Με ανυπόστατους ισχυρισμούς για κακοποίηση, αρνήθηκε να τα παραδώσει σύμφωνα με όσα προβλέπονταν στα ασφαλιστικά μέτρα.
Για παραβίαση του δικαιώματος επικοινωνίας με τον πατέρα τους καταδικάστηκε από το Εφετείο Πειραιώς η πρώην σύζυγος, η οποία εμφανίστηκε να αγνοεί όχι μία αλλά 16 φορές την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, βάσει της οποίας οριζόταν ο τρόπος και οι ημέρες κατά τις οποίες θα έπρεπε να είχε επαφή με τις κόρες του.
Σύμφωνα με την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ορίστηκε προσωρινά ο τρόπος και οι ημέρες επικοινωνίας του πατέρα με τις ανήλικες θυγατέρες του … και …, η επιμέλεια των οποίων είχε ανατεθεί προσωρινά στην μητέρα και βάσει αυτής μάλιστα αναφερόταν πως για κάθε παράβαση επικοινωνίας θα υπήρχε χρηματική ποινή 200 ευρώ και προσωπική κράτηση 10 ημερών.
Ωστόσο, όπως αναφέρεται παρόλο που η απόφαση κοινοποιήθηκε στην μητέρα στις 28-7-2017 με επιταγή προς εκτέλεση, «για το διάστημα από 9.9.2017 έως 23.11.2017 (16 φορές) παρέβη την άνω απόφαση καθώς δεν παρέδωσε τις ανήλικες στον ενάγοντα όπως είχε υποχρέωση».
Στην απόφαση του Εφετείου επισημαίνεται πως «η εναγόμενη αδικαιολόγητα δεν παρέδωσε τα τέκνα στον ενάγοντα, για την καθορισθείσα επικοινωνία, χωρίς μάλιστα καθόλου να αιτιολογήσει την άρνησή της αυτή, επικαλούμενη την επιθυμία των τέκνων της να μην τον συναντήσουν κι ενώ για το διάστημα αυτό δεν υπήρχε παιδοψυχιατρική εκτίμηση που επιβεβαιώνει την άρνηση αυτών».
Όπως σημειώνεται «συνεπώς η εναγόμενη υπαιτίως δεν παρέδωσε τα τέκνα για την καθορισμένη επικοινωνία στις 2.11.2017, 4.11.2017, 9.11.2017, 16.11.2017, 18.11.2017 και 23.11.2017, όμως πρόκειται για μία ενιαία εξακολουθητική συμπεριφορά, ώστε θα της επιβληθεί μία ποινή για την αποτροπή υπέρμετρων κυρώσεων σε βάρος της και τη διευκόλυνση της διαδικασίας και του τρόπου υπολογισμού της ποινής.
Λαμβάνοντας πάντως υπόψη το επίδικο χρονικό διάστημα και τον αριθμό των παραβάσεων κρίθηκε πως «η ποινή πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των 600,00 € και η προσωπική κράτηση αυτής σε χρονικό διάστημα 3 ημερών».
Το ιστορικό της υπόθεσης και οι υποψίες για κακοποίηση
Όπως αναφέρεται «οι διάδικοι ενάγων …… και εναγόμενη ……… τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο, κατά το Ανατολικό Ορθόδοξο Δόγμα, στον Ιερό Ναό …….. Νίκαιας Αττικής, στις 7/7/2012, από τον οποίο απέκτησαν δύο ανήλικα τέκνα, την …….., η οποία γεννήθηκε στις 16/1/2014 και τη …………, η οποία γεννήθηκε στις 4/2/2016. Η έγγαμη συμβίωσή τους διακόπηκε οριστικά από τον Απρίλιο του 2017.
Δυνάμει της με αρ. 1271/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων ανατέθηκε προσωρινά στην εναγόμενη μητέρα τους ………… και ρυθμίστηκε προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του ενάγοντος με τα τέκνα του α) κάθε Πέμπτη από ώρα 17.00 έως 21.00, β) κάθε δεύτερη βδομάδα, από ώρα 10.00 του Σαββάτου έως ώρα 20.00 της Κυριακής, γ) μία εβδομάδα τις διακοπές Χριστουγέννων και Πάσχα εναλλάξ και στις θερινές διακοπές τα ζυγά έτη από την 1 έως την 17η Αυγούστου και τα μονά από τις 17 έως 26 Αυγούστου. Σε βάρος της εναγομένης απειλήθηκε χρηματική ποινή 200,00 € και προσωπική κράτηση 10 ημερών για κάθε περίπτωση παράβασης της διάταξης της απόφασης περί επικοινωνίας.
Περαιτέρω από τα ίδια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ένας από τους λόγους του χωρισμού των διαδίκων ήταν οι υποψίες της εναγόμενης ότι ο ενάγων εκδήλωνε ανάρμοστη σεξουαλική συμπεριφορά έναντι του μεγαλύτερου τέκνου τους ….., η οποία παρατήρησε ερυθρότητα στα γεννητικά όργανα (αιδοίο) της ανήλικης. Η βασιμότητα των υποψιών αυτών δεν πιθανολογήθηκε από την ως άνω απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία καθόρισε τον άνω τρόπο επικοινωνίας του εναγόμενο με τα τέκνα του.
Η εναγόμενη παρά το ότι δεν είχε συμμορφωθεί με την προσωρινή διαταγή παρέδωσε τα τέκνα στον ενάγοντα για να περάσουν τις θερινές διακοπές το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου του 2017. Μετά την επάνοδο των τέκνων η μεγάλη κόρη ….. εμφάνισε σπυράκια στο σώμα της κι επιθετική συμπεριφορά και διαταραχές ύπνου, η δε μικρότερη παρουσίασε διάρροια και πυρετό. Η κατάστασή τους αυτή αποδόθηκε σε συνδυασμό παραγόντων, κυρίως στον αποχωρισμό από την μητέρα τους σε πολύ μικρή ηλικία για μεγάλο χρονικό διάστημα και τον χωρισμό των γονέων τους και όχι ευθέως σε αρνητική επενέργεια του ενάγοντος.
Στις 7.9.2017 ο ενάγων μετέβη εκ νέου να παραλάβει τα τέκνα του για την καθορισθείσα επικοινωνία, όμως συνέβη επεισόδιο μεταξύ των διαδίκων, καθώς η …… αρνήθηκε να πάει με τον πατέρα της με αποτέλεσμα ο ενάγων να την τραβήξει με τη βία προς το μέρος του προξενώντας σωματική βλάβη στην εναγόμενη, τέως σύζυγό του που παρεμβλήθηκε.
Μετά το περιστατικό αυτό, δεν πραγματοποιήθηκε καμία επικοινωνία του ενάγοντος με τα τέκνα του, τις καθορισμένες ημερομηνίες 9.9.2017, έως 23.11.2017 και ειδικότερα 9.9.2017, 21.9.2017, (δεν αναφέρεται στην αγωγή η 14.9.2017) 23.9.2017, 28.9.2017, 5.10.2017, 7.10.2017, 12.10.2017, 19.10.2017, 21.10.2017, 26.10.2017, 2.11.2017, 4.11.2017, 9.11.2017, 16.11.2017, 18.11.2017 και 23.11.2017, ο δε ενάγων υπέβαλε ισάριθμες μηνύσεις σε βάρος της εναγόμενης συζύγου του για παράβαση του άρθρου 232 Α του τότε ισχύοντος Π.Κ.
Οι εκθέσεις των ειδικών για τη σχέση πατέρα – παιδιών
Στην απόφαση του Εφετείου αναφέρεται: «Σύμφωνα με την από 27.11.2017 έκθεση παιδοψυχολόγου – κλινικής ψυχολόγου ……, την οποία προσκόμισε η ενάγουσα, μετά το βίαιο επεισόδιο μεταξύ των διαδίκων ενώπιον των παιδιών στις 7.9.2017, η ανήλικη ……. (ηλικίας 3,5 ετών) εμφάνιζε άγχος, ανησυχία, ανασφάλεια φόβο, θυμό κι επιθετικότητα και άρνηση σχετικά με την επαφή με τον πατέρα, από δε την ψυχολογική εκτίμηση της άνω ανήλικης προκύπτει ότι ήταν εμφανώς αρνητικά καταγεγραμμένη στον ψυχισμό της η πατρική φιγούρα, καθώς η συμπεριφορά του πατέρα της (δεν διευκρινίζεται αν αφορά μόνο την ίδια ή και την μητέρα της) της είχε προκαλέσει άγχος φόβο και ανασφάλεια κι επιβάρυνε αναπόφευκτα το συναίσθημά της. Κατά την ίδια ψυχολόγο στην παρούσα φάση η επικοινωνία δεν ήταν δυνατό να υλοποιηθεί, καθώς και τα δύο παιδιά και ειδικά η ….. δήλωνε σταθερά άρνηση και απροθυμία στην επικοινωνία με τον πατέρα. Η ανωτέρω ψυχολόγος πάντως δεν πήρε θέση για τον αν ο ενάγων είχε προβεί σε σεξουαλική κακοποίηση της άνω θυγατέρας του αναφέροντας ότι λόγω της παιδοψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης που διενεργήθηκε από τον ορισθέντα πραγματογνώμονα δεν προέβη σε ενδελεχή εξέταση του τέκνου , αναφορικά με την σεξουαλική του παραβίαση από τον πατέρα. Όμως στις 9.11.2017 έλαβε χώρα συνάντηση του ορισθέντος (στην ποινική δικογραφία) πραγματογνώμονα παιδοψυχίατρου ………… του Ελληνικού Κέντρου Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών με την ανήλικη …., παρουσία των διαδίκων, εναγόμενης και ενάγοντος (είχαν προηγηθεί 2 συναντήσεις, χωρίς τον ενάγοντα) όπου η ανήλικη, ενώ αρχικά αρνήθηκε να συναντηθεί με το πατέρα της και ήταν αμήχανη, με την πάροδο του χρόνου έπαιξε μαζί του δείχνοντας απόλυτη εμπιστοσύνη, με ευχάριστη διάθεση και χωρίς να απευθυνθεί στην μητέρα της για ασφάλεια. Την συνάντηση αυτή ο πραγματογνώμων χαρακτήρισε ρέουσα, με εμπιστοσύνη, χωρίς φόβο και μη αναμενόμενη, αν ο πατέρας είχε προκαλέσει πόνο στο παιδί. Ο ίδιος πραγματογνώμων έκρινε αβάσιμες τις καταγγελίες της εναγόμενης για σεξουαλική παρενόχληση της …. από τον ενάγοντα, αναφέροντας ότι η ερυθρότητα στη περιοχή των γεννητικών οργάνων της ανήλικης … θα μπορούσε να αποδοθεί σε πλημμελή φροντίδα υγιεινής ή σε αυνανιστική δραστηριότητα του τέκνου. Aπό τα παραπάνω καταφαίνεται, ότι αρχικά υπήρχε πράγματι άρνηση των τέκνων του ενάγοντος να επικοινωνήσουν μαζί του (και κυρίως της μεγαλύτερης ………. που είχε περισσότερο συγκροτημένο λόγο, καθώς η μικρότερη ….. ήταν 1,5 ετών), που οφειλόταν και στην συμπεριφορά του ιδίου του ενάγοντος έναντι της εναγόμενης, στο επεισόδιο της 7.9.2017. ¨Όμως το αρνητικό αυτό συναίσθημα δεν υπήρχε στις αρχές Νοεμβρίου του 2017, όπως διαπίστωσε και ο ορισθείς πραγματογνώμων, χωρίς οι διαπιστώσεις αυτού να αναιρούνται από την έκθεση της ψυχολόγου …….., η οποία ενώ ανέφερε για αρνητικά συναισθήματα των τέκνων του έναντι του ενάγοντος, δεν προσδιόρισε το χρόνο των συναντήσεων, όπου διαπίστωσε αυτά (αν δηλαδή αυτά υπήρχαν αμέσως μετά το συμβάν της 7.9.2017 ή και μεταγενέστερα). Επισημαίνεται ότι ο ενάγων προσερχόταν κανονικά στην οικία της εναγόμενης για την ορισθείσα επικοινωνία, η τελευταία όμως αρνείτο να παραδώσει τα τέκνα και συνήθως δεν απαντούσε ούτε στην κρούση του θυροτηλέφωνου.
Μόνο στις 14.9.2017 δήλωσε στα αστυνομικά όργανα ότι τα τέκνα δεν επιθυμούσαν να επικοινωνήσουν με τον ενάγοντα. Ακόμα είναι άξιο μνείας ότι η εναγόμενη, ενώ δεν εφάρμοζε την άνω απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, δεν υπέβαλε αίτηση ανάκλησης αυτής, παρά στις 28.11.2017 (αρ. καταθ. …../2017, όπου με την προσωρινή διαταγή της 7.12.2017 χωρίς να πιθανολογηθεί σεξουαλική κακοποίηση των τέκνων, καθορίστηκε τρόπος επικοινωνίας κάθε Τρίτη, Τετάρτη και Πέμπτη από ώρα 16.30 έως ώρα 20.00 στην οικία της αιτούσας, με τη παρουσία του παππού της πατρικής γραμμής και της γιαγιάς της μητρικής γραμμής των ανηλίκων.
Από τα παραπάνω αποδεικνύεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ότι το χρονικό διάστημα της συνάντησης της ανήλικης ….. με τον πραγματογνώμονα, όπου καταγράφηκε η θετική αλληλεπίδρασή της με τον ενάγοντα πατέρα της και λίγο νωρίτερα (αρχές Νοεμβρίου 2017), με την πάροδο ικανού διαστήματος από το περιστατικό της 7.9.2017, η εναγόμενη αδικαιολόγητα δεν παρέδωσε τα τέκνα στον ενάγοντα, για την καθορισθείσα επικοινωνία, χωρίς μάλιστα καθόλου να αιτιολογήσει την άρνησή της αυτή, επικαλούμενη την επιθυμία των τέκνων της να μην τον συναντήσουν κι ενώ για το διάστημα αυτό δεν υπήρχε παιδοψυχιατρική εκτίμηση που επιβεβαιώνει την άρνηση αυτών».