Ενίσχυση δικηγορικής ύλης: Τι προβλέπεται για τα κληρονομητήρια
Στο Μέρος Β’ του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Ενίσχυση δικηγορικής ύλης: Ρυθμίσεις για τα σωματεία, τα κληρονομητήρια, τις αποδοχές και αποποιήσεις κληρονομιών, τις εγγραφές και τις εξαλείψεις συναινετικών προσημειώσεων υποθηκών και τις ένορκες βεβαιώσεις και για το Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων και την πληρωμή των υποθέσεων νομικής βοήθειας», το οποίο βρίσκεται υπό διαβούλευση, τίθενται διατάξεις που τροποποιούν τον Αστικό Κώδικα και τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αναφορικά με την έκδοση κληρονομητηρίων.
Οι προτεινόμενες αλλαγές αφορούν τις διατάξεις την έκδοση κληρονομητηρίου μετά από πράξη δικηγόρου (άρθρο 6 νομοσχεδίου), το περιεχόμενο της πράξης για την παροχή κληρονομητηρίου (άρθρο 7), τα ένδικα μέσα κατά της πράξης για την παροχή κληρονομητηρίου (άρθρο 8), την παροχή κληρονομητηρίου δυνάμει πράξης ή απόφασης (άρθρο 9), την απόδειξη του περιεχομένου της αίτησης για την παροχή κληρονομητηρίου (άρθρο 10), την αυτεπάγγελτη έρευνα των δηλώσεων αυτού που ζητεί το κληρονομητήριο (άρθρο 11), την παροχή κοινού κληρονομητηρίου (άρθρο 12) και, τέλος, το περιεχόμενο του κληρονομητηρίου (άρθρο 13).
Πιο αναλυτικά, προβλέπεται η αντικατάσταση του άρθρου 819 ΚΠολΔ, ως εξής:
«1. Το πιστοποιητικό για το κληρονομικό δικαίωμα (κληρονομητήριο) χορηγείται μετά από πράξη δικηγόρου, μέλους του δικηγορικού συλλόγου της περιφέρειας του πρωτοδικείου του δικαστηρίου της κληρονομιάς, κατόπιν αίτησης, η οποία κατατίθεται στο δικαστήριο της κληρονομιάς από τον κληρονόμο ή τον καταπιστευματοδόχο ή τον κληροδόχο ή τον εκτελεστή διαθήκης και η οποία αναρτάται σε ειδικό χώρο του καταστήματος του ειρηνοδικείου για χρονικό διάστημα δέκα (10) ημερών. Η αίτηση του πρώτου εδαφίου υπογράφεται από πληρεξούσιο δικηγόρο και συνοδεύεται από το σχετικό γραμμάτιο προείσπραξης.
2. Ο δικηγόρος επιλέγεται από κατάλογο, που καταρτίζει και διαβιβάζει, πριν από την έναρξη κάθε δικαστικού έτους, στη γραμματεία του δικαστηρίου ο δικηγορικός σύλλογος, και ορίζεται, τηρουμένης της σειράς του καταλόγου, από τον γραμματέα του δικαστηρίου στην πράξη κατάθεσης της σχετικής αίτησης. Ο δικηγόρος ενημερώνεται από τη γραμματεία του δικαστηρίου με μήνυμα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, παραλαμβάνει, έγχαρτα ή ηλεκτρονικά, την αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα μετά από την πάροδο του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 και με την επιφύλαξη του τρίτου εδαφίου της παρούσας, επί των οποίων δύναται να ζητεί διευκρινίσεις και συμπληρώσεις. Αν ο δικηγόρος που ορίστηκε αρνείται ή κωλύεται για οποιονδήποτε λόγο να αναλάβει την έκδοση της πράξης ή αν αποβιώσει ή αν δεν εκδώσει την πράξη εντός τριάντα (30) ημερών από την επομένη της ημέρας που παραλαμβάνει την αίτηση και τα έγγραφα, επιλέγεται ο επόμενος κατά σειρά στον κατάλογο δικηγόρος, ο οποίος ορίζεται με πράξη του προϊσταμένου του ειρηνοδικείου, την έκδοση της οποίας αιτείται όποιος έχει έννομο συμφέρον. O δικηγόρος οφείλει να ενεργεί κατά την άσκηση των καθηκόντων του, σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α’ 208). Αν καθ’ υποτροπήν δεν εκδίδει την πράξη εμπροθέσμως, υποβάλλεται από τη γραμματεία του αρμοδίου δικαστηρίου στο πειθαρχικό όργανο του οικείου δικηγορικού συλλόγου ενημέρωση για τη μη άσκηση των καθηκόντων του και εφαρμόζονται τα άρθρα 146 έως 159 του Κώδικα Δικηγόρων. Στην περίπτωση του πέμπτου εδαφίου, ο δικηγόρος δύναται να αποκλείεται έως και ένα (1) έτος από την εγγραφή στον κατάλογο του δευτέρου εδαφίου.
3. Αν εντός του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 ασκηθεί παρέμβαση τρίτου, ο ειρηνοδίκης προσδιορίζει δικάσιμο για τη συζήτησή της, προκειμένου να εκδοθεί απόφαση επ’ αυτής.
4. Το πιστοποιητικό (κληρονομητήριο) εκδίδεται από τον γραμματέα του δικαστηρίου στο οποίο κατατέθηκε η αίτηση και παραδίδεται σε αυτόν που αιτήθηκε την έκδοσή του με απόδειξη παραλαβής, η οποία φυλάσσεται στο αρχείο του δικαστηρίου. Αν την έκδοση του πιστοποιητικού διατάζει το δικαστήριο που δίκασε ύστερα από έφεση, το πιστοποιητικό εκδίδεται από τον γραμματέα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, στον οποίο αποστέλλεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση αντίγραφο της απόφασης.».
Στη συνέχεια, επέρχονται στο άρθρο 820 του ΚΠολΔ οι αναγκαίες νομοτεχνικές βελτιώσεις, ώστε να εναρμονίζεται το περιεχόμενο του άρθρου με την αρμοδιότητα πλέον του δικηγόρου να εκδίδει πράξη κληρονομητηρίου.
Το άρθρο 824 ΚΠολΔ αντικαθίσταται ως εξής, ώστε να ρυθμίζει το πλαίσιο για τη δυνατότητα άσκησης ένδικων μέσων κατά της πράξης για την παροχή κληρονομητηρίου:
«1. Η πράξη, η οποία εκδίδεται από τον δικηγόρο και στην οποία στηρίζεται η παροχή πιστοποιητικού, προσβάλλεται με τριτανακοπή εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των άρθρων 586, 587, 588, 589 και 590, από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευσή της. Η προθεσμία της τριτανακοπής και η άσκησή της αναστέλλουν την ισχύ της πράξης και την έκδοση του πιστοποιητικού.
2. Η απόφαση που διατάσσει την παροχή πιστοποιητικού προσβάλλεται με έφεση, εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευσή της. Η προθεσμία της έφεσης και η άσκησή της αναστέλλουν την ισχύ της απόφασης και την έκδοση του πιστοποιητικού. Η απόφαση που διατάζει την παροχή πιστοποιητικού δεν προσβάλλεται με αναψηλάφηση, αναίρεση ή τριτανακοπή.
3. Η απόφαση που διατάζει την αφαίρεση του πιστοποιητικού ή το κηρύσσει ανίσχυρο ή εκείνη που το τροποποιεί ή το ανακαλεί προσβάλλεται μόνο με τριτανακοπή στο δικαστήριο της κληρονομίας εντός της προθεσμίας του άρθρου 1965 του Αστικού Κώδικα.»
Το άρθρο 1956 ΑΚ τροποποιείται ως εξής, ώστε το πιστοποιητικό για το κληρονομητήριο να παρέχεται δυνάμει όχι μόνο απόφασης, αλλά και πράξης από δικηγόρο:
«Το δικαστήριο της κληρονομίας, ύστερα από αίτηση του κληρονόμου, δυνάμει απόφασης ή πράξης του παρέχει πιστοποιητικό για το κληρονομικό του δικαίωμα και για τη μερίδα που του αναλογεί (κληρονομητήριο).»
Ακολούθως, στο άρθρο 1958 ΑΚ επέρχονται οι απαραίτητες νομοτεχνικές βελτιώσεις, προκειμένου ο αρμόδιος για την έκδοση (και ο δικαστής και ο δικηγόρος) να διαθέτει τα αποδεικτικά μέσα προς απόδειξη και αξιολόγηση του περιεχομένου της αίτησης για την παροχή κληρονομητηρίου. Ο δικηγόρος εδώ μπορεί να λαμβάνει υπόψη του και να αξιολογεί προς απόδειξη κάθε προσκομισθέν έγγραφο πλην δημοσίου εγγράφου. Όταν το κληρονομητήριο εκδίδεται με απόφαση, διατηρεί κάθε αποδεικτική δυνατότητα που του δίδει το ανακριτικό σύστημα, όπως το να απαιτήσει τη λήψη και προσκόμιση ενόρκων βεβαιώσεων.
Στο άρθρο 1959 ΑΚ επέρχονται οι απαραίτητες νομοτεχνικές βελτιώσεις, προκειμένου να εξασφαλιστεί πως ο κάθε αρμόδιος να εκδώσει το κληρονομητήριο έχει δικαίωμα να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως με κάθε τρόπο για να εξακριβώσει τις δηλώσεις εκείνου που ζητεί το κληρονομητήριο.
Ομοίως, στα άρθρα 1960 και 1961του ΑΚ για την έκδοση κοινού κληρονομητηρίου και για το περιεχόμενο του κληρονομητηρίου αντίστοιχα, επέρχονται οι απαραίτητες νομοτεχνικές βελτιώσεις λόγω της αρμοδιότητας πλέον και του δικηγόρου να εκδίδει πράξη για την παροχή κληρονομητηρίου.