Παρέμβαση άλλου δανειστή στην δίκη φέρει χαρακτήρα αυτοτελούς πρόσθετης και δημιουργεί επιγενόμενη αναγκαστική ομοδικία με συνέπεια την υποχρέωση, επί ποινή απαραδέκτου, να απευθύνεται το ένδικο μέσο και προς αυτόν.
ΑΡΙΘΜΟΣ 884/2024
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A3′ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αικατερίνη Κρυσταλλίδου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χρηστό Κατσιάνη, Στέφανο-Σπυρίδωνα Πανταζόπουλο, Κορνηλία Πανούτσου και Ηλία Παρένη-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 26 Φεβρουάριου 2024, με την παρουσία και της Γραμματέως Μαρίας Σουλάκα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος:……………….., κατοίκου Ηρακλείου Κρήτης, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Ρωμαίο και κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων:……….., κατοίκου Ηρακλείου Κρήτης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Μουστάκα και κατέθεσε προτάσεις και 2. Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………….», που εδρεύει στη Νέα Σμύρνη και εκπροσωπείται νόμιμα, ως εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…………………», που εδρεύει στο Δουβλίνο Ιρλανδίας, ειδικής διαδόχου απαιτήσεων της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……………….», καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια της δικηγόρο Νίκη Κωστάκου και κατέθεσε προτάσεις.
Στο σημείο αυτό, εμφανίσθηκε η Πάρεδρος του ΝΣΚ Ιωάννα Ρουσσιά, η οποία, αφού ζήτησε και έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, δήλωσε ότι παρίσταται για το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο έχει αποκτήσει την ιδιότητα του διαδίκου λόγω της εκ μέρους του άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης υπέρ των αναιρεσιβλήτων στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου, ήδη δε κοινοποιήθηκε σε αυτό από την πρώτη αναιρεσίβλητη το εισαγωγικό δικόγραφο της αίτησης αναίρεσης του αναιρεσείοντος με κλήση να παραστεί κατά την ορισθείσα δικάσιμο και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 06.07.2022 ανακοπή του ήδη αναιρεσείοντος και τους από 14.11.2022 πρόσθετους λόγους ανακοπής, προσώπου που δεν είναι διάδικος στην παρούσα δίκη που κατατέθηκαν και συνεκδικάστηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: …../2023 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και ……/2023 του Μονομελούς Εφετείου Ανατολικής Κρήτης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 26.06.2023 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως αναιρέσεως, οι πληρεξούσιοι των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Από τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, συνεπώς για πρώτη φορά και ενώπιον του Αρείου Πάγου, περιοριζόμενος σε μόνη την υποστήριξη ή αντίκρουση των λόγων της αναίρεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Έννομο συμφέρον για την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με αυτή μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης που είτε απειλούνται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί, είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, νοείται εκείνος, ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη, ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης για την υπόθεση (ΑΠ 977/2023, ΑΠ 663/2023, ΑΠ 456/2023). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78 του ίδιου Κώδικα. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς, είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής, στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικο του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά τις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικο του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαστική ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο, υπέρ του οποίου ασκείται η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κύριου διαδίκου (ΑΠ 977/2023, ΑΠ 742/2023, ΑΠ 692/2023, ΑΠ 663/2023, ΑΠ 456/2023, ΑΠ 287/2023). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 1, 583 επ., 933, 934, 936 ΚΠολΔ συνάγεται ότι η ανακοπή ακύρωσης του πλειστηριασμού, όταν αυτός προσβάλλεται με οποιονδήποτε τρόπο από τον οφειλέτη, απευθύνεται κατά του δανειστή που επισπεύδει την εκτέλεση και του υπερθεματιστή, μεταξύ των οποίων δημιουργείται από το νόμο δεσμός αναγκαστικής ομοδικίας (άλλωστε τούτο ήδη ρητά ορίζεται στο άρθρο 933 παρ. 1 εδ. δ ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της παραγράφου αυτής με το άρθρο 57 του νόμου 4842/2021 και εφαρμόζεται στις ανακοπές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, δηλαδή μετά την 1 η-1-2022, σύμφωνα με τα άρθρα 116 παρ. 6 εδ. α και 120 του νόμου αυτού), διότι, αφενός μεν, η διαφορά, όπως προκύπτει από το σκοπό της δίκης που έχει ανοιχθεί, επιδέχεται μόνο ενιαία ρύθμιση (ΟλΑΠ 6/2005, ΟλΑΠ 11/1992, ΑΠ 705/2023, ΑΠ 44/2020, ΑΠ 546/2015), δεδομένου ότι εξαιτίας της πλήρους γι’ αυτούς ταυτότητας του αντικειμένου της δίκης, δεν μπορεί να νοηθεί ουσιαστική κρίση ακυρότητας του πλειστηριασμού για τον έναν διάδικο και κύρους του για τον άλλον, αφετέρου δε, διότι η ισχύς της απόφασης που θα εκδοθεί, εξαιτίας της διαπλαστικής φύσης και των συναφών έννομων αποτελεσμάτων της, εκτείνεται σε όλους τους ομοδίκους, με περαιτέρω αποτέλεσμα οι πράξεις καθενός από αυτούς να ωφελούν και να βλάπτουν τους άλλους. Εξάλλου, στη διάταξη του άρθρου 937 ΚΠολΔ ορίζεται ότι στις σχετικές με την εκτέλεση δίκες έχει δικαίωμα να παρέμβει κάθε δανειστής εκείνου, κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, χωρίς να προσδιορίζονται οι προϋποθέσεις για την άσκηση, όπως επίσης και οι συνέπειες, της παρέμβασης. Επομένως, ο τρόπος και οι συνέπειες άσκησης της παρέμβασης θα κριθούν κατά τις κοινές διατάξεις των άρθρων 79 επ. ΚΠολΔ, με βάση τις οποίες θα γίνει και ο χαρακτηρισμός της παρέμβασης ως κύριας ή πρόσθετης, ενώ για την άσκησή της είναι αρκετή η ιδιότητα του παρεμβαίνοντος ως δανειστή του οφειλέτη, κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και δεν απαιτείται η συνδρομή άλλων προϋποθέσεων, ούτε η επίκληση και απόδειξη ιδιαίτερου έννομου συμφέροντος, το οποίο θεωρείται ότι ενυπάρχει στην ιδιότητα του παρεμβαίνοντος ως δανειστή και εκπηγάζει αυτόθροα από αυτήν, όπως επίσης και από το ενδιαφέρον του για τη σύννομη εξέλιξη της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Ειδικότερα, στην περίπτωση, κατά την οποία ασκείται, από τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, ανακοπή, με αίτημα την ακύρωση του πλειστηριασμού, η μετά ταύτα ασκούμενη παρέμβαση άλλου δανειστή του οφειλέτη, μάλιστα δε, ανεξάρτητα α) από την ιδιότητά του ως εγχειρόγραφου ή προνομιούχου δανειστή, β) από το εάν διαθέτει εκτελεστό τίτλο ή όχι, γ) από το εάν έχει ήδη προβεί σε αναγγελία της απαίτησής του ή όχι κ.λπ., είτε προς υποστήριξη, είτε προς απόκρουση του αιτήματος ακύρωσης του πλειστηριασμού, φέρει το χαρακτήρα αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης (άρθρο 83 ΚΠολΔ), επειδή δε, η ακύρωση του πλειστηριασμού θα δεσμεύει όλους τους δανειστές του οφειλέτη, δεδομένου ότι η διαπλαστική ενέργεια της ακυρωτικής απόφασης που θα εκδοθεί, λόγω της erga omnes ισχύος της, θα επιδρά μεταξύ άλλων και στις έννομες σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, ο παρεμβαίνουν δανειστής είναι αναγκαίος ομόδικος εκείνου του αρχικού διαδίκου, προς υποστήριξη του οποίου παρεμβαίνει.
2. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 80, 81 παρ. 3 και 558 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η αναίρεση δεν απευθύνεται κατά του προσθέτως παρεμβάντος στη δίκη, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, αφού δεν είναι κύριος διάδικος, εκτός εάν κατά τη δίκη εκείνη ανέλαβε το δικαστικό αγώνα, οπότε κατέστη κύριος διάδικος, ή εάν η αναίρεση αφορά την πρόσθετη παρέμβαση, καθώς και στην περίπτωση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης (ΑΠ 1351/2023, ΑΠ 921/2023, ΑΠ 644/2023, ΑΠ 561/2023, ΑΠ 5/2023, ΑΠ 267/2021). Ως προς την τελευταία αυτή περίπτωση, από τα άρθρα 76 παρ. 1 και παρ. 4, 82, 83 και 558 ΚΠολΔ προκύπτει ειδικότερα ότι η αναίρεση, όταν ασκείται από τον αντίδικό του διαδίκου, υπέρ του οποίου έχει ασκηθεί αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, απαιτείται να στρέφεται και κατά του αυτοτελώς προσθέτως παρεμβάντος, διότι στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, οι διατάξεις για την αναγκαστική ομοδικία. Συνακόλουθα, η μη απεύθυνση της αίτησης αναίρεσης και κατ’ αυτού (αυτοτελώς προσθέτως παρεμβάντος), ο οποίος θεωρείται αναγκαίος ομόδικος του αναιρεσίβλητου κύριου διαδίκου (υπέρ του οποίου η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση), συνεπάγεται την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης ως απαράδεκτης, το απαράδεκτο δε αυτό λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, κατά το άρθρο 577 παρ. 2 ΚΠολΔ (πρβλ. ΑΠ 91/2005, περαιτέρω δε, ως προς την έφεση, πρβλ. ΑΠ 700/2020, ΑΠ 1564/2017).
3. Από την παραδεκτή για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου επισκόπηση, κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων άσκησε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου την από 6-7-2022 ανακοπή του κατά των αναιρεσιβλήτων (ως υπερθεματίστριας και επισπεύδουσας τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, αντίστοιχα), με την οποία ζητούσε να ακυρωθούν η έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού και κατακύρωσης ακινήτου, η περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης ακινήτου και η επιταγή προς αποβολή από τη νομή και κατοχή ακινήτου, δηλαδή οι πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που μνημονεύονται ειδικότερα στην ανακοπή. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε την ανακοπή, το δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής, την ανακοίνωση δίκης της πρώτης αναιρεσίβλητης προς το Ελληνικό Δημόσιο, ως αναγγελθέντα δανειστή του αναιρεσείοντος οφειλέτη του και την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση του τελευταίου υπέρ των αναιρεσιβλήτων και κατά του αναιρεσείοντος, με την οριστική με αριθμό …./2023 απόφασή του δέχθηκε την ανακοπή και ακύρωσε τις προσβαλλόμενες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης. Εναντίον της απόφασης αυτής καθεμία από τις αναιρεσίβλητες άσκησε έφεση στο Μονομελές Εφετείο Κρήτης, την οποία έστρεψε εναντίον της διαχειρίστριας αφερεγγυότητας (συνδίκου πτώχευσης) του αναιρεσείοντος και την κοινοποίησε στους αναγκαίους ομοδίκους της, δηλαδή η μεν πρώτη αναιρεσίβλητη προς τη δεύτερη από αυτές και το αυτοτελώς προσθέτως παρεμβάν στον πρώτο βαθμό υπέρ των αναιρεσιβλήτων Ελληνικό Δημόσιο, η δε δεύτερη αναιρεσίβλητη προς την πρώτη από αυτές και ομοίως προς το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο παρέστη στη δευτεροβάθμια δίκη, με την ιδιότητα του, κατά πλάσματος δικαίου, αναγκαίου ομοδίκου των εκκαλουσών, ως αυτοτελώς προσθέτως παρεμβάντος υπέρ των τελευταίων και κατά του εφεσιβλήτου στον πρώτο βαθμό, ειδικότερα δε, εκπροσωπήθηκε από δικαστικό πληρεξούσιο του ΝΣΚ και κατέθεσε προτάσεις προς υποστήριξη των εφέσεων. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε τις εφέσεις, με τη με αριθμό …../2023 αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε αυτές, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση, κράτησε και δίκασε την ανακοπή, το δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής, την ανακοίνωση δίκης και την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση και στη συνέχει απέρριψε την ανακοπή και τον πρόσθετο λόγο αυτής. Εναντίον της απόφασης αυτής ο αναιρεσείων άσκησε την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, η οποία όμως στρέφεται μόνο κατά των καθ’ ων η ανακοπή – εκκαλουσών, με τις προαναφερόμενες ιδιότητες τους, της υπερθεματίστριας και της επισπεύδουσας την αναγκαστική εκτέλεση, αντίστοιχα, όχι δε και κατά του αυτοτελώς προσθέτως παρεμβάντος στον πρώτο βαθμό υπέρ των καθ’ ων η ανακοπή και κατά του ανακόπτοντος Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο φέρει, κατά πλάσμα δικαίου, τη δικονομική ιδιότητα του αναγκαίου ομοδίκου των καθ’ ων η ανακοπή – εκκαλουσών, ήδη δε, αναιρεσιβλήτων, όπως ήταν απαραίτητο να συμβαίνει, σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη που προηγήθηκε, η έλλειψη δε της προϋπόθεσης αυτής για την παραδεκτή άσκηση της αίτηση αναίρεσης λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως.
4. Συνακόλουθα, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη που προηγήθηκε, να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ), τα δικαστικά δε έξοδα των διαδίκων πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους, διότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρα 179 εδ. α και 183 εδ. β ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 26-6-2023 αίτηση του ………….για την αναίρεση της με αριθμό ………/2023 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Κρήτης.
Διατάσσει την εισαγωγή του παράβολου στο δημόσιο ταμείο.
Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων.
Κρίθηκε αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Απριλίου 2024.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στις 17 Ιουνίου 2024
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ