ΑΠΟΦΑΣΗ
Mária Somogyi κατά Ουγγαρίας της 16.05.2024 (αρ. προσφ. 15076/17)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η προσφεύγουσα αναδημοσίευσε ανάρτηση τρίτου που κατηγορούσε το δήμο σχετικά με τη διαχείριση της περιουσίας του και των δημόσιων πόρων. Η ανάρτηση καλούσε τους δημότες να συμμετάσχουν σε διαδήλωση, για το λόγο ότι ο δήμος Tata είχε πουλήσει σε έναν τοπικό επιχειρηματία ένα δημοτικό κτίριο πολιτιστικής κληρονομιάς σε χαμηλότερη τιμή από την τιμή της αγοράς.
Ο δήμος και ένα δημοτικό γραφείο άσκησαν αγωγή κατά της προσφεύγουσας για προσβολή της προσωπικότητάς τους. Τα εγχώρια δικαστήρια καταδίκασαν την προσφεύγουσα σε μικρά ποσά για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης των εναγόντων καθώς και να αναρτήσει στο Facebook ότι τα αναγραφόμενα στην αναδημοσιευθείσα ανάρτηση ήταν ψευδή.
Η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι η απόφαση των εθνικών δικαστηρίων να της επιβάλουν αστική αποζημίωση για την κοινοποίηση μιας ανάρτησης τρίτου στο Facebook παραβίασε την ελευθερία της έκφρασης.
Κατά το ΕΔΔΑ η επίμαχη πώληση του ακινήτου του δήμου αφορούσε τη διαχείριση δημοτικής περιουσίας και την χρήση δημοσίων πόρων. Το Δικαστήριο δεν πείστηκε από την αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων ότι ο δήμος με την αγωγή αποζημίωσής του είχε συμφέρον να προστατεύσει την εμπορική του πράξη και την οικονομική του βιωσιμότητα, είτε προς όφελος των εργαζομένων είτε «για το ευρύτερο οικονομικό καλό» που θα δικαιολογούσε νομική προστασία. Δεν ήταν ανταγωνιστική επιχείρηση στην αγορά ακινήτων που επιδίωκε να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του, προσελκύοντας πελάτες, δεδομένου ότι υποτίθεται εξυπηρετούσε το κοινό και χρηματοδοτούνταν από τους φορολογούμενους.
Tο Δικαστήριο έκρινε ότι η αστική διαδικασία για συκοφαντική δυσφήμιση που άσκησε ο δήμος κατά της προσφεύγουσας δεν επιδίωκε κανέναν από τους θεμιτούς σκοπούς που απαριθμούνται στην παρ. 2 του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10) και επιδίκασε στην προσφεύγουσα 402 ευρώ για αποζημίωση, 1.500 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.820 ευρώ για τα έξοδα.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 10
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Στις 10 Δεκεμβρίου 2014 ο Κ. δημοσίευσε μια ανάρτηση στη σελίδα του στο Facebook καλώντας τους κατοίκους της Tata να συμμετάσχουν σε διαδήλωση, για το λόγο ότι ο δήμος Tata είχε πουλήσει ένα δημοτικό κτίριο πολιτιστικής κληρονομιάς σε χαμηλότερη τιμή από την τιμή της αγοράς σε έναν τοπικό επιχειρηματία, τον Λ., ο οποίος είχε τότε νοικιάσει το ίδιο κτίριο σε δημοτικούς φορείς έναντι «τρελά υψηλής τιμής». Ο Κ. το χαρακτήρισε ως «ληστεία των πολιτών της Tata». Κάλεσε την τοπική κοινωνία να οργανώσει διαδήλωση ώστε ο δήμος να μην «γεμίσει τις τσέπες» του επιχειρηματία, όπως αναφέρονταν στην ανάρτηση. Η ανάρτησή του ανέφερε επίσης ότι: «Πρέπει να επανεξετάσουμε εάν η πώληση του ακινήτου ήταν νόμιμη. Υπήρχε διαφανής διαδικασία; Πλήρωσε ο αγοραστής το πραγματικό τίμημα; Υπήρχε ανάγκη να πουληθεί η περιουσία της πόλης; Το ακίνητό μας… Παρακαλούμε κοινοποιήστε πολλές φορές!» Στην κορυφή της ανάρτησής του ο Κ. έγραψε: «Προσοχή! Σημαντικό! Παρακαλώ κοινοποιήστε το κάλεσμα του Κ.!».
Η προσφεύγουσα μοιράστηκε την ανάρτηση του Κ. στον τοίχο της στο Facebook, προσθέτοντας ένα δικό της σχόλιο για ένα άλλο θέμα, αμφισβητώντας το ποσό που κατέβαλε ο δήμος για νέες εγκαταστάσεις για το τοπικό ληξιαρχείο, το οποίο έπρεπε να αλλάξει τοποθεσία καθώς ο δήμαρχος είχε ενοχληθεί από τον αριθμό των ατόμων που το επισκέπτονταν.
Ο δήμος Tata και το κοινό δημοτικό γραφείο Tata άσκησαν αγωγή κατά της προσφεύγουσας, ζητώντας αποζημίωση για ηθική βλάβη ποσού 5.000.000 ουγγρικών φιορινιών (περίπου 1.400 ευρώ) για παραβίαση του δικαιώματός τους στη φήμη, και ασφαλιστικά μέτρα κατά της προσφεύγουσας, με τα οποία διατάχθηκε να τερματίσει την παράνομη συμπεριφορά της και να μην προβεί σε περαιτέρω παράνομη συμπεριφορά.
Ο δήμος δημοσίευσε ένα δελτίο τύπου στο οποίο ανέφερε ότι είχε υποβάλει μήνυση κατά του Κ. που έκανε την αρχική ανάρτηση και κατά οποιουδήποτε προσώπου το είχε κοινοποιήσει και διέδωσε αναληθή στοιχεία. Στην περίπτωση της προσφεύγουσας, η εισαγγελία αποφάσισε να μην ξεκινήσει έρευνα.
Στην απόφασή του της 18 Φεβρουαρίου 2015 στην πολιτική δίκη, το δικαστήριο της Tatabánya έκρινε υπέρ του ενάγοντος και διέταξε την προσφεύγουσα:
(α) να δημοσιεύσει στη σελίδα της στο Facebook μια συγγνώμη προς τον δήμο Tata και το κοινό δημοτικό γραφείο Tata για παραβίαση των δικαιωμάτων της προσωπικότητάς τους,
(β) να αναρτήσει αναφορά στη σελίδα της στο Facebook ότι ο ισχυρισμός ήταν ψευδής ότι υπάλληλοι του δήμου Tata και της κοινής δημοτικής αρχής Tata είχαν πουλήσει το εν λόγω ακίνητο στον L. γνωρίζοντας ότι οι δημοτικοί φορείς θα ενοικίαζαν στη συνέχεια το ίδιο ακίνητο από τον L., και ότι είχαν συνεργαστεί μαζί του.
(γ) να καταβάλει στον δήμο και στην κοινή δημοτική αρχή 50.000 HUF (περίπου 140 ευρώ) στον καθένα ξεχωριστά για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.
Το δικαστήριο έκρινε, ότι το αντικείμενο της υπόθεσης δεν αφορούσε την άσκηση δημόσιας εξουσίας, αλλά την άσκηση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, και ως εκ τούτου οι ενάγοντες είχαν δικαίωμα προστασίας των δικαιωμάτων της προσωπικότητάς τους. Το δικαστήριο έκρινε ότι ήταν απαραίτητο να περιοριστεί το δικαίωμα της προσφεύγουσας στην ελευθερία έκφρασης προκειμένου να προστατευθεί η εμπιστοσύνη του κοινού στους κρατικούς θεσμούς, επειδή είχε μοιραστεί αναληθή στοιχεία που υποδήλωναν ότι ο δήμος δεν είχε ενεργήσει προς το συμφέρον των πολιτών. Επίσης, έκρινε ότι το γεγονός ότι η προσφεύγουσα δεν γνώριζε τον αναληθή χαρακτήρα των δηλώσεών της την απάλλασσε μόνο από την ποινική, αλλά όχι από την αστική της ευθύνη. Το εγχώριο δικαστήριο έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η προσφεύγουσα είχε δημοσιεύσει το κείμενο στο Facebook και ότι οι δηλώσεις ήταν αρκετά σοβαρές ώστε να αμαυρώσουν τη φήμη των εναγόντων.
Η προσφεύγουσα άσκησε έφεση κατά της εν λόγω απόφασης.
Στις 10 Σεπτεμβρίου 2015 το Εφετείο του Győr επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση σχετικά με τον δήμο Tata και απέρριψε την υπόθεση σχετικά με το κοινό δημοτικό γραφείο Tata. Θεώρησε ότι τα νομικά πρόσωπα δικαιούνταν επίσης προστασία της φήμης τους, η οποία στην περίπτωση των δημοσίων φορέων αντιστοιχούσε στη δημόσια εμπιστοσύνη των πολιτών. Επικύρωσε το πόρισμα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ότι η υπόθεση δεν αφορούσε την άσκηση δημόσιας εξουσίας από τον δήμο. Θεώρησε επίσης ότι η διάδοση αναληθών πληροφοριών δεν προστατεύεται από το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης. Μείωσε την χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη σε 10.000 HUF (περίπου 28 ευρώ) και υποχρέωσε την προσφεύγουσα να καταβάλει δικαστικά έξοδα ύψους 55.000 HUF (152 ευρώ).
Η προσφεύγουσα άσκησε αναίρεση κατά αυτής της απόφασης, η οποία ωστόσο επικυρώθηκε αμετάκλητα από την Kúria στις 8 Ιουνίου 2016. Η προσφεύγουσα καταδικάστηκε στα δικαστικά έξοδα ύψους 80.000 HUF (222 ευρώ).
Στη συνέχεια, η προσφεύγουσα υπέβαλε συνταγματική καταγγελία, η οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη στις 5 Σεπτεμβρίου 2017. Το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η καταγγελία της δεν είχε αμφισβητήσει τη συνταγματικότητα των δικαστικών αποφάσεων αλλά μάλλον τη διαπίστωση γεγονότων, καθώς είχε υποστηρίξει ότι οι δηλώσεις που μοιράστηκε μαζί της δεν είχαν αποτελέσει γεγονότα αλλά αξιολογικές κρίσεις.
Η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι η απόφαση των εθνικών δικαστηρίων να της επιδικάσουν αποζημίωση για την κοινοποίηση μιας ανάρτησης τρίτου στο Facebook παραβίασε το άρθρο 10 της Σύμβασης.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Αν και δεν αμφισβητείται μεταξύ των μερών ότι οι αποφάσεις των ουγγρικών δικαστηρίων συνιστούσαν παρέμβαση στο δικαίωμα της προσφεύγουσας στην ελευθερία έκφρασης και ότι η εν λόγω παρέμβαση είχε νομική βάση στο εσωτερικό δίκαιο, τα μέρη διαφώνησαν ως προς εάν επιδίωκε έναν «νόμιμο στόχο» κατά την έννοια του άρθρου 10 § 2 και εάν ήταν ανάλογη με τον επιδιωκόμενο σκοπό.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι ο κατάλογος των θεμιτών στόχων που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 10 είναι εξαντλητικός. Με αυστηρή ερμηνεία, η παράγραφος αυτή παρέχει – ως εξαίρεση λόγω του ιδιαίτερου ρόλου της στην κοινωνία – προστασία μόνο σε έναν κλάδο της δημόσιας εξουσίας, τη δικαστική εξουσία (βλ. Morice κατά Γαλλίας [GC], αρ. 29369/10 §§ 128-30).
Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι το δικαίωμα στην προστασία της φήμης είναι δικαίωμα που προστατεύεται από το άρθρο 8, ως μέρος του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής. Η έννοια της «ιδιωτικής ζωής» είναι ένας ευρύς όρος που δεν υπόκειται σε εξαντλητικό ορισμό, ο οποίος καλύπτει επίσης τη σωματική και ψυχολογική ακεραιότητα ενός ατόμου. Ωστόσο, για να τεθεί σε εφαρμογή το άρθρο αυτό, η προσβολή της φήμης ενός ατόμου πρέπει να έχει ένα ορισμένο επίπεδο σοβαρότητας και να έχει πραγματοποιηθεί κατά τρόπο που να θίγει την προσωπική απόλαυση του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής (βλ. με περαιτέρω παραπομπές, Medžlis Islamske Zajednice Brčko κ.α. κατά Βοσνίας Ερζεγοβίνης της 27.06.2017 [GC], αρ. 17224/11 § 76).
Ωστόσο, το πεδίο εφαρμογής της προστασίας της φήμης των άλλων της παρ. 2 του άρθρου 10 δεν περιορίζεται στα φυσικά πρόσωπα, παρά τη διαφορά μεταξύ των συμφερόντων φήμης ενός νομικού προσώπου και της φήμης ενός φυσικού προσώπου ως μέλους της κοινωνίας. Ενώ τα τελευταία μπορεί να έχουν επιπτώσεις στην αξιοπρέπεια κάποιου, τα πρώτα στερούνται αυτής της ηθικής διάστασης (βλ. OOO Regnum κατά Ρωσίας της 08.09.2020, αρ. 22649/08 § 66).
Το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ότι υπάρχει έννομο «συμφέρον για την προστασία της εμπορικής επιτυχίας και βιωσιμότητας των εταιρειών, προς όφελος των μετόχων και των εργαζομένων, αλλά και για το ευρύτερο οικονομικό καλό» (βλ. Steel και Morris κατά Ηνωμένου Βασιλείου, αρ. 68416/01 § 94 και Uj κατά Ουγγαρίας της 19.07.2011). Ωστόσο, όσον αφορά τους δημόσιους φορείς που επιδιώκουν νομική προστασία της φήμης τους, στην περίπτωση της Steel and Morris (§ 40) το Δικαστήριο σημείωσε τη θέση σύμφωνα με τους νόμους της Αγγλίας και της Ουαλίας, σύμφωνα με την οποία «τοπικές αρχές, κρατικές εταιρείες και τα πολιτικά κόμματα … [δεν μπορούν] να ενάγουν για συκοφαντική δυσφήμιση, λόγω του δημόσιου συμφέροντος ότι ένας δημοκρατικά εκλεγμένος οργανισμός, ή ένα όργανο που ελέγχεται από μια τέτοια οργάνωση, θα πρέπει να είναι ανοιχτό σε ανεμπόδιστη δημόσια κριτική». Στο πλαίσιο δημοσιεύσεων από τα ΜΜΕ, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας του κράτους, τα οποία είχαν τη δυνατότητα να ανταποκριθούν σε τυχόν δυσμενείς ισχυρισμούς στο «δικαστήριο της κοινής γνώμης» μέσω των δυνατοτήτων των δημοσίων σχέσεών τους, από την κριτική των ΜΜΕ μέσω της προστασίας της επιχειρησιακής τους φήμης θα μπορούσε να παρεμποδίσει σοβαρά την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης. Το ότι επιτρέπεται στα εκτελεστικά όργανα να κινούν διαδικασίες συκοφαντικής δυσφήμισης κατά χρηστών των μέσων δικτύωσης επιβαρύνει υπερβολικά τα μέσα ενημέρωσης και θα μπορούσε να έχει αναπόφευκτα τρομακτική επίδραση σε αυτά κατά την εκτέλεση του ρόλου τους ως πηγών πληροφοριών και δημόσιας εποπτείας (βλ. mutatis mutandis, Dyuldin και Kislov κατά Ρωσίας της 31.07.2007 (αρ. 25968/02, § 43).
Ομοίως, στην υπόθεση Lombardo κ.α. κατά Μάλτας της 24.04.2007 (αρ. προσφ. 7333/06), το εκλεγμένο σώμα θα μπορούσε να δικαιολογηθεί με αναφορά στην «προστασία των δικαιωμάτων ή της υπόληψης των άλλων».
Στην υπόθεση Romanenko κ.α. κατά Ρωσίας της 08.10.2009 (αρ. προσφ. 11751/03), που αφορούσε το τμήμα διαχείρισης ενός δικαστηρίου, το οποίο ήταν δημόσιος φορέας, το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι μπορεί να υπάρχουν βάσιμοι πολιτικοί λόγοι για να αποφασιστεί ότι οι δημόσιοι φορείς δεν πρέπει να έχουν δικαίωμα αγωγής για δυσφήμιση υπό την ιδιότητά τους.
Όταν δεν υπάρχει διαφωνία μεταξύ των μερών σχετικά με την ύπαρξη θεμιτού σκοπού, το Δικαστήριο έχει επικεντρωθεί στην αξιολόγηση της αναλογικότητας μιας παρέμβασης κατά την εξέταση καταγγελιών βάσει του άρθρου 10 που απορρέουν από διαδικασίες συκοφαντικής δυσφήμισης που ασκήθηκαν από δημοτικό συμβούλιο (βλ. Pinto Pinheiro Marques κατά Πορτογαλίας της 22.01.2015, αρ. 26671/09 , §§ 39-47), από μια φυλακή και δύο από τους αξιωματικούς της (βλ. Reznik κατά Ρωσίας της 04.04.2013, αρ. προσφ. 4977/05), από την Γενική Στρατιωτική Εισαγγελία της Ρωσίας (βλ. Novaya Gazeta και Milashina κατά Ρωσίας της 03.10.2017, αρ. 45083/06 , § 62) κ.α.).
Στην περίπτωση του OOO Memo (§§ 44 και 46), το Δικαστήριο έκρινε ότι τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας που έχουν κρατικές εξουσίες ήταν ουσιαστικά διαφορετικά από νομικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων ή κρατικών εταιρειών, που εμπλέκονται σε ανταγωνιστικές δραστηριότητες στην αγορά, δεδομένου ότι οι τελευταίοι βασίζονταν στην καλή τους φήμη για να προσελκύσουν πελάτες με σκοπό να αποκομίσουν κέρδος και οι πρώτοι υπήρχαν για να εξυπηρετούν το κοινό και χρηματοδοτούνταν από τους φορολογούμενους. Λόγω του ρόλου τους σε μια δημοκρατική κοινωνία, τα συμφέροντα ενός οργάνου της εκτελεστικής εξουσίας που έχει κρατικές εξουσίες για τη διατήρηση της καλής φήμης διέφεραν ουσιαστικά τόσο από το δικαίωμα στη φήμη των φυσικών προσώπων όσο και από τα συμφέροντα της φήμης των νομικών προσώπων, ιδιωτικών ή δημοσίων, που ανταγωνίζονταν στην αγορά.
Το Δικαστήριο έκρινε έτσι ότι οι αστικές διαδικασίες συκοφαντικής δυσφήμισης που κινήθηκαν από νομικό πρόσωπο που ασκούσε δημόσια εξουσία δεν μπορούσαν, κατά γενικό κανόνα, να θεωρηθούν ότι επιδιώκουν τον θεμιτό σκοπό της «προστασίας της φήμης των άλλων» σύμφωνα με το άρθρο 10 § 2. Ωστόσο, δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο μεμονωμένα μέλη ενός δημόσιου φορέα, τα οποία θα μπορούσαν να είναι «εύκολα αναγνωρίσιμα» λόγω του περιορισμένου αριθμού των μελών του και της φύσης των καταγγελιών που διατυπώνονται εναντίον τους, να έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν αστική αξίωση για συκοφαντική δυσφήμιση με τα δικά τους ονόματα (βλ. OOO Memo, προαναφερθείσα, § 47).
Με βάση τις παραπάνω σκέψεις, το Δικαστήριο έκρινε σκόπιμο να καθορίσει εάν η καταγγελθείσα παρέμβαση – συγκεκριμένα, η αστική αξίωση σχετικά με δικαιώματα προσωπικότητας που κατέθεσε ο δήμος Tata και το κοινό δημοτικό γραφείο Tata κατά της προσφεύγουσας, ιδιώτη, για κοινή χρήση μια ανάρτηση στο Facebook – ήταν για την επιδίωξη του θεμιτού σκοπού της «προστασίας της φήμης των άλλων» κατά την έννοια του άρθρου 10 § 2 της Σύμβασης.
Το Δικαστήριο σημείωσε τη συλλογιστική του δικαστηρίου Tata, εφιστώντας την προσοχή στη νομολογία του Συνταγματικού Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία οι δημόσιοι φορείς δεν είχαν θεμελιώδη δικαιώματα. Ωστόσο, κατά το σκεπτικό του του εγχώριου δικαστηρίου, η αρχή αυτή ήταν άσχετη με τις περιστάσεις της υπόθεσης της προσφεύγουσας, επειδή οι ενάγοντες δεν είχαν ασκήσει τη δημόσια εξουσία τους αλλά μάλλον το δικαίωμά τους στην ιδιοκτησία.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η ανάρτηση για την οποία η προσφεύγουσα θεωρήθηκε υπεύθυνη στόχευε την συμπεριφορά της δημοτικής διοίκησης. Οι ενάγοντες στην εσωτερική δίκη ήταν ο δήμος Tata και το κοινό δημοτικό γραφείο Tata.
Η επίδικη πώληση δεν αφορούσε ιδιόκτητα ακίνητα ή άμεσες οικονομικές δραστηριότητες, αλλά τη διαχείριση δημοτικής περιουσίας και την χρήση δημοσίων πόρων. Παρά το σκεπτικό των εθνικών δικαστηρίων, το Δικαστήριο δεν πείστηκε ότι ο δήμος είχε «συμφέρον να προστατεύσει την εμπορική του επιτυχία και βιωσιμότητα», είτε προς όφελος των μετόχων και των εργαζομένων είτε «για το ευρύτερο οικονομικό καλό» (βλ. και Morris, § 94, σύγκριση με OOO Memo § 48), που θα δικαιολογούσε νομική προστασία. Δεν ήταν ανταγωνιστικός παράγοντας στην αγορά ακινήτων που επιδίωκε να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του, προσελκύοντας πελάτες. Ακόμη και κατά την άσκηση του δικαιώματός τους στην ιδιοκτησία, υποτίθεται ότι εξυπηρετούσε το κοινό και χρηματοδοτούνταν από τους φορολογούμενους.
Ούτε θα μπορούσε να ειπωθεί ότι τα μέλη του ήταν «εύκολα αναγνωρίσιμα» (βλ. Thoma κατά Λουξεμβούργου, αρ. 38432/97, § 56 και Kaperzyński κατά Πολωνίας της 03.04.2012, αρ. 43206/07 §61) δεδομένου ότι ούτε η αρχική ανάρτηση που κοινοποιήθηκε από την προσφεύγουσα ούτε το δικό της σχόλιο αφορούσε εικαζόμενο αδίκημα από οποιονδήποτε αναγνωρισμένο ή αναγνωρίσιμο υπάλληλο. Εν πάση περιπτώσει, η υπόθεση συκοφαντικής δυσφήμισης κινήθηκε από τα νομικά πρόσωπα ως τέτοια και όχι από τα μεμονωμένα μέλη τους.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση που άσκησε ο δήμος Tata κατά της προσφεύγουσας δεν επιδίωκε κανέναν από τους θεμιτούς σκοπούς που απαριθμούνται στην παρ. 2 του άρθρου 10 και διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10).
Δίκαιη Ικανοποίηση (άρθρο 41)
Το Δικαστήριο επιδίκασε στην προσφεύγουσα 402 ευρώ για αποζημίωση, 1.500 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.820 ευρώ για έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).