Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών έκρινε θετικά τις αγωγές του, ο οποίος μετά το ατύχημα κατέστη κατά 80% ανάπηρος σύμφωνα με τις αρμόδιες υγειονομικές υπηρεσίες και δεν μπορεί να ξαναεργαστεί.
«Καμπάνα» 600.000 ευρώ για εργατικό ατύχημα έφερε δικαστική απόφαση. Όπως ορίζεται, «σε ηλικία 25 ετών κατά το χρόνο του τραυματισμού του, άγαμος υπέστη βαρύτατη αναπηρία από τον ακρωτηριασμό των κάτω άκρων του και υπεβλήθη σε μακροχρόνια και επώδυνη θεραπευτική αγωγή, ενώ δεν έχει τη δυνατότητα να απασχοληθεί ως εργάτης σε οικοδομικές εργασίες που ήταν η απασχόλησή του».
Με το σκεπτικό αυτό και αφού τονίζεται πως «έχει γνώσεις Δημοτικής Εκπαίδευσης δεν έχει ακίνητη περιουσία και τα εισοδήματά του περιορίζονται στη σύνταξη αναπηρίας 264 ευρώ μηνιαίως που λαμβάνει από τον ασφαλιστικό του φορέα», το Δικαστήριο επισημαίνεται αντιθέτως πως «η πρώτη εναγομένη και οι αποτελούσες την κοινοπραξία εταιρίες, έχουν μεγάλη οικονομική επιφάνεια καθόσον κατασκευάζουν το συγκεκριμένο έργο προϋπολογισμού πολλών εκατομμυρίων ευρώ».
Και προσθέτει: «Ο ενάγων σε νεαρή ηλικία δοκίμασε τον ψυχικό συγκλονισμό του ακρωτηριασμού των άκρων του, οι συνέπειες του οποίου θα το συνοδεύουν σε όλη του τη ζωή ως προς την συμμετοχή του στην επαγγελματική και κοινωνική ζωή, αφού εμποδίζεται σοβαρά στην ανάπτυξη δραστηριοτήτων και διαπροσωπικών του σχέσεων με το άλλο φύλο για την δημιουργία οικογένειας».
Με βάση τα προεκτεθέντα το δικαστήριο εκτιμώντας «τις περιστάσεις και λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της προσγενομένης στον ενάγοντα σωματικής βλάβης, που ισοδυναμεί σε πλήρη ανικανότητά του για την άσκηση του συγκεκριμένου ή άλλου παρεμφερούς επαγγέλματος, τον πόνο που δοκίμασε από των ως άνω σωματική βλάβη, τις ταλαιπωρίες τις οποίες υπέστη από τις χειρουργικές επεμβάσεις στις οποίες υπεβλήθη, και θα υφίσταται περιοδικά για την προσαρμογή των τεχνητών μελών, την ψυχική επίδραση της αναπηρίας του για όλη του τη ζωή, το γεγονός ότι σε νεαρή ηλικία ανεκόπη η φυσιολογική εξέλιξη και δραστηριότητα όλων των εκφάνσεων της προσωπικότητάς του, το βαθμό της αμέλειας των ανωτέρω προσώπων, που είχαν προστηθεί στις θέσεις τους από την εναγομένη, την περιουσιακή κατάσταση των διαδίκων, την κοινωνική την επαγγελματική κατάσταση και θέση του ενάγοντα σε σχέση με τη θέση των εναγομένων εταιρειών στον τεχνικό και κατασκευαστικό τομέα στην Ελλάδα και διεθνώς, κρίνει ότι ο ενάγων από την πιο πάνω σωματική κάκωση υπέστη ηθική βλάβη και ότι η προς αποκατάσταση αυτής εύλογη χρηματική ικανοποίηση πρέπει με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής να οριστεί στο ποσόν των 600.000 ευρώ».
Τι αναφέρει η απόφαση για την αμέλεια της εταιρείας
Όπως τονίζεται από το Δικαστήριο «εξαιτίας της αμελούς συμπεριφοράς των παραπάνω προστηθέντων της εναγομένης εργοδότριας κοινοπραξίας που συνίσταται σε πράξεις και παραλείψεις αυτών, οι οποίοι αφενός μεν ενήργησαν αντίθετα με τους κανόνες ασφαλούς μεταφοράς ως προς την πραγματοποίηση της συγκεκριμένης μεταφοράς υπό συνθήκες που να αποκλείουν την μετατόπισή του και ανατροπή του για να εξασφαλιστεί η σωματική ακεραιότητα των εργαζομένων, αφού δεν αξιολόγησαν ορθά τις απαιτήσεις της μεταφοράς σε σχέση με το είδος και τη φύση του εξαρτήματος και την ανταπόκριση του εδάφους στήριξης ως προς αυτό αφετέρου δε παρέλειψαν να υλοποιήσουν τα σχέδια ασφαλείας και Υγείας του έργου που αφορούν την τήρηση των γενικών υποχρεώσεων που επιβάλλονται από τα άρθρα 6 και 8 του ΠΔ 305/1996 ως προς τις συνθήκες μεταφοράς των υλικών και περιοδικό έλεγχο των εγκαταστάσεων, ώστε να αποφεύγονται οι ατέλειες που θα μπορούσαν να βλάψουν την ασφάλεια των εργαζομένων, επήλθε ο τραυματισμός του ενάγοντος».
Τι ανέφεραν οι αγωγές και η δυνατότητα νέας προσφυγής
Σύμφωνα με τις αγωγές που κατέθεσε στο Δικαστήριο «στις 31.7.2000 ως εργάτης μεταφοράς μεταλλικών εξαρτημάτων στα έργα που η τελευταία είχε αναλάβει για την κατασκευή του έργου “ΝΕΟΥ ΛΙΜΕΝΑ ΠΑΤΡΩΝ”. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι στις 2.4.2001 κατά την εκτέλεση της εργασίας του στην εναγομένη τραυματίσθηκε σοβαρά και υπέστη ακρωτηριασμό των κάτω άκρων του, με αποτέλεσμα να υποστεί την αναφερόμενη στην πρώτη αγωγή ηθική βλάβη καθώς και την πρόσθετη ηθική βλάβη της δεύτερης αγωγής ζημία και ότι το ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα των οργάνων που αντιπροσωπεύουν την εναγομένη και των προστηθέντων από αυτή προσώπων για τους εκτιθέμενους στο δικόγραφο ειδικότερα λόγους».
Ιδιαίτερα κρίσιμο θεωρείται πως βάσει της δικαστικής απόφασης ορίζεται πως «το δεδικασμένο, το οποίο προκύπτει από τελεσίδικη δικαστική απόφαση που επιδικάζει στον παθόντα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, δεν εμποδίζει την μεταγενέστερη, με νέα αγωγή, μεταξύ των ιδίων προσώπων επιδίωξη περαιτέρω (πρόσθετης) χρηματικής ικανοποίησης, εφόσον όμως πρόκειται για απρόβλεπτη επιδείνωση, σε μεταγενέστερο χρόνο των συνεπειών της αδικοπραξίας που δεν μπορούσαν από την αρχή να προβλεφθούν με την πρώτη του απόφαση προσδιόρισε σε ορισμένο ποσό την χρηματική ικανοποίηση του παθόντος».