ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β’ Ποινικό Τμήμα Διακοπών
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παρασκευή Τσούμαρη Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη (ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως), Γεώργιο Αυγέρη, Ασπασία Μεσσηνιάτη – Γρυπάρη, Παναγιώτη Βενιζελέα και Σωκράτη Πλαστήρα – Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Σεπτεμβρίου 2022, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει: α) την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου Π. Π. του Δ., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Φραντζεσκάκη, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 63/2022 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Κρήτης. Με υποστηρίζουσα την κατηγορία την G. M. T. I. του R., κάτοικο …, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αντώνιο Πεπελάση και β) την από 23-6-2022 αίτηση της υποστηρίζουσας την κατηγορία για διόρθωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Κρήτης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που περιλαμβάνονται στην από 8.4.2022 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …/2022.
Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε: α) να γίνει δεκτή η από 23.6.2022 αίτηση της υποστηρίζουσας την κατηγορία για διόρθωση της προσβαλλόμενης απόφασης 63/2022 του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Κρήτης, ως προς το όνομα της διενεργούσας την μετάφραση από την Αγγλική στην Ελληνική για λογαριασμό της υποστηρίζουσας την κατηγορία, από το εσφαλμένο Μ. Π. στο ορθό Μ. Π. και αναφορικά με το εκ παραδρομής αναφερθέν ότι η εν λόγω μεταφράστρια δεν περιλαμβάνεται στο ειδικό κατάλογο διερμηνέων του Δικαστηρίου για το έτος 2022, στο ορθό ότι είναι εγγεγραμμένη στον οικείο πίνακα διερμηνέων, που τηρείται και καταρτίζεται από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, κατά το άρθρο 223 παρ. 2 του Κ.Π.Δ, β) 1) να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση και συγκεκριμένα κατά το μέρος που αφορά τις διατάξεις της περί ποινής και 2) να παραπεμφθεί η υπόθεση κατά το αναιρεθέν αυτό μέρος της στο ίδιο ως άνω Δικαστήριο το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους Δικαστές που δίκασαν προηγουμένως, γ) να απορριφθεί κατά τα λοιπά η από 8.4.202 κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και δ) επικουρικά, σε περίπτωση που η από 23.6.2022 ως άνω αίτηση για διόρθωση της απόφασης 63/2022 του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Κρήτης απορριφθεί αναφορικά με το εκ παραδρομής αναφερθέν ότι η εν λόγω μεταφράστρια δεν περιλαμβάνεται στον ειδικό κατάλογο διερμηνέων του Δικαστηρίου για το έτος 2022, να γίνει δεκτή η ως άνω αναίρεση.
Και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση, από 8-4-2022, αίτηση του Π. Π. του Δ., κατοίκου …, για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 63/2022 καταδικαστικής σε βάρος του απόφασης του δικάσαντος σε δεύτερο βαθμό Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Κρήτης, έχει ασκηθεί νομότυπα, με δήλωση του αιτούντος στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (άρθρα, 466 παρ.1, και 474 παρ. 2Α, 4 ΚΠΔ) και εμπρόθεσμα, διότι ασκήθηκε στις 8-4-2022, ενώ η προσβαλλόμενη απόφαση, καταχωρήθηκε στο Ειδικό Βιβλίο στις 24-3-2022, ασκήθηκε δε από δικαιούμενο και έχοντα προς τούτο έννομο συμφέρον πρόσωπο, στρέφεται κατά υποκείμενης στο ένδικο αυτό μέσο απόφασης και περιέχει σαφή και ορισμένο λόγο αναίρεσης( άρθρα 462, 464, 466, 474 παρ.1, 4, 501 παρ. 1, 504 παρ.1). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Με την ανωτέρω αίτηση, πρέπει να συνεκδικαστεί, λόγω της πρόδηλης συνάφειας, η από 23-6-2022 αίτηση της υποστηρίζουσας την κατηγορία G. M. T. I. TOY R., κατοίκου …, για διόρθωση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, η οποία (αίτηση διόρθωσης) ενόψει της άσκησης κατά τα ανωτέρω απόφασης της κρινομένης αιτήσεως αναιρέσεως, παραδεκτά εισάγεται για συζήτηση στο παρόν δικαστήριο, κατά τις διατάξεις των άρθρων 145 παρ.1 και 2 του Κ.Π.Δ. και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 145 παρ.1 του ισχύοντος Κ.Ποιν.Δ, όταν στην απόφαση, στην ποινική διαταγή ή στην διάταξη υπάρχουν λάθη ή παραλείψεις που δεν δημιουργούν ακυρότητα ο δικαστής που τις εξέδωσε διατάσσει αυτεπαγγέλτως ή με αίτηση του εισαγγελέα ή κάποιου από τους διαδίκους τη διόρθωση ή τη συμπλήρωσή τους, εφόσον δεν επέρχεται ουσιώδης μεταβολή στην απόφαση ή στη διάταξη και δεν αλλοιώνεται η αληθινή εικόνα αυτών που πράγματι συνέβησαν στο ακροατήριο. Ουσιώδης μεταβολή υπάρχει ιδίως όταν εκφέρεται νέα δικαιοδοτική κρίση, επιβάλλεται κύρια ποινή, παρεπόμενη ποινή ή μέτρο ασφαλείας. 2. Η διόρθωση ή η συμπλήρωση μπορεί να αφορά, εκτός από τις άλλες παραλείψεις και τα όσα αναφέρονται ως προς την ταυτότητα του κατηγορουμένου, την ιδιότητα του παριστάμενου στην ποινική διαδικασία προς υποστήριξη της κατηγορίας ιδίως όταν αυτή προκύπτει χωρίς αμφιβολία από τα στοιχεία του φακέλου, την απάλειψη προφανών παραδρομών του αιτιολογικού και τη διευκρίνιση του διατακτικού της απόφασης όταν αυτό έχει ασάφειες ή είναι διαφορετικό από εκείνο που απαγγέλθηκε στο ακροατήριο ή που σημειώθηκε στα πρακτικά. Η διόρθωση ή η συμπλήρωση διατάσσεται με απόφαση ή διάταξη, ύστερα από κλήτευση των διαδίκων που εμφανίστηκαν …….. Αν ασκήθηκε κατά της απόφασης ένδικο μέσο, τη διόρθωση ή τη συμπλήρωσή της τη διατάσσει το δικαστήριο που την εξέδωσε, αν το ένδικο μέσο απορρίφθηκε ως απαράδεκτο. Σε αντίθετη περίπτωση, τη διόρθωση ή τη συμπλήρωση τη διατάσσει το δικαστήριο που αποφασίζει για το ένδικο μέσο (Ολ.ΑΠ 1/2021, Ολ.ΑΠ 1/2006). Στη προκειμένη περίπτωση, με την ανωτέρω αίτηση η υποστηρίζουσα την κατηγορία ζητά τη διόρθωση της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης: α) ως προς το όνομα της διορισθείσης διερμηνέως από το εσφαλμένο Μ. Π. στο ορθό Μ. Π. και β) ως προς το αναφερόμενο στην απόφαση εσφαλμένα ότι η διορισθείσα διερμηνέας δεν συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο διερμηνέων του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Χανίων στο ορθό ότι περιλαμβανόταν στον οικείο κατάλογο. Από την παραδεκτή για την βασιμότητα της κρινομένης αιτήσεως επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Στην πέμπτη [5η σελ.] των πρακτικών της προς διόρθωση με αρ. 63/15-2-2022 απόφασης του ως άνω δικαστηρίου, αναφέρεται ότι: ” ……… Μετά από αυτά η Πρόεδρος εκφώνησε τα ονόματα των μαρτύρων κατηγορίας, που κλητεύθηκαν και βρέθηκαν παρούσες οι Μ. Τ. Ί. Γ. του Ρ. και G. G. (Γ. Γ.) του R. J. (Ρ. Τ.). Στο σημείο αυτό η Πρόεδρος του Δικαστηρίου διαπίστωσε αμφότερες οι μάρτυρες κατηγορίας αγνοούν την ελληνική γλώσσα και ότι γνωρίζουν την Αγγλική. Μετά από αυτά η Πρόεδρος έδωσε το λόγο στην Εισαγγελέα, η οποία πρότεινε να διορισθεί διερμηνέας των μαρτύρων κατηγορίας, εκτός από εκείνους, που είναι εγγεγραμμένοι στο σχετικό πίνακα διερμηνέων, λόγω του ότι δεν είναι δυνατόν να διορισθεί διερμηνέας από τον πίνακα αυτό. Στο σημείο αυτό εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο η Μ. Π. του Δ.: η οποία δήλωσε ότι γνωρίζει την αγγλική γλώσσα και ότι μπορεί να μεταφράσει αυτή στην ελληνική γλώσσα και το αντίθετο και ότι δεν είναι εγγεγραμμένη στο σχετικό πίνακα διερμηνέων …… Μετά από αυτά η Εισαγγελέας, στην οποία δόθηκε ο λόγος από την Πρόεδρο, πρότεινε να διορισθεί το πρόσωπο αυτό ως διερμηνέας των μαρτύρων κατηγορίας, λόγω του ότι δεν είναι δυνατόν να διορισθεί διερμηνέας από εκείνους, που είναι εγγεγραμμένοι στο σχετικό πίνακα διερμηνέων. Μετά από αυτά η Πρόεδρος, αποφάσισε και διόρισε την παραπάνω διερμηνέα ως διερμηνέα των μαρτύρων κατηγορίας, λόγω του ότι ήταν αδύνατον να διορισθεί διερμηνέας από εκείνους, που είναι εγγεγραμμένοι στο σχετικό πίνακα διερμηνέων ……”. Όπως προκύπτει όμως από το με αριθμό 384/2021 Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κων Χανίων, που επικυρώνει τον σχετικό κατάλογο, στον ειδικό κατάλογο των διερμηνέων για το έτος 2022, περιλαμβάνεται ως διερμηνέας της Αγγλικής γλώσσας η Μ. Π. του Δ.. Συνακόλουθα, από προφανή παραδρομή, στην αναιρεσιβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 63/15-2-2022 απόφαση, αναφέρεται εσφαλμένα το όνομα της διερμηνέα που μετέφρασε από την Αγγλική στην Ελληνική για λογαριασμό της πολιτικώς ενάγουσας ως Μ. Π. αντί του ορθού Μ. Π., καθώς επίσης αναφέρεται, εκ παραδρομής, ότι η ως άνω διερμηνέας δεν περιλαμβάνεται στον ειδικό κατάλογο διερμηνέων του Δικαστηρίου για το έτος 2022. Σε ακολουθία των παραπάνω και ενόψει του ότι με την ως άνω διόρθωση δεν επέρχεται ουσιώδης μεταβολή στην απόφαση ή στη διάταξη και δεν αλλοιώνεται η αληθινή εικόνα αυτών που πράγματι συνέβησαν στο ακροατήριο, αφού και με τη νέα διατύπωση του άρθρου 145 παρ.1 β του Ν.ΚΠΔ (ν. 4620/2019), ουσιώδης μεταβολή υπάρχει ιδίως όταν εκφέρεται νέα δικαιοδοτική κρίση, επιβάλλεται κύρια ποινή, παρεπόμενη ποινή ή μέτρο ασφαλείας, η κρινομένη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να διαταχθεί η διόρθωση της ως άνω αποφάσεως ως προς τα παραπάνω στοιχεία και ειδικότερα ως προς το όνομα της διενεργούσας την μετάφραση από την Αγγλική στην Ελληνική για λογαριασμό της πολιτικώς ενάγουσας από το εσφαλμένο Μ. Π. στο ορθό Μ. Π., και ως προς το εκ παραδρομής αναφερθέν ότι η εν λόγω μεταφράστρια δεν περιλαμβάνεται στον ειδικό κατάλογο διερμηνέων του Δικαστηρίου για το έτος 2022, στο ορθό που είναι εγγεγραμμένη στον οικείο πίνακα διερμηνέων, που τηρείται και. καταρτίζεται από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών. Kατά τις διατάξεις του άρθρου 233 παρ.1 και 2 του Ν.ΚΠοινΔ, που είναι ταυτόσημες με τις διατάξεις του προϊσχύσαντος ΚΠΔ, εκτός από την προσθήκη στον νέο Κώδικα του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2, “1. Σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, όταν πρόκειται να εξετασθεί ύποπτος, κατηγορούμενος, ή μάρτυρας o οποίος δεν ομιλεί ή δεν κατανοεί επαρκώς την ελληνική γλώσσα, του παρέχεται χωρίς καθυστέρηση διερμηνέας. Εφόσον τούτο είναι αναγκαίο, διατίθεται διερμηνεία για την επικοινωνία μεταξύ των κατηγορουμένων και των συνηγόρων τους σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας. Το, κατά τα ανωτέρω εδάφιο, δικαίωμα σε διερμηνέα περιλαμβάνει την προσήκουσα συνδρομή σε άτομα με πρόβλημα ακοής ή ομιλίας. Σε κάθε στάδιο της ποινικής διαδικασίας ο εξετάζων εξακριβώνει με κάθε πρόσφορο μέσο κατά πόσον ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος ομιλεί και κατανοεί την ελληνική γλώσσα και αν χρειάζεται την συνδρομή διερμηνέα. Ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ασκήσει αντιρρήσεις κατά της απόφασης με την οποία κρίθηκε ότι δεν είναι αναγκαία η παροχή διερμηνείας ή όταν η ποιότητα της διερμηνείας δεν είναι επαρκής. Επί των αντιρρήσεων αποφασίζει κατά την προδικασία ο εισαγγελέας, κατά την κύρια ανάκριση το δικαστικό συμβούλιο και κατά την κύρια διαδικασία το δικαστήριο. Εφόσον απαιτείται, μπορεί να γίνεται χρήση τεχνολογίας επικοινωνιών, όπως η τηλεδιάσκεψη, το τηλέφωνο ή το διαδίκτυο, εκτός αν η προσωπική παρουσία του διερμηνέα κριθεί από τον εξετάζοντα απαραίτητη. 2. Ο διορισμός του διερμηνέα γίνεται από πίνακα που καταρτίζεται από το συμβούλιο πλημμελειοδικών, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα του μέσα στο τρίτο δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου κάθε χρόνου από πρόσωπα που διαμένουν ή εργάζονται στην έδρα του και κατά προτίμηση από δημοσίους υπαλλήλους. Ο πίνακας υποβάλλεται στον εισαγγελέα εφετών…. Κάθε χρόνο ισχύει, ωσότου συνταχθεί νέος πίνακας, ο πίνακας που συντάχθηκε το προηγούμενο έτος. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις και εφόσον δεν είναι δυνατό να διοριστεί διερμηνέας από εκείνους που είναι εγγεγραμμένοι στο σχετικό πίνακα, μπορεί να διορισθεί διερμηνέας και πρόσωπο που δεν περιλαμβάνεται σε αυτόν. Σε κάθε περίπτωση το δικαστήριο μπορεί να διορίσει διερμηνέα και αυτόν που επιλέγει ο κατηγορούμενος εκτός πίνακα”.
Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό προς τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 139 του ΚΠΔ, που ορίζει ότι, “αιτιολογία απαιτείται σε όλες, χωρίς εξαίρεση τις αποφάσεις, τα βουλεύματα και τις διατάξεις, ανεξάρτητα του αν αυτό απαιτείται ειδικά από τον νόμο, ή αν είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε”, προκύπτει ότι και η διάταξη του διευθύνοντος, με την οποία διορίζεται ως διερμηνέας πρόσωπο μη περιλαμβανόμενο στον οικείο πίνακα, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου αν περιέχει την επιβαλλόμενη από το άρθρο 93 παρ.3 του Συντάγματος και το ανωτέρω άρθρο 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Τέλος, από τις διατάξεις του άρθρου 138 παρ.1 και 2 και αυτές του άρθρου 171 παρ.1 εδ. β` και δ` του ΚΠΔ, συνάγεται ότι δεν επιτρέπεται να εκδίδεται απόφαση ή οποιαδήποτε διάταξη του δικαστή κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, αν προηγουμένως δεν προτείνει ο Εισαγγελέας, ακουστούν δε και οι παρόντες διάδικοι. Η παράλειψη της προηγούμενης ακροάσεως, είτε του Εισαγγελέα, είτε ειδικά του κατηγορουμένου, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα κατά το ανωτέρω άρθρο 171 παρ.1 β`, δ` ΚΠΔ, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α` του ίδιου Κώδικα λόγο, αναιρέσεως (ΑΠ 1373/2020). Η διάταξη του διευθύνοντος τη συζήτηση, με την οποία ορίζεται απλώς διερμηνέας από τον οικείο πίνακα διερμηνέων, δεν συνιστά διάταξη κατά την έννοια του άρθρου 138 του ΚΠΔ και επομένως δεν χρειάζεται να δοθεί προηγουμένως ο λόγος στον Εισαγγελέα ή τον κατηγορούμενο, ούτε απαιτείται κάποια αιτιολογία αυτής, πράγμα που συμβαίνει, αντίθετα, όταν διορίζεται διερμηνέας πρόσωπο εκτός του οικείου πίνακα διερμηνέων, που τηρείται και. καταρτίζεται από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, κατά το άρθρο 233 παρ. 2 του ΚΠΔ (ΑΠ 1373/2020, ΑΠ 1006/2019, ΑΠ 75/2017). Στη προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο και δεύτερο λόγο της κρινομένης αιτήσεως ο αναιρεσείων πλήττει την προσβαλλομένη απόφαση για πλημμέλειες από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α’ και Δ’ και ειδικότερα για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας καθόσον διορίστηκε με την προσβαλλομένη απόφαση διερμηνέας εκτός πίνακα χωρίς να δοθεί ο λόγος στον κατηγορούμενο και επιπλέον η διάταξη της προέδρου για τον διορισμό της ως άνω διερμηνέως στερείται της απαιτούμενης ειδικής αιτιολογίας. Ενόψει όμως της παραδοχής, κατά τα προαναφερθέντα της αιτήσεως διορθώσεως ως προς τα ανωτέρω σημεία και εφόσον μετά από αυτή διορισθείσα από το Δικαστήριο της ουσίας ανωτέρω διερμηνέα των μαρτύρων κατηγορίας περιλαμβάνεται στον οικείο πίνακα διερμηνέων, οι ανωτέρω λόγοι είναι αβάσιμοι, στηριζόμενοι σε εσφαλμένη προϋπόθεση. Κατά το άρθρο 312 παρ. 2, 3 και 1 του νέου ΠΚ, που καλύπτει το έγκλημα της ενδοοικογενειακής βίας: “όποιος προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας σε βάρος συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου ή σε βάρος συντρόφου κατά τη διάρκεια της συμβίωσης τιμωρείται: α) για την πράξη του άρθρου 308 παρ. 1 εδάφιο α`, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, β) ………., εξειδικεύεται το θύμα της ενδοοικογενειακής βίας σε σύζυγο ή σύντροφο. 2. Οι ίδιες ποινές επιβάλλονται όταν η πράξη τελείται σε βάρος συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου ή σε βάρος συντρόφου κατά τη διάρκεια της συμβίωσης ……”. Έτσι, τόσο με τον ως άνω Ν. 3500/2006, ο οποίος συνεχίζει να ισχύει και μετά την θέσπιση των διατάξεων του άρθρου 312 του νέου ΠΚ, που τυποποιεί τη σωματική βλάβη αδυνάμων ατόμων, όσο και με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου (312 παρ. 2, και 3 νέου ΠΚ), εφαρμοστέου εφεξής ως ειδικού, λόγω του ότι αφορά, όπως προαναφέρθηκε, στα περιοριστικά αναφερόμενα πρόσωπα (σύζυγο και σύντροφο), ποινικοποιείται η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη, υπό την έννοια της πρόκλησης από μέλος της οικογένειας σε άλλο μέλος σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας, χωρίς μάλιστα να θεωρείται πλέον αναγκαία η διαπίστωση συνεχούς σκληρής συμπεριφοράς. Σύμφωνα και με την αιτιολογική έκθεση του ανωτέρω Ν. 4619/2019 (Νέου Ποινικού Κώδικα) υπ` άρθρο 312, η ως άνω νέα διάταξη φιλοδοξεί να καλύψει και το έγκλημα της ενδοοικογενειακής βίας, το οποίο με τη μορφή που του είχε δοθεί στο ν. 3500/2006, είχε εγείρει σοβαρά δογματικά προβλήματα. Η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη διακρίνεται από την απλή σωματική βλάβη του άρθρου 308 του ΠΚ, ως προς το στοιχείο της τέλεσης εντός του οικογενειακού πλαισίου και για το λόγο αυτό τιμωρείται αυστηρότερα. Με την προαναφερθείσα διάταξη 312 του νέου ΠΚ, αντιμετωπίζονται οι μορφές ενδοοικογενειακών σωματικών κακώσεων και προσλαμβάνουν τον χαρακτήρα ιδιωνύμου εγκλήματος σωματικών ενδοοικογενειακών κακώσεων, όταν δράστες και παθόντες είναι μέλη της ίδιας οικογένειας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 312 παρ. 3 πλέον ειδικού, αφού αφορά στο σύζυγο κατά τη διάρκεια του γάμου ή στο σύντροφο κατά τη διάρκεια της συμβίωσης. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 308 παρ. 1 του νέου ΠΚ, “1. όποιος προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή. Αν η κάκωση ή βλάβη της υγείας που του προξένησε είναι εντελώς ελαφρά, τιμωρείται με παροχή κοινωφελούς εργασίας”. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται, ότι το αδίκημα της σωματικής βλάβης, που θεσμοθετείται για να προστατευθεί η σωματική ακεραιότητα του ανθρώπου, είναι υπαλλακτικώς μικτό έγκλημα, η αντικειμενική υπόσταση του οποίου περιλαμβάνει όχι μόνο ορισμένη ενέργεια αλλά και ορισμένο αποτέλεσμα, που συνίσταται, είτε στην πρόκληση σωματικής κάκωσης, είτε στην πρόκληση βλάβης της υγείας του παθόντος και που διαβαθμίζεται, αναλόγως της σπουδαιότητας αυτής, σε απλή και σε εντελώς ελαφρά, η οποία, χωρίς να είναι επουσιώδης, έχει επιπόλαιες συνέπειες. Επομένως, για τη στοιχειοθέτηση του ανωτέρω ιδιώνυμου εγκλήματος της ενδοοικογενειακής βίας, της απλής σωματικής βλάβης, απαιτείται πέραν της πρόκλησης σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας από ένα μέλος της οικογένειας σε άλλο μέλος της ίδιας οικογένειας και δόλος του δράστη κατευθυνόμενος στην παραγωγή αυτών των αποτελεσμάτων. Η σωματική κάκωση μπορεί να είναι ταυτόχρονα και βλάβη της υγείας χωρίς να είναι τούτο απαραίτητο. Αλλά και η βλάβη της υγείας μπορεί να επέλθει και χωρίς σωματική κάκωση. Σωματική κάκωση είναι κάθε εξωτερική επενέργεια επί του σώματος, όπως τραύματα, εκδορές, οιδήματα, παραμορφώσεις κλπ., ενώ βλάβη της υγείας κάθε διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών, η κάκωση δε μπορεί να είναι συγχρόνως και βλάβη της υγείας αλλά η βλάβη της υγείας μπορεί να επέλθει και χωρίς κάκωση, καθώς επίσης μπορεί να επέλθει η καθεμία χωριστά ή να είναι η μία συνέπεια της άλλης και δεν δημιουργείται αντίφαση από τη σωρευτική παραδοχή σωματικής κάκωσης και βλάβης της υγείας (ΑΠ 586/2020). Περαιτέρω, κατά το άρθρ. 1 παρ.1 του Ν. 3500/2006 “Για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας και άλλες διατάξεις” ενδοοικογενειακή βία θεωρείται η τέλεση αξιόποινης πράξης σε βάρος μέλους της οικογένειας, σύμφωνα με τα άρθρ. 6, 7, 8 και 9 του παρόντος και τα άρθρ. 299 και 311 του ΠΚ, κατά την παρ.2 εδ. α’ του ίδιου άρθρου, οικογένεια θεωρείται η κοινότητα που αποτελείται από συζύγους ή γονείς και συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας και τα εξ υιοθεσίας τέκνα τους, κατά την παρ. 3 θύμα ενδοοικογενειακής βίας θεωρείται κάθε πρόσωπο της προηγουμένης παραγράφου σε βάρος του οποίου τελείται αξιόποινη πράξη κατά τα άρθρ. 6, 7, 8 και 9 του παρόντος. Ακόμη κατά τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του Ν. 3500/2006 για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας , “Το μέλος της οικογένειας, το οποίο προκαλεί τρόμο ή ανησυχία σε άλλο μέλος της οικογένειας, απειλώντας το με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη τιμωρείται με φυλάκιση”. Ήδη το έγκλημα της ενδοοικογενειακής απειλής σε βάρος συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου ενσωματώθηκε στο άρθρο 333 παρ. 2 εδ. β` του νέου Ποινικού Κώδικα, που ισχύει από 1-7-2019 (άρθρο 460 του νέου Ποινικού κώδικα). Σύμφωνα με το άρθρο 333 του προϊσχύοντος (έως 30.6.2019) ΠΚ “1. όποιος προκαλεί σε άλλον τρόμο και ανησυχία απειλώντας αυτόν με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή. 2. Επιβάλλεται φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή αν η πράξη (απειλή) τελείται σε βάρος ανηλίκου ή προσώπου που δεν μπορεί να υπερασπίσει τον εαυτό του, εφόσον τα πρόσωπα αυτά βρίσκονται υπό την επιμέλεια ή την προστασία του δράστη βάσει νόμου, δικαστικής απόφασης ή πραγματικής κατάστασης, συνοικούν με αυτόν ή έχουν με αυτόν σχέση εργασίας ή υπηρεσίας. Η ίδια ποινή επιβάλλεται όταν η πράξη τελείται σε βάρος συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου ή σε βάρος συντρόφου κατά τη διάρκεια της συμβίωσης. 3. Για την ποινική δίωξη της πράξης της παραγράφου 1 απαιτείται έγκληση”. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει, ότι στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του πλημμελήματος της ενδοοικογενειακής απειλής είναι όχι η άσκηση βίας ή παράνομης πράξης εναντίον των προαναφερόμενων προσώπων, αλλά η απειλή άσκησης βίας ή τέλεσης άλλης παράνομης πράξης ή παράλειψης, εναντίον αυτών, η οποία να περιήγαγε τους τελευταίους σε τρόμο ή ανησυχία. Η απειλή δε αυτή μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο, ήτοι προφορικώς, εγγράφως, με νεύματα ή άλλες απειλητικές κινήσεις και με οποιαδήποτε γενικώς ενέργεια, με την οποία ο δράστης εξωτερικεύει τη θέλησή του να απειλήσει όχι εν προκειμένω οποιονδήποτε τρίτο αλλά τα αναφερόμενα ως άνω πρόσωπα, μεταξύ των οποίων η σύζυγος κατά τη διάρκεια του γάμου. Για την υποκειμενική υπόσταση απαιτείται γνώση του υπαιτίου ότι η απειλούμενη ενέργειά του είναι βία ή άλλη παράνομη πράξη και θέληση του δράστη να προκαλέσει στον παθόντα φόβο ή ανησυχία (ΑΠ 288/2020). Έτι περαιτέρω, κατά το άρθρο 9 του Ν. 3500/2006, το μέλος της οικογένειας το οποίο προσβάλλει την αξιοπρέπεια άλλου μέλους της με ιδιαίτερα ταπεινωτικό λόγο ή έργο, που ανάγεται στη γενετήσια ζωή του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών, ενώ με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών τιμωρείται η πράξη αυτή αν ο παθών είναι ανήλικος. Από τη διάταξη αυτή με σαφήνεια προκύπτει ότι ο νομοθέτης προβλέπει και τυποποιεί τις σοβαρότερες και απεχθέστερες πράξεις προσβολής της αξιοπρέπειας κάποιου μέλους της οικογένειας, αναγνωρίζοντας ακριβώς ότι στις περιπτώσεις αυτές το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας παύει πλέον να αφορά το χώρο της συγκεκριμένης κάθε φορά οικογένειας, αλλά αποκτά απαξία που ενδιαφέρει την πολιτεία. Για το λόγο αυτό στην ανωτέρω διάταξη δεν εντάχθηκαν όλες, ακόμη και οι απλούστερες συμπεριφορές, για τις οποίες συνεχίζουν να ισχύουν οι κοινές διατάξεις του ποινικού κώδικα (ΑΠ 1294/2016). Τέλος, η καταδικαστική απόφαση, έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ., ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του Κ.Ποιν.Δ., όταν αναφέρονται σ’ αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν υπάρχει δε έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά, τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατύπωσης του σκεπτικού της (ΑΠ 454/2020. ΑΠ 520/2020, ΑΠ 346/2021). Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, που λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο, προκειμένου να μορφώσει την καταδικαστική του κρίση, όπως επιβάλλουν οι διατάξεις των άρθρων 177 παρ. 1 και 178 του Κ.Ποιν.Δ., για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ’ είδος προσδιορισμός τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ.) χωρίς να απαιτείται ειδικότερη αναφορά ή αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τί προέκυψε από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει με βεβαιότητα, ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο ορισμένα από αυτά κατ’ επιλογή. Όμως, δεν είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους και δεν απαιτείται να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσης ούτε χρειάζεται να διευκρινίζεται από ποίο ή ποία αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε η κάθε παραδοχή. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα, αφού δεν εξαιρέθηκαν ρητά, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολόγησης, γιατί δεν εξαίρονται τα λοιπά (ΑΠ 47/2021, ΑΠ 346/2021). Λόγο αναίρεσης της απόφασης συνιστά, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του Κ.Ποιν.Δ., και η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή, όταν το δικαστήριο, χωρίς να παρερμηνεύσει το νόμο, δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει τον ανωτέρω) αναιρετικό λόγο από το άρθρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του Κ.Ποιν.Δ., συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διάταξης αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της απόφασης, που προκύπτει από την αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού και του διατακτικού της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο σε σχέση με την ορθή εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση (ΑΠ 454/2020). Δεν αποτελεί όμως λόγο αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και, ειδικότερα, η εσφαλμένη εκτίμηση και αξιολόγηση των μαρτυρικών καταθέσεων και των εγγράφων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη συσχέτισης των αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους, καθόσον, στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της έλλειψης αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη, περί τα πράγματα, κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, η συνδρομή του δόλου, κατ` αρχήν, δεν απαιτεί ιδιαίτερη αιτιολογία, διότι αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και αποδεικνύεται, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών και η σχετική με αυτόν αιτιολογία εμπεριέχεται στην κύρια επί της ενοχής αιτιολογία, μόνο δε όταν αξιώνονται πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και συγκεκριμένα είτε η εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξης (άμεσος δόλος), είτε η επιδίωξη ορισμένου περαιτέρω σκοπού (έγκλημα υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης), ο δόλος απαιτεί ειδική αιτιολογία (ΑΠ 934/2020). Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης, υπ’ αριθμό 63/2022 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Κρήτης, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευόμενων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα, επί λέξει, πραγματικά περιστατικά: ” ………. 1] Στα …, στο … και στο αεροδρόμιο της … της … κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014 έως και την 16-1- 2019. με περισσότερες πράξεις του συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, με πρόθεση προξένησε αλλά και επιχείρησε να προξενήσει στην εν διαστάσει πλέον σύντροφο του κατά τη διάρκεια της συμβίωσής τους, αλλά και στο ανήλικο τέκνο του, ενόσω το είχε στην επιμέλειά του μαζί με την εν διαστάσει πλέον, τότε συμβία του και μητέρα του ανηλίκου αλλά και ενόσω το είχε προστασία του, σωματική βλάβη της υγείας τους. Ειδικότερα: ι) αναφορικά με την εγκαλούσα εν διαστάσει πλέον – τότε συμβία του – δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/20-5-2014 συμφώνου συμβίωσης- Μ. Τ. Ί. Ε. του Ρ.: α) το Δεκέμβριο του έτους 2014, ευρισκόμενος στην οικία του στη …, άρπαξε με βία την εν διαστάσει πλέον – τότε συμβία του – Μ. Τ. Ί. Ε. του Ρ. από το μπράτσο της επιχειρώντας να της προκαλέσει σωματική βλάβη της υγείας της, πλην όμως δεν τα κατάφερε, για λόγους ανεξάρτητους της βούλησής του και δη επειδή η ως άνω εγκαλούσα κατάφερε να του ξεφύγει, β) σε αδιευκρίνιστη ημερομηνία, αλλά πάντως εντός του θέρους του έτους 2016, ευρισκόμενος στην οικία τους στο … έσπρωξε, παρουσία του ανηλίκου τέκνου του ηλικίας μόλις δύο ετών και κάποιων μηνών, με βιαιότητα και σφοδρότητα της ως άνω εγκαλούσα, τότε συμβία του, έτσι ώστε να μην πλησιάσει αυτή το τέκνο τους, με αποτέλεσμα η εγκαλούσα να επιπέσει με δύναμη σε τοίχο της οικία και να χτυπήσει το κεφάλι της, ενώ συγχρόνως, ούσα χτυπημένη, την είχε ακινητοποιήσει τα χέρια της με τόση δύναμη, με αποτέλεσμα η ίδια να μη δύναται αν κουνηθεί αλλά και να νιώθει έντονο σωματικό άλγος, γ) σε αδιευκρίνιστη ημερομηνία, αλλά πάντως εντός του καλοκαιριού του έτους 2017, ευρισκόμενος εντός του αυτοκινήτου του, με συνοδηγό την ως άνω εγκαλούσα, τότε συμβία του, πλησιάζοντας την Εθνική οδό στα … παρουσία του ανηλίκου τέκνου του, το οποίο γεννήθηκε μόλις την 6-4-2014 και ήταν δεμένο στο καρεκλάκι του στα πίσω καθίσματα, επιχείρησε να πετάξει την εγκαλούσα έξωθεν του αυτοκινήτου, πλην όμως δεν τα κατάφερε, για λόγους ανεξαρτήτους της θελήσεώς του και δη επειδή η εγκαλούσα αντιστάθηκε και απέτρεψε την έξοδό της από το αυτοκίνητο και δ) κατά το χρονικό διάστημα, από τη γέννηση του ανηλίκου τέκνου της, ήτοι την 6-4-2014 έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2017, οπότε και η εγκαλούσα κατάφερε και εγκατέλειψε τον κατηγορούμενο, ο τελευταίος ασκούσε συστηματικά σωματική, λεκτική και ψυχολογική βία εις βάρος της, ταρακουνώντας την από τους ώμους, πετώντας βιαίως σε τοίχο της εκάστοτε οικίας του, αρπάζοντάς την από τα μπράτσα, ζουλώντας τα στήθη της, με σκοπό την παραγωγής γάλατος, με αποτέλεσμα να της δημιουργούνται μελανιές και εκχυμώσεις αλλά και έντονο σωματικό άλγος, ενώ παράλληλα της δημιουργούσε ψυχικό πόνο ικανό να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη στην υγεία της, αφού όλες οι μορφές βίας ήταν καθημερινές, λάμβαναν χώρα ενώπιον του ανηλίκου τέκνου τους αλλά και εις βάρος του τελευταίου, στερώντας του ακόμη και τις βασικές ανάγκες διαβίωσης, όπως τη θέρμανση και την τροφή, ιι) Αναφορικά με το ανήλικο τέκνο του γεννηθέντος την 6-4-2014: α) το Σεπτέμβριο του έτους 2014, ευρισκόμενος στην οικία του στη …, άρπαξε με βιαιότητα από τα χέρια της εγκαλούσας – τότε συμβίας του – το ανήλικο τέκνο τους σφίγγοντάς το με δύναμη με αποτέλεσμα το μόλις ολίγων μηνών τέκνο τους να ξεσπάσει σε γοερά κλάματα, συνεπεία του έντονου σωματικού πόνου που του προκάλεσε, β) το Δεκέμβριο του έτους 2014 στη …, επιχείρησε να αρπάξει το ως άνω ανήλικο τέκνο του από τα χέρια της εγκαλούσας μητέρας του, έχοντας σκοπό να του προκαλέσει σωματική βλάβη της υγείας του και δη για να το συνετίσει όπως δήλωσε στην εγκαλούσα, πλην όμως δεν τα κατάφερε, για λόγους ανεξάρτητους της θελήσεώς του και δη επειδή η εγκαλούσα κρατούσε γερά στην αγκαλιά της το ανήλικο τέκνο τους, γ) στο αεροδρόμιο της … της … το Νοέμβριο του έτους 2015, επέφερε χτυπήματα στον ανήλικο υιό του και δη στο πρόσωπό του, με αποτέλεσμα να του σχιστούν τα χείλη του και να σπάσουν τα νεογιλά δόντια του, δ) το καλοκαίρι του έτους 2016, στο …, υποχρέωσε τον ανήλικο υιό του να στέκεται όρθιος πάνω σε μία ντουλάπα 1.5 μέτρου, με αποτέλεσμα το παιδί να κλαίει γοερά, να παρακαλά να τον κατεβάσει ενώ συγχρόνως του προκλήθηκε έντονο ψυχολογικό πρόβλημα και δη φοβίες, που είχαν ως αποτέλεσμα το παιδί να τραβάει τα μαλλιά του και να ξεριζώνει τούφες από αυτά, ε) τον Ιούλιο του έτους 2016, επιχείρησε να αρπάξει το ανήλικο τέκνο του από το λαιμό και ως εκ τούτου να του προκαλέσει σωματική βλάβη της υγείας του, το λιγότερο δε σωματικό άλγος, πλην όμως δεν τα κατάφερε για λόγους ανεξάρτητους της θελήσεώς του και δη επειδή η εγκαλούσα έπεσε με το βάρος της επάνω του προκειμένου να προστατέψει το ανήλικο τέκνο της και στ) την 26-1-2019, ενόσω εξασκούσα το δικαίωμα επικοινωνίας του με το ως άνω ανήλικο τέκνο του, προέβη στην άσκηση ψυχολογικής βίας εις βάρος του ανηλίκου τέκνου του μιας και του αφαίρεσε βιαίως τη βοηθητική συσκευή κατά του άγχους που είχε στα χέρια του και που ήταν ένα τουβλάκι από σιλικόνη, με αποτέλεσμα να προκαλέσει έντονο ψυχικό πόνο στο ως άνω ανήλικο, σε τέτοια μάλιστα βαθμό που το τέκνο του παρουσίασε έξαρση του άγχους και του φόβου προς αυτόν, καθώς επίσης και άρχισε να ξεσκίζει τα ρούχα του, ήτοι τη μπλούζα του. Στις δε ανωτέρω πράξεις του, τόσο εις βάρος της εν άλλοτε συμβίας του δη εγκαλούσας όσο και εις βάρος του ανήλικο τέκνου του, οι οποίοι συνοικούσαν έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2017 μαζί του, προέβη με δόλο, μιας και ο κατηγορούμενος λειτούργησε κατ’ επανάληψη, με σκοπό μάλιστα όχι μόνο την πρόκληση σωματικών βλαβών αλλά και βλαβών της ψυχικής τους υγείας. 2] Στα … και στο …, κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014 έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2017, με περισσότερες πράξεις του που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, προκάλεσε σε άλλο μέλος της οικογένειάς του τρόμο και ανησυχία απειλώντας το με βία ή άλλη παράνομη πράξη και ειδικότερα, στους ως άνω τόπους, κατά το ως άνω χρονικό διάστημα, σχεδόν σε καθημερινή βάση ξυπνούσε την τότε συμβία του Μ. Τ. Ί. Γ. του Ρ., στις 2 και 3 τα ξημερώματα και την απειλούσε με τη φράση “θα σε σκοτώσω”, ενώ επιπλέον σε καθημερινή βάση, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της συμβίωσής τους την απειλούσε ουρλιάζοντας με τις φράσεις “θα σε χτυπήσω στο σαγόνι και στο στόμα” εξαγγέλλοντας με τον τρόπο αυτό κακό σε βάρος της σωματικής της ακεραιότητας αλλά και εις βάρος της ζωής της, με αποτέλεσμα αυτή να περιέρχεται συνεχώς σε κατάσταση έντονου φόβου και διατάραξης της ψυχικής της ειρήνης. 3] Στα … και στο αεροδρόμιο της … της … κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014 έως και την 26-1-2019, με περισσότερες πράξεις του που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, προσέβαλε την αξιοπρέπεια άλλων μελών της οικογένειάς του, μεταξύ των οποίων και του ανηλίκου, με ιδιαίτερα ταπεινωτικό λόγο που ανάγεται στη γενετήσια ζωή του. Ειδικότερα, στους ως άνω τόπους, ι) το Νοέμβριο του έτος 2015. αποκάλεσε την εγκαλούσε, τότε συμβία του, “χαζό μουλά”, ενώ, κατά το χρονικό διάστημα της συμβίωσής τους ήτοι από τη γέννηση του ανήλικου τέκνου του (6-4-2014) έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2017, την αποκαλούσε “βρώμα, μουνί και πουτάνα” με λέξεις δηλαδή ιδιαίτερα ταπεινωτικές, που ανάγονται στη γενετήσια αξιοπρέπειά της εγκαλούσας, προσέβαλε την αξιοπρέπειά της και ιι) το Νοέμβριο του έτους 2015, αποκάλεσε τον ανήλικο υιό του “αδερφή” ενώ το Ιούλιο του έτους 2017, αποκάλεσε τον υιό του “αδερφούλα” ήτοι με τις προηγούμενες αναφερόμενες λέξεις του, οι οποίες είναι ιδιαίτερα απαξιωτικές και ανάγονται στη σφαίρα της γενετήσιας ζωής του ως άνω ανηλίκου και ως εκ τούτου προσέβαλε βάναυσα γενετήσια αξιοπρέπεια και του ανηλίκου τέκνου του. 4] Επιπλέον, στον ανωτέρω τόπο κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014, οπότε και γεννήθηκε το ανήλικο τέκνο του, έως και το Σεπτέμβριο 2017, απειλούσε την εγκαλούσα συμβία του Μ. Τ. Ί. Γ. του Ρ., λέγοντάς την “στην Κρήτη είναι πολύ εύκολο να κρύψεις ένα πτώμα και κανένας να μη το βρει” ότι αν τολμούσε η εγκαλούσα να τον εγκαταλείψει, θα άρπαζε το γιο τους και θα εξαφανίζονταν στα βουνά και δεν θα τον ξαναέβλεπε. Οι απειλές αυτές προκαλούσαν τρόμο και ανησυχία στην εγκαλούσα ωστόσο δεν εξαναγκαζόταν λόγω των απειλών αυτών να παραλείπει όλο το ως άνω χρονικό διάστημα να προβεί στην εγκατάλειψή του, εφόσον προέκυψε ότι ενίοτε ταξίδευε μόνη της, ή παρέμενε μόνη της με το παιδί για μεγάλο χρονικό διάστημα τόσο στην Ελλάδα όσο και στον … Για τούτο, η πράξη αυτή πρέπει, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από παράνομη βία να μετατραπεί σε απειλή, αποτελώντας μερικότερη πράξη της ως άνω περιγραφόμενης στο στοιχείο 2 πράξης. Τα ανωτέρω αποδείχθηκαν από το σύνολο των προαναφερομένων αποδεικτικών στοιχείων, ιδίως όμως των καταθέσεων της εγκαλούσας και της μάρτυρος κατηγορίας και δεν αναιρέθηκαν από την κατάθεση του μάρτυρα υπεράσπισης, από τα προσκομισθέντα από τον κατηγορούμενο αποδεικτικά στοιχεία και από την απολογία του. που δεν κρίθηκαν ειλικρινή ως προς την απόκρουση των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών που του αποδίδονται ………..”. Στη συνέχεια, το παραπάνω Δικαστήριο της ουσίας, κήρυξε τον αναιρεσείοντα ένοχο των αξιόποινων πράξεων της: α) σωματικής βλάβης αδυνάμων προσώπων, τετελεσμένη και σε απόπειρα, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση και ενώπιον ανηλίκου τέκνου, β) ενδοοικογενειακής απειλής κατ’ εξακολούθηση και γ) ενδοοικογενειακής προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας κατ’ εξακολούθηση, και του επέβαλε συνολική ποινή φυλάκισης τεσσάρων (4) ετών, την οποία ανέστειλε επί τριετία, υπό τον όρο της μη προσέγγισης της παθούσας … του Ρ., με το ακόλουθο διατακτικό κηρύσσει ένοχο τον κατηγορούμενο ότι: στους κάτωθι αναφερόμενους τόπους και χρόνους κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014 έως και την 26-1-2019 με περισσότερες πράξεις του τέλεσε περισσότερα εγκλήματα και συγκεκριμένα: 1) Στα …, στο … και στο αεροδρόμιο της … της … κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014 έως και την 16-1-2019. με περισσότερες πράξεις του που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, με πρόθεση προξένησε αλλά και επιχείρησε να προξενήσει στην εν διαστάσει πλέον σύντροφο του. κατά τη διάρκεια της συμβίωσής τους, αλλά και στο ανήλικο τέκνο του ενόσω το είχε στην επιμέλειά του μαζί με την εν διαστάσει πλέον, τότε συμβία του και μητέρα του ανηλίκου αλλά και ενόσω το είχε προστασία του, σωματική βλάβη της υγείας τους. Ειδικότερα, ι) αναφορικά με την εγκαλούσα εν διαστάσει πλέον -τότε συμβία του- δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/20-5-2015 συμφώνου συμβίωσης- Μ. Τ. Ί. Γ. του Ρ.: α) το Δεκέμβριο του έτους 2014 ευρισκόμενος στην οικία του στη …, άρπαξε με βία την εν διαστάσει πλέον – τότε συμβία του Μ. Τ. Ί. Γ. του Ρ. από το μπράτσο της επιχειρώντας να της προκαλέσει σωματική βλάβη της υγείας της πλην όμως δεν τα κατάφερε, για λόγους ανεξάρτητους της βούλησης του και δη επειδή η ως άνω εγκαλούσα, τέως συμβία του κατάφερε να του ξεφύγει, β) σε αδιευκρίνιστη ημερομηνία, αλλά πάντως εντός του θέρους του έτους 2016, ευρισκόμενος στην οικία τους στο … έσπρωξε, παρουσία του ανηλίκου τέκνου του. ηλικίας μόλις δύο ετών και κάποιων μηνών, με βιαιότητα και σφοδρότητα της ως άνω εγκαλούσα, τότε συμβία του έτσι ώστε να μην πλησιάσει αυτή το τέκνο τους με αποτέλεσμα η εγκαλούσα να επιπέσει με δύναμη σε τοίχο της οικία και να χτυπήσει το κεφάλι της, ενώ συγχρόνως, ούσα χτυπημένη, την είχε ακινητοποιήσει τα χέρια της με τόση δύναμη, με αποτέλεσμα η ίδια να μη δύναται αν κουνηθεί αλλά και να νιώθει έντονο σωματικό άλγος, γ) σε αδιευκρίνιστη ημερομηνία, αλλά πάντως εντός του καλοκαιριού του έτους 2017, ευρισκόμενος εντός του αυτοκινήτου του με συνοδηγό την ως άνω εγκαλούσα, τότε συμβία του πλησιάζοντας την Εθνική οδό στα … παρουσία του ανηλίκου τέκνου του, το οποίο γεννήθηκε μόλις την 6-4-2014 και ήταν δεμένο στο καρεκλάκι του στα πίσω καθίσματα, επιχείρησε να πετάξει την εγκαλούσα έξωθεν του αυτοκίνητου, πλην όμως δεν τα κατάφερε, για λόγους ανεξαρτήτους της θελήσεώς του και δη επειδή η εγκαλούσα αντιστάθηκε και απέτρεψε την έξοδό της από το αυτοκίνητο και δ) κατά το χρονικό διάστημα, από τη γέννηση του ανηλίκου τέκνου της, ήτοι την 6-4-2014 έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2017, οπότε και η εγκαλούσα κατάφερε και εγκατέλειψε τον κατηγορούμενο, ο τελευταίος ασκούσε συστηματικά σωματική, λεκτική και ψυχολογική βία εις βάρος της. ταρακουνώντας την από τους ώμους, πετώντας βιαίως σε τοίχο της εκάστοτε οικίας του, αρπάζοντάς την από τα μπράτσα, ζουλώντας τα στήθη της, με σκοπό την παραγωγής γάλατος, με αποτέλεσμα να της δημιουργούνται μελανιές και εκχυμώσεις αλλά και έντονο σωματικό άλγος, ενώ παράλληλα της δημιουργούσε ψυχικό πόνο, ικανό να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη στην υγεία της, αφού όλες οι μορφές βίας ήταν καθημερινές, λάμβαναν χώρα ενώπιον του ανηλίκου τέκνου τους αλλά και εις βάρος του τελευταίου, στερώντας του ακόμη και τις βασικές ανάγκες διαβίωσης, όπως τη θέρμανση και την τροφή, ιι) Αναφορικά με το ανήλικο τέκνο του γεννηθέντος την 6-4-2014, α) το Σεπτέμβριο του έτους 2014, ευρισκόμενος στην οικία του στη …, άρπαξε με βιαιότητα από τα χέρια της εγκαλούσας-τότε συμβίας του το ανήλικο τέκνο τους, σφίγγοντάς το με δύναμη με αποτέλεσμα το μόλις ολίγων μηνών τέκνο τους να ξεσπάσει σε γοερά κλάματα, συνεπεία του έντονου σωματικού πόνου που του προκάλεσε, β) το Δεκέμβριο του έτους 2014, στη …, επιχείρησε να αρπάξει το ως άνω ανήλικο τέκνο του από τα χέρια της εγκαλούσας μητέρας του. έχοντας σκοπό να του προκαλέσει σωματική βλάβη της υγείας του και δη για να το συνετίσει όπως δήλωσε στην εγκαλούσα, πλην όμως δεν τα κατάφερε, για λόγους ανεξάρτητους της θελήσεώς του και δη επειδή η εγκαλούσα κρατούσε γερά στην αγκαλιά της το ανήλικο τέκνο τους, γ) στο αεροδρόμιο της … της … το Νοέμβριο του έτους 2015, επέφερε χτυπήματα στον ανήλικο υιό του και δη στο πρόσωπο του, με αποτέλεσμα να του σχιστούν τα χείλη του και να σπάσουν τα νεογιλά δόντια του, δ) το καλοκαίρι του έτους 2016, στο …, υποχρέωσε τον ανήλικο υιό του να στέκεται όρθιος πάνω σε μία ντουλάπα 1.5 μέτρου, με αποτέλεσμα το παιδί να κλαίει γοερά, να παρακαλά να τον κατεβάσει ενώ συγχρόνως του προκλήθηκε έντονο ψυχολογικό πρόβλημα και δη φοβίες, που είχαν ως αποτέλεσμα το παιδί να τραβάει τα μαλλιά του και να ξεριζώνει τούφες από αυτά, ε) τον Ιούλιο του έτους 2016, επιχείρησε να αρπάξει το ανήλικο τέκνο του από το λαιμό και ως εκ τούτου να του προκαλέσει σωματική βλάβη της υγείας του, το λιγότερο δε σωματικό άλγος, πλην όμως δεν τα κατάφερε για λόγους ανεξάρτητους της θελήσεώς του και δη επειδή η εγκαλούσα έπεσε με το βάρος της επάνω του, προκειμένου να προστατέψει το ανήλικο τέκνο της και στ) την 26-1-2019, ενόσω εξασκούσα το δικαίωμα επικοινωνίας του με το ως άνω ανήλικο τέκνο του, προέβη στην άσκηση ψυχολογικής βίας εις βάρος του ανηλίκου τέκνου του, μιας και του αφαίρεσε βιαίως τη βοηθητική συσκευή κατά του άγχους που είχε στα χέρια του, ήταν ένα τουβλάκι από σιλικόνη, με αποτέλεσμα να προκαλέσει έντονο ψυχικό πόνο στο ως άνω ανήλικο, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που το τέκνο του παρουσίασε έξαρση του άγχους και του φόβου προς αυτόν, καθώς επίσης και άρχισε να ξεσκίζει τα ρούχα του, ήτοι τη μπλούζα του. Στις δε ανωτέρω πράξεις του, τόσο εις βάρος της εν άλλοτε συμβίας του δη εγκαλούσας όσο και εις βάρος του ανηλίκου τέκνου του, οι οποίοι συνοικούσαν έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2017 μαζί του, προέβη με δόλο, μιας και ο κατηγορούμενος λειτούργησε κατ’ επανάληψη, με σκοπό μάλιστα όχι μόνο την πρόκληση σωματικών βλαβών αλλά και βλαβών της ψυχικής τους υγείας. 2) Στα … και στο …, κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014 έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2017, με περισσότερες πράξεις του που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, προκάλεσε σε άλλο μέλος της οικογένειάς του τρόμο και ανησυχία απειλώντας το με βία ή άλλη παράνομη πράξη και ειδικότερα, στους ως άνω τόπους, κατά το ως άνω χρονικό διάστημα, σχεδόν σε καθημερινή βάση ξυπνούσε την τότε συμβία του Μ. Τ. Ί. Γ. του Ρ., στις 2 και 3 τα ξημερώματα και την απειλούσε με τη φράση “θα σε σκοτώσω”, ενώ επιπλέον σε καθημερινή βάση, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της συμβίωσης τους. την απειλούσε ουρλιάζοντας με τις φράσεις “θα σε χτυπήσω στο σαγόνι και στο στόμα” εξαγγέλλοντας με τον τρόπο αυτό κακό σε βάρος της σωματικής της ακεραιότητας αλλά και εις βάρος της ζωής της, με αποτέλεσμα αυτή να περιέρχεται συνεχώς σε κατάσταση έντονου φόβου και διατάραξης της ψυχικής της ειρήνης. Επιπλέον, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας (4η πράξη ως μερικότερη 2ης), στον ανωτέρω τόπο κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014. οπότε και γεννήθηκε το ανήλικο τέκνο του, έως και το Σεπτέμβριο 2017, απειλούσε την εγκαλούσα συμβία του, Μ. Τ. Ί. Γ. του Ρ. “στην Κρήτη είναι πολύ εύκολο να κρύψεις ένα πτώμα και κανένας να μη το βρει” καθώς και ότι αν τολμούσε η εγκαλούσα να τον εγκαταλείψει, θα άρπαζε το γιο τους και θα εξαφανίζονταν στα βουνά και δεν θα τον ξαναέβλεπε. 3) Στα … και στο αεροδρόμιο της … της … κατά το χρονικό διάστημα από την 6-4-2014 έως και την 26-1-2019, με περισσότερες πράξεις του που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, προσέβαλε την αξιοπρέπεια άλλων μελών της οικογένειας του, μεταξύ των οποίων και του ανηλίκου, με ιδιαίτερα ταπεινωτικό λόγο που ανάγεται στη γενετήσια ζωή του. Ειδικότερα, στους ως άνω τόπους, ι) το Νοέμβριο του έτος 2015, αποκάλεσε την εγκαλούσε, τότε συμβία του, Μ. Τ. Ί. Γ. του Ρ. “χαζό μουλά”, ενώ, κατά το χρονικό διάστημα της συμβίωσής τους ήτοι από τη γέννηση του ανήλικου τέκνου του (6-4-2014) έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2017, την αποκαλούσε “βρώμα, μουνί και πουτάνα” με λέξεις δηλαδή ιδιαίτερα ταπεινωτικές, που ανάγονται στη γενετήσια αξιοπρέπειά της εγκαλούσας, προσέβαλε την αξιοπρέπειά της και ιι) το Νοέμβριο του έτους 2015, αποκάλεσε τον ανήλικο υιό του “αδερφή” ενώ το Ιούλιο του έτους 2017, αποκάλεσε τον υιό του “αδερφούλα, ήτοι με τις προηγούμενες αναφερόμενες λέξεις του οι οποίες είναι ιδιαίτερα απαξιωτικές και ανάγονται στη σφαίρα της γενετήσιας ζωής του ως άνω ανηλίκου και ως εκ τούτου προσέβαλε βάναυσα γενετήσια αξιοπρέπεια και του ανηλίκου τέκνου του”. Με τις ως άνω παραδοχές, οι οποίες διαλαμβάνονται στο σκεπτικό, σε συνδυασμό με όσα αναφέρονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που παραδεκτά αλληλοσυμπληρώνονται, το δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην εν λόγω απόφασή του την επιβαλλόμενη κατά τα άνω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σ’ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των ως άνω εγκλημάτων, για τα οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά (καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, έγγραφα που αναγνώστηκαν στο ακροατήριο, ισχυρισμοί που αναπτύχθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο), καθώς και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 1, 14, 26 παρ. 1α, 27, 42 παρ.1, 98, 308 παρ. 1 εδ. α’, 312 παρ. 1 περ. α’, παρ. 2 εδ. α’, παρ. 3 και 4 του ΠΚ σε συνδυασμό με τα άρθρα 1, 2, 7 παρ.1 και 2, 9 παρ. 1 και 2, 17 και 18 του ν. 3500/2006, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, με ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και χωρίς να στερήσει την απόφαση νόμιμης βάσης. Πιο συγκεκριμένα: 1) αναφέρεται η σχέση του αναιρεσείοντος – και των παθόντων (η υποστηρίζουσα την κατηγορία, σύντροφός του δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/20-5-2015 συμφώνου συμβίωσης – καθώς και το ανήλικο τέκνο του), 2) αναφέρονται οι απαξιωτικές φράσεις τις οποίες απηύθυνε, στους ανωτέρω τόπους και χρόνους, στην τότε σύντροφό του τις ως άνω απειλητικές φράσεις, οι οποίες εμποίησαν σ’ αυτήν φόβο και διατάραξη της ψυχικής της ηρεμίας, 3) αναφέρονται οι σωματικές βλάβες τις οποίες προκάλεσε στην σύντροφό του κατά τη διάρκεια της συμβίωσης τους και στο ανήλικο τέκνο του, 4) αναφέρονται οι ενέργειές του και τα ιδιαίτερα ταπεινωτικά λόγια, αλλά και οι απαξιωτικές λέξεις που ανάγονται στη σφαίρα της γενετήσιας ζωής του ως άνω ανηλίκου, καθώς και ο τρόπος που προσέβαλε την αξιοπρέπεια της τότε συμβίας του, κατά τόπο και χρόνο και λοιπές περιστάσεις. Η αιτιολογία της ως άνω προσβαλλόμενης απόφασης, δεν εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά, τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατύπωσης του σκεπτικού της. Πράγματι στο σκεπτικό και διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης αναφέρονται με λεπτομέρεια οι συνθήκες τέλεσης των εγκλημάτων της α) σωματικής βλάβης αδυνάμων προσώπων, τετελεσμένη και σε απόπειρα, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση και ενώπιον ανηλίκου τέκνου, β) ενδοοικογενειακής απειλής κατ’ εξακολούθηση και γ) ενδοοικογενειακής προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας κατ’ εξακολούθηση, κατά τρόπο, τόπο, χρόνο και λοιπές περιστάσεις, με τόση πληρότητα και σαφήνεια, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατύπωσης του σκεπτικού της και δεν αρκείται μόνο στα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, όπως αβασίμως διατείνεται ο αναιρεσείων. Η αμφισβήτηση από τον αναιρεσείοντα του νομικού χαρακτηρισμού των πράξεων για τις οποίες κηρύχτηκε ένοχος και ο ισχυρισμός του για μη συνδρομή της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των ως άνω εγκλημάτων, συνιστούν αρνητικούς της κατηγορίας ισχυρισμούς, για την απόρριψη των οποίων, δεν απαιτείται ειδική αιτιολογία, αφού το δικαστήριο απαντά αιτιολογημένα στους ως άνω ισχυρισμούς με την κατά τα προεκτεθέντα αιτιολογημένη παραδοχή του ότι συντρέχουν τα στοιχεία της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των πράξεων για τις οποίες τον κήρυξε ένοχο. Σχετικά με τις αποδείξεις, που λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν για το σχηματισμό της κρίσης του Δικαστηρίου της ουσίας, αναφέρονται στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης τα αποδεικτικά μέσα, κατά το είδος τους (ανωμοτί κατάθεση της μάρτυρας για την υποστήριξη της κατηγορίας, ένορκη κατάθεση της μάρτυρος κατηγορίας και υπεράσπισης, αναγνωσθέντα έγγραφα, απολογία κατηγορουμένου), από τα οποία το εν λόγω Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτιμήθηκαν και κατέληξε στην καταδικαστική του κρίση χωρίς να είναι απαραίτητο, να εκτίθεται τί προέκυψε ξεχωριστά από το καθένα και χωρίς να απαιτείται συγκριτική στάθμιση, αξιολογική συσχέτιση και ανάλογη δικαιοδοτική εκτίμηση τούτων ή προσδιορισμός της αποδεικτικής βαρύτητας καθενός, ενώ από το όλο περιεχόμενο της απόφασης αυτής καθίσταται βέβαιο, ότι λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα στο σύνολό τους και όχι μόνο ορισμένα από αυτά κατ’ επιλογή. Οι διαλαμβανόμενες στους λόγους αναίρεσης σχετικές με την κατηγορία για τις ως άνω πράξεις, διάσπαρτες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, που αναφέρονται σε εσφαλμένη αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων, με παράθεση σκέψεων και συλλογισμών αυτού, που, κατά την άποψή του, οδηγούν σε διαφορετικά συμπεράσματα από εκείνα, στα οποία κατέληξε το Δικαστήριο της ουσίας και αιτιάσεων, που αφορούν την επί της ουσίας κρίση του Δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου και αποτελούν απλώς επιχειρήματα προς απόσειση της ενοχής του και αμφισβήτηση των σε βάρος αυτού ουσιαστικών παραδοχών της προσβαλλόμενης απόφασης και της ορθότητας του αποδεικτικού πορίσματός της, δεν συνιστούν, κατά τα εκτεθέντα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, λόγους αναίρεσης και απαραδέκτως προβάλλονται καθόσον, με την επίφαση της έλλειψης αιτιολογίας, πλήττουν ανεπίτρεπτα την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Σε ακολουθία των παραπάνω, ο σχετικός, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` του ΚΠΔ, λόγος αναίρεσης, με τον οποίο υποστηρίζεται τα αντίθετα και πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Μετά από αυτά και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως του Π. Π. του Δ., κατοίκου Αθηνών και να καταδικαστεί o αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας(άρθρο 578 του Κ.Π.Δ.) και την δικαστική δαπάνη της νομίμως παρασταθείσας υποστηρίζουσας την κατηγορία G. M. T. I. TOY R. (άρθρα 176,183 του Κ.Πολ.Δ.) κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό οριζόμενα
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ.
Δέχεται την, από 23-6-2022, αίτηση της G. M. T. I. TOY R., κατοίκου …, υποστηρίζουσας την κατηγορία, για διόρθωση της υπ’ αριθμ. 63/2022 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Κρήτης.
Διατάσσει τη διόρθωση της ως άνω υπ’ αριθμ. 63/2022 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Κρήτης, α) ως προς το όνομα της διορισθείσας για την διερμηνεία από την Αγγλική στην Ελληνική, από το εσφαλμένο Μ. Π. στο ορθό Μ. Π. (σελ. 5 στοίχοι 14 και 29) και β) αναφορικά με το εκ παραδρομής αναφερθέν ότι η εν λόγω μεταφράστρια δεν περιλαμβάνεται στον ειδικό κατάλογο διερμηνέων του Δικαστηρίου για το έτος 2022 στο ορθό ότι περιλαμβάνεται στον εν λόγω κατάλογο 9 σελ. 5 στοίχοι 17, 21 και 25).
Απορρίπτει την με αριθμ. πρωτ. …/8-4-2022 αίτηση του Π. Π. του Δ., κατοίκου …, για αναίρεση της με αριθμό 63/2022 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Κρήτης. Επιβάλλει σε βάρος του ως άνω αναιρεσείοντος τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας τα οποία ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. και τη δικαστική δαπάνη της υποστηρίζουσας την κατηγορία G. M. T. I. TOY R. εκ πεντακοσίων (500,00) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Σεπτεμβρίου 2022.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 4 Νοεμβρίου 2022.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 1438 / 2022 Άρθρο 312 Ποινικός Κώδικας -Σωματική βλάβη αδύναμων ατόμων
Πηγή :
Προηγούμενο άρθροΤριετίες: Σε ποιους κλάδους δεν χορηγείται – Που θα βρουν οι εργαζόμενοι την προϋπηρεσία τους
Επόμενο άρθρο ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ 293 /2024 Σιωπηρή αναμίσθωση