Παράθυρο διαφυγής για 1 στους 3 δανειολήπτες – Ποιοι και πώς αποκλείονται
Ρυθμίσεις με διαγραφές οφειλών που φτάνουν έως και στο 60% προσφέρει ο εξωδικαστικός μηχανισμός για τα φουσκωμένα χρέη χιλιάδων οφειλετών που εγκλωβίστηκαν σε δάνεια συνδεδεμένα με ελβετικό φράγκο.
Καθώς δεν καρποφόρησαν έως τώρα πολλές και διάφορες άλλες νομικές ενέργειες και κινήσεις τους για να μπορέσουν να διαγράψουν χρέη, οι πιο «τολμηροί» (ή απελπισμένοι ενδεχομένως) από τους σχεδόν 100.000 δανειολήπτες με ελβετικό, κατέφυγαν στη λύση να δοκιμάσουν την τύχη τους και στην πλατφόρμα του εξωδικαστικού. Σύμφωνα με πληροφορίες του «b.s.», για τον έναν στους τρεις από όσους το επιχείρησαν, ο βελτιωμένος αλγόριθμος άνοιξε «παράθυρο διαφυγής» προσφέροντας ρύθμιση που περιλαμβάνει και κούρεμα μεγάλου μέρους της οφειλής τους.
Αν και τα δάνεια αυτά είχαν «πλασαριστεί», προ εικοσαετίας περίπου, στην ελληνική αγορά ως ιδιαίτερα ελκυστικά και συμφέροντα (με επιτόκια που ήταν δύο και τρεις φορές χαμηλότερα σε σχέση με τα τότε ευρωπαϊκά, αλλά και με τα τρέχοντα σήμερα), αποδείχτηκε πως έκρυβαν μεγάλους κινδύνους λόγω της μετατροπής της συνολικής οφειλής από ελβετικό φράγκο σε ευρώ.
Από το 2009, αλλά και στα χρόνια της μεγάλης κρίσης, τα δάνεια αυτά διογκώθηκαν ασύλληπτα, με αποτέλεσμα πάνω από 100.000 δανειολήπτες που τα είχαν επιλέξει και εγκλωβίστηκαν σε αυτά, να οργανωθούν σε συλλόγους και να αναλάβουν κοινό αγώνα, φτάνοντας έως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αλλά και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) προκειμένου να ακυρώσουν ή να περιορίσουν το χρέος τους που αυξανόταν ανεξέλεγκτα – χωρίς επιτυχία όμως.
Ελπίδα… από απελπισία
Ελάχιστοι έως τώρα πάντως, επένδυσαν τις ελπίδες τους στο «εργαλείο» του εξωδικαστικού μηχανισμού. Μέχρι σήμερα οι ολοκληρωμένες αιτήσεις με οφειλές για δάνεια από ελληνικές τράπεζες σε ελβετικό φράγκο, οι οποίες έχουν υποβληθεί και επεξεργαστεί στην πλατφόρμα της Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, δεν ξεπερνούν τις τριακόσιες. Ωστόσο, από τις περίπου εκατό ρυθμίσεις που έχουν παραχθεί, σε κάποιες περιπτώσεις το κούρεμα φτάνει έως και 50% ή 60% επί του ανατιμημένου (λόγω ισοτιμίας) χρέους τους.
Για παράδειγμα, αρχικό δάνειο 200.000 ευρώ που φούσκωσε σε 500.000 ευρώ όταν ο οφειλέτης σταμάτησε να το αποπληρώνει, κουρεύεται τώρα στα 200.000. Ενώ, δάνειο 600.000 ευρώ που και μετά τις καταβολές δόσεων μιας δεκαπενταετίας έπεσε μόλις στα 480.000 ευρώ, μειώνεται με βάση τις ρυθμίσεις που παράγει ο αλγόριθμος σε 240.000 ευρώ.
Ενα επιπλέον χαρακτηριστικό της λύσης αυτής είναι και ότι μετά τη ρύθμιση μέσω του εξωδικαστικού το χρέος σταματά να «μεταλλάσσεται» λόγω του ξένου νομίσματος και «κλειδώνει» σε ευρώ. Αυτό φαντάζει πλεονέκτημα με βάση τις τρέχουσες συνθήκες, αλλά θα μπορούσε ίσως και να καταστεί μειονέκτημα στην υποθετική περίπτωση που η ισοτιμία του ελβετικού φράγκου τυχόν ακολουθούσε αντίθετη πορεία μελλοντικά προς όφελος του δανειολήπτη, ακυρώνοντας έτσι την όποια ωφέλεια θα είχε λόγω ανατίμησής του σε σχέση με το ευρώ, πριν την ολοκλήρωση των π.χ. 25 ή 30 ετών αποπληρωμής του χρέους του.
Για παράδειγμα: αρχικό δάνειο 165.000 ελβετικά φράγκα, το 2007 ισοδυναμούσε με δάνειο 100.000 ευρώ (με ισοτιμία 1,65). Δηλαδή κάθε δανειολήπτης δίνοντας 1.000 ευρώ «έσβηνε» χρέος 1.650 φράγκα ή 1% του κεφαλαίου. Μετά το 2009 η ισοτιμία έπεσε στο 1,2% ή και χαμηλότερα. Ετσι, με 1.000 ευρώ «έσβηναν» πλέον μόνον 1.200 φράγκα από το χρέος. Ουσιαστικά ο δανειολήπτης έφτασε να πληρώνει 3.000 ευρώ (ή 3 δόσεις των 1.000 ευρώ), για να «σβήνει» χρέος που κανονικά θα «έσβηνε» καταβάλλοντας 2.000 ευρώ (2 δόσεις). «Φορτώθηκε» έτσι 50% περισσότερες δόσεις από όσες είχε συμφωνήσει και υπολόγιζε (π.χ. 300 αντί 200).
Νόμισμα με δύο όψεις
Ειδικά για όσους έχουν καταστεί ευάλωτοι ή έχασαν δουλειές και περιουσίες στα χρόνια της κρίσης, η ρύθμιση μοιάζει να είναι «φτιαγμένη στα μέτρα τους» και γίνεται υποχρεωτικά δεκτή από τις τράπεζες, προσφέροντας (δυνητικά) και ακόμα μεγαλύτερο κούρεμα, έως και 80%.
Αν και τέτοιες ρυθμίσεις δίνουν ανάσα σε όσους έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, είναι βέβαιο πως τους περισσότερους δανειολήπτες δεν τους ικανοποιούν.
Οπως δείχνουν τα στοιχεία που φέρνει στο φως το «b.s.», μπορεί μεν ένας στους τρεις δανειολήπτες ελβετικού φράγκου να έλαβε πρόταση ρύθμισης με διαγραφή χρέους σε ποσοστό πάνω από 5% (ή και 30% έως 50% ή 60%), αλλά οι άλλοι δύο στους τρεις που κατέφυγαν ήδη στον εξωδικαστικό, πήραν μηδενικό ή ελάχιστο κούρεμα (έως 5% το πολύ).
Το «μυστικό» είναι πως εκείνοι που πέτυχαν διαγραφή χρέους, μπόρεσαν να αποδείξουν ότι το υπόλοιπο της συνολικής περιουσίας τους δεν επαρκεί για να καλύψει τις επιπλέον απαιτήσεις της τράπεζας για το δάνειό τους. Αυτό επιβάλλει και ο ευρωπαϊκός κανόνας περί «μη επιδείνωσης» της θέσης του πιστωτή μετά τη ρύθμιση, σε σύγκριση με το τι θα εισέπραττε αν προχωρούσε σε πλειστηριασμό της περιουσίας του οφειλέτη.
Αυτό εξηγεί εν μέρει και γιατί πολλοί οφειλέτες σε φράγκο δεν μπήκαν καν στη διαδικασία του εξωδικαστικού. Βασική προϋπόθεση για να ζητήσουν κούρεμα είναι να δεχθούν προκαταβολικά να αποκαλύψουν το σύνολο της περιουσίας τους. Σε πολλές περιπτώσεις όμως προτιμούν να τα αποκρύψουν από τις τράπεζες, είτε από φόβο μη τους τα πάρουν επειδή το χρέος έχει καταστεί υπέρογκο και απαιτητό, είτε διότι τα συγκεκριμένα δάνεια προωθήθηκαν σαν «προνομιακά» τραπεζικά προϊόντα και σε πολλούς «μεγάλους πελάτες» τραπεζών, οι οποίοι διαθέτουν πολλά ακίνητα και, άρα, ο αλγόριθμος του εξωδικαστικού δεν τους δίνει κούρεμα, επειδή διαπιστώνει ότι έχουν περιουσιακά στοιχεία ικανά να καλύψουν το χρέος τους αν ρευστοποιήσουν ένα μέρος τους – κάτι που προσπαθούν να αποφύγουν ως οφειλέτες.
Και όσοι αποδέχθηκαν όμως τη ρύθμιση, έχουν λόγους να μη χαίρονται, καθώς πολλοί έχουν πληρώσει ήδη πολλές επιπλέον δόσεις και δεκάδες χιλιάδες ευρώ παραπάνω την τελευταία 15ετία και με όσα πλήρωσαν έπρεπε να έχουν απαλλαγεί πλήρως ήδη. Ωστόσο, το χρέος μετά το κούρεμα φαίνεται σαν να παραμένει ίδιο με το αρχικό.
Ειδικά όμως εάν, εκτός από κούρεμα, ο δανειολήπτης πάρει και επιμήκυνση αποπληρωμής, το χρέος φουσκώνει ξανά με επιπλέον τόκους. Στα επόμενα τρία χρόνια αποπληρωμής το «κουρεμένο» υπόλοιπο θα επιβαρύνεται και με σταθερά επιτόκιο 3%. Αν και το επιτόκιο αυτό που προσφέρει ο εξωδικαστικός είναι πολύ χαμηλότερο από τα τρέχοντα ευρωπαϊκά (σχεδόν μισό από το περίπου 5% που βαρύνει τους περισσότερους που έχουν σήμερα κυμαινόμενο δάνειο σε ευρώ) είναι… 50% πιο «αλμυρό» από το τρέχον ελβετικό, το οποίο επιβάρυνε έως τώρα την οφειλή τους.