Κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση της αγωγής λόγω μη προσκόμισης από την ενάγουσα πρακτικού υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Η διαφορά εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 4640/2019 καθόσον μέρη έχουν εξουσία διαθέσεως των επίδικων αξιώσεων. Η συμπλήρωση της σχετικής έλλειψης δεν μπορεί να ζητηθεί από το δικαστήριο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 227 ΚΠολΔ.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης: 1228/2024
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Ιωάννη Τζαφέστα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Κύριλλο Σιάτρα, Πρωτόδικη – Εισηγητή, Παρασκευή Κοντού, Πρωτόδικη, και από τη Γραμματέα Μαριάνθη Μισαηλίδου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, στις 21-3-2024, για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ : …, κατοίκου Σιλτιγκάιμ Στρασβούργου Γαλλίας, στη διεύθυνση … με ΑΦΜ … η οποία προκατέθεσαν προτάσεις διά του πληρεξουσίου δικηγόρου Αναστάσιου Βάθη, δυνάμει της από 11-9-2023 εξουσιοδότησης, και δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: …, κατοίκου … Αττικής, οδός . αρ. . με ΑΦΜ … οποίος προκατέθεσε προτάσεις διά του πληρεξουσίου δικηγόρου Νικόλαου Κουκλουμπέρη, δυνάμει της από 20-4-2023 εξουσιοδότησης, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Η ενάγουσα κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού την από 12-4-2023 και με αριθμό κατάθεσης ./2023 αγωγή της, η οποία προσδιορίστηκε προς συζήτηση στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Η συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο έλαβε χώρα χωρίς την παράσταση των διαδίκων, όπως αναφέρεται ανωτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 237 §6 εδ. ζ’ του ΚΠολΔ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 3 §1 του ν. 4640/2019, όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 65 του ν. 4647/2019 «1. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να υπαχθούν αστικές και εμπορικές διαφορές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, εφόσον τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. 2. Πριν από την προσφυγή στο Δικαστήριο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος οφείλει να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς ή μέρους αυτής σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία και τη διαδικασία αυτής των άρθρων 6 και 7 του παρόντος. Το ενημερωτικό έγγραφο συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής που τυχόν ασκηθεί ή με τις προτάσεις, το αργότερο μέχρι τη συζήτησή της, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της αγωγής. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για τις αγωγές που έχουν κατατεθεί από 30-11-2019 έως σήμερα». Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 του ίδιου νόμου «1. Οι παρακάτω αστικές και εμπορικές διαφορές υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, εφόσον τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της μεταξύ τους διαφοράς: α) οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παραγράφου 1, καθώς και εκείνες της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ, β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000,00) ευρώ, και Πολυμελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, γ) Οι διαφορές, για τις οποίες σε έγγραφη συμφωνία των μερών προβλέπεται και είναι σε ισχύ ρήτρα διαμεσολάβησης. Στις ανωτέρω περιπτώσεις, για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής που τυχόν θα ασκηθεί, κατατίθεται μαζί με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. 2. Εξαιρούνται από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της παραγράφου 1 οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο, Ο.Τ. Α. ή Ν.Π.Δ.Δ.». Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 44 του ίδιου νόμου «Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πλην των άρθρων 6 και 7 του παρόντος, τα οποία τίθενται σε ισχύ και καταλαμβάνουν τις αγωγές, που κατατίθενται μετά την παρέλευση των κατωτέρω ημερομηνιών, ως εξής: α) από τη 15η Ιανουάριου 2020 για τις οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παραγράφου I, καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ και β) από τη 15η Μαρτίου 2020 για τις διαφορές, που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και του Πολυμελούς Πρωτοδικείου (…)», ενώ κατά το άρθρο 74 §14 του ν. 4690/2020 «Η έναρξη ισχύος των άρθρων 6 και 7 του ν. 4640/2019 μετατίθεται αναδρομικώς για την 1η.7.2020, ως προς τις υποθέσεις της περ. β’ του άρθρου 44 του ν. 4640/2019». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται, ότι η υποχρέωση προσκόμισης του κατ’ άρθρο 3 §2 του ν. 4640/2019 ενημερωτικού εγγράφου περί της δυνατότητας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς υφίσταται για όλες τις αγωγές που αφορούν σε αστικές και εμπορικές διαφορές, οι οποίες κατατίθενται από την 30η-11-2019 και εντεύθεν, υπό την προϋπόθεση, ότι οι διάδικοι έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου τους. Η υποχρέωση αυτή υφίσταται ανεξαρτήτως της τυχόν υπαγωγής των ανωτέρω διαφορών και στην κατά τα άρθρα 6 και 7 του ν. 4640/2019 διαδικασία της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης, οπότε απαιτείται, επιπροσθέτως, η κατάθεση, μαζί με τις προτάσεις, και του πρακτικού της παραπάνω συνεδρίας, καθώς και η μνεία στο έντυπο του άρθρου 3 §2 του ίδιου νόμου, της ενημέρωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του εντολέα του για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία. Σημειώνεται, δε, ότι ενώ η έναρξη ισχύος των άρθρων 6 και 7 του ν. 4640/2019, ως προς τις υποθέσεις της περ. β’ του άρθρου 44 αυτού, μετατέθηκε αναδρομικά για τις αγωγές που κατατίθενται από την 1η-7-2020 και εφεξής (άρθρο 74 §13 του ν. 4690/2020), η έναρξη ισχύος του άρθρου 3 του ίδιου νόμου παρέμεινε ως ισχύουσα, δηλαδή εφαρμοζόμενη, για τις αγωγές που κατατίθενται από την 30η- 11-2019 και εφεξής. Συνεπώς, η εκ μέρους του διαδίκου παράλειψη προσκόμισης του ανωτέρω κατ’ άρθρο 3 §2 του ν. 4640/2019 ενημερωτικού εγγράφου ή, κατά περίπτωση, του κατ’ άρθρο 6 §1 του ίδιου νόμου πρακτικού της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης, συνεπάγεται άνευ ετέρου την κήρυξη απαράδεκτης της συζήτησης της αγωγής, χωρίς, μάλιστα, δυνατότητα προσφυγής του Δικαστήριά στη διάταξη του άρθρου 227 ΚΠολΔ και τούτο εν όψει της ρητής αναφοράς του νόμου περί υποχρέωσης προσκόμισης των ανωτέρω εγγράφων το αργότερο με τις προτάσεις των διαδίκων, επί ποινή απαράδεκτου της συζήτησης, σε συνδυασμό με τον σκοπό της ρύθμισης, που συνίσταται στην έγκαιρη ενημέρωση των μερών για τη δυνατότητα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς, μέσω του θεσμού της διαμεσολάβησης, ώστε να αποφευχθεί κατά το δυνατόν η προσφυγή στο Δικαστήριο και να μειωθεί ο μεγάλος όγκος των αγόμενων προς δικαστική κρίση υποθέσεων, προς τον περαιτέρω σκοπό της ποιοτικής αναβάθμισης και επιτάχυνσης του ρυθμού απονομής της δικαιοσύνης (σχετ. αιτιολογική έκθεση του ν. 4640/2019), σκοπός, που δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί, εάν η σχετική έλλειψη καλυπτόταν, κατ’ άρθρο 227 ΚΠολΔ, μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, οπότε και θα ήταν αναγκαία η έκδοση δικαστικής απόφασης επ’ αυτής.
Με την κρινόμενη αγωγή της η ενάγουσα εκθέτει ότι είναι επικαρπώτρια του περιγραφόμενου στην αγωγή διαμερίσματος και ότι το έτος 2015 παραχώρησε τη χρήση αυτού στον εναγόμενο αδερφό της, με άτυπη σύμβαση χρησιδανείου, η λύση της οποίας συμφώνησαν ότι θα επερχόταν οποτεδήποτε με καταγγελία από την ίδια της σύμβασης, όμως αν και κατήγγειλε αυτή με την από 22-2-2013 εξώδικη δήλωση – καταγγελία που επέδωσε νόμιμα στον εναγόμενο στις 23-2-2013 οπότε τον κάλεσε να της αποδώσει τη χρήση του διαμερίσματος εντός 10 ημερών από τη λήψη της καταγγελίας και να της καταβάλει το ποσό των 1.236,03 ευρώ, που κατέβαλε για λογαριασμό του για την εξόφληση κοινόχρηστων δαπανών του διαμερίσματος που είχε αφήσει απλήρωτες, αυτός έως και την άσκηση της αγωγής εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το ακίνητο παρανόμως και αυθαιρέτως άνευ ανταλλάγματος. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί να αναγνωριστεί η λύση, λόγω νόμιμης καταγγελίας, της μεταξύ τους σύμβασης χρησιδανείου, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της αποδώσει τη χρήση του ως άνω διαμερίσματος, καθώς επίσης να καταδικαστεί αυτός στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με το περιεχόμενο αυτό, η αγωγή αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 18 και 22 ΚΠολΔ), προκειμένου να συζητηθεί κατά την προσήκουσα τακτική διαδικασία, έχει δε ασκηθεί παραδεκτά με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού στις 12-4-2023 και την επίδοσή της στον εναγόμενο αυθημερόν (σχετ. η υπ’ αριθ. ./2023 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά, .), ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των 30 ημερών από την κατάθεσή της κατ’ άρθρο 215 §2 ΚΠολΔ. Ωστόσο, όπως προκύπτει, από την παραδεκτή στο παρόν στάδιο επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, δεν προσκομίζεται από την ενάγουσα, με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης, το προβλεπόμενο στη διάταξη του άρθρου 6 §1 του ν. 4640/2019 πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Δεδομένου δε ότι η κρινόμενη αγωγή κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού μετά την 1η-7-2020, ενώ εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγεται στην υλική αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, η έλλειψη αυτή συνεπάγεται το απαράδεκτο της συζήτησης της ένδικης διαφοράς, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 του ν. 4640/2019, διότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω νόμου, καθόσον τα διάδικα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης των επίδικων αστικών αξιώσεων, ενώ, εξάλλου, η συμπλήρωση της σχετικής έλλειψης δεν μπορεί να ζητηθεί από το Δικαστήριο κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 227 ΚΠολΔ, διότι η παράλειψη επίκλησης και προσκόμισής του πρακτικού δεν μπορεί να καλυφθεί μετά τη συζήτηση (πρβλ. ΠΠρΑθ 1925/2022 αδημ. στον νομικό τόπο). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και έπειτα από αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της ένδικης αγωγής. Τέλος, διάταξη περί δικαστικών εξόδων δεν πρέπει να περιληφθεί στην παρούσα απόφαση (άρθρ. 191 §1 ΚΠολΔ), λόγω του μη οριστικού της χαρακτήρα (ΕφΑθ 2866/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 16 Μαΐου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 20-5-2024 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ