ΑΠΟΦΑΣΗ
Lefebvre κατά Γαλλίας της 29.08.24 (αρ. προσφ. 12767/21)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο προσφεύγων είναι δημοτικός σύμβουλος και πρόεδρος της αντιπολίτευσης στο δημοτικό συμβούλιο του Noisy-le-Sec. Ανάρτησε σχόλιο στον τοίχο του λογαριασμού του στο Facebook, με αφορμή ένοπλη επίθεση κατά άλλου δημοτικού συμβούλου, αναφερόμενος σε «μαφιόζικες υπερβολές».
Η δημοσίευση του προσφεύγοντος σχετικά με την ένοπλη επίθεση κατά του δημοτικού συμβούλου M.G., στην οποία εξέφρασε την ελπίδα του πως η έρευνα θα αποκαλύψει τους υπεύθυνους και τους «κοινωνικούς ιδιοκτήτες» που εμπλέκονται, προκάλεσε την αντίδραση της εταιρείας SAEM, που είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση του 30% των κοινωνικών κατοικιών στον δήμο και η οποία στην συνέχεια τον κατήγγειλε για συκοφαντική δυσφήμιση θεωρώντας ότι είχε στοχοποιηθεί.
Το Ποινικό Δικαστήριο του Παρισιού απάλλαξε τον προσφεύγοντα, εκτιμώντας ότι οι δηλώσεις του δεν αναφέρονταν άμεσα στην SAEM. Η εταιρεία άσκησε έφεση κατά της πρωτοβάθμιας απόφασης. Το Εφετείο, με απόφαση κατέστη αμετάκλητη, αποφάσισε ότι το σχόλιο του προσφεύγοντα αποτελούσε συκοφαντική δυσφήμιση καταδικάζοντας τον να καταβάλει αποζημίωση 1 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.500 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα της SAEM, καθώς και να αφαιρέσει το επίμαχο σχόλιο.
Ο προσφεύγων προσέφυγε ενώπιον του ΕΔΔΑ, υποστηρίζοντας ότι η καταδίκη του παραβίασε το δικαίωμά του στην ελευθερία της έκφρασης.
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου διαπίστωσε ότι η καταδίκη του προσφεύγοντος για συκοφαντική δυσφήμιση σε αποζημίωση ενός ευρώ συνιστούσε παρέμβαση στην ελευθερία της έκφρασης, η οποία προστατεύεται από το άρθρο 10. Όμως, αναγνώρισε ότι η παρέμβαση αυτή ήταν προβλεπόμενη από τον νόμο και αποσκοπούσε στην προστασία της φήμης και των δικαιωμάτων τρίτων, γεγονός το οποίο σύμφωνα με το άρθρο 10 § 2 θεωρείται θεμιτός σκοπός για περιορισμό του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης.
Το Δικαστήριο αξιολόγησε την αναγκαιότητα της παρέμβασης και τις περιστάσεις της υπόθεσης, τονίζοντας ότι η ανάρτηση του προσφεύγοντος δεν στηρίζονταν σε επαρκή πραγματική βάση και δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις ώστε να θεωρηθεί αντίστοιχη ή ισοδύναμη με πολιτικό λόγο. Οι κατηγορίες κατά της SAEM για συμμετοχή σε «μαφιόζικες υπερβολές» κρίθηκαν ως δηλώσεις γεγονότων που δεν είχαν αποδεικτική βάση.
Ο προσφεύγων καταδικάστηκε να καταβάλει το συμβολικό ποσό του 1 ευρώ ως αποζημίωση και τα δικαστικά έξοδα, γεγονός που το Δικαστήριο θεώρησε ως μη δυσανάλογο.
Το ΕΔΔΑ δεν διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10).
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων Jean-Paul Lefebvre, γεννήθηκε το 1956 και κατοικεί στο Noisy-le-Sec και είναι δημοτικός σύμβουλος στην κοινότητα Noisy-le-Sec και πρόεδρος της αντιπολίτευσης εντός του δημοτικού συμβουλίου. Στις 30 Δεκεμβρίου 2014, ο προσφεύγων, στο πλαίσιο του δημοτικού συμβουλίου, απέστειλε επιστολή στον εισαγγελέα του Bobigny για να τον ενημερώσει για διάφορες υπεξαιρέσεις που διαπράχθηκαν στο πλαίσιο δημοσίων συμβάσεων από την ανώνυμη εταιρία Noisy-le-Sec Habitat (στο εξής: SAEM). Η τελευταία είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση του 30% του αποθέματος εργατικών κατοικιών στον δήμο Noisy-le-Sec, ιδίως στην αποκαλούμενη «ευαίσθητη» περιοχή του Londeau. Ο δήμος κατέχει πάνω από τα 2/3 του κεφαλαίου της SAEM, στην οποίο οκτώ από τα δώδεκα μέλη του διοικητικού συμβουλίου είναι δημοτικοί σύμβουλοι και ο δήμαρχος είναι, δικαιωματικά, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος (CEO).
Στις 19 Ιουλίου 2016, ο δημοτικός σύμβουλος M.G., με καταγωγή από το Λονδίνο, πυροβολήθηκε αρκετές φορές. Σύμφωνα με τον M.G., οι δύο συλληφθέντες, οι αδελφοί M., ιδίως ο K.M., οι οποίοι ερευνώντο για την κατηγορία της ανθρωποκτονίας, συνδέονταν με το δήμαρχο, τον οποίο υποστήριξαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του το 2014 πριν αναλάβουν, μέσω της εταιρείας τους L., δημόσιο έργο που προκήρυξε η SAEM. Ο Κ.Μ., ο οποίος ταυτοποιήθηκε ως ένας από τους δράστες της επίθεσης, καταδικάστηκε οριστικά το 2019 σε πέντε χρόνια φυλάκισης για διακεκριμένη βία. Κατά τη διάρκεια της δίκης, η υπεράσπιση του Κ.Μ. κάλεσε τον Γενικό Διευθυντή της SAEM ως μάρτυρα.
Στο πλαίσιο του γεγονότος αυτού, στις 20 Ιουλίου 2016, ο προσφεύγων δημοσίευσε στον τοίχο του λογαριασμού του στο Facebook το ακόλουθο σχόλιο:
« #NoisyleSec δημοτικός σύμβουλος – εκλεγμένος με τη λίστα [R.] – έγινε στόχος ενός μαφιόζικου ξεκαθαρίσματος λογαριασμών (“jambisé”) χθες το βράδυ στο Londeau, χτυπημένος από τουλάχιστον 4 σφαίρες στα πόδια. Νοσηλεύεται αλλά εκτός κινδύνου. Εύχομαι στον συνάδελφό μας [M.G.] ταχεία ανάρρωση. Ελπίζω ότι η έρευνα θα επιτρέψει να διαπιστωθούν όλες οι συνθήκες και να εντοπιστούν όλοι οι άνθρωποι που εμπλέκονται, έστω και έμμεσα (κάποιος «κοινωνικός» ιδιοκτήτης), στις μαφιόζικες υπερβολές που είναι, δυστυχώς, η καθημερινή ζωή της φτωχής πόλης μας, εδώ και πεντέμισι χρόνια».
Σε απάντηση, η SAEM, θεωρώντας ότι στοχοποιήθηκε από αυτό το σχόλιο, εγκάλεσε τον προσφεύγοντα ενώπιον του Ποινικού Δικαστηρίου του Παρισιού για συκοφαντική δυσφήμιση. Με απόφαση της 12 Ιουνίου 2018, το ποινικό δικαστήριο τον αθώωσε, δεδομένου ότι στην ανάρτηση που δημοσίευσε ο προσφεύγων δεν γινόταν ειδική μνεία ή δεν μπορούσε να προσδιοριστεί ότι απευθυνόταν στην SAEM. Η εισαγγελική αρχή δεν άσκησε έφεση. Από την άλλη, η SAEM άσκησε έφεση στις 13 Ιουνίου 2018. Με γραπτές παρατηρήσεις του, ο προσφεύγων ανέπτυξε εκ νέου τα επιχειρήματα που είχε προβάλει πρωτοδίκως, στηριζόμενος, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 10 της ΕΣΔΑ.
Στις 20 Μαρτίου 2019, το Εφετείο αποφάνθηκε ότι θα έπρεπε να αποφανθεί μόνο επί του αιτήματος αποζημίωσης για τη ζημία που μπορούσε να προκύψει αποκλειστικά από αστική υπαιτιότητα του διωκόμενου προσώπου, δεδομένου ότι το πταίσμα αυτό πρέπει να αποδεικνύεται από και εντός των ορίων των πραγματικών περιστατικών που αποτελούσαν αντικείμενο της διαδικασίας.
Το Εφετείο έκρινε, ότι οι επίδικες παρατηρήσεις περιείχαν τον καταλογισμό συγκεκριμένου πραγματικού περιστατικού σχετικού με μαφιόζικο ξεκαθάρισμα λογαριασμών και συνίστατο στη ρίψη 4 σφαιρών στα πόδια δημοτικού συμβούλου, διευκρινίζοντας παράλληλα ότι ο έμμεσος χαρακτήρας της εμπλοκής δεν απέκλειε τη δυνατότητα αποδείξεως του προσαρτώμενου πραγματικού περιστατικού. Όσον αφορά την εξακρίβωση της ταυτότητας του ενδιαφερομένου, επισήμανε τα ακόλουθα στοιχεία: η SAEM, χωρίς να κατονομάζεται από τον προσφεύγοντα, ήταν αναγνωρίσιμη ενόψει της αναφοράς σε «ορισμένο “κοινωνικό” ιδιοκτήτη» και στη χρήση του “#NoisyleSec “, στην εισαγωγή του κειμένου, με την οποία κατέστησε δυνατή την επιβεβαίωση ότι ο εν λόγω ιδιοκτήτης ήταν εγκατεστημένος σε αυτήν την πόλη, ο δε χαρακτηρισμός «κοινωνικός», τοποθετημένος σε εισαγωγικά, έδειχνε, με ειρωνεία, ότι ήταν πράγματι ιδιοκτήτης κοινωνικής κατοικίας του οποίου η «κοινωνική» διαχείριση του αποθέματος κατοικιών του θα υπόκειται σε κριτική. Διάφορα άρθρα γνώμης που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα Municipal News και συντάχθηκαν από τον προσφεύγοντα για την αντιπολίτευση, καθώς και οκτώ «αναρτήσεις» που δημοσιεύθηκαν στον λογαριασμό του στο Facebook μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου 2016, αφορούσαν την SAEM, δεδομένου ότι ο προσφεύγων το κατέστησε «ένα από τα χόμπι του κατά της δημοτικής αρχής που βρίσκεται στην εξουσία». Η προσκόμιση των εγγράφων που συνέταξαν οι κάτοικοι του δήμου επιβεβαίωσε ότι ο προσφεύγων ανησυχούσε ιδιαίτερα για την κατάσταση της SAEM και ότι δεν υπήρχε καμία αμφιβολία στον αναγνώστη ότι το επίδικο δημοσίευμα αναφέρετο πράγματι στην SAEM. Το Εφετείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το επίμαχο κείμενο ήταν επομένως συκοφαντικά δυσφημιστικό κατά της SAEM.
Κατά συνέπεια, το Εφετείο έκρινε βάσιμη την αξίωση αποζημίωσης του SAEM. Διέταξε τον προσφεύγοντα να της καταβάλει 1 ευρώ ως αποζημίωση για ηθική βλάβη, καθώς και 1.500 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα. Διέταξε επίσης την απόσυρση του επίδικης δημοσίευσης από το Facebook.
Ο προσφεύγων άσκησε αναίρεση ενώπιον του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Με απόφαση της 1ης Σεπτεμβρίου του 2020, το Ακυρωτικό Δικαστήριο, κήρυξε την αναίρεση απαράδεκτη και τον καταδίκασε σε καταβολή στην SAEM 2.500 ευρώ για δικαστικά έξοδα.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αστική καταδίκη του προσφεύγοντος για συκοφαντική δυσφήμιση συνιστούσε παρέμβαση της άσκησης του δικαιώματος του στην ελευθερία της έκφρασης, η οποία προστατεύεται με βάση το άρθρο 10. Όμως, αναγνώρισε ότι η παρέμβαση αυτή ήταν προβλεπόμενη από τον νόμο και αποσκοπούσε στην προστασία της φήμης και των δικαιωμάτων τρίτων, γεγονός το οποίο σύμφωνα με το άρθρο 10 § 2 θεωρείται θεμιτός σκοπός για περιορισμό του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης.
Το ΕΔΔΑ αξιολόγησε την αναγκαιότητα της παρέμβασης και τις περιστάσεις της υπόθεσης, τονίζοντας ότι οι εκλεγμένοι δημόσιοι εκπρόσωποι απολαμβάνουν ιδιαίτερη προστασία του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, αλλά και πως πρέπει να επιδεικνύουν μεγαλύτερη ανοχή απέναντι σε κριτικές. Επιπλέον, το Δικαστήριο σημείωσε ότι η ανάρτηση του προσφεύγοντος δεν στηρίζονταν σε επαρκή πραγματική βάση και, έτσι, δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις ώστε να θεωρηθεί αντίστοιχη ή ισοδύναμη με πολιτικό λόγο. Οι κατηγορίες κατά της SAEM για συμμετοχή σε «μαφιόζικες υπερβολές» κρίθηκαν ως δηλώσεις γεγονότων που δεν είχαν αποδεικτική βάση.
Ο προσφεύγων καταδικάστηκε από τα εγχώρια δικαστήρια να πληρώσει ένα συμβολικό ποσό ενός ( 1 ) ευρώ ως αποζημίωση και τα δικαστικά έξοδα της εταιρείας SAEM ύψους 1.500 ευρώ για την πρωτοβάθμια διαδικασία και 2.500 ευρώ για την δευτεροβάθμια διαδικασία, γεγονός που το Δικαστήριο θεώρησε ως μη δυσανάλογο.
Το ΕΔΔΑ δεν διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10), υπογραμμίζοντας ότι παρά την ενισχυμένη προστασία της για δημόσια πρόσωπα και ιδίως πολιτικούς εκπροσώπους, τα εθνικά δικαστήρια αποφάνθηκαν βασισμένα σε σχετική και επαρκή αιτιολογία.