ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Aστική Ευθύνη Δημοσίου-Αγωγή 105 ΕισΝΑΚ σε συνδυασμό με 57 και 59 και 932 ΑΚ- Έλλειψη παθητικής νομιμοποίησης του Γενικού Στρατιωτικού Νοσοκομείου Εκπαίδευσης, λόγω μη αυτοτελούς νομικής προσωπικότητάς του- Διενέργεια ιατρικής πράξης χωρίς (έγκυρη) συναίνεση ασθενούς, ακόμη και στις περιπτώσεις που η πράξη εκτελείται σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, αποτελεί αυθαίρετη ιατρική πράξη και μπορεί να στοιχειοθετήσει ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση και εύλογη χρηματική ικανοποίηση- Στοιχειοθέτηση της αυτής ευθύνης και στην περίπτωση που ιατρός νοσοκομείου διενεργεί ιατρική πράξη σε ασθενή χωρίς προηγούμενη πλήρη ενημέρωσή του και άρα χωρίς έγκυρη συναίνεση του τελευταίου για τη διενέργεια της πράξης αυτής, εάν ο ασθενής υποστεί προσβολή της προσωπικότητάς του από την πιο πάνω πράξη- Πλημμελής ενημέρωση του ασθενούς ως προς τις πιθανές επιπλοκές της χειρουργικής επέμβασης με την υπογραφή γενικόλογης και τυποποιημένης δήλωσης συγκατάθεσης, που επέφερε αιτιωδώς προσβολή της προσωπικότητάς του, ανεξαρτήτως του ότι οι επιμέρους ιατρικές πράξεις των ιατρών του Γ.Σ.Ν.Ε. διενεργήθηκαν, σύμφωνα με τους γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες και τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης- Μη διαπίστωση πλημμελούς εκτέλεσης από τον θεράποντα οδοντίατρο του Γ.Σ.Ν.Ε. των επιμέρους ιατρικών πράξεων της επέμβασης εξαγωγής σωφρονιστήρων, ούτε παρανομίας των οργάνων του εναγομένου- Δεκτή εν μέρει η αγωγή
Αριθμός απόφασης: 1217 /2024
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 18 Σεπτεμβρίου 2023, με δικαστή τη Βενετία Γκάτση, Πρωτοδίκη Δ.Δ., και γραμματέα την Αναστασία Σοφιάδου, δικαστική υπάλληλο,
για να κρίνει την αγωγή με ημερομηνία κατάθεσης στις 06.11.2020 (ΑΓ6763/2020) στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, που έλαβε αριθμό και χρονολογία καταχώρησης στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ΑΓ1868/07.07.2023,
του ….. του …, κατοίκου … Αττικής, οδός …., αρ. …, για τον οποίο παραστάθηκε με την από 15.09.2023 δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., ο πληρεξούσιος δικηγόρος του, Αργύριος Μπαλέρμπας,
κατά: 1) του 424 Γενικού Στρατιωτικού Νοσοκομείου Εκπαιδεύσεως, που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, Περιφερειακή οδός Ν. Ευκαρπία, το οποίο δεν παραστάθηκε και 2) του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νομίμως από τον Υπουργό Οικονομικών, για τον οποίο παραστάθηκε με την από 05.09.2023 δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., η Δικαστική Πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Δήμητρα Χατζή.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία.
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο.
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αγωγής, η οποία νομίμως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ως κατά τόπο αρμόδιου, μετά την έκδοση της Α5984/2023 παραπεμπτικής απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα 33ο Μονομελές), απαιτείται, κατ’ άρθρο 274 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας [ΚΔΔ, ν. 2717/1999 (Α’ 97)], η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, ποσού 264,80 ευρώ, αλλά αντ’ αυτού καταβλήθηκε δικαστικό ένσημο ποσού 266,24 ευρώ (σχετ. το με κωδικό πληρωμής 564843997953 0816 0026 e-παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, μετά του από 16.02.2023 αποδεικτικού εξόφλησής του της τράπεζας ALPHA BANK), ήτοι ποσού υπερβάλλοντος του νομίμου κατά 1,44 ευρώ, το οποίο και πρέπει να επιστραφεί στον ενάγοντα ανεξαρτήτως της έκβασης της δίκης (κατά τη διάταξη της παραγράφου 11 του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ., η οποία εφαρμόζεται, αναλόγως, και στη συγκεκριμένη περίπτωση, ως αποδίδουσα γενική δικονομική αρχή, βλ. ΣτΕ 660/2016 7μ., 2607/2013 7μ., 3410/2014). Περαιτέρω, με την κρινόμενη αγωγή ο ενάγων ζητεί να υποχρεωθούν αμφότερα τα εναγόμενα να του καταβάλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστο, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής α) με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ., π.δ. 456/1984, Α΄ 164), σε συνδυασμό με το άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ.-π.δ. 456/1984, Α΄164), το ποσό των 15.000 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από φερόμενες ως παράνομες ενέργειες και παραλείψεις οργάνου (ιατρού) του πρώτου εναγόμενου 424 Γενικού Στρατιωτικού Νοσοκομείου Εκπαιδεύσεως (Γ.Σ.Ν.Ε.) Θεσσαλονίκης, κατά την άσκηση των ιατρικών καθηκόντων του, ειδικότερα, διότι αυτός δεν προχώρησε σε λήψη αξονικής τομογραφίας προεγχειρητικά, σε κατάτμηση του σωφρονιστήρα, ούτε σε πλήρωση του κενού που σχηματίστηκε στο οστό, ενώ, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, σύμφωνα με διεθνή επιστημονικά περιοδικά, οι ανωτέρω ενέργειες αποτελούν ενδεδειγμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της περίπτωσής του και την αφαίρεση με χειρουργική επέμβαση των σωφρονιστήρων του (άνω και κάτω αριστερών), ενώ επιπλέον, δεν του χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια μετά τη διενέργεια της ανωτέρω επέμβασης και την αποχώρησή του από το ως άνω νοσοκομείο, ούτε διακομίστηκε στον Σταθμό Επανεκτισήμων, αλλά επέστρεψε άμεσα στη Μονάδα του, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να ακολουθήσει μετεγχειρητικά δίαιτα με μαλακές τροφές και β) με βάση τις ανωτέρω διατάξεις σε συνδυασμό με τα άρθρα 57 και 59 του Α.Κ., το ποσό των 10.000 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη λόγω προσβολής της προσωπικότητάς του και ειδικότερα του δικαιώματος αυτοδιάθεσης ως προς το σώμα και την υγεία του, καθώς τα όργανα (ιατροί) του πρώτου εναγόμενου 424 Γ.Σ.Ν.Ε. Θεσσαλονίκης, παρανόμως, παρέλειψαν να τον ενημερώσουν επαρκώς για τη βαρύτητα της ανωτέρω επέμβασης και τους κινδύνους που διέτρεχε από την πιθανότητα μετεγχειρητικών επιπλοκών, άρα η διενέργεια της επέμβασης αυτής έλαβε χώρα χωρίς έγκυρη συναίνεσή του.
2. Επειδή, το π.δ. 130/1984 «Κύρωση του Γενικού Κανονισμού Υπηρεσίας στο Στρατό» (Α΄ 42), όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το π.δ. 334/2002 (Α΄280), ορίζει στο άρθρο 5 ότι: «1. Ο Στρατός είναι οργανωμένος σε Ανεξάρτητες Υπομονάδες, Μονάδες, Συγκροτήματα και Σχηματισμούς. 2… 22. Μονάδες εσωτερικού είναι Μονάδες που έχουν σαν κύρια αποστολή: α… β. Την εκπαίδευση…». Τέτοια μονάδα του στρατού συνιστά το 424 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο Εκπαιδεύσεως Θεσσαλονίκης, το οποίο, υπαγόμενο στην οργάνωση του στρατού, στερείται αυτοτελούς νομικής προσωπικότητας και, συνεπώς, δεν νομιμοποιείται παθητικά στην παρούσα δίκη κατ’ άρθρο 72 Κ.Δ.Δ.. Κατόπιν αυτού, η κρινόμενη αγωγή, κατά το μέρος που στρέφεται κατά του 424 Γ.Σ.Ν.Ε. Θεσσαλονίκης, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, ενώ, κατά τα λοιπά, έχει ασκηθεί εν γένει παραδεκτώς και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατά την ουσία.
3. Επειδή, ο Εισ.Ν.Α.Κ. ορίζει, στο μεν άρθρο 105 ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. …», στο δε άρθρο 106, ότι οι διατάξεις, μεταξύ άλλων, του προηγούμενου άρθρου: «εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ευθύνη του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνο από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξης ή από την μη νόμιμη παράλειψη έκδοσης τέτοιας πράξης, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων τους ή από παραλείψεις οφειλόμενων νόμιμων υλικών ενεργειών αυτών, εφόσον οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών ή των υπηρεσιών του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και δεν σχετίζονται με την ιδιωτική διαχείριση αυτών ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών του καθηκόντων (βλ. ΣτΕ4133/2011 7μ., 621/2021, 1906/2015, 1481/2014). Εξάλλου, ευθύνη του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου υπάρχει, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνων τους παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα δεδομένα της επιστημονικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης ή εμπειρίας και τις αρχές της καλής πίστης (βλ. ΣτΕ 2796/2006 7μ., 621/2021, 1164/2020, 1910/2020, 1699/2019, 2112/2019, 2988/2019, 1580/2018). Ο κατά τα ανωτέρω παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου πράξης, παράλειψης ή υλικής ενέργειας αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του (βλ. ΣτΕ 1413/2006 7μ.,1953/2020, 484/2018). Απαραίτητη, πάντως, προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημίωσης είναι, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας του οργάνου του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και της επελθούσας ζημίας. Υπάρχει δε αιτιώδης σύνδεσμος όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η υλική ενέργεια ή η παράλειψη αυτής είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικά κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. ΣτΕ 877/2013 7μ., 322/2009 7μ., 2940/2020, 484/2019, 1580/2018, 1414/2017, 2168/2016). Περαιτέρω, στο άρθρο 299 του Α.Κ. ορίζεται ότι: «Για μη περιουσιακή ζημία οφείλεται χρηματική ικανοποίηση στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος».
4. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 932 του Α.Κ. ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. …». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι παρέχεται στο δικαστήριο της ουσίας η ευχέρεια, αφού εκτιμήσει τα πραγματικά περιστατικά που θέτουν υπόψη του οι διάδικοι (βαθμό πταίσματος του υπόχρεου, είδος προσβολής, περιουσιακή και κοινωνική κατάσταση των μερών κ.λ.π.) και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, να επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση και να καθορίσει το εύλογο ποσό αυτής, αν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη (βλ. ΣτΕ 877/2013 7μ., 1652/2020, 1481/2014, 3329/2014).
5. Επειδή, ο ν. 3418/2005 (Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας, Α΄ 287) ορίζει στο μεν άρθρο 2 ότι: «1. Η άσκηση της ιατρικής είναι λειτούργημα που αποσκοπεί στη διατήρηση, βελτίωση και αποκατάσταση της σωματικής, πνευματικής και ψυχικής υγείας του ανθρώπου, καθώς και στην ανακούφισή του από τον πόνο. 2. … 3. Το ιατρικό λειτούργημα ασκείται σύμφωνα με τους γενικά αποδεκτούς και ισχύοντες κανόνες της ιατρικής επιστήμης. …», στο δε άρθρο 3 ότι: «1. Κάθε ιατρός απολαύει κατά την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος, επιστημονικής ελευθερίας και ελευθερίας της συνείδησής του, παρέχει δε τις ιατρικές του υπηρεσίες με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. 2. Ο ιατρός ενεργεί με βάση: α) την εκπαίδευση που του έχει παρασχεθεί …, β) την πείρα και τις δεξιότητες που αποκτά κατά την άσκηση της ιατρικής και γ) τους κανόνες της τεκμηριωμένης και βασισμένης σε ενδείξεις ιατρικής επιστήμης. 3. Ο ιατρός, κατά την άσκηση της ιατρικής, ενεργεί με πλήρη ελευθερία, στο πλαίσιο των γενικά αποδεκτών κανόνων και μεθόδων της ιατρικής επιστήμης, όπως αυτοί διαμορφώνονται με βάση τα αποτελέσματα της εφαρμοσμένης σύγχρονης επιστημονικής έρευνας. Έχει δικαίωμα για επιλογή μεθόδου θεραπείας, την οποία κρίνει ότι υπερτερεί σημαντικά έναντι άλλης, για τον συγκεκριμένο ασθενή, με βάση τους σύγχρονους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, και παραλείπει τη χρήση μεθόδων που δεν έχουν επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση. 4. …», ενώ στην παρ. 1 του άρθρου 11 ορίζει ότι: «Ο ιατρός έχει καθήκον αληθείας προς τον ασθενή. Οφείλει να ενημερώνει πλήρως και κατανοητά τον ασθενή για την πραγματική κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της προτεινόμενης ιατρικής πράξης, τις συνέπειες και τους ενδεχόμενους κινδύνους ή επιπλοκές από την εκτέλεσή της, τις εναλλακτικές προτάσεις, καθώς και για τον πιθανό χρόνο αποκατάστασης, έτσι ώστε ο ασθενής να μπορεί να σχηματίζει πλήρη εικόνα των ιατρικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων και συνεπειών της κατάστασής του και να προχωρεί, ανάλογα, στη λήψη αποφάσεων» και στο άρθρο 12 ότι: «1. Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή. 2. Προϋποθέσεις της έγκυρης συναίνεσης του ασθενή είναι οι ακόλουθες: α) Να παρέχεται μετά από πλήρη, σαφή και κατανοητή ενημέρωση, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο. β) Ο ασθενής να έχει ικανότητα για συναίνεση … γ) Η συναίνεση να μην είναι αποτέλεσμα πλάνης, απάτης ή απειλής και να μην έρχεται σε σύγκρουση με τα χρηστά ήθη. δ) Η συναίνεση να καλύπτει πλήρως την ιατρική πράξη και κατά το συγκεκριμένο περιεχόμενό της και κατά το χρόνο της εκτέλεσής της. 3. Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται συναίνεση: α) στις επείγουσες περιπτώσεις, … β) στην περίπτωση απόπειρας αυτοκτονίας ή γ) αν οι γονείς ανήλικου ασθενή ή οι συγγενείς ασθενή που δεν μπορεί για οποιονδήποτε λόγο να συναινέσει ή άλλοι τρίτοι, που έχουν την εξουσία συναίνεσης για τον ασθενή, αρνούνται να δώσουν την αναγκαία συναίνεση και υπάρχει ανάγκη άμεσης παρέμβασης, προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία του ασθενή.». Εξάλλου, ο ν. 2071/1992 «Εκσυγχρονισμός και Οργάνωση Συστήματος Υγείας» (Α΄ 123) ορίζει στο άρθρο 47, που φέρει τον τίτλο «Τα δικαιώματα του νοσοκομειακού ασθενούς», ότι: «1. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα προσεγγίσεως στις υπηρεσίες του νοσοκομείου, τις πλέον κατάλληλες για τη φύση της ασθενείας του. 2. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα της παροχής φροντίδας σ’ αυτόν με τον οφειλόμενο σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπειά του. … 3. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα να συγκατατεθεί ή να αρνηθεί κάθε διαγνωστική ή θεραπευτική πράξη που πρόκειται να διενεργηθεί σε αυτόν. … 4. Ο ασθενής δικαιούται να ζητήσει να πληροφορηθεί ό,τι αφορά την κατάστασή του. Το συμφέρον του ασθενούς είναι καθοριστικό και εξαρτάται από την πληρότητα και ακρίβεια των πληροφοριών που του δίνονται. Η πληροφόρηση του ασθενούς πρέπει να του επιτρέπει να σχηματίσει πλήρη εικόνα των ιατρικών, κοινωνικών και οικονομικών παραμέτρων της καταστάσεώς του και να λαμβάνει αποφάσεις ο ίδιος ή να μετέχει στη λήψη αποφάσεων που είναι δυνατό να προδικάσουν τη μετέπειτα ζωή του. 5. …». Τέλος, στο άρθρο 5 της Σύμβασης της 4ης Απριλίου 1997 του Συμβουλίου της Ευρώπης «Για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και της ιατρικής: Σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη Βιοϊατρική» (Σύμβαση του Οβιέδο), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2619/1998 (Α΄ 132), ορίζονται τα εξής: «Επέμβαση σε θέματα υγείας μπορεί να υπάρξει μόνο αφότου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δώσει την ελεύθερη συναίνεσή του, κατόπιν προηγούμενης σχετικής ενημέρωσής του. Το πρόσωπο αυτό θα ενημερώνεται εκ των προτέρων καταλλήλως ως προς τον σκοπό και τη φύση της επέμβασης, καθώς και ως προς τα επακόλουθα και τους κινδύνους που αυτή συνεπάγεται. …».
6. Επειδή, στο άρθρο 57 του Α.Κ. ορίζεται ότι: «Όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. … Αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται» και στο άρθρο 59 αυτού ότι: «Στις περιπτώσεις των δύο προηγούμενων άρθρων το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. …».
7. Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 105-106 του Εισ.Ν.Α.Κ., 932 του Α.Κ., 2 και 3 του ν. 3418/2005, που αναφέρονται στις σκέψεις 3,4 και 5, συνάγεται ότι, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις, δύναται να θεμελιωθεί ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση για την ζημία που υπέστη ασθενής από κάθε αμέλεια οργάνου του, όπως του ιατρικού προσωπικού στρατιωτικού νοσοκομείου το οποίο στερείται αυτοτελούς νομικής προσωπικότητας, ακόμη και ελαφρά, αν το ως άνω όργανο, κατά την εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων, παρέβη την υποχρέωσή του να ενεργήσει σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης, επιδεικνύοντας την δέουσα επιμέλεια, δηλαδή αυτή που αναμένεται από τον μέσο εκπρόσωπο του κύκλου του. Στην περίπτωση δε αυτή το Δημόσιο ευθύνεται αναλόγως και για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος ασθενούς, κατά τους όρους των άρθρων 299 και 932 Α.Κ. (πρβλ. ΣτΕ 622/2022, 621/2021, 1910/2020, 1253/2017, 1608/2016, 1717/2016, 710/2016, 572/2013).
8. Επειδή, περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 5 της προπαρατεθείσας, στη σκέψη 5, υπερνομοθετικής ισχύος Διεθνούς Σύμβασης του Οβιέδο, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του ν. 3418/2005 και 47 του ν. 2071/1992, που παρατίθενται στην ίδια σκέψη, συνάγεται ότι ο ιατρός υποχρεούται να λαμβάνει τη συναίνεση του ασθενούς πριν από τη διενέργεια ιατρικών πράξεων σε αυτόν, κάθε δε ιατρική πράξη που πραγματοποιείται χωρίς συναίνεση ή χωρίς έγκυρη συναίνεση του ασθενούς, ακόμη και στις περιπτώσεις που η πράξη εκτελείται σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, αποτελεί αυθαίρετη ιατρική πράξη, η διενέργεια της οποίας μπορεί να στοιχειοθετήσει ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση και εύλογη χρηματική ικανοποίηση, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 – 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. και 932 του Α.Κ., αντίστοιχα. Εξάλλου, η συναίνεση του ασθενούς είναι έγκυρη και ισχυρή μόνο εφόσον έχει προηγηθεί πλήρης ενημέρωση αυτού από τον θεράποντα ιατρό για την κατάσταση της υγείας του και την ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή. Ειδικότερα, ο ιατρός υποχρεούται να ενημερώνει τον ασθενή για το είδος, την εξέλιξη και τη σοβαρότητα της ασθένειας, καθώς και τις μεθόδους αντιμετώπισης και θεραπείας της, κατά τρόπο εξατομικευμένο, με βάση τις ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες βρίσκεται ο συγκεκριμένος ασθενής (ιατρικό ιστορικό κ.λπ.), ενώ δεν αρκούν γενικές αναφορές στην ασθένεια, στην πρόγνωση ή στη θεραπεία της. Στο πλαίσιο της υποχρέωσης ενημέρωσης, ο ιατρός υποχρεούται ιδίως να πληροφορεί τον ασθενή για τους πιθανούς κινδύνους επιπλοκών, τις παρενέργειες, το επώδυνο ή μη και τις πιθανότητες αποτυχίας της προτεινόμενης θεραπευτικής αγωγής (βλ. ΣτΕ 621/2021, 252/2020, 717/2018, πρβλ. ΑΠ 424/2012, 687/2013). Αν η ενημέρωση του ασθενούς δεν είναι πλήρης, υπό την ανωτέρω έννοια, δεν παρέχεται σε αυτόν η δυνατότητα να διαμορφώσει ελευθέρως τη βούλησή του και να συναινέσει εγκύρως στην εφαρμογή συγκεκριμένης θεραπευτικής μεθόδου, σταθμίζοντας, μεταξύ άλλων, και τους κινδύνους από τις επιπλοκές που συνδέονται με την επιλεγείσα μέθοδο θεραπείας (πρβλ. ΣτΕ 252/2020, ΑΠ 687/2013). Η έλλειψη δε έγκυρης συναίνεσης καθιστά παράνομη αυτή καθεαυτή την επιλογή της συγκεκριμένης θεραπευτικής μεθόδου εκ μέρους του ιατρού (βλ. ΣτΕ 252/2020). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων με τα άρθρα 57 και 59 του Α.Κ., που παρατίθενται στη σκέψη 6, συνάγεται ότι η ως άνω ευθύνη του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ. προς καταβολή εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης στοιχειοθετείται και στην περίπτωση που ιατρός νοσοκομείου διενεργεί ιατρική πράξη σε ασθενή χωρίς προηγούμενη πλήρη ενημέρωσή του και άρα χωρίς έγκυρη συναίνεση του τελευταίου για τη διενέργεια της πράξης αυτής, εάν ο ασθενής υποστεί προσβολή της προσωπικότητάς του από την πιο πάνω παράλειψη και πράξη, ανεξαρτήτως αν η ανωτέρω πράξη ή παράλειψη οφείλεται ή όχι σε υπαιτιότητα του ιατρού ή άλλων δημοσίων οργάνων του νοσοκομείου. Η σχετική δε αξίωση του ασθενούς είναι αυτοτελής σε σχέση με αξίωσή του για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που συνίσταται σε βλάβη της υγείας του, προκαλούμενης από ιατρική πράξη που διενεργείται κατά παράβαση των κανόνων της ιατρικής επιστήμης (βλ. ΣτΕ 717/2018).
9. Επειδή, τέλος, ο Κ.Δ.Δ. ορίζει στο άρθρο 144 ότι: «1. Αντικείμενο απόδειξης είναι αμφισβητούμενα πραγματικά γεγονότα, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης … 3. Τα διδάγματα της κοινής πείρας λαμβάνονται υπόψη, από το δικαστήριο, αυτεπαγγέλτως.», στο άρθρο 145 ότι: «1. Κάθε διάδικος υποχρεούται να αποδείξει τα πραγματικά γεγονότα που επικαλείται για να στηρίξει τους ισχυρισμούς του, εκτός αν ο νόμος που διέπει τη σχέση ορίζει διαφορετικά. Οι άλλοι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να ανταποδείξουν…» και στο άρθρο 148 ότι: «Το δικαστήριο χρησιμοποιεί τα αποδεικτικά μέσα κατά την κρίση του και τα εκτιμά ελευθέρως, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό μεταξύ τους, εκτός αν ειδική διάταξη νόμου ορίζει διαφορετικά.». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ο διάδικος φέρει το δικονομικό βάρος να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά στα οποία ερείδονται οι ισχυρισμοί του, άλλως αυτοί απορρίπτονται ως αναπόδεικτοι (βλ. ΣτΕ 86/2020, 1897/2018, 1218/2012). Ειδικότερα, ο ενάγων φέρει το βάρος να αποδείξει ότι συνέβη το ζημιογόνο γεγονός, ότι υπέστη τη ζημία που επικαλείται, το ακριβές μέγεθός της και τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ του ζημιογόνου γεγονότος και της ζημίας.
10. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο ενάγων, που υπηρετούσε ως οπλίτης θητείας στο ……, τον Δεκέμβριο του έτους 2018, κατόπιν έντονου πόνου στο αριστερό αυτί, προσήλθε στο 424 Γ.Σ.Ν.Ε. στη Θεσσαλονίκη, όπου διαπιστώθηκε ότι ο πόνος οφειλόταν στους έγκλειστους άνω και κάτω αριστερούς σωφρονιστήρες και ότι απαιτείτο εξαγωγή αυτών. Ακολούθως, στις 03.04.2019, ο ενάγων υποβλήθηκε σε προγραμματισμένη χειρουργική εξαγωγή των εν λόγω σωφρονιστήρων στο ως άνω νοσοκομείο και έλαβε εξιτήριο αυθημερόν ελεύθερος ασκήσεων για τέσσερις ημέρες. Εξάλλου, πριν τη διενέργεια της ως άνω χειρουργικής εξαγωγής, ο ενάγων υπέγραψε την από 03.04.2019 «δήλωση συγκατάθεσης επέμβασης», η οποία έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: «…δηλώνω υπεύθυνα ότι, αφού έχω ενημερωθεί για την πάθησή μου, τη χειρουργική επέμβαση στην οποία πρόκειται να υποβληθώ, για τη μετεγχειρητική πορεία και τις πιθανές επιπλοκές της επέμβασης, αποδέχομαι να υποβληθώ στη συγκεκριμένη επέμβαση της εξαγωγής φρονιμίτη». Στη συνέχεια, ο ενάγων προσήλθε στις 23.04.2023 στη Γναθοχειρουργική Κλινική του 401 Γενικού Στρατιωτικού Νοσοκομείου Αθηνών (Γ.Σ.Ν.Α.), με συμπτώματα άλγους, οιδήματος και αδυναμίας σιτίσεως με στερεά στροφή. Υποβλήθηκε σε κλινική και ακτινολογική εξέταση και διαγνώσθηκε με ρωγμώδες κάταγμα κάτω γνάθου. Ακολούθως, εισήχθη εκτάκτως στο ανωτέρω νοσοκομείο, όπου το ως άνω κάταγμά του αντιμετωπίστηκε συντηρητικά, ειδικότερα του χορηγήθηκε ενδοφλέβια αντιβιοτική, αναλγητική και αντιοιδηματική αγωγή για επτά (7) ημέρες. Στις 30.04.2019, αφού εκτιμήθηκε από τους θεράποντες ιατρούς ότι η κατάσταση της υγείας του βελτιώθηκε, ο ενάγων έλαβε εξιτήριο από το ανωτέρω 401 Γ.Σ.Ν.Α. και του χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια τριάντα (30) ημερών, ενώ του συστήθηκε να ακολουθήσει δίαιτα αυστηρά αλεσμένη.
11. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη αγωγή και τα νομίμως κατατεθέντα στις 22.11.2022, 13.02.2023 και 16.02.2023 υπομνήματα, ο ενάγων προβάλλει ότι συνεπεία παράνομων ενεργειών και παραλείψεων των οργάνων του 424 Γ.Σ.Ν.Ε. Θεσσαλονίκης υποβλήθηκε σε μεγάλη σωματική και ψυχική ταλαιπωρία. Ειδικότερα, προβάλλει ότι ο θεράπων ιατρός – οδοντίατρος του 424 Γ.Σ.Ν.Ε. Θεσσαλονίκης, ο οποίος διενήργησε την επίδικη επέμβαση εξαγωγής σωφρονιστήρων, υπέπεσε σε ιατρικό σφάλμα, διότι δεν προχώρησε σε λήψη αξονικής τομογραφίας προεγχειρητικά, σε κατάτμηση των σωφρονιστήρων, ούτε σε πλήρωση του κενού που σχηματίστηκε στο οστό, ενώ, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, σύμφωνα με διεθνή επιστημονικά περιοδικά, οι ανωτέρω ενέργειες αποτελούν ενδεδειγμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της περίπτωσής του και την αφαίρεση με χειρουργική επέμβαση των σωφρονιστήρων του (άνω και κάτω αριστερών). Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι δεν του χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια μετά τη διενέργεια της ανωτέρω επέμβασης και την αποχώρησή του από το ως άνω νοσοκομείο, ούτε διακομίστηκε στον Σταθμό Επανεκτισήμων, αλλά επέστρεψε άμεσα στη Μονάδα του, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να ακολουθήσει δίαιτα με μαλακές τροφές και να τρώει «ό,τι και οι υπόλοιποι υγιείς στρατιώτες». Συνεπεία των ανωτέρω, κατά τους ισχυρισμούς του, παράνομων πράξεων και παραλείψεων ο ενάγων προβάλλει, κατά τα ιστορούμενα στην κρινόμενη αγωγή, ότι αμέσως μετά την εξαγωγή εμφάνισε οίδημα, το οποίο δεν υποχωρούσε και του προκαλούσε έντονους πόνους κατά τη μάσηση της τροφής. Στις 15.04.2019 και ενώ έτρωγε το πρωινό του στη Μονάδα όπου υπηρετούσε, άκουσε έναν περίεργο θόρυβο, «σαν να σπάει κάτι», προερχόμενο από τη στοματική του κοιλότητα. Μετά παρελεύσεως κάποιων ωρών – και ενώ είχε αποχωρήσει από τη Μονάδα με φύλλο πορείας για την … ΒΕΒ, στο … Αττικής – αισθάνθηκε επιδείνωση του οιδήματος με εμφάνιση ολοένα και οξύτερου πόνου. Στις 20.04.2019 ο πόνος και το οίδημα ήταν τόσο έντονα που δεν του επέτρεπαν να ανοίξει επαρκώς το στόμα του για να σιτιστεί, ενώ δυσκολευόταν ακόμη και να μιλήσει. Γνωστοποιώντας τούτο στη Μονάδα του, παραπέμφθηκε στο ιατρείο του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων (ΚΕΤΘ) και από εκεί, τρεις ημέρες μετά, μετήχθη στη Γναθοχειρουργική Κλινική του 401 Γ.Σ.Ν.Α., όπου διαγνώσθηκε με ρωγμώδες κάταγμα κάτω γνάθου και έλαβε ιατρική φροντίδα, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα. Ακολούθως, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι στις 30.04.2019, έλαβε εξιτήριο από το ανωτέρω Γ.Σ.Ν.Α. και του χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια τριάντα (30) ημερών, ωστόσο ο χρόνος αυτός δεν αναγνωρίστηκε από τη Στρατολογική Υπηρεσία ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να επιμηκυνθεί η θητεία του για έναν μήνα και, κατά συνέπεια, να μην κατορθώσει να ολοκληρώσει τις σπουδές του τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους και να αναζητήσει συναφή εργασία. Ενόψει τούτων, ο ενάγων επιδιώκει αρχικά να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. σε συνδυασμό με το άρθρο 932 Α.Κ., το ποσό των 15.000 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη. Περαιτέρω, ο ενάγων προβάλλει ότι προεγχειρητικά, ουδόλως υπήρξε πλήρης ενημέρωση του ιδίου από τους θεράποντες ιατρούς του ως άνω νοσοκομείου, σχετικά με τους κινδύνους και τις επιπλοκές που ενδεχομένως να προέκυπταν από την επέμβαση αυτή, ώστε με πλήρη γνώση να αποφασίσει περί της διενέργειας της ως άνω ιατρικής πράξης, η δε πλημμελής ενημέρωσή του είχε ως αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητάς του και, ειδικότερα, του δικαιώματος αυτοδιάθεσης ως προς το σώμα και την υγεία του. Κατόπιν αυτών, ο ενάγων ζητά να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. σε συνδυασμό με τα άρθρα 57, 59 και 932 Α.Κ., το ποσό των 10.000 ευρώ, ως αυτοτελή χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη, λόγω προσβολής της προσωπικότητάς του. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του επικαλείται και προσκομίζει, μεταξύ άλλων, τη Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 (Ε1) του ιδίου, με αποτέλεσμα εκκαθάρισης μηδενικό.
12. Επειδή, αντιθέτως, το εναγόμενο, με τη με αριθμ. Φ.453/186/24663/Σ.6365/24.10.2022 έκθεση απόψεων και τα νομίμως κατατεθέντα στις 23.11.2022 και 31.01.2023 υπομνήματά του, ζητεί την απόρριψη της υπό κρίση αγωγής ως αβάσιμης, προβάλλοντας, καταρχάς, ότι δεν στοιχειοθετείται αποζημιωτική του ευθύνη, αφού από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι τα αρμόδια όργανά του υπέπεσαν σε οιαδήποτε παράνομη πράξη ή παράλειψη, ή ότι επέδειξαν αμέλεια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ούτε, όμως, υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, παράνομης συμπεριφοράς των ιατρών του 424 Γ.Σ.Ν.Ε. Θεσσαλονίκης και της ζημίας που ο ανωτέρω επικαλείται. Άλλως και όλως επικουρικά, ζητεί, εφόσον κριθεί ότι ο ενάγων δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης, το ποσό που θα επιδικασθεί να περιοριστεί στο ελάχιστο δυνατό, με βάση τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, καθόσον το αιτηθέν παρίσταται υπέρογκο. Ειδικότερα, το εναγόμενο ισχυρίζεται ότι από κανένα στοιχείο δεν αποδεικνύεται ότι ο ως άνω ιατρός διενήργησε πλημμελώς και ατέχνως την ένδικη επέμβαση εξαγωγής σωφρονιστήρων, ούτε, άλλωστε, αποδεικνύεται ότι ο εν λόγω ιατρός παρέλειψε να τον ενημερώσει προεγχειρητικά ως προς τις πιθανές επιπλοκές της επέμβασης. Συγκεκριμένα, κατά τους ισχυρισμούς του εναγόμενου, κατά τον χρόνο όπου ο ενάγων προσήλθε πρώτη φορά στο 424 Γ.Σ.Ν.Ε. στη Θεσσαλονίκη (Δεκέμβριος 2018) υπεβλήθη σε λεπτομερή κλινική εξέταση και έλαβε την ενδεδειγμένη αντιμετώπιση (οδηγίες και φαρμακευτική αγωγή), ενώ συνεκτιμήθηκε και αναλύθηκε στον ασθενή, κατά την επιστημονικά τεκμηριωμένη από τη διεθνή βιβλιογραφία και προβλεπόμενη διαδικασία το σύνολο των ενδείξεων προς εξαγωγή των σωφρονιστήρων και συστήθηκε η χειρουργική εξαγωγή αυτών. Ακολούθως, στις 03.04.2019, ο ενάγων υποβλήθηκε στην ανωτέρω επέμβαση, ενώ δεν εμφάνισε κάποια περιεγχειρητική επιπλοκή. Στη συνέχεια, και αφού, όπως προβάλλεται, ο ίδιος ο ενάγων δήλωσε ότι επιθυμούσε να επιστρέψει στη μονάδα του, έλαβε εξιτήριο αυθημερόν ελεύθερος ασκήσεων για τέσσερις ημέρες. Περαιτέρω, το εναγόμενο ισχυρίζεται ότι ανάμεσα στην ανωτέρω επέμβαση και στο κάταγμα του ενάγοντος μεσολάβησε σημαντικό χρονικό διάστημα τριών εβδομάδων, συνεπώς αυτό είναι βέβαιο ότι προκλήθηκε από αιτία άσχετη με την εξαγωγή των σωφρονιστήρων και, άρα, εν προκειμένω δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου. Εξάλλου, προβάλλεται ότι ο ενάγων, αφού ενημερώθηκε σχετικά με την αναγκαιότητα, τον σκοπό, τις πιθανές επιπλοκές ή ανεπιθύμητες ενέργειες της συνιστώμενης επέμβασης, δήλωσε τη συγκατάθεσή του, προφορικά και υπογράφοντας την από 03.04.2019 «δήλωση συγκατάθεσης επέμβασης», ενώ κατά την αποχώρησή του από το ανωτέρω νοσοκομείο του δόθηκε έγγραφο με αναλυτική περιγραφή των μετεγχειρητικών οδηγιών με σαφή αναφορά για ανάγκη μαλακής δίαιτας και μετεγχειρητική φαρμακευτική αγωγή, καθώς και στοιχεία επικοινωνίας με το νοσοκομείο. Τέλος, το εναγόμενο προβάλλει ένσταση αποκλειστικής υπαιτιότητας του ενάγοντος, διότι, όπως ισχυρίζεται, οποιαδήποτε βλάβη τυχόν υπέστη ήταν απόρροια της δικής του αμελούς συμπεριφοράς, διότι δεν ακολούθησε τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού για μάσηση μαλακής τροφής. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του επικαλείται και προσκομίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: α) την από 03.04.2019 «δήλωση συγκατάθεσης επέμβασης», β) το με αριθμ. πρωτ. 36779/15.12.2022 υπηρεσιακό σημείωμα του ιατρού-γναθοχειρουργού του 401 Γ.Σ.Ν.Α., …, γ) αντίγραφο του φύλλου νοσηλείας του ενάγοντος στο 401 Γ.Σ.Ν.Α., δ) το από 30.04.2019 εξιτήριο σημείωμα του ενάγοντος από το ανωτέρω 401 Γ.Σ.Ν.Α..
13. Επειδή, το Δικαστήριο, υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, καθώς και από την επισκόπηση του συνόλου των προσαγόμενων από τους διαδίκους, προς απόδειξη των εκατέρωθεν ισχυρισμών τους, στοιχείων, καταρχάς, αναφορικά με τις αποδιδόμενες με την υπό κρίση αγωγή παράνομες ενέργειες και παραλείψεις του θεράποντος ιατρού – οδοντιάτρου του 424 Γ.Σ.Ν.Ε. που διενήργησε την επίδικη επέμβαση, λαμβάνει υπόψη ότι ο ενάγων ισχυρίζεται ότι ο ανωτέρω ιατρός υπέπεσε σε ιατρικό σφάλμα, διότι δεν προχώρησε σε λήψη αξονικής τομογραφίας προεγχειρητικά, σε κατάτμηση του σωφρονιστήρα, ούτε σε πλήρωση του κενού που σχηματίστηκε στο οστό, ενώ, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, σύμφωνα με διεθνή επιστημονικά περιοδικά, οι ανωτέρω ενέργειες αποτελούν ενδεδειγμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της περίπτωσής του και την αφαίρεση με χειρουργική επέμβαση των σωφρονιστήρων του (άνω και κάτω αριστερών). Ωστόσο, αφενός ο ενάγων, ο οποίος φέρει το σχετικό δικονομικό βάρος, δεν προσκομίζει οποιοδήποτε άλλο στοιχείο προς απόδειξη του ισχυρισμού του, αφετέρου δεν προβάλλει με το δικόγραφο της αγωγής του ότι η ως άνω αντιμετώπιση της κατάστασης της υγείας του θα είχε ως αποτέλεσμα την αποφυγή, άνευ ετέρου, της πρόκλησης ρωγμωδούς κατάγματος της κάτω γνάθου, επομένως και τη μη πρόκληση στον ίδιο της επικαλούμενης ηθικής του βλάβης. Περαιτέρω, το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα προβαλλόμενα στην υπό κρίση αγωγή, μη χορήγηση αναρρωτικής άδειας και η μη διακομιδή του ενάγοντος στον Σταθμό Επανεκτισήμων, αλλά και η συνεπεία αυτών, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, αδυναμία να ακολουθήσει δίαιτα με μαλακές τροφές, θα μπορούσε καθ’ υπόθεση να οδηγήσει στην πρόκληση ρωγμωδούς κατάγματος της κάτω γνάθου δεν αρκεί πάντως, στην προκειμένη περίπτωση, για τη θεμελίωση της αποδιδόμενης στα όργανα του εναγόμενου ευθύνης. Άλλωστε, ούτε μόνο το αποτέλεσμα της εμφάνισης ρωγμωδούς κατάγματος της κάτω γνάθου μετά την ένδικη χειρουργική επέμβαση και μάλιστα σε χρόνο που δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς, δύναται να οδηγήσει αποκλειστικά στο συμπέρασμα ότι αυτό προκλήθηκε από τη λήψη από τον ενάγοντα μη επαρκώς μαλακών τροφών. Τούτο δε, ιδίως, εάν ληφθεί υπόψη ότι ο ενάγων, κατά τα αναφερόμενα στο ιστορικό της παρούσας και όπως δεν αμφισβητείται από αμφότερους τους διαδίκους, έλαβε εξιτήριο από το 424 Γ.Σ.Ν.Ε. Θεσσαλονίκης στις 03.04.2019 και επίσημα καταγεγραμμένα ιατρικά στοιχεία για την εμφάνιση του ως άνω ρωγμωδούς κατάγματος προκύπτουν το πρώτον στις 23.04.2019, ήτοι 20 ημέρες μετά την αρχική επέμβαση εξαγωγής σωφρονιστήρων, οπότε ο ενάγων εισήχθη στο 401 Γ.Σ.Ν. Αθηνών με κλινική εικόνα άλγους και οιδήματος στην κάτω γνάθο και αδυναμίας σιτήσεως με στερεά τροφή, χωρίς να δύναται να ελεγχθεί επαρκώς εάν στο διάστημα που ο ασθενής ήταν εκτός νοσοκομείου μεσολάβησε κάποιος επιβαρυντικός για την υγεία του παράγοντας. Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν διαπιστώθηκε, εν προκειμένω, ούτε η πλημμελής εκτέλεση από τον θεράποντα ιατρό – οδοντίατρο του 424 Γ.Σ.Ν.Ε. των επιμέρους ιατρικών πράξεων της επέμβασης εξαγωγής σωφρονιστήρων, τόσο προεγχειρητικά όσο και κατά τη διάρκεια αυτής, ούτε η παρανομία των οργάνων του εναγομένου λόγω μη χορήγησης αναρρωτικής άδειας και μη διακομιδής του ενάγοντος στον Σταθμό Επανεκτισήμων, απορριπτομένων των ανωτέρω ισχυρισμών του ενάγοντος ως αναπόδεικτων.
14. Επειδή, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις που παρατέθηκαν και ερμηνεύθηκαν στις σκέψεις 5,6 και 8 της παρούσας σε σχέση με την υποχρέωση ενημέρωσης του ασθενούς και, περαιτέρω, το γεγονός ότι σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά, ο ενάγων υπέγραψε μεν, πριν την διενέργεια της ένδικης επέμβασης εξαγωγής σωφρονιστήρων, την από 03.04.2019 «δήλωση συγκατάθεσης επέμβασης», πλην όμως η δήλωση αυτή, πέραν του γενικόλογου τυποποιημένου περιεχομένου της, δεν περιλαμβάνει ουδεμία σημείωση σε σχέση με τις πιθανές επιπλοκές από το συγκεκριμένο είδος επέμβασης, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ενημέρωση του ενάγοντος, προεγχειρητικά, δεν ήταν πλήρης ως προς τις ενδεχόμενες επιπλοκές της επέμβασης εξαγωγής σωφρονιστήρων και τους κινδύνους που ενείχε αυτή, ενόψει και του γεγονότος ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας, ούτε το εναγόμενο Νοσοκομείο επικαλείται ότι συνέτρεχε, εν προκειμένω, επείγουσα κατάσταση για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου προβλήματος της υγείας του, αντιθέτως, μάλιστα, σύμφωνα με τη με αριθμ. Φ.453/186/24663/Σ.6365/24.10.2022 έκθεση απόψεων και τα ιστορούμενα στην κρινόμενη αγωγή, επρόκειτο για προγραμματισμένη ιατρική επέμβαση. Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ως άνω πλημμελής ενημέρωση του εν λόγω ασθενούς επέφερε αιτιωδώς προσβολή της προσωπικότητάς του και ειδικότερα του δικαιώματος αυτοδιάθεσης ως προς το σώμα και την υγεία του, αφού με τον προαναφερόμενο τρόπο στερήθηκε ουσιαστικά του δικαιώματός του να αποφασίσει, έχοντας επίγνωση όλων των παραμέτρων, για την υποβολή του στην προτεινόμενη θεραπεία (βλ. ΣτΕ 717/2018). Τούτο δε, ανεξαρτήτως του ότι οι επιμέρους ιατρικές πράξεις των ιατρών του 424 Γ.Σ.Ν.Ε., στο πλαίσιο της εν λόγω χειρουργικής επέμβασης, διενεργήθηκαν, στον βαθμό που το αντίθετο δεν απεδείχθη, σύμφωνα με τους γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες και τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης. Εξάλλου, ο ισχυρισμός του εναγόμενου περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του ενάγοντος λόγω αμελούς συμπεριφοράς του, διότι δεν ακολούθησε τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού για μάσηση μαλακής τροφής, ο οποίος παραδεκτώς προβάλλεται με το κατατεθέν στις 23.11.2022, ήτοι πριν τη συζήτηση, υπόμνημα (βλ. ΣτΕ 2240/2021, 1950, 1652, 291/2020), είναι απορριπτέος προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, διότι δεν σχετίζεται ουδόλως με την κατά τα ανωτέρω ζημιογόνο πλημμελή ενημέρωση του εν λόγω ασθενούς. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι το Δημόσιο ευθύνεται, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. σε συνδυασμό με τα άρθρα 57, 59 και 932 του Α.Κ., σε καταβολή αυτοτελούς χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που υπέστη ο ενάγων, λόγω προσβολής της προσωπικότητάς του, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αγωγή.
15. Επειδή, τέλος, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό της σοβαρότητας της χειρουργικής επέμβασης για την εξαγωγή των δύο σωφρονιστήρων του ενάγοντος (άνω και κάτω αριστερών), ο οποίος δεν παρίσταται ιδιαίτερα υψηλός, του είδους και των συνθηκών της προσβολής που προεκτέθηκαν και τέλος του βαθμού της αναγκαιότητας της χειρουργικής αντιμετώπισης του συγκεκριμένου προβλήματος της υγείας του ενάγοντος, η οποία, εξάλλου, δεν συνιστούσε επείγουσα κατάσταση, αντιθέτως, μάλιστα, η ένδικη επέμβαση αποτελούσε προγραμματισμένη ιατρική πράξη, όπως προαναφέρθηκε, καθώς και την ηλικία του ενάγοντος κατά το χρόνο επέλευσης της προεκτεθείσας προσβολής της προσωπικότητάς του (24 ετών), κρίνει ότι, για τη χρηματική ικανοποίηση λόγω της ως άνω ηθικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων πρέπει, κατά τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. σε συνδυασμό με τα άρθρα 57, 59 και 932 Α.Κ., να του επιδικασθεί το εύλογο ποσό των 1.000 ευρώ, το οποίο πρέπει υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει, κατά μερική αποδοχή του σχετικού αιτήματος της αγωγής.
16. Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, νομιμοτόκως, από την επίδοση της αγωγής, στις 14.12.2020 (βλ. το με αριθμ. 4264Ε/14.12.2020 σχετικό αποδεικτικό επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, Μαρίας Βουρδούλη) έως την εξόφληση, με επιτόκιο υπολογιζόμενο σύμφωνα με το άρθρο 45 παρ.1 του ν.4607/2019 (Α’ 65/24.4.2019). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων, ενόψει της μερικής νίκης και μερικής ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. γ΄ του Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει το Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, νομιμοτόκως, με επιτόκιο υπολογιζόμενο σύμφωνα με το άρθρο 45 του ν. 4607/2019, από την επίδοση της αγωγής σε αυτό (14.12.2020) έως την πλήρη εξόφληση.
Διατάσσει την επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος τέλους δικαστικού ενσήμου, ποσού ενός ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών του ευρώ (1,44 €) στον ενάγοντα.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Η απόφαση δημοσιεύτηκε στη Θεσσαλονίκη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στις 28.03.2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Βενετία Γκάτση Αναστασία Σοφιάδου