ΣτΕ Δ΄ 626/2024 (επταμ.)
Πρόεδρος: Σπ. Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Ι. Παπαγιάννης, Πάρεδρος ΣτΕ
Επέμβαση του νομοθέτη σε επαγγελματικές μισθώσεις λόγω Covid-19 – Η καταβολή μισθωμάτων στους εκμισθωτές από το Δημόσιο καθ’ υποκατάσταση των μισθωτών εντάσσεται στη μισθωτική σχέση – Οι πράξεις του Δημοσίου γεννούν ιδιωτικές διαφορές
Με τις διατάξεις του άρθρου δευτέρου της από 20.3.2020 πράξης νομοθετικού περιεχομένου και του άρθρου 13 του ν. 4690/2020, ο νομοθέτης επενέβη σε καταρτισθείσες μεταξύ ιδιωτών συμβάσεις επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτων με σκοπό την αντιμετώπιση των δυσμενών συνεπειών του κορωνοϊού COVID-19 για τις αντίστοιχες επαγγελματικές ή επιχειρηματικές δραστηριότητες, προβλέποντας τη μερική ή ολική απαλλαγή των μισθωτών των ακινήτων από την υποχρέωσή τους για καταβολή του μισθώματος στους εκμισθωτές. Η επέμβαση αυτή του νομοθέτη είχε ως περαιτέρω συνέπεια, οι εκμισθωτές να υποστούν περιουσιακές μειώσεις, οι οποίες είχαν τελικώς ως αιτία τη διαφοροποιημένη, σε σχέση με τα συμβατικώς προβλεπόμενα, εκτέλεση των οικείων συμβάσεων από τους μισθωτές συνεπεία του ότι οι τελευταίοι διαμόρφωσαν τη συμβατική συμπεριφορά τους με βάση τις προβλέψεις των ανωτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων και έτσι δεν κατέβαλαν μέρος ή το σύνολο των οφειλόμενων μισθωμάτων. Στο ίδιο αυτό συμβατικό πλαίσιο και προκειμένου να μετριασθούν οι δυσμενείς για τους εκμισθωτές συνέπειες, το Δημόσιο ανέλαβε, υπεισερχόμενο στη θέση των μισθωτών, την υποχρέωση να καταβάλει το ίδιο στους εκμισθωτές τμήμα των απολεσθέντων μισθωμάτων, με αντίστοιχες προς αυτούς χρηματικές παροχές, οι οποίες, όσον αφορά τη νομική τους φύση, διατήρησαν τον χαρακτήρα της συμβατικής παροχής (μισθώματος) που επηρεάσθηκε από την επέμβαση του νόμου στις προαναφερθείσες συμβάσεις επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτων. Ως εκ τούτου, οι σχετικές με την καταβολή των χρηματικών αυτών παροχών προς τους δικαιούχους πράξεις (ή παραλείψεις) των αρμοδίων αρχών, ως αποσκοπούσες στη μερική εκπλήρωση των συμβατικών απαιτήσεων των εκμισθωτών καθ’ υποκατάσταση των αρχικών οφειλετών, δεν είναι πράξεις άσκησης δημόσιας εξουσίας ούτε επιχειρούνται για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος, η δε σχετική υποχρέωση του Δημοσίου, ως αναλαβόντος την ευθύνη του μισθωτή, εντάσσεται στον ενοχικό δεσμό της σύμβασης μίσθωσης από τον οποίο αντλεί και τη φύση της. Κατά συνέπεια, οι διαφορές που ανακύπτουν από τη δικαστική αμφισβήτηση των ανωτέρω πράξεων (ή παραλείψεων), όπως η ένδικη διαφορά, είναι ιδιωτικές, υπαγόμενες, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων.