ΑΠΟΦΑΣΗ
Ismayilzade κατά Αζερμπαϊτζάν της 18.01.2024 (αριθ. προσφ. 17780/18)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Άρνηση των αρχών να καταχωρίσουν το όνομα που επέλεξε η προσφεύγουσα για το νεογέννητο παιδί της. Υπέβαλε αιτήσεις ζητώντας να καταχωρηθεί ο γιος της με το σιϊτικό όνομα “Əbülfəzlabbas”, ή παραλλαγές αυτού του ονόματος, αλλά απορρίφθηκαν με την αιτιολογίας ότι δεν επιτρεπόταν λόγω του ότι το όνομα δεν περιλαμβανόταν στον εγκεκριμένο κατάλογο της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών του Αζερμπαϊτζάν. Τα εθνικά δικαστήρια απέρριψαν όλες τις αιτήσεις της μητέρας με την επιπρόσθετη αιτιολογία ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον του παιδιού να του δοθεί αυτό το όνομα λόγω της δυσκολίας προφοράς. Τελικά έγινε δεκτή η αίτηση της προσφεύγουσας για καταχώριση του ονόματος “Abbas”.
Επικαλούμενη το άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής) της ΕΣΔΑ, η προσφεύγουσα κατήγγειλε την άρνηση καταχώρισης του ονόματος που επέλεξε για τον γιο της.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι η προσφεύγουσα μπόρεσε να προσφύγει ενώπιον τριών βαθμίδων εθνικών δικαστηρίων, τα οποία εξέτασαν τους ισχυρισμούς της και αιτιολόγησαν τις αποφάσεις τους. Μάλιστα το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο απέρριψε την αναίρεσή της κρίνοντας ότι το παιδί είχε ήδη λάβει όνομα και υπέδειξε τη σχετική διαδικασία για να ζητήσει την αλλαγή του ονόματος, ωστόσο η προσφεύγουσα δεν την ακολούθησε.
Το Δικαστήριο δεν διαπίστωσε παραβίαση του σεβασμού της οικογενειακής ζωής (άρθρο 8).
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 8
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Η προσφεύγουσα γεννήθηκε το 1990 και ζει στο Μπακού. Στις 28 Σεπτεμβρίου 2016 υπέβαλε αίτηση στο Τμήμα Εγγραφών της Περιφέρειας Yasamal (“το Τμήμα Εγγραφών”), το οποίο υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, ζητώντας να καταχωρηθεί το “Əbülfəzlabbas” ως όνομα του γιου της που γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου 2016 (αντίγραφο της αίτησης δεν υποβλήθηκε στο Δικαστήριο). Στις 3 Οκτωβρίου 2016 το αίτημα της προσφεύγουσας απορρίφθηκε (αντίγραφο της απόρριψης επίσης δεν υποβλήθηκε στο Δικαστήριο).
Στις 13 Οκτωβρίου 2016 η προσφεύγουσα υπέβαλε άλλη μία αίτηση ζητώντας να καταχωρηθεί το όνομα του γιου της ως “Əbülfəzl Abbas”. Το αίτημα αυτό απορρίφθηκε επίσης. Κατά την απόρριψη του αιτήματός της, η αρμόδια αρχή επικαλέστηκε το άρθρο 21 του Συντάγματος, το άρθρο 26.1 του Αστικού Κώδικα και το άρθρο 8 του νόμου περί κρατικής γλώσσας. Πρόσθεσε επίσης ότι το προαναφερόμενο όνομα δεν περιλαμβανόταν στον κατάλογο των ονομάτων που συνιστούσε η Εθνική Ακαδημία Επιστημών του Αζερμπαϊτζάν (“ANSA”).
Στις 31 Οκτωβρίου 2016 η προσφεύγουσα άσκησε αγωγή κατά του Τμήματος Καταχώρησης και ζήτησε από το Διοικητικό Δικαστήριο του Μπακού να το υποχρεώσει να καταχωρίσει το όνομα “Əbülfəzlabbas” ως το όνομα του γιου της. Επικαλέστηκε διάφορες διατάξεις του εσωτερικού δικαίου, μεταξύ των οποίων το άρθρο 32 του Συντάγματος, τα άρθρα 53.1 και 53.2 του Οικογενειακού Κώδικα, τους κανόνες 1.4 και 1. 5 των Κανόνων για τη χορήγηση και την αλλαγή του ονόματος (“οι Κανόνες”), όπως εγκρίθηκαν με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, και το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ και υποστήριξε ότι το γεγονός ότι το εν λόγω όνομα δεν περιλαμβανόταν στον κατάλογο της ANSA δεν ήταν από μόνο του απαγορευτικό, δεδομένου ότι ο κατάλογος αυτός είχε συμβουλευτικό χαρακτήρα. Από τον φάκελο της υπόθεσης προέκυψε ότι ο πατέρας του παιδιού, θρησκευτικός ηγέτης που είχε ιδρύσει ένα μη καταχωρημένο θρησκευτικό κίνημα με την ονομασία “Müsəlman Birliyi”, και ο οποίος κατά τον κρίσιμο χρόνο βρισκόταν υπό προσωρινή κράτηση στο Μπακού με σειρά σοβαρών κατηγοριών (μεταξύ των οποίων ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, παράνομη αγορά και μεταφορά όπλων, υποκίνηση εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής εχθρότητας με χρήση ή απειλή χρήσης βίας κ.α.), απέστειλε επιστολή στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την οποία το ενημέρωνε ότι συναινούσε στο να ονομαστεί το παιδί “ƏbülfəzlAbbas” (αντίγραφο της επιστολής δεν προσκομίστηκε στο Δικαστήριο).
Στις 28 Μαρτίου 2017 το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, επικαλούμενο, μεταξύ άλλων, το άρθρο 26.1 του Αστικού Κώδικα και τον κανόνα 1.4 του Κανονισμού, απέρριψε την αγωγή της προσφεύγουσας κρίνοντας κυρίως ότι το προτεινόμενο όνομα, είτε αυτό γράφεται ως “Əbülfəzlabbas”, “ƏbülfəzlAbbas” ή “Əbülfəzl Abbas”, δεν ήταν προς το συμφέρον του παιδιού λόγω της προφοράς του.
Στις 4 Μαΐου 2017 η προσφεύγουσα υπέβαλε αίτηση στην ίδια αρχή για την καταχώριση του προτέρου ονόματος “Abbas” για τον γιο της (αντίγραφο της αίτησης δεν έχει υποβληθεί στο Δικαστήριο). Το αίτημα έγινε δεκτό στις 10 Μαΐου 2017.
Στις 26 Μαΐου 2017 η προσφεύγουσα άσκησε έφεση κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, υποστηρίζοντας ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν αιτιολόγησε γιατί έκρινε ότι η εκφορά του ονόματος ήταν προς το συμφέρον του παιδιού.
Με απόφαση της 16 Αυγούστου 2017, το Εφετείο του Μπακού απέρριψε την έφεση, κρίνοντας ότι το Τμήμα Μητρώου ενήργησε στο πλαίσιο της διακριτικής του ευχέρειας και ότι είχε αιτιολογήσει την άρνησή του να καταχωρίσει το ζητηθέν όνομα.
Στις 22 Σεπτεμβρίου 2017 η προσφεύγουσα άσκησε αναίρεση. Εκτός από τα προηγούμενα επιχειρήματά της, η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι η ίδια και ο σύζυγός της ακολουθούσαν τον σιϊτικό κλάδο του Ισλάμ και ότι το επώνυμο που είχαν επιλέξει για τον γιο τους σχετιζόταν με το όνομα μιας ιστορικής προσωπικότητας του Ισλάμ και ήταν ευρέως διαδεδομένο σε χώρες όπου κυριαρχούσε ο σιιτικός κλάδος. Υποστήριξε ότι ως εκ τούτου η επιθυμία τους να ονομάσουν τον γιο τους “Əbülfəzlabbas” ήταν απολύτως φυσιολογική. Υποστήριξε περαιτέρω ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν απέδειξε ότι το όνομα αυτό ερχόταν σε σύγκρουση με τη φωνητική ή την προφορά της γλώσσας του Αζερμπαϊτζάν ή με τη σύνταξή της.
Στις 29 Νοεμβρίου 2017 το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της προσφεύγουσας ως αβάσιμη. Συγκεκριμένα, έκρινε ότι, δεδομένου ότι το επώνυμο “Abbas” είχε ήδη καταχωρηθεί ως το όνομα του γιου της προσφεύγουσας στις 10 Μαΐου 2017 κατόπιν αιτήματός της, τα δικαιώματα του παιδιού σύμφωνα με το άρθρο 26.1 του Αστικού Κώδικα και το άρθρο 53.1 του Οικογενειακού Κώδικα, καθώς και τα δικαιώματα των γονέων σύμφωνα με τα άρθρα 53.2 και 166.2 του Οικογενειακού Κώδικα είχαν γίνει σεβαστά. Ως εκ τούτου, το δικαστήριο αποφάσισε ότι το αίτημα της προσφεύγουσας, το οποίο δεν αφορούσε πλέον την ονοματοδοσία του παιδιού, αλλά την αλλαγή ενός ήδη καταχωρημένου προτέρου ονόματος, δεν μπορούσε να γίνει δεκτό. Αναφερόμενο στο άρθρο 54.1 του Οικογενειακού Κώδικα, πρόσθεσε ότι η αλλαγή του ονόματος ενός ανήλικου παιδιού επιτρέπεται με τη συγκατάθεση της αρχής επιμέλειας και γονικής μέριμνας κατόπιν αιτήματος και των δύο γονέων, λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον του παιδιού.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
ΑΡΘΡΟ 8
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τμήμα Μητρώου αρνήθηκε να καταχωρίσει το όνομα που επέλεξε η προσφεύγουσα, επικαλούμενο διάφορες διατάξεις του εσωτερικού δικαίου. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αναφέρθηκε επίσης σε ορισμένες νομικές διατάξεις και έκρινε ότι το εν λόγω όνομα δεν εξυπηρετούσε το συμφέρον του παιδιού.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι μετά την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου η προσφεύγουσα υπέβαλε αίτημα για την καταχώριση του ονόματος “Abbas” για τον γιό της, το οποίο έγινε δεκτό από την αρμόδια αρχή. Ωστόσο, παρά την καταχώριση του εν λόγω ονόματος, η προσφεύγουσα άσκησε έφεση κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, την οποία το Εφετείο του Μπακού απέρριψε για λόγους παρόμοιους με εκείνους που ανέφερε το κατώτερο δικαστήριο.
Στη συνέχεια, η προσφεύγουσα άσκησε αναίρεση, υποστηρίζοντας, για πρώτη φορά, ότι το όνομα “Əbülfəzlabbas” συνδεόταν με τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις και ότι δεν αντιβαίνει στα χαρακτηριστικά της γλώσσας του Αζερμπαϊτζάν. Ωστόσο, δεδομένου ότι το όνομα “Abbas” είχε ήδη καταχωριστεί ως όνομα του παιδιού κατόπιν αιτήματος της ίδιας της προσφεύγουσας, το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της προσφεύγουσας κυρίως για τον λόγο αυτό.
Στις παρατηρήσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου, η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι έπρεπε να καταχωρίσει το όνομα “Abbas” ως το όνομα του γιου της επειδή έπρεπε να τον μεταφέρει στο Ιράν για ιατρική εξέταση. Ωστόσο, από τον φάκελο της υπόθεσης δεν προέκυψε ότι η προσφεύγουσα ανέφερε ποτέ αυτό το επιχείρημα, ούτε στις εφέσεις της ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου ούτε κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μολονότι, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, το όνομα του παιδιού είχε καταχωρηθεί ως “Abbas” μετά την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Επιπλέον, ενώ παρέδωσε στο Δικαστήριο αντίγραφο του διαβατηρίου του παιδιού στο οποίο αναγράφονται οι ημερομηνίες δύο ταξιδιών στο Ιράν, δεν προσκομίστηκαν πληροφορίες ή έγγραφα σχετικά με την ιατρική εξέταση. Επίσης, δεν παρείχε στο Δικαστήριο αντίγραφο του αιτήματός της της 4ης Μαΐου 2017 προς την αρμόδια αρχή καταχώρισης, στο οποίο ισχυριζόταν ότι είχε εξηγήσει την κατάσταση αυτή.
Στην προκειμένη περίπτωση, η προσφεύγουσα, εκπροσωπούμενη από δικηγόρο, μπόρεσε να προσφύγει ενώπιον τριών βαθμίδων εθνικών δικαστηρίων, τα οποία εξέτασαν τους ισχυρισμούς της και αιτιολόγησαν τις αποφάσεις τους. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, ενώ το πρωτοβάθμιο και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκριναν ότι το εν λόγω όνομα δεν ήταν προς το συμφέρον του παιδιού, το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αναίρεση της προσφεύγουσας κρίνοντας ότι το παιδί είχε ήδη λάβει όνομα και υπέδειξε τη σχετική διαδικασία για να ζητήσει την αλλαγή του. Ενώπιον του Δικαστηρίου, η προσφεύγουσα δεν εξήγησε γιατί συνέχισε την εν λόγω διαδικασία αντί να χρησιμοποιήσει τη σχετική διαδικασία για την αλλαγή του ήδη καταχωρημένου ονόματος του παιδιού της, ούτε υποστήριξε ότι μια τέτοια ενέργεια δεν θα ήταν κατάλληλη στην περίπτωσή της. Υπό αυτές τις συνθήκες και ελλείψει τεκμηριωμένων επιχειρημάτων περί του αντιθέτου, καθώς και λαμβάνοντας υπόψη το ευρύ περιθώριο εκτίμησης που απολαμβάνουν τα κράτη στον τομέα αυτό, το Δικαστήριο δεν βρήκε λόγους να αμφισβητήσει τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι εγχώριες αρχές (σύγκριση με απόφαση Golemanova § 45).
Όσον αφορά ορισμένα «προβλήματα» στα οποία αναφέρεται η προσφεύγουσα ως αποτέλεσμα της άρνησης των εθνικών αρχών να καταχωρίσουν το όνομα της επιλογής της, το Δικαστήριο παρατήρησε κατ’ αρχάς ότι αυτά δεν τέθηκαν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Διαπίστωσε περαιτέρω ότι η άρνηση καταχώρισης του εν λόγω ονόματος δεν εμπόδισε την προσφεύγουσα να το χρησιμοποιεί. Επομένως, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, η παραβίαση που επικαλέστηκε η προσφεύγουσα δεν ήταν επαρκής για να οδηγήσει το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι υπήρξε έλλειψη σεβασμού της οικογενειακής ζωής της σύμφωνα με το άρθρο 8 (βλ. Guillot, § 27, Salonen και Heidecker-Tiemann).
Το Δικαστήριο επισήμανε, εξάλλου, ότι έχει λάβει υπόψη του κατά το παρελθόν στην ανάλυσή του, μεταξύ άλλων, το γεγονός της προηγούμενης αποδοχής προς επίσημη καταχώριση από τις εγχώριες αρχές του επίμαχου ονόματος (βλ. Johansson, § 38, και Aktaş και Aslaniskender κατά Τουρκίας της 25.06.2019, αριθ. προσφ. 18684/07 και 21101/07 § 48). Παρατήρησε ότι στην προκειμένη περίπτωση, όπως υποστήριξε η Κυβέρνηση και δεν αμφισβήτησε η προσφεύγουσα, το επίμαχο όνομα δεν είχε ποτέ καταχωρηθεί.
Υπό το πρίσμα των προαναφερθέντων περιστάσεων, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του σεβασμού της οικογενειακής ζωής πουν θεμελιώνεται στο άρθρο 8 της Σύμβασης επιμέλεια: echrcaselaw.com