ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ.Α. κ.α. κατά Ελλάδας 03.10.2024 (αρ. προσφ. 15192/20 και άλλες 3)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι προσφεύγοντες, ζήτησαν άσυλο κατά την άφιξη τους σε ελληνικά νησιά το 2019 και ισχυρίστηκαν ότι οι συνθήκες διαβίωσής τους στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) ήταν αφόρητες και παραβίαζαν τα δικαιώματά τους βάσει της ΕΣΔΑ. Οι προσφεύγοντες ανέφεραν ότι εκεί επικρατούσαν άθλιες συνθήκες, οι οποίες χαρακτηρίζονταν από σοβαρό υπερπληθυσμό, έλλειψη υγιεινής, ανεπαρκή παροχή τροφίμων και ανεπαρκή ιατρική περίθαλψη.
Ο πρώτος προσφεύγων ο οποίος έπασχε από χρόνια ηπατίτιδα Β, τοποθετήθηκε σε μια προσωρινή σκηνή έξω από τα υπερπλήρη κοντέινερ στέγασης στο ΚΥΤ της Χίου, όπου μοιραζόταν τις περιορισμένες εγκαταστάσεις υγιεινής με χιλιάδες άλλους. Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι η ονομαστική χωρητικότητα του ΚΥΤ ήταν 1.014 άτομα, ωστόσο φιλοξενούσε κατά καιρούς μεταξύ 4.452 και 5.300 ατόμων, με αποτέλεσμα να επικρατούν συνθήκες διαβίωσης που έβλαπταν την υγεία και την αξιοπρέπεια.
Η Κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν εξαντλήσει τα εσωτερικά ένδικα μέσα. Ωστόσο, το Δικαστήριο επανέλαβε ότι είναι ευθύνη της Κυβέρνησης να αποδείξει ότι υπήρχαν αποτελεσματικά ένδικα μέσα, κάτι που η κυβέρνηση δεν έπραξε.
Το Δικαστήριο εξέτασε επίσης τις συγκεκριμένες συνθήκες του κάθε προσφεύγοντος, συμπεριλαμβανομένου του C.K., ενός 15χρονου ασυνόδευτου ανηλίκου, ο οποίος βίωσε παρόμοιες συνθήκες στο ΚΥΤ Σάμου. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι συνθήκες για τους ανηλίκους ήταν ομοίως ανεπαρκείς, με αναφορές που υποδεικνύουν υπερπληθυσμό, έλλειψη εκπαιδευτικών ευκαιριών και ανεπαρκή προστασία από πιθανή βλάβη. Στους προσφεύγοντες, συμπεριλαμβανομένων οικογενειών με μικρά παιδιά, δεν παρασχέθηκε κατάλληλη στέγαση ή φροντίδα, γεγονός που καταδεικνύει περαιτέρω τα συστημικά ζητήματα εντός του ελληνικού συστήματος ασύλου.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι οι συνθήκες στα ΚΥΤ, συγκεκριμένα στη Χίο και στη Σάμο, ήταν ασύμβατες με τα πρότυπα που θέτει η ΕΣΔΑ. Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 λόγω των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης για τους προσφεύγοντες κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στα ΚΥΤ. Επιπλέον, στην περίπτωση του C.K., το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση και του άρθρου 34, καθώς οι ελληνικές αρχές δεν συμμορφώθηκαν με τα προσωρινά μέτρα που υπέδειξε το Δικαστήριο σχετικά με την τοποθέτηση του προσφεύγοντος σε συνθήκες κατάλληλες για ανηλίκους.
Το δικαστήριο επιδίκασε 29.000 ευρώ στους προσφεύγοντες για ικανοποίηση ηθικής βλάβης.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες έφτασαν στην Ελλάδα ως μέρος μιας ευρύτερης εισροής μεταναστών και αιτούντων άσυλο κατά τη διάρκεια μιας περιόδου που χαρακτηρίστηκε από μια σημαντική διεθνή μεταναστευτική κρίση. Κατά την άφιξή τους, τοποθετήθηκαν στο ΚΥΤ στη Χίο και στο ΚΥΤ της Σάμου, τα οποία χαρακτηρίζονταν και τα δύο από σοβαρό υπερπληθυσμό και ανεπαρκείς συνθήκες διαβίωσης. Το ΚΥΤ Vial Χίου είχε ονομαστική χωρητικότητα 1.014 ατόμων, αλλά φιλοξενούσε μεταξύ 4.452 και 5.300 ατόμων σε διάφορες χρονικές στιγμές, με αποτέλεσμα η πυκνότητα να υπερβαίνει κατά πολύ τα αποδεκτά όρια. Συγκεκριμένα, ένας προσφεύγων, ο οποίος πάσχει από χρόνια ηπατίτιδα Β, τοποθετήθηκε σε μια προσωρινή σκηνή έξω από υπερπλήρεις οικίσκους και έπρεπε να μοιράζεται πολύ περιορισμένες εγκαταστάσεις υγιεινής με χιλιάδες άλλους, γεγονός που αναδεικνύει τις άθλιες συνθήκες που αντιμετώπιζαν.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής τους, οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι οι ελληνικές αρχές δεν τους παρείχαν επαρκείς συνθήκες διαβίωσης και βοήθεια. Ανέφεραν ζητήματα όπως η ανεπαρκής πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, η ανεπαρκής παροχή τροφίμων και η έλλειψη ασφάλειας, ιδίως στο πλαίσιο των ασυνόδευτων ανηλίκων. Η Κυβέρνηση, αν και αναγνώρισε τις προκλήσεις που παρουσίαζε ο μεγάλος αριθμός των εισερχόμενων μεταναστών, υποστήριξε ότι ενήργησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο δεδομένων των περιστάσεων.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 3,
Άρθρο 13,
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Η ΕΣΔΑ συχνά παραπέμπει σε διάφορους διεθνείς κανόνες και πρότυπα σχετικά με τη μεταχείριση των αιτούντων άσυλο. Ειδικότερα, το Δικαστήριο έχει στο παρελθόν περιγράψει τις υποχρεώσεις των κρατών σε υποθέσεις όπως στις M.S.S. κατά Βελγίου και Ελλάδας, Khlaifia κ.α. κατά Ιταλίας, οι οποίες υπογραμμίζουν την ανάγκη για επαρκείς συνθήκες διαβίωσης και την παροχή βασικών υπηρεσιών στους αιτούντες άσυλο.
Οι προσφεύγοντες Ισχυρίστηκαν ότι οι συνθήκες διαβίωσης στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης ήταν ανεπαρκείς και παραβίαζαν τα δικαιώματά τους σύμφωνα με το άρθρο 3. Η Κυβέρνηση υποστήριξε ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν εξαντλήσει τα εσωτερικά ένδικα μέσα, ισχυρισμό που το Δικαστήριο απέρριψε, σημειώνοντας ότι η Κυβέρνηση δεν κατάφερε να αποδείξει την αποτελεσματικότητα οποιουδήποτε διαθέσιμου ένδικου μέσου.
Το ΕΔΔΑ αξιολόγησε τις καταγγελίες των προσφευγόντων σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσής τους στα ΚΥΤ. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι συνθήκες διαβίωσης ήταν ασυμβίβαστες με τα πρότυπα που ορίζονται στη Σύμβαση. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο υπογράμμισε τον υπερπληθυσμό των ΚΥΤ, την ανεπαρκή πρόσβαση σε εγκαταστάσεις υγιεινής και ιατρικές εγκαταστάσεις και την συνολική έλλειψη επαρκών πόρων για την ικανοποίηση των βασικών αναγκών των αιτούντων άσυλο.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι οι συνθήκες διαβίωσης των προσφευγόντων στα ΚΥΤ συνιστούσαν παραβίαση του άρθρου 3, καθώς η μεταχείριση που έτυχαν υπολειπόταν του ελάχιστου ορίου ανθρώπινης μεταχείρισης. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι προσφεύγοντες, ιδιαίτερα οι ευάλωτες ομάδες όπως οι ανήλικοι, υποβλήθηκαν σε συνθήκες που δεν ήταν μόνο εξευτελιστικές αλλά και επιζήμιες για τη σωματική και ψυχολογική τους υγεία.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι οι ελληνικές αρχές δεν συμμορφώθηκαν με τα προσωρινά μέτρα που είχε υποδείξει προηγουμένως το Δικαστήριο, τα οποία απαιτούσαν κατάλληλες συνθήκες διαμονής και υποδοχής για τους προσφεύγοντες. Αυτό συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 34, το οποίο προστατεύει το δικαίωμα των ατόμων να προσφεύγουν στο Δικαστήριο χωρίς την παρέμβαση του κράτους.
Το δικαστήριο επιδίκασε 29.000 ευρώ στους προσφεύγοντες (από 2.500 έως 6.500 σε καθένα) για ικανοποίηση ηθικής βλάβης.