ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄ – ΤΡΙΜΕΛΕΣ
(ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Σεπτεμβρίου 2023, με την εξής σύνθεση: Βασιλική Βακούλα, Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ., Κασσιανή Μανωλάκογλου και Βασιλική Ντινόκα, Πρωτοδίκες Δ.Δ. Ως γραμματέας συμμετείχε η Γεωργία Μπόζη, δικαστική υπάλληλος,
για να δικάσει την αίτηση ακύρωσης με ημερομηνία κατάθεσης και αριθμό καταχώρησης ΑΚΥ212/6.6.2023,
του D.K. του …, πολίτη Γεωργίας, κατοίκου …, για τον οποίον παρέστη ο δικηγόρος Αλέξανδρος Βαρτζόπουλος, που διορίστηκε με προφορική δήλωση του αιτούντος στο ακροατήριο,
κατά του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, για τον οποίο παρέστη η εξουσιοδοτημένη υπάλληλος της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης Ελένη Γιαννουλάκη.
Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η ακύρωση της …/24.5.2023 απόφασης του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, που υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Αδειών Διαμονής Α΄ και Β΄ της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, κατά την οποία η υπόθεση συζητήθηκε αμέσως μετά την προεκφώνηση, με αναφορά στην έκθεση της Εισηγήτριας Κασσιανής Μανωλάκογλου (άρθρο 33 παρ. 2 του π.δ.18/1989 – Α΄ 8), το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε σύμφωνα με το Νόμο.
1.Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο ύψους 150 ευρώ (βλ. το ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό 589541778953 1204 0029).
2.Επειδή, με την αίτηση αυτή επιδιώκεται, παραδεκτώς, η ακύρωση της …/24.5.2023 απόφασης του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, που υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Αδειών Διαμονής Α΄ και Β΄, με την οποία απορρίφθηκε, κατ΄επίκληση λόγων δημόσιας τάξεις, η αίτηση που υπέβαλε ο αιτών προκειμένου να ανανεωθεί η άδεια διαμονής γονέα ανηλίκου ημεδαπού που κατείχε σε άδεια μόνιμης διαμονής. Με την ίδια απόφαση λήφθηκε επίσης σε βάρος του αιτούντος το μέτρο της επιστροφής και τάχθηκε προθεσμία 7 ημερών για την οικειοθελή του αναχώρηση από την Ελλάδα. Κατά της απόφασης αυτής ο αιτών άσκησε την …/6.6.2023 αίτηση θεραπείας, η οποία απορρίφθηκε με την …/19.6.2023 απόφαση, με την οποία η Διοίκηση ενέμεινε στην αρχική της άποψη.
3.Επειδή, ο ν.4251/2014 « Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης και λοιπές διατάξεις» (Α΄ 80) ορίζει τα ακόλουθα: στο άρθρο 1 ότι: Για την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα αυτού: λε) Μέλος οικογένειας Έλληνα πολίτη: (α) ο/η σύζυγος, (β) ο/η σύντροφος με τον/την οποίο/α ο/η Ελληνας πολίτης έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης … (γ) ανεξαρτήτως ιθαγένειας: οι κατιόντες, … (δ) ανεξαρτήτως ιθαγένειας, οι συντηρούμενοι απευθείας ανιόντες, καθώς και εκείνοι του/της συζύγου ή του/της συντρόφου, όπως ορίζεται στην περίπτωση β1… (ε) κάθε άλλο μέλος της οικογένειας Έλληνα πολίτη ή του ετέρου των συζύγων ή συντρόφων, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, το οποίο δεν εμπίπτει στα αναφερόμενα στις ανωτέρω περιπτώσεις πρόσωπα, εφόσον το μέλος τούτο συντηρείται από Έλληνα πολίτη ή τον έτερο των συζύγων ή των συντρόφων και σοβαροί λόγοι υγείας καθιστούν απολύτως αναγκαία την προσωπική φροντίδα του εν λόγω μέλους της οικογένειας από τον Έλληνα πολίτη λστ) Προσωποπαγές δικαίωμα διαμονής: Το δικαίωμα διαμονής των μελών οικογένειας Έλληνα που διατηρείται αποκλειστικά σε προσωπική βάση…», στο άρθρο 6 ότι «Το δικαίωμα διαμονής πολιτών τρίτων χωρών που εισέρχονται νόμιμα στην Ελλάδα, για έναν από τους λόγους του Κώδικα αυτού, τελεί υπό τις εξής προϋποθέσεις: … γ) Να μην θεωρούνται απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τις διεθνείς σχέσεις και να μην είναι καταχωρισμένοι ως ανεπιθύμητοι στις εθνικές βάσεις δεδομένων. Ως κριτήρια για τη συνδρομή των λόγων και δημόσιας τάξης και ασφάλειας, συνεκτιμώνται από την αρμόδια για την έκδοση της άδειας διαμονής υπηρεσία: i) … ii) η εγγραφή στον κατάλογο ανεπιθύμητων, η οποία παύει αυτοδικαίως να ισχύει με τη χορήγηση ή ανανέωση άδειας διαμονής, iii) άλλοι λόγοι δημόσιας τάξης, οι οποίοι θα πρέπει να μνημονεύονται ειδικώς και αιτιολογημένα στη σχετική απόφαση … Η εξέταση λόγων που αφορούν στη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας αποτελεί προαπαιτούμενο στοιχείο μόνο κατά την αρχική χορήγηση της άδειας διαμονής του πολίτη τρίτης χώρας και για την υπαγωγή σε καθεστώς αδειών διαμονής μακράς διάρκειας… Η συνδρομή λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας που ανακύπτουν μετά τη χορήγηση της άδειας διαμονής συνιστούν λόγο ανάκλησης της. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, υποχρεούνται να απαντήσουν μέσα σε προθεσμία δύο μηνών. Η παράλειψη των υπηρεσιών να αποστείλουν εγκαίρως γνώμη δεν κωλύει την έκδοση της απόφασης χορήγησης άδειας διαμονής, εκτός αν τούτο ζητηθεί ειδικώς από τις ανωτέρω υπηρεσίες…» και στο άρθρο 19, όπως το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 τροποποιήθηκε και η παρ. διαμορφώθηκε από το άρθρο 12 του ν.4825/2021 (Α΄157), ότι «1. Ο Συντονιστής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μπορεί κατ` εξαίρεση να χορηγεί άδεια διαμονής διάρκειας τριών (3) ετών, σε πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν στην Ελλάδα. Η άδεια διαμονής χορηγείται άπαξ και μπορεί να ανανεώνεται για έναν από τους λοιπούς λόγους του παρόντος Κώδικα. Αίτημα χορήγησης άδειας διαμονής έχει δικαίωμα να καταθέσει ο πολίτης τρίτης χώρας, εφόσον … ή είναι γονέας ανήλικου ημεδαπού και προσκομίζει στοιχεία που τεκμηριώνουν τη γονική σχέση με το/τα τέκνο/α».
4.Επειδή, στα άρθρα 82 έως και 86 του ίδιου νόμου 4251/2014 ρυθμίζονται τα δικαιώματα εισόδου και διαμονής πολιτών τρίτων χωρών που είναι μέλη οικογένειας Έλληνα και ορίζονται τα ακόλουθα: στο άρθρο 82 ότι: «1… 2. Το Δελτίο Διαμονής είναι ατομικό και χορηγείται στα μέλη της οικογένειας της επόμενης παραγράφου με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, υπό την επιφύλαξη εξέτασης λόγων δημοσίας τάξης και ασφάλειας και συνδρομής των προϋποθέσεων της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού. Κάθε μέτρο που λαμβάνεται για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας πρέπει να είναι σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας και να θεμελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του προσώπου που αφορά. Προηγούμενες ποινικές καταδίκες δεν αποτελούν αυτοτελώς λόγους για τη λήψη τέτοιων μέτρων. Η προσωπική συμπεριφορά του προσώπου που αφορά το μέτρο πρέπει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή, που στρέφεται κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας. Αιτιολογίες που δεν συνδέονται με τα στοιχεία της υπόθεσης ή στηρίζονται σε εκτιμήσεις γενικής πρόληψης δεν γίνονται αποδεκτές 3. Το μέλος της οικογένειας Έλληνα πολίτη, που επιθυμεί τη χορήγηση Δελτίου Διαμονής, κατά την παράγραφο 1, οφείλει να καταθέσει αίτηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 στις υπηρεσίες των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της Χώρας, σε διάστημα τριών (3) μηνών, από την ημερομηνία εισόδου στη Χώρα ή εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία σύναψης του γάμου ή του συμφώνου συμβίωσης που καταρτίστηκε στην Ελλάδα. Σε περίπτωση μη υποβολής της αίτησης εντός διαστήματος ενός (1) έτους από την ημερομηνία εισόδου ή την ημερομηνία του ληξιαρχικού γεγονότος του γάμου ή του συμφώνου συμβίωσης ή της γέννησης τέκνου, επιβάλλεται χρηματικό πρόστιμο ύψους πενήντα (50) ευρώ. Η αίτηση συνοδεύεται από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, με τα οποία: α. Αποδεικνύει εγγράφως την οικογενειακή του σχέση με τον Έλληνα πολίτη, β. αποδεικνύει στις υποπεριπτώσεις γ` και δ` της περίπτωσης λε` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 ότι συντρέχει η προϋπόθεση του συντηρούμενου μέλους, δηλαδή ότι υποστηρίζεται υλικά από τον Έλληνα πολίτη ή τον έτερο των συζύγων ή των συντρόφων που είναι πολίτης τρίτης Χώρας, γ. αποδεικνύει στην υποπερίπτωση ε ` της περίπτωσης λε` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος ότι συντρέχει η προϋπόθεση του συντηρούμενου μέλους και της συνδρομής σοβαρών λόγων υγείας που καθιστούν απολύτως αναγκαία την προσωπική φροντίδα του εν λόγω μέλους της οικογένειας από τον Έλληνα πολίτη… 5. Το Δελτίο Διαμονής έχει διάρκεια πέντε έτη. …», στο άρθρο 83 ότι «1.Τα μέλη οικογένειας Έλληνα τα οποία διαμένουν νομίμως στη Χώρα με τον Έλληνα για συνεχές χρονικό διάστημα πέντε ετών, έχουν δικαίωμα μόνιμης διαμονής στη Χώρα 1. Το δικαίωμα αυτό δεν υπόκειται στους όρους που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του προηγούμενου άρθρου.… 2. Το μέλος της οικογένειας Έλληνα που επιθυμεί τη χορήγηση Δελτίου Μόνιμης Διαμονής, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, οφείλει να υποβάλει σχετική αίτηση δύο μήνες πριν από τη λήξη της ισχύος του Δελτίου Διαμονής του στην κατά το άρθρο 8 υπηρεσία, σε διάστημα τριών μηνών, από την ημερομηνία εισόδου στη Χώρα… 3. Το Δελτίο Μόνιμης Διαμονής χορηγείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, υπό την επιφύλαξη λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας, και ανανεώνεται αυτοδικαίως ανά δεκαετία. Κάθε μέτρο που λαμβάνεται για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας πρέπει να είναι σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας και να θεμελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του προσώπου που αφορά. Προηγούμενες ποινικές καταδίκες δεν αποτελούν αυτοτελώς λόγους για τη λήψη τέτοιων μέτρων. Η προσωπική συμπεριφορά του προσώπου που αφορά το μέτρο πρέπει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή, που στρέφεται κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας. Αιτιολογίες που δεν συνδέονται με τα στοιχεία της υπόθεσης ή στηρίζονται σε εκτιμήσεις γενικής πρόληψης δεν γίνονται αποδεκτές…», στο άρθρο 84 ότι «1. Τα μέλη οικογένειας Έλληνα διατηρούν προσωποπαγές δικαίωμα διαμονής όταν: α. … β. Εκδοθεί απόφαση διαζυγίου ή ο γάμος λυθεί με τη διαδικασία του συναινετικού διαζυγίου ή λυθεί το σύμφωνο συμβίωσης και … η επιμέλεια των τέκνων έχει ανατεθεί νομίμως σε έναν από τους συζύγους/ συντρόφους που είναι πολίτης τρίτης χώρας …γ …δ. ο ένας εκ των συζύγων ή συντρόφων απολαύει νομίμως του δικαιώματος επικοινωνίας με ανήλικο τέκνο, υπό τον όρο ότι από τη σχετική δικαστική απόφαση ή την έγγραφη συμφωνία των συζύγων ή συντρόφων προκύπτει ότι οι επισκέψεις πρέπει να πραγματοποιούνται στην Ελλάδα και για όσο διάστημα απαιτείται [όπως η περ. β΄, όπως είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 31 παρ. 11 του ν.4540/2018 Α΄ 91, αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρο 42 του ν. 4686/2020 Α΄96 και η παρ. δ από το άρθρο 31 παρ. 11 του ν.4540/2018] 2. Το δικαίωμα διαμονής των προσώπων της παραγράφου 1 διατηρείται, υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά αποδεικνύουν την ιδιότητα τους ως μισθωτών ή την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, ή αποδεικνύουν ότι διαθέτουν επαρκείς πόρους για τους ίδιους και τα μέλη της οικογένειας τους, ούτως ώστε να μην επιβαρύνουν, κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Ελλάδα, το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της χώρας, καθώς και ότι έχουν πλήρη ασφαλιστική κάλυψη ασθενείας στην Ελλάδα, ή, τέλος αποδεικνύουν ότι είναι μέλη της ήδη συσταθείσης, στην Ελλάδα, οικογένειας ενός προσώπου, το οποίο πληροί τις ανωτέρω προϋποθέσεις… 5. Η προσωποπαγής άδεια διαμονής έχει διάρκεια πέντε (5) έτη και ανανεώνεται για πέντε (5) έτη κάθε φορά. …», στην παρ. 4 του άρθρου 85 ότι «4. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου [που αφορούν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας και την επαγγελματική δραστηριότητα], οι πολίτες τρίτων χωρών μέλη οικογένειας Έλληνα απολαύουν ίσης μεταχείρισης με τους πολίτες της Ένωσης, εφόσον έχουν δικαίωμα διαμονής ή μόνιμης διαμονής», και στο άρθρο 86 ότι « 1. Το Δελτίο Διαμονής δεν χορηγείται, ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 24, και στις περιπτώσεις που: … β. Ο Έλληνας και τα μέλη της οικογένειας του έπαυσαν να διάγουν πραγματικό συζυγικό ή οικογενειακό βίο.…2. Εφόσον αίτημα χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής απορρίπτεται ή χορηγηθείσα άδεια διαμονής ανακαλείται, οι αρμόδιες κατά περίπτωση υπηρεσίες εκδίδουν απόφαση επιστροφής σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 έως 41 του ν. 3907/2011. Ως προς τις ουσιαστικές προϋποθέσεις και όρους έκδοσης των αποφάσεων επιστροφής σε βάρος πολιτών τρίτων χωρών μελών οικογένειας Έλληνα εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 22 έως 24 του π.δ. 106/2007 (Α 135)». Τέλος στο άρθρο 87, με τον τίτλο «Γονείς και ανήλικα αδέλφια ημεδαπών» προβλέπεται ότι «Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης χορηγείται το Δελτίο Διαμονής της παραγράφου 1 του άρθρου 82 σε γονείς ανήλικων ημεδαπών που διαμένουν στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως του τρόπου κτήσης εκ μέρους των τέκνων τους της ελληνικής ιθαγένειας… Ως προς τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους χορήγησης και ανανέωσης του Δελτίου Διαμονής γονέα … ημεδαπού εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις των άρθρων 82 έως 86».
5.Επειδή, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση με τον Κώδικα Μετανάστευσης επιχειρήθηκαν ουσιαστικές παρεµβάσεις στο πεδίο της υφιστάµενης νοµοθεσίας, κινούμενες σε τέσσερις άξονες. Ένας από τους άξονες αυτούς αφορά τις προϋποθέσεις πρόσβασης σε µακροχρόνιους τίτλους διαµονής, µε στόχο την προώθηση της άδειας διαµονής του επί µακρόν διαµένοντος, έναντι των αδειών διαµονής δεκαετούς διάρκειας. Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται, μεταξύ άλλων ιδίως:… ii) με την καθιέρωση τεκµηρίων πλήρωσης των όρων ένταξης από πολίτες τρίτων χωρών που έχουν αναπτύξει ισχυρούς δεσµούς µε την Ελλάδα και την ελληνική κοινωνία, όπως λ.χ. η οικογενειακή σχέση µε Έλληνα πολίτη για διάστηµα µεγαλύτερο των πέντε ετών και γενικότερα η µακρόχρονη συνεχής νόµιµη διαµονή στη χώρα. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, ιδιαιτέρως σηµαντικά θεωρούνται τα άρθρα 83 έως 88 [ήδη 82 έως 87], µε τα οποία θεσπίζονται εθνικές ρυθµίσεις για το δικαίωµα διαµονής των πολιτών τρίτων χωρών που είναι µέλη οικογένειας Έλληνα, καθώς η αναλογική εφαρμογή της οδηγίας 2004/38/ΕΚ, σχετικά µε την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών της Ένωσης και των µελών των οικογενειών τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, και για τα µέλη οικογένειας Έλληνα είχε ως αποτέλεσµα την αυξανόµενη κατάχρηση δικαιωµάτων, αφού παρατηρήθηκε ότι µεγάλος αριθµός πολιτών τρίτων χωρών χρησιµοποιούσε ως πρόσχηµα την ενότητα της οικογένειας, µε πραγµατικό στόχο την είσοδο στην Ελλάδα, προκειµένου να αποκτήσει ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας και απόδοση δικαιωµάτων που απορρέουν από τις ευνοϊκές διατάξεις της Οδηγίας, τα οποία άλλως δεν θα ήταν δυνατόν να αποκτήσουν. Ειδικότερα, ορίζονται σαφώς τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν, ως προς τη νοµιµότητα της διαµονής τους, οι πολίτες τρίτων χωρών που αιτούνται δικαίωµα διαµονής ως µέλη οικογένειας Έλληνα, το είδος, η διάρκεια και τα δικαιώµατα που παρέχει ο χορηγούµενος τίτλος διαµονής, καθώς και η ειδική διάκριση σε ότι αφορά στην απόρριψη ή ανάκληση τίτλου διαµονής για λόγους δηµόσιας τάξης και ασφάλειας που δηµιουργεί προστατευτικό πλαίσιο στους εν λόγω πολίτες τρίτων χωρών, βασισµένο στην αρχή της αναλογικότητας. Διευκρινίζεται ότι αυτόµατο δικαίωµα διαµονής χορηγείται στο/στη σύζυγο του Έλληνα και στους ανήλικους κατιόντες τους, καθώς και στους ανήλικους κατιόντες του ετέρου των συζύγων, ενώ το δικαίωµα διαµονής για τα συντηρούµενα µέλη της οικογένειας (ανιόντες και ενήλικοι, άνω του 21ου έτους της ηλικίας, κατιόντες) υπόκειται σε έλεγχο, προκειµένου να διαπιστωθεί ότι ο ενδιαφερόµενος υποστηρίζεται υλικά από τον Έλληνα ή τον έτερο των συζύγων που είναι πολίτης τρίτης χώρας και ότι συντηρούνταν ή ζούσε υπό τη στέγη του ετέρου των συζύγων που είναι πολίτης τρίτης χώρας στη χώρα καταγωγής ή ότι υπάρχουν σοβαροί λόγοι υγείας που καθιστούν απολύτως αναγκαία την προσωπική φροντίδα του µέλους της οικογένειας από τον Έλληνα. Με το άρθρο 84 [ήδη 83] ορίζονται οι προϋποθέσεις απόκτησης δελτίου µόνιµης διαµονής από τα µέλη οικογένειας Έλληνα τα οποία διαµένουν νοµίµως στη Χώρα µε τον Έλληνα για συνεχές χρονικό διάστηµα πέντε ετών. Το δελτίο µόνιµης διαµονής ανανεώνεται αυτοδικαίως ανά δεκαετία. Μετά την απόκτηση δελτίου µόνιµης διαµονής η απώλεια αυτού επέρχεται µόνο σε περίπτωση απουσίας του ενδιαφερόµενου από την Ελλάδα, για χρονικό διάστηµα που υπερβαίνει τα δύο συναπτά έτη. Με το άρθρο 85 [84] ρυθµίζεται η διατήρηση του δικαιώµατος διαµονής από µέλη οικογένειας Έλληνα, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις που μετά την λύση του γάμου ή ήδη του συμφώνου συμβίωσης ο πολίτης τρίτης χώρας έχει αναλάβει την επιμέλεια ανήλικου τέκνου ή απολαύει νοµίµως του δικαιώµατος επικοινωνίας με αυτόν, υπό τον όρο ότι οι επισκέψεις πρέπει να πραγµατοποιούνται στην Ελλάδα και για όσο διάστηµα απαιτείται. Το δικαίωµα αυτό εξάλλου διατηρείται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις (μισθωτή εργασία, μη επιβάρυνσης του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας, επαρκείς πόροι, ασφάλιση ασθενείας κλπ). Τέλος, στην αιτιολογική έκθεση γίνεται ρητή μνεία στο άρθρο 87, με το οποίο ο νομοθέτης ρύθμισε το καθεστώς διαµονής των γονέων ανήλικων ηµεδαπών και ανήλικων αδελφών των ηµεδαπών, ανεξαρτήτως του τρόπου κτήσης της ιθαγένειας του ηµεδαπού τέκνου, στο πλαίσιο οµοιογενούς αντιµετώπισης όλων των µελών της ίδιας οικογένειας.
6.Επειδή, εξάλλου, σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) ενώ το βασικό αντικείμενο του άρθρου 8 της σύμβασης της Ρώμης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256), είναι η προστασία του ατόμου από αυθαίρετες ενέργειες των δημόσιων αρχών, μπορεί επιπλέον να υπάρχουν θετικές υποχρεώσεις που είναι συνυφασμένες με τον ουσιαστικό σεβασμό της οικογενειακής ζωής. Ωστόσο, τα όρια μεταξύ των θετικών και των αρνητικών υποχρεώσεων του κράτους βάσει της εν λόγω διάταξης δεν επιδέχονται ακριβή ορισμό. Οι εφαρμοστέες αρχές είναι, ωστόσο, παρόμοιες. Και στα δύο πλαίσια πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η δίκαιη ισορροπία που πρέπει να επιτευχθεί μεταξύ των ανταγωνιστικών συμφερόντων του ατόμου και της κοινότητας στο σύνολό της- και στα δύο πλαίσια το κράτος απολαμβάνει ένα ορισμένο περιθώριο εκτίμησης (βλέπε Konstatinov κατά Κάτω Χωρών, αριθ. 16351/03, § 46, 26 Απριλίου 2007- Tuquabo-Tekle και άλλοι κατά Κάτω Χωρών, αριθ. 60665/00, § 42, 1 Δεκεμβρίου 2005- Ahmut κατά Κάτω Χωρών, 28 Νοεμβρίου 1996, § 63, Gül κατά Ελβετίας, 19 Φεβρουαρίου 1996, § 63, – Powell και Rayner κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 21 Φεβρουαρίου 1990, § 41). Το άρθρο 8 της Σύμβασης δεν συνεπάγεται μία γενική υποχρέωση του συμβαλλόμενου κράτους να σέβεται την επιλογή της χώρας διαμονής των μεταναστών και να επιτρέπει την οικογενειακή επανένωση στο έδαφός του. Ωστόσο, σε μια υπόθεση που αφορά την οικογενειακή ζωή καθώς και τη μετανάστευση, η έκταση των υποχρεώσεων ενός κράτους να δέχεται στο έδαφός του συγγενείς προσώπων που διαμένουν εκεί θα ποικίλλει ανάλογα με τις ιδιαίτερες περιστάσεις των εμπλεκομένων προσώπων και το γενικό συμφέρον (βλέπε Gül, ό.π., § 38, και Rodrigues da Silva και Hoogkamer, ό.π., § 39). H έννοια της οικογενειακής ζωής σύμφωνα με το άρθρο 8 της Σύμβασης δεν περιορίζεται σε σχέσεις που βασίζονται στο γάμο και μπορεί να περιλαμβάνει άλλους de facto οικογενειακούς δεσμούς, όταν τα μέρη συμβιώνουν εκτός γάμου. Το ΕΔΔΑ έκρινε περαιτέρω ότι όταν οι περιστάσεις το δικαιολογούν, η οικογενειακή ζωή πρέπει να επεκτείνεται στη δυνητική σχέση που μπορεί να αναπτυχθεί μεταξύ ενός τέκνου που γεννήθηκε εκτός γάμου και του φυσικού πατέρα. Οι παράγοντες που μπορούν να καθορίσουν την ύπαρξη στην πράξη στενών προσωπικών δεσμών σε αυτές τις περιπτώσεις περιλαμβάνουν τη φύση της σχέσης μεταξύ των φυσικών γονέων και ένα αποδεδειγμένο ενδιαφέρον και μία δέσμευση του πατέρα προς το παιδί τόσο πριν όσο και μετά τη γέννηση (βλ. Ahrens κατά Γερμανίας, αρ. 45071/09, 22.5.20212 με τις εκεί παραπομπές στην νομολογία του ΕΔΔΑ). Άλλοι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο αυτό είναι, μεταξύ άλλων, ο βαθμός στον οποίο η οικογενειακή ζωή έχει ουσιαστικά διαρραγεί, η έκταση των δεσμών στο συμβαλλόμενο κράτος και το κατά πόσον υπάρχουν παράγοντες ελέγχου της μετανάστευσης (για παράδειγμα, ιστορικό παραβιάσεων της νομοθεσίας περί μετανάστευσης) ή λόγοι δημόσιας τάξης που συνηγορούν υπέρ του αποκλεισμού (βλ. Rodrigues da Silva και Hoogkamer, Ajayi και άλλοι κατά Ηνωμένου Βασιλείου, αριθ. 27663/95, 22 Ιουνίου 1999- Solomon κατά Κάτω Χωρών, αριθ. 44328/98, 5 Σεπτεμβρίου 2000). Υπό αυτό το πρίσμα επίσης συνεκτιμάται αν η διάρρηξη του οικογενειακού δεσμού του γονέα με τα τέκνα αποδίδεται σε ενέργειες του πρώτου ή είναι αποτέλεσμα των επιλογών του (T.C.E. κατά Γερμανίας, αριθ. 58681/12, 1.3.2018 σκ. 61, πρβλ και Gul κατά Ελβετίας, αριθ. 23218/94, απόφαση της 19.2.1996). Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι κατά πόσον η οικογενειακή ζωή δημιουργήθηκε σε χρόνο κατά τον οποίο τα εμπλεκόμενα πρόσωπα γνώριζαν ότι το μεταναστευτικό καθεστώς ενός εξ αυτών ήταν τέτοιο, ώστε η διατήρηση της οικογενειακής ενότητας στο κράτος υποδοχής ήταν εξαρχής επισφαλής (βλ. Jerry Olajide Sarumi κατά Ηνωμένου Βασιλείου, αριθ. 43279/98, 26 Ιανουαρίου 1999- Andrey Sheabashov κατά Λετονίας, αριθ. 50065/99, 22 Μαΐου 1999). Κατά τη στάθμιση αυτή, πάντως, εφόσον υπάρχουν ανήλικα τέκνα το βέλτιστον συμφέρον τους αποτελεί πρωταρχική παράμετρο που πρέπει να εξετάζεται από τις αρμόδιες αρχές (Şen κατά Ολλανδίας, αριθ. 31465/96, § 40, 21 Δεκεμβρίου 2001, Tuquabo-Tekle κ.λ.π. κατά Ολλανδίας, αριθ. 60665/00, § 47, 1 Δεκεμβρίου 2005, Nunez κατά Νορβηγίας, αριθ. 55597/09, § 78 επ., 28 Ιουνίου 2011), αλλά επίσης συνεκτιμάται αν κατά τον χρόνο που πρόκειται τελικά να εκτελεστεί η απόφαση απομάκρυνσης το τέκνο πλησιάζει την ενηλικίωση (T.C.E. κατά Γερμανίας, αριθ. 58681/12, 1.3.2018 σκ. 61). Τούτο, διότι, όπως επίσης έχει παγίως κριθεί, στην έννοια της προστατευόμενης οικογενειακής ζωής δεν εμπίπτουν καταρχήν οι σχέσεις μεταξύ ενηλίκων μελών της οικογένειας, εκτός εάν αποδεικνύεται ότι μεταξύ τους, λόγω συγκεκριμένων περιστάσεων, υφίστανται δεσμοί εξάρτησης, οι οποίοι υπερβαίνουν τους συνήθεις συναισθηματικούς δεσμούς που αναπτύσσονται ανάμεσα στα πρόσωπα αυτά (απόφαση Zakharchuk, αποφάσεις της 13.3.2008 Emonet κλπ κατά Ελβετίας, αρ. προσφ.39051/03, της 3.10.2012 Samsonnikov κατά Εσθονίας, αρ.προσφ.52178/2010 και της 23.3.2015 Senchishak κατά Φινλανδίας, αρ.προσφ. 5049/2012, της 21 Μαρτίου 2017 Sapondzhyan κατά Ρωσσίας, αρ. προσφ. 32986/08).
7.Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις του ν.4251/2014, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό μεταξύ τους αλλά και υπό το φως της νομολογίας του ΕΔΔΑ για το άρθρο 8 της Σύμβασης και όσα παρατίθενται σχετικώς στην οικεία αιτιολογική έκθεση του ανωτέρω ν. 4251/2014 συνάγονται τα ακόλουθα. Ο αλλοδαπός γονέας ημεδαπού ανηλίκου δεν φέρει εκ του του νόμου την ιδιότητα του μέλους οικογένειας Έλληνα, καθώς δεν εμπίπτει σε κάποια από τις κατηγορίες των υποπερ. α έως και ε της περ. λε του άρθρου 1 του ν.4251/2014. Επομένως γονέας ημεδαπού ανηλίκου έλκει καταρχήν δικαίωμα διαμονής στην χώρα ως μέλος οικογένειας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 82 του ν.4251/2014, οι οποίες θεσπίστηκαν με σκοπό την διασφάλιση της ενότητας της οικογένειας Έλληνα πολίτη, από τον ημεδαπό σύζυγο ή τον σύντροφό του, με τον οποίο έχει συνάψει γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης. Σύμφωνα δε με το άρθρο 84, σε περίπτωση λύσης του γάμου ή του συμφώνου συμβίωσης με τον Έλληνα, ο αλλοδαπός, ως γονέας ανηλίκου, διατηρεί προσωποπαγές πλέον δικαίωμα διαμονής, μόνο εφόσον του έχει ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου ή έχει δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο του και οι επισκέψεις πραγματοποιούνται στην Ελλάδα και μόνο για το χρονικό διάστημα που ασκεί την επιμέλεια ή την επικοινωνία ήτοι εφόσον διαπιστώνεται ότι υφίσταται ενεργός πραγματικός οικογενειακός δεσμός μεταξύ του πατέρα και του τέκνου. Εκτός των ανωτέρω προϋποθέσεων η διατήρηση προσωποπαγούς δικαιώματος εξαρτάται και από την ικανότητα του αλλοδαπού να βιοπορίζεται στην χώρα χωρίς να επιβαρύνει το εθνικό σύστημα κοινωνικής πρόνοιας. Με τις ανωτέρω διατάξεις ο νομοθέτης επιχειρεί να επιτύχει μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να διασφαλιστεί, με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, η διατήρηση του δεσμού ανηλίκου ημεδαπού με τον αλλοδαπό γονέα του και μετά την παύση της συμβίωσης των συζύγων ή των συντρόφων, ήτοι της σχέσης εκ της οποίας ο πολίτης τρίτης χώρας έλκυε το δικαίωμα διαμονής του αλλά και του δημοσίου συμφέροντος, το οποίο συνίσταται στην προστασία του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας και στην αποτροπή καταχρήσεων της μεταναστευτικής νομοθεσίας και των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτήν. Τούτο, διότι στα μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη, για όσο χρονικό διάστημα φέρουν κατά νόμο την ιδιότητα αυτή, επιφυλάσσεται ιδιαίτερη μεταχείριση, όμοια με αυτήν των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 85 παρ. 4), ενώ η ανάκληση ή η άρνηση χορήγησης ή ανανέωσης του οικείου τίτλου για λόγους δημόσιας τάξης και η επιβολή μέτρου διοικητικής απομάκρυνσης διέπεται από αυξημένες εγγυήσεις (άρθρο 82 παρ. 2, 83 παρ. 3 και 86 παρ. 2). Συνεπώς οι δικαιούχοι αδειών διαμονής της ειδικής αυτής κατηγορίας χαίρουν ιδιαίτερης προστασίας από την εθνική έννομη τάξη, η οποία προφανώς δικαιολογείται, λόγω της σχέσης που τους συνδέει με Έλληνες πολίτες, ιδίως δε όταν υφίστανται δεσμοί με ανήλικους ημεδαπούς, οι οποίοι επιβάλλεται να διατηρηθούν προς όφελος των τελευταίων. Τέλος, τα μέλη οικογένειας Έλληνα θεμελιώνουν δικαίωμα μόνιμης διαμονής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 88 επ. του ν.4251/2014, που αφορούν το καθεστώς των επί μακρόν διαμενόντων πολιτών τρίτων χωρών, χωρίς να υποχρεούνται να αποδεικνύουν την συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρων 89 και 90 του ίδιου νόμου [επαρκείς πόροι, ασφάλιση ασθενείας, όροι ένταξης] εφόσον όμως αποδεικνύουν ότι διαμένουν νομίμως επί 5 έτη στην χώρα μαζί με τον Έλληνα πολίτη. Κατά την κρίση του νομοθέτη δηλαδή, η 5ετής νόμιμη διαμονή μαζί με τον Έλληνα και η εξ αυτής αναπτυχθείσα στενή σχέση (βλ. σχετικώς και την αιτιολογική έκθεση του ν.4251/2014] αποτελούν τεκμήριο της ένταξης του πολίτη τρίτης χώρας στην Ελληνική κοινωνία και δικαιολογούν την ιδιαίτερα ευνοϊκή αυτή μεταχείριση. Ισότιμη μεταχείριση με τα μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη επιφύλαξε ο νομοθέτης και για τους γονείς ημεδαπού ανηλίκου, στους οποίους χορήγησε δικαίωμα διαμονής, κατ΄ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 82 έως 86 του ν.4251/2014, χωρίς να απαιτεί την σύναψη γάμου ή συμβίωσης με το έτερο γονέα του ανηλίκου. Το δικαίωμα αυτό προδήλως αποσκοπεί στην προστασία του ανηλίκου ημεδαπού, την δημιουργία και τη διατήρηση της σχέσης του με τον αλλοδαπό γονέα του, ακόμη και εάν ο ανήλικος έχει γεννηθεί εκτός γάμου ή συμφώνου συμβίωσης. Το άρθρο 87, συνεπώς, ερμηνευόμενο με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου τέκνου, αποβλέπει στην προστασία των de facto οικογενειακών δεσμών, ήτοι των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ των συντρόφων, αλλοδαπού και ημεδαπού, που διαβιούν σε ελεύθερη ένωση και των ανηλίκων τέκνων τους και του δεσμού που τεκμαίρεται ότι υφίσταται μεταξύ αλλοδαπού γονέα και τέκνου και δικαιολογεί την χορήγηση δικαιώματος διαμονής, ανάλογο με αυτό που προβλέπεται από το άρθρο 82 του ν.4251/2014 ακόμη και στις περιπτώσεις της de facto οικογενειακής ζωής, μεταξύ γονέων και τέκνου. Η άδεια, όμως, που χορηγείται με βάση το άρθρο αυτό, τελεί και ανανεώνεται υπό τους όρους του άρθρου 82 και ο δικαιούχος απολαμβάνει των αυξημένων εγγυήσεων των άρθρων 82 παρ. 2 και 86 παρ. 2 του ν.4251/2014 μόνο για το χρονικό διάστημα της ανηλικότητας του τέκνου, προς όφελος του οποίου έχει θεσπιστεί και εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται μεταξύ πατέρα και ανηλίκου ημεδαπού τέτοιος δεσμός. Περαιτέρω, προκειμένου ο κάτοχος τέτοιου είδους άδειας να θεμελιώσει δικαίωμα μόνιμης διαμονής, κατά το άρθρο 83 του ν.4251/2014, θα πρέπει να αποδεικνύει όχι μόνο την πενταετή νόμιμη διαμονή του στην Ελλάδα αλλά και την έτερη προϋπόθεση της παρ. 1 του άρθρου αυτού ήτοι την πραγματική διαμονή του κατά το ανωτέρω διάστημα με το ημεδαπό τέκνο του ή άλλως την πραγματική άσκηση των γονεϊκών του δικαιωμάτων και τον ενεργό και πραγματικό δεσμό του με τον ανήλικο ημεδαπό. Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι η διάταξη του άρθρου 87 παραπέμπει και στο άρθρο 86 ως προς τους όρους διατήρησης του δικαιώματος διαμονής, μεταξύ των οποίων ο πραγματικός οικογενειακός βίος με τον Έλληνα (άρθρο 86 παρ. 1 περ. β) αλλά και από το γεγονός ότι με την διάταξη του άρθρου 19 του ν.4251/2014 προβλέπεται η χορήγηση άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους σε γονέα ημεδαπού ανηλίκου, η οποία έχει μικρότερη διάρκεια (3 έτη) και δεν υπάγεται στις αυτές προϋποθέσεις χορήγησης. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή, εξάλλου, των διατάξεων των άρθρων 87 και 83 του ν.4251/2014, θα καθιστούσε κενό γράμμα τις προϋποθέσεις που τίθενται από τα άρθρα 1 περ. λε, 82 και 84 του ν.4251/2014 για τα μέλη της οικογένειας Έλληνα πολίτη αλλά και αυτών που προβλέπονται από τα άρθρα 89 και 90 του ίδιου νόμου για την απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος κυρίως όμως δεν θα εξυπηρετούσε τον σκοπό της θέσπισης της ειδικής διάταξης του άρθρου 87 ήτοι την εγκαθίδρυση και διατήρηση του δεσμού του ανηλίκου ημεδαπού με τον γονέα του, αφού θα επέτρεπε σε οποιονδήποτε είχε αποκτήσει τέκνο με ημεδαπό να χαίρει αυτομάτως δικαιώματος, ακόμη και αν δεν ασκούσε πραγματικά τα γονεϊκά του καθήκοντα, εν συνεχεία δε να αποκτά άδεια μακράς μόνιμης διαμονής, χωρίς να πληρείται το βασικό κριτήριο της ένταξής του ήτοι ο ενεργός και πραγματικός δεσμός με τον Έλληνα. Συνακόλουθα, όταν διαπιστώνεται ότι στο πρόσωπο πολίτη τρίτης χώρας, κατόχου άδειας διαμονής του άρθρου 87 του ν.4251/2014, ο οποίος ζητεί την ανανέωση του τίτλου του κατ΄επίκληση του άρθρου 83 του ν.4251/2014 ήτοι προκειμένου να λάβει δελτίο μόνιμης διαμονής, ενδέχεται να συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας, η Διοίκηση οφείλει αρχικώς να διαπιστώνει αν πράγματι αυτός πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου αυτού ήτοι αν διέμενε επί 5 συνεχή έτη νομίμως στην χώρα μαζί με το ανήλικο τέκνο του, ώστε εν συνεχεία να κρίνει αν αυτός εμπίπτει στο προστατευτικό πλέγμα των διατάξεων των άρθρων 83 παρ. 3 και 86 παρ. 2 του ν.4251/2014 αλλά και του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ και αν οι λόγοι δημόσιας τάξης αλλά και το ενδεχόμενο επιβολής του μέτρου απομάκρυνσης θα εξεταστούν υπό το πρίσμα των αυξημένων εγγυήσεων που θέτουν οι ανωτέρω διατάξεις αλλά οι διατάξεις των άρθρων 22-24 του π.δ. 106/2007, οι οποίες μεταξύ άλλων επιβάλλουν αυξημένες απαιτήσεις αιτιολογίας, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί η απειλή για την δημόσια τάξη, καθώς σε άλλη περίπτωση εφαρμοστέα θα τύχει η γενική διάταξη της περ. γ του άρθρου 6 του ν.4251/2014, σύμφωνα με την οποία η ένταση της απειλής μπορεί να είναι μικρότερη (για τις διακρίσεις της έννοιας απειλή για την δημόσια τάξη, με βάση το γράμμα και τον σκοπό των επιμέρους διατάξεων στις οποίες περιλαμβάνεται η έννοια αυτή (πρβλ ΔΕΕ απόφαση της 12.12.2019 στην υπόθεση c-380/2018, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid).
8.Επειδή, με τις διατάξεις του Γ΄ Κεφαλαίου του ν.3907/2011 (άρθρα 16 έως 33) μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό δίκαιο οι διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 «Σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» (L. 348/98). Στον νόμο αυτό, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο μετά τις τροποποιήσεις που επέφερε ο ν.4825/2011, ορίζονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα: στο άρθρο 20 ότι «Οι αρμόδιες αρχές κατά την εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου λαμβάνουν δεόντως υπόψη: α) το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, β) την οικογενειακή ζωή, γ) …», στο άρθρο 21 παρ. 1, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 παρ.1 του ν.4825/2021 (Α΄ 157), ότι «Σε περίπτωση … απόρριψης αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης τίτλου διαμονής … η αρμόδια αρχή εκδίδει απόφαση επιστροφής του υπηκόου τρίτης χώρας. Η απόφαση επιστροφής αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της απόφασης απόρριψης του αιτήματος διαμονής …» και στο άρθρο 22, όπως διαμορφώθηκε από το άρθρο 3 του ν.4825/2021, ότι «1.Η απόφαση επιστροφής του υπηκόου τρίτης χώρας μπορεί να προβλέπει χρονικό διάστημα για την οικειοθελή αναχώρηση του, το οποίο κυμαίνεται μεταξύ επτά (7) και είκοσι πέντε (25) ημερών με την επιφύλαξη των παρ. 2 και 4. Το χρονικό αυτό διάστημα χορηγείται αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται η υποβολή αιτήσεως από τον υπήκοο τρίτης χώρας…4. Αν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής ή ο υπήκοος τρίτης χώρας αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή την εθνική ασφάλεια, που προκύπτει από σχετική εισήγηση των οργάνων της παρ. 2 του άρθρου 76 του ν. 3386/2005 (Α` 212) προς τις αρμόδιες για την έκδοση της απόφασης επιστροφής αρχές, εξαιρουμένων των αστυνομικών αρχών, ή αν η αίτηση για νόμιμη παραμονή έχει απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμη ή καταχρηστική, οι κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές δεν χορηγούν χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης». Εξάλλου το άρθρο 41 του ανωτέρω νόμου, το οποίο αποτελεί εθνική διάταξη, ορίζει ότι «1. Για την επιστροφή προσώπων που απολαμβάνουν του κοινοτικού δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του Κώδικα Συνόρων Schengen, καθώς και τις διατάξεις του π.δ. 106/2007 (ΦΕΚ 135 Α`), ισχύουν οι διατάξεις του Κεφαλαίου Γ` του παρόντος νόμου που αφορούν τα όργανα, τις διαδικασίες, τις διαδικαστικές εγγυήσεις και τη δικαστική προστασία των υπό επιστροφή αλλοδαπών, με την επιφύλαξη ότι στα άρθρα 22 έως 24 του π.δ. 106/2007 δεν περιέχονται ευνοϊκότερες διατάξεις. 2. Ως προς τις ουσιαστικές προϋποθέσεις και όρους έκδοσης των αποφάσεων επιστροφής σε βάρος των προσώπων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 22 έως 24 του π.δ. 106/2007 (ΦΕΚ 135 Α`). 3. Οι ρυθμίσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις μελών οικογένειας Έλληνα πολίτη». Τέλος, το προεδρικό διάταγμα 106/2007 «Ελεύθερη κυκλοφορία και διαμονή στην ελληνική επικράτεια των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους» (Α` 135), με το οποίο μεταφέρθηκαν στο εθνικό δίκαιο οι διατάξεις της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 (ΕΕ L 158), σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών – μελών, προβλέπει στο Κεφάλαιο VI (άρθρα 21 έως 24), τους περιορισμούς που μπορούν να επιβληθούν στα ως άνω δικαιώματα εισόδου και παραμονής στην Ελλάδα για λόγους δημόσιας τάξης, ασφάλειας ή υγείας. Ειδικότερα, στο άρθρο 22 του π.δ. αυτού ορίζεται ότι: «1. Προκειμένου να εκδοθεί απόφαση απέλασης, για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, λαμβάνονται υπόψη η διάρκεια παραμονής στην ελληνική επικράτεια του ατόμου εις βάρος του οποίου λαμβάνεται το μέτρο, η ηλικία του, η κατάσταση της υγείας του, η οικογενειακή και οικονομική του κατάσταση, η κοινωνική και πολιτιστική ένταξή του στην Ελλάδα και οι δεσμοί του με τη χώρα καταγωγής. 2. …». Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει ερμηνεύσει τον περιεχόμενο στα άρθρα 27 και 28 της οδηγίας 2004/38 όρο «δημόσια τάξη» υπό την έννοια ότι, για να γίνει επίκλησή της, πρέπει, εν πάση περιπτώσει, εκτός της διασάλευσης της κοινωνικής τάξης την οποία συνεπάγεται κάθε παράβαση του νόμου, να υφίσταται πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή, στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας (αποφάσεις της 24ης Ιουνίου 2015, H. Τ., C373/13, σκ. 79, της 4ης Οκτωβρίου 2012 Hristo Byankov, C249/11, σκ. 40, της 2ας Μαΐου 2018 Κ, H.F., C331/16 και 366/16, σκέψη 41). Η ερμηνεία αυτή αφορά και καταστάσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της Οδηγίας 2004/38, όπως εν προκειμένω, εφόσον τα άρθρα 86 παρ. 2 του ν.4251/2014 και 41 παρ. 1 του ν.3907/2011 παραπέμπουν στις διατάξεις 22-24 του π.δ. 106/2007, με το οποίο μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη οι αντίστοιχες διατάξεις της ανωτέρω Οδηγίας (πρβλ ΔΕΕ αποφάσεις της 12 Νοεμβρίου 2019, G.S., V.G. C381/18 και C382/18, σκ. 38 επ., της 13 Μαρτίου 2019 E., C-635/17 σκ. 35, 36 και 37, της 7 Νοεμβρίου 2018 K, B, C-380/17 σκ. 34, 35 και 36, της 21ης Δεκεμβρίου 2011, Cicala, c-482/10, σκ. 19, της 18ης Οκτωβρίου 2012, Nolan, c-583/10 σκ. 47).
9.Επειδή, περαιτέρω, κατά την έννοια του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ η διοικητική απομάκρυνση πολίτη τρίτης χώρας, εγκατεστημένου στο έδαφος συμβαλλόμενου κράτους, για λόγους επικινδυνότητάς του για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, αποτελεί νόμιμη επέμβαση στην προσωπική ή οικογενειακή ζωή του, εφόσον προβλέπεται από τον εθνικό νόμο, επιδιώκεται με το μέτρο αυτό θεμιτός σκοπός δημοσίου συμφέροντος (τέτοιο δε σκοπό αποτελεί και η διαφύλαξη της δημόσιας τάξης) και είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας, είναι δηλαδή κατάλληλη και αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού. Κατά τη στάθμιση αυτή, λαμβάνονται υπόψη κριτήρια όπως η φύση και σοβαρότητα του αδικήματος που διέπραξε ο πολίτης τρίτης χώρας, η διάρκεια της παραμονής του στη χώρα, το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει από τη τέλεση του αδικήματος και η συμπεριφορά του αλλοδαπού κατά το διάστημα αυτό, οι εθνικότητες των εμπλεκόμενων προσώπων, η οικογενειακή κατάσταση του αλλοδαπού ιδίως η ύπαρξη ανήλικων, η ηλικία του και, τέλος, η σταθερότητα των κοινωνικών, πολιτιστικών και οικογενειακών δεσμών του αλλοδαπού με τo κράτος υποδοχής και τη χώρα προορισμού του (για τα εφαρμοζόμενα κριτήρια στάθμισης κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας του μέτρου, βλ. ΕΔΔΑ, Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως, αποφάσεις της 3-10-2014, Jeunesse κατά Ολλανδίας, αρ.προσφυγής 12738/2010, σκ. 107 επ., της 18-10-2006, Üner κατά Ολλανδίας, αρ.προσφυγής 46410/1999, σκ. 57 έως 60, και της 29-6-2008, Maslov κατά Αυστρίας, αρ.προσφυγής 1638/2003, σκ. 68 επομ.). Τέλος, το ΕΔΔΑ σε ορισμένες υποθέσεις έχει κρίνει δυσανάλογη την επιβολή μέτρου απαγόρευσης εισόδου, λόγω της απεριόριστης διάρκειάς του (βλ. για παράδειγμα, Ezzouhdi κατά Γαλλίας, αριθ. 47160/99, § 35, 13 Φεβρουαρίου 2001- Yilmaz κατά Γερμανίας, αριθ. 52853/99, §§ 48-49, 17 Απριλίου 2003- Radovanovic κατά Αυστρίας, αριθ. 42703/98, § 37, 22 Απριλίου 2004 και Keles κατά Γερμανίας, αριθ. 32231/02, § 66, 27 Οκτωβρίου 2005), ενώ, σε άλλες περιπτώσεις, θεώρησε την περιορισμένη διάρκεια μιας απαγόρευσης διαμονής ως παράγοντα που συνηγορεί υπέρ της αναλογικότητάς της (βλ. Benhebba κατά Γαλλίας, αριθ. 53441/99, § 37, 10 Ιουλίου 2003, Jankov κατά Γερμανίας, αριθ. 35112/97, 13 Ιανουαρίου 2000 και Üner, ό.π., § 65). H επιβολή πάντως μέτρου απαγόρευσης εισόδου στο έδαφος Schengen δεν απαλλάσσει τα συμβαλλόμενα κράτη από την υποχρέωση να αξιολογήσουν τις περιστάσεις της υπόθεσης (Samsonnikov v. Eσθονίας, αριθ. 52178/10, § 90, 3 Ιουλίου 2012).
10.Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 96 της κυρωθείσας με το άρθρο πρώτο του ν. 2514/1997 Συμφωνίας σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, που υπογράφηκε στο Schengen στις 14.6.1985 («Συμφωνία Schengen») (Α’ 140) ορίζεται ότι: «1. Τα δεδομένα σχετικά με τους αλλοδαπούς που καταχωρούνται με σκοπό την απαγόρευση εισόδου καταχωρούνται σε αρχείο βάσει μιας εθνικής καταχωρήσεως, η οποία έχει έρεισμα στις αποφάσεις των αρμόδιων διοικητικών αρχών και δικαστηρίων, σύμφωνα με τους διαδικαστικούς κανόνες της εθνικής νομοθεσίας. 2. Οι αποφάσεις μπορούν να έχουν ως αιτιολογία την απειλή της δημόσιας τάξεως και ασφάλειας καθώς και της εθνικής ασφάλειας που ενδέχεται να συνιστά η παρουσία ενός αλλοδαπού επί του εθνικού εδάφους … 3. Οι αποφάσεις μπορούν επίσης να έχουν αιτιολογία ότι εις βάρος του αλλοδαπού έχει επιβληθεί το μέτρο της απομακρύνσεως, αναπομπής ή απελάσεως, το οποίο δεν αναβλήθηκε ούτε ανεστάλη και περιέχει ως παρεπόμενη κύρωση την απαγόρευση εισόδου ή διαμονής, στηριζόμενη στη μη τήρηση του εθνικού δικαίου ως προς την είσοδο ή τη διαμονή των αλλοδαπών». Επίσης, στο άρθρο 104 διευκρινίζεται ότι για την καταχώρηση εφαρμόζεται καταρχήν το εθνικό δίκαιο του καταχωρούντος Συμβαλλόμενου Μέρους, ενώ στο άρθρο 105 ορίζεται ότι «το καταχωρούν Συμβαλλόμενο Μέρος είναι υπεύθυνο για την ακρίβεια, την ενημερότητα, καθώς και τη νομιμότητα της καταχωρήσεως των δεδομένων σε αρχείο στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν». Περαιτέρω, στο άρθρο 25 της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας Σένγκεν (ΣΕΣΣ), η οποία επίσης κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2514/1997, προβλέπεται διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ των Αρχών των διαφόρων Κρατών ως εξής: «1. Όταν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος σκοπεύει να χορηγήσει τίτλο διαμονής σε αλλοδαπό που έχει καταχωρηθεί με σκοπό την απαγόρευση εισόδου, προβαίνει σε διαβούλευση με το καταχωρούν Συμβαλλόμενο Μέρος και λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντά του. Ο τίτλος διαμονής χορηγείται μόνο για σοβαρούς λόγους, κυρίως ανθρωπιστικούς ή απορρέοντες από διεθνείς υποχρεώσεις. Αν ο τίτλος διαμονής χορηγηθεί, το καταχωρούν Συμβαλλόμενο Μέρος προβαίνει στην ανάκληση της καταχωρήσεως, αλλά ωστόσο μπορεί να καταχωρήσει τον αλλοδαπό αυτό στον εθνικό κατάλογο. 2.Όταν προκύπτει ότι αλλοδαπός, κάτοχος ενός ισχύοντος τίτλου διαμονής, καταχωρείται με σκοπό την απαγόρευση εισόδου, το Συμβαλλόμενο Μέρος διαβουλεύεται με το Μέρος που χορήγησε τον τίτλο διαμονής, για να διαπιστωθεί εάν είναι επαρκείς οι λόγοι για ανάκληση του τίτλου διαμονής. Αν ο τίτλος διαμονής δεν ανακληθεί, το καταχωρούν Συμβαλλόμενο Μέρος προβαίνει στην ανάκληση της καταχωρήσεως, αλλά ωστόσο μπορεί να καταχωρήσει τον αλλοδαπό αυτό στον εθνικό του κατάλογο». Συναφώς, στο άρθρο 5 της 4000/4/32-λα΄/2012 ΚΥΑ (Β΄ 2805), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 82 του ν. 3386/2005 (Α’ 212), το οποίο, με τη σειρά του, διατηρήθηκε σε ισχύ με τη διάταξη του άρθρου 139 παρ. 2 του ν. 4251/2014, ορίζεται ότι: «Όταν πρόκειται να χορηγηθεί τίτλος διαμονής σε αλλοδαπό, ο οποίος είχε καταχωρηθεί στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν από άλλο κράτος μέλος της Σ.Ε.Σ.Σ., η Διεύθυνση Αλλοδαπών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και οι Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών, κατά λόγο αρμοδιότητας, προβαίνουν σύμφωνα με το άρθρο 25 της Σ.Ε.Σ.Σ. σε διαβουλεύσεις, μέσω του Εθνικού Γραφείου SIRENE, με τις αντίστοιχες αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους μέλους που έχει προβεί στην καταχώριση του αλλοδαπού, σχετικά με τη διαγραφή του από τον ως άνω κατάλογο». Τέλος στο άρθρο 11 παρ. 4 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ ορίζεται ότι «Όταν κράτος μέλος εξετάζει την έκδοση άδειας παραμονής ή άλλης άδειας που παρέχει δικαίωμα διαμονής σε υπήκοο τρίτης χώρας στον οποίο έχει επιβληθεί απαγόρευση εισόδου από άλλο κράτος μέλος, συνεννοείται πρώτα με το κράτος μέλος που εξέδωσε την απαγόρευση εισόδου και λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντά του σύμφωνα με το άρθρο 25 της Σύμβασης για την εφαρμογή της Συμφωνίας του Σένγκεν», ενώ στο άρθρο 26 παρ. 4 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7), με τον οποίο η ελληνική νομοθεσία προσαρμόστηκε στις διατάξεις της ανωτέρω Οδηγίας, ορίζεται ότι «Όταν εξετάζεται η έκδοση άδειας διαμονής ή άλλης άδειας που παρέχει δικαίωμα διαμονής σε υπήκοο τρίτης χώρας, στον οποίο έχει επιβληθεί απαγόρευση εισόδου από άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αρμόδια υπηρεσία διαβουλεύεται μέσω του εθνικού γραφείου SIRENE με το κράτος – μέλος που εξέδωσε την απαγόρευση εισόδου, με βάση το δημόσιο συμφέρον, σύμφωνα με το άρθρο 25 της Σύμβασης Σένγκεν».
11.Επειδή, από τις ανωτέρω παρατιθέμενες διατάξεις συνάγεται ότι σε περίπτωση που οι εθνικές αρχές πρόκειται να αποφανθούν επί αιτήματος χορήγησης, ανανέωσης κλπ άδειας διαμονής αλλοδαπού ή ερευνούν το ζήτημα της ανάκλησης ήδη χορηγηθέντος τίτλου διαμονής αλλοδαπού που έχει καταχωρηθεί στο Σύστημα Schengen από άλλο Κράτος μέλος της Σύμβασης αυτής ως ανεπιθύμητος στο έδαφος Schengen, προβαίνουν σε διαβούλευση με το κράτος μέλος που έκανε την καταχώρηση προκειμένου να διερευνήσουν τους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν. Η διαβούλευση δε αυτή έχει ως σκοπό την διασφάλιση της αποτελεσματικότητας, της συνέπειας, της συνοχής και συνεκτικότητας της εφαρμογής του συστήματος Σένκγεν μεταξύ των κρατών μελών, ήτοι να αποφεύγονται οι αντιφατικές αποφάσεις. Ειδικότερα, σκοπός των διατάξεων αυτών είναι η αποφυγή κατάστασης, στην οποία υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει εν ισχύ άδεια διαμονής από ένα κράτος μέλος ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος έχει καταχωριστεί από άλλο κράτος μέλος στο SIS ως ανεπιθύμητος στον χώρο Schengen (ΣτΕ 2017/2023, με τις εκεί παραπομπές στην νομολογία του ΔΕΕ). Ωστόσο, η καταχώρηση πολίτη τρίτης χώρας από άλλο κράτος μέλος ως ανεπιθύμητου στο έδαφος Schengen δεν στερεί από την αρμόδια εθνική αρχή την ευχέρειά της να κρίνει ότι το μέτρο αυτό δεν θα εκτελεσθεί στην επικράτειά του, εφόσον η εκτέλεση αυτή αντίκειται στο εθνικό δίκαιο, το δημόσια συμφέρον, τις διεθνείς υποχρεώσεις του ή τα ουσιώδη εθνικά του συμφέροντα και αφού συνεκτιμηθούν το μεν τα συμφέροντα του καταχωρούντος κράτους, το δε τυχόν σοβαροί λόγοι που αφορούν τον συγκεκριμένο αλλοδαπό. Λόγοι εξάλλου ανθρωπιστικοί ή απορρέοντες από διεθνείς συμβάσεις, όπως είναι και το δικαίωμα στην οικογενειακή και ιδιωτική ζωή, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, πρέπει υποχρεωτικώς να συνεκτιμώνται από την Διοίκηση όταν αποφασίζει για το δικαίωμα διαμονής του καταχωρησθέντος πολίτη τρίτης χώρας, ιδίως όταν το δικαίωμα αυτό αντλείται από την σχέση του με Έλληνα πολίτη. Τέτοιοι λόγοι εξάλλου επιβάλλεται να σταθμίζονται ειδικώς ιδίως όταν συνέπεια της στέρησης του δικαιώματος διαμονής είναι και η επιβολή μέτρου απέλασης ή επιστροφής, ήτοι μέτρου απομάκρυνσης από την χώρα, η οποία τελεί, για όσους επικαλούνται δικαίωμα διαμονής απορρέον από το άρθρα 82 επ. του ν.4251/2014, υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται από τις αναλογικώς εφαρμοζόμενενες διατάξεις του π.δ. 106/2007, οι οποίες θεσπίστηκαν κατά την μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 2004/38, με την οποία επιβάλλεται η συνεκτίμηση συγκεκριμένων κριτηρίων και η εκφορά εξατομικευμένης κρίσης αναφορικά με την προσωπικότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του πολίτη τρίτης χώρας, την συμπεριφορά του και τους δεσμούς που διατηρεί στην Ελλάδα ή την χώρα καταγωγής του.
12.Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Ο αιτών, πολίτης Γεωργίας, γεννημένος στις 29.10.1981, ήταν κάτοχος τίτλων διαμονής για εξαρτημένη εργασία κατά το χρονικό διάστημα από 12.6.2003 έως 11.6.2006 και άδειας διαμονής συζύγου Ελληνίδας πολίτη, ισχύος από 12.6.2006 έως 13.7.2009. Για το χρονικό διάστημα από 19.2.2015 έως 18.2.2016 του χορηγήθηκε άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους και εν συνεχεία για το χρονικό διάστημα από 19.2.2016 έως 18.2.2021 έλαβε άδεια διαμονής γονέα ανηλίκου ημεδαπού, σύμφωνα με την ειδική διάταξη του άρθρου 87 του ν.4251/2014. Στις 21.12.2021, επικαλούμενος πενταετή συνεχή νόμιμη διαμονή στην Ελλάδα ως γονέας ημεδαπού ανηλίκου, ζήτησε να λάβει άδεια διαμονής επί μακρόν διαμένοντος. Με το 24922/4.3.2022 έγγραφο του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, υπογεγραμμένο κατ΄ εντολή του από την Προϊσταμένη του Τμήματος Αδειών Διαμονής Α΄ και Β΄ της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης, ενημερώθηκε ότι δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για την ένταξη στο καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος και του ζητήθηκε να υποβάλει αίτηση για την μετατροπή του αιτήματός του σε αίτημα για την χορήγηση δελτίου μόνιμης διαμονής μέλους οικογένειας Έλληνα πολίτη, κατά το άρθρο 83 του ν.4251/2014. Αποδεχόμενος την σχετική μετατροπή ο αιτών προσκόμισε πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, εκδοθέν από την Προϊσταμένη του Γραφείου Δημοτικής Κατάστασης του Δήμου …, με αρχικό μέλος μερίδας την Λ.Τ. και τέκνο τον Θ.Κ. του Ν. γεννημένο στις 23.5.2005. Εν τω μεταξύ ήδη από το …/8.7.2021 έγγραφο του αναπληρωτή Διευθυντή της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας (Τμήμα SIRENE) του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, απευθυνόμενο προς το Τμήμα Αδειών Διαμονής Α΄ της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, με θέμα «Διαδικασία Διαβούλευσης βάσει του άρθρου 25 της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας Schengen», διαβιβάστηκε σε άτυπη μετάφραση το από 21.6.2021 μήνυμα του Γραφείου SIRENE Γερμανίας. Σύμφωνα με το μήνυμα αυτό ο αιτών καταχωρίστηκε στο Σύστημα Πληροφοριών Schengen από την Υπηρεσία Αλλοδαπών του Cloppenburg από τις 16.4.2020, λόγω σύλληψης με σκοπό την απέλαση. Ειδικότερα ο αιτών είχε εισέλθει στην Γερμανία στις 17.4.2019 και είχε αιτηθεί την χορήγηση άδειας παραμονής, επιδεικνύοντας διαβατήριο εκδοθέν από το κράτος της Γεωργίας και ελληνική άδεια διαμονής, συζύγου Ελληνίδας πολίτη, ενημερώθηκε δε ότι επιτρεπόταν να παραμείνει στη Γερμανία για 3 μήνες, όχι όμως να εργαστεί. Αναχώρησε την 1.5.2019 και επέστρεψε στη Γερμανία στις 26.9.2019, αυτή την φορά επιδεικνύοντας το διαβατήριό του και πλαστή ελληνική ταυτότητα. Ισχυρίστηκε ότι εισήλθε στη Γερμανία για εργασιακούς λόγους, ωστόσο δεν είχε τα απαιτούμενα έγγραφα (άδεια παραμονής και εργασίας), ούτε εμφανίστηκε σε μεταγενέστερο ραντεβού με τις αρχές Αλλοδαπών της χώρας αυτής. Στο ίδιο μήνυμα αναφερόταν, επιπροσθέτως, ότι δεν υπάρχει ποινικό μητρώο και η καταχώρηση ισχύει έως 7.11.2024. Με το ανωτέρω έγγραφο ενημερωνόταν επίσης το Τμήμα Αδειών Διαμονής Α΄ της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης ότι οι γερμανικές αρχές είχαν υποβάλει αίτημα προκειμένου να πληροφορηθούν αν επρόκειτο να ανακληθεί η άδεια διαμονής του αιτούντος, καθώς και εάν η άδεια αυτή του επιτρέπει την ελεύθερη διέλευση στο έδαφος Schengen, ώστε να ζητηθεί η διαγραφή του μέτρου, κατά το άρθρο 25 της Σύμβασης για την Εφαρμογή της Συμφωνίας Schengen. Το έγγραφο αυτό, το οποίο περιλαμβάνεται μεταξύ των στοιχείων του διοικητικού φακέλου, δεν προκύπτει πότε περιήλθε στο ανωτέρω Τμήμα Αδειών Διαμονής Α΄. Με το …/16.9.2022 έγγραφο του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, υπογεγραμμένο κατ΄εντολή του από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Αδειών Διαμονής Β΄ της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης ζητήθηκαν από τη Διεύθυνση Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης πληροφορίες σχετικά με την συνδρομή στο πρόσωπο του αιτούντος λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας και με το …7.11.2022 έγγραφο της Τμηματάρχη Αλλοδαπών της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης επιβεβαιώθηκε ότι ο αιτών είχε καταχωρηθεί στο Σύστημα Πληροφοριών Schengen, με ημερομηνία εισαγωγής του μέτρου της απαγόρευσης εισόδου ή διαμονής την 16.4.2020 και ζητήθηκε από την Διεύθυνση Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης να ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 25 της Σύμβασης για την Εφαρμογή της Συμφωνίας Schengen, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν η καταχώρηση αυτή αποτελεί λόγο άρνησης χορήγησης δικαιώματος διαμονής. Με το …/12.12.2022 έγγραφο του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, που υπογράφεται κατ΄εντολή του από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Αδειών Διαμονής Β΄ ζητήθηκαν από το Τμήμα Schengen/SIRENE της Διεύθυνσης Διεθνούς Συνεργασίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας τα ακόλουθα στοιχεία, προκειμένου να κριθεί οριστικά το ζήτημα της χορήγησης οριστικού τίτλου διαμονής στον αιτούντα: 1.η υπηρεσία που προέβη στην καταχώρηση, 2.η ακριβής αιτία της καταχώρησης και 3.η ημερομηνία επιβολής και λήξης του μέτρου. Σε απάντηση του ανωτέρω εγγράφου ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Διεθνούς Συνεργασίας (Τμήμα SIRENE) με το …/19.12.2022 έγγραφό του αναφέρθηκε στο …/8.7.2021 έγγραφό του και ζήτησε από το αρμόδιο Τμήμα της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης να προβεί κατεπειγόντως στις ενδεδειγμένες ενέργειες σχετικά με τον τίτλο διαμονής του αιτούντος. Στις 11.1.2023 η Διεύθυνση Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης ζήτησε από την αστυνομική αρχή ενημέρωση για την εξέλιξη της ποινικής υπόθεσης του αιτούντος στην Γερμανία (σχετ. το ../11.1.2023 έγγραφο του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, που υπογράφεται κατ΄εντολή του από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Αδειών Διαμονής Β΄) και ενημερώθηκε ότι δεν υπήρχε κάποια εξέλιξη ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα (σχετ. το …/30.1.2023 του Διευθυντή της Διεύθυνσης Διεθνούς Συνεργασίας-Τμήμα SIRENE). Στις 2.3.2023 ο αιτών υπέβαλε συμπληρωματικά στοιχεία στην Διεύθυνση Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, μεταξύ των οποίων: 1.αντίγραφο και μετάφραση της από 16.12.2022 επιστολής του εξουσιοδοτημένου δικηγόρου του Ιωάννη Ζαΐμη προς τις Υπηρεσίες Αλλοδαπών Oldenburg Γερμανίας, με την οποία ζητήθηκε ενημέρωση αν η καταχώρηση του αιτούντος στο Σύστημα Πληροφοριών Schengen σχετιζόταν με την ασκηθείσα σε βάρος του ποινική δίωξη για το αδίκημα της πλαστογραφίας εγγράφων, η οποία, όπως αναφερόταν στην εν λόγω επιστολή, είχε παύσει ήδη από 13.9.2019, με σύμφωνη γνώμη του περιφερειακού δικαστηρίου και 2.αντίγραφο και μετάφραση μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου απεσταλμένο από το Γραφείο για Υποθέσεις Αλλοδαπών του Oldenburg, με το οποίο ζητήθηκαν τα στοιχεία του αιτούντος από τον ανωτέρω δικηγόρο και ηλεκτρονικό μήνυμα του τελευταίου (απάντηση) με αναφορά στην από 16.12.2022 επιστολή. Τελικώς, στις 24.5.2023, μία ημέρα μετά την ενηλικίωση του τέκνου του αιτούντος, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση που υπέβαλε ο τελευταίος, προκειμένου να λάβει δελτίο μόνιμης διαμονής μέλους οικογένειας πολίτη της Ένωσης σε ανανέωση της άδειας διαμονής γονέα ημεδαπού ανηλίκου που κατείχε, κατ΄επίκληση της καταχώρησής του στο Σύστημα Πληροφοριών Schengen από τις γερμανικές αρχές και όσων αναφέρονται στα …/8.7.2021, …/7.11.2022 και …/30.1.2023 έγγραφα της αστυνομικής αρχής. Με την ίδια απόφαση λήφθηκε σε βάρος του αιτούντος το μέτρο της επιστροφής και τάχθηκε προθεσμία 7 ημερών για την οικειοθελή του αναχώρηση από την Ελλάδα, κατ΄επίκληση της παρ. 7 του άρθρου 22 του ν.3907/2011. Κατά της απόφασης αυτής ο αιτών άσκησε στις 6.6.2023 αίτηση θεραπείας, με την οποία εξεθεσε: 1.ότι διαμένει στην Ελλάδα από το έτος 1995 και ότι δραστηριοποιείται σε διάφορες εργασίες είτε ως υπάλληλος είτε ως ελεύθερος επαγγελματίας (αλουμινοκατασκευαστής), 2.ότι στις 23.5.2005 με την Ελληνίδα σύντροφό του απέκτησαν ένα τέκνο τον Θ.Κ., του οποίου η πατρότητα αναγνωρίστηκε με την …/…2007 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου …, 3.ότι στις 2.2.2006 συνήψε γάμο με την ως άνω σύντροφό του, ο οποίος λύθηκε με την …/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου … και 4.ότι στο πρόσωπό του δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης ή ασφάλειας αφού ουδέποτε απασχόλησε τις εθνικές διωκτικές ή δικαστικές αρχές, 5.ότι η ποινική δίωξη που κινήθηκε σε βάρος του στη Γερμανία έπαυσε στις 27.9.2019. Με την αίτηση θεραπείας προσκόμισε: 1. αντίγραφα και μεταφράσεις των από 23.10.2019, 5.11.2019 και 13.11.2019 εγγράφων σχετικά με την απόφαση του Εισαγγελέα του Oldenburg να απέχει από την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του, κατόπιν έγκρισης του Πταισματοδικείου, 2.πράξη διοικητικού προσδιορισμού φορολογίας φορολογικού έτους 2021 και δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικών ετών 2020, 2019, 2018, 2017, 2016 και 2015 και 3.ληξιαρχική πράξη γέννησης του τέκνου του. Η αίτηση θεραπείας απορρίφθηκε με την …/19.6.2023 απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, που υπογράφεται κατ΄ εντολή του από τον αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή Εσωτερικής Λειτουργίας, με την αιτιολογία ότι δεν προέκυψε νεότερο στοιχείο και παραμένει σε ισχύ η αρχική απόφαση, για τους λόγους που αναφέρονται στο σκεπτικό της.
13.Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ο αιτών εκθέτει ότι διαμένει στην Ελλάδα από το έτος 1995, ότι εργάζεται επί σειρά ετών ως «αλουμινάς» και ότι είναι πατέρας του Έλληνα πολίτη Θ.Κ. που γεννήθηκε στις 23.5.2005, του οποίου αναγνώρισε την πατρότητα, με την …/…2007 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου …. Όπως υποστήριξε, με την μητέρα του γιου του συνήψαν γάμο στις 2.2.2006, ο οποίος λύθηκε με την …/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου … (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας), η οποία έχει καταστεί αμετάκλητη και ήδη στις 10.9.2022 μνηστεύθηκε την Ελληνίδα πολίτη Α.Δ. Λόγω της μακράς παραμονής του και του ιστορικού του, υποστηρίζει ότι έχει αναπτύξει ισχυρούς βιοτικούς δεσμούς στην Ελλάδα. Επίσης ισχυρίζεται ότι έπαυσε η ασκηθείσα σε βάρος του ποινική δίωξη και εκκρεμεί ερώτημα προς τις γερμανικές αρχές σχετικά με το ζήτημα της άρσης του μέτρου της απαγόρευσης εισόδου. Προβάλλει δε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση και η κρίση ότι αποτελεί απειλή για την δημόσια τάξη, δεν αιτιολογούνται νομίμως καθώς ερείδονται αποκλειστικώς στην εγγραφή του στο Σύστημα Πληροφοριών Schengen, χωρίς να αξιολογηθούν από την Διοίκηση το είδος του αδικήματος που του αποδίδεται, η προσωπικότητά του, οι προσωπικές του περιστάσεις, η μακρά παραμονή του στην Ελλάδα, οι βιοτικοί δεσμοί που διατηρεί στην χώρα και η οικογενειακή του κατάσταση, όπως επιβάλλεται από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ και 9 και 21 του Συντάγματος.
14.Επειδή, η ισχύς μέτρου απαγόρευσης εισόδου και διαμονής στο έδαφος Schengen, επιβληθέν από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε βάρος πολίτη τρίτης χώρας, κατόχου τίτλου διαμονής στην Ελλάδα, για τον λόγο ότι στον πολίτη αυτό αποδίδεται η τέλεση αξιόποινης πράξης, όπως η χρήση πλαστού εγγράφου ταυτοποίησης, με σκοπό την παράνομη είσοδο στο έδαφος του κράτους μέλους αποτελεί καταρχήν επαρκές έρεισμα για την ανάκληση ή την άρνηση χορήγησης ή ανανέωσης τίτλου διαμονής, κατ΄ επίκληση λόγων δημόσιας τάξης. Ωστόσο, η ανάκληση ή η απόρριψη του αιτήματος του πολίτη τρίτης χώρας δεν είναι, άνευ ετέρου, υποχρεωτική για την αρμόδια εθνική αρχή, η οποία έχει την ευχέρεια, τηρώντας την διαδικασία της διαβούλευσης, παρά την καταχώρηση αυτή, να επιτρέψει την παραμονή του θιγόμενου στην Ελλάδα, ιδίως όταν κρίνεται ότι η εξακολούθηση της διαμονής του επιβάλλεται με βάση τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. Για την σύννομη άσκηση της ευχέρειας αυτής, το αρμόδια όργανα θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν υπόψιν τους τις ιδιαίτερες περιστάσεις κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης, ώστε, με τον τρόπο αυτό, να διασφαλίζουν ότι η απόφασή τους περί ανάκλησης, άρνησης χορήγησης ή άρνησης ανανέωσης άδειας διαμονής πολίτη τρίτης χώρας εγεγγραμμένου στο Σύστημα Πληροφοριών Schengen από άλλο κράτος μέλος να μην έρχεται σε αντίθεση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ ή το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να συγκεντρώνουν τα απαιτούμενα στοιχεία ως προς την αξιόποινη πράξη, στην οποία φέρεται ότι υπέπεσε ο πολίτης τρίτης χώρας στο έδαφος του κράτους μέλους που διενήργησε την καταχώρηση, αλλά και να ερευνούν τις συνθήκες της προσωπικής και οικογενειακής του κατάστασης, τους δεσμούς που διατηρεί στην Ελλάδα αλλά και στην χώρα καταγωγής του, λαμβάνοντας κάθε φορά υπόψιν τους την κατηγορία της άδειας διαμονής που κατέχει ή της οποίας αιτείται την χορήγηση ή ανανέωση ο τελευταίος, η οποία συνάπτεται με τους λόγους που ενδεχομένως συντρέχουν για την διατήρηση του δικαιώματος διαμονής του. Εν προκειμένω, από την προσβαλλόμενη απόφαση και τα έγγραφα της αστυνομικής αρχής που περιλαμβάνονται στο διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι ο αιτών εισήλθε στις 26.9.2015 στη Γερμανία, κατόπιν μίας ήδη αποτυχημένης προσπάθειας να παραμείνει στην χώρα αυτή με σκοπό την εργασία, με πλαστή ελληνική ταυτότητα, λόγος για τον οποίο ενεγράφη από τις γερμανικές αρχές στο Σύστημα Πληροφοριών Schengen. Εν συνεχεία με βάση την εγγραφή αυτή, θεωρήθηκε, κατ΄επίκληση του άρθρου 6 περ. γ και 82 παρ. 2 του ν.4251/2014, ότι η παρουσία του αιτούντος στην χώρα αποτελεί απειλή για την δημόσια τάξη. Ωστόσο, ο αιτών ήταν κάτοχος άδειας διαμονής ως γονέας ημεδαπού ανηλίκου και είχε ζητήσει την ανανέωση τη άδειάς του σε δελτίο μόνιμης διαμονής του άρθρου 83 του ν.4251/2014. Συνεπώς, το είδος του τίτλου που κατείχε για το χρονικό διάστημα από 19.2.2016 έως 18.2.2021, αποτελούσε μία καταρχήν ένδειξη της ύπαρξης οικογενειακού δεσμού μεταξύ του αιτούντος και του ημεδαπού τέκνου του. Ο τίτλος δε αυτός υπό τις προϋποθέσεις που εκτέθηκαν στην σκέψη 7 της παρούσας, μπορούσε να εξασφαλίσει στον αιτούντα την πρόσβαση σε άδεια μόνιμης διαμονής του άρθρου 83 του ν.4251/2014, ενώ παράλληλα, σε τέτοια περίπτωση, ο τελευταίος θα τύγχανε των αυξημένων ουσιαστικών εγγυήσεων των άρθρων 82 παρ. 2, 83 παρ. 3 και 86 παρ. 2 του ν.4251/2014 και 22-24 του π.δ. 106/2007, υπό την έννοια ότι για την θεμελίωση της απορριπτικής απόφασης για λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας θα έπρεπε να διαπιστώνεται ότι η προσωπική του συμπεριφορά συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή που στρέφεται κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας και ότι, σε κάθε περίπτωση, τηρείται η αρχή της αναλογικότητας. Αντιθέτως, σε περίπτωση που ο αιτών δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις να λάβει δελτίο μόνιμης διαμονής κατά το άρθρο 83 του ν.4251/2014 και δεν διατηρούσε κατά την διάρκεια της ισχύος της άδειας διαμονής που του είχε χορηγηθεί, με βάση το άρθρο 87 του ν.4251/2014, πραγματικό οικογενειακό δεσμό με το τέκνο του, ήτοι δεσμό που εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, το ανωτέρω προστατευτικό πλέγμα διατάξεων των άρθρων 82 παρ. 2, 83 παρ. 3 και 86 παρ. 2 του ν.4251/2014 και 22-24 του π.δ. 18/1989, το οποίο επιβάλλει αυξημένες απαιτήσεις αιτιολογίας στη Διοίκηση δεν θα τύγχανε εφαρμογής και εφαρμοστέα θα ήταν αποκλειστικά η περ. γ του άρθρου 6 του ν.4251/2014. Συνεπώς σε τέτοια περίπτωση η Διοίκηση δεν θα είχε υποχρέωση να στοιχειοθετήσει την ύπαρξη πραγματικής, ενεστώσας και αρκούντως σοβαρής απειλής εκ της παρουσίας του στην Ελλάδα, προκειμένου να απορρίψει το επίμαχο αίτημα ανανέωσης της άδειας διαμονής του αιτούντος. Ως εκ τούτου, για την πληρότητα της κρίσης της και την επιλογή του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου η Διοίκηση όφειλε πρώτα να διαπιστώσει αν μεταξύ του αιτούντος και του γιου του, είχε πράγματι αναπτυχθεί, κατά τον χρόνο που ο τελευταίος ήταν ανήλικος, στενός οικογενειακός δεσμός, με την συμμετοχή του πρώτου στην ανατροφή, την φροντίδα και στην δαπάνη διαβίωσης του δεύτερου και με την έστω και ανά περιόδους συμβίωσή τους, ακόμη και στο πλαίσιο άσκησης της επικοινωνίας, ο οποίος δεσμός να μπορεί να θεωρηθεί ότι πληροί την δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 83 παρ. 1 του ν.4251/2014 ήτοι αυτόν της διαμονής του αιτούντος στην χώρα μαζί με το Ελληνικής ιθαγένειας τέκνο του τουλάχιστον κατά το χρονικό διάστημα της ισχύος της άδειας διαμονής που του είχε χορηγηθεί με βάση το άρθρο 87 του ν.4251/2014 (από 19.2.2016 έως 18.2.2021), ώστε σε τέτοια περίπτωση το αίτημα ανανέωσης του τίτλου του σε άδεια μόνιμης διαμονής κατ΄άρθρο 83 παρ. 1 του ίδιου νόμου, αλλά και το ενδεχόμενο επιβολής μέτρου διοικητικής απομάκρυνσης, να κριθούν με βάση τις διατάξεις του άρθρου 83 παρ. 3 και 86 παρ. 2 του ν.4251/2014 και 22-24 του π.δ. 18/1989, με αποτέλεσμα να πρέπει, πέραν της εγγραφής του στο σύστημα πληροφοριών Schengen και του αδικήματος που του αποδόθηκε, να συντρέχουν και ειδικοί λόγοι σχετιζόμενοι με την συμπεριφορά του αιτούντος για την στοιχειοθέτηση πραγματικής, ενεστώσας και αρκούντως σοβαρής απειλής για την δημόσια τάξη. Στο πλαίσιο αυτό η Διοίκηση θα έπρεπε να συνεκτιμήσει όλες τις παραμέτρους της υπόθεσης (διάρκεια και καθεστώς παραμονής του αιτούντος, την ύπαρξη πραγματικού οικογενειακού δεσμού με το τέκνο, την ηλικία του τέκνου κλπ), αξιολογώντας επίσης αφενός το γεγονός και τους λόγους για τους οποίους στον αιτούντα δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη από τις γερμανικές αρχές, αφετέρου, όμως, και το γεγονός ότι ο τελευταίος, αν και κατείχε τίτλο διαμονής ως γονέας ημεδαπού ανηλίκου, εγκατέλειψε την Ελλάδα στις 17.4.2019 με σκοπό να εγκατασταθεί στην Γερμανία, χώρα στην οποία, αφού δεν μπόρεσε να αποκτήσει δικαίωμα διαμονής, επέστρεψε εν συνεχεία κάνοντας χρήση πλαστού εγγράφου. Σε περίπτωση δε που από τα στοιχεία που θα συγκεντρώσει η Διοίκηση καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο αιτών δεν εμπίπτει στο προστατευτικό πλέγμα των ανωτέρω διατάξεων, τότε η υπόθεσή του θα κριθεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στην περ. γ του άρθρου 6 του ν.4251/2014, χωρίς να απαιτείται να αποδεικνύεται η ύπαρξη ίδιας έντασης απειλή ήτοι χωρίς να απαιτείται η απόρριψη του αιτήματός του να θεμελιώνεται στην κρίση ότι αυτός συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας, καθώς η απόρριψη θα δύναται καταρχήν να βρει επαρκές έρεισμα στην εγγραφή του ως ανεπιθύμητου στο έδαφος Schengen από τις γερμανικές αρχές και στην ανάγκη διασφάλισης της αποτελεσματικότητας, της συνέπειας, της συνοχής και της συνεκτικότητας της εφαρμογής του συστήματος Schengen μεταξύ των κρατών μελών
15.Επειδή, με αυτά τα δεδομένα, η αίτηση αυτή πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης και η υπόθεση να αναπεμφθεί στην Διοίκηση προς νέα νόμιμη κρίση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη σκέψη. Τέλος, το καταβληθέν παράβολο πρέπει να επιστραφεί στον αιτούντα (άρθρο 36 παρ. 4 εδ. α΄ του πδ 18/1989-Α΄8), ενώ, κατ΄ εκτίμηση των περιστάσεων, ο καθ΄ ου Υπουργός πρέπει να απαλλαγεί από τη δικαστική δαπάνη του αντιδίκου του (άρθρο 275 παρ. 1εδ. τελευταίο του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 – Α΄ 97, το οποίο εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 5 του ν. 3068/2002 – Α΄ 274, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 57 παρ.1 του ν. 4689/2020-Α΄ 103, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 1 περ. στ΄ του ν. 702/1977 – Α΄ 268, όπως η περίπτωση αυτή προστέθηκε με το άρθρο 50 του ν. 3659/2008 – Α΄ 77).
Διά ταύτα
Δέχεται την αίτηση.
Ακυρώνει την …/24.5.2023 απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, που υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Αδειών Διαμονής Α΄ και Β΄ και αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση, για νέα νομίμως αιτιολογημένη κρίση, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην σκέψη 14 της παρούσας.
Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου ύψους 150 στον αιτούντα.
Απαλλάσσει τον καθ΄ου Υπουργό από την δικαστική δαπάνη του αντιδίκου του
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στη Θεσσαλονίκη, στις 14.3.2024 και εκδόθηκε στον ίδιο τόπο στην δημόσια συνεδρίαση του Δικαστηρίου, στις 11.4.2024.
Η Πρόεδρος Η Εισηγήτρια
Η Γραμματέας