Περίληψη
Χρησικτησία σε βάρος του Δημοσίου. Πρέπει να έχουν συντρέξει οι προϋποθέσεις για την απόκτηση κυριότητας έως την 11.9.1915. Σε περίπτωση προσμέτρησης της νομής δικαιοπαρόχου πριν την ισχύ του ΑΚ, απαιτείται μεταβίβαση αυτής με ειδική (με συμβόλαιο αν αφορά ακίνητο) ή καθολική διαδοχή κατά τις διατάξεις του βρδ δικαίου. Δεν αναιρούνται οι πράξεις νομής που ασκήθηκαν σε ακίνητο από μόνο το γεγονός της καταγραφής του ως δημόσιου κτήματος ή ως δάσους.
Αριθμός 685 /2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα E.T..
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθμόν 3905/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (533 παρ1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια παραπάνω διαδικασία.
Με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή της η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, ζήτησε τη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης κτηματολογικής εγγραφής του πλήρως περιγραφομένου κατά θέση, έκταση και όρια ακινήτου, φερόμενου ως ανήκον στην κυριότητα του εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος ελληνικού δημοσίου, επειδή αυτή είναι κυρία αυτού με πρωτότυπο τρόπο και δη με έκτακτη χρησικτησία, ασκώντας αυτή και οι δικαιοπάροχοί της με καλή πίστη όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση του πράξεις νομής, ώστε να αναγραφεί αυτή ως κυρία του ακινήτου πρωτοτύπως. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη, η οποία δέχθηκε την αγωγή ως ουσιαστικώς βάσιμη. Κατά της αποφάσεως αυτής στρέφεται το εναγόμενο με την κρινόμενη έφεση του, παραπονούμενο για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, αιτούμενο την εξαφάνισή της, με σκοπό να απορριφθεί η εναντίον του αγωγή.
Σε σχέση με το λόγο έφεσης περί απαραδέκτου της αγωγής, λόγω αοριστίας αυτής, ως προς την περιγραφή του ακινήτου, από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής, προκύπτει ότι το επίδικο ακίνητο προσδιορίζεται επαρκώς ως προς την έκταση, τη θέση και τα όριά του, ώστε να μην δημιουργείται αμφισβήτηση ως προς την ταυτότητά του. Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε επαρκώς ορισμένη την αγωγή, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των σχετικών διατάξεων και πρέπει αυτός ο λόγος να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των εξετασθέντων ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου μαρτύρων, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδριάσεως του δικαστηρίου εκείνου, από την 1.12.2016 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του τοπογράφου μηχανικού ………….., που διέταξε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με τη μη οριστική 3649/2014 απόφασή του και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι για να ληφθούν υπόψη ως τέτοια και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει του …../1970 συμβολαίου του συμ/φου Πειραιώς ………, νομίμως μεταγεγραμμένου (τόμος …. και αριθμός …. των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας), η ενάγουσα αγόρασε από την ………., ένα αγροτεμάχιο που βρίσκεται εκτός σχεδίου πόλης και εκτός οριοθετημένου οικισμού στη θέση ……….., της κτηματικής περιφέρειας Αμπελακίων Σαλαμίνας, εκτάσεως 344,20 τμ, κατά τον τίτλο κτήσεως και 353 τμ, κατά τη μέτρηση του Κτηματολογίου, όπου φέρει αριθμό ΚΑΕΚ ……… και το οποίο φαίνεται στο από Ιουλίου 1961 σχεδιάγραμμα του μηχανικού ……… ότι βρίσκεται στο Π οικοδομικό τετράγωνο, φέρει (ως αγροτεμάχιο) τον αριθμό 12 και συνορεύει βόρεια με το υπ’ αρ. 10 αγροτεμάχιο του ίδιου τετραγώνου και σχεδιαγράμματος με ΚΑΕΚ …, ανατολικά με ιδιωτική οδό με ΚΑΕΚ …, νότια με ιδιωτική οδό με ΚΑΕΚ … και δυτικά με το υπ’ αρ. 11 αγροτεμάχιο του αυτού τετραγώνου και σχεδιαγράμματος με ΚΑΕΚ …… Το ανωτέρω ακίνητο είχε περιέλθει στη δικαιοπάροχο της ενάγουσας σε μεγαλύτερη έκταση 95.987 τμ, από αγορά, δυνάμει του …/1961 νομίμως μεταγεγραμμένου συμβολαίου (τόμος … και αριθμός …. των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας) του συμ/φου Αθηνών ………….. Εκείνη, ακολούθως, προέβη σε κατάτμηση της έκτασης και πώληση αγροτεμαχίων, ένα εκ των οποίων είναι και το επίδικο. Τόσο η ενάγουσα όσο και η δικαιοπάροχός της από τότε που απέκτησαν το ως άνω ακίνητο υπεισήλθαν στη νομή του, ασκώντας πράξεις προσιδιάζουσες στη φύση του, όπως επίβλεψη, προστασία από τρίτους, καλλιέργεια κηπευτικών και οπωροφόρων δέντρων, καθαρισμό, η δε ενάγουσα οικοδόμησε και κατοικία με πλήρη σύνδεση με τα δίκτυα κοινής ωφέλειας. Οι δικαιοπάροχοι της …………. είναι 25 άτομα (αναφέρονται κατωτέρω), τέκνα και διάδοχοι λόγω κληρονομικής διαδοχής τους, του αρχικού, απώτερου δικαιοπαρόχου τους …………, που πέθανε το έτος 1932, χωρίς να αφήσει διαθήκη και κληρονομήθηκε από τη σύζυγο του ……….. και τα δέκα τέκνα του ……….., οι οποίοι αναμίχθηκαν στην κληρονομιά, ασκώντας τις υλικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση του ακινήτου, όπως επίβλεψη, οριοθέτηση, παραχώρηση δικαιώματος βόσκησης και ξύλευσης, με καλή πίστη και την πεποίθηση, τόσο κατά την κτήση όσο και καθ’ όλη τη διάρκεια, ότι δεν προσβάλλουν δικαίωμα τρίτου. Να σημειωθεί, ότι στην κυριότητα του ………. ανήκε μεγαλύτερη έκταση, 111.987 τμ, από την οποία αυτός μεταβίβασε τμήμα 16.000 τμ λόγω πώλησης στον ………….., το έτος 1925, οπότε απέμεινε το ακίνητο των 95.987 τμ, το οποίο οι διάδοχοι του πώλησαν κατά τα προαναφερθέντα, το έτος 1961, στην ………. Ο . …… …… είχε αποκτήσει το μείζον παραπάνω ακίνητο (των 111.987 τμ) κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου από κληρονομιά του αποβιώσαντος το έτος 1899 πατρός του …. και κατά το υπόλοιπο 1/2 εξ αδιαιρέτου από αγορά από τους κληρονόμους του …………, δυνάμει του …./1908 συμβολαίου του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη Σαλαμίνος ………. (τόμος …. και αριθμός ….. του βιβλίου μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας), και, όσο ζούσε και μέχρι τον κατά το έτος 1932 θάνατο του, το νεμόταν, το ήμισυ εξ αδιαιρέτου από το χρόνο που υπεισήλθε ενεργά στην κληρονομιά του πατρός του και το υπόλοιπο ήμισυ εξ αδιαιρέτου από το χρόνο αγοράς, με διάνοια κυρίου, καλλιεργώντας το πεδινό τμήμα του και ασκώντας κτηνοτροφία στο υπόλοιπο. Το έτος 1937 απεβίωσε και η σύζυγος του …………, η οποία κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τα προαναφερθέντα δέκα τέκνα της, που αναμίχθηκαν στην κληρονομιά ασκώντας τις πράξεις νομής που προσιδίαζαν στη φύση του (καλλιέργεια επίβλεψη, καθαρισμό), με καλή πίστη και με την πεποίθηση, τόσο κατά την κτήση όσο και καθ’ όλη τη διάρκεια, ότι δεν προσβάλλουν δικαίωμα τρίτου. Το έτος 1951 απεβίωσε ο εκ των συγκυρίων ……….. και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τη σύζυγό του …. και τα πέντε τέκνα του …………, οι οποίοι αποδέχθηκαν την κληρονομιά (…./61 δήλωση αποδοχής του συμ/φου Αθηνών ………). Το έτος 1952, απεβίωσε ο εκ των συγκυρίων ……… και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τη σύζυγο του … και τα έξι τέκνα του ……….., ο οποίος απεβίωσε το έτος 1954 και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τη μητέρα του …. και τα ανωτέρω πέντε αδέλφια του, οι οποίοι αποδέχθηκαν την κληρονομιά (…./61 δήλωση αποδοχής, για τις ανωτέρω κληρονομιές κατά το ποσοστό εκάστου, του ίδιου συμ/φου). Το έτος 1958, απεβίωσε ο εκ των συγκυρίων ………… και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τη σύζυγο του … και τα επτά εν ζωή αδέλφια του ……………, τα πέντε τέκνα του προαποβιώσαντος αδελφού του .., και τα πέντε τέκνα του προαποβιώσαντος αδελφού του …., οι οποίοι αποδέχθηκαν την κληρονομιά. Το έτος 1960, απεβίωσε η εκ των συγκυρίων …………, η οποία κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από το σύζυγο της ………… και τα πέντε τέκνα της ………, οι οποίοι αποδέχθηκαν την κληρονομιά (…./61 δήλωση αποδοχής του ίδιου συμ/φου). Όλοι οι ανωτέρω, κληρονομούμενοι και κληρονόμοι ασκούσαν από τους ανωτέρω χρόνους που έκαστος απέκτησε το ακίνητο πράξεις νομής επί του μείζονος ακινήτου αλλά και του επιδίκου ειδικά, όπως επίβλεψη και καλλιέργεια, μέχρι που δυνάμει του προαναφερθέντος …./1961 συμβολαίου, πώλησαν και μεταβίβασαν στην ………… το ανωτέρω ακίνητο (95.987 τμ), μέρος του οποίου αποτελεί και το επίδικο. Περαιτέρω αποδείχθηκε, το επίδικο ακίνητο ως τμήμα του προαναφερθέντος μεγαλύτερου ακινήτου των 111.987 τμ, είχε περιέλθει στους απώτερους δικαιοπαρόχους της ενάγουσας, ήτοι ……….. και ……….., οι οποίοι το καλλιεργούσαν, ως προς ορισμένα τμήματά του και το χρησιμοποιούσαν και ως βοσκότοπο, πριν από το 1845, οπότε ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της Επιτροπής επί των διαφιλονικουμένων δασών στη Σαλαμίνα. Η Επιτροπή αυτή, με την 305/24-11845 απόφασή της, αναγνώρισε τα δάση ως ιδιωτικά, εκτός από εκείνα που ανήκαν στην ήδη κατά το χρόνο εκείνο διαλυμένη Ιερά Μονή ………. καθώς και εκείνων που είχαν καταχωρηθεί στα βιβλία δημοσίων κτημάτων και στα οποία δεν ανήκε το ανωτέρω ακίνητο των 111.987 τμ. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται και από το γεγονός, ότι το έτος 1963, δημιουργήθηκε αμφισβήτηση για το δικαίωμα της απώτερης δικαιοπαρόχου της ενάγουσας ……….., για το ακίνητο των 95.987 τμ, από την Κοινότητα Σεληνίων, η οποία άσκησε την από 5.8.1963 αγωγή εναντίον της, ζητώντας να αναγνωρισθεί κυρία ενός τμήματος 15 στρεμμάτων και 600 μέτρων και να της αποδοθεί αυτό. Ωστόσο, η αγωγή αυτή ουδέποτε συζητήθηκε. Ακολούθως, η Κοινότητα Αμπελακίων άσκησε κατά της ……….. την από 30.12.1964 αγωγή της, ζητώντας να αναγνωρισθεί κυρία εκτάσεως 90 στρεμμάτων, ισχυριζόμενη ότι η εναγομένη την είχε παρανόμως ιδιοποιηθεί. Τελικώς, η δίκη καταργήθηκε με συμβιβασμό μεταξύ των διαδίκων, ο οποίος εγκρίθηκε με την 31/1969 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου και την 17802/1969 απόφαση της Νομαρχίας Πειραιώς, η δε ……… κατέβαλε στην Κοινότητα το ποσό των 200.000 δρχ. Επομένως, ήδη από το έτος 1845, οι απώτεροι δικαιοπάροχοι της ενάγουσας ήταν στην νομή του ακινήτου των 111.987 τμ και ακολούθως των 95.987 τμ, μέρος του οποίου αποτελεί και το επίδικο, χωρίς ποτέ να την απωλέσουν. Κατά δε την κρίσιμη ημερομηνία 11.9.1915, ο απώτερος δικαιοπάροχος ………… είχε ήδη καταστεί κύριος του ακινήτου με πρωτότυπο τρόπο δηλαδή με έκτακτη χρησικτησία του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, αφού κατά την ανωτέρω ημερομηνία είχε συμπληρώσει με προσμέτρηση του χρόνου χρησικτησίας των άμεσων δικαιοπαρόχων του, τους οποίους διαδέχτηκε στη νομή, 30ετή καλόπιστη νομή σε αυτό, χωρίς αυτό το πραγματικό γεγονός (της άσκησης νομής) να αναιρείται από τη μεταγενέστερη καταχώριση του επιδίκου ως τμήμα δημόσιου κτήματος (ΑΒΚ … το έτος 1939) κι ως δάσος (ΔΔ …. 2011). Ενισχυτικό δε της κρίσης του Δικαστηρίου, ότι το επίδικο δεν αποτελεί δημόσιο κτήμα αποτελεί το γεγονός ότι το έτος 1969, και δυνάμει της Ε 13862/5745/2-8-1969 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, κηρύχθηκε απαλλοτρίωση μεταξύ άλλων και σε έκταση 15 στρεμμάτων από το ακίνητο της ……….., γεγονός που δε θα συνέβαινε, εάν το ακίνητο ανήκε στο δημόσιο. Όσον αφορά δε τον ισχυρισμό ότι δήθεν η απαλλοτρίωση αφορούσε διαφορετική έκταση, αντικρούεται από την από 24.6.1975 Πράξη Ανακλήσεως Απαλλοτριώσεως, στην οποία αναφέρονται οι εικαζόμενοι ιδιοκτήτες και μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η ……….. απώτερη δικαιοπάροχος της ενάγουσας. Συνεπώς, εφόσον οι απώτεροι καθώς και η άμεση δικαιοπάροχος της ενάγουσας, είχαν αποκτήσει την κυριότητα του ακινήτου των 95.987 τμ στο οποίο περιλαμβάνεται και το επίδικο, και αυτή κατέστη κυρία αυτού με έκτακτη χρησικτησία, προσμετρουμένου του χρόνου αδιατάρακτης και αδιάλειπτης νομής όλων των δικαιοπαρόχων του, συμπεριλαμβανομένων και αυτών πριν την 11.9.1915, αφού μέχρι την ημερομηνία εκείνη είχε ήδη αποκτήσει κυριότητα σε βάρος του δημοσίου ο απώτερος δικαιοπάροχος της ενάγουσας, ……………. Ωστόσο, επειδή κατά την τηρούμενη διαδικασία κτηματογράφησης του επίδικου ακίνητου καταχωρήθηκε ως ανήκον στο εναγόμενο και ειδικότερα ως τμήμα δημοσίου κτήματος (ΑΒΚ …), καταχωρήθηκε ανακριβώς και πρέπει, αφού αναγνωρισθεί η ενάγουσα ως κυρία του επίδικου ακινήτου, να διαταχθεί η διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής, και να αναγραφεί αυτή ως κυρία αυτού, με έκτακτη χρησικτησία. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε ομοίως και αναγνώρισε την ενάγουσα ως κυρία του ακινήτου και έκανε δεκτή την αγωγή της και διέταξε τη διόρθωση της εσφαλμένης πρώτης εγγραφής, έστω και με ελλιπή αιτιολογία, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει, αφού συμπληρωθεί η αιτιολογία, κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, να απορριφθεί η έφεση. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί το εκκαλούν που ηττήθηκε, στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (176, 183 ΚΠολΔ), τα οποία όμως θα επιβληθούν μειωμένα, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλίαν των διαδίκων.
Απορρίπτει την έφεση.
Καταδικάζει το εκκαλούν στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) €.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά στις 19 Νοεμβρίου 2019
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ