Μία οικιακή βοηθός και ο σύζυγός της καταδικάστηκαν σε ποινή κάθειρξη 6 ετών, ο καθένας, επειδή οικειοποιήθηκαν την ακίνητη και κινητή περιουσία, αξίας άνω των 500.000 ευρώ, από μία 82χρονη την οποία φρόντιζαν, χρησιμοποιώντας συμβολαιογραφικά πληρεξούσια και βεβαιώσεις ψυχιάτρου σύμφωνα με τις οποίες η ηλικιωμένη ήταν καλά στην υγεία της, παρότι είχε «αδυναμία υπογραφής». Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης τούς έκρινε ένοχους για απάτη, ενώ για συνέργεια στην απάτη καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4 ετών ο θεράπων ψυχίατρος της ηλικιωμένης, διότι βεβαίωνε ότι η γυναίκα είχε δικαιοπρακτική ικανότητα.
Το δικαστήριο αναγνώρισε σε όλους το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου και αποφάσισε η έφεση για το ζευγάρι να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα στην εκτέλεση της ποινής, με συνέπεια να αφεθούν και οι δύο καταδικασθέντες ελεύθεροι ενόψει του Εφετείου. Για τον γιατρό, η ποινή μετατράπηκε προς 5 ευρώ ημερησίως και αφέθηκε ελεύθερος μετά την έφεση που άσκησε.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη με προσφυγή (τόσο στα ποινικά όσο και στα αστικά δικαστήρια) που έκαναν συγγενικά πρόσωπα της ηλικιωμένης μετά το θάνατό της το Σεπτέμβριο του 2017, όταν ενημερώθηκαν για την πληρεξούσια διαθήκη που έδινε κινητά και ακίνητα στην οικιακή βοηθό και στον σύζυγό της. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, είχαν προηγηθεί διαδοχικά πληρεξούσια που έδιναν εντολή στο ζευγάρι να διαχειρίζεται τους τραπεζικούς της λογαριασμούς, να πουλήσουν τα ακίνητά της και να μεταβιβάσουν στους εαυτούς τους το σπίτι που διέμενε η 82χρονη στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Ήδη με αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων ακυρώθηκε η διαθήκη με πληρεξούσιο και οι μεταβιβάσεις των ακινήτων. Στις απολογίες τους οι τρεις κατηγορούμενοι αρνήθηκαν τις κατηγορίες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η οικιακή βοηθός ανέφερε ότι το μυαλό της ηλικιωμένης ήταν «ξυράφι».
«Έπαιρνε φάρμακα αλλά δεν ήταν ανήσυχη, τα έπαιρνε για να ηρεμεί. Ο ψυχίατρος την παρακολουθούσε για να είναι ήρεμη. Τον βρήκε ο καρδιολόγος που ερχόταν σπίτι της» είπε και ανέφερε ότι ξεκίνησε να δουλεύει στην γυναίκα από το 2009. Ο σύζυγός της απολογήθηκε ότι η ηλικιωμένη δεν είχε καμία επαφή με τους συγγενείς της κι ότι ο ίδιος είχε πληρώσει με δικά του χρήματα ιατρικά έξοδα της γυναίκας. Ο γιατρός από την πλευρά του ανέφερε ότι η γυναίκα είχε συμπτώματα κατάθλιψης και αρνήθηκε την εις βάρος του αποδιδόμενη κατηγορία.