ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Γ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Περιληψη
Οι συνιδιοκτήτες κοινής οικοδομής, η οποία υπάγεται στο καθεστώς του Ν. 3741/1929 ‘’περί ιδιοκτησίας κατ` ορόφους’’, μπορούν να ρυθμίσουν ελεύθερα με σύμβαση, που καταρτίζεται με την σύμπραξη όλων, διά συμβολαιογραφικού εγγράφου που μεταγράφεται, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, τόσο ως προς τα αναγκαστικά αδιαίρετα (κοινά) μέρη της οικοδομής, όσο και ως προς τις χωριστές οριζόντιες ιδιοκτησίες κατ` ορόφους ή διαμερίσματα ορόφων και μάλιστα κατά παρέκκλιση από τις ενδοτικού δικαίου διατάξεις του ανωτέρω νόμου και του αστικού κώδικα. Στην περίπτωση αυτή οι κατά τον τρόπο αυτό δημιουργούμενοι περιορισμοί της κυριότητας έχουν το χαρακτήρα δουλείας και δεσμεύουν και τους διαδόχους των εξαρχής συμβληθέντων ή εκείνων που προσχώρησαν μεταγενέστερα στον καταρτισθέντα με τη σύμβαση κανονισμό. Συνεπώς, με τον κανονισμό εγκύρως καθιερώνονται περιορισμοί και απαγορεύσεις στη χρήση των ανωτέρω πραγμάτων και πέραν των αναφερομένων στο άρθρο 3 του ανωτέρω νόμου, οπότε, αν με κάποιο όρο απαγορεύεται στους συνιδιοκτήτες η ενέργεια μεταβολών σε κάθε περίπτωση ή ορισμένη χρήση των πραγμάτων αυτών, η απαγόρευση ισχύει και όταν από την απαγορευμένη πράξη δεν παραβλάπτεται η χρήση, ούτε θίγονται τα δικαιώματα των άλλων συνιδιοκτητών τους ή του όλου οικοδομήματος.
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 26/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Δ.Π..
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………. και 2) ………….. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Γεωργία Θεοδωροπούλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Της ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: …………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Βασίλειο Παρρή (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Η ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗ – ΕΝΑΓΟΥΣΑ άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά των εκκαλούντων – εναγόμενων καθώς και της τρίτης εναγόμενης ………..την από 10-10-2022, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης, αντίστοιχα (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ.) ………../25-10-2022 αγωγή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’αρ. 612/24-2-2023 οριστική απόφασή του (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), απέρριψε την αγωγή ως προς την τρίτη εναγόμενη και έκανε εν μέρει δεκτή αυτή (αγωγή) ως προς τους πρώτο και δεύτερη των εναγόμενων.
Την ως άνω απόφαση προσβάλλουν οι πρώτος και δεύτερη των εναγόμενων – ήδη εκκαλούντες με την κρινόμενη από 16-6-2023 έφεσή τους, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ. ……/19-6-2023, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ. ……../20-6-2023 και η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο με αρ. ………
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνηση της έφεσης από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ύστερα από δήλωσή τους που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του δικαστηρίου αλλά προκατέθεσαν προτάσεις.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’αρ. 612/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 παρ.2, 615 επ. ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 591 παρ.1 ΚΠολΔ) και εντός της νόμιμης προθεσμίας των 30 ημερών (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στις 31-5-2023, όπως προκύπτει από την σχετική επισημείωση πάνω στο σώμα αντιγράφου αυτής του δικαστικού επιμελητή …………, και η κατάθεση της ένδικης έφεσης, ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έλαβε χώρα στις 19-6-2023, όπως προκύπτει από την προαναφερθείσα έκθεση κατάθεσης. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 19, 522 ,533 παρ.1, 2 ΚΠολΔ). Έχει κατατεθεί δε, εκ μέρους των εκκαλούντων, το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ.α ΚΠολΔ παράβολο, όπως επίσης προκύπτει από την έκθεση κατάθεσης της Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς κάτωθεν του δικογράφου της έφεσης.
Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1002 ΑΚ, 1, 2 παρ.1, 3, 4 παρ.1, 5 και 13 του Ν. 3741/1929 ‘’περί ιδιοκτησίας κατ` ορόφους’’, που, κατά το άρθρο 54 του ΕισΝΑΚ, διατηρήθηκαν σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα, οι συνιδιοκτήτες κοινής οικοδομής, η οποία υπάγεται στο καθεστώς του νόμου αυτού, μπορούν να ρυθμίσουν ελεύθερα με σύμβαση, που καταρτίζεται με την σύμπραξη όλων, διά συμβολαιογραφικού εγγράφου που μεταγράφεται, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, τόσο ως προς τα αναγκαστικά αδιαίρετα (κοινά) μέρη της οικοδομής, όσο και ως προς τις χωριστές οριζόντιες ιδιοκτησίες κατ` ορόφους ή διαμερίσματα ορόφων και μάλιστα κατά παρέκκλιση από τις ενδοτικού δικαίου διατάξεις του ανωτέρω νόμου και του αστικού κώδικα. Στην περίπτωση αυτή οι κατά τον τρόπο αυτό δημιουργούμενοι περιορισμοί της κυριότητας έχουν το χαρακτήρα δουλείας και δεσμεύουν και τους διαδόχους των εξαρχής συμβληθέντων ή εκείνων που προσχώρησαν μεταγενέστερα στον καταρτισθέντα με τη σύμβαση κανονισμό. Συνεπώς, με τον κανονισμό εγκύρως καθιερώνονται περιορισμοί και απαγορεύσεις στη χρήση των ανωτέρω πραγμάτων και πέραν των αναφερομένων στο άρθρο 3 του ανωτέρω νόμου. Κατ` ακολουθία τούτων, αν με κάποιο όρο απαγορεύεται στους συνιδιοκτήτες η ενέργεια μεταβολών σε κάθε περίπτωση ή ορισμένη χρήση των πραγμάτων αυτών, η απαγόρευση ισχύει και όταν από την απαγορευμένη πράξη δεν παραβλάπτεται η χρήση, ούτε θίγονται τα δικαιώματα των άλλων συνιδιοκτητών τους ή του όλου οικοδομήματος, ούτε μεταβάλλεται ο συνήθης προορισμός του [ΑΠ 881/2019, ΑΠ 417/2019, Εφ.Πειρ.(Μον). 161/2022, Εφ.Αιγ.(Μον). 92/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Σε περίπτωση δε παραβίασης διατάξεων του κανονισμού της πολυκατοικίας κάθε συνιδιοκτήτης, έχει το δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, όπως και την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, δικαίωμα που στην περίπτωση αυτή ασκείται σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του νόμου [ΑΠ 1655/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ.(Μον.) 161/2022 ο.π.].
Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα – ήδη εφεσίβλητη εξέθετε στην ως άνω από 10-10-2022 αγωγή της, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου της, ότι είναι κυρία, νομέας και κάτοχος του περιγραφόμενου σε αυτή διαμερίσματος, ευρισκομένου στον τέταρτο πάνω από το ισόγειο όροφο πολυκατοικίας επί της οδού ………, στην περιοχή ……. του Δήμου Πειραιά, η οποία έχει υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 περί οροφοκτησίας, δυνάμει της αναφερόμενης στην αγωγή συμβολαιογραφικής πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας, που έχει μεταγραφεί νόμιμα. Ότι οι εναγόμενοι, εκ των οποίων οι δύο πρώτοι τυγχάνουν συγκύριοι, συννομείς και συγκάτοχοι του περιγραφόμενου στην αγωγή της διαμερίσματος του πέμπτου πάνω από το ισόγειο ορόφου της ίδιας ως άνω πολυκατοικίας και η τρίτη – θυγατέρα των δύο πρώτων εναγόμενων, σύνοικος του συγκεκριμένου διαμερίσματος, παραβιάζουν, με τις αναλυτικά αναφερόμενες στο αγωγικό δικόγραφο ενέργειες τους, τις διατάξεις του Κανονισμού που διέπει τις σχέσεις των συνιδιοκτητών της ανωτέρω πολυκατοικίας. Ζητούσε δε ακολούθως η ενάγουσα: 1) Να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να μην φωνασκούν, να μη δημιουργούν θορύβους με τα έπιπλα, να μην προγραμματίζουν θορυβώδεις συναθροίσεις πολλών ατόμων σε ώρες κοινής ησυχίας και γενικώς να μη δημιουργούν κανέναν θόρυβο κυρίως κατά τις ώρες κοινής ησυχίας. 2) Να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να μην την εξυβρίζουν και να μην της ομιλούν υποτιμητικά. 3) Να απαγορευθεί στον πρώτο εναγόμενο να απενεργοποιεί τον γενικό διακόπτη λειτουργίας του μηχανισμού των ψησταριών της πολυκατοικίας. 4) Να απαγορευθεί στον πρώτο εναγόμενο να χρησιμοποιεί το κoινόχρηστο νερό για το πλύσιμο των αυτοκινήτων του και του κατοικίδιου ζώου του. 5) Να παύσουν οι εναγόμενοι να ρίπτουν νερά στον εξώστη του διαμερίσματός της και να την ενημερώνουν κάθε φορά που επιθυμούν να καθαρίσουν τον εξώστη του διαμερίσματός τους. 6) Να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να μην αφήνουν το κατοικίδιο ζώο τους να κυκλοφορεί ελεύθερο στους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας. 7) Να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με δική τους δαπάνη, να απομακρύνουν τα προσωπικά τους αντικείμενα από τα κοινόκτητα μέρη της οικοδομής, απειλουμένης κατ΄ αυτών προσωπικής κράτησης έξι μηνών και χρηματικής ποινής πέντε χιλιάδων ευρώ για κάθε παράβαση των ανωτέρω υποχρεώσεων.
Με την εκκαλουμένη απόφασή του, (υπ΄αρ. 612/2023) το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, απέρριψε την αγωγή ως προς την τρίτη εναγόμενη ως απαράδεκτη, λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησής της, ως μη συνιδιοκτήτριας της εν λόγω πολυκατοικίας. Ακολούθως δε, αφού έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή ως προς τους πρώτο και δεύτερη των εναγόμενων (πλην του αιτήματος περί απειλής προσωρινής κράτησης και χρηματικής ποινής, σχετικά με το έβδομο ως άνω αγωγικό αίτημα, το οποίο απορρίφθηκε, αναφορικά με αυτό, ως μη νόμιμο), στη συνέχεια την έκανε εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, ως προς τους ανωτέρω εναγόμενους, και υποχρέωσε αυτούς: 1) Να μην φωνασκούν καθ΄όλη τη διάρκεια της ημέρας και να μην εκπέμπουν θορύβους οιασδήποτε φύσεως κατά τις ώρες κοινής ησυχίας, 2) να μην ρίπτουν ύδατα στον εξώστη (μπαλκόνι) του διαμερίσματος της ενάγουσας, 3) να μην διατυπώνουν υβριστικές και προσβλητικές εκφράσεις προς την ενάγουσα και ειδικότερα ο πρώτος εναγόμενος: 4) Να μην χρησιμοποιεί την υφιστάμενη στην πολυκατοικία εγκατάσταση του κοινοχρήστου νερού για την καθαριότητα του δεσποζόμενου ζώου (σκύλου) συντροφιάς τους και του οχήματός τους, απειλουμένης για καθένα εξ αυτών, προσωπικής κράτησης δύο (2) μηνών και χρηματικής ποινής τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, για κάθε παράβαση έκαστης των ανωτέρω υποχρεώσεών τους, καθώς επίσης υποχρέωσε τους δύο πρώτους εναγόμενους να απομακρύνουν από την κοινόχρηστη κλίμακα που οδηγεί στο δώμα της πολυκατοικίας άπαντα τα προσωπικά τους αντικείμενα. Τέλος, κατόπιν σχετικού αιτήματος της ενάγουσας, κήρυξε την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή στο σύνολό της και επέβαλε τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας εις βάρος των δύο πρώτων εναγόμενων, τα οποία όρισε στο ποσό των 400 ευρώ.
Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονούνται οι πρώτος και δεύτερη των εναγόμενων (εφεξής εναγόμενοι) – ήδη εκκαλούντες, με την κρινόμενη έφεσή τους, για τους λόγους που εκθέτουν σ΄ αυτή και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί συνολικά η ως άνω αγωγή της αντιδίκου τους.
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, ήτοι της ……. και του …….., αντίστοιχα, που εξετάστηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού, των υπ΄αρ. ….. και ……/27-1-2023 ένορκων βεβαιώσεων των μαρτύρων .. …. και ……… αντίστοιχα, που επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα – εφεσίβλητη, με επιμέλεια της οποίας λήφθηκαν ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών ….. ……., κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόμενων – ήδη εκκαλούντων (βλ. υπ΄αρ. .. ii και …. ii/ 24-1-2023 εκθέσεις επίδοσης, αντίστοιχα, του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ……..) και της υπ΄αρ. …/26-1-2023 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα …………, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι εναγόμενοι – εκκαλούντες, με επιμέλεια των οποίων λήφθηκε ενώπιον του δικηγόρου Πειραιά …… (ΑΜ/ΔΣΠ: …….), απεστάλη δε αυθημερόν ηλεκτρονικά στο Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της ενάγουσας (βλ. υπ. αρ. …/20-1-2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………..), καθώς και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, πλην του προσκομιζόμενων ψηφιακών αφαιρούμενων δίσκων (usb) που, όπως ορθά κρίθηκε και από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, συνιστούν παράνομο αποδεικτικό μέσο και δεν λαμβάνονται υπόψη, καθόσον περιέχουν δεδομένα ηχογράφησης (ηχητικές καταγραφές) και συγκεκριμένα τις φωνές των εναγόμενων που καταγράφηκαν εν αγνοία τους και χωρίς τη συναίνεσή τους (ΑΠ 996/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Μιχαήλ Μαργαρίτης/Άντα Μαργαρίτη, ΕρμΚΠολΔ, τόμος 1, άρθρο 340 ΚΠολΔ, αρ. 12), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Η ενάγουσα – ήδη εφεσίβλητη και οι εναγόμενοι – ήδη εκκαλούντες, είναι συνιδιοκτήτες της πολυώροφης οικοδομής που βρίσκεται επί της οδού …….. στην περιοχή ….. του Δήμου Πειραιά, η οποία υπήχθη στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 περί οροφοκτησίας, δυνάμει της υπ΄αρ. …./19-5-2010 Πράξης Σύστασης Οριζοντίου Ιδιοκτησίας και Κανονισμού Πολυκατοικίας της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά (τόμ. …. με α.αρ. ….). Ειδικότερα, η ενάγουσα είναι κυρία της υπό στοιχ. Δ1 αυτοτελούς οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος), ευρισκομένου στον τέταρτο πάνω από το ισόγειο όροφο της εν λόγω πολυκατοικίας, επιφάνειας 69 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 199/1000. Την κυριότητα του ως άνω διαμερίσματος απέκτησε η ενάγουσα, δυνάμει του υπ΄αρ. …./24-5-2011 συμβολαίου αγοραπωλησίας της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά (τόμ. …. με α.α. ….), καταχωρίστηκε δε και στο Κτηματολογικό Γραφείο Πειραιά (με αρ. πρωτοκ. δήλωσης ……..), στο οποίο το ανωτέρω ακίνητο φέρει ΚΑΕΚ ……….. Οι δε εναγόμενοι – εκκαλούντες είναι συγκύριοι, σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, της υπό στοιχ. Ε1 αυτοτελούς οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος) ευρισκομένου στον πέμπτο πάνω από το ισόγειο όροφο της ως άνω πολυκατοικίας, επιφάνειας 69 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 199/1000, την συγκυριότητα του οποίου απέκτησαν δυνάμει του υπ΄αρ. ……/15-9-2010 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Αθηνών . ….., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά (τόμ. …. και με α.α. …), καταχωρίστηκε δε και στο Κτηματολογικό Γραφείο Πειραιά, στο οποίο το ανωτέρω ακίνητο φέρει ΚΑΕΚ …………….
Σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 3 του ως άνω Κανονισμού, που διέπει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συνιδιοκτητών της εν λόγω πολυκατοικίας: ‘’Οι κοινόκτητοι και κοινόχρηστοι χώροι, πράγματα και εγκαταστάσεις πρέπει να είναι πάντοτε ελεύθεροι και να μη γίνεται κατάχρηση χρόνου χρήσης τους από τους δικαιούχους συνιδιοκτήτες. Απαγορεύεται σε κάθε δικαιούχο συνιδιοκτήτη να αφήνει στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα έπιπλα, κιβώτια και άλλα κινητά πράγματα και ζώα που εμποδίζουν άλλους συνιδιοκτήτες ή ενοίκους και να προκαλεί θορύβους και άλλες ενοχλήσεις σ’ αυτούς’’. Ακόμη στην παρ.6 του άρθρου 4 του Κανονισμού ορίζεται ότι: ‘’Ο κύριος διηρεμένης ιδιοκτησίας έχει ως προς αυτή όλα τα δικαιώματα προσωπικά ή εμπράγματα που ανήκουν στον κύριο, νομέα η κάτοχο ακινήτου, εφόσον η άσκησή τους δεν παραβαίνει το νόμο και τον παρόντα κανονισμό, δεν εμποδίζει την άσκηση των νoμίμων δικαιωμάτων των άλλων ιδιοκτητών, δεν τους ενοχλεί, ούτε θίγει την ασφάλεια και γενικά την καλαισθησία του κτιρίου’’. Τέλος, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 5 του Κανονισμού: ‘’Κάθε συνιδιοκτήτης υποχρεούται να συμμορφώνεται με τις αστυνομικές διατάξεις και ειδικότερα εκείνες που αφορούν την καθαριότητα, την ησυχία των ενοίκων, την προστασία της κοινωνικής και ηθικής τάξης’’.
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, οι εναγόμενοι – εκκαλούντες, καθώς και η σύνοικος κόρη τους – αρχική τρίτη εναγόμενη, προκαλούν σε τακτική βάση έντονους θορύβους, κατά τις ώρες κοινής ησυχίας αλλά και καθ΄όλη τη διάρκεια της ημέρας, είτε φωνασκώντας διαπληκτιζόμενοι, είτε μετακινώντας έπιπλα και θέτοντας σε λειτουργία την ηλεκτρική σκούπα, αλλά και οργανώνοντας (κυρίως η σύνοικος κόρη τους) θορυβώδεις κοινωνικές συγκεντρώσεις, κατά παράβαση των ως άνω όρων του Κανονισμού της πολυκατοικίας και ειδικότερα της παραγράφου 2 του άρθρου 3, αλλά και της παραγράφου 4 του άρθρου 5 αυτού. Επίσης, προέκυψε ότι, οι εναγόμενοι σε συστηματική βάση ρίπτουν ύδατα στον εξώστη (μπαλκόνι) του διαμερίσματος της ενάγουσας, παρά τις επανειλημμένες παρακλήσεις της τελευταίας να μην το πράττουν, προσβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα δικαιώματα νομής και κυριότητας της ενάγουσας στη διηρημένη ιδιοκτησία της, κατά παράβαση της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ίδιου ως άνω Κανονισμού. Τα παραπάνω αποδείχθηκαν ιδιαιτέρως από την κατάθεση της μάρτυρα της ενάγουσας, ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου,………, που έχει άμεση αντίληψη όσων καταθέτει, καθώς είναι στενή φίλη της ενάγουσας, την οποία επισκέπτεται συχνά στο διαμέρισμά της, όπου η ίδια (η μάρτυρας) έχει ακούσει τους έντονους θορύβους και τις φωνασκίες που προέρχονται από το διαμέρισμα των εναγόμενων, καθώς και τους μεταξύ αυτών διαπληκτισμούς, τόσο κατά τις ώρες κοινής ησυχίας όσο και κατά τις λοιπές ώρες της ημέρας. Το γεγονός ότι η ως άνω μάρτυρας δεν κατοικεί στην πολυκατοικία που κατοικούν οι διάδικοι, δεν την καθιστά λιγότερο αξιόπιστη, ούτε σημαίνει ότι δεν έχει ιδίαν αντίληψη όσων καταθέτει, παρά τους περί του αντιθέτου αβάσιμους ισχυρισμούς των εναγόμενων – εκκαλούντων, που προβάλουν με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους. Εξάλλου, τα ως άνω αποδειχθέντα περιστατικά περί εκπομπής θορύβων και ρίψης υδάτων από το διαμέρισμα των εναγόμενων στον πέμπτο όροφο, επιβεβαιώνει και η ……. στην ως άνω ένορκη βεβαίωσή της. Η μάρτυρας αυτή είναι κάτοικος της εν λόγω πολυκατοικίας σε διαμέρισμα του τρίτου ορόφου, ενοχλείται δε και η ίδια, όπως αναφέρει στην ένορκη βεβαίωσή της, τόσο από τους θορύβους που προκαλούνται από τους εναγόμενους όσο και από τα νερά που ρίπτουν αυτοί από το μπαλκόνι τους και πολλές φορές πέφτουν και στο δικό της μπαλκόνι. Το ότι η ως άνω μάρτυρας δεν κατέθεσε ενώπιον του ακροατηρίου, αλλά έδωσε ένορκη βεβαίωση, δεν σημαίνει ότι τα αναφερόμενα σε αυτή δεν είναι αληθή, όπως επίσης αβάσιμα υποστηρίζουν οι εναγόμενοι στον πρώτο λόγο της έφεσή τους. Το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια ακούγονται συνεχώς ‘’ουρλιαχτά και φωνές ‘’ από το διαμέρισμα των εναγόμενων, αναφέρει και η έτερη ενόρκως βεβαιούσα ……, της οποίας η οικία βρίσκεται επί της οδού ……. αρ. ….., ήτοι απέναντι από την πολυκατοικία που κατοικούν οι διάδικοι. Ο δε ισχυρισμός των εκκαλούντων ότι, δεδομένου ότι το διαμέρισμά τους υπέρκειται αυτού της ενάγουσας, δεν είναι δυνατόν οι φωνασκίες να ακούγονται προς τα κάτω αλλά μόνο προς τα πάνω, δεν υπακούει βέβαια στην κοινή λογική. Ούτε ο ισχυρισμός τους ότι, η ενάγουσα προέβη στην άσκηση της ένδικης αγωγής διότι τους έχει στοχοποιήσει, κρίνεται βάσιμος, καθώς δεν αναφέρουν, ούτε προκύπτει, τι λόγο είχε να το κάνει. Τόσο δε η ενάγουσα στην αγωγή της, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τους εκκαλούντες, όσο και οι προαναφερθείσες μάρτυρες απόδειξης, αναφέρουν με σαφήνεια και πληρότητα συγκεκριμένα περιστατικά εκπομπών θορύβων που προήλθαν από συναθροίσεις και λοιπές αιτίες (διαπληκτισμούς, χτυπήματα πόρτας, λειτουργία ηλεκτρικής σκούπας κατά τις ώρες κοινής ησυχίας κ.α.) στο διαμέρισμα που διαμένουν οι εναγόμενοι. Αντίθετα, η κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης ……….., που εξετάστηκε ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, είναι γενικόλογη και δεν αντικρούει συγκεκριμένα τα παραπάνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, ενώ, ενόψει ότι το διαμέρισμα που κατοικεί βρίσκεται στον δεύτερο όροφο της ως άνω πολυκατοικίας, είναι πιθανό να μην ενοχλείται από τους θορύβους που προκαλούνται στο διαμέρισμα των εναγόμενων, που βρίσκεται, όπως προαναφέρθηκε, στον πέμπτο όροφο αυτής. Εξάλλου, κι ο έτερος μάρτυρας ανταπόδειξης ……., ο οποίος διαμένει στον πρώτο όροφο της ως άνω πολυκατοικίας, ουδέν εισφέρει, με την ως άνω ένορκη βεβαίωσή του, ως προς το κρίσιμο ανωτέρω ζήτημα αναφορικά με τη φασαρία που προέρχεται από το διαμέρισμα των εναγόμενων. Οι παραπάνω αναφερόμενες εκπομπές θορύβων, αφενός μεν υπερβαίνουν τη συνήθη χρήση ενός διαμερίσματος (άρθρο 1003 ΑΚ), αφετέρου δε διαταράσσουν την ησυχία της ενάγουσας κατά παράβαση, όπως προαναφέρθηκε, του ανωτέρω Κανονισμού της πολυκατοικίας που διαμένουν οι διάδικοι, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός πως ορισμένοι διαπληκτισμοί και εντάσεις μεταξύ των εναγόμενων δεν προκαλούνται κατά ώρες κοινής ησυχίας, αφού, με τον εν λόγω Κανονισμό, θεσπίστηκε νόμιμα περιορισμός στην εκπομπή θορύβων καθ΄όλη τη διάρκεια της ημέρας. Κατά το κρίσιμο δε διάστημα, η ενάγουσα πραγματοποιούσε μεταπτυχιακές σπουδές στη Θεολογική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, από τον Μάρτιο του 2021 με ελάχιστη διάρκεια φοίτησης τρία εξάμηνα, όπως προκύπτει από το από 14-12-2022 πιστοποιητικό της Προϊσταμένης της Γραμματείας του ως άνω Πανεπιστημίου. Οι θόρυβοι δε που προκαλούσαν οι εναγόμενοι στο διαμέρισμά τους, πέραν του ότι ενοχλούσαν την ενάγουσα και δεν της επέτρεπαν να κοιμηθεί, την εμπόδιζαν και να μελετήσει. Επιπλέον, στις 19-6-2022, όπως επίσης αναφέρει η ως άνω ενόρκως βεβαιούσα …………, η οποία ήταν αυτήκοος, όταν η ενάγουσα, με αφορμή τη ρίψη υδάτων από τον εξώστη του διαμερίσματος των εναγόμενων σε αυτόν του διαμερίσματός της, τους έκανε παρατήρηση, ο πρώτος εναγόμενος απευθύνθηκε προσβλητικά κι εξυβριστικά προς την ενάγουσα, με τις φράσεις ‘’άντε βούλωσε το και μπες μέσα μωρή’’, ‘’μπήκες μέσα μωρή κότα’’. Η ενάγουσα αντέτεινε στον πρώτο εναγόμενο, αν γνωρίζει τι έκανε η κόρη του πριν δύο ημέρες (αναφερόμενη σε περιστατικό κατά το οποίο η τελευταία είχε ‘’φτύσει’’ την ενάγουσα, έμπροσθεν της εισόδου της πολυκατοικίας, όπως καταθέτει η μάρτυρας απόδειξης……., που ήταν αυτόπτης), αυτός της είπε ‘’ καλά σου έκανε και θα σου κάνουμε και χειρότερα’’, ‘’θα σας γαμήσω όλους εδώ μέσα’’ κ.α. Η διατύπωση ύβρεων και προσβλητικών εκφράσεων εκ μέρους του πρώτου εναγόμενου, διαταράσσει την ησυχία και την ηθική τάξη της ενάγουσας και ως εκ τούτου συνιστά παράβαση της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του κανονισμού της πολυκατοικίας των διαδίκων. Ωστόσο, από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι και η δεύτερη εναγόμενη απεύθυνε εξυβριστικές φράσεις προς την ενάγουσα, καθώς δεν αναφέρεται κάποιο σχετικό περιστατικό στην αγωγή, καμία δε από τις ως άνω μάρτυρες απόδειξης δεν αναφέρει κάτι τέτοιο. Ακόμη και στο υπ΄αρ. πρωτ. ………..΄ αντίγραφο ηλεκτρονικής καταγραφής αδικημάτων – συμβάντων του Αστυνομικού Τμήματος Καμινίων, που προσκομίζει η ενάγουσα – εφεσίβλητη, αναφέρεται ότι αυτή προσήλθε στο ως άνω Α.Τ. στις 10-3-2020 και εξέφρασε παράπονα (μόνο) κατά του πρώτου εναγόμενου αναφορικά με εξυβρίσεις που δέχεται από αυτόν ένεκα αστικής φύσεως διαφορών. Επομένως, εσφαλμένα ως προς το σημείο αυτό, η εκκαλουμένη δέχθηκε ότι και η δεύτερη εναγόμενη προέβη σε διατύπωση υβριστικών εκφράσεων εις βάρος της ενάγουσας, χωρίς μάλιστα να αναφέρει κάτι συγκεκριμένο.
Ακόμη, προέκυψε ότι, ο πρώτος εναγόμενος, κατά παράβαση της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Κανονισμού της πολυκατοικίας, χρησιμοποιεί την εγκατάσταση του κοινοχρήστου νερού της πολυκατοικίας για την καθαριότητα του οικόσιτου σκύλου των εναγόμενων, αλλά και των οχημάτων του, καθώς επίσης ότι οι εναγόμενοι, κατά παράβαση της ίδιας διάταξης του ως άνω Κανονισμού, έχουν τοποθετήσει στην κοινόχρηστη κλίμακα, που υφίσταται στον όροφο που βρίσκεται το διαμέρισμά τους και οδηγεί στην ταράτσα της πολυκατοικίας, διάφορα αντικείμενα, όπως κούτες και διάφορα υποδήματα, δυσχεραίνοντας την πρόσβαση της ενάγουσας σε αυτή. Οι ανωτέρω ενέργειες των εναγόμενων, πέραν από τις προαναφερθείσες μάρτυρες απόδειξης, ουσιαστικά επιβεβαιώνονται και από τους ίδιους τους μάρτυρες ανταπόδειξης. Ειδικότερα, ο ως άνω μάρτυρας ανταπόδειξης …… καταθέτει ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου τα εξής: ‘’…τα τελευταία χρόνια πριν εγκαταλειφθεί η βρύση η 1η βάζαμε το λάστιχο μαζί με τον κ. ….. και πλέναμε την πυλωτή, όταν δεν υπήρχε η καθαρίστρια και με αυτόν τον λόγο έριχνε νερό και στο αυτοκίνητό του…’’ και σε ερώτηση του πληρεξούσιου δικηγόρου των εναγόμενων αν έχει δει (τον πρώτο εναγόμενο) τον τελευταίο καιρό να πλένει το αυτοκίνητό του, αυτός απαντάει: ‘’…όχι …τώρα αν πάρει ένα μπουκαλάκι νερό για να ρίξει στο παρμπρίζ και αυτό δεν νομίζω είναι κάτι’’. Το ότι κατά το χρόνο άσκησης και συζήτησης της αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου έχει αφαιρεθεί η μία από τις δύο κοινόχρηστες εγκαταστάσεις ύδατος (βρύσες), δεν ασκεί επιρροή, καθώς εξακολουθεί να υφίσταται μία κοινόχρηστη βρύση, για την οποίαν έχουν κλειδί όλοι οι κάτοικοι της πολυκατοικίας. Επίσης ο ίδιος μάρτυρας δεν αρνείται ότι οι εναγόμενοι έχουν τοποθετήσει προσωπικά αντικείμενα στην κοινόχρηστη κλίμακα, απλά αναφέρει: ‘’ …τα παπούτσια ναι εντάξει, όλοι ένα ζευγάρι παντόφλες έχουμε έξω από την πόρτα μας…’’. Το γεγονός, όμως, ότι και άλλοι κάτοικοι – συνιδιοκτήτες της πολυκατοικίας μπορεί να τοποθετούν αντικείμενα στην κλίμακα έμπροσθεν της εισόδου της οικίας τους, καθώς και το ότι τα αντικείμενα αυτά, όπως επίσης αναφέρει ο παραπάνω μάρτυρας, δεν εμποδίζουν τη διέλευση των συνιδιοκτητών προς την ταράτσα, αληθές υποτιθέμενο, δεν νομιμοποιεί τους εναγόμενους να το πράξουν, διότι, σύμφωνα με τα αναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, ‘’… αν με κάποιο όρο απαγορεύεται στους συνιδιοκτήτες η ενέργεια μεταβολών σε κάθε περίπτωση ή ορισμένη χρήση των πραγμάτων αυτών, η απαγόρευση ισχύει και όταν από την απαγορευμένη πράξη δεν παραβλάπτεται η χρήση, ούτε θίγονται τα δικαιώματα των άλλων συνιδιοκτητών τους ή του όλου οικοδομήματος, ούτε μεταβάλλεται ο συνήθης προορισμός του’’. Ο δε προαναφερθείς μάρτυρας ……., συνιδιοκτήτης επίσης στην ίδια πολυκατοικία, αναφέρει στην ως άνω ένορκη βεβαίωσή του, που προσκομίζουν οι εναγόμενοι, ότι, σε Γενική Συνέλευση της πολυκατοικίας, στην οποία η ενάγουσα κατηγορούσε τον πρώτο εναγόμενο ότι χρησιμοποιεί το κοινόχρηστο νερό, ο τελευταίος είχε προθυμοποιηθεί να καταβάλει, για τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, το σύνολο του κοινόχρηστου λογαριασμού ύδατος της πολυκατοικίας, πράγμα από το οποίο συνάγεται η παραδοχή ότι πράγματι χρησιμοποιούσε το κοινόχρηστο νερό για τους ως άνω σκοπούς (καθαριότητα του σκύλου και των αυτοκινήτων του). Εξάλλου, το ότι η ενάγουσα δεν στράφηκε νωρίτερα κατά των εναγόμενων και δεν κατέθεσε μήνυση εναντίον τους, όπως αυτοί σημειώνουν στον πρώτο επίσης λόγο της έφεσής τους, αλλά προτίμησε να ασκήσει αγωγή, δεν αναιρεί ότι οι εναγόμενοι προέβησαν στις ως άνω ενέργειες. Επίσης, το γεγονός ότι δεν στράφηκαν άλλοι ένοικοι δικαστικά κατά των εναγόμενων, καθώς και το ότι και οι ίδιοι, όπως αναφέρουν, και όχι μόνο η ενάγουσα, μετέβησαν στο αστυνομικό τμήμα και προέβησαν σε παράπονα εναντίον αυτής, δεν ασκούν επιρροή στην κρινόμενη υπόθεση, διότι, στην προκείμενη περίπτωση, εξετάζεται η αγωγή της ενάγουσας. Όσον αφορά δε στις αιτιάσεις των εκκαλούντων περί των αιτημάτων τις αγωγής να απαγορευθεί στον πρώτο εναγόμενο να απενεργοποιεί τον γενικό διακόπτη λειτουργίας του μηχανισμού των ψησταριών της πολυκατοικίας και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να μην αφήνουν το κατοικίδιο ζώο τους να κυκλοφορεί ελεύθερο στους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας, αλυσιτελώς προβάλλονται, καθώς τα αγωγικά αυτά αιτήματα απορρίφθηκαν με την εκκαλουμένη.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 947 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με την παρ. 2 του άρθρου όγδοου του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015: ‘’ Όταν ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, το δικαστήριο για την περίπτωση που παραβεί την υποχρέωσή του, απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ υπέρ του δανειστή και προσωπική κράτηση ως ένα έτος. Αν η απειλή της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης δεν περιέχεται στην απόφαση που καταδικάζει τον οφειλέτη να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, απαγγέλλεται από το μονομελές πρωτοδικείο. Το δικαστήριο αυτό είναι αρμόδιο να βεβαιώσει την παράβαση και να καταδικάσει στη χρηματική ποινή και στην προσωπική κράτηση. Στην τελευταία περίπτωση, δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 670 έως 676 ‘’. Η ανωτέρω διάταξη αποσκοπεί να υποχρεωθεί ο οφειλέτης να συμμορφωθεί προς το περιεχόμενο της απόφασης με την οποία απαγορεύθηκε η ενέργεια ορισμένης πράξης ή να ανεχθεί την παρέμβαση τρίτου. Στην προκείμενη διάταξη προβλέπονται ως μέσα (έμμεσης) αναγκαστικής εκτέλεσης προς εξαναγκασμό του οφειλέτη σε εκπλήρωση της υποχρέωσής του για παράλειψη ή ανοχή ορισμένης πράξης, η χρηματική ποινή και η προσωπική κράτηση. Ως παράλειψη θεωρείται η υποχρέωση του οφειλέτη να απόσχει από ορισμένη ενέργεια, στην οποία άλλως θα προέβαινε, αν δεν υπήρχε ο συγκεκριμένος περιορισμός. Αντίθετα, ως ανοχή νοείται η υποχρέωση του οφειλέτη να υποστεί μια συγκεκριμένη ενέργεια, η οποία πηγάζει από το δανειστή και συνιστά δικαίωμα ενεργοποιούμενο και υλοποιούμενο. Η παράβαση γίνεται είτε θετικώς με άμεση ενέργεια, είτε με απείθεια ήτοι μη συμμόρφωση προς το περιεχόμενο της απόφασης. Η διάταξη του άρθρου 947 του ΚΠολΔ έχει εφαρμογή όταν το περιεχόμενο της παράλειψης ή ανοχής αφορά στο μέλλον και η υποχρέωση για παράλειψη ή ανοχή θεμελιώνεται σε δικαστική απόφαση [ΑΠ 1333/2020, ΑΠ 1315/2020, ΑΠ 1627/2018, Εφ.Αθ.(Μον). 349/2023 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Ακόμη, από την ανωτέρω διάταξη (947 ΚΠολΔ), προκύπτει ότι η διαδικασία της έμμεσης αυτής αναγκαστικής εκτέλεσης διέρχεται δύο στάδια και απαιτεί την έκδοση δύο δικαστικών αποφάσεων. Κατά το πρώτο στάδιο, βεβαιώνεται με την απόφαση ότι ο οφειλέτης έχει νόμιμη ή δικαιοπρακτική υποχρέωση, να παραλείπει, ή να ανέχεται, ορισμένη πράξη, την οποία το δικαστήριο πρέπει να εξειδικεύει σαφώς και επαρκώς, ώστε το περιεχόμενο της επιτασσόμενης από αυτήν απαγόρευσης να γίνεται ευχερώς κατανοητό, όχι μόνο από τον οφειλέτη, αλλά και κάθε τρίτο, και, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα, το δικαστήριο απειλεί κατά του οφειλέτη και υπέρ του δανειστή, αθροιστικά, χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση για την περίπτωση που ο οφειλέτης παραβεί την υποχρέωσή του αυτή (ΑΠ 619/2019, ΑΠ 134/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθορίζοντας το ποσό της χρηματικής ποινής και το χρόνο της προσωπικής κράτησης. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς το ύψος της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης, εντός των οριζόμενων από τη διάταξη ορίων, είναι ανέλεγκτη αναιρετικά, ως αναγόμενη στην ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων, ενόψει των τεθέντων ενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας πραγματικών περιστατικών. Κατά το δεύτερο στάδιο γίνεται διάγνωση της παράβασης. Το δικαστήριο, στο οποίο εισάγεται το αίτημα για την επιδίκαση της απειληθείσας χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης, πρέπει να κρίνει αν η παράβαση εκ μέρους του οφειλέτη, αντιστοιχεί με την υποχρέωση παράλειψης, που προκύπτει από την εκτελούμενη απόφαση. Για τη διαπίστωση αυτή, συγκρίνει τη συμπεριφορά του οφειλέτη προς την απαγορευμένη κατά την απόφαση πράξη. Εάν κρίνει ότι η θετική ενέργεια του οφειλέτη αποτελεί παραβίαση της απορρέουσας από την πρώτη απόφαση υποχρέωσης προς παράλειψη ή ανοχή, βεβαιώνει την παράβαση και καταδικάζεται ο οφειλέτης στην καταβολή της χρηματικής ποινής και σε προσωπική κράτηση (ΑΠ 134/2015 ο.π.). Για την καταδίκη του οφειλέτη στις ποινές που απειλεί η απόφαση, το δικαστήριο οφείλει να διαπιστώσει, ότι αυτός παραβίασε τη διάταξη της πρώτης απόφασης από πρόθεση, η οποία θεωρείται ότι έχει συντελεστεί, εφόσον ο οφειλέτης έλαβε γνώση της απαγγελθείσας απειλής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης, με την προηγηθείσα επίδοση στον ίδιο της επιταγής προς εκτέλεση της πρώτης απόφασης. Κατά το δεύτερο αυτό στάδιο, το δικαστήριο δεσμεύεται από το δεδικασμένο της, κατά το πρώτο στάδιο, εκδοθείσας απόφασης [Εφ.Αθ. (Μον). 349/2023 ο.π.].
Με τον δεύτερο και τελευταίο λόγο της έφεσής τους, οι εναγόμενοι υποστηρίζουν ότι δεν έπρεπε να απειληθεί εις βάρος τους με την εκκαλουμένη απόφαση, προσωπική κράτηση 2 μηνών και χρηματική ποινή 3.000 ευρώ για κάθε μελλοντική παράβαση των επιτασσόμενων με αυτή υποχρεώσεών τους περί παράλειψης των αναφερόμενων παραπάνω ενεργειών τους. Ειδικότερα, υποστηρίζουν ότι για την απειλή των ποινών αυτών, πρέπει η παραβατική συμπεριφορά να είναι αφενός μεν, διαρκής και επανειλημμένη, αφετέρου δε βίαιη, ενώ σε αυτούς αποδίδεται περιστασιακή παραβατική συμπεριφορά και σαφώς όχι βίαιη. Εκτός του ότι οι ισχυρισμοί τους αυτοί είναι απορριπτέοι ως νομικά αβάσιμοι, διότι, σύμφωνα με τα αναλυτικά αναφερθέντα στη προπαρατεθείσα μείζονα σκέψη, δεν απαιτούνται από το νόμο οι παραπάνω προϋποθέσεις για να απειληθεί προσωρινή κράτηση και χρηματική ποινή ως μέσο έμμεσης εκτέλεσης της απόφασης, σε κάθε περίπτωση, εν προκειμένω υφίσταται, με βάση όσα προεκτέθηκαν, επανειλημμένη εκ μέρους των εναγόμενων παραβίαση, με τις ως άνω πράξεις τους, των όρων του Κανονισμού της πολυκατοικίας. Άλλωστε, εναπόκειται στους ίδιους να μην επαναλάβουν στο μέλλον τις παραβάσεις αυτές, συμμορφούμενοι με τη δικαστική απόφαση, έτσι ώστε να μην χρειαστεί να καταγνωσθούν εις βάρος τους οι απειλούμενες ποινές και να μην κινδυνέψουν, όπως υποστηρίζουν, σε περίπτωση που αυτές τους επιβληθούν, να απωλέσουν την εργασία τους και τα εισοδήματά τους από αυτή. Όσον αφορά, όμως, το ύψος των απειλούμενων ποινών για κάθε παράβαση έκαστης των ανωτέρω υποχρεώσεών τους, το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να απειληθεί, λαμβανομένων υπόψη των εν γένει περιστάσεων, της οικονομικής κατάστασης των εναγόμενων, σε συνδυασμό με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 Σ), προσωπική κράτηση ενός (1) μηνός και χρηματική ποινή δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ για καθέναν από αυτούς για κάθε παράβαση (και όχι 2 μηνών και 3.000 ευρώ αντίστοιχα που όρισε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο), γενομένου εν μέρει δεκτού του δεύτερου λόγου της έφεσης ως προς το σημείο αυτό.
Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο στο βαθμό που, με την εκκαλουμένη απόφασή του, κατέληξε σε διαφορετική κρίση με το παρόν, ήτοι μόνο ως προς την παραδοχή του ότι και η δεύτερη εναγόμενη- δεύτερη εκκαλούσα διατυπώνει εξυβριστικές φράσεις προς την ενάγουσα και υποχρέωσε αυτή να μην το πράττει, καθώς και ως προς το ύψος της απειλούμενης ποινής και προσωπικής κράτησης εις βάρος των εναγόμενων-εκκαλούντων, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Πρέπει, συνεπώς, κατά τους βάσιμους περί τούτων λόγους της έφεσης, να εξαφανισθεί η ως άνω εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της όσον αφορά στους δύο πρώτους εναγόμενους – εκκαλούντες, ήτοι και σχετικά με τις διατάξεις της ως προς τις οποίες δεν έγινε δεκτή η έφεση, χάριν της ενότητας της μετέπειτα εκτέλεσης [Εφ.Πατρ.(Μον).60/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Ακολούθως, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη έφεση ως βάσιμη και κατ’ ουσία και, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και ερευνηθεί κατ΄ ουσία, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι – εκκαλούντες: 1) Να μην φωνασκούν καθ΄όλη τη διάρκεια της ημέρας και να μην εκπέμπουν θορύβους οιασδήποτε φύσεως κατά τις ώρες κοινής ησυχίας, 2) να μην ρίπτουν ύδατα στον εξώστη (μπαλκόνι) του διαμερίσματος της ενάγουσας, και ειδικότερα ο πρώτος εναγόμενος: 3) Να μην διατυπώνει υβριστικές και προσβλητικές εκφράσεις προς την ενάγουσα, 4) να μην χρησιμοποιεί την υφιστάμενη στην πολυκατοικία εγκατάσταση του κοινοχρήστου νερού για την καθαριότητα του δεσποζόμενου ζώου (σκύλου) συντροφιάς τους και των οχημάτων τους, απειλουμένης εναντίον καθένα εξ αυτών, προσωπικής κράτησης ενός (1) μηνός και χρηματικής ποινής δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ για κάθε παράβαση έκαστης των ανωτέρω υποχρεώσεών τους, καθώς επίσης να υποχρεωθούν οι ως άνω εναγόμενοι να απομακρύνουν από την κοινόχρηστη κλίμακα που οδηγεί στο δώμα της πολυκατοικίας άπαντα τα προσωπικά τους αντικείμενα. Τα δε δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους και ανάλογα με την έκταση αυτής (άρθρα 178, 183 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας – εφεσίβλητης, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, εις βάρος των εναγόμενων – εκκαλούντων, όπως ειδικότερα αυτά ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης. Τέλος, θα διαταχθεί, κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 εδ.ε΄ ΚΠολΔ, η απόδοση του παραβόλου της έφεσης, που αναφέρεται επίσης στο διατακτικό, στους καταθέσαντες αυτό εκκαλούντες.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την έφεση κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την έφεση κατά το τυπικό και εν μέρει κατά το ουσιαστικό της μέρος.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄αρ. 612/2023 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε τη διαφορά των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, ως προς τους πρώτο και δεύτερη των εναγόμενων – εκκαλούντων.
Κρατεί την αγωγή, ως προς αυτούς και
Δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.
Απορρίπτει ότι έκρινε ως απορριπτέο.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει τους δύο πρώτους εναγόμενους: 1) Να μην φωνασκούν καθ΄όλη τη διάρκεια της ημέρας και να μην εκπέμπουν θορύβους οιασδήποτε φύσεως κατά τις ώρες κοινής ησυχίας, 2) να μην ρίπτουν ύδατα στον εξώστη (μπαλκόνι) του διαμερίσματος της ενάγουσας, και ειδικότερα ο πρώτος εναγόμενος: 3) Να μην διατυπώνει υβριστικές και προσβλητικές εκφράσεις προς την ενάγουσα, 4) να μην χρησιμοποιεί την υφιστάμενη στην πολυκατοικία εγκατάσταση του κοινοχρήστου νερού για την καθαριότητα του δεσποζόμενου ζώου (σκύλου) συντροφιάς τους και του οχήματός τους.
Απειλεί σε βάρος καθένα από τους ως άνω εναγόμενους, προσωπική κράτηση ενός (1) μηνός και χρηματική ποινή δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, για κάθε παράβαση έκαστης των ανωτέρω υποχρεώσεών τους.
Υποχρεώνει τους δύο πρώτους εναγόμενους να απομακρύνουν από την κοινόχρηστη κλίμακα που οδηγεί στο δώμα της πολυκατοικίας άπαντα τα προσωπικά τους αντικείμενα.
Επιβάλλει μέρος από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας-εφεσίβλητης των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, εις βάρος των εναγόμενων – εκκαλούντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου της έφεσης (e- παράβολο με κωδ. αρ. …………, ποσού 100 ευρώ) στους καταθέσαντες αυτό εκκαλούντες.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 18 Ιανουαρίου 2024, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ H ΓPAMMATEAΣ