ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Δ.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’αρ. 4161/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα (αρ. 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1 ΚΠολΔ), και εντός της νόμιμης προθεσμίας των 30 ημερών (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε, όπως προκύπτει από την υπ΄αρ. ……. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ……., στις 8-1-2018, και η έφεση ασκήθηκε από τον εκκαλούντα, ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, στις 10-1-2018, σύμφωνα με την αναφερθείσα παραπάνω έκθεση κατάθεσης. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄υλη και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ) και στα πλαίσια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ), ενώ έχει καταβληθεί από τους εκκαλούντες το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3εδ.α του ΚΠολΔ, παράβολο, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, κάτωθεν της προαναφερθείσας έκθεσης κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης.
Από τις διατάξεις των άρθρων 513, 522, 534, 540 και 543 ΑΚ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίηση του δικαίου της πώλησης δυνάμει του Ν. 3043/2002, προκύπτει, ότι σε περίπτωση που κατά το χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή υφίσταται πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας του πωληθέντος αντικειμένου, ο αγοραστής δικαιούται να απαιτήσει διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν η ενέργεια είναι αδύνατη ή προκαλεί δυσανάλογες δαπάνες, να μειώσει το τίμημα ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός και αν πρόκειται για επουσιώδες ελάττωμα. Σε περίπτωση, εξάλλου, που υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή (γνώση ή υπαίτια άγνοια κατά την αντικατασταθείσα διάταξη), ο αγοραστής μπορεί σωρευτικά με τα ανωτέρω δικαιώματα να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους. Εξάλλου, πραγματικό ελάττωμα συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάστασή του κατά τον κρίσιμο χρόνο της μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού. Ως ιδιότητα δε του πράγματος θεωρείται όχι μόνο κάποιο συγκεκριμένο φυσικό γνώρισμα ή πλεονέκτημα αυτού, αλλά και οποιαδήποτε σχέση, η οποία, από το είδος και τη διάρκειά της, επιδρά κατά την αντίληψη των συναλλαγών στην αξία ή τη χρησιμότητα του πράγματος. Εξάλλου, ως συνομολογημένη νοείται μία ιδιότητα, όταν υπάρχει ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών ότι το πράγμα έχει την συγκεκριμένη ιδιότητα, στην ύπαρξη της οποίας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία από τον αγοραστή και την οποία ο πωλητής εγγυάται αναλαμβάνοντας και την ευθύνη για την ενδεχόμενη έλλειψή της (Ολ.ΑΠ 29/1990, AΠ 267/2015, ΑΠ 575/2013, ΑΠ 1100/2010, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες εξέθεταν στην από 10-2-2011 και με αριθμό κατάθεσης ………… αγωγή τους, κατ΄ορθή εκτίμηση του δικογράφου της, ότι είναι κύριοι των οριζόντιων ιδιοκτησιών πολυώροφης οικοδομής, που βρίσκεται στο .. Αττικής, επί της οδού ….., όπως αυτές περιγράφονται λεπτομερώς στην αγωγή, την κυριότητα των οποίων απέκτησαν από την εναγόμενη κατασκευάστρια εταιρία, δυνάμει των αναφερόμενων επίσης στην αγωγή, νομίμως μεταγεγγραμένων, συμβολαίων αγοραπωλησίας. Ότι, ειδικότερα, ο πρώτος και δεύτερη των εναγόντων, είναι συγκύριοι, σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστος, του διαμερίσματος υπό στοιχ. ΣΤ-1 και της υπ΄αρ. 3 θέσης στάθμευσης, ο τρίτος ενάγων είναι κύριος του υπό στοιχ. Ε-1 διαμερίσματος και των υπ΄αρ.1 και 4 θέσεων στάθμευσης και οι τέταρτος και πέμπτη των εναγόντων είναι συγκύριοι, σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστος, του υπό στοιχ. Ζ-1 διαμερίσματος και της υπ’ αρ. (2) θέσης στάθμευσης. Ότι μετά την αποπεράτωση της οικοδοµής και την παράδοση σε αυτούς των ως άνω οριζόντιων ιδιοκτησιών, διαπίστωσαν ότι οι ως άνω θέσεις στάθµευσης του υπογείου είχαν ουσιώδεις διαφορές σε σχέση µε το πώς είχαν αυτές αποτυπωθεί στα από Δεκεμβρίου 2005 και Νοεµβρίου 2006 διαγράµµατα (Α2) κάτοψης του υπογείου του αρχιτέκτονα μηχανικού ….., µε αποτέλεσµα να είναι ιδιαίτερα δυσχερής και κάποιες φορές αδύνατη, τόσο η είσοδος και έξοδος των αυτοκινήτων από το υπόγειο όσο και η διενέργεια ελιγµών, αλλά και η στάθµευση όλων των αυτοκινήτων στις προβλεπόµενες θέσεις, χωρις προγενέστερη συνεννόηση όλων των εναγόντων και µετακίνηοη των οχηµάτων τους. Πιο συγκεκριμένα, ότι α) η θέση στάθµευσης (1) εµποδίζεται από την αποθήκη Υ1, διότι ο µεταξύ τους ελεύθερος χώρος είναι µικρότερος (4,75 µ.) από την προβλεπόµενη ελάχιστη διάσταση των 5,40 µ., καθώς και από την πόρτα του κλιµακοστασίου και την πόρτα πρόσβασης στον ακάλυπτο, β) η χρήση της θέσης στάθµευσης (4) καθιστά αδύνατη τη χρήση των υπόλοιπων θέσεων, γιατί η µεταξύ τους ελεύθερη απόσταση είναι µικρότερη (2,71µ.) από την προβλεπόµενη ελάχιστη διάσταση των 5,40 µ., γ) η είσοδος και έξοδος προς και από το υπόγειο µέσω ράµπας είναι δύσκολη, διότι, πέραν της κλίσης καθ’ όλο το µηκος της, το άνοιγµα είναι µικρότερο (2,08 µ. και 2,15 µ.) από το προβλεπόµενο των 2,25 µ., ενώ καθιστά αδύνατη την είσοδο αυτοκινήτου µεγάλου µεγέθους και δ) ο κυρίως χώρος του υπογείου είναι µικρότερος του προβλεπόµενου, µε συνέπεια να είναι αδύνατη συγχρόνως η χρήση όλων των προβλεποµένων θέσεων στάθµευσης (1), (2) και (3). Ότι η αποκατάσταση των πραγµάτων, σύµφωνα µε τις κατατεθειµένες στην πολεοδοµία κατόψεις, είναι αδύνατη. Ότι η αδυναµία χρήσης των θέσεων στάθµευσης, για τις οποίες είχαν καταβάλει το τίµηµα αγοράς, µειώνει την αξία των διαµερισµάτων που επίσης αγόρασαν η οποία ανέρχεται το ποσό των 150.000 ευρώ για κάθε ένα από αυτά, κατά ποσοστό 10%. Ζητούσαν δε ακολούθως, οι ενάγοντες, όπως παραδεκτά μετέτρεψαν το αίτημα της αγωγής τους συνολικά από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, με τις πρωτόδικες προτάσεις τους, αλλά και με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, (που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την υπ΄αρ. 2177/2014 μη οριστική απόφαση, πρακτικά αυτού), να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, να καταβάλουν σε κάθε έναν από αυτούς, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της ένδικης αγωγής έως την εξόφληση, το ποσό των 20.000 ευρώ ως αποζημίωση για τη στέρηση της χρήσης των θέσεων στάθμευσης και το ποσό των 15.000 ευρώ, ως αποζημίωση για τη μείωση της αξίας των διαμερισμάτων ιδιοκτησίας τους, λόγω της έλλειψης των ως άνω συνομολογημένων ιδιοτήτων αυτών, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή .
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, δικάζοντας κατά την τακτική διαδικασία, εξέδωσε αρχικά την υπ΄αρ. 2177/2014 μη οριστική απόφασή του, με την οποία, αφού ορθώς θεώρησε εαυτόν καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, δεδομένου ότι επί διαιρετών απαιτήσεων, όπως στην προκειμένη περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της καθ΄ύλην αρμοδιότητας, το αίτημα κάθε ενάγοντος που ζητεί, εις ολόκληρον, από καθένα των εναγομένων, που εν προκειμένω είναι 35.000 ευρώ, (άρθρα 7,9,10,14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και όχι ολόκληρο το αιτούμενο ποσό όλων των εναγόντων από όλους του εναγόμενους, όπως αβασίμως ισχυρίζονται οι τελευταίοι με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους, πράγμα που θα συνέβαινε αν ήταν μόνο ένας ενάγων και ζητούσε το αιτούμενο ποσό εις ολόκληρο από καθένα των (περισσότερων) εναγόμενων. Ακολούθως, επίσης ορθά έκρινε την αγωγή ορισμένη, αφού περιέχονται σε αυτήν όλα τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία για τη στοιχειοθέτησή της, καθώς επίσης και περιστατικά που μειώνουν την αξία των οριζόντιων ιδιοκτησιών των εναγόντων και ειδικότερα τέτοιο περιστατικό αποτελεί η αδυναμία να χρησιμοποιήσουν τις θέσεις στάθμευσής που αγόρασαν μαζί με τα διαμερίσματά τους λόγω των περιγραφόμενων στην αγωγή κακοτεχνιών – έλλειψης συνομολογημένων ιδιοτήτων. Δεν καθιστά δε αόριστη την αγωγή η μη αναφορά σε αυτήν του εμβαδού των διαμερισμάτων των εναγόντων, ούτε συνιστούν αντιφατικούς ισχυρισμούς η αναφορά σε ένα σημείο του δικογράφου της, ότι η χρήση των επίμαχων θέσεων στάθμευσης είναι σχεδόν αδύνατη και σε άλλο σημείο, ότι η στάθμευση σε αυτές είναι αδύνατη χωρίς να έχουν προηγουμένως συνεννοηθεί οι ενάγοντες προς τούτο, αντίθετα με τα όσα υποστηρίζουν οι εναγόμενοι με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής τους, διότι ακριβώς το γεγονός ότι θα πρέπει να συνεννοούνται, οι συνιδιοκτήτες των θέσεων στάθμευσης για να σταθμεύσουν τα αυτοκίνητά τους σε αυτές, καθιστά τη χρησιμοποίησή τους ουσιαστικά μη δυνατή. Οπότε ο ως άνω λόγος της έφεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Στη συνέχεια, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού έκρινε την αγωγή νόμιμη, διέταξε την επανάληψη της της συζήτησής της, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη και όρισε πραγματογνώμονα τον αρχιτέκτονα – μηχανικό ………., μετά τη διενέργεια τη οποίας, η συζήτηση της ως άνω αγωγής επαναφέρθηκε με την από 26-5-2015, με Ε.Α.Κ ……, κλήση των εναγόντων και εκδόθηκε από το ως άνω πρωτοβάθμιο δικαστήριο η εκκαλουμένη απόφαση (υπ΄αρ. 4161/2017), η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την ως άνω αγωγή, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα σε αυτήν.
Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονούνται οι εναγόμενοι – ήδη εκκαλούντες, με την κρινόμενη έφεσή τους, για τους λόγους που εκθέτουν σ΄ αυτήν, πλην των παραπάνω ήδη απαντηθέντων, και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε την εξαφάνιση της, ώστε να απορριφθεί συνολικά η ως άνω αγωγή των αντιδίκων τους.
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθµα με την υπ΄αρ. 2177/2014 μη οριστική απόφαση, πρακτικά του, την από 3-3-2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του αρχιτέκτονα – μηχανικού ….. , που διορίστηκε πραγματογνώμονας με την ως άνω απόφαση, καθώς και όλων των εγγράφων, που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και οι φωτογραφίες των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε, καθώς και η από Απριλίου 2015 τεχνική έκθεση του διορισθέντος τεχνικού συμβούλου αρχιτέκτονα- μηχανικού ………, που προσκομίζουν οι εναγόμενοι και η από 17-3-2010 τεχνική έκθεση της αρχιτέκτονα – μηχανικού ……., που προσκομίζουν οι ενάγοντες, χωρίς να παραλειφθεί κανένα κι ανεξαρτήτως αν παρακάτω γίνεται ειδική μνεία σε κάποια από αυτά, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Η πρώτη εναγόμενη ομόρρυθμη (κατασκευαστική) εταιρία, (η οποία βρίσκεται ήδη σε εκκαθάριση και εκπροσωπείται από τους συνεκκαθαριστές της – ομόρρυθμους εταίρους της δεύτερο και τρίτο των εναγόμενων), ανέγειρε, με το σύστημα της αντιπαροχής, σε συμφωνία με τους οικοπεδούχους, στο …. Αττικής, επί οικοπέδου που βρίσκεται στην οδό …. αρ…., πολυώροφη οικοδομή, κατόπιν έκδοσης της υπ’ αρ. …….. οικοδομικής αδείας. Η οικοδομή αυτή (πολυκατοικία) υπήχθη στις διατάξεις περί σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών, δυνάμει της υπ’ αρ. …….πράξης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας της συμβολαιογράφου Πειραιά ……., νομίμως καταχωρημένης στα κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά με ΚΑΕΚ …… (όπως προκύπτει από το υπ’ αρ. πρωτ. …….. πιστοποιητικό του ως άνω Κτηματολογικού Γραφείου). Ακολούθως, αναθεωρήθηκε η παραπάνω οικοδομική άδεια, με την υπ’ αρ. ….. αναθεώρηση, και τροποποιήθηκε, με κοινή συναίνεση όλων των τότε ιδιοκτητών, μεταξύ των οποίων και του τρίτου των εναγόντων, η πράξη σύστασης, με την υπ’ αρ. ….. πράξη της ιδίας συμβ/φου, νομίμως καταχωρημένης στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου (βλ υπ’αρ. πρωτ. ……. πιστοποιητικό του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά). Με την τροποποίηση αυτή μειώθηκε το συνολικό εμβαδό του υπογείου, στο οποίο προβλέπονται, μεταξύ άλλων χώρων (αποθηκών, λεβητοστασίου κλπ), και χώροι θέσεων στάθμευσης με αριθμούς 1, 2, 3 και 4, εμβαδού 10,125 τ.μ έκαστη. Λόγω της ως άνω μείωσης της έκτασης του υπογείου, συμφωνήθηκε ο τρίτος των εναγόντων, κύριος της θέσης στάθµευσης µε αρ. 4 και ΚΑΕΚ ……, (που είχε περιέλθει σε αυτόν, όπως και το υπό στοιχ. Ε-1 διαµέρισµα του πέμπτου υπέρ της πυλωτής ορόφου της πολυκατοικίας αυτής (με ΚΑΕΚ ……), δυνάµει του υπ’ αρ. …….. συµβολαίου της συµβ/φου Αθηνών, ……….., νοµίµως καταχωρηµένο στο κτηµατολογικό φύλλο ακινήτου µε αρ. ……), καθώς και οι ειδικοί και καθολικοί διάδοχοι αυτού, να κάνει κάνουν χρήση της θέσης αυτής µε τρόπο ώστε να µην κωλύεται η προσπέλαση στη θέση στάθµευσης 1 και 2 και να είναι πάντοτε ελεύθερος ο χώρος ελιγµών που απαιτείται για την απρόσκοπτη χρήση των θέσεων (1) και (2), ενώ δυνάµει του υπ’ αρ. ……. συµβολαίου της συµβ/φου Πειραιώς …….., νοµίµως καταχωρηµένου στο κτηµατολογικό φύλλο ακινήτου µε αρ. …….., η εναγοµένη µεταβίβασε στον ανωτέρω (τρίτο των εναγόντων) και την υπό στοιχείο 1 θέση στάθµευσης (ΚΑΕΚ … .), ακριβώς λόγω της μη δυνατότητας χρήσης της αρχικά αγορασθείσας από αυτόν υπ΄αρ. 4 θέσης στάθμευσης. Μετά δε την ως άνω αναθεώρηση της άδειας και την τροποποίηση της πράξης σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών, οι δύο πρώτοι των εναγόντων απέκτησαν την κυριότητα (σε ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστος) του υπό στοιχ. ΣΤ -1 διαμερίσματος του έκτου υπέρ της πυλωτής ορόφου και της θέσης στάθµευσης του υπογείου µε αρ. 3 (ΚΑΕΚ ………. και ΚΑΕΚ ………, αντίστοιχα), με το υπ’ αρ. ….. συµβόλαιο αγοράς της συµβ/φου Πειραιώς ……, νοµίµως καταχωρηµένου στο κτηµατολογικό φύλλο ακινήτου µε αριθµό ……. και ενώ η οικοδοµή βρισκόταν στο στάδιο των επιχρισµάτων. Τέλος, οι τέταρτος και πέµπτη των εναγόντων κατέστησαν συγκύριοι σε ποσοστό επίσης ½ εξ αδιαιρέτου έκαστος, του υπό στοιχ. Ζ-1 διαμερίσματος του έβδομου υπέρ της πυλωτής ορόφου και της θέσης στάθµευσης του υπογείου µε αριθµό (2) δυνάµει του υπ’ αριθµ…… συµβολαίου της συµβγ’φου Πειραιώς ……, νοµίµως καταχωρηµένου στο κτηµατολογικό φύλλο ακινήτου µε αριθµό ……. (ΚΑΕΚ ….. και ΚΑΕΚ ………., αντίστοιχα), όταν η οικοδοµή βρισκόταν στο στάδιο τοποθέτησης πλακιδίων.
Σύμφωνα με την αρχική κάτοψη του υπογείου, όπως αυτή απεικονίζεται τα εγκεκριµένα σχέδια του αρχιτέκτονα µηχανικού …….. που συνοδεύουν την υπ΄αρ. …… οικοδομική άδεια της εν λόγω οικοδομής, είχαν δηµιουργηθεί τέσσερις (4) θέσεις στάθµευσης µε διαστάσεις 2.25 τµ. (µήκος) και 4.50 µ. (βάθος) µε εµβαδό 10.125 τµ έκαστη. Οι διαστάσεις αυτές των θέσεων στάθμευσης, αλλά και οι αποστάσεις μεταξύ των θέσεων, τηρούσαν τις διατάξεις της νομοθεσίας αναφορικά με γκαράζ, έτσι ώστε να μπορεί να γίνεται η ασφαλής μετακίνηση των οχημάτων στην είσοδο και στην έξοδο τους χωρίς να παρεμποδίζεται η κίνηση αυτών. Ειδικότερα, η προβλεπόμενη ελεύθερη απόσταση μεταξύ τους ήταν 5.57 τμ, ενώ το ελάχιστο επιτρεπόμενο όριο ήταν 5.40 τμ. Επίσης, το άνοιγμα της γκαραζόπορτας και ο διάδρομος εισόδου – εξόδου ήταν, σύμφωνα με τα αρχικά σχέδια, 2.25 τ.μ. ίσο, δηλαδή, με το ελάχιστο επιτρεπόμενο. Ακόμη, διαπιστώνεται από το διάγραμμα κάλυψης η επέκταση του υπογείου προς τον ακάλυπτο χώρο, όπου έχει προβλεφθεί φύτευση πάνω από την επέκταση της πλάκας, με αποτέλεσμα το ύψος να διαμορφώνεται σε αυτό τον τομέα στα 2.40 τ.μ, που είναι μεγαλύτερο από το επιτρεπτό. Η κάτοψη του υπογείου της αναθεώρησης της αρχικής ως άνω άδειας, που συνοδεύει την οικοδομική άδεια με αριθμό ……παρουσίαζε ακριβώς την ίδια διάταξη των θέσεων στάθμευσης και των αποθηκών, το λεβητοστάσιο με την δεξαμενή και το κλιμακοστάσιο, ενώ οι θέσεις στάθμευσης 1, 2 και 3 βρίσκονταν πάνω σε μια μεγάλη κεκλιμένη επιφάνεια με κλίση 25% ακολουθώντας εξωτερικά την κλίση του εδάφους. Στο εγκεκριμένο σχέδιο της τομής της αναθεώρησης φαίνεται η κλίση και διαμόρφωση του παρτεριού με φυτό στην πλάκα του υπόγειου. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στην ως άνω από 3-3-2015 έκθεση πραγµατογνωµοσύνης του αρχιτέκτονα µηχανικού ……, στην κάτοψη της σύστασης υπάρχουν σημαντικές αλλαγές σε σχέση με τις κατόψεις των εγκεκριμένων σχεδίων (αρχικής άδειας και αναθεώρησης) και που ταυτίζονται με την διαμορφωθείσα κατάσταση. Η διαμορφωθείσα πραγματική κατάσταση προσομοιάζει με την κάτοψη της σύστασης, καθώς η θέση στάθμευσης 1 εμποδίζεται από το τμήμα κλιμακοστασίου και από το τμήμα αποθήκης από τα οποία απέχει μόλις 1.74 μ. & 4.77 μ. αντιστοίχως, απόσταση μικρότερη, δηλαδή, των 5.40 μ., που υπάρχει στα εγκεκριμένα σχέδια. Επίσης. όσον αφορά την θέση στάθμευσης 4 απέχει μόλις 2.71 μ στο σχέδιο της σύστασης και στην πραγματικότητα 2.56 μ από την θέση στάθμευσης 1, πράγμα που καθιστά αδύνατη την μετακίνηση τόσο αυτού του αυτοκινήτου όσο και των υπολοίπων θέσεων 1 και 2, καθώς δεν διαμορφώνεται η απαιτούμενη απόσταση των 5.40μ. Ο παραπάνω πραγματογνώμονας, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι στην από την υπ΄αρ. ……… πράξη τροποποίησης σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών, συµφωνήθηκε ότι ο τρίτος ενάγων, ιδιοκτήτης της οριζόντιας ιδιοκτησίας θέσης στάθµευσης αυτοκίνητου του υπογείου µε τον αρ. (4), όπως και οι ειδικοί και καθολικοί διάδοχοι αυτού, υποχρεούνται να κάνουν χρήση της θέσης αυτής µε τρόπο ώστε να µην κωλύεται η προσπέλαση στη θέση στάθµευσης αυτοκίνητου (1) και στην θέση στάθµευσης αυτοκινήτου (2) του υπογείου και να είναι πάντα ελεύθερος ο χώρος ελιγµών που απαιτείται για την απρόσκοπτη χρήση των θέσεων στάθµευσης (1) και (2), κατέληξε στο συµπέρασµα ότι η µετακίνηση των οχηµάτων µεσαίου µεγέθους αλλά και ειδικότερα η µετακίνηση των τριών συγκεκριµένων οχηµάτων δεν µπορεί να γίνει χωρίς συνεννόηση πρώτα ώστε να έχει φύγει τουλάχιστον (ακόμη) ένα αυτοκίνητο. Από την ίδια ως άνω πραγµατογνωµοσύνη, λαµβανοµένων υπόψη και των διδαγµάτων της κοινής πείρας, προκύπτει ότι η απόσταση των 2,56 µ. της θέσης στάθµευσης (4) από την θέση στάθµευσης (1) καθιστά αδύνατη την µετακίνηση και την τοποθέτηση των οχηµάτων στην αντίστοιχη θέση στάθµευσής τους αν είναι κατειληµµένη η θέση στάθµευσης 4 αλλά και χωρίς την ύπαρξη της θέσης στάθµευσης 4 πάλι δεν υπάρχει επαρκής χώρος ελιγµών για τα υπόλοιπα οχήµατα. Όσον αφορά την είσοδο προς το υπόγειο αυτή γίνεται όπως φαίνεται στα εγκεκριµένα σχέδια µε ράµπα που αναγράφεται ότι πρέπει να έχει κλίση 25% και πλάτος 2,25 µ. Στην πραγµατικότητα η ράµπα έχει περίπου 22% κλίση στο στεγασµένο τµήµα της και στο πλάτος της είναι 2,08 µ. ενώ το σηµείο που έχει κατασκευαστεί η γκαραζόπορτα είναι 2,15 µ., γεγονός που έρχεται σε αντίθεση µε τις διαστάσεις των εγκεκριµένων σχεδίων και την κείµενη νοµοθεσία, όπου προβλέπονται ώς ελάχιστη διάσταση πλάτους τα 2.25 µ. Από την ίδια ως άνω πραγµατογνωµοσύνη προκύπτει ότι το περίγραµµα του κυρίου χώρου του υπόγειου έχει µικρύνει σε σχέση τόσο µε τα εγκεκριµένα σχέδια της αρχικής αδείας και της αναθεώρησης όσο και του σχεδίου της σύστασης. Το εσωτερικό ύψος του υπογείου στο περίγραµµα της οικοδοµής διαµορφώνεται στα 1,95 µ. και στο κατώτερο σηµείο που σταµατάει το περίγραµµα του υπογείου στα 1,37 µ. Στα ίδια περίπου, σε γενικές γραμμές, συμπεράσματα, σχετικά με τις ως άνω κατασκευαστικές αστοχίες, που καθιστούν δυσλειτουργική την χρησιμοποίηση των εν λόγω θέσεων στάθμευσης των εναγόντων, καταλήγει και η τεχνική έκθεση της αρχιτέκτονα – μηχανικού ……. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά µέσα προκύπτει ότι υπάρχουν σοβαρά κατασκευαστικά προβλήµατα που δεν µπορούν να επιλυθούν, όπως για παράδειγµα το πλάτος της ράµπας, αφού στο σηµείο που έχει κατασκευαστεί, έχει διαμορφωθεί ο σκελετός από οπλισμένο σκυρόδεμα τοιχίων και δυο κεντρικών υποστυλωμάτων τα οποία δεν μπορούν να καθαιρεθούν, καθώς αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του φέροντος οργανισμού. Επίσης, όσον αφορά την διαφοροποίηση της κάτοψης του υπογείου με την επέκταση της στον ακάλυπτο χώρο, αυτή για να επανέλθει στην αρχική κατάσταση θα πρέπει να καθαιρεθούν τόσο τα τοιχία που συνορεύουν με τον ακάλυπτο χώρο όσο και η οροφή του υπογείου, πλην όμως, αυτό είναι πρακτικά αδύνατο γιατί θα υπήρχε στατικό πρόβλημα της οικοδομής.
Από τα ανωτέρω εκτεθέντα, προκύπτει, όπως έκρινε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ότι, κατά τον χρόνο της πώλησης και της μετάθεσης του κινδύνου στους αγοραστές-ενάγοντες, ήτοι αυτόν της μεταγραφής εκάστου πωλητηρίου συμβολαίου, εφόσον η μεταγραφή έγινε πριν την παράδοση (αρ. 522 παρ. 2 ΑΚ), η οποία είχε ορισθεί να γίνει στις 23 Δεκεμβρίου 2007 για τους δύο πρώτους ενάγοντες, στις 31 η Δεκεμβρίου 2007 για τους λοιπούς ενάγοντες, ενώ η παράδοση των κοινόχρηστων και κοινόκτητων χώρων είχε οριστεί για τις 28 Φεβρουαρίου 2008 (βλ. υπ’ αρ. …… αγοραπωλητήρια συμβόλαια, αντίστοιχα), οι προαναφερόμενοι χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων, δεν είχαν την ιδιότητα αυτή, ήτοι της χρήσης του χώρου στάθμευσης, εφόσον στερούνταν του απαραιτήτου χώρου ελιγμών, αλλά και της ασφαλούς και άνετης πρόσβασης μέσω της ράμπας, η οποία δεν έχει τις εκ του νόμου προβλεπόμενες ελάχιστες διαστάσεις και, κατά συνέπεια, δεν μπορούσαν, ούτε μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον σκοπό, για τον οποίο προορίζονται, σύμφωνα με την σύμβαση. Το γεγονός δε ότι στα προαναφερθέντα συμβόλαια πώλησης, με τα οποία οι ενάγοντες αγόρασαν τα επίσης προαναφερθέντα διαμερίσματά τους στην πολυκατοικία και τους παραχωρήθηκε δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης των ως άνω χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων στο υπόγειο αυτής, δεν διατυπώθηκε μεν απερίφραστα η συνομολόγηση της ύπαρξης χώρου ελιγμών και ράμπας εισόδου, αλλά αυτό συνάγεται ότι περιλαμβάνεται στο περιεχόμενο των εν λόγω συμβάσεων, ως αυτονόητο, σύμφωνα και με τα όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, εφόσον κατά την κοινή πείρα, για την χρήση χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων είναι αναγκαία η ύπαρξη χώρου ελιγμών και ασφαλούς ράμπας, που να πληροί τις ελάχιστες νόμιμες προδιαγραφές.
Οι εναγόμενοι ισχυρίστηκαν τόσο πρωτοδίκως, όσο και με τον τρίτο λόγο της έφεσής τους, ότι η αγωγή είναι νομικά αβάσιμη, διότι, εφόσον κατά την αγορά των διαμερισμάτων τους και των επίμαχων θέσεων στάθμευσης με τα ως άνω συμβόλαια, αποδέχθηκαν και προσχώρησαν στην προαναφερθείσα υπ’ αρ. ……. πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και τον κανονισμό της πολυκατοικίας, καθώς και στην υπ΄αρ. …….. τροποποιητική αυτής, δεν δικαιούνται να εγείρουν αξίωση αποζημίωσης λόγω έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας των πωληθέντων. Ειδικότερα, οι εναγόμενοι αναφέρουν ότι, ο μεν τρίτος ενάγων, συμφώνησε στην τροποποίηση της αρχικής πράξης σύστασης, δέχθηκε δε να του μεταβιβαστεί χωρίς αντάλλαγμα η υπ΄αρ. (1) θέση στάθμευσης, ακριβώς λόγω του ότι δεν ήταν δυνατή η χρησιμοποίηση της αρχικά αγορασθείσας από αυτόν υπ΄αρ. (4) θέσης για τη στάθμευση του αυτοκινήτου του, οι δε λοιποί ενάγοντες αγόρασαν τα διαμερίσματά τους, με βάση την μετά την αναθεώρηση της αρχικής αδείας της οικοδομής, εγκεκριμένης από Νοεμβρίου 2006 κάτοψης του υπογείου, όπως αναγράφεται στα αντίστοιχα συμβόλαιά τους, στην οποία αποτυπώνεται η παρούσα κατάσταση του υπογείου. Ο ως άνω ισχυρισμός, όμως, των εναγομένων, και συνεπώς και ο σχετικός ως άνω λόγος της έφεσης, περί γνώσης, ουσιαστικά, της έλλειψης της ως άνω συνοµολογηµένης ιδιότητας από τους ενάγοντες, κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιµος, διότι για την βασιµότητά του, όπως ορθά αποφάνθηκε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση, απαιτείται θετική γνώση των αγοραστών, µη αρκούµενης αµέλειας ούτε και σχετικών υπονοιών, έστω και σοβαρών (βλ. Γεωργιάδη ΑΚ, 537 παρ 6, µε τις εκεί παραποµπές). Άλλωστε, στην ένδικη περίπτωση, κατά τον χρόνο της σύναψης των συμβάσεων αγοράς των διαμερισμάτων των εναγόντων, η εν λόγω πολυκατοικία στην οποία βρίσκονταν αυτά και οι χώροι στάθµευσης, ήταν ακόμη στο στάδιο της κατασκευής, όπως αναφέρεται στα παραπάνω αγοραπωλητήρια συµβόλαια, κι επομένως, δεν ήταν δυνατόν να γίνει χρήση των χώρων στάθµευσης από τους ενάγοντες, ώστε να διαπιστωθεί η λειτουργικότητά τους (βλ. σχετ. και Εφ.Λαρ. 47/2003, ΤΝΠ NOMOΣ). Οι δε ενάγοντες δεν μπορούσαν, ως μη ειδήμονες μάλιστα, να συνάγουν από τα αναφερόμενα, στην συνοδεύουσα την ως άνω τροποποιητική πράξη της σύστασης, κάτοψη του υπογείου, ότι δεν θα είναι δυνατόν να χρησιμοποιήσουν, όταν αυτές τους παραδίνονταν με την πλήρη αποπεράτωση της οικοδομής, με τον προσήκοντα τρόπο τις θέσεις στάθμευσης που αγόρασαν μαζί με τα διαμερίσματά τους. Η δε συνομολόγηση της ιδιότητας αυτής, που αφορά την ύπαρξη επαρκούς χώρου για την πραγματοποίηση ελιγμών για να είναι δυνατή η στάθμευση αλλά και η είσοδος και η έξοδος των οχημάτων από τον υπόγειο χώρο και τις υφιστάμενες εκεί θέσεις στάθμευσης, είναι απαραίτητη για τη χρησιμοποίηση των χώρων αυτών στάθμευσης. Το ότι μεταβιβάστηκε δε στον τρίτο των εναγόντων η θέση στάθμευσης με αρ. (1), όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, δεν αναιρεί ότι ο χώρος των ελιγμών και πάλι δεν επαρκεί, σύμφωνα με την ως άνω αναφερόμενη πραγματογνωμοσύνη, αλλά σε κάθε περίπτωση, δεν αλλάζει ριζικά την υπάρχουσα κατάσταση σχετικά µε τη ράµπα για την πρόσβαση σε όλες τις επίδικες θέσεις στάθµευσης, η οποία δεν είναι δυνατόν να επιδιορθωθεί, κατά τα προεκτεθέντα.
Με τον τέταρτο λόγο της έφεσης οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι οι ενάγοντες, εφόσον επέλεξαν να κρατήσουν τις θέσεις στάθμευσης, δεν μπορούσαν να ζητήσουν -και κακώς τους επιδικάσθηκε- ταυτόχρονα, πλήρη αποζημίωση λόγω μη εκτέλεσης της σύμβασης. Κι αυτός ο λόγος, όμως, δεν κρίνεται βάσιμος, διότι οι ενάγοντες αξίωσαν με την αγωγή τους το ποσό της μείωσης της αξίας των διαμερισμάτων τους λόγω της έλλειψης των ως άνω συνομολογημένων ιδιοτήτων των θέσεων στάθμευσης, που αγόρασαν ως παρακολούθημα αυτών, η μη λειτουργικότητα των οποίων επηρεάζει καθοδικά το τίμημα αυτών, καθώς και περαιτέρω αποζημίωση για τη στέρηση της χρήσης αυτών καθ’αυτών των θέσεων στάθμευσης, όπως δικαιούνται με βάση τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, και αυτού του είδους η αποζημίωση τους επιδικάσθηκε, εν μέρει σε σχέση με τα αιτούμενα στην αγωγή τους, με την εκκαλουμένη απόφαση και όχι πλήρης αποζημίωση λόγω μη εκτέλεσης της σύμβασης, όπως υποστηρίζουν οι εναγόμενοι με τον ως άνω λόγο της έφεσης.
Με τον πέμπτο λόγο της ένδικης έφεσης, οι εναγόμενοι υποστηρίζουν ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κακώς έκρινε ότι οι επίδικοι χώροι στάθμευσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται από τη σύμβαση, και έκανε την αγωγή (εν μέρει) δεκτή κι ως ουσιαστικά βάσιμη, διότι, όπως προκύπτει από τις φωτογραφίες, την κατάθεση του μάρτυρά τους και την τεχνική έκθεση του τεχνικού τους συμβούλου, οι ενάγοντες σταθμεύσουν κανονικά και ακωλύτως τα αυτοκίνητά τους στις θέσεις αυτές. Εντούτοις, όπως προέκυψε από τα ήδη αναλυτικώς προαναφερθέντα, κάτι τέτοιο δεν ισχύει, διότι δεν μπορεί να γίνει χρήση των χώρων στάθμευσης, αν δεν συνεννοηθούν οι ιδιοκτήτες τους και πρέπει να απουσιάζουν τουλάχιστον δύο αυτοκίνητα, από τις 4 θέσεις για να μπορέσουν να γίνουν οι σχετικοί ελιγμοί. Το γεγονός ότι υπάρχουν κάποιες φωτογραφίες, που απεικονίζουν σταθμευμένα αυτοκίνητα στις εν λόγω θέσεις, δεν αναιρεί την έλλειψη των συνομολογημένων και απαραίτητων ιδιοτήτων αυτών, ώστε να είναι απολύτως λειτουργικές, σύμφωνα με τον προορισμό τους, ήτοι την ευχερή στάθμευση των αυτοκινήτων των ιδιοκτητών τους, η οποία σε κάθε περίπτωση, μπορεί να μην είναι τεχνικά εντελώς αδύνατη, αλλά πάντως είναι εξαιρετικά δυσχερής, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα και πειστικά κι εμπεριστατωμένα αιτιολογηθέντα από τον παραπάνω πραγματογνώμονα. Πέραν δε από την εν λόγω πραγματογνωμοσύνη, αυτά επιβεβαιώνονται όπως προαναφέρθηκε και από την ως άνω τεχνική έκθεση της αρχιτέκτονα – μηχανικού ……, η οποία εξετάστηκε κι ως μάρτυρας των εναγόντων ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ενώ μόνο η τεχνική έκθεση του ………., ο οποίος είναι μάλιστα και ο αρχιτέκτονας μηχανικός που συνέταξε τόσο τα αρχικά σχέδια της κάτοψης του υπογείου όσο και αναθεωρημένα, δεν αρκεί για να ανατρέψει τα παραπάνω αντίθετα αποδειχθέντα. Ο δε μάρτυρας των εναγόμενων ……, ο οποίος ήταν υποψήφιος αγοραστής στην εν λόγω οικοδομή , όπως αναφέρει στην κατάθεσή του, δεν έχει επισκεφθεί αυτήν από το έτος 2007, (δηλ. πριν την πλήρη περάτωσή της), κι από την απλή ανάγνωση της κατάθεσής του, συνάγεται ότι ελάχιστα γνωρίζει επί του θέματος. Δεν χρειάζεται δε, κατά την κρίση του δικαστηρίου, όπως ζητούν οι εναγόμενοι- εκκαλούντες με τον έκτο και τελευταίο λόγο της έφεσής τους, να διαταχθεί η επανάληψη της πραγματογνωμοσύνης, διότι, σύμφωνα με τα εκτεθέντα παραπάνω, τα υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία, αρκούν για το σχηματισμό πλήρους δικανικής πεποίθησης. Ο ισχυρισμός δε των εναγόντων, ότι ο τεχνικός τους σύμβουλος ζήτησε από τον ως άνω πραγματογνώμονα, κατά την επιτόπια μετάβασή του, να πραγματοποιηθούν ταυτόχρονες δοκιμές εισόδου, στάθμευσης και εξόδου, στις εν λόγω θέσεις στάθμευσης με όλα τα αυτοκίνητα των εναγόντων, ώστε να προκύψει ότι τουλάχιστον δύο από τις θέσεις αυτές είναι λειτουργικές, κατά τους ισχυρισμούς τους κι αυτός αρνήθηκε, αληθής υποτιθέμενος, δεν καθιστά, την προαναφερθείσα πραγματογνωμοσύνη ελλιπή ή αναξιόπιστη, δεδομένου μάλιστα ότι το δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στην μεθοδολογία, που ακολουθεί ο κάθε ειδικός πραγματογνώμονας, αλλά, εκτιμά ελεύθερα, την πραγματογνωμοσύνη, σε συνδυασμό με τα άλλα αποδεικτικά μέσα, κατά τα προαναφερθέντα. Οπότε κι ο λόγος αυτός της έφεσης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, πράγματι μειώθηκε η αξία των ως άνω πωληθέντων διαμερισμάτων, εξαιτίας της έλλειψης της εν λόγω συνομολογημένης ιδιότητας που αφορούσε τους χώρους στάθμευσης, όπως ορθά, επίσης, κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, εφόσον οι ενάγοντες απέβλεψαν, κατά αγορά αυτών από την πρώτη εναγόμενη εταιρία, και στο δικαίωµα αποκλειστικής χρήσης των ανωτέρω χώρων στάθµευσης αυτοκινήτων, ως παρακολούθηµατα, αντίστοιχα, των διαμερισμάτων τους, υπολογίζοντας το τίµηµα των θέσεων αυτών στα σχετικά συµβόλαια πώλησης. Η μείωση της αξίας των διαμερισμάτων των εναγόντων προσδιορίστηκε με την εκκαλουμένη, στο ποσό των 1366,87 ευρώ για τη θέση στάθμευσης με αρ. 3, που αφορά στο διαμέρισμα των πρώτων δύο εναγόντων, στο ποσό των 1.519 ευρώ για τη θέση στάθμευσης με αρ. 1 που αφορά στο διαμέρισμα του τρίτου ενάγοντος και στο ίδιο ποσό (1.519 ευρώ) για τη θέση στάθμευσης με αρ. 2, που αφορά στο διαμέρισμα των λοιπών δύο εναγόντων. Ακόμη, οι ενάγοντες στερήθηκαν τη χρήση των θέσεων στάθμευσης, για τις οποίες είχαν καταβάλει τίμημα, αφού η χρησιμοποίησή τους είναι τόσο δυσχερής και απαιτεί τέτοιου είδους προϋποθέσεις και συνεννόηση μεταξύ τους κατά τα επίσης προεκτεθέντα, που τις καθιστά πρακτικά ανέφικτη, τουλάχιστον κατά τον προορισμό τους σύμφωνα με τη σύμβαση, οπότε δικαιούνται σχετική αποζημίωση. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο προσδιόρισε το ύψος της αποζημίωσης αυτής, λαμβάνοντας υπόψη και την εκτίμηση της ως άνω πραγµατογνωµοσύνης, σχετικά με την αξία έκαστης από τις εν λόγω θέσεις στάθμευσης, υπολογιζοµένης µε βάση συγκριτικά στοιχεία, σε 5.265 ευρώ (10,125 τ.μ χ 520 ευρώ /τ.µ). Αναγνώρισε δηλ. η εκκαλουμένη ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν, ο καθένας σε ολόκληρο. α) στους πρώτο και δεύτερη των εναγόντων, το συνολικό ποσό των 6.631,87 ευρώ (1366,87€+5.265€), κατά το ποσοστό συνιδιοκτησίας εκάστου αυτών, β) στον τρίτο ενάγοντα, το συνολικό ποσό των 6.784 ευρώ (1.5196.784+5.265€) και γ) στον τέταρτο και πέµπτη των εναγόντων, το συνολικό ποσό των 6.784 ευρώ (1.5196.784+5.265€), κατά το ποσοστό συνιδιοκτησίας εκάστου αυτών, όλα τα ανωτέρω ποσά µε το νόµιµο τόκο από την εποµένη επίδοσης της αγωγής µέχρι την εξόφληση. Ως προς το ύψος δε των επιδικασθέντων ποσών για τη μείωση της αξίας των διαμερισμάτων των εναγόντων και την αποζημίωση για τη στέρηση της χρήσης αυτών, κατά τα προεκτεθέντα, δεν υπάρχει ειδικός λόγος έφεσης, οπότε το δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στο ζήτημα αυτό, παρά οι εναγόμενοι –εκκαλούντες με την κρινόμενη έφεσή τους αρκούνται μόνο στην αμφισβήτηση της νομικής βασιμότητάς των σχετικών αιτημάτων, με τους αναφερθέντες παραπάνω, μη βάσιμους λόγους της έφεσής τους.
Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή κι ως ουσιαστικά βάσιμη, αναγνωρίζοντας ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν, ο καθένας σε ολόκληρο τα ανωτέρω ποσά, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση, πρέπει ν΄ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τα δε δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, να επιβληθούν εις βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), όπως αυτά ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης, ενώ τέλος, θα διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατέθεσαν οι εκκαλούντες, στο δημόσιο ταμείο, κατ΄ άρθρο 495 παρ.3 εδ.ε ΚΠολΔ .
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων την έφεση κατά της υπ’αρ. 4161/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.
Δέχεται τυπικά την έφεση .
Απορρίπτει την έφεση στην ουσία.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος των εκκαλούντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων πενήντα (650) ευρώ .
Διατάσσει να εισαχθεί στο δημόσιο ταμείο, το, κατατεθέν από τους εκκαλούντες, παράβολο.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 18 Φεβρουαρίου 2019, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ.