ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 285/2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Γ.Λ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’αρ. 478/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, όπως αυτή ισχύει μετά την τροποποίηση των διατάξεών της με το Ν.4335/23-7-2015, που καταλαμβάνει τις αγωγές που ασκήθηκαν μετά την 1η-1-2016, όπως εν προκειμένω, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.1 ΚΠολΔ), ενόψει ότι, όπως επικαλείται ο εκκαλών, η εκκαλουμένη του επιδόθηκε στις 21-3-2018 και η ένδικη έφεση κατατέθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 13-4-2018, όπως προκύπτει από την ως άνω αναφερόμενη έκθεση κατάθεσης.
Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ), και μέσα στα πλαίσια που ορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ), ενώ έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα το προβλεπόμενο, από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ.α του ΚΠολΔ, παράβολο του δημοσίου, όπως προκύπτει από τη σχετική προαναφερθείσα έκθεση κατάθεσης της Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Ο ενάγων – ήδη εκκαλών, εξέθετε στην από 8-5-2017 και με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ………../18-5-2017 αγωγή του, κατ΄ ορθή εκτίμηση του δικογράφου της, ότι διατηρούσε στην Αίγινα, από το έτος 1983, επιχείρηση πώλησης φιστικιών (χονδρικής και λιανικής). Ότι, το έτος 2003, είχε συµφωνήσει, µε τις δύο θυγατέρες του, μία εκ των οποίων είναι η εναγόμενη, µετά την συνταξιοδότησή του, να αναλάβει, κάθε μία από αυτές, από ένα τοµέα πωλήσεων και ειδικότερα, η εναγοµένη, που θα επέστρεφε από το εξωτερικό όπου κατοικούσε τότε, θα αναλάµβανε σταδιακά τις χονδρικές πωλήσεις της επιχείρησης. Ότι, πράγµατι, το έτος 2009, η εναγόμενη µετέβη, µε τον µετέπειτα σύζυγό της, στην Αίγινα και εργάστηκαν µαζί µε εκείνον στην επιχείρηση του ενάγοντος στον τομέα χονδρικής πώλησης φιστικιού για δύο έτη, λαµβάνοντας, όπως είχε συµφωνηθεί, τα κέρδη, ανερχόµενα σε 80.000 ευρώ περίπου. Ότι ο ενάγων, µε την συνταξιοδότησή του, που έλαβε χώρα το Μάρτιο του 2011, µεταβίβασε, λόγω πώλησης, στην εναγόμενη τα, αναφερόµενα στην αγωγή, κινητά στοιχεία της επιχείρησης, όπως αυτά αποτυπώνονται στο ενσωµατωµένο σε αυτήν τιµολόγιο, (ήτοι εµπορεύματα, µηχανήµατα, εργαλεία, ένα επαγγελµατικό όχηµα κλπ.) συνολικής αξίας 118.287 ευρώ, ενώ το τίμημα αυτών πιστώθηκε για αόριστο χρονικό διάστηµα. Ότι, τον Απρίλιο του 2013, µε εξώδικη πρόσκλησή του προς την εναγόμενη, έταξε σε αυτή προθεσµία να του καταβάλει το ανωτέρω πιστωθέν ποσό, δηλώνοντάς της συγχρόνως, ότι, µετά την πάροδο αυτής, η οφειλή της καθίσταται τοκοφόρος. Ότι, παραταύτα, η εναγόμενη συνεχίζει να του οφείλει το ως άνω ποσό. Περαιτέρω, ο ενάγων εξέθετε στην αγωγή του, ότι, µετά την πώληση των ως άνω κινητών, µεταβίβασε, λόγω δανείου, στην εναγόμενη, δυνάµει διαδοχικών καταβολών, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή, το συνολικό ποσό των 91.941,91 ευρώ. Ότι, µε την αγωγή του, κατήγγειλε τις συµβάσεις αυτές δανείου. Ζητούσε δε ακολούθως ο ενάγων, για τις προαναφερθείσες αιτίες και όπως παραδεκτά, με τις πρωτόδικες προτάσεις του, μετέτρεψε το αγωγικό αίτημα από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη οφείλει να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 210.228,91 ευρώ, µε το νόµιµο τόκο, για µεν το ποσό των 118.287 ευρώ, από τις 21-4-2013, για δε το ποσό των 94.941,91 ευρώ, από την πάροδο ενός µήνα από την επίδοση της αγωγής στην εναγόμενη και µέχρι την ολοσχερή τους εξόφληση.
Με την εκκαλουμένη απόφασή του, (υπ΄αρ. 478/2018) το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, ακολούθως την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη, δεχόμενο α) ως προς την επικαλούμενη από τον ενάγοντα σύμβαση πώλησης προς την εναγόμενη και το, με βάση αυτήν, παραπάνω αξιούμενο τίμημα, δυνάμει του προαναφερθέντος τιμολογίου πώλησης, ότι είναι άκυρη ως εικονική, (γενομένου δεκτού του σχετικού ισχυρισμού – ένστασης της εναγόμενης), καθώς υπέκρυπτε σύμβαση δωρεάς, την οποία ουσιαστικά ήθελαν οι διάδικοι και β) ως προς το αιτούμενο ποσό, βάσει διαδοχικών συμβάσεων δανείου, ότι δεν αποδείχθηκε ότι καταβλήθηκε για την αιτία αυτή, κατά τα ειδικότερα και αναλυτικότερα αναφερόμενα στην εκκαλουμένη.
Κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονείται ο ενάγων- ήδη εκκαλών, με την κρινόμενη έφεσή του, για τους λόγους που εκθέτει σ΄ αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνισή της, ώστε να γίνει δεκτή η αγωγή του.
Η έφεση είναι ορισμένη, αντίθετα με τα όσα αβάσιμα υποστηρίζει η εφεσίβλητη περί αοριστίας της, καθώς αναφέρονται συγκεκριμένα σε αυτήν τα σημεία της εκκαλουμένης κι οι λόγοι, για τους οποίους, κατά τους ισχυρισμούς του εκκαλούντος, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έσφαλε και δεν εκτίμησε σωστά τις αποδείξεις, και δεν απαιτείται για το ορισμένο αυτής να κατανομάζονται ειδικά (ένα προς ένα) ποια αποδεικτικά μέσα δεν εκτιμήθηκαν ορθά.
Από την διάταξη του άρθρου 250 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου, να αναβάλλει τη συζήτηση της υπόθεσης, αν είναι εκκρεμής ποινική αγωγή, που επηρεάζει τη διάγνωση της διαφοράς, μέχρι να περατωθεί αμετάκλητα η ποινική διαδικασία. Για δε την εφαρμογή της διάταξης αυτής (που μπορεί να διαταχθεί και στην κατ’ έφεση δίκη και δεν ελέγχεται αναιρετικά), προϋποτίθεται η ύπαρξη εκκρεμούς ποινικής αγωγής, η οποία επηρεάζει τη διάγνωση της αστικής δικαιολογητικής σχέσης, με την έννοια ότι τα πραγματικά περιστατικά, που συνθέτουν την υπόσταση της μιας πράξης, που τελέσθηκε, ασκούν ουσιώδη επιρροή, όσον αφορά τα θεμελιωτικά της αστικής δικαιολογητικής σχέσης περιστατικά (Α.Π 533/2000, Δνη 2000, 1370, Α.Π 262/2000 Δνη 2000,1, Εφ.Πειρ.(Μον) 401/2016, Εφ.Λαρ. 40/2003, Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ, Εφ.Αθ. 9234/2000, Ε.Εμπ.Δ 2001,516). Στην προκειμένη περίπτωση, από τα αναφερόμενα στις, ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, προτάσεις των διαδίκων, καθώς και τα προαποδεικτικώς προσκομιζόμενα από αυτούς έγγραφα, προκύπτει ότι, μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης, κινήθηκε κατά του ενάγοντος ποινική δίωξη (ΑΒΜ ……….) για την πράξη της απόπειρας απάτης ενώπιον του δικαστηρίου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, συνιστάμενη στο ότι, σύμφωνα με το κατηγορητήριο. ‘’ στον Πειραιά, στις 18-5-2017, έχοντας σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος, έχοντας αποφασίσει να εκτελέσει το πλημμέλημα της απάτης ενώπιον δικαστηρίου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, επιχείρησε πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτέλεσης, πλην όμως το πλημμέλημα αυτό δεν ολοκληρώθηκε και συγκεκριμένα, αποπειράθηκε να βλάψει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών, Ειδικότερα, στον ως άνω τόπο και χρόνο, έχοντας σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, συνιστάμενο στην αποδοχή της υπ΄αριθμ.εκθ. κατάθεσης …./2017 αγωγής του ενώπιον του Μον. Πρωτ. Πειραιά κατά της ……….. (εναγόμενης), κόρης του, με την οποία ζητούσε την καταβολή σε αυτόν ποσού 210.228,91 ευρώ, νομιμοτόκως, παρέστησε ψευδώς στον δικαστή ότι με τη συνταξιοδότησή του, που έλαβε χώρα τον Μάρτιο του 2011, μεταβίβασε λόγω πώλησης, στην κόρη του ………., κινητά πράγματα (εμπορεύματα, μηχανήματα κλπ) της επιχείρησης που διατηρούσε στην Αίγινα με αντικείμενο την πώληση φιστικιών, συνολικής αξίας 118.287 ευρώ, με πίστωση του τιμήματος για αόριστο χρονικό διάστημα, έως τον Απρίλιο του 2013, όπου με εξώδικη πρόσκλησή του την κάλεσε να του καταβάλει το ανωτέρω ποσό. Επίσης παρέστησε ψευδώς πως μεταβίβασε λόγω δανείου στην κόρη του δυνάμει διαδοχικών καταβολών, ποσό, συνολικής αξίας 91.941,91 ευρώ, καταγγέλοντας με την εν λόγω αγωγή του όλες τις συμβάσεις δανείου. Το συνολικό δε ποσό των 210.228,91 ευρώ, αξίωσε με τους νόμιμους τόκους υπερημερίας. Η ως άνω πράξη του δεν ολοκληρώθηκε, όμως, από αίτια εξωτερικά της θελήσεώς του και συγκεκριμένα, διότι ο Δικαστής του Μον. Πρωτ. Πειραιά με την υπ’ αριθμ. 478/2018 απόφασή του, που εξεδόθη επί της ως άνω αγωγής, απέρριψε την τελευταία ως ουσία αβάσιμη και διαβίβασε αντίγραφα της αστικής δικογραφίας στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημ/κων Πειραιά για διακρίβωση τυχόν τέλεσης του αδικήματος απάτης ιδιαίτερα μεγάλης αξίας ενώπιον Δικαστηρίου, καθώς θεώρησε πως η σύμβαση πώλησης δεν έλαβε χώρα στα σοβαρά, παρά μόνο κατά φαινόμενο, για φορολογικούς λόγους και πως ο κατηγορούμενος εξακολουθούσε να έχει τον απόλυτο έλεγχο της επιχείρησης, μ’ αποτέλεσμα το ποσό των 91.941.91 ευρώ να έχει δοθεί για κάλυψη των δαπανών της επιχείρησης’’. Η ποινική αυτή υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, και έχει οριστεί ημερομηνία για την εκδίδασή της η 16η-9-2019, μετά από μία αναβολή από την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 17ης-12-2018.
Από τα προαναφερθέντα καθίσταται προφανές ότι η εκκρεμής αυτή ποινική δίκη με κατηγορούμενο τον ενάγοντα, επηρεάζει ουσιωδώς τη διάγνωση της διαφοράς που εκκρεμεί στο δικαστήριο αυτό, καθώς αφορά στα ίδια πραγματικά περιστατικά, που θεμελιώνουν την επίδικη αστική δικαιολογητική σχέση.
Κατ` ακολουθία, κατά την κρίση του δικαστηρίου και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, πρέπει, για την ασφαλέστερη κρίση της ένδικης υπόθεσης, να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης επί της ουσίας της κρινόμενης έφεσης κατ΄ άρθρο 250 ΚΠολΔ, μέχρι να περατωθεί αμετάκλητα η ανωτέρω ποινική διαδικασία, εναντίον του ενάγοντος – εκκαλούντος, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά την έφεση.
Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ουσίας αυτής, μέχρι αμετάκλητης περάτωσης της ποινικής δίκης, που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας απόφασης, με κατηγορούμενο τον ενάγοντα ………., η οποία εκδικάζεται σε πρώτο βαθμό ενώπιον του Β Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, κατόπιν αναβολής, στις 16 Σεπτεμβρίου 2019.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 20 Μαΐου 2019, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ H ΓPAMMATEAΣ