Μεταξύ των πρόσφατων μισθολογικών συμφωνιών περιλαμβάνονται οι αυξήσεις των κατώτατων μισθών κατά 3,4% στη Γερμανία, κατά 3,8% στην Ολλανδία και κατά 5% στην Ισπανία
Ημέση αύξηση μισθών, στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων για συλλογικές συμβάσεις εργασίας στην Ευρωζώνη, επιβραδύνθηκε ελαφρά το δ’ τρίμηνο του 2023 στο 4,5%, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), κατευνάζοντας τους φόβους ότι θα μπορούσε να διατηρήσει τον πληθωρισμό πάνω από τον στόχο του 2%.
Η αύξηση των αμοιβών το δ’ τρίμηνο είναι χαμηλότερη από την αύξηση – ρεκόρ 4,7% που σημειώθηκε στο γ΄ τρίμηνο, όπως προκύπτει από τον δείκτη διαπραγματευόμενων μισθών της ΕΚΤ.
Ο δείκτης αναμενόταν με μεγαλύτερη προσμονή από ό,τι συνήθως αυτή τη φορά, καθώς στελέχη της ΕΚΤ εστιάζουν στο κόστος εργασίας ως τον βασικό παράγοντα που θα λάβουν υπόψη τους για να αποφασίσουν πότε θα μειώσουν τα επιτόκια.
Πολλοί αξιωματούχοι της ΕΚΤ, ωστόσο, επιθυμούν να δουν και τα στοιχεία για τους μισθούς στο α’ τρίμηνο του 2024, τα οποία αναμένονται τον Μάιο, πριν δώσουν το πράσινο φως για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής με την πρώτη μείωση των επιτοκίων.
«Η επιβράδυνση της αύξησης των μισθών στο τέλος του περασμένου έτους αναμένεται να καθησυχάσει κάπως ότι το φοβούμενο σπιράλ μισθών-τιμών δεν θα εκδηλωθεί στην Ευρωζώνη», δήλωσε ο Carsten Brzeski, επικεφαλής μακροοικονομικών αναλύσεων της ING, προσθέτοντας: «Ωστόσο, η ΕΚΤ θα θελήσει σίγουρα να περιμένει τα στοιχεία για τις αυξήσεις των μισθών του πρώτου τριμήνου προτού αποφασίσει για μειώσεις των επιτοκίων. Δεν υπάρχει λόγος να αλλάξουμε την πρόβλεψή μας για μια πρώτη μείωση (των επιτοκίων) τον Ιούνιο».
Οι δηλώσεις Λαγκάρντ
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, την περασμένη εβδομάδα αναφέρθηκε στους μισθούς ως «έναν ολοένα και πιο σημαντικό παράγοντα για τη δυναμική του πληθωρισμού τα επόμενα τρίμηνα», ενώ προειδοποίησε κατά «βιαστικών αποφάσεων» για μείωση επιτοκίων χωρίς να υπάρχει μεγάλη εμπιστοσύνη ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στο 2%.
Τον Δεκέμβριο, η ΕΚΤ προέβλεψε ότι η ονομαστική αύξηση των μισθών θα μειωθεί σταδιακά με την πάροδο του χρόνου – στο 3,3% το 2026 από 5,3% το 2023 – σε όρους αμοιβών ανά εργαζόμενο.
Η ΕΚΤ αναμένει ότι οι αυξήσεις των μισθών θα είναι περιορισμένες, καθώς οι επιχειρήσεις μετακυλίουν το υψηλότερο κόστος στους καταναλωτές με βραδύτερο ρυθμό. Αλλά ενώ ορισμένοι αξιωματούχοι βλέπουν ότι αυτό συμβαίνει, άλλοι -όπως ο Αυστριακός κεντρικός τραπεζίτης, Ρόμπερτ Χόλτσμαν- υποστηρίζουν ότι οι εταιρείες δεν είναι πιθανό να απορροφήσουν τις αυξανόμενες μισθολογικές δαπάνες.
Το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Ιζαμπελ Σνάμπελ, υποστήριξε την Παρασκευή ότι η αδύναμη παραγωγικότητα «επιδεινώνει τις επιπτώσεις που έχει η τρέχουσα ισχυρή αύξηση των ονομαστικών μισθών στο μοναδιαίο κόστος εργασίας για τις επιχειρήσεις», αυξάνοντας τον κίνδυνο οι επιχειρήσεις να μεταφέρουν το υψηλότερο μισθολογικό κόστος στους καταναλωτές και να καθυστερήσει η επιστροφή του πληθωρισμού στο 2%.
Αυξήσεις κατώτατων μισθών
Μεταξύ των πρόσφατων μισθολογικών συμφωνιών περιλαμβάνονται οι αυξήσεις των κατώτατων μισθών κατά 3,4% στη Γερμανία, κατά 3,8% στην Ολλανδία και κατά 5% στην Ισπανία.
Οι μισθοί αυξήθηκαν 4,5% για τους εργαζόμενους στα καταστήματα της Carrefour στην Ισπανία, κατά 5% στη γαλλική ενεργειακή εταιρεία TotalEnergies, κατά 6,6% για τους σιδηροδρομικούς υπαλλήλους στην Ολλανδία, ενώ το κατώτατο ωρομίσθιο για τους οδηγούς της Uber στη Γαλλία αυξήθηκε 17,6%.