 8 τόμοι), προγραμμάτισε και εν μέρει πραγματοποίησε κριτικές εκδόσεις Αποκρύφων στο Corpus Scriptorum Christianorum – Series Apocryphorum (εκδ. οίκος Brepols του Βελγίου) και άρχισε επίσης να εκδίδει σε γαλλική γλώσσα μια σειρά βιβλίων τσέπης με τα Απόκρυφα (σε μετάφραση και με σχόλια) για ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.
Παρόλον ότι τα Απόκρυφα δεν κομίζουν ουσιαστικά κανένα νέο στοιχείο στην χριστιανική αποκάλυψη και παρόλον οτι συγκρίνομενα προς τα κανονικά Καινοδιαθηκικά κείμενα υπολείπονται σαφώς από πλευράς θεολογικής εμβάθυνσης στην ιστορία της θείας Οικονομίας, ιστορικών στοιχείων, πνευματικού πλούτου και ηθικού βάθους, μπορεί κανείς να δικαιολογήσει το ενδιαφέρον τόσο των παλαιοτέρων εποχών όσο και της σύγχρονης έρευνας γι’ αυτά. Διασώζουν μερικά απο αυτά παραδόσεις στις οποίες στηρίζονται γιορτές της Εκκλησίας, όπως π.χ. το Γενέσιον, τα Εισόδια της Θεοτόκον, κ.ά.
Άλλωστε, πολλά από αυτά -που δεν προέρχονται απο αιρετικούς- έθρεψαν πολλές γενιές χριστιανών στη διάρκεια της ιστορίας, κι αν δεν βρέθηκαν ποτέ στο κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής, ζούσαν ωστόσο και ως προσφιλή λαϊκά αναγνώσματα επιδρούσαν στην περιφέρεια, η δε σιωπηρή περιφερειακή διαδρομή τους συχνά αναδυδόταν εντονότερα προς το κέντρο και επηρέαζε την τέχνη, τη λατρεία, την ηθική οικοδομή, την απολογητική διάθεση.
Πριν τελειώσουμε αυτή τη σύντομη Εισαγωγή θέλουμε να σημειώσουμε οτι οι ονομασίες ‘Απόκρυφα της Καινής Διαθήκης’ ή ‘Απόκρυφη Καινή Διαθήκη’ είναι μάλλον ατυχείς. Προτιμούμε ως επιτυχέστερη την ονομασία ‘Απόκρυφα Χριστιανικά κείμενα’, που χρησιμοποιεί και η Εταιρεία για τη μελέτη των Αποκρύφων, διότι τα κείμενα αυτά παρόλο που από πλευράς φιλολογικών ειδών αναπαράγουν συνήθως, όπως ήδη είπαμε, τα φιλολογικά είδη της Κ.Δ. και βρίσκονται στην προέκταση των θεμάτων της, χρονικά απομακρύνονται απο αυτήν και καλύπτονν όλη των πρώτη χριστιανική χιλιετία, μερικά μάλιστα είναι ακόμη νεότερα.
Τα ελληνικά πρωτότυπα των Αποκρύφων, όσα σώζονται, μπορεί να τα βρει κανείς στις εκδόσεις που σημειώνουμε στην αμέσως παρακάτω Βιβλιογραφία καθώς και στον Α.de Santos Otero (μονο τα Ευαγγέλια). Δεν συμπεριλαμβάνουμε στην παρούσα έκδοση τα Γνωστικά κείμενα που βρέθηκαν το 1946 στο Nag Hammadi της Αιγύπτου (βλ. Χριστιανικός Γνωστισμός. Τα κοπτικά κείμενα τον Nag Hammadi στην Αίγυπτο, επιμέλεια Σ. Αγουρίδη, εκδ. Άρτος Ζωής, 1989), παρά μόνο ένα εξ αυτών αντιπροσωπευτικό, το κατά Θωμάν ευαγγέλιο, που είναι διαφορετικό από το κατά Θωμάν της παδικής ηλικίας του Ιησού και περιέχει 114 λόγια αποδιδόμενα στον Ιησού.
ΠΡΩΤΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΙΑΚΩΒΟΥ
Εισαγωγή-Μετάφραση-Σχόλια : Αθανάσιος Καραλάσκος
Από το βιβλίο του Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου Απόκρυφα Χριστιανικά Κείμενα. Τόμος α΄ Απόκρυφα Ευαγγέλια, Θεσσαλονίκη 1999, εκδόσεις Πουρναρά
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ένα από τα αρχαιότερα και σημαντικότερα απόκρυφα χριστιανικά κείμενα είναι το Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου (στο εξής: Πρωτ.Ιακ.), που πραγματεύεται τα σχετικά με τη γέννηση της Θεοτόκου, τη γέννηση του Χριστού και το θάνατο του Ζαχαρία, γεγονός που το ανέδειξε σε ένα απο τα πιο δημοφιλή, λαϊκά αναγνώσματα. Αποτέλεσμα αυτής της ευρείας διάδοσής του ήταν ο επηρεασμός της λατρευτικής ζωής της εκκλησίας σε Ανατολή και Δύση.
1. Τίτλος – Χειρόγραφα – Αρχαίες μεταφράσεις
Ο μεγάλος αριθμός των χειρογράφων που διασώθηκε, με την ποικιλομορφία των τίτλων αποδεικνύει με τον πιο εύγλωττο τρόπο την αξία και τη σημασία που αποδίδονταν στο Πρωτ. Ιακ. Τα χειρόγραφα ξεκινούν απο τον 3° αιώνα και εκτείνονται ως τον 13°. Το αρχαιότερο έχει ως τίτλο ‘Γένεσις Μαρίας. Αποκάλυψις Ιακώβ’, ο Ωριγένης το παραδίδει ως ‘Βίβλον Ιακώβου’, ενώ στη μεταγενέστερη χειρόγραφη παράδοση μαρτυρείται ποικιλία επιγραφών, όπως: ‘Γέννησις Μαρίας της αγίας Θεοτόκου και υπερενδόξου μητρός Ιησού Χριστού’, «Λόγος ιστορικός εις το γενέσιον της υπεραγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας», «Του αγίου αποστόλου Ιακώβου αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων του αδελφοθέου διήγησις περί της γεννήσεως της Παναγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας» κ.ά. Η επικράτηση όμως του τίτλου ‘Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου’ είναι κατά πολύ μεταγενέστερη. Εισηγητές του όρου υπήρξαν οι G. Postel (1552) και M.Neander (1564), που εκπόνησαν ο μεν πρώτος λατινική μετάφραση από Ελληνικό κείμενο, το οποίο δεν σώζεται σήμερα, o δε δεύτερος έκδοση του Ελληνικού κειμένου με βάση κάποιο χειρόγραφο του 11ου αιώνα.
Ακολούθησαν πολλές εκδόσεις μέχρι που ο C. Tischendorf εξέδωσε κριτική έκδοση (Evangelia Apocrypha, 1853, σ.1-49), στηριζόμενος σε χειρόγραφα μεταγενέστερα του 10ου αιώνα. Αυτό το έργο θεωρήθηκε κλασικό και πολλοί στηρίχτηκαν σε αυτό, μεταφραστές και ερμηνευτές.
Στη δεκαετία όμως του 1950 μεταξύ των παπύρων Bodmer ανακαλύφθηκε ένας άγνωστος κώδικας που περιέχει μεταξύ των άλλων το κείμενο τον Πρωτ. Ιακ. με τίτλο ‘Γένεσις Μαρίας. Αποκάλυψις Ιακώβ’, που χρονολογείται μεταξύ 3ου και αρχών 4ου αιώνα. Το κείμενο με την αρχαιοπρεπέστερη μορφή που διασώζει δεν είναι πάντοτε σύμφωνο με το κείμενο του Tischendorf. Οι διαφορές, που σίγουρα δεν αφορούν πάντοτε την αρχαϊκή εκδοχή του κειμένου, φωτίζουν κυρίως κάποια σκοτεινά σημεία αναφορικά με την ενότητα του κειμένου. Η πιο αξιόλογη εργασία για τον κώδικα είναι του Emile de Strycker, La forme la plus ancienne du Protevangile de Jacques, Bruxelles 1961.
Ενδεικτικό επίσης της αξίας και της σημασίας του Πρωτ. Ιακ. είναι η ύπαρξη των πολλών μεταφράσεών του σε γλώσσες της εποχής του αλλά και μεταγενέστερες, που άλλοτε το αντιγράφουν και άλλοτε το αποδίδουν ελεύθερα. Μεταφράσεις σώθηκαν στη Συριακή, Αρμενική, Γεωργιανή, Αιθιοπική, Σαχιδική, Λατινική, Σλαβονική και Αραβική. Παραφράσεις του έργου αποτελούν ο λατινικός Ψευδο-Ματθαίος, ο συριακός βίος της αγίας Μαρίας, το αρμένικο ευαγγέλιο της γέννησης, και ένα απόκρυφο απόσπασμα στη Σαχιδική.
Σε αντίθεση με την πληθώρα μεταφράσεων στην Ανατολή, στη Δύση τα χειρόγραφα είναι λιγοστά. Σε αυτό συνέβαλαν δύο λόγοι: α) η προσωπικότητα τον Ιερωνύμου και β) τα διατάγματα των Παπών, και ιδίως το Γελασιανό Διάταγμα. Ο Ιερώνυμος πολέμησε έντονα το Πρωτ. Ιακ., αφού υποστήριζε με πάθος οτι οι λεγόμενοι αδελφοί του Χριστού ήταν ξαδέλφια του και όχι γιοι του Ιωσήφ από προγενέστερο γάμο, οπως αφηγείται το Πρωτ. Ιακ. Από την άλλη πλευρά η καταδίκη του Πρωτ. Ιακ. απο τον πάπα Δάμασο Α’, τον Ιννοκέντιο Α’ και το Γελασιανό Διάταγμα, που αναγνώριζε ως συγγραφέα όχι τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο αλλά τον Ιάκωβο τον μικρό (Μρ 15,40), δημιούργησε μια πλειάδα νέων λατινικών αποκρυφων, που επικράτησαν στη Δύση και επηρέασαν τη θεολογία της. Αυτά είναι τα: Liber de Nativitate Mariae, Liber de infantia, Ιωσήφ ο ξυλουργός και ο Ψευδο-Ματθαίος.
2. Ενότητα του κειμένου
Εκείνο που απασχόλησε ιδιαίτερα τους ερευνητές είναι η ενότητα του βιβλίου. Οι εναλλαγές προσώπων στη διήγηση, η αναφορά κάποιων στοιχείων απο αυτό και κάποιων άλλων στους πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, καθώς και η ανακάλυψη του παπύρου Bodmer V, έθεσαν εν αμφιβόλω την ενότητα του κειμένου. Κάποιοι μίλησαν για τρείς πηγές, άλλοι κάνουν λόγο για ξεχωριστό αποκρυφο Ζαχαρία, όμως πολλοί συμφωνούν σε μία συρραφή πολλών πηγών και παραδόσεων που έγινε σταδιακά, αλλά αρκετά νωρίς αφου το γνωρίζουν οι πατέρες. Χαρακτηριστικο είναι το παράδειγμα των κεφαλαίων που αναφέρονται στον μαρτυρικό θάνατο του Ζαχαρία. Τα συγκεκριμένα κεφάλαια λείπουν από τον πάπυρο Bodmer V αλλά και από τη διήγηση του Ωριγένη, ο οποίος, ενώ χρησιμοποιεί ευρύτατα το Πρωτ.Ιακ., στη συνάφεια για το θάνατο του Ζαχαρία παρουσιάζει άλλη εκδοχή. Αυτή η διπλή μαρτυρία, εκτός της αδιάψευστης και ακλόνητης μαρτυρίας που προσφέρει, έδωσε την ευκαιρία για την ανάπτυξη της θεωρίας που προαναφέρθηκε. Γενική ομοφωνία υπάρχει ως προς τα εξής σημεία: α) Τα κεφ. 22-24, όπου περιγράφεται η θανάτωση του Ζαχαρία με προσταγή του Ηρώδη, είναι ενιαία και μεταγενέστερα, β) Το κείμενο με τη σημερινή μορφή του ανάγεται στα τέλη του 3ου, αρχές 4ου αιώνα (χρονολόγηση βάσει Bodmer V), γ) Η αρχική μορφή τοποθετείται στον 2ο αιώνα. Οποιαδήποτε άλλη άποψη προσκρούει στην ενότητα του υφους. Θεματολογικά το σημερινό κείμενο χωρίζεται στα εξής μέρη: 1) Σύλληψη, γέννηση, αφιέρωση της Μαρίας στο Ναό και μνηστεία της με τον Ιωσήφ (κεφ. 1-16). 2) Γέννηση του Χριστού και σφαγή των νηπίων (17 – 22,2). 3) Διάσωση Ελισάβετ και Προδρόμου και ιστορικό της δολοφονίας του Ζαχαρία (22,3- 24), και 4) Επίλογος (κεφ.25).
3. Τόπος και χρόνος συγγραφής
Η έρευνα για τον τόπο είναι άμεσα συνυφασμένη με το πρόσωπο του συγγραφέα. Η άγνοια της παλαιστινιακής γεωγραφίας και των ιουδαϊκών εθίμων, που παρουσιάζει ο συγγραφέας, αποκλείει την περιοχή της Παλαιστίνης και ανοίγει το δρόμο για την Αίγυπτο ή τη Συρία. Δεδομένης όμως της αναφοράς του μαντηλιού με το βασιλικό χαρακτήρα στο 2ο κεφ. που αποτελεί το μόνο ιστορικό στοιχείο του Πρωτ. Ιακ. σύγχρονο της εποχής του, νομίζουμε ότι πρέπει να στραφούμε στην Αίγυπτο. Ο Stryker αναφέρει ότι υπήρχαν στην Αίγυπτο φημισμένα εργαστήρια, υπό κρατικό έλεγχο, που ασχολούνταν με αυτό τον τομέα εξυπηρετώντας παραγγελίες των αρχών, βασιλικών την εποχή των Πτολεμαίων, αυτοκρατορικών στους Ρωμαϊκούς χρόνους. Επίσης το γεγονός ότι για πρώτη φορά αναφέρεται το Πρωτ. Ιακ. απο πατέρες και συγγραφείς της Αλεξάνδρειας, οπως π.χ. ο Κλήμης και ο Ωριγένης, εμμέσως ο (ψευδο) Μ. Αθανάσιος, συνηγορεί για την πιθανότητα της Αιγύπτου. Αλλωστε εκεί υπήρχε μεγάλη ιουδαϊκή παροικία απο όπου ο συγγραφέας μπορούσε να αντλήσει πληροφορίες, εκεί υπήρχε από νωρίς χριστιανική κοινότητα, εκεί υπήρχε και η μετάφραση των Ο΄, την οποία μάλλον έχει υπόψη όταν γράφει, εκεί τέλος -ας διακινδυνεύσουμε την υπόθεση- υπήρχαν παραπλήσια έργα προς το έργο μας, οι αρεταλογίες προς τιμήν της Ίσιδας. Άλλωστε, η Αίγυπτος είναι γνωστή ως γενέτειρα απόκρυφης και αποκαλυπτικής γραμματείας.
Για την εξακρίβωση του χρόνου συγγραφής του Πρωτ.Ιακ. πρέπει να ληφθούν υπόψη τρεις σημαντικές αναφορές, των Ιουστίνου, Κλήμεντος Αλεξανδρέως και Ωριγένους. Ο φιλόσοφος και μάρτυς Ιουστίνος μαρτυρεί, όπως και το Πρωτ.Ιακ., α) το αειπάρθενο της Παναγίας, β) τη Δαβιδική καταγωγή της και γ) τη γέννηση του Ιησού σε σπήλαιο. Δεδομένου ότι έχει αποδειχτεί η γενικότερη ασυμφωνία τους, όταν καταγράφουν κοινά γεγονότα, (όπως η γέννηση του Χριστού), ενώ συμφωνούν μόνο στα προαναφερθέντα, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι έχουν στη διάθεση τους μια κοντινή σε αυτούς εκκλησιαστική παράδοση. Κατά συνέπεια δεν μπορεί να απέχουν πάρα πολύ ο ένας απο τον άλλον. Ο Κλήμης σε σχέση με τα ιστορούμενα στο Πρωτ.Ιακ. σημειώνει στους Στρωματείς: «Αλλ’ ως έοικεν, τοις πολλοίς και μέχρι νυν δοκεί η Μαριάμ λεχώ είναι δια την του παιδίου γέννησιν, ουκ ούσα λεχώ· και γαρ μετά το τεκείν αυτήν μαιωθείσαν, φασίν τινές παρθένον ευρεθήναι…». Ο Ωριγένης είναι πιο αποκαλυπτικός· καθώς αναφερόμενος στους αδελφούς του Κυρίου ονοματίζει και την πηγή του, που είναι το Πρωτ. Ιακ. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Ιουστίνος πέθανε το 165, ο Κλήμης το 215 και ο Ωριγένης το 254, πρέπει να δεχτούμε οτι η ημερομηνία εμφάνισης του Πρωτ. Ιακ. τοποθετείται απο το 150 και έπειτα, σίγουρα όμως μέσα στο δεύτερο μισό του 2ου αιώνα, καθώς τον 3ο γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη.
4. Συγγραφέας – Σκοπός
Ο συγγραφέας έχει διχάσει πολλούς επιστήμονες. Πέτρα του σκανδάλου αποτελεί η καταγωγή του. Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι δεν είναι Εβραίος. Μία τέτοια όμως άποψη δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει, γιατί 1) Μένει αδικαιολόγητος ο φιλοιουδαϊσμός του, καθώς είναι γνωστός ο αντιιουδαϊκός χαρακτήρας των περισσοτέρων Αποκρύφων. Και μόνο το παράδειγμα του Ζαχαρία είναι αρκετό· θα μπορούσε, αν δεν ήταν Ιουδαίος, να χρησιμοποιήσει, με την ελευθεριότητα που τον διακρίνει στη χρήση των πηγών, το λόγιο του Χριστού για τη δολοφονία του Ζαχαρία (Μθ 23.35) ή τη διαπίστωση του ίδιου του Χριστού για το θάνατο των προφητών (Μθ 23.37) και να επιρρίψει τις ευθύνες στους Εβραίους· δεν το κάνει όμως. Στην πιθανή ένσταση οτι το κομμάτι προστέθηκε αργότερα έχουμε να παρατηρήσουμε ότι, αν το έργο ήταν εξ αρχής αντιιουδαϊκό, δεν θα δεχόταν με κανένα τρόπο μια τέτοιου είδους προσθήκη. 2) Μένει ανεξήγητη η ευρύτατη και άνετη χρήση της Π.Δ. Είναι δυνατόν κάποιος εθνικός, που βαπτίστηκε χριστιανός και θέλησε να γράψει για την Παναγία τοποθετώντας την στη συνέχεια της ιερής ιστορίας του Ισραήλ, να χρησιμοποιεί με τέτοια άνεση προτυπώσεις-ιστορίες της Π.Δ. σε σχέση με αυτήν; Λίγο απίθανο. Ακόμη και αν άκουγε στη λατρεία αποσπάσματα από την Π.Δ., η ευρεία χρήση κανονικών και δευτεροκανονικών βιβλίων, χωρίς την άνεση να εγκύψει σε αυτά, αποκλείει και το πιο γερό μυαλό. 3) Η περίφημη γεωγραφική άγνοια που επικαλούνται πολλοί επιστήμονες μπορεί να δικαιολογηθεί. Πώς είναι δυνατόν, ακόμη και ένας Εβραίος της διασποράς, να γνωρίζει τη γεωγραφική υφή της Παλαιστινιακής γης, αν δεν την έχει επισκεφτεί ποτέ; Είναι δυνατόν μόνο μέσα απο τις διηγήσεις της Π.Δ. να μπορεί κάποιος να προσανατολιστεί; 4) Η αιτίαση του Elliott οτι πολλά στοιχεία είναι πλασματικά ή άγνωστα έχει μεν βάση επιστημονική αλλά αγνοεί κάποιες λεπτομέρειες. Παραβλέποντας αυτές τις λεπτομέρειες καταλήγει να υποστηρίζει ο Elliott την εθνική προέλευση του συγγραφέα· π.χ. το άγνωστο σε αυτόν oracular plate οn the forehead δεν είναι άλλο από το περίφημο πέταλο του ιερέα, οπότε η αναφορά του μόνο πλαστή δεν είναι. 5) Αν δεχτούμε, όπως ο Elliott, οτι τα ονόματα είναι δημιούργημα του Πρωτ.Ιακ., τότε πώς δικαιολογείται η επιλογή ονομάτων με τόσο φορτισμένη παλαιοδιαθηκική ιστορία; Μπορούσε ένας απλός, εξ εθνικών, χριστιανός να έχει αυτό το κριτήριο; 6) Η χρήση της ιουδαϊκής Αποκαλυπτικής δεν φανερώνει άνθρωπο σχετιζόμενο με αυτή την παράδοση; Θα μπορούσαν να γραφούν πολλά ακόμη· σημασία όμως αποκτά το γεγονός ότι έχουμε μπροστά μας δύο πιθανότητες, με έναν κοινό παρονομαστή: ο συγγραφέας ή είναι Ιουδαίος και γνωρίζει καλά τη Γραφή ή πρόκειται για κάποιον εθνικό, χρόνια προσήλυτο στη Συναγωγή, που και αυτός γνωρίζει πολύ καλά τη Γραφή.
Μελετώντας το Πρωτ. Ιακ. μπορεί εύκολα να διακρίνει ο αναγνώστης κάποια χαρακτηριστικά του συγγραφέα. Φαίνεται άνθρωπος εύστροφος, με ένα διάχυτο εκλεκτισμό και αρκετή ελευθερία ως προς τη χρήση των πηγών, με φαντασία και σκηνοθετική δεινότητα, προσόν που το χρησιμοποιεί για να αποδώσει συνήθως την ένταση των στιγμών. Έχει ποιητικό ύφος και ένα δικό του ιδιαίτερο ύφος γραφής και διήγησης. Αυταπόδεικτη είναι η μεγάλη του ευλάβεια και η προσήλωση στο πρόσωπο της Θεοτόκου. Μέσα από το έργο του φαντάζει σαν ένας πρώιμος, απο τους μεταγενέστερους μεγάλους πατέρες, υμνητής της Παναγίας. Άλλωστε αυτός υπήρξε ένας από τους σκοπούς του. Σε έναν κόσμο κατείδωλο και γεμάτο σοφούς προβάλλει το πρόσωπο της Μαρίας και απολογείται γι’αυτήν. Όπως γνωρίζουμε και απο άλλες, πατερικές και μη, πηγές, το πρόσωπο της Μαρίας ήταν υποτιμημένο. Την κατηγορούσαν για άσημη καταγωγή, αμφέβαλλαν για την ακεραιότητα της και φυσικά χλεύαζαν τη σύλληψη της. Έναντι όλων αυτών ο συγγραφέας τονίζει την Δαβιδική γενιά, τους ένδοξους και θεοσεβείς γονείς, τα προσωπικά χαρίσματα, τη μεγάλη καθαρότητα, την εξακριβωμένη παρθενία πριν και μετά τη γέννηση, την πιστότητα, την πραότητα, το ήθος και άλλα. Βέβαια υπάρχει και ένας τρίτος πιο άδηλος σκοπός, που αφορά το συμπλήρωμα της ευαγγελικής εξιστόρησης, όπου ο συγγραφέας κρίνει ότι δεν έχουν αποδοθεί όλες οι σημαντικές κατ’ αυτόν λεπτομέρειες της ευαγγελικής αλήθειας.
5. Πηγές – Δομή του κειμένου
Στην προσπάθειά του να αποκαλύψει και να αναδείξει το πρόσωπο της Μαρίας ο συγγραφέας χρησιμοποίησε φυσικά τις βιβλικές πηγές καθώς και προφορικές παραδόσεις. Απο την Π.Δ. χρησιμοποιούνται σε εξαντλητικό βαθμό τα πρώτα δύο κεφ. του βιβλίου των Α’ Βασιλειών, οπου ιστορούνται τα σχετικά με τη γέννηση του Σαμουήλ· επίσης πηγή έμπνευσης αποτελούν οι ιστορίες των Πατριαρχών, της Ιουδίθ, τον Μανώε και της γνναίκας του. Γνωρίζει επίσης αρκετά καλά κάποια χωρία απο την Έξοδο, τους Αριθμούς, το Δευτερονόμιο, τον προφήτη Ησαΐα, τον Αμώς, τις Παροιμίες κ.ά. Αντίστοιχα απο την Κ.Δ. χρησιμοποιεί εξαντλητικά το ευαγγέλιο τον Λουκά, ενώ φαίνεται να γνωρίζει καλά και του Ματθαίου. Αδιευκρίνιστη παραμένει η σχέση του με το Δ’ ευαγγέλιο. Χρησιμοποιεί ή προϋποθέτει χωρία απο την Α΄Κορινθίους, την Α΄ και Β΄ Πέτρου και φυσικά απο την καθολική Ιακώβου.
Ως προς τη δομή του Πρωτ.Ιακ., παρατηρούμε ότι η ιστορία του εκτυλίσσεται γύρω απο άλλους έξι άξονες· Ο πρώτος αφορά τη δοξολογική παρουσίαση του προσώπου της Θεοτόκου, ευκαίρως ακαίρως· π.χ. ο Ιωσήφ απευθύνεται ταραγμένος στη Θεοτόκο, όταν ανακαλύπτει την εγκυμοσύνη της, επαναλαμβάνοντας εν σνντομία τα σπουδαία γεγονότα στο Ναό. Ο δεύτερος κινείται ανάμεσα στο ζεύγος αμφισβήτηση-θεοσημία και συναντάται σε όλη τη διήγηση· π.χ. ο ιερέας αμφιβάλλει για την αθωότητα των Ιωσήφ και Μαρίας αλλά με θεοσημία όλος ο λαός του Ισραήλ πληροφορείται την αθωότητα τους. Ο τρίτος άξονας εκφράζεται ως συμμετοχή της κτίσης· η Άννα κλαίει και επικαλείται στη δέησή της προς το Θεό τη γονιμότητα της φύσης· ο Χριστός γεννιέται και όλα παίρνουν λατρευτική στάση σιγής σε ουρανό και γη. Ο τέταρτος περιλαμβάνει την έννοια του μοναδικού με τις μυθικές σχεδόν διαστάσεις· π.χ. εκφραστικότατο είναι το παράδειγμα των Εισοδίων. Ο πέμπτος αφορά το ανθρώπινο, το ρεαλιστικό, το γνήσιο· π.χ. όταν ο ιερέας ζητά πίσω τη Μαρία, ο Ιωσήφ βουρκώνει και ο ιερέας λυγίζει. Τελευταίο και σημαντικό είναι το στοιχείο της παρανόησης και της λήθης· π.χ. η Μαρία τουλάχιστον δύο φορές ξεχνά τα λόγια του αγγέλου.
6. Πρόσωπα του κειμένου
Η σχεδόν ακριβής χρονολόγηση του κειμένου, στα μέσα τον β΄μισού του 2ου αιώνα, φέρνει στην επιφάνεια ένα νέο προβληματισμό: Κατά πόσο τα πρόσωπα, που περιστοιχίζουν τα γνωστά καινοδιάθηκικά, είναι ιστορικά, απηχούν πράγματι μια παράδοση της εκκλησίας ή είναι πλασμένα μέσα απο την μακραίωνη παράδοση της Π.Δ.; Ο προβληματισμός αυτός ανακύπτει μέσα από το ίδιο το κείμενο, καθώς ‘τυχαία’ όλα τα ονόματα είναι ‘βεβαρημένου’ ιστορικού παρελθόντος. Μήπως βρισκόμαστε μπροστά σε έναν ακόμη μύθο με την αρχαία έννοια του όρου;
Αρχής γενομένης απο την Άννα, δεν μπορεί να παραβλεφθεί η ομοιότητα της ιστορίας της προς αυτήν της Άννας, της μητέρας του Σαμουήλ. Την διακρίνει επίσης το ήθος μεγάλων γνναικών, όπως η Σάρρα, η Ρεβέκκα, η γυναίκα του Μανώε (μητέρα τον Σαμψών) και προβάλλεται έντονα το στοιχείο της πιστότητας, και της σωφροσύνης, στοιχεία που προσιδιάζουν στο πρότυπο της βιβλικής γυναίκας.
Ο πατέρας της Μαρίας, ο Ιωακείμ, αν και ονομαστικά συνδέεται με τον ομώνυμο άνδρα της Σωσσάνας, εντούτοις κινείται στα όρια του Ελκανά, συζύγου της Άννας. Είναι πιστός στο Γιαχβέ, προσφέρει τακτικά θυσίες στη Σηλώ και, όταν γεννιέται ο Σαμουήλ, μαζί με την γυναίκα του Άννα τον αναθέτουν στο Γιαχβέ, προσφέροντας μεγάλες και λαμπρές θυσίες.
Η μορφή της Ιουδίθ αποτελεί άλλη μια ένδειξη ατράνταχτη, κυρίως αν συνδυαστεί με την παρότρυνσή της προς την Άννα να απεκδυθεί τα πένθιμα ρούχα, γεγονός γνωστο ήδη απο το ομώνυμο δευτεροκανονικό βιβλίο. Οι σεβάσμιοι αρχιερείς Σαμουήλ και Συμεών σίγουρα δεν είναι τυχαίες επιλογές.
Με δεδομένη την ιδιαίτερη σπουδαιότητα του ονόματος στο βιβλικό χώρο, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, όσο και στο μεταγενέστερο πατερικό, φαίνεται ανεξήγητο το γεγονός να μην υπάρχει αναφορά των ονομάτων των γονιών της Θεοτόκου στην κανονική παράδοση και να υφίσταται στην απόκρυφη. Να υποθέσονμε, δυστυχώς χωρίς να μπορούμε να αποδείξουμε, οτι η ιστορία των γονιών της Θεοτόκου ήταν γνωστή στην εκκλησία, αλλά καταγράφηκε όταν άρχισε να διαβάλλεται το όνομα της; Η υπόθεση αυτή έχει δύο στοιχεία σημαντικά υπέρ αυτής. Το πρώτο συνάγεται απο τον Ωριγένη. Γράφοντας τα σχόλια στο κατά Ματθαίον, σημειώνει ο Ωριγένης με ιδιαίτερη επιμονή την εκλεκτή γενιά της μέσα απο το σχόλιο του για τη σύγχυση μεταξύ των προσώπων του Χριστού και του Ιωάννη του Βαπτιστή. Παράλληλα, στο Κατά Κέλσου σημειώνει κάτι εξ ίσου σημαντικο: «Ου δοκεί μοι αγωνίσασθαι προς λόγον, μη μετά σπουδής, αλλά μετά χλεύης ειρημένον· ει άρα καλή ην η μήτηρ του Ιησού, και ως καλή αυτή εμίγνυτο ο Θεός, ον πεφυκώς εράν φθαρτόν σώματος; Ή ότι ουδ’εικός ην ερασθήσεσθαι αυτής τον Θεόν ούσης, ουτ’ ευδαίμονος, ούτε βασιλικής, επεί μηδείς αυτήν ήδει, μηδέ των γειτόνων;». Είναι άραγε τυχαία η επιμονή και του Ιονστίνου στην ευγενική της γενιά, που φθάνει μέχρι τον Δαβίδ; Το δεύτερο στοιχείο κινείται περισσότερο στα όρια της λογικής. Είναι δυνατόν να έχουν διασωθεί τα ονόματα τόσων και τόσων γονέων μεγάλων μορφών, εντός και εκτός εκκλησίας και συναγωγής, και να έπεσαν στη λήθη τα ονόματα των γονιών της Παναγίας; Να το θέλησε η ίδια για λόγους ταπείνωσης; Όποια υπόθεση και αν δεχτούμε, θα παραμένει πάντοτε απλά αληθοφανής.
7. Πρωτ.Ιακ. και λατρευτική ζωή της Εκκλησίας
Απο την Γ΄Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου το 431 η τιμή προς το πρόσωπο της Παναγίας αυξήθηκε κατακόρυφα. Η επικράτηση του όρου Θεοτόκος έναντι του νεστοριανίζοντος Χριστοτόκος, θεωρήθηκε σα νίκη της Ορθοδοξίας έναντι της κακοδοξίας. Μια πλειάδα εορτών, γνωστών σε μας σήμερα με τον όρο ‘Θεομητορικές’, δημιουργούνται σε αυτή την περίοδο. Τόσο υμνολογικά, όσο και εικονογραφικά οι εορτές αυτές στηρίχτηκαν κατά βάση στο Πρωτ.Ιακ., αντλώντας ακόμη και τους πανηγυρικούς τους λόγους από αυτό. H ανάπτυξη βέβαια του Θεομητορικού κύκλου δεν έγινε ακαριαία αλλά σταδιακά με αποκορύφωμα την εορτή των Εισοδίων, η οποία σχεδον εξάντλησε και τη χρήση του Πρωτ.Ιακ.. Μετά τον 10ο αιώνα η χρήση του περιορίζεται ως ανάγνωσμα των μοναστηριακών τυπικών, απο όπου έχει επικρατήσει και η ονομασία του, ως λογος ή ιστορία, δηλ. η συναξαριστική του χρήση.
Οι γιορτές που παρατίθενται πιο κάτω δεν αφορούν μόνο όσες προέρχονται απο την ιστορία τον Πρωτ. Ιακ. (π.χ. Εισόδια) αλλά και αυτές που λειτουργικά (εικονογραφικά και υμνολογικά) επηρεάστηκαν απο αυτό : α. Η Σύλληψη της Θεοτόκου υπό της Αγίας Άννης (9 Δεκεμβρίον), β. Το Γενέσιον της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου), γ. Τα Εισόδια της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου), δ. Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου (25 Μαρτίου), ε. Χριστούγεννα (25 Δεκεμβρίου), ς. Σύναξις της Θεοτόκου (26 Δεκεμβρίου), ζ. Των νηπίων (29 Δεκεμβρίου), η. Σύναξις Ιωακείμ και Άννης (9 Σεπτεμβρίου), θ. Μνήμη Ζαχαρίου (5 Σεπτεμβρίου).
Στη Δύση το εορτολόγιο αλλά και η Θεολογική παραγωγή εισήγαγαν μια ακόμη εορτή, στηριζόμενοι όμως στην παράφραση του Πρωτ.Ιακ., τον Ψευδο-Ματθαίο, την εορτή της ασπόρου συλλήψεως της Θεοτόκου. Αυτή θεωρείται και η βάση για την υπέρμετρη Μαριολογία που έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερα στην Καθολική εκκλησία, όχι όμως και στην Προτεσταντική.
Μελετώντας αυτό τον Θεομητορικό κύκλο στα πλαίσια της παράδοσης του Πρωτ.Ιακ., έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής. i Τον τυχαίο (;) συνεορτασμό της Άννας και του Σαμουήλ, ανήμερα της συλλήψεως της Θεοτόκου από την αγία Αννα. ii Τις παραστάσεις α) του Ευαγγελισμού με την Παναγία να κλώθει νήματα ή να κρατά κουβάρια κόκκινα (Πρωτ.Ιακ. κεφ.10), β) των Χριστουγέννων με το σπήλαιο (Πρωτ.Ιακ. κεφ.18), τις δύο μαίες (Πρωτ. Ιακ. κεφ.19-20), γ) της προσφοράς των δώρων στο Ναό, της προσευχής εν τω όρει και εν τω παραδείσω, τον ασπασμόν Ιωακείμ και Άννας, της γεννήσεως, κολακείας, επταβηματίζουσας Μαρίας, καθώς και των Εισοδίων, της διαμονής στα Άγια των Αγίων, της ανάθεσης της Μαρίας στον Ιωσήφ με τη θαυματουργία της ράβδου, της πόσης τον ύδατος της ελέγξεως, της πορείας προς Βηθλεέμ (Πρωτ.Ιακ., κεφ.1-18). Αναπτυγμένος Θεομητορικός κύκλος με όλες τις προαναφερθείσες εικόνες βρίσκεται στη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη. iii Την εορτή των Εισοδίων, η οποία δημιούργησε μια μεγάλη θεολογική ερμηνευτική παράδοση για το γεγονός.
8. Πρωτ. Ιακ. και σύγχρονη έρευνα
Αν και το Πρωτ. Ιακ. υπήρξε τοσο δημοφιλές επί αιώνες, σήμερα στην Ελληνική πραγματικότητα και έρευνα είναι σχεδόν άγνωστο σε αντίθεση με το επιστημονικό ενδιαφέρον που προκαλεί στο εξωτερικό. Στην ελληνική βιβλιογραφία το Πρωτ.Ιακ. είναι γνωστό μέσα απο μια μετάφραση του Γεωργουσόπουλου, το βιβλίο του π. Λ. Χατζηκώστα, Η συμβολή του Πρωτευαγγελίου του Ιακώβου του αδελφοθέου στην Ορθόδοξη λατρεία, (Λευκωσία 1977), καθώς και απο μια μετάφραση των εκδόσεων Πύρινος Κόσμος (αδόκιμη σε πολλά σημεία), και κάποια περιστασιακά άρθρα.
Για τις πιο σύγχρονες ξενόγλωσσες μεταφράσεις μπορεί ο κάθε ενδιαφερόμενος να ανατρέξει στον Elliott, 55-56, όπου υπάρχει αναλυτική βιβλιογραφία. Για την πληρέστερη ενημέρωση σχετικά με τη βιβλιογραφία στη σύγχρονη έρευνα παραθέτουμε αμέσως παρακάτω μερικά απο τα σημαντικότερα έργα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Amann Ε., Le Protevangile de Jacques et ses remaniements latίns. Introduction, textes, traduction et commentaire, Paris 1910.
Manns F., Essais sur le Judéo-Christianisme, Jérusalem 1977.
Meyer Α., ‘Protevangelium des Jacobus’, στο Ε. Hennecke, Handbuch zu den Neutestamentlichen Apokryphen, Tübingen, 1904.
Perler Ο., ‘Das Protevangelium des Jakobus nach dem Papyrus Bodmer V’, Freiburger Zeitschrift für Philosophie und Theologie, 6 (1959), 25-35.
Smid R. Η., Protevangelium Jacobi : Α Commentary, 1965, με πλούσια βιβλιογραφία.
Strycker Ε., La forme la plus ancienne du Protevangile de Jacques, Brussels 1961 (Subsidia Hagiographica 33).
Strycker Ε., ‘Le Protevangile de Jacques: Problèmes critiques et exegetiques, στο F. L. Cross (ed.), Studia Evangelica, iii (Berlin, 1964), 339-59 (TU 88).
Testuz Μ., Papyrus Bodmer V : Nativité de Marie, Cologny-Geneve, 1958.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
1.1. Στις ‘ιστορίες των δώδεκα φυλών του Ισραήλ’ γίνεται λόγος για τον Ιωακείμ, που ήταν πολύ πλούσιος και συνήθιζε να προσφέρει διπλά τα δώρα του στο Ναό, λέγοντας: «Ας είναι ένα μέρος της περιουσίας μου για το λαό και ένα άλλο αφιερωμένο στον Κύριο μου για να συγχωρεί τις αμαρτίες μου και για τον εξιλασμό μου». 2. Πλησίαζε η ημέρα τον Κυρίου η μεγάλη και οι υιοί Ισραήλ πρόσφεραν τα δώρα τους. Στάθηκε τότε μπροστά του ο Ρουβείμ και του είπε: «Δεν σου επιτρέπεται να προσφέρεις πρώτος τα δώρα σου, αφού δεν έκανες απογόνους στον Ισραήλ». 3. Ο Ιωακείμ τότε λυπήθηκε πολύ και πήγε στα βιβλία των δώδεκα φυλών του Ισραήλ μονολογώντας: «Θα κοιτάξω προσεκτικά στα βιβλία των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, για να διαπιστώσω αν είμαι ο μόνος που δεν έκανα απογόνους στον Ισραήλ». Ερεύνησε και βρήκε οτι όλοι οι δίκαιοι ανάστησαν απογόνους στον Ισραήλ. Θυμήθηκε και τον πατριάρχη Αβραάμ που την έσχατη ώρα του χάρισε ο Θεός υιό, τον Ισαάκ. 4. Λυπήθηκε πολύ ο Ιωακείμ και δεν εμφανίστηκε στη γνναίκα του, αλλά κατευθύνθηκε στην έρημο, όπου έστησε τη σκηνή του, νήστεψε επίσης σαράντα μερόνυχτα μονολογώντας: «Δεν θα κατεβώ ούτε για φαγητό ούτε για ποτό, έως ότου με επισκεφτεί ο Κύριος, ο Θεός μου, και θα είναι τροφή και ποτό η προσευχή μου».
2. 1. Η γυναίκα του η Άννα θρηνούσε δύο θρήνους και οδυρόταν δύο οδυρμούς, έλεγε: «Θα οδύρομαι για τη χηρεία μου, θα οδύρομαι για την ατεκνία μου». 2. Πλησίαζε η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και της είπε η δούλη της η Ιουδίθ: «Έως πότε θα ταπεινώνεις τον εαυτό σου; Να έφτασε η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και δεν επιτρέπεται να πενθείς. Πάρε, λοιπόν, αυτή τη μαντίλα που μου έδωσε η κυρία του εργαστηρίου, δεν αρμόζει άλλωστε σε εμένα να τη φορώ, γιατί εγώ είμαι δούλα, ενώ αυτή έχει βασιλικά χαρακτηριστικά». 3. Και η Άννα της αποκρίθηκε: «Φύγε από κοντά μου, και εγώ δεν τα προκάλεσα αυτά, αλλά ο Κύριος με ταπείνωσε, μήπως όμως κάποιος πανούργος σου χάρισε το μαντήλι και ήρθες να μοιραστείς μαζί μου την αμαρτία σου;” Και η Ιουδίθ απάντησε: «Γιατί να σε καταραστώ, αφού ο Κύριος έκλεισε τη μήτρα σου για να μην δώσεις καρπό στον Ισραήλ»; 4. Στεναχωρήθηκε πολύ η Άννα. Πέταξε απο πάνω της τα πένθιμα ρούχα, έλουσε το κεφάλι της και ντύθηκε τα νυφικά της φορέματα. Κατά την ένατη ώρα κατέβηκε στον κήπο να περπατήσει. Είδε μια δάφνη, κάθησε κάτω απο αυτήν και ικέτεψε με τέτοια θερμά λόγια τον Κύριο: «Θεέ των πατέρων μας, ευλόγησε με και εισάκουσε τη δέηση μου, όπως ευλόγησες τη μήτρα της Σάρρας και της έδωκες υιό, τον Ισαάκ».
3. 1. Καθώς έστρεψε τα μάτια της προς τον ουρανό, είδε μια φωλιά σπουργιτιών μέσα στη δάφνη και θρήνησε μέσα της λέγοντας: «Αλίμονο σε μένα, ποιος με γέννησε; ποιά μήτρα με έφερε στον κόσμο; Γεννήθηκα καταραμένη ανάμεσα στους υιούς Ισραήλ και με χλεύασαν στο Ναό του Κυρίου. 2. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε στα πετεινά του ουρανού, αφού ακόμη και τα πετεινά του ουρανού είναι γόνιμα ενώπιον Σου, Κύριε. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε στα θηρία της γης, γιατί ακόμη και τα θηρία είναι γόνιμα ενώπιον Σον, Κύριε. 3. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε σε αυτά τα (τρεχούμενα) νερά, αφού ακόμη και τα νερά είναι γονιμα ενώπιον Σου, Κύριε. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε σε τούτη εδώ τη γη, γιατί ακόμη και τούτη η γη προσφέρει τους καρπούς της στον κατάλληλο καιρό και Σε ευλογεί, Κύριε».
4. 1. Και να ένας άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε μπροστά της και της είπε: «Άννα, Άννα, ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση σου, θα συλλάβεις και θα γεννήσεις και θα μιλούν για το σπέρμα σου σε όλη την οικουμένη». Και η Άννα αποκρίθηκε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου, εάν γεννήσω, είτε αγόρι είτε κορίτσι, θα το προσφέρω ως δώρο στον Κύριο, τον Θεό μου, να τον υπηρετεί όλες τις ημέρες της ζωής του». 2. Ήλθαν τότε δύο αγγελιοφόροι και της είπαν: «Να, ο Ιωακείμ, o άνδρας σου, έρχεται με τα πρόβατα του». Άγγελος Κυρίου είχε κατεβεί σε αυτόν και του είπε: «Ιωακείμ, Ιωακείμ, ο Κύριος, ο Θεός εισάκουσε τη δέηση σου, κατέβα λοιπόν από αυτόν τον τόπο, γιατί η γυναίκα σου θα συλλάβει». 3. Κατέβηκε τότε ο Ιωακείμ, κάλεσε τους βοσκούς του και τους παράγγειλε: «Φέρτε εδώ δέκα προβατίνες χωρίς κηλίδα ή ψεγάδι για να τις προσφέρω θυσία στον Κύριο, το Θεό μου, φέρτε μου επίσης δώδεκα μοσχάρια τρυφερά για να τα προσφέρω στους ιερείς και τη γερουσία και φέρτε μου τέλος και εκατό κατσίκια για όλο το λαό». 4. Και να ο Ιωακείμ έφθασε με τα κοπάδια του και η Άννα στάθηκε στην πύλη, σαν είδε τον Ιωακείμ να έρχεται, έτρεξε και κρεμάστηκε στο λαιμό του λέγοντας: «Τώρα ξέρω καλά ότι ο Κύριος, ο Θεός μου έδωκε πλούσια την ευλογία Του, γιατί να που η χήρα δεν θα είναι πια χήρα και να που η άτεκνος θα συλλάβει». Ο Ιωακείμ ξεκουράστηκε την πρώτη ημέρα στο σπίτι του.
5. l.Την επόμενη μέρα πρόσφερε τα δώρα του αναλογιζόμενος: «Αν ο Κύριος, ο Θεός, μου δώσει χάρη, θα μου (το) φανερώσει το πέταλο του ιερέα». Πρόσφερε, λοιπόν, ο Ιωακείμ τα δώρα του και παρατηρούσε το πέταλο του ιερέα καθώς ανέβηκε στο θυσιαστήριο του Κυρίου και δεν είδε τίποτε να μαρτυρεί αμαρτία εναντίον του. Και είπε ο Ιωακείμ: «Τώρα ξέρω ότι ο Κύριος μου έδωσε τη χάρη του και συγχώρησε όλα τα αμαρτήματα μου». Έτσι κατέβηκε δικαιωμένος απο το Ναό του Κυρίου και γύρισε στο σπίτι του. 2. Εν τω μεταξύ συμπληρώθηκαν οι μήνες της και τον ένατο μήνα η Άννα γέννησε. Ρώτησε τη μαία: «Τι γέννησα»; Και εκείνη της αποκρίθηκε: «Κορίτσι». Είπε τότε η Άννα: «Η ψυχή μου σήμερα ευφράνθηκε όσο ποτέ άλλοτε» και την έβαλε στο κρεβάτι. Όταν συμπληρώθηκαν οι μέρες της, η Άννα πλύθηκε, έδωσε στο παιδί της το μαστό της για να θηλάσει και την ονόμασε Μαριάμ.
6. 1. Μέρα με τη μέρα το κορίτσι μεγάλωνε και όταν έγινε έξι μηνών, την κράτησε η μητέρα της ορθια για να δει αν στέκεται. Η Μαριάμ έκανε επτά βήματα και έπεσε στην αγκαλιά της. Την άρπαξε τότε η Άννα, τη σήκωσε υψηλά και είπε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου δεν θα περπατήσεις στη γη, έως οτου σε οδηγήσω στο Ναό του Κυρίου». Και διαμόρφωσε στο υπνοδωμάτιο της ένα εξαγνισμένο χώρο, οπου τίποτε το μολυσμένο ή ακάθαρτο δεν επέτρεπε να περάσει. Κάλεσε επίσης τις αμόλυτες θυγατέρες των Εβραίων για να παίζουν μαζί της. 2. Όταν το κορίτσι έγινε ενός έτους, ο Ιωακείμ έκανε γιορτή μεγάλη. Κάλεσε τους ιερείς, τους γραμματείς, τη γερουσία και όλο το λαό του Ισραήλ. Παρουσίασε τότε ο Ιωακείμ την κόρη του στους ιερείς και την ευλόγησαν λέγοντας: «Θεέ των πατέρων μας, ευλόγησε αυτήν την κόρη και χάρισε της όνομα ξακουστό και αιώνιο σε όλες τις γενιές». Και ο λαός αποκρίθηκε: «Γένοιτο, γένοιτο, αμήν». Την παρουσίασε επίσης στους αρχιερείς και αυτοί την ευλόγησαν λέγοντας: «Θεέ των πατέρων μας, στρέψε το βλέμμα Σου σε αυτή την κόρη και ευλόγησε την με την έσχατη και ολοκληρωτική ευλογία, που ανώτερη της δεν υπάρχει». 3. Την πήρε στην αγκαλιά της η μητέρα της και την οδήγησε στον εξαγνισμένο χώρο του υπνοδωματίου της, οπου της έδωσε το μαστό της για να θηλάσει. Και έψαλε η Άννα αυτό το άσμα στον Κύριο, τον Θεό: «Θα ψάλω ένα άσμα στον Κύριο, τον Θεό μου, γιατί με σπλαχνίστηκε και με απάλλαξε από τη ντροπή των εχθρών μου. Μου έδωσε ο Κύριος καρπό της δικαιοσύνης Του, μοναδικό και πολλαπλάσιο ενώπιον Του. Ποιος θα αναγγείλει στους υιούς της φυλής Ρουβείμ ότι η Άννα θηλάζει; Ακούστε, ακούστε, οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ότι η Άννα θηλάζει». Κι αφού την έβαλε να αναπαυτεί στον εξαγνισμένο χώρο, βγήκε και υπηρετούσε τους καλεσμένους. Όταν τελείωσε το δείπνο, έφυγαν γεμάτοι αγαλλίαση, δοξάζοντας τον Θεό του Ισραήλ.
7. 1. Καθώς περνούσαν οι μήνες, το παιδί μεγάλωνε. Όταν έγινε δύο ετών, είπε ο Ιωακείμ στην Άννα: «Ας την οδηγήσουμε στο ναό του Κυρίου, για να εκπληρώσουμε την υπόσχεση που δώσαμε, μήπως μας στείλει ο Κύριος την οργή Του και δεν γίνει δεκτό τότε το Δώρο μας». Η Άννα τότε απάντησε: «Ας περιμένουμε το τρίτο έτος, για να μην αποζητήσει το κορίτσι τον πατέρα ή την μητέρα». Και o Ιωακείμ είπε: «Ας περιμένουμε». 2. Όταν έγινε τριών χρόνων το κορίτσι, είπε ο Ιωακείμ: «Προσκαλέστε τις αμόλυντες θυγατέρες των Εβραίων να πάρουν απο μια λαμπάδα, που θα κρατούν αναμμένη, ώστε να μην στραφεί το κορίτσι προς τα πίσω και μείνει αιχμάλωτη η καρδιά της μακριά απο το Ναό του Κυρίου». Έτσι έκαναν, λοιπόν, ώσπου ανέβηκαν στο ναό του Κυρίου, όπου ο ιερέας την υποδέχτηκε, την ασπάστηκε, την ευλόγησε και είπε: «Ο Κύριος δόξασε το όνομα σου σε όλες τις γενιές. Μέσα από εσένα θα αποκαλύψει o Κύριος στις έσχατες ημέρες τη λύτρωση Του στους Ισραηλίτες». 3. Ο ιερέας την έβαλε να καθίσει στον τρίτο αναβαθμό του θυσιαστηρίου. Ο Κύριος, ο Θεός, της έδωσε χάρη και χόρεψε (με τα πόδια της) και όλος ο λαός του Ισραήλ την αγάπησε.
8. l. Οι γονείς της επέστρεψαν γεμάτοι θαυμασμό και δοξάζοντας τον δεσπότη Θεό, γιατί η κόρη τους δεν στράφηκε προς τα πίσω. H δε Μαρία ζούσε στο Ναό του Κυρίου τρεφόμενη σαν περιστέρι και έπαιρνε την τροφή της απο το χέρι αγγέλου. 2.Όταν έγινε δώδεκα ετών, έκαναν συμβούλιο οι ιερείς συζητώντας: «Να η Μαρία έγινε δωδεκαετής ζώντας στο Ναό του Κυρίου, τι να κάνουμε λοιπόν με αυτήν για να μην μολύνει τον ιερό χώρο του Κυρίου»; Και είπαν στον αρχιερέα: «Εσύ στέκεσαι μπροστά στο θυσιαστήριο του Κυρίου, είσελθε, λοιπόν, και ό,τι σου αποκαλύψει ο Κύριος αυτό θα κάνουμε». 3. Ο αρχιερεάς φόρεσε το δωδεκακώδωνο άμφιο εισήλθε στα άγια των αγίων και προσευχήθηκε για αυτήν. Και να άγγελος Κυρίου του παρουσιάστηκε και είπε: «Ζαχαρία, Ζαχαρία, βγες έξω και συγκέντρωσε τους χήρους του λαού να φέρει ο καθένας ένα ραβδί και σε όποιον ο Κύριος δείξει κάποιο σημάδι, αυτού θα γίνει γυναίκα». Βγήκαν οι κήρυκες σε όλη την περιοχή της Ιουδαίας, ήχησε η σάλπιγγα του Κυρίου και έτρεξαν όλοι.
9. 1. Ο Ιωσήφ έριξε το σκεπάρνι και πήγε να τους συναντήσει. Όταν συγκεντρώθηκαν, πήγαν με τα ραβδιά στον αρχιερέα. Εκείνος πήρε τα ραβδιά όλων, εισήλθε στο Ναό και προσευχήθηκε. Αφού τελείωσε την προσευχή, πήρε τα ραβδιά, βγήκε και τους τα παρέδωσε. Κανένα όμως σημάδι δεν υπήρχε σε αυτά. Το τελευταίο ραβδί το πήρε ο Ιωσήφ και να ένα περιστέρι ξεπήδηαε από το ραβδί και πέταξε πάνω στο κεφάλι του Ιωσήφ. Ο ιερέας είπε τότε στον Ιωσήφ: «Σε σένα έλαχε ο κλήρος να παραλάβεις την παρθένο του Κυρίου υπό την προστασία σου». 2. Ο Ιωσήφ όμως απάντησε: «Έχω γιους και είμαι γέρος, ενώ αυτή είναι νεαρή, θα με περιγελάσουν οι υιοί Ισραήλ». Και ο ιερέας αποκρίθηκε στον Ιωσήφ: «Φοβήσου τον Κύριο, τον Θεό σου, και θυμήσου τι έκανε ο Θεός στον Δαθάν, τον Αβειρών και τον Κορέ, πως δηλαδή σχίστηκε η γη και τους κατάπιε εξαιτίας της αντιλογίας τους. Και τώρα φοβήσου και εσύ Ιωσήφ, μήπως συμβούν αυτά στο σπίτι σου». 3. Φοβήθηκε ο Ιωσήφ και την παρέλαβε υπό την προστασία του. Και είπε ο Ιωσήφ στη Μαρία: «Να, σε παρέλαβα απο το Ναο του Κυρίου και τώρα σε αφήνω στο σπίτι μου, πηγαίνω να χτίσω τις οικοδομές μου και θα επιστρέψω κοντά σου: Ο Κύριος θα σε διαφυλάξει».
10. 1. Συσκέφθηκαν οι ιερείς και είπαν: «Ας κάνουμε ένα παραπέτασμα για τον Ναό του Κυρίου». Και ο ιερέας πρόσταξε: «Καλέστε μου αμόλυντες παρθένες απο τη φυλή του Δαβίδ». Οι υπηρέτες πήγαν και αναζήτησαν και βρήκαν επτά παρθένες. Θυμήθηκε τότε ο ιερέας και το κορίτσι, την Μαριάμ, που καταγόταν απο τη φυλή του Δαβίδ και ήταν αμόλυντη ενώπιον του Θεού. Πήγαν τότε οι υπηρέτες και την έφεραν. 2. Τις οδήγησαν στο Ναο του Κυρίου και είπε ο ιερέας: «Ρίξτε κλήρο ποιά θα υφάνει το χρυσό και ποιά τον αμίαντο, ποιά το λινό και ποιά το μετάξι, ποιά το υακίνθινο και ποιά το κόκκινο και ποια την αληθινή πορφύρα». Κληρώθηκε στη Μαριάμ η αληθινή πορφύρα και το κόκκινο, τα πήρε και πήγε σπίτι της. Εκείνο τον καιρό έχασε τη λαλιά του ο Ζαχαρίας και τον αντικατέστησε ο Σαμουήλ, έως ότου ο Ζαχαρίας ξαναμίλησε. Η Μαρία πήρε το κόκκινο και άρχισε να κλώθει.
11. 1. Πήρε την στάμνα και πήγε να τη γεμίσει νερό. Και να μια φωνή της λέει «Χαίρε κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου, ευλογημένη Συ εν γνναιξίν». Εκείνη έστρεψε το βλέμμα της δεξιά αριστερά, για να καταλάβει απο που έρχεται αυτή η φωνή. Κατατρομαγμένη γύρισε σπίτι της, τακτοποίησε τη στάμνα, πήρε την πορφύρα, κάθισε στην καρέκλα της και έκλωθε. 2. Και να άγγελος Κυρίου στάθηκε μπροστά της και της είπε: «Μη φοβάσαι Μαριάμ, βρέθηκε περίσσεια η χάρη του Θεού, που είναι Κύριος των πάντων, για σένα, γι’αυτό θα συλλάβεις απο το λόγο του». Όταν το άκουσε αυτό αναρωτήθηκε: Θα συλλάβω εγώ απο τον Κύριο, τον ζώντα Θεό, και θα γεννήσω οπως γεννά κάθε γνναίκα; 3. Και ο άγγελος Κυρίου αποκρίθηκε: «Όχι έτσι Μαριάμ, γιατί δύναμη Κυρίου θα σε καλύψει. Γι’αυτό και το άγιο παιδί θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου και θα του δώσεις το όνομα Ιησούς, αυτός θα σώσει το λαό από τις αμαρτίες του. Και η Μαριάμ απάντησε: «Ιδού η δούλη Κυρίου ενώπιον Του, ας γίνει αυτό που λες». 12. 1. Αφού τελείωσε την πορφύρα και το κόκκινο, τα πήγε στον ιερέα, αυτός την ευλόγησε και είπε; «Μαριάμ, ο Κύριος δόξασε το όνομά σου, θα είσαι ευλογημένη σε όλες τις γενιές της γης». 2. Γεμάτη χαρά η Μαριάμ πήγε στην Ελισάβετ, τη συγγένισσα της, και χτύπησε την πόρτα. Ακούγοντας το χτύπο η Ελισάβετ, παραμέρισε το κόκκινο νήμα, έτρεξε προς την πόρτα και την άνοιξε. Όταν είδε τη Μαριάμ, την ευλόγησε και είπε: «Πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφτεί η μητέρα του Κυρίου μου; Γιατί να, αυτό που κρατώ στα σπλάχνα μου σκίρτησε και σε ευλόγησε. Η Μαρία, εν τω μεταξύ, είχε λησμονήσει τα μυστήρια για τα οποία της μίλησε ο αρχάγγελος Γαβριήλ και ατενίζοντας τον ουρανό είπε: «Ποία είμαι εγώ Κύριε που όλες οι γενιές με ευλογούν;». 3. Έμεινε τρεις μήνες στην Ελισάβετ. Μέρα ομως με τη μέρα η κοιλιά της μεγάλωνε. Φοβήθηκε η Μαριάμ, γύρισε στο σπίτι της και κρυβόταν απο τους υιούς Ισραήλ. Ήταν τότε δεκαέξι ετών όταν συνέβαιναν αυτά τα μυστήρια.
13. 1. Ήταν στον έκτο μήνα, οταν τελικά ήλθε ο Ιωσήφ απο τις οικοδομικές του ασχολίες και μπαίνοντας στο σπίτι του, την βρήκε έγκυο. Χτύπησε το πρόσωπο του και ρίχτηκε κάτω σε ένα σάκκο, έκλαψε πικρά και είπε: «Με τι πρόσωπο θα αντικρίσω τον Κύριο, τον Θεό μου; Ποία προσευχή να κάνω γι’αυτήν την κόρη; Παρθένο την παρέλαβα απο το Ναό του Κυρίου, του Θεού μου, και δεν την προφύλαξα. Ποιος μου έστησε παγίδα; Ποιος έκανε αυτήν την πονηρία μέσα στο ίδιο μου το σπίτι και μόλυνε την παρθένο; Μήπως σε εμένα επαναλήφθηκε η ιστορία του Αδάμ; Γιατί οπως ακριβώς την ώρα που δοξολογούσε ο Αδάμ το Θεό, ήρθε ο όφις βρίσκοντας μόνη την Εύα και την εξαπάτησε, έτσι ακριβώς συνέβη και σε μένα». 2. Σηκώθηκε ο Ιωσήφ απο το σάκκο, κάλεσε την Μαριάμ και της είπε: «Τι είναι αυτό που έκανες ξεχνώντας τον Κύριο, τον Θεό σου, που σε φρόντιζε; Γιατί ταπείνωσες τον εαυτό σου εσύ που ανατράφηκες στα άγια των αγίων και που έπαιρνες τροφή απο χέρι αγγέλου»; 3. Εκείνη έκλαψε πικρά λέγοντας: «Είμαι αμόλυντη εγώ και με άνδρα δεν είχα σχέσεις». Ρώτησε τότε ο Ιωσήφ: «Απο που λοιπόν συνέλαβες τον καρπό της κοιλίας σου;» Και αυτή απάντησε: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, δεν ξέρω απο που είναι».
14. 1.O Ιωσήφ φοβήθηκε πολύ, απομακρύνθηκε και έπεσε σε περισυλλογή, τι να κάνει με αυτή. Και αναλογίστηκε: «Εάν κρύψω το αμάρτημά της, θα βρεθώ να αντιμάχομαι το νόμο του Κυρίου». Εάν πάλι την φανερώσω στους υιούς Ισραήλ, φοβούμαι μήπως υπάρχει κάτι το αγγελικό σε αυτήν και βρεθώ να έχω παραδώσει έναν αθώο στο θάνατο.Τι να κάμω με αυτή; Κρυφά θα τη διώξω μακριά μου». Με τέτοιες σκέψεις τον πρόλαβε η νύκτα. 2. Και να άγγελος Κυρίου εμφανίζεται στο όνειρό του και του λέγει: «Μη φοβηθείς αυτό το κορίτσι, γιατί αυτο που βρίσκεται στα σπλάχνα της προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει υιό και θα τον ονομάσεις Ιησού, γιατί αυτός θα σώσει το λαό από τα αμαρτήματα του». Σηκώθηκε τότε ο Ιωσήφ από τον ύπνο και δόξασε τον Θεό που του χάρισε την ευλογία αυτή, και πρόσεχε την Μαριάμ.
15. 1. Τον καιρό εκείνο ήρθε σ’ αυτόν ο γραμματέας Άννας και του είπε: «Τι συνέβη και δεν φάνηκες στη σύναξη μας;» Ο Ιωσήφ του απάντησε: «Ήμουν ταλαιπωρημένος από το ταξίδι και ξεκουράστηκα την πρώτη μέρα». Στράφηκε τότε και είδε ο Άννας τη Μαριάμ έγκυο. 2.Φεύγει τρέχοντας προς τον ιερέα και του λέει: «Ο Ιωσήφ, για τον οποίον εσύ δίνεις μαρτυρία, παρανόμησε πολύ σοβαρά». Ρώτησε τότε ο ιερέας: «Γιατί μου το λες αυτό;» Εκείνος αποκρίθηκε: «Την παρθένο που παρέλαβε από το Ναό του Κυρίου, τη μόλυνε, ολοκλήρωσε το γάμο με αυτήν κρυφά και δεν το φανέρωσε στους υιούς Ισραήλ». Αναρωτήθηκε τότε ο ιερέας: «Έκανε τέτοιο πράγμα ο Ιωσήφ;». «Στείλε υπηρέτες και θα βρεις έγκυο την παρθένο”, απάντησε ο Άννας ο γραμματέας. Πήγαν οι υπηρέτες και τη βρήκαν στην κατάσταση που περιέγραψε ο Άννας. Οδήγησαν τότε αυτήν και τον Ιωσήφ στο δικαστήριο. 3. Είπε ο ιερέας: «Μαρία, γιατί το έκανες αυτό; γιατί ταπείνωσες τον εαυτό σου ξεχνώντας τον Κύριο, τον Θεό σου; Εσύ που ανατράφηκες στα άγια των αγίων και λάμβανες τροφή απο χέρι αγγέλου, εσύ που άκουσες τους ύμνους και χόρεψες μπροστά στο Θεό, γιατί το έκανες αυτό;». Εκείνη έκλαψε πικρά λέγοντας: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, είμαι καθαρή ενώπιον Του και δεν έχω σχέση με άντρα». 4. Είπε τοτε ο ιερέας στον Ιωσήφ: «Γιατί το έκανες αυτο;» Ο Ιωσήφ απάντησε: «Ζει Κύριος, εγώ είμαι καθαρός με αυτήν». Και ο ιερέας πρόσθεσε: «Μην παίρνεις ψεύτικο όρκο αλλά φανέρωσε την αλήθεια· ολοκλήρωσες κρυφά το γάμο μαζί της, δεν το φανέρωσες στους υιούς Ισραήλ, αλλά και δεν έσκυψες το κεφάλι σου στο κραταιό (θεϊκό) χέρι, για να ευλογηθεί το σπέρμα σου». Ο Ιωσήφ έμεινε σιωπηλός.
16. 1. Είπε ο ιερέας: «Δώσε πίσω την παρθένο που παρέλαβες απο το Ναό του Κυρίου». Τότε ο Ιωσήφ άρχισε να κλαίει. Ο ιερέας συνέχισε: «Θα σας δώσω να πιείτε το ‘ύδωρ της ελέγξεως του Κυρίου’ που θα φανερώσει ενώπιον σας τις αμαρτίες σας». 2. Πήρε ο ιερέας και έδωσε στον Ιωσήφ να πιεί, στέλνοντας τον στο βουνό. Και επέστρεψε σώος. Έδωσε και στη Μαριάμ να πιει στέλνοντάς την στο βουνό. Και επέστρεψε σώα. Θαύμασε τότε όλος ο λαός , αφού δεν βρέθηκε αμαρτία σε αυτούς. 3. Και είπε ο ιερέας: «Αφού ο Κύριος δεν αποκάλυψε αμαρτίες σε σας, ούτε εγώ σας κατακρίνω» και τους άφησε ελεύθερους. Πήρε ο Ιωσήφ τη Μαριάμ και επέστρεψε στο σπίτι του χαρούμενος και δοξάζοντας το Θεό του Ισραήλ.
17. 1. Ο βασιλιάς Αύγουστος εξέδωσε διαταγή να απογραφούν όλοι όσοι κατάγονται απο τη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Και αναλογίστηκε ο Ιωσήφ: «Εγώ θα απογράψω τους γιους μου, με αυτό το κορίτσι όμως τι να κάνω; Πώς θα την απογράψω; Ως γυναίκα μου; Ντρέπομαι. Ως θυγατέρα μου; Μα όλοι οι υιοί Ισραήλ γνωρίζουν καλά ότι δεν είναι κόρη μου. Αυτή είναι η ημέρα του Κυρίου, ας ενεργήσει όπως θέλει». 2. Έστρωσε το υποζύγιο, την έβαλε να καθίσει, πήρε τα γκέμια ο γιος του και ο Ιωσήφ ακολουθούσε. Πορεύτηκαν κοντά τρία μίλια έτσι. Σε μια στιγμή ο Ιωσήφ στράφηκε και είδε τη Μαρία σκυθρωπή και αναλογίστηκε: «Ίσως ο καρπός της την κάνει να πονά». Γυρίζει πάλι ο Ιωσήφ και την είδε να γελά, και είπε: «Μαρία, τι συμβαίνει; Το πρόσωπο σου το βλέπω πότε γελαστό και πότε σκυθρωπό». Η Μαρία απάντησε: «Είναι επειδή βλέπω ενώπιον μου δύο λαούς, έναν που κλαίει και θρηνεί και έναν που χαίρεται και αναγαλλιάζει». 3. Είχαν διασχίσει τη μισή διαδρομή και είπε η Μαριάμ: «Κατέβασε με από το υποζύγιο, επειδή αυτό που υπάρχει μέσα μου με πιέζει να εξέλθει». Την κατέβασε από το υποζύγιο και της είπε: «Πού να σε πάω και πού να σκεπάσω τη ντροπή σου; Ο τόπος είναι έρημος».
18. 1. Εκεί βρήκε ένα σπήλαιο, την έβαλε μέσα και άφησε τους γιους του να την φροντίζουν. Κατόπιν βγήκε να αναζητήσει μαμή στα μέρη της Βηθλεέμ. 2. Εγώ ο Ιωσήφ περπατούσα και όμως δεν προχωρούσα, έστρεψα το βλέμμα μου ψηλά και είδα τον αέρα πλημμυρισμένο με φως, σήκωσα τα μάτια μου στον ουρανό και τον είδα σταματημένο και τα ουράνια πουλιά ακίνητα. Και κοίταξα προς τη γη και είδα χάμω μια σκάφη και εργάτες ανασηκωμένους με τα χέρια μέσα στη σκάφη· όσοι έτρωγαν δεν έτρωγαν και όσοι σήκωναν το κεφάλι δεν μπορούσαν να το κατεβάσουν, όσοι πάλι άνοιγαν το στόμα τους δεν μπορούσαν να το κλείσουν, αλλά ολονών τα πρόσωπα ήταν στραμμένα προς τον ουρανό. Είδα και πρόβατα να περνούν και τα πρόβατα στάθηκαν ακίνητα και, όταν σήκωσε το χέρι του ο βοσκός για να τα χτυπήσει, έμεινε υψηλά. Και έριξα τα μάτια μου στον χείμαρρο και διέκρινα τα στόματα των μικρών προβάτων ανοιχτά χωρίς να πίνονν. Και ξαφνικά όλα εξακολούθησαν την πορεία τους.
19. 1. Και να μια γυναίκα που κατέβαινε απο το βουνό με ρώτησε: «Άνθρωπε που πηγαίνεις;» Εγώ απάντησα: “Ψάχνω μαμή Εβραία». Εκείνη μου αποκρίθηκε: «Και ποια είναι η ετοιμόγεννη στο σπήλαιο;» Εγώ απάντησα: «Η μνηστή μου». Μου είπε: «Δεν είναι σύζυγός σου;» Εγώ αποκρίθηκα: «Είναι η Μαριάμ που ανατράφηκε στο Ναό του Κυρίου και μου έλαχε ως γυναίκα υπό την προστασία μου. Φυσικά, λοιπόν, δεν είναι σύζυγός μου, αλλά έχει συλλάβει καρπό απο το Άγιο Πνεύμα». «Είναι αλήθεια αυτό;». «Έλα και δες», απάντησε ο Ιωσήφ και η μαμή πήγε μαζί του. 2. Σταμάτησαν όταν έφτασαν στο χώρο του σπηλαίου και να ένα φωτεινό σύννεφο επεσκίαζε το σπήλαιο και η μαμή αναφώνησε: «Γέμισε από δόξα η ψυχή μου σήμερα, παράδοξα είδαν τα μάτια μου, γιατί σωτήρας γεννήθηκε στον Ισραήλ». Ξάφνου το σύννεφο υποχώρησε από το σπήλαιο και φως μεγάλο έλαμψε μέσα στο σπήλαιο, ώστε ήταν αδύνατον να αντέξουν τα μάτια μας. Σε λίγο και εκείνο το φως έσβησε, ώσπου φάνηκε το βρέφος που ήρθε και πήρε το μαστό της μητέρας του, της Μαρίας. Και η μαμή ανεβόησε: «Μεγάλη μέρα για μένα σήμερα που είδα το καινούργιο αυτό θέαμα». 3. Βγαίνοντας η μαμή απο το σπήλαιο συνάντησε τη Σαλώμη και της είπε: “Σαλώμη, Σαλώμη, καινούργιο θέαμα έχω να σου διηγηθώ, μια παρθένος γέννησε παιδί που δεν το χωρά η φύση της». Και η Σαλώμη απάντησε: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, μα αν δεν βάλω το δάκτυλο μου στη φύση της για να ερευνήσω, δεν θα πιστέψω οτι μια παρθένος γέννησε».
20. 1. Μπήκε στο σπήλαιο η μαμή και είπε στη Μαριάμ: «Πάρε την κατάλληλη θέση, γιατί μεγάλη φιλονικία υπάρχει γύρω απο εσένα». Έβαλε η Σαλώμη το δάκτυλό της στη φύση και έκραξε: «Αλίμονο στην αμαρτία και στην απιστία μου που θέλησα να δοκιμάσω τη δύναμη του ζώντος Θεού και να το χέρι μου αποκόπτεται με φωτιά». 2. Έπεσε στα γόνατα τότε λέγοντας στο Δεσπότη: «Θεέ των πατέρων μου, θυμήσου ότι είμαι απόγονος του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, κατάταξε με ανάμεσα στους πτωχούς, Συ γνωρίζεις δέσποτα, ότι έκανα θεραπείες στο όνομα σου και από Εσένα λάμβανα την ανταπόδοση μου». 3. Και να άγγελος Κυρίου ήρθε και της είπε: «Σαλώμη, Σαλώμη, σε άκουσε ο Κύριος, πρόσφερε το χέρι σου στο παιδί και κράτησέ το στην αγκαλιά, έτσι θα σωθείς και θα χαρείς». 4. Προσήλθε τότε η Σαλώμη, κράτησε το παιδί και είπε: «Θα προσκυνήσω Αυτό γιατί γεννήθηκε μεγάλος βασιλιάς στον Ισραήλ». Αμέσως θεραπεύτηκε η Σαλώμη, και βγήκε συγχωρημένη απο το σπήλαιο. Και τότε φωνή ακούστηκε να λέει: «Σαλώμη, Σαλώμη, μην αναγγείλεις όσα παράδοξα είδες, μέχρι να μπει το παιδί στα Ιεροσόλυμα».
21. 1. Και να ο Ιωσήφ ετοιμάστηκε να φύγει προς την Ιουδαία και θορυβος ξέσπασε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας· ήλθαν μάγοι ρωτώντας: «Πού βρίσκεται ο νεογέννητος βασιλιάς των Ιουδαίων; Είδαμε το αστέρι Του να ανατέλλει στην ανατολή και ήρθαμε να Τον προσκυνήσουμε». 2. Όταν το άκουσε ο Ηρώδης, ταράχτηκε και έστειλε υπηρέτες στους μάγους. Έστειλε και κάλεσε τους αρχιερείς και τους ανέκρινε ρωτώντας: «Πώς αναφέρονται τα σχετικά με τον Χριστό; Πού γεννιέται;» Εκείνοι απάντησαν: «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, έτσι έχει γραφτεί». Αφού τους απέλυσε, ανέκρινε τους μάγους ρωτώντας: «Τι σημάδι είδατε για το γεννημένο βασιλιά;» Οι μάγοι απάντησαν: «Είδαμε ένα υπερμεγέθη αστέρα που έλαμψε και συσκότισε τους υπολοίπους, ώστε να μην φαίνονται· έτσι εμείς αντιληφθήκαμε ότι γεννήθηκε βασιλιάς στον Ισραήλ και ήλθαμε να τον προσκυνήσουμε». Είπε τότε ο Ηρώδης: «Πηγαίνετε και αναζητήστε τον και αν τον βρείτε, ειδοποιήστε και εμένα, για να τον προσκυνήσω». 3. Έφυγαν οι μάγοι και να ο αστέρας που είχαν δει στην ανατολή, τους οδηγούσε έως οτου έφτασαν στο σπήλαιο, και στάθηκε στην κορυφή του. Είδαν τότε οι μάγοι το παιδί με τη μητέρα Του και έβγαλαν από τους σάκκους τους χρυσό, λίβανο και σμύρνα. 4. Αφού οι μάγοι πήραν οδηγίες από άγγελο να μην μπούνε στην Ιουδαία, απο άλλο δρόμο πορεύτηκαν για την πατρίδα τους.
22. 1. Όταν κατάλαβε ο Ηρώδης οτι τον ξεγέλασαν οι μάγοι, οργίστηκε και έστειλε φονιάδες παραγγέλνοντας τους: «Σκοτώστε τα βρέφη απο δύο χρονών και κάτω». 2. Όταν άκουσε η Μαριάμ ότι σκοτώνονν τα βρέφη, φοβισμένη πήρε το παιδί, το σπαργάνωσε και το έκρυψε σε ένα παχνί βοδιών. 3. Η δε Ελισάβετ όταν πληροφορήθηκε ότι ψάχνονν τον Ιωάννη, τον άρπαξε και κατευθύνθηκε προς την ορεινή περιοχή, ψάχνοντας χώρο για να τον κρυψει, αλλά χώρος για κρύψιμο δεν υπήρχε. Αναστέναξε τότε η Ελισάβετ με δυνατή φωνή και είπε: «Όρος Θεού δέξου τη μητέρα με το παιδί της». Και επειδή η Ελισάβετ δεν μπορούσε να ανέβει, αμέσως σχίστηκε το όρος και την δέχτηκε. Υπήρχε φως που τους φώτιζε, γιατί άγγελος Κυρίου ήταν μαζί τους και τους προστάτευε.
23. 1. Ο Ηρώδης έψαχνε τον Ιωάννη και έστειλε υπηρέτες στον Ζαχαρία ρωτώντας: «Πού έκρυψες τον γιο σου; «Αυτός τους αποκρίθηκε: «Εγώ είμαι λειτουργός του Θεού και βρίσκομαι στο Ναό του Κυρίου, δεν ξέρω που είναι ο γιος μου». 2. Έφυγαν οι υπηρέτες και ανακοίνωσαν στον Ηρώδη όλα αυτά. Οργισμένος ο Ηρώδης είπε: «Ο γιος του θα βασιλέψει στο Ισραήλ». Έστειλε πάλι υπηρέτες σε αυτόν ρωτώντας: «Πες την αλήθεια, που είναι ο γιος σου; Γνωρίζεις καλά ότι η ζωή σου είναι στα χέρια μου». 3. Και είπε ο Ζαχαρίας: «Μάρτυρας του Θεού θα γίνω αν χύσεις το αίμα μου, γιατί την ψυχή μου θα τη δεχτεί ο Δεσπότης, αφού αίμα αθώο χύνεις στα πρόθυρα του Ναού του Κυρίου». Στο γλυκοχάραμα σκότωσαν τον Ζαχαρία, οι υιοί όμως του Ισραήλ δεν γνώριζαν το φόνο.
24. 1. Αλλά την ώρα του ασπασμού έφυγαν οι ιερείς και δεν πήραν την ευλογία του Ζαχαρία συμφωνα με την τάξη. Στάθηκαν λοιπόν οι ιερείς περιμένοντας να ασπαστούν τον Ζαχαρία κατά την διάρκεια της προσευχής και να δοξάσουν τον Ύψιστο. 2. Αργούσε να φανεί και όλοι φοβήθηκαν, ένας μάλιστα από αυτούς τόλμησε και μπήκε, και είδε δίπλα στο θυσιαστήριο ξεραμένο αίμα και ακούστηκε μια φωνή να λέει: «Ο Ζαχαρίας φονεύτηκε και δεν θα εξαλειφθεί η μνήμη του φόνου, έως ότου έρθει αυτός που θα αποδώσει δικαιοσύνη». Όταν άκουσε αυτά φοβήθηκε, βγήκε έξω και ανήγγειλε τα συμβάντα στους ιερείς. 3. Τόλμησαν τότε και εισήλθαν και είδαν τι είχε γίνει, μέχρι και οι αψίδες του Ναού γέμισαν με τους εκκωφαντικούς θρήνους των ιερέων που ξέσχισαν τα ρούχα τους απο πάνω έως κάτω. Το σώμα του όμως δεν το βρήκαν παρά μόνο το αίμα του που είχε γίνει σαν πέτρα. Έντρομοι βγήκαν έξω και ανήγγειλαν στο λαό ότι ο Ζαχαρίας είχε φονευτεί. Το έμαθαν όλες οι φυλές του λαού, τον πένθησαν και τον θρήνησαν για τρία μερόνυκτα. 4. Μετά απο τρεις ημέρες συσκέφτηκαν οι ιερείς για τον αντικαταστάτη του και ο κλήρος έλαχε στον Συμεών. Αυτός είχε πληροφορηθεί από το άγιο Πνεύμα ότι δεν θα έβλεπε θάνατο έως ότου δει τον Μεσσία σαρκωμένο.
25. Εγώ ο Ιάκωβος που έγραψα την ιστορία αυτή στην Ιερουσαλήμ, όταν δημιουργήθηκε θόρυβος με το θάνατο του Ηρώδη, αποσύρθηκα στην έρημο ώσπου καταλάγιασε ο θόρυβος στην Ιερουσαλήμ, δοξάζοντας τον Δεσπότη Θεό που μου έδωσε τη χάρη και τη σοφία να συγγράψω αυτή την ιστορία. Ας είναι η χάρις σε όσους σέβονται τον Κύριο Ιησού Χριστό του οποίου η δόξα ας παρατείνεται στους αιώνες. Αμήν.