Αριθμός απόφασης 4254/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Ζ`
Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, την 12η Μαϊου 2023, με Δικαστή τη Σουλτάνα Σκούρα, Πρωτοδίκη Δ.Δ., και γραμματέα τη δικαστική υπάλληλο Αντωνία Παρηγόρη,
γ ι α να δικάσει την ανακοπή με αριθμό και χρονολογία καταχώρησης ΑΚ2050/28-9-2021 και Εθνικό Αριθμό Υπόθεσης 2021027185,
τ ο υ … του …, κατοίκου … και ήδη προσωρινά διαμένοντος στο …, για τον οποίο παραστάθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Κωνσταντίνος Παπαπαναγιώτου,
κ α τ ά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.Κ.Α.) και ήδη μετονομασθέντος ως «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (e – Ε.Φ.Κ.Α) [κατ’ άρθρο 51Α του ν. 4387/2016 (Α΄ 85), όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4670/2020 (Α΄ 43)], που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή του, για τον οποίο παραστάθηκε, με την κατατεθείσα την 3-5-2023 δήλωση του άρθρου 133 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999 – Α`97), όπως ισχύει, η πληρεξούσια δικηγόρος του Ανδρονίκη Μαυρομάτη.
Κατά τη συζήτησης της υπόθεσης, ο διάδικος που εμφανίστηκε στο ακροατήριο ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο μελέτησε τη δικογραφία και
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, με την κρινόμενη ανακοπή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο, ύψους 100 ευρώ (βλ. το 429224458951 1129 0096 ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, σε συνδυασμό με το σχετικό περί δέσμευσής του αποδεικτικό), ζητείται, παραδεκτώς, η ακύρωση α) της 604/30-7-2021 ατομικής ειδοποίησης ληξιπρόθεσμων οφειλών της Διευθύντριας του Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών Θεσσαλονίκης του καθ`ού ασφαλιστικού φορέα που απευθύνεται στον ανακόπτοντα και β) των περιεχόμενων σε αυτήν 677/10-6-2011, 809/8-8-2012, 807/8-8-2012, 415/10-3-2016 και 412/10-3-2016 πράξεων ταμειακής βεβαίωσης του πρώην Ταμείου Είσπραξης Εσόδων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του Περιφερειακού ΚΕΑΟ, με τις οποίες βεβαιώθηκαν ταμειακά οφειλές της ένωσης “… ”, συνολικού ύψους, συμπεριλαμβανομένων πρόσθετων τελών, 42.801,81 ευρώ, προερχόμενες από την έκδοση σε βάρος της εν λόγω ένωσης Πράξεων Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ) και Πράξεων Επιβολής Πρόσθετης Επιβάρυνσης Εισφορών (ΠΕΠΕΕ). Με την ως άνω ατομική ειδοποίηση, ο ανακόπτων κλήθηκε να καταβάλει τις προαναφερθείσες οφειλές της συνεργατικής αυτής ένωσης, υπό την ιδιότητά του ως μέλους της “από 12/01/2011”.
2. Επειδή, στο άρθρο 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.2717/1999 – Α`97) ορίζεται ότι “1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου … “, στο άρθρο 224 ότι “1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. 2. … . 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ’ αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχο του κατά το νόμο και την ουσία ή δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο. 5. Ισχυρισμοί, που αφορούν την απόσβεση της απαίτησης για την ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται η εκτέλεση, μπορούν να προβάλλονται με την ευκαιρία άσκησης ανακοπής κατά της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ή οποιασδήποτε πράξης της εκτέλεσης, πρέπει δε να αποδεικνύονται αμέσως. … .” και στο άρθρο 225 ότι “Το δικαστήριο, αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή στην τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση, προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής.”. Όπως έχει κριθεί, στην έννοια της απόσβεσης της απαίτησης, η οποία εξετάζεται με την ευκαιρία άσκησης ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης ή και οποιασδήποτε μεταγενέστερης πράξης εκτέλεσης κατ’ άρθρο 224 παρ. 5 του Κ.Δ.Δ., εμπίπτει και η έλλειψη ευθύνης του φυσικού προσώπου, από τον οποίο αναζητείται η καταβολή χρεών προς το Δημόσιο ή ν.π.δ.δ., προερχόμενων από καταλογιστική πράξη εκδοθείσα σε βάρος νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, για την καταβολή των οφειλών τους, λόγω μη συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων για την αναζήτηση αυτή (βλ. ΣτΕ 3344/2008, επίσης ΔΕφΘεσ 1710/2019, 2684/2017, ΔεφΛαρ 288/2016).
3. Επειδή, στο άρθρο 71 του Κεφαλαίου Ι του Κανονισμού Ασφάλισης ΙΚΑ (55575/Ι.479/1965 υπουργική απόφαση, Β`816) υπό τον τίτλο “Ασφάλισις μέσω Σωματείων, Συνεταιρισμών ή Συνεργατικών Κατηγοριών τινών Μισθωτών” ορίζεται ότι “1. Πρόσωπα εκ των εν τη επομένη παραγράφω αναφερομένων παρέχοντα εργασίαν εις μη σταθερόν εργοδότην εντός περιοχών, εις ας ισχύει η ασφάλισις του Ι.Κ.Α., ασφαλίζονται εις αυτό συμφώνως προς τους εν τω παρόντι Κεφαλαίω αναφερομένους όρους και προϋποθέσεις. 2. Αι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου έχουν εφαρμογήν προκειμένου περί εργατών: α) … ια) Φορτοεκφορτώσεων και μεταφορών εν γένει και των συναφών προς ταύτας εργασιών οίον παραλαβής και παραδόσεως των εμπορευμάτων, ζυγίσεως, ταξινομήσεως, διαλογών, φυλάξεως κλπ. αυτών (όπως προστέθηκε με την υπ’ αριθ. Φ. 21/21/10768 της 14 Αυγ./10 Σεπτ. 1970 υπουργική απόφαση, ΦΕΚ 630 Β και διορθ. ΦΕΚ 744 Β) … “, στο άρθρο 72 ότι “1. Αι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου έχουν εφαρμογήν προκειμένου περί προσώπων εκ των εν παρ. 2 του προηγουμένου άρθρου αναφερομένων, ανηκόντων εις Σωματεία, Συν/σμούς ή Συνεργατικάς, ων αι διοικήσεις ή προκειμένου περί συνεργατικών, οι εκπροσωπούντες ταύτας, μεσολαβούν εις την είσπραξιν της αμοιβής των μελών τούτων δια την υπ’ αυτών παρεχομένην εργασίαν ή παρέχουν την εργασίαν των μέσω των εν λόγω ενώσεων, δι’ α δεν καταβάλλονται εισφοραί, κατά τας διατάξεις των Κεφαλαίων Η` και Θ` του παρόντος Κανονισμού. 2. Συνεργατικάς κατά την έννοιαν του παρόντος Κεφαλαίου αποτελούν ενώσεις τριών τουλάχιστον προσώπων της αυτής επαγγελματικής κατηγορίας προς παροχήν εν τη περιοχή του αυτού Υποκ/τος ή Παρ/τος του Ι.Κ.Α. εργασίας εκ των εν παρ. 1 άρθρ. 57 παρ. 1 άρθρου 65 και παρ. 2 άρθρ. 71 αναφερομένων και από κοινού διανομήν της δια την παρεχομένην εργασίαν αμοιβής, μη αποτελούσαι δε σωματεία ή συνεταιρισμούς. Η συστατική της συνεργατικής πράξις δέον να συντάσσεται εγγράφως. Τα μέλη εκάστης συνεργατικής υποχρεούνται δια την έναρξιν της κατά τας διατάξεις του παρόντος ασφαλίσεώς των, όπως ορίσουν εν εκ τούτων ως εκπρόσωπον και διαχειριστήν της Ενώσεως και ανακοινώσουν το ονοματεπώνυμον τούτου εις το αρμόδιον Υποκ/μα του ΙΚΑ», στο άρθρο 73 ότι «1. Η ασφάλισις των περί ων το προηγούμενον άρθρον προσώπων ενεργείται μέσω των διοικήσεων των εν τη αυτή διατάξει αναφερομένων σωματείων, συνεταιρισμών ή εκπροσώπων των συνεργατικών, αίτινες υπέχουν έναντι του Ιδρύματος απάσας τας ευθύνας του εργοδότου, κατά τα εν άρθρ. 8 παρ. 5 και 26 παρ. 1 του Α.Ν. 1846/51 οριζόμενα” και στο άρθρο 76 ότι “1. Αι διοικήσεις των Σωματείων ή Συνεταιρισμών και οι διαχειρισταί των Συνεργατικών των εν άρθρω 72 εργατών υποχρεούνται όπως: α) Υποβάλλουν εις το αρμόδιον Υποκατάστημα του Ι.Κ.Α. κεκυρωμένα αντίγραφα του Καταστατικού των, εντός δέκα πέντε ημερών από της εγγραφής του Σωματείου εις το οικείον βιβλίον του Πρωτοδικείου ή της εγκρίσεως του Καταστατικού του Συν/σμού ή της συστάσεως της Συνεργατικής. Εντός της αυτής ως άνω προθεσμίας υποχρεούνται αι διοικήσεις των Σωματείων και Συνεταιρισμών και οι διαχειρισταί των Συνεργατικών, όπως υποβάλλουν εις το αρμόδιον Υποκατάστημα του Ι.Κ.Α., πάσαν τροποποίησιν του Καταστατικού των. β) Ανακοινούν εις το αρμόδιον Υποκατάστημα του Ι.Κ.Α. τα ονοματεπώνυμα των μελών της Διοικήσεως του Σωματείου ή Συνεταιρισμού ή του διαχειριστού της Συνεργατικής, ως και πάσαν απόφασιν των αρμοδίων οργάνων της Ενώσεως περί εγγραφής ή διαγραφής μελών εκ του Σωματείου, του Συνεταιρισμού ή της Συνεργατικής».
4. Επειδή, περαιτέρω, ο Κώδικας Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων («Κ.Ε.Δ.Ε.», ν.δ. 356/1974, Φ.Ε.Κ. Α΄ 90), όπως ισχύει κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζει, στο άρθρο 4 ότι «1. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, καθώς και των δημοσίων εσόδων της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, μετά την καταχώριση του χρέους ως δημοσίου εσόδου κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 3, η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει ατομική ειδοποίηση, την οποία, είτε αποστέλλει ταχυδρομικά στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα είτε την κοινοποιεί σε αυτούς σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013. …». Εξάλλου, με το άρθρο 101 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) ορίστηκε ότι «1. Στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ιδρύεται Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο) με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. 2. Το Κ.Ε.Α.Ο. έχει ως σκοπό: α) την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας … 3. Για τις ανάγκες του παρόντος νοούνται: … Ληξιπρόθεσμες, οι καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές από τη σύνταξη της πράξης βεβαίωσης της οφειλής. Βεβαίωση οφειλής, η ειδική διοικητική πράξη καταγραφής οφειλών. … Τίτλο εκτελεστό αναγκαστικής είσπραξης οφειλών σύμφωνα με το ν.δ. 356/1974 Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), ως ισχύει, αποτελεί η πράξη βεβαίωσης οφειλής μετά την απόδοση μοναδικού αριθμού και την ταυτόχρονη ηλεκτρονική εγγραφή της στο ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο εσόδων του Κ.Ε.Α.Ο. 4. Στη βάση δεδομένων του Κ.Ε.Α.Ο. διαβιβάζεται αυτοματοποιημένα η πράξη βεβαίωσης οφειλής εντός μηνός από τη σύνταξη της και της αποδίδεται μοναδικός αριθμός. Μετά το διαχωρισμό των οφειλών σε άμεσα εισπράξιμες και επισφαλείς: α) ενημερώνεται ο οφειλέτης με κάθε πρόσφορο μέσο για την οφειλή του και την έναρξη διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης, β) εντός μηνός από την έκδοση του εκτελεστού τίτλου αποστέλλεται ατομική ειδοποίηση και τάσσεται προθεσμία είκοσι (20) ημερών εντός της οποίας καλείται ο οφειλέτης να εξοφλήσει, γ) μετά την εκπνοή της ως άνω προθεσμίας ο εκτελεστός τίτλος διαβιβάζεται στα κατά τόπο αρμόδια όργανα για εκτέλεση σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ, ως ισχύει …».
5. Επειδή, στο άρθρο 115 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2238/1994 (Α΄151) Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, όπως η παρ. 3 αυτού προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 2648/1998 (Α΄ 238), ορίζεται ότι “1. Τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, διαχειριστές ή διευθύνοντες σύμβουλοι και εκκαθαριστές των ημεδαπών ανωνύμων εταιριών ή συνεταιρισμών κατά το χρόνο διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται από αυτά τα νομικά πρόσωπα σύμφωνα με τον παρόντα, καθώς και του φόρου που παρακρατείται, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. … 2. Τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, διαχειριστές και γενικά εντεταλμένοι στη διοίκηση του νομικού προσώπου, κατά το χρόνο της διάλυσης των λοιπών νομικών προσώπων του άρθρου 101, ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται από αυτά τα νομικά πρόσωπα σύμφωνα με τον παρόντα, καθώς και των φόρων που παρακρατούνται, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. 3. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για τους παρακρατούμενους φόρους και κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου που εκπροσωπούν, ως εξής: α) Αν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα που είχαν μία από τις ως άνω ιδιότητες από τη λήξη της προθεσμίας απόδοσης του φόρου και μετά. β) Αν δεν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα, που είχαν μία από τις πιο πάνω ιδιότητες κατά το χρόνο που υπήρχε η υποχρέωση παρακράτησης του φόρου”. Εξάλλου, με το άρθρο 69 παρ. 2 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), οι διατάξεις του οποίου άρχισαν να ισχύουν από 05.01.1999, αντικαταστάθηκε η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 4 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270) ως εξής: «Οι διατάξεις του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 […], όπως ισχύουν κάθε φορά, που αναφέρονται στην ευθύνη των διοικούντων νομικά πρόσωπα για την καταβολή των φόρων που οφείλουν στο Δημόσιο τα πρόσωπα αυτά, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για την καταβολή των οφειλόμενων στο ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών». Μεταγενέστερα, εξάλλου, εκδόθηκε ο ν. 4321/2015 (Α΄ 32/21-3-2015), ορίζει, στο άρθρο 31, όπως ισχύει κατά τον κρίσιμο χρόνο, ότι «1. Τα πρόσωπα που είναι νόμιμοι εκπρόσωποι, πρόεδροι, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 3 του Ν. 4174/2013, Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (Α΄ 170), κατά το χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα και εις ολόκληρον για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. … Η προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη των προσώπων που έχουν τις παραπάνω ιδιότητες για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται από τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες υπάρχει και κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που εκπροσωπούν …». Εξάλλου, στο άρθρο 3 του ν. 4174/2013 ορίζεται ότι: «Για τους σκοπούς του Κώδικα, ισχύουν οι έννοιες των όρων, όπως εκάστοτε ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, εκτός αν τους αποδίδεται ρητώς διαφορετική έννοια στον Κώδικα. Οι παρακάτω ορισμοί ισχύουν για τους σκοπούς του Κώδικα: α) … γ) ως «νομικό πρόσωπο» νοείται: κάθε επιχείρηση ή εταιρεία με νομική προσωπικότητα ή και κάθε ένωση επιχειρήσεων ή εταιρειών με νομική προσωπικότητα δ) ως «νομική οντότητα» νοείται: κάθε μόρφωμα εταιρικής ή μη οργάνωσης και κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα που δεν είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο … κάθε μορφής ίδρυμα, σωματείο ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης …».
6. Επειδή, με τις προπαρατεθείσες διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 115 του εφαρμοστέου εν προκειμένω, Κ.Φ.Ε. και της παραγράφου 2 του άρθρου 69 του ν. 2676/1999 [καθώς και με τις αντίστοιχου περιεχομένου του νεότερου άρθρου 31 του ν. 4321/2015, που επακολούθησε της θέσπισης του ν. 4174/2013 (Α΄ 167)], οι οποίες πρέπει να ερμηνεύονται στενά (πρβλ. ΣτΕ 1769/2018, 2816/2020), ως θεσπίζουσες εξαίρεση από την αρχή της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου, καθιερώνεται, ως προς τις κατά τις διατάξεις αυτές οφειλές των νομικών προσώπων από ασφαλιστικές εισφορές, προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη των φυσικών προσώπων τα οποία διευθύνουν τα εν λόγω νομικά πρόσωπα και στων οποίων τα διευθυντικά καθήκοντα προδήλως περιλαμβάνεται και η μέριμνα για τη συμμόρφωση του νομικού προσώπου προς τις απορρέουσες από την ασφαλιστική νομοθεσία υποχρεώσεις. Ωστόσο, το φυσικό πρόσωπο που διευθύνει το νομικό πρόσωπο υπέχει ευθύνη, ως τρίτος έναντι αυτού, που δεν ανάγεται στο στάδιο βεβαίωσης των οφειλών, αλλά στο στάδιο της είσπραξής τους, για την ενεργοποίηση της οποίας απαιτείται η κοινοποίηση σε αυτό ατομικής ειδοποίησης, κατά της οποίας αυτός δύναται να ασκήσει ανακοπή, συμπροσβάλλοντας και τις σχετικές πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, που έχουν εκδοθεί επ’ ονόματι του νομικού προσώπου. Από τις ίδιες ως άνω διατάξεις, συνάγεται, ειδικότερα, ότι ως ευθυνόμενα προς πληρωμή των εισφορών νοούνται τα πρόσωπα τα οποία, κατά τον κρίσιμο χρόνο, είχαν πράγματι εξουσία εκπροσώπησης, διαχείρισης και δέσμευσης του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας ατομικώς. Αντιθέτως, δεν ευθύνονται πρόσωπα που δεν είχαν τις ανωτέρω ιδιότητες ή, σε κάθε περίπτωση, δεν είχαν εν τοις πράγμασι ενεργή συμμετοχή στη διοίκηση και τις υποθέσεις του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας (πρβλ. ΑΠ 239/2015, 365/2013, 858/2011). Εξάλλου, δεδομένου ότι από τις ίδιες ως άνω διατάξεις επιτρέπεται, καταρχήν, να επιδιωχθεί η αναγκαστική είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ασφαλιστικών εισφορών από τα ευθυνόμενα αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα πρόσωπα, βάσει της ταμειακής βεβαίωσης που έχει εκδοθεί επ’ ονόματι του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, τα πρόσωπα αυτά δύνανται να ασκήσουν ανακοπή κατά της ατομικής ειδοποίησης, μέσω της οποίας πληροφορούνται το πρώτον την ύπαρξη, το ύψος και την αιτία του χρέους τους, διότι διαφορετικά θα στερούνταν σταδίου δικαστικής προστασίας (πρβλ. ΣτΕ 2274-5/2017, 2267/2016 7μ., 1623/2015, 4357/2014, 844/2012).
7. Επειδή, τέλος, στο άρθρο 4 του ν.1882/1990 “Μέτρα για την περιστολή της φοροδιαφυγής, διαρρυθμίσεις στην άμεση και έμμεση φορολογία και άλλες διατάξεις” (Α’ 43) ορίζεται ότι “… 10. Για τις κοινοπραξίες, τις κοινωνίες και τις αστικές εταιρείες, που ασκούν επιχείρηση, οι οφειλές κύριες και πρόσθετες, από φόρους, τέλη, εισφορές και από πρόστιμα για φορολογικές παραβάσεις γενικά που αφορούν αυτές βεβαιώνονται στο όνομά τους, η ευθύνη όμως για την καταβολή των οφειλών αυτών βαρύνει αλληλεγγύως και σε ολόκληρο καθένα από τα μέλη τους.”.
8. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα εν γένει στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης προκύπτουν τα εξής: Ο ανακόπτων, με την ιδιότητά του ως εργάτη-φορτοεκφορτωτή, μαζί με τον … και τον …, ομοίως εργάτες-φορτεκφορτωτές, συνέστησαν, δυνάμει του από 12-1-2011 ιδιωτικού συμφωνητικού, ένωση εργαζομένων, με την επωνυμία “… ”, με σκοπό την πραγματοποίηση φορτοεκφορτωτικών εργασιών, την από κοινού διανομή των εσόδων από αυτές στα μόνιμα μέλη της ένωσης, καθώς και την ασφάλιση των τελευταίων για την παρεχόμενη εργασία τους στον εκάστοτε εργοδότη, σύμφωνα με το κεφάλαιο Ι του Κανονισμού Ασφάλισης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, όπως ρητά ορίστηκε στο άρθρο 3 του συμφωνητικού αυτού. Με το ίδιο συμφωνητικό, ως εκπρόσωπος της ένωσης ορίστηκε ο …, ο οποίος “θα ασκεί τα καθήκοντα του υπεύθυνου εκπροσώπου της προς κάθε δημόσια αρχή”, με επιπρόσθετη ευθύνη την “εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Συνεργατικής έναντι του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και κάθε άλλης δημόσιας αρχής”. Στη συνέχεια, σε βάρος της ως άνω ένωσης εκδόθηκαν από αρμόδιους υπαλλήλους της Τοπικής Διεύθυνσης Η` Θεσσαλονίκης του καθ`ού Φορέα, οι Α229/2011, Μ312/2012 και Μ7/2016 ΠΕΕ, καθώς και οι Μ352/2012 και Μ10/2016 ΠΕΠΕΕ, με τις οποίες καταλογίστηκαν και επιβλήθηκαν αντίστοιχα εισφορές για την ασφαλιστική τακτοποίηση μελών της, εντός του έτους 2011, και πρόσθετες επιβαρύνσεις επ`αυτών, συνολικού ύψους 23.831,18 ευρώ. Από τα στοιχεία του φακέλου, εξάλλου, δεν προκύπτει ούτε συνάγεται η, σε οποιονδήποτε χρόνο και με οποιονδήποτε τρόπο, κοινοποίηση των πράξεων αυτών στον ανακόπτοντα, ο οποίος, άλλωστε, δεν κατονομάζεται σε αυτές ως υπόχρεο πρόσωπο. Ακολούθως, οι οφειλές που ενσωματώνουν οι ανωτέρω πράξεις βεβαιώθηκαν ταμειακά αντίστοιχα με τις 677/10-6-2011, 809/8-8-2012, 415/10-3-2016, 807/8-8-2012 και 412/10-3-2016 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης του πρώην Ταμείου Είσπραξης Εσόδων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του Περιφερειακού ΚΕΑΟ κατά περίπτωση. Το έτος 2021, εκδόθηκε και κοινοποιήθηκε στον ανακόπτοντα η 604/30-7-2021 ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών της Διευθύντριας του Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών Θεσσαλονίκης του e-ΕΦΚΑ, με την οποία κλήθηκε να καταβάλει τις ως άνω οφειλές της συνεργατικής ένωσης, υπό την ιδιότητά του ως μέλους αυτής από 12-1-2011, ανερχόμενες κατά κεφάλαιο στο ποσό των 23.831,18 ευρώ, πλέον πρόσθετων τελών ύψους 18.970,63 ευρώ και συνολικά στο ποσό των 42.801,81 ευρώ.
9. Επειδή, με την κρινόμενη ανακοπή, όπως αυτή αναπτύσσεται με το νομίμως κατατεθέν την 17-5-2023 υπόμνημα, ο ανακόπτων ζητεί την ακύρωση των ανωτέρω πράξεων (ατομικής ειδοποίησης και ταμειακών βεβαιώσεων), προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, επικαλούμενος τις εφαρμοστέες, κατά τους ισχυρισμούς του, διατάξεις των άρθρων 71, 72, 73 και 76 του Κανονισμού Ασφάλισης ΙΚΑ και το από 12-1-2011 ιδιωτικό συμφωνητικό (που προσκομίζει), ότι ο ίδιος, ως απλό μέλος της προαναφερόμενης συνεργατικής ένωσης, δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη για την καταβολή των παραπάνω ασφαλιστικών οφειλών, που βαρύνουν την ίδια την ένωση και πρέπει να αναζητηθούν αποκλειστικώς από τον ορισθέντα εκπρόσωπό της. Από την άλλη πλευρά, ο καθ’ ού ασφαλιστικός φορέας, με το νομίμως κατατεθέν την 17-5-2023 υπόμνημα, ζητεί την απόρριψη της ανακοπής ως αβάσιμης, αντιτείνει δε στον παραπάνω λόγο, ότι η συνεργατική ένωση αποτελεί αστικό συνεταιρισμό και διέπεται από τις διατάξεις του ν. 1667/1986, που εφαρμόζεται εν προκειμένω αναλογικά, σύμφωνα δε με το άρθρο 4 παρ. 4 του νόμου αυτού, καθένα από τα μέλη της επίμαχης συνεργατικής ένωσης, όπως και ο ανακόπτων, ευθύνεται εις ολόκληρον για τα χρέη αυτής και ως εκ τούτου, νομίμως αναζητείται από αυτόν, ως μέλους της προμνησθείσας συνεργατικής ένωσης, η καταβολή των επίμαχων ασφαλιστικών οφειλών. Επιπροσθέτως, ισχυρίζεται ότι η ευθύνη του ιδρύεται και με βάση το άρθρο 4 παρ.10 του ν.1882/1990.
10. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνει, καταρχάς, υπόψη ότι οι Α229/2011, Μ312/2012 και Μ7/2016 ΠΕΕ, καθώς και οι Μ352/2012 και Μ10/2016 ΠΕΠΕΕ εκδόθηκαν σε βάρος της συνεργατικής ένωσης “…”, που συστάθηκε με σκοπό την πραγματοποίηση φορτοεκφορτωτικών εργασιών, την από κοινού διανομή των εσόδων τους από αυτές στα μόνιμα μέλη της ένωσης, καθώς και την ασφάλιση των τελευταίων για την παρεχόμενη εργασία τους στον εκάστοτε εργοδότη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο κεφάλαιο Ι του Κανονισμού Ασφάλισης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, δηλαδή εκδόθηκαν σε βάρος νομικής οντότητας χωρίς εμπορική ιδιότητα – και χωρίς να προκύπτει από το οικείο συμφωνητικό ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο φακέλου της υπόθεσης το αντίθετο. Ως εκ τούτου, δεν τυγχάνουν εφαρμοστέες οι διατάξεις περί αστικών συνεταιρισμών, όπως αβασίμως προβάλλεται από τον καθ’ ού ασφαλιστικό φορέα, αλλά οι προμνησθείσες ειδικές διατάξεις του Κανονισμού ασφάλισης του Ι.Κ.Α., σύμφωνα με τις οποίες ο ορισθείς εκπρόσωπος και διαχειριστής της ένωσης είναι υπόχρεος για τη διενέργεια της ασφάλισης των μελών της και υπέχει έναντι του φορέα ασφάλισης όλες τις ευθύνες του εργοδότη (βλ. ΔΠρΘεσ 1048/2021, 3799/2019). Εξάλλου, ενόψει και του ότι οι διατάξεις που καθιερώνουν προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη των φυσικών προσώπων τα οποία διευθύνουν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες στο στάδιο της είσπραξης των οφειλόμενων από το νομικό πρόσωπο ή οντότητα ασφαλιστικών εισφορών, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, ως θεσπίζουσες εξαίρεση από την αρχή της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου ή οντότητας και συνεπαγόμενες σοβαρές επεμβάσεις στα περιουσιακά δικαιώματα και σημαντικούς περιορισμούς στην οικονομική ελευθερία των προσωπικώς και αλληλεγγύως ευθυνόμενων προσώπων (π.χ. λήψη διασφαλιστικών μέτρων, επίσπευση διοικητικής εκτέλεσης σε βάρος της προσωπικής τους περιουσίας) (πρβλ. ΣτΕ 674/2021 Ολομ., 2816/2020 7μ., 1769/2018), δεν είναι εφαρμοστέες εν προκειμένω οι διατάξεις του άρθρου 4 παρ.10 του ν.1882/1990, με τις οποίες προβλέπεται ευθύνη των μελών 1986που ασκούν επιχείρηση για την καταβολή οφειλών από φόρους, τέλη, εισφορές και πρόστιμα, απορριπτομένων ως αβάσιμων όσων περί του αντιθέτου προβάλλει το καθ`ού ν.π.δ.δ.. Και αυτό, καθόσον αφενός η συνεργατική ένωση ως οντότητα δεν κατονομάζεται στη διάταξη αυτή και επιπροσθέτως, δεν μπορεί να υπαχθεί σε καμία από τις ανωτέρω κατηγορίες, ως μη ασκούσα επιχειρηματική δραστηριότητα, και αφετέρου, η εν λόγω διάταξη ρυθμίζει ζήτημα που αφορά αμιγώς φορολογικές οφειλές. Λαμβάνει, επίσης, υπόψη ότι, όπως δέχεται και ο καθ`ού Φορέας, ο ανακόπτων συμμετείχε στην ως άνω οντότητα ως απλό μέλος και δεν προκύπτει ότι είχε – εξαρχής ή μεταγενέστερα – κάποια ιδιότητα, με βάση την οποία θα μπορούσε να εκληφθεί ως εκπρόσωπος της ένωσης ή εν γένει πρόσωπο ευθυνόμενο για τη διεκπεραίωση της ασφαλιστικής τακτοποίησης των μελών της, ούτε συνάγεται από οποιοδήποτε στοιχείο – ούτε προβάλλεται από το καθ’ ού ν.π.δ.δ. – ότι αυτός ασκούσε εν τοις πράγμασι εξουσίες εκπροσώπησης ή διαχείρισης της ένωσης. Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ανακόπτων δεν είχε την ιδιότητα του εντεταλμένου στη διοίκηση και εκπροσώπηση της ως άνω συνεργατικής ένωσης και επομένως, δεν πληρούνται, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 6η σκέψη της παρούσας, οι προϋποθέσεις για τη θεμελίωση προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης του για την καταβολή των επίμαχων ασφαλιστικών οφειλών της ένωσης “… ”, κατ`αποδοχή ως βάσιμου του σχετικού λόγου. Συνεπώς, μη νομίμως εκδόθηκε και κοινοποιήθηκε σε αυτόν η ανακοπτόμενη ατομική ειδοποίηση, η οποία τυγχάνει, ως εκ τούτου, ακυρωτέα, όπως και οι ανακοπτόμενες πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, ως προς τον ανακόπτοντα. Κατόπιν αυτών, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση του παραδεκτού και βασίμου των λοιπών προβαλλόμενων με την υπό κρίση ανακοπή λόγων.
11. Επειδή, κατ`ακολουθίαν, πρέπει η ανακοπή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και να ακυρωθούν η 604/30-7-2021 ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών της Διευθύντριας του Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών Θεσσαλονίκης του καθ`ού ασφαλιστικού φορέα και, ως προς τον ανακόπτοντα, οι 677/10-6-2011, 809/8-8-2012, 807/8-8-2012, 415/10-3-2016 και 412/10-3-2016 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης του πρώην Ταμείου Είσπραξης Εσόδων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του Περιφερειακού ΚΕΑΟ. Περαιτέρω, πρέπει να αποδοθεί στον ανακόπτοντα το καταβληθέν από αυτόν και νόμιμο παράβολο, ύψους 100 ευρώ (βλ. άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α΄ του Κ.Δ.Δ.) και, τέλος, να καταδικαστεί ο καθ’ ού Φορέας, που ηττήθηκε, στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, τα οποία προσδιορίζονται από το Δικαστήριο στο ποσό των 234 ευρώ (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. α΄ του Κ.Δ.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δέχεται την ανακοπή.
Ακυρώνει την 604/30-7-2021 ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών της Διευθύντριας του Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών Θεσσαλονίκης του καθ`ού ασφαλιστικού φορέα και, ως προς τον ανακόπτοντα, τις 677/10-6-2011, 809/8-8-2012, 807/8-8-2012, 415/10-3-2016 και 412/10-3-2016 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης του πρώην Ταμείου Είσπραξης Εσόδων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του Περιφερειακού ΚΕΑΟ.
Διατάσσει την απόδοση στον ανακόπτοντα του καταβληθέντος και νόμιμου παραβόλου, ύψους 100 ευρώ.
Καταλογίζει σε βάρος του e-ΕΦΚΑ τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, ύψους 234 ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στη Θεσσαλονίκη, την 21-9-2023, όπου και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, την 29-9-2023.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΣΟΥΛΤΑΝΑ ΣΚΟΥΡΑ ΑΝΤΩΝΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗ