Αποζημίωση των δικηγόρων, προϋποθέσεις εγγραφής στους καταλόγους και άλλες λεπτομέρειες
Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (B’ 2706/09.05.2024) η Υπουργική Απόφαση “Καθορισμός των προϋποθέσεων εγγραφής των δικηγόρων στους ειδικούς καταλόγους του εβδόμου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 208, της παρ. 1 του άρθρου 787 και της παρ. 2 του άρθρου 819 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του ύψους της αποζημίωσης των δικηγόρων στις ως άνω περιπτώσεις, του τρόπου, του χρόνου και των λοιπών όρων καταβολής της, και κάθε άλλης λεπτομέρειας”.
Αναλυτικά η απόφαση αναφέρει:
Άρθρο 1 Οι κατάλογοι δικηγόρων και το δικαίωμα εγγραφής σε αυτούς
1. Για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 208 παρ. 1, 787 παρ. 1 και 819 παρ. 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως ισχύουν μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 5095/2024 (Α’ 40), καταρτίζονται σε κάθε Πρωτοδικείο της χώρας τρεις (3) κατάλογοι δικηγόρων, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για την έκδοση των πράξεων που προβλέπονται στα άρθρα 208 και 819 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και την επεξεργασία φακέλων που προβλέπεται στο άρθρο 787 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Για καθεμιά από τις τρεις (3) προβλεπόμενες από τις ανωτέρω διατάξεις κατηγορίες πράξεων καταρτίζεται ιδιαίτερος κατάλογος.
2. Δικαίωμα εγγραφής στους καταλόγους της παρ. 1 έχουν δικηγόροι που πληρούν τις εξής προϋποθέσεις: (α) είναι μέλη του οικείου δικηγορικού συλλόγου, (β) έχουν τακτοποιήσει το σύνολο των οικονομικών τους υποχρεώσεων προς τον Δικηγορικό Σύλλογο στον οποίο ανήκουν, (γ) δεν τους έχει επιβληθεί πειθαρχική ποινή εκτός από την ποινή της επίπληξης, (δ) έχουν συμπληρώσει τον κατά την παρ. 3 του παρόντος άρθρου προβλεπόμενο για κάθε κατηγορία ελάχιστο χρόνο δικηγορικής υπηρεσίας, (ε) έχουν λάβει πιστοποιητικό πραγματικής παρακολούθησης των ειδικών σεμιναρίων επιμόρφωσης κατά τα ειδικότερα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας και (στ) δεν έχουν λόγω υποτροπής και μη έκδοσης της πράξης ή μη επεξεργασίας του φακέλου εντός των νομίμων προθεσμιών, διαγραφεί από οποιονδήποτε από τους τρεις (3) καταλόγους.
3. Ο ελάχιστος χρόνος δικηγορικής υπηρεσίας για την εγγραφή στον κατάλογο του άρθρου 819 παρ. 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας είναι τρία (3) έτη, για την εγγραφή στον κατάλογο του άρθρου 208 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δύο (2) έτη και για την εγγραφή στον κατάλογο του άρθρου 787 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ένα (1) έτος δικηγορίας. Ο ελάχιστος χρόνος δικηγορικής υπηρεσίας πρέπει να έχει συμπληρωθεί κατά την υποβολή της αίτησης στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο.
4. Για την εγγραφή στον οικείο κατάλογο ο ενδιαφερόμενος δικηγόρος απαιτείται να υποβάλει αίτηση στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο, συνοδευόμενη το πιστοποιητικό πραγματικής παρακολούθησης του ειδικού σεμιναρίου επιμόρφωσης. Ο οικείος δικηγορικός σύλλογος ελέγχει αυτεπαγγέλτως την συνδρομή των λοιπών ουσιαστικών προϋποθέσεων.
5. Κάθε ενδιαφερόμενος δικηγόρος έχει δικαίωμα να εγγραφεί σε περισσότερους του ενός από τους προβλεπόμενους στο παρόν άρθρο καταλόγους.
Άρθρο 2 Τα ειδικά σεμινάρια επιμόρφωσης
1. Η επιμόρφωση που αποτελεί προϋπόθεση της εγγραφής του δικηγόρου στους καταλόγους του άρθρου 1 της παρούσας παρέχεται με ειδικά σεμινάρια επιμόρφωσης που οργανώνονται από κοινού από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδας.
2. Τα ειδικά σεμινάρια διεξάγονται μία φορά κάθε δικαστικό έτος, προκειμένου να παράσχουν την αναγκαία πιστοποίηση στους δικηγόρους που θα τα παρακολουθήσουν και οι οποίοι επιθυμούν να ενταχθούν στον κατάλογο που θα ισχύει για το επόμενο δικαστικό έτος.
3. Τα ειδικά σεμινάρια επιμόρφωσης για την συμπερίληψη στον κατάλογο των δικηγόρων του άρθρου 787 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας έχουν ελάχιστη διάρκεια δώδεκα (12) ωρών. Τα αντίστοιχα σεμινάρια που αφορούν την συμπερίληψη στον κατάλογο των δικηγόρων του άρθρου 208 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας έχουν ελάχιστη διάρκεια δεκαέξι (16) ωρών. Τα σχετικά σεμινάρια που αφορούν την συμπερίληψη στον κατάλογο των δικηγόρων του άρθρου 819 παρ. 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας έχουν ελάχιστη διάρκεια είκοσι τεσσάρων (24) ωρών.
4. Με την παρούσα συστήνεται τριμελής επιτροπή οργάνωσης των ειδικών σεμιναρίων επιμόρφωσης απαρτιζόμενη από τον αρχαιότερο Πρόεδρο Πρωτοδικών του Πρωτοδικείου Αθηνών ή τον νόμιμο αναπληρωτή του, τον Πρόεδρο της Ολομέλειας των Προέδρων των δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας ή τον νόμιμο αναπληρωτή του και τον Γενικό Διευθυντή Δικαιοσύνης του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή τον νόμιμο αναπληρωτή του. Η επιτροπή αποφασίζει το περιεχόμενο των σεμιναρίων, ορίζει τους εισηγητές, καθορίζει τη χρονική διάρκεια κάθε επιμέρους συνεδρίας του σεμιναρίου και αποφασίζει για κάθε ειδικό ζήτημα που σχετίζεται με τον τρόπο διεξαγωγής των σεμιναρίων, συνεπικουρούμενη από υπαλλήλους του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και κάθε άλλο πρόσωπο που εκείνη ορίσει. Τα σεμινάρια διεξάγονται χωρίς οικονομική επιβάρυνση των επιμορφούμενων δικηγόρων. Το κόστος διεξαγωγής των σεμιναρίων συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης των εισηγητών βαρύνει τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας. Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων αποφασίζει το ύψος της αποζημίωσης των εισηγητών και την αναλογία επιβάρυνσης ενός εκάστου Δικηγορικού Συλλόγου στην συνολική δαπάνη.
5. Τα ειδικά σεμινάρια επιμόρφωσης μπορούν να διεξάγονται εξ αποστάσεως με ψηφιακό τρόπο με διασφάλιση της πραγματικής παρακολούθησής τους από τους δικηγόρους.
6. Με την ολοκλήρωση της παρακολούθησης του ειδικού σεμιναρίου επιμόρφωσης, εκδίδεται πιστοποιητικό που χορηγείται αποκλειστικά για τη βεβαίωση πραγματικής παρακολούθησης για κάθε δικηγόρο που συμμετείχε πραγματικά στο εκάστοτε σεμινάριο από την Επιτροπή της παρ. 4 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 3 Διαδικασία κατάρτισης των καταλόγων
1. Οι οικείοι Δικηγορικοί Σύλλογοι καταρτίζουν τους τρεις (3) καταλόγους δικηγόρων που προβλέπονται στο άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτούς τους δικηγόρους που πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση και τους αποστέλλουν στον Προϊστάμενο του Δικαστηρίου, που κατά τον νόμο έχει την ευθύνη της τήρησής τους.
2. Σε περίπτωση Πρωτοδικείου, στο οποίο δεν έχει καταστεί εφικτό ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος να καταρτίσει έναν ή περισσότερους από τους κατά το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας καταλόγους, με πράξη του Προϊσταμένου του Πρωτοδικείου ορίζεται ο κατάλογος ή οι κατάλογοι ομόρου Πρωτοδικείου, από τον οποίο θα ορίζονται οι δικηγόροι που είναι αρμόδιοι για την έκδοση πράξεων ή έλεγχο φακέλων της τοπικής αρμοδιότητάς του. Στην περίπτωση αυτή, ο ορισμός θα γίνεται από την Γραμματεία του Δικαστηρίου, στον οποίο θα τηρείται ο κατάλογος.
3. Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου, οι κατάλογοι πρέπει να αποσταλούν μέχρι την προτεραία της έναρξης ισχύος της παρ. 2 του άρθρου 32 του ν. 5095/2024 (Α’ 40) και θα ισχύουν μέχρι την 15η Σεπτεμβρίου 2025.
4. Αναφορικά με τους καταλόγους που θα ισχύουν από τις 16 Σεπτεμβρίου 2025 και εφεξής, αυτοί πρέπει να αποστέλλονται μέχρι την προτεραία έναρξης του κάθε επόμενου δικαστικού έτους. Οι κατάλογοι κάθε επόμενου του πρώτου δικαστικού έτους θα περιλαμβάνουν τους δικηγόρους που είχαν ήδη εγγραφεί στους καταλόγους προηγούμενου δικαστικού έτους, εφόσον συνεχίζουν να πληρούν τις προϋποθέσεις των περ. α’, β’, γ’ και στ’ της παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσας, καθώς και τους δικηγόρους που προστέθηκαν στους καταλόγους κατά την διαδικασία των προηγουμένων άρθρων κατά το εκάστοτε τρέχον δικαστικό έτος.
5. Με την επιφύλαξη των προβλεπόμενων στο άρθρο 5 της παρούσας, από τους καταλόγους διαγράφονται οι δικηγόροι μετά την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους τους, καθώς και αυτεπαγγέλτως με απόφαση του οικείου δικηγορικού συλλόγου, σε περίπτωση έκλειψης κάποιας από τις κατά τον νόμο ουσιαστικές προϋποθέσεις. Σε περίπτωση δικηγόρου, που καθ’ υποτροπήν δεν εκδίδει την πράξη ή δεν επεξεργάζεται το φάκελο εντός των νομίμων προθεσμιών, ο δικηγόρος διαγράφεται άμεσα από τον κατάλογο του τρέχοντος δικαστικού έτους και εκπίπτει για ένα (1) έτος από το δικαίωμα υποβολής αίτησης εγγραφής στον οικείο κατάλογο του επόμενου δικαστικού έτους. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και σε κάθε περίπτωση δικηγόρου που έχει διαγραφεί από καταλόγους λόγω πειθαρχικής ποινής που σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων που αφορούν την έκδοση πράξεων ή την επεξεργασία φακέλων, ο δικηγόρος πρέπει να παρακολουθήσει εκ νέου τα Ειδικά Σεμινάρια Επιμόρφωσης του άρθρου 2 του παρόντος.
Άρθρο 4 Τρόπος λειτουργίας των καταλόγων
1. Οι κατάλογοι του άρθρου 1 παρ. 1 τηρούνται με ευθύνη του Προϊσταμένου του οικείου Πρωτοδικείου, η δε σειρά των ονομάτων των δικηγόρων του καταλόγου καθορίζεται αλφαβητικά με το αρχικό γράμμα του επωνύμου του δικηγόρου. Σε περίπτωση που στη τοπική αρμοδιότητα περιφερειακής ενότητας υπάρχει έδρα Πρωτοδικείου και παράλληλη έδρα αυτού, τηρούνται χωριστοί κατάλογοι τόσο για την έδρα Πρωτοδικείου όσο και για την παράλληλη έδρα αυτού. Η πρώτη ανάθεση γίνεται στον πρώτο κατά σειρά δικηγόρο και κάθε επόμενη ανάθεση γίνεται στον αμέσως επόμενο δικηγόρο της σειράς του καταλόγου. Όταν ο κατάλογος εξαντλείται, η επόμενη ανάθεση γίνεται εκ νέου στον πρώτο κατά τη σειρά του καταλόγου και συνεχίζει η ανάθεση με τον τρόπο που περιγράφεται στο προηγούμενο εδάφιο.
2. Κάθε φορά που ανατίθεται σε δικηγόρο η έκδοση πράξης ή ο έλεγχος φακέλου, μπορεί να ανατίθεται σε αυτόν μία υπόθεση. Ωστόσο, με απόφαση του Προϊσταμένου του οικείου Πρωτοδικείου κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Προέδρου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου μπορεί να ορίζεται μεγαλύτερος αριθμός υποθέσεων που θα ανατίθενται στον κάθε δικηγόρο του καταλόγου κάθε φορά που θα ανατίθεται σε αυτόν η έκδοση πράξης ή ο έλεγχος του φακέλου.
3. Σε περίπτωση άρνησης, κωλύματος, θανάτου και μη έκδοσης της πράξης ή μη επεξεργασία του φακέλου εντός των νομίμων προθεσμιών, γίνεται ανάθεση της υπόθεσης ή του συνόλου των υποθέσεων (ανάλογα με το αν ανατίθενται στον δικηγόρο μία ή περισσότερες υποθέσεις μαζί) στον επόμενο κατ’ αλφαβητική σειρά δικηγόρο του καταλόγου, που δεν του έχει ανατεθεί η έκδοση πράξεων ή η επεξεργασία φακέλου. Σε περίπτωση που κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου ο Προϊστάμενος του οικείου Πρωτοδικείου έχει ορίσει να ανατίθενται περισσότερες της μίας υποθέσεις σε κάθε δικηγόρο και εφόσον ο δικηγόρος αρνείται κωλύεται ή καθυστερεί την έκδοση της πράξης ή την επεξεργασία του φακέλου για μία μόνο από τις περισσότερες υποθέσεις, η υπόθεση για την οποία συντρέχει λόγος αντικατάστασης, ανατίθεται στον αμέσως επόμενο κατ’ αλφαβητική σειρά δικηγόρο του καταλόγου, στον οποίο ανατίθενται στην συνέχεια επιπλέον υποθέσεις μέχρι να συμπληρωθεί ο προβλεπόμενος από την πράξη του Προϊσταμένου του οικείου Πρωτοδικείου αριθμός.
4. Οι κατάλογοι μπορούν να τηρούνται ηλεκτρονικά με ευθύνη της γραμματείας του οικείου Πρωτοδικείου με την χρήση αυτοματοποιημένων συστημάτων ανάθεσης και αντικατάστασης των δικηγόρων σε περίπτωση παραβίασης των κατά τον νόμο προβλεπόμενων προθεσμιών.
Άρθρο 5 Η αποζημίωση των δικηγόρων
1. Για την έκδοση κάθε πράξης στην περίπτωση των άρθρων 208 και 819 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και την επεξεργασία κάθε φακέλου στην περίπτωση του άρθρου 787 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας καταβάλλεται στον δικηγόρο που τις εξέδωσε ή έκανε την επεξεργασία αντίστοιχα αποζημίωση.
2. Η αποζημίωση ανέρχεται σε 120,00 ευρώ στην περίπτωση επεξεργασίας φακέλου κατά το άρθρο 787 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σε 160,00 ευρώ στην περίπτωση έκδοσης πράξης εγγραφής ή εξάλειψης προσημείωσης υποθήκης κατά το άρθρο 208 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και 200,00 ευρώ στην περίπτωση έκδοσης πράξης που διατάσσει την χορήγηση πιστοποιητικού κληρονομητηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 819 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
3. Η αποζημίωση απαλλάσσεται φορολογικών κρατήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων και δεν επιβαρύνεται με φόρο προστιθέμενης αξίας.
4. Η αποζημίωση προκαταβάλλεται από τον αιτούντα στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο. Ο Δικηγορικός Σύλλογος εκδίδει ειδικό γραμμάτιο προκαταβολής, το οποίο πρέπει να συνυποβάλλεται με την υποβολή της αίτησης. Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδας δύναται να ορίσει ενιαίο τύπο ειδικού γραμματίου προκαταβολής. Το ειδικό γραμμάτιο προκαταβολής μπορεί να εκδίδεται και το αντίτιμό του να καταβάλλεται ηλεκτρονικά.
5. Μετά την κατά τον νόμο ολοκλήρωση της έκδοσης εκάστης πράξης ή της επεξεργασίας εκάστου φακέλου, ο Δικηγορικός Σύλλογος, του οποίου μέλος είναι ο δικηγόρος καταβάλλει στον τελευταίο την αποζημίωση που δικαιούται για την αντίστοιχη πράξη ή επεξεργασία. Για την είσπραξη της αποζημίωσης, ο δικηγόρος βαρύνεται να προσκομίσει στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο επικυρωμένο από την Γραμματεία αντίγραφο της πράξης που εξέδωσε ή βεβαίωση της Γραμματείας του Δικαστηρίου για την κατά τον νόμο ολοκλήρωση των καθηκόντων του ή άλλο ισοδύναμο δημόσιο έγγραφο.
Άρθρο 6 Έναρξη ισχύος
Οι διατάξεις της παρούσας ισχύουν από την ημερομηνία δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.