“Δεν συντρέχει περίπτωση να αποκλειστεί ο πατέρας από την άσκηση της επιμέλειας της ανήλικης κόρης” είπε το Πρωτοδικείο Αθηνών.
Νέα δικαίωση προς τον πατέρα ήρθε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, μετά την απόρριψη αίτησης από την πλευρά της μητέρας, όπου «επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση και ακαταλληλότητα του καθ’ ου να ασκεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο την επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου τέκνου τους και αδυναμία άσκησης από κοινού της επιμέλειάς του, ως είχε ορισθεί μεταξύ των διαδίκων δυνάμει της συμφωνίας τους περί συναινετικής λύσης του μεταξύ τους γάμου, καθώς και ότι υφίσταται άμεσος κίνδυνος για το αληθές συμφέρον του παιδιού τους, ζητά, ατομικά και ως συνασκούσα την γονική μέριμνα της ανήλικης, να της ανατεθεί προσωρινά η αποκλειστική επιμέλεια της ανήλικης κόρης των διαδίκων».
Από την πλευρά του, ο πατέρας ουσιαστικά ζητά «να απορριφθεί η προηγηθείσα χρονικά αίτηση της μητέρας και, επικαλούμενος επείγουσα περίπτωση, καθώς και το συμφέρον του τέκνου τους, σε συνδυασμό με την απροθυμία της αντιδίκου του να ρυθμίσουν, εκ νέου, εξωδικαστικά το ζήτημα της επιμέλειας του τέκνου τους, ο αϊτών ζητεί, ατομικά και ως συνασκών τη γονική μέριμνα του ανήλικου, να διαταχθεί να εξακολουθήσει η άσκηση της γονικής μέριμνάς του από κοινού και εξίσου από αμφότερους τους διαδίκους, κατά το ειδικότερο σχέδιο εναλλασσόμενης διαμονής στις οικίες και των δύο».
Ο πατέρας ζητά «να λυθεί η διαφωνία μεταξύ των διαδίκων περί ορισμού εξειδικευμένου παιδοψυχιάτρου που θα ξεκινήσει συνεδρίες και να υποχρεωθεί η καθ’ ης (σ.σ. μητέρα) να συναινέσει στην επιλογή του προτεινόμενου από τον ίδιο ψυχιάτρου ως θεράποντος ιατρού της κόρης τους ώστε να διερευνηθούν τα αίτια της αιφνίδιας μεταστροφής της συμπεριφοράς της ανήλικης και να αποκατασταθεί, σταδιακά η μεταξύ τους σχέση».
Η διαταγή της συνεπιμέλειας
Πλην όμως, για λόγους για τους οποίους η μητέρα δεν πιθανολογείται να έχει υπαιτιότητα, η προσωρινή αυτή διαταγή ουδέποτε τηρήθηκε. Αιτία για την μη τήρηση της διαταγής αυτής ήταν, ως αμφότεροι οι διάδικοι συνομολογούν, η όξυνση των αρνητικών συναισθημάτων της ανήλικης απέναντι στον πατέρα της. Η διάθεση αυτή πιθανολογείται ότι οφείλεται σε σειρά παραγόντων. Ειδικότερα, το χρονικό σημείο της έναρξης εκδήλωσης της διάθεσης της ανήλικης συμπίπτει πλήρως με την πλήρη διάρρηξη των σχέσεων μεταξύ των διαδίκων, κατόπιν παραινέσεων του πατέρα της να υπάρχει, εκ μέρους της αντιδίκου της, μεγαλύτερη επίβλεψη της ανήλικης, καθώς είχε παρατηρήσει ότι της επιτρέπεται να περπατά μεγάλες αποστάσεις σε λεωφόρους μόνη της, χωρίς την επίβλεψη ενήλικα, οπότε και παρέπεται ότι η ανήλικη, η οποία ως προέκυψε από την προσωπική επικοινωνία της Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού με την ίδια είναι ιδιαίτερη ώριμη και ευφυής και δίνει, κατά τη συνομιλία μαζί της, την εντύπωση παιδιού μεγαλύτερης ηλικίας, αντέδρασε, έμμεσα και χωρίς τη γνώση ή την προσπάθεια εκ μέρους της μητέρας της, στη διαμάχη μεταξύ των γονέων, λαμβάνοντας ουσιαστικά θέση σε αυτή υπέρ της μητέρας της.
Η απόφαση του Δικαστηρίου: Δεν συντρέχει περίπτωση να αποκλειστεί ο πατέρας
Ωστόσο, βάσει της απόφασης από κανένα αποδεικτικό μέσο «δεν πιθανολογήθηκε ότι ο πατέρας τυγχάνει ακατάλληλος, κατά τους όρους του νόμου σύμφωνα με τα αναλυτικά διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη της παρούσας, προκειμένου να ασκεί την επιμέλεια. Ειδικότερα δεν πιθανολογήθηκε ότι ο πατέρας τυγχάνει κακοποιητικός, ψυχικά διαταραγμένος ή αδιάφορος. Αντίθετα δε με τους ισχυρισμούς της μητέρας, η ανήλικη προσδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα σε τρία περιστατικά και, ειδικότερα, στην εκ μέρους του πατέρα της εγκατάλειψη δεσποζόμενου ζώου στο οποίο και είχε ιδιαίτερη αδυναμία, στην εκφορά αρνητικών σχολίων για την εμφάνιση γονέων φίλων της και στην έντονή του αντίδραση σε καυγά με τη μητέρα, χωρίς να φαίνεται να έχει επηρεασθεί από τα αναφερόμενα εκ μέρους της αιτούσας πραγματικά περιστατικά».
Όπως τονίζεται «πρόκειται για παιδί που βρίσκεται προ της εφηβείας, οπότε και, δοθείσης της ιδιαίτερης, κατά τα ως άνω πνευματικής του ανάπτυξης, ανακαλύπτει και διεκδικείται τα θέλω του και επιχειρεί να αποκτήσει αυτονομία. Αναφορικά δε με τον ισχυρισμό περί αδυναμίας του πατέρα να προσφέρει βοήθεια στην ανήλικη για την αντιμετώπιση της χρόνιας πάθησής της, τούτος δεν πιθανολογείται βάσιμος. Πλην όμως, για λόγους για τους οποίους η μητέρα δεν πιθανολογείται να έχει υπαιτιότητα, η προσωρινή αυτή διαταγή ουδέποτε τηρήθηκε. Αιτία για την μη τήρηση της διαταγής αυτής ήταν, ως αμφότεροι οι διάδικοι συνομολογούν, η όξυνση των αρνητικών συναισθημάτων της ανήλικης . απέναντι στον πατέρα της. Η διάθεση αυτή πιθανολογείται ότι οφείλεται σε σειρά παραγόντων. Ειδικότερα, το χρονικό σημείο της έναρξης εκδήλωσης της διάθεσης της ανήλικης συμπίπτει πλήρως με την πλήρη διάρρηξη των σχέσεων μεταξύ των διαδίκων, κατόπιν παραινέσεων του πατέρα της να υπάρχει, εκ μέρους της αντιδίκου της, μεγαλύτερη επίβλεψη της ανήλικης, καθώς είχε παρατηρήσει ότι της επιτρέπεται να περπατά μεγάλες αποστάσεις σε λεωφόρους μόνη της, χωρίς την επίβλεψη ενήλικα, οπότε και παρέπεται ότι η ανήλικη, η οποία ως προέκυψε από την προσωπική επικοινωνία της Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού με την ίδια είναι ιδιαίτερη ώριμη και ευφυής και δίνει, κατά τη συνομιλία μαζί της, την εντύπωση παιδιού μεγαλύτερης ηλικίας, αντέδρασε, έμμεσα και χωρίς τη γνώση ή την προσπάθεια εκ μέρους της μητέρας της, στη διαμάχη μεταξύ των γονέων, λαμβάνοντας ουσιαστικά θέση σε αυτή υπέρ της μητέρας της. Ωστόσο, από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν πιθανολογήθηκε ότι ο πατέρας τυγχάνει ακατάλληλος, κατά τους όρους του νόμου σύμφωνα με τα αναλυτικά διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη της παρούσας, προκειμένου να ασκεί την επιμέλεια. Ειδικότερα δεν πιθανολογήθηκε ότι ο πατέρας τυγχάνει κακοποιητικός, ψυχικά διαταραγμένος ή αδιάφορος. Αντίθετα δε με τους ισχυρισμούς της μητέρας, η ανήλικη προσδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα σε τρία περιστατικά και, ειδικότερα, στην εκ μέρους του πατέρα της εγκατάλειψη δεσποζόμενου ζώου στο οποίο και είχε ιδιαίτερη αδυναμία, στην εκφορά αρνητικών σχολίων για την εμφάνιση γονέων φίλων της και στην έντονή του αντίδραση σε καυγά με τη μητέρα, χωρίς να φαίνεται να έχει επηρεασθεί από τα αναφερόμενα εκ μέρους της αιτούσας πραγματικά περιστατικά. Αξίζει δε να επισημανθεί ότι πρόκειται για παιδί που βρίσκεται προ της εφηβείας, οπότε και, δοθείσης της ιδιαίτερης, κατά τα ως άνω πνευματικής του ανάπτυξης, ανακαλύπτει και διεκδικείτα θέλω του και επιχειρεί να αποκτήσει αυτονομία. Αναφορικά δε με τον ισχυρισμό περί αδυναμίας του πατέρα να προσφέρει βοήθεια στην ανήλικη για την αντιμετώπιση της χρόνιας πάθησής της, τούτος δεν πιθανολογείται βάσιμος. Τουναντίον, αφ’ ενός μεν πιθανολογείται ότι ο πατέρας, τόσο κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης οπότε και έλαβε χώρα η επέμβαση και η μετεγχειρητική αντιμετώπιση του περιστατικού, επικοινωνούσε ατομικά και προσωπικά με την θεράπουσα ιατρό, όσο και μετά από το τέλος της διατηρούσε μέρος στο σπίτι με φαρμακευτικό υλικό, το οποίο και ήθελε να παράσχει στη μητέρα προς υποβοήθησή της σε ενδεχόμενο ταξίδι της με την ανήλικη. Επισημαίνεται, με δεδομένο ότι η ίδια η μητέρα πάσχει από την ίδια νόσο, παρέπεται ότι γνωρίζει, σαφώς, καλύτερα, εξ ιδίας πείρας, τις ιδιαίτερες ανάγκες της ανήλικης και για αυτόν, εξάλλου το λόγο, κατά τη διάρκεια καλής επικοινωνίας μεταξύ των γονέων, υπήρχε συστηματικά επικοινωνία μεταξύ τους και αναφορικά με τις συνήθειες της ανήλικης (διατροφολόγιο, κενώσεις κ.λπ.). Επομένως, δε συντρέχει περίπτωση να αποκλειστεί ο πατέρας από την άσκηση της επιμέλειας της ανήλικης κόρης
Τουναντίον, αφ’ ενός μεν πιθανολογείται ότι ο πατέρας, τόσο κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης οπότε και έλαβε χώρα η επέμβαση και η μετεγχειρητική αντιμετώπιση του περιστατικού, επικοινωνούσε ατομικά και προσωπικά με την θεράπουσα ιατρό, όσο και μετά από το τέλος της διατηρούσε μέρος στο σπίτι με φαρμακευτικό υλικό, το οποίο και ήθελε να παράσχει στη μητέρα προς υποβοήθησή της σε ενδεχόμενο ταξίδι της με την ανήλικη.
Επισημαίνεται, με δεδομένο ότι η ίδια η μητέρα πάσχει από την ίδια νόσο, παρέπεται ότι γνωρίζει, σαφώς, καλύτερα, εξ ιδίας πείρας, τις ιδιαίτερες ανάγκες της ανήλικης και για αυτόν, εξάλλου το λόγο, κατά τη διάρκεια καλής επικοινωνίας μεταξύ των γονέων, υπήρχε συστηματικά επικοινωνία μεταξύ τους και αναφορικά με τις συνήθειες της ανήλικης (διατροφολόγιο, κενώσεις κ.λπ.). Επομένως, δε συντρέχει περίπτωση να αποκλειστεί ο πατέρας από την άσκηση της επιμέλειας της ανήλικης κόρης.