Αριθμός 1854/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μυρσίνη Παπαχίου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αικατερίνη Βλάχου, Γεωργία Κατσιμαγκλή, Ασπασία Μεσσηνιάτη – Γρυπάρη και Σωκράτη Πλαστήρα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 16 Σεπτεμβρίου 2022, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “…” και ήδη “…”, που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αντώνιο Χονδρόπουλο με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και ο οποίος, στην ως άνω από 1-9-2022 δήλωση, καθώς και με τις κατατεθείσες προτάσεις του δήλωσε την ως άνω μεταβολή της αναιρεσείουσας.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Π. Μ. του Δ. και 2) Ι. Π. του Κ., κατοίκων …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αριστομένη Σκούλικα με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 3-12-2013 αίτηση των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Καλαμάτας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 48/2016 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 399/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 4-11-2019 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγητή τον Αρεοπαγίτη Σωκράτη Πλαστήρα, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση από 4-11-2019 αίτηση αναιρέσεως, κατά της, εκδοθείσας κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 έως 741 επ. του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρο 15 του Ν. 3869/2010 “ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων”), υπ’ αριθμ. 399/2017 αποφάσεως του ως εφετείου δικάσαντος Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1 του ΚΠολΔ), είναι, επομένως, παραδεκτή (άρθρα 577 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 577 παρ. 3 του ΚΠολΔ).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 560 παρ. 2 του ΚΠολΔ, κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, επιτρέπεται αναίρεση και αν το δικαστήριο δεν συγκροτήθηκε όπως ορίζει ο νόμος. Μη νόμιμη συγκρότηση του δικαστηρίου υπάρχει, εάν δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.) ή των ειδικών νόμων που αφορούν τη σύνθεσή του, δηλαδή την κατά νόμο σύστασή του για την ασκούμενη από αυτό δικαιοδοτική αρμοδιότητα και την αναπλήρωση των κωλυόμενων μελών του. Ο αναιρετικός αυτός λόγος, συνδεόμενος με την επιταγή του άρθρου 8 εδ. α’ του Συντάγματος, που επαναλήφθηκε στο άρθρο 109 παρ. 1 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία “κανένας δε στερείται χωρίς τη θέλησή του το δικαστή που του έχει ορίσει ο νόμος”, ιδρύεται μόνον όταν η σχετική πλημμέλεια βαρύνει τη σύνθεση του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Συναφώς, το άρθρο 305 αριθμ. 1 του ΚΠολΔ ορίζει ότι το πρωτότυπο της απόφασης πρέπει να αναφέρει τη σύνθεση του δικαστηρίου. Ο καθορισμός της σύνθεσης του δικαστηρίου, με την έννοια του προσδιορισμού του συγκεκριμένου δικαστή ή των συγκεκριμένων δικαστών που θα εκδικάσουν τις υποθέσεις, γίνεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 15 του Ν. 1756/1988 (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.), όπως η τελευταία αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του Ν. 2172/1993 και τροποποιήθηκε μεταγενέστερα. Περαιτέρω με τη διάταξη του άρθρου 17Α του ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ. 3 του Ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α 165), όπως ισχύει από 1-1-2022 [άρθρο 1 και 120 του ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α’ 190)] και σύμφωνα με την παρ. 1β’ άρθρου 116 του αυτού νόμου, όπως διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του ν. 4871/2021(ΦΕΚ Α’ 246) εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις, ορίζεται ότι: “Στην αρμοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων υπάγονται και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων της περιφέρειάς τους. Στην περίπτωση αυτή τα μονομελή πρωτοδικεία συγκροτούνται από πρόεδρο πρωτοδικών ή έναν από τους αρχαιότερους κατά διορισμό πρωτοδίκες που ορίζεται με πράξη του προϊσταμένου ή του εκτελούντος χρέη προϊσταμένου προέδρου πρωτοδικών”. Επομένως, ιδρύεται αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 2 του άρθρου 560 ΚΠολΔ για κακή σύνθεση, όταν το Μονομελές Πρωτοδικείο που δίκασε κατ` έφεση συγκροτήθηκε από νεώτερο, κατά διορισμό, πρωτοδίκη, εφόσον στο ίδιο δικαστήριο υπηρετούσε πρόεδρος πρωτοδικών ή αρχαιότερος αυτού πρωτοδίκης (ΑΠ 311/2022, ΑΠ 1279/2021, ΑΠ 1077/2020, ΑΠ 422/2020, ΑΠ 26/2019, ΑΠ 219/2019). Στην ερευνώμενη υπόθεση, με τον πρώτο, από τον αριθμό 2 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ, λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια της μη νόμιμης σύνθεσης του δικαστηρίου της ουσίας, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, συνιστάμενη στο ότι το Μονομελές Πρωτοδικείο Καλαμάτας, που δίκασε ως Εφετείο, κατά τη συνεδρίαση της 18-10-2017, την από 3-3-2017 έφεση των αναιρεσιβλήτων κατά της 48/2016 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Καλαμάτας, συγκροτήθηκε από τον πρωτοδίκη Μιχαήλ Ελβαντζόγλου κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 17Α του ΚΠολΔ, που ρυθμίζει τη σύνθεση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, όταν δικάζει έφεση κατά απόφασης του Ειρηνοδικείου, αφού ο τελευταίος, κατά το χρόνο που δίκασε την εν λόγω έφεση των αναιρεσιβλήτων, ήταν ο νεώτερος, κατά διορισμό, πρωτοδίκης, ενώ κατά τον ίδιο χρόνο, υπηρετούσαν στο ίδιο δικαστήριο, η Πρόεδρος Πρωτοδικών καθώς και τέσσερις Πρωτοδίκες, αρχαιότεροι αυτού, εκ των οποίων ο ένας (αρχαιότερος Πρωτοδίκης), δίκασε την ίδια ημέρα συζητήσεως της πιο πάνω εφέσεως (18-10-2017), άλλες υποθέσεις. Ο λόγος αυτός, παραδεκτά προτείνεται για πρώτη φορά ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 562 παρ.2 στοιχ. γ’ του ΚΠολΔ, ενόψει του ότι ο ισχυρισμός στον οποίο στηρίζεται, της κακής σύνθεσης του δικαστηρίου, αφορά τη δημόσια τάξη (ΑΠ 311/2022, ΑΠ 1279/2021, ΑΠ 1077/2020). Από την παραδεκτή, κατ` άρθρο 561 παρ. 2 του ΚΠολΔ, επισκόπηση από τον Άρειο Πάγο των διαδικαστικών εγγράφων, για την έρευνα της βασιμότητας του παραπάνω αναιρετικού λόγου, προκύπτει ότι πράγματι ο προαναφερόμενος πρωτοδίκης Μιχαήλ Ελβαντζόγλου, που αποτέλεσε τη σύνθεση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας, στις 18-10-2017, κατά την οποία συζητήθηκε η από 3-3-2017 έφεση των αναιρεσιβλήτων κατά της 48/2016 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Καλαμάτας, είχε διορισθεί ως πάρεδρος Πρωτοδικείου με π.δ/γμα της 22-7-2016, που δημοσιεύθηκε στις 2-8-2016 στο ΦΕΚ 735 (τεύχος τρίτο) και ακολούθως προήχθη στο βαθμό του πρωτοδίκη στις 26-2-2017 με π.δ/γμα που δημοσιεύθηκε στις 7-8-2017 στο ΦΕΚ 772(τεύχος τρίτο). Περαιτέρω προέκυψε ότι, κατά τον ίδιο χρόνο συζητήσεως της πιο πάνω έφεσης, υπηρετούσαν στο Πρωτοδικείο Καλαμάτας, η Πρόεδρος Πρωτοδικών Δήμητρα Πιπερίγκα και οι Πρωτοδίκες Παρασκευή Κοντού, Χριστίνα Ντάφου, Δημήτριος Τερζής και Εμμανουήλ Αλοίζος. Οι ως άνω, είχαν διοριστεί ως Πρωτοδίκες με το π.δ/γμα στις 25-2-2016 που δημοσιεύθηκε στις 9-3-2016 στο ΦΕΚ 211(τεύχος τρίτο) και ήταν αρχαιότεροι κατά διορισμό από τον πρωτοδίκη Μιχαήλ Ελβαντζόγλου και κατά την παραπάνω ημερομηνία συζήτησης της ένδικης έφεσης, ένας εξ αυτών δίκασε άλλες υποθέσεις.
Συνεπώς, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, δεν ήταν νόμιμη η συγκρότηση του δικαστηρίου της ουσίας που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού έγινε κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 17Α του ΚΠολΔ και, συνεπώς, το πιο πάνω δικαστήριο υπέπεσε στην προβλεπόμενη από το άρθρο 560 παρ.2 ΚΠολΔ πλημμέλεια. Επομένως, ο πρώτος αναιρετικός λόγος είναι βάσιμος. Κατ` ακολουθία, με την παραδοχή του άνω πρώτου λόγου της αναίρεσης που γίνεται δεκτός, η αναιρετική εμβέλεια του οποίου καθιστά αλυσιτελή την εξέταση του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολο της και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο, που την εξέδωσε και του οποίου είναι δυνατή η συγκρότηση από άλλο Δικαστή εκτός εκείνου που δίκασε (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην αναιρεσείουσα του παραβόλου, που αυτή κατέθεσε για την άσκηση της αναίρεσης (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει και εφαρμόζεται στην προκειμένη υπόθεση μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 που ισχύει, κατ’ άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 και 4 αυτού, για τα ένδικα μέσα που κατατίθενται από 1-1-2016). Διάταξη περί δικαστικής δαπάνης δεν ορίζεται, έστω και εάν πρόκειται για υπόθεση που κρίνεται κατά τους κανόνες της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθρο 3 εδ. β` του ν. 3869/2010), διότι η δικαστική διαδικασία του εν λόγω νόμου δεν επιτρέπει την εφαρμογή του άρθρου 746 του ΚΠολΔ, καθόσον επικρατεί η ειδικότερη ρύθμιση, που προβλέπει η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 6 εδ. β` του ν 3869/2010, κατά την οποία “δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται…” και το οποίο εφαρμόζεται και στην αναιρετική δίκη (ΑΠ 1171/2022, ΑΠ 59/2021, ΑΠ 52/2019).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την με αριθμ. 399/2017 απόφαση του, δικάσαντος ως Εφετείου, Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο ως άνω Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλον Δικαστή, εκτός εκείνου που δίκασε. Και
Διατάσσει την επιστροφή στην αναιρεσείουσα του παραβόλου που κατέθεσε για την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 7 Οκτωβρίου 2022.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 7 Νοεμβρίου 2022.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Πηγή :