Με την εγκύκλιο Ε.2059/4.9.2024 η ΑΑΔΕ απάντησε σε σχετικά ερωτήματα, που είχαν τεθεί στις υπηρεσίες της
Με την εγκύκλιο παρέχονται διευκρινίσεις για την ορθή και ενιαία εφαρμογή των βασικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα (Α.Κ.) σχετικά με την προθεσμία αποποίησης κληρονομίας, τόσο προς τους φορολογούμενους όσο και προς τις υπηρεσίες της ΑΑΔΕ.
Γενικά θέματα αποποίησης κληρονομίας
Προθεσμία αποποίησης – Γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής
1. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1710, 1711, 1846, 1847, 1848, 1850, 1851, 1854 & 1856 του Α.Κ.(Αστικού Κώδικά) προκύπτουν τα ακόλουθα:
Προθεσμίες
Κατά τον χρόνο θανάτου του προσώπου, η περιουσία του επάγεται (περιέρχεται) αυτοδικαίως στον κληρονόμο (ή στους κληρονόμους) του, που μπορεί να την αποποιηθεί(θούν) μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών (ή ενός έτους, στην περίπτωση που ο κληρονομούμενος είχε την τελευταία κατοικία του στο εξωτερικό ή αν ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή όταν διέμενε στο εξωτερικό). Η προθεσμία αυτή αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή της κληρονομίας και τον λόγο της (γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής).
Στην επαγωγή από διαθήκη η προθεσμία αποποίησης δεν αρχίζει πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης. Η ανωτέρω προθεσμία αναστέλλεται για τους ίδιους λόγους που αναστέλλεται και η παραγραφή (1847 Α.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 255 επ. του Αστικού Κώδικα.
Ακυρότητα αποποίησης
Η αποποίηση είναι άκυρη, αν γίνει μετά την πάροδο της προθεσμίας για αποποίηση. Αν περάσει η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή (1850 Α.Κ.). Η αποδοχή ή η αποποίηση της κληρονομίας είναι άκυρη, αν έγινε πριν από την επαγωγή (δηλαδή πριν από το θάνατο του κληρονομουμένου) ή από πλάνη ως προς την επαγωγή της κληρονομίας στον προσωρινό κληρονόμο και τον λόγο αυτής. Επίσης είναι άκυρη, αν έγινε υπό αίρεση ή προθεσμία ή για μέρος της κληρονομίας (1851 Α.Κ.).
Για τις ανάγκες της εγκυκλίου, ως «προσωρινός» χαρακτηρίζεται ο κληρονόμος κατά το χρονικό διάστημα από την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης της κληρονομίας έως την παρέλευσή της ή την αποδοχή της κληρονομίας ή την νόμιμη εμπρόθεσμη δήλωση αποποίησης.
Που γίνεται
Η αποποίηση γίνεται με δήλωση στον γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας, δηλαδή στο ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου ο κληρονομούμενος είχε κατά τον χρόνο του θανάτου του την κατοικία του ή, αν δεν είχε κατοικία, τη διαμονή του, ή, αν δεν είχε ούτε διαμονή, στο ειρηνοδικείο της πρωτεύουσας του Κράτους (ΚΠολΔ 810).
Επόμενοι δικαιούχοι
Αν ο κληρονόμος αποποιηθεί την κληρονομία, αυτή επάγεται σ’ εκείνον που θα είχε κληθεί (δηλαδή θα καθίστατο κληρονόμος), αν το πρόσωπο που αποποιήθηκε δεν ζούσε κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου (1856 Α.Κ.), οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η προθεσμία αρχίζει από τη γνώση της αποποίησης του «προπορευόμενου» κληρονόμου και την εξαιτίας αυτής κλήση του επόμενου.
Ημερομηνία αποποίησης
Γνώση της επαγωγής, ως αφετηρία της προθεσμίας αποποίησης, υπάρχει όταν ο κληρονόμος έχει βασίμως πληροφορηθεί την ύπαρξη των πραγματικών (π.χ. του θανάτου του κληρονομούμενου) και νομικών προϋποθέσεων, η συνδρομή των οποίων επιφέρει την αυτοδίκαιη από αυτόν κτήση της κληρονομίας. Μόνο η γνώση του θανάτου του κληρονομούμενου δεν αρκεί, αλλά απαιτείται η γνώση και εκείνων των περιστατικών που αποτέλεσαν τους αναγκαίους νομικούς όρους για την κλήση του κληρονόμου στην κληρονομία του αποβιώσαντος (π.χ. η ανυπαρξία διαθήκης και η πλησιέστερη άλλων προσώπων συγγενική σχέση του με τον κληρονομούμενο). Τα περιστατικά αυτά δυνατόν να είναι και μεταγενέστερα του θανάτου του κληρονομούμενου (π.χ. έκπτωση του προπορευόμενου κληρονόμου). Γνώση του λόγου της επαγωγής υπάρχει όταν ο κληρονόμος γνωρίζει ότι καλείται στην κληρονομία από τη διαθήκη του αποβιώσαντος ή από τον νόμο (π.χ. ως εξ αδιαθέτου ή ως νόμιμος μεριδούχος).
Την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης εμποδίζει τόσο η πλάνη περί τα πράγματα όσο και η πλάνη περί το δίκαιο, αν η μη γνώση από τον κληρονόμο της προς αυτόν επαγωγής και του λόγου της οφείλεται σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση πραγματικών γεγονότων ή νομικών ρυθμίσεων.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, για την έναρξη της προθεσμίας προς αποποίηση απαιτείται από τον νόμο θετική γνώση από τον κληρονόμο της επαγωγής και του λόγου της, προς την οποία δεν εξομοιώνεται η υπαίτια άγνοια, έστω και αν οφείλεται σε βαριά αμέλεια αυτού. Ακόμη και η ύπαρξη βάσιμων αμφιβολιών δεν επιτρέπει την κίνηση της προθεσμίας (σχετική η υπ’ αριθ. 426/2005 γνωμοδότηση του Β’ Τμήματος του Ν.Σ.Κ., η οποία έχει γίνει αρμοδίως αποδεκτή). Απαιτείται, επομένως, ο κληρονόμος να γνωρίζει όχι μόνο το γεγονός του θανάτου αλλά και ότι έγινε προσωρινός κληρονόμος, ακόμη και αν η άγνοια οφείλεται σε δική του υπαιτιότητα.
Επισημάνσεις – περιπτωσιολογία:
Οι ανωτέρω προϋποθέσεις (γνώση της επαγωγής και του λόγου της), που πρέπει να συντρέχουν για την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης, ώστε να διαπιστώνεται το εμπρόθεσμο ή μη αυτής, τίθενται από το νόμο υπέρ του προσωρινού κληρονόμου, δηλαδή για την προστασία αυτού έναντι του κινδύνου να παρέλθει η προθεσμία αποποίησης εν αγνοία του.
Επομένως, η παρ. 1 του άρθρου 1847 του Α.Κ., ορίζει την αφετηρία της προθεσμίας αποποίησης, χωρίς να περιορίζει τη δυνατότητα δήλωσης της σχετικής βούλησης του κληρονόμου σε χρόνο πριν από την έναρξη της προθεσμίας. Δεν είναι άκυρη, συνεπώς, η αποποίηση, αν έλαβε χώρα πριν συντρέξουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 1847 του Α.Κ., δηλ. πριν από την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης, προτού π.χ. ο προσωρινός κληρονόμος πληροφορηθεί τον θάνατο του κληρονομούμενου ή πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης (βλ. ενδεικτικά την υπ’ αριθ. 640/1992 γνωμοδότηση του Γ’ Τμήματος του Ν.Σ.Κ., η οποία έχει γίνει αποδεκτή αρμοδίως).
Ομοίως, σύμφωνα με την κρατούσα θέση, δεν είναι άκυρη η αποποίηση της κληρονομίας από πρόσωπο ως προς το οποίο δεν έχουν συντρέξουν ακόμα όλες οι προϋποθέσεις για την κλήση του στην κληρονομία, όπως σε περίπτωση που το πρόσωπο αποποιήθηκε πριν από την αποποίηση προπορευόμενου κληρονόμου (ή προπορευόμενων κληρονόμων), αρκεί η αποποίηση να έλαβε χώρα μετά τον θάνατο του κληρονομουμένου, ο οποίος αποτελεί, σε κάθε περίπτωση, το εναρκτήριο χρονικό σημείο για την αποδοχή ή την αποποίηση της κληρονομίας. Διευκρινίζεται σχετικά ότι, για την ορθή εφαρμογή του οικείου άρθρου 1851 του Α.Κ., χρόνος επαγωγής της κληρονομίας είναι, όπως προαναφέρθηκε, ο χρόνος θανάτου του κληρονομουμένου (βλ. άρθρα 1711 και 1856 του Α.Κ.), ενώ το μελλοντικό και αβέβαιο γεγονός της αποποίησης του προπορευόμενου κληρονόμου, ως αναγκαία προϋπόθεση για να παράγει η αποποίηση του επόμενου κληρονόμου έννομες συνέπειες (αίρεση δικαίου, όχι γνήσια αίρεση), γίνεται δεκτό ότι δεν εμπίπτει στις αιρέσεις που θίγουν το κύρος της αποποίησης κατ’ άρθρο 1851 του Α.Κ..
Αποποίηση εξ αδιαιρέτου
Εάν οι κληρονόμοι, πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης αποποιήθηκαν την κληρονομία που τους επήχθη εξ αδιαθέτου, δεν είναι αναγκαία η εκ νέου συναφής (δηλαδή εξ αδιαθέτου) αποποίηση της ίδιας κληρονομίας μετά τη δημοσίευση της διαθήκης και την αποποίηση της εκ διαθήκης κληρονομίας τους, όπως έχει γίνει δεκτό με την προαναφερθείσα υπ’ αριθ. 640/1992 γνωμοδότηση του Γ’ Τμήματος του Ν.Σ.Κ. (βλ. σελ. 4 αυτής).
Αυτός που αποποιήθηκε κληρονομία ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος μπορεί να αποδεχθεί αυτή, αν εκ των υστέρων δημοσιευθεί διαθήκη του κληρονομουμένου ή έλαβε γνώση για την ύπαρξη τέτοιας διαθήκης με την οποία τον εγκαθιστά κληρονόμο.
Αλωνιάτης Απόστολος
Οικονομολόγος – φοροτεχνικός, Α’ Αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών & Φορολογικών Μελετών (Ι.Ο.ΦΟ.Μ), Σύμβουλος Διοίκησης της PROSVASIS AEBE και συγγραφέας.