Η παραβίαση των υποχρεώσεων των διαδίκων είναι απόρροια του εμμονικού χαρακτήρα τους και δεν έχει συντελέσει στη διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του ανηλίκου με τους γονείς του
Την από κοινού άσκηση της επιμέλειας ανηλίκου, με το σύστημα της εναλλασσόμενης διαμονής, παρά τις τεταμένες σχέσεις μεταξύ των γονέων, αποφάσισε το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με πρόσφατη απόφασή του (ΜΠρΑθ 4575/2024).
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο διαπίστωσε πως οι σχέσεις των διαδίκων, γονέων του ανηλίκου, είναι εξαιρετικά τεταμένες, κυρίως λόγω οικονομικών διαφορών, αλλά και λόγω του ότι κατηγορούν ο ένας τον άλλον για τις αιτίες που προκάλεσαν τη διάσπαση της σχέσης τους.
Τα γεγονότα αυτά, όπως επισημαίνει το δικαστήριο, βεβαίως και δεν βοηθούν στην εξομάλυνση των σχέσεων των διαδίκων προς συμφέρον του ανηλίκου τέκνου τους, το οποίο επιτάσσει να μεγαλώνει με γονείς που συνεργάζονται και παραμερίζουν τις όποιες διαφορές οδήγησαν στη διάσπαση της συμβίωσής τους, για το καλό του. Επεσήμανε, μάλιστα, πως η συμπεριφορά αμφότερων των διαδίκων συνιστά κακή άσκηση της γονικής μέριμνας εκ μέρους τους, κατ’ άρθρο 1532 ΑΚ.
Ωστόσο, το δικαστήριο δέχθηκε ότι η παραβίαση των υποχρεώσεών τους είναι απόρροια του χαρακτήρα και των δύο διαδίκων, οι οποίοι παρουσιάζουν εμμονικά στοιχεία αμφότεροι, χωρίς ωστόσο να παρουσιάζουν οξεία ενεργό ψυχοπαθολογία, αναμενόμενη για ανάλογες περιπτώσεις κυρίως κατά το πρώτο χρονικό διάστημα της διάστασης που οι σχέσεις των αντιδίκων είναι τεταμένες, λόγω και της δικαστικής διένεξης, και δεν συντέλεσε, πολλώ δε μάλλον υπαίτια, στη διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του ανηλίκου με τους γονείς του.
Ακολούθως, το δικαστήριο δέχθηκε ότι αμφότεροι οι δύο γονείς έχουν σοβαρή πρόθεση και ψυχική διάθεση να ασχοληθούν με την ανατροφή του παιδιού τους και ότι είναι και οι δύο εξίσου κατάλληλοι για την ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους.
Ειδικότερα, διαπίστωσε ότι το ανήλικο τέκνο διατηρεί ισχυρό συναισθηματικό δεσμό με τη μητέρα του, με την οποία άλλωστε συμβιώνει από γεννήσεώς του και η οποία το περιβάλει με αγάπη και στοργή και ενδιαφέρεται και φροντίζει για την ανατροφή, την επίβλεψη και την ψυχοσωματική του υγεία και ανάπτυξη και είναι σε θέση να εξασφαλίσει ήρεμο και ομαλό ατομικό και οικογενειακό περιβάλλον. Αλλά και με τον πατέρα του αποδείχθηκε ότι το τέκνο έχει δημιουργήσει ένα δυνατό ψυχικό δεσμό και έχουν αναπτυχθεί αμοιβαία μεταξύ τους αισθήματα στοργής και αγάπης, τα οποία ουδόλως έχουν ατονήσει, καθόσον είχε συστηματική επαφή και επικοινωνία με αυτό, στα πλαίσια των σχετικών αποφάσεων ασφαλιστικών μέτρων, αφιερώνοντας συνειδητά ποιοτικό χρόνο σε αυτό και αποσκοπώντας στην οικοδόμηση και διατήρηση μίας στενής συναισθηματικής σχέσης μεταξύ τους.
Κατόπιν των ανωτέρω, ενόψει της καταλληλότητας και των δύο γονέων και της θέλησής τους να ασχοληθούν συστηματικά με το τέκνο τους, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν διαθέτουν άλλους κατιόντες, το δικαστήριο έκρινε ότι, σύμφωνα με τα κριτήρια των άρθρων 1511 και 1514 παρ. 3 τελ. εδ., όπως ισχύουν, το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου, που πρέπει να προάγεται από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και στη φροντίδα του, επιβάλλει την ανάθεση της άσκησης της επιμέλειας του στους διαδίκους από κοινού, με τη μορφή όμως της χρονικής κατανομής αυτής ανάμεσα στους δύο γονείς.
Απόσπασμα απόφασης
Περαιτέρω με την υπ’ αριθμ. 5831/2019 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, κατόπιν αίτησης της εναγομένης- ενάγουσας για την αποκλειστική ανάθεση της επιμέλειας του τέκνου της στην ίδια και για την καταβολή διατροφής για λογαριασμό του ανηλίκου και συναφούς αίτησης του ενάγοντας – εναγομένου περί ρύθμισης του δικαιώματος του επικοινωνίας με το ανήλικο 1) απορρίφθηκε το αίτημα της ενάγουσας περί ανάθεσης της προσωρινής επιμέλειας του εκουσίως αναγνωρισθέντος τέκνου της, ως μη νόμιμο λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος, καθόσον, κατά την προΐσχύσασα μορφή του άρθρου 1515 ΑΚ, ήτοι πριν την τροποποίησή του με το Νόμο 4800/2021, η άσκηση της επιμέλειας ανηλίκου τέκνου, γεννημένου εκτός γάμου των γονέων του, αλλά εκουσίως αναγνωρισθέντος από τον πατέρα του, ανήκει αποκλειστικά στη μητέρα του, 2) υποχρεώθηκε ο πατέρας του ανηλίκου να καταβάλει προσωρινά στην εναγομένη- ενάγουσα μητέρα για λογαριασμό του ανηλίκου ως συμμετοχή του στη μηνιαία διατροφή του το ποσόν των 450 ευρώ και 3) ρύθμισε προσωρινά το δικαίωμα της επικοινωνίας του πατέρα με το ανήλικο τέκνο του κατά τον αναφερόμενο στην απόφαση τρόπο. Περαιτέρω με την υπ’ αριθμ. 3401/2023 Απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, κατόπιν σχετικής αίτησης του ενάγονιος – εναγομένου, μεταρρυθμίστηκε η ως άνω απόφαση ως προς τη διάταξή της περί επιδίκασης διατροφής, η οποία ορίστηκε στο ποσόν των 300 ευρώ και ως προς τη διάταξη περί ρύθμισης της επικοινωνίας, η οποία διευρύνθηκε, κατά τον αναφερόμενο στην εν λόγω απόφαση τρόπο. Την απόφαση αυτή οι διάδικοι έως σήμερα την τήρησαν σε γενικές γραμμές. Όμως οι σχέσεις των διαδίκων από την διακοπή της σχέσης τους μέχρι σήμερα εξακολουθούν να είναι τεταμένες, κυρίως λόγω οικονομικών διαφορών, αλλά και λόγω του ότι οι διάδικοι κατηγορούν ο ένας τον άλλον για τις αιτίες που προκάλεσαν τη διάσπαση της σχέσης τους. Τα γεγονότα αυτά βεβαίως και δεν βοηθούν στην εξομάλυνση των σχέσεων τους, προς συμφέρον του ανηλίκου τέκνου τους, το οποίο επιτάσσει να μεγαλώνει με γονείς που συνεργάζονται και παραμερίζουν τις όποιες διαφορές, που τους οδήγησαν στη διάσπαση της συμβίωσής τους, για το καλό του. Οι ανωτέρω συμπεριφορές αμφοτέρων των διαδίκων και ιδίως η εμφάνιση προσκομμάτων κατά την άσκηση του δικαιώματος της επικοινωνίας του ενάγοντας – εναγομένου με το τέκνο του αλλά και η προσπάθεια αμφοτέρων να αποδομήσουν τον γονεϊκό ρόλο ο ένας του άλλου, εξαιτίας των εκατέρωθεν κατηγοριών, αφενός περί αλλοπρόσαλλης, εριστικής συμπεριφοράς και περί προθέσεώς της να αποξενώσει τον πατέρα από το τέκνο του, από την πλευρά της μητέρας και περί προσχηματικού αιτήματος περί συνεπιμέλειας από την πλευρά του πατέρα, λόγω της πραγματικής πρόθεσής του να μην συμβάλει οικονομικά στις ανάγκες του τέκνου, αλλά και περί βίαιης συμπεριφοράς στο πρόσωπό της, γεγονότα που είναι αδύνατο να αποκρύβουν από το ανήλικο τέκνο λόγω του μεγάλου αριθμού δικών που έχουν ανοιχθεί μεταξύ τους, συνιστούν κακή άσκηση της γονικής μέριμνας εκ μέρους τους (άρθρο 1532 ΑΚ). Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε η παραβίαση των υποχρεώσεων τους από πλευράς των διαδίκων είναι απόρροια του χαρακτήρα και των δύο διαδίκων οι οποίοι παρουσιάζουν εμμονικά στοιχεία αμφότεροι (βλ. το υπ’ αριθμ. ./28-3-2022 έγγραφο του κέντρου ψυχικής υγείας του ΓΝΑ «Η ΣΩΤΗΡΙΑ», που εκδόθηκε στα πλαίσια της υπ’ αριθμ. 901/2019 Εισαγγελικής Παραγγελίας), χωρίς ωστόσο να παρουσιάζουν αμφότεροι οξεία ενεργό ψυχοπαθολογία (βλ. τα υπ’ αριθμ. . και ./2-8-2022 έγγραφα του ίδιου ως άνω κέντρου που εκδόθηκαν στα πλαίσια της ως άνω παραγγελίας και υπογράφουν οι ψυχίατροι . και ., μετά από κλινική εξέταση και ψυχομετρικό έλεγχο με ΜΜΡΙ που διενήργησαν σε αμφοτέρους τους διαδίκους), αναμενόμενη για ανάλογες περιπτώσεις κυρίως κατά το πρώτο χρονικό διάστημα της διάστασης που οι σχέσεις των αντιδίκων είναι τεταμένες, λόγω και της δικαστικής διένεξης, και δεν συντέλεσε, πολλώ δε μάλλον υπαίτια, στη διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του ανηλίκου με τους γονείς του. Οι διάδικοι εξάλλου έχουν και οι δύο το ίδιο ψυχολογικό προφίλ, πράγμα που αποτέλεσε και την βαθύτερη αιτία των συνεχόμενων συγκρούσεών τους από τη αρχή της γνωριμίας τους. Και συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στο ως άνω υπ’ αριθμ. ./2-8-2022 έγγραφο, που αφορά την εναγομένη- ενάγουσα: «άτομα με το συγκεκριμένο προφίλ έχουν δυσκολία στην αναγνώριση και διαχείριση συναισθημάτων θυμού και άγχους, χρησιμοποιούν πολύ την εκλογίκευση, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις εμφανίζονται καχύποπτοι και επιφυλακτικοί». Ενώ στο ως άνω υπ’ αριθμ. ./2-8-2022 έγγραφο, που αφορά τον ενάγοντα – εναγόμενο αναφέρεται: «άτομα με το συγκεκριμένο προφίλ έχουν δυσκολία στην αναγνώριση και διαχείριση συναισθημάτων θυμού και επιθετικότητας. Οι άλλοι μπορεί να αναγνωρίσουν ότι είναι θυμωμένοι, οι ίδιοι όμως το αρνούνται. Χαρακτηρίζονται από επιφυλακτικότητα και καχυποψία». Εξάλλου, εφόσον έχει διασπαστεί η σχέση των διαδίκων και ενόψει και των μεταξύ τους εντάσεων, ανακύπτει ανάγκη ρύθμισης των βιοτικών σχέσεων του ανηλίκου τέκνου τους και της οριστικής ρύθμισης της επιμέλειας αυτού. Ο ενάγων – εναγόμενος εργαζόταν ως προγραμματιστής στην εταιρεία ηλεκτρονικών υπολογιστών με την επωνυμία «οικονομοτεχνική ΑΕ», έως τις 9-11-2022, ότε και καταγγέλθηκε η σύμβασή του και σήμερα είναι άνεργος. Διαμένει, όπως προαναφέρθηκε σε διαμέρισμα ιδιοκτησίας του, στα Άνω Πατήσια, επί της οδού …, το οποίο απέχει μόλις 1 χλμ. από το διαμέρισμα που διαμένει η εναγομένη – ενάγουσα με το ανήλικο τέκνο της. Περαιτέρω, από την αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε η αγάπη και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον, η σοβαρή πρόθεση και η ψυχική διάθεση και των δύο γονέων για να ασχοληθούν με την ανατροφή του παιδιού τους και ότι και οι δύο γονείς είναι εξίσου κατάλληλοι για την ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους. Ειδικότερα, αυτό, διατηρεί ισχυρό συναισθηματικό δεσμό με τη μητέρα του, με την οποία άλλωστε συμβιώνει από γεννήσεώς του και η οποία το περιβάλει με αγάπη και στοργή και ενδιαφέρεται και φροντίζει για την ανατροφή, την επίβλεψη και την ψυχοσωματική του υγεία και ανάπτυξη και είναι σε θέση να εξασφαλίσει ήρεμο και ομαλό ατομικό και οικογενειακό περιβάλλον. Αλλά και με τον πατέρα του αποδείχθηκε ότι το τέκνο έχει δημιουργήσει ένα δυνατό ψυχικό δεσμό και έχουν αναπτυχθεί αμοιβαία μεταξύ τους αισθήματα στοργής και αγάπης, τα οποία ουδόλως έχουν ατονήσει, καθόσον, κατά το χρονικό διάστημα από την έκδοση της υπ’ αριθμ. 5831/2019 αποφάσεως μέχρι και τη συζήτηση της υπό κρίση αγωγής, είχε συστηματική επαφή και επικοινωνία με αυτό, στα πλαίσια των σχετικών αποφάσεων ασφαλιστικών μέτρων που του επέτρεπε την επικοινωνία του μ’ αυτό, αφιερώνοντας συνειδητά ποιοτικό χρόνο σε αυτό και αποσκοπώντας στην οικοδόμηση και διατήρηση μίας στενής συναισθηματικής σχέσης μεταξύ τους. Την τελευταία αυτή απόφαση τήρησε σε γενικές γραμμές και η μητέρα του επιτρέποντας την επικοινωνία του πατέρα του μ’ αυτό, οι φορές που δεν συνέβη αυτό είναι εύλογο και αναμενόμενο για ανάλογες περιπτώσεις και δεν συντέλεσε, πολλώ δε μάλλον υπαίτια, στη διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του ανηλίκου με τον πατέρα του.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr.