Περίληψη
– Η διαδικασία επιβολής των διοικητικών προστίμων για παράβαση της νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος ή των περιβαλλοντικών όρων που έχουν επιβληθεί, όταν κινείται από την Ε.Υ.Ε.Π., διαρθρώνεται σε τρία στάδια, τα οποία περιλαμβάνουν διαφορετικές αρμοδιότητες. Η άσκηση δε αυτών, κατά την πρόοδο της διαδικασίας από τη διαπίστωση έως τη βεβαίωση της παράβασης, στοιχεί προς την περιγραφόμενη στις ως άνω διατάξεις ιεραρχική δομή και οργάνωση της ΕΥΕΠ. Κατά τις εφαρμοστέες διατάξεις συνδυαστικά ερμηνευόμενες, α) το στάδιο αυτοψίας και συγκέντρωσης των στοιχείων επί της ελεγχόμενης δραστηριότητας διενεργείται από τους Επιθεωρητές του αρμόδιου για τη δραστηριότητα τμήματος και περαιώνεται με τη σύνταξη έκθεσης αυτοψίας, η οποία κατά ρητή πρόβλεψη της υποπαρ. 4 της παρ. Α του άρθρου 9 του ν. 2947/2001, συντάσσεται και, συνεπώς υπογράφεται από όλους τους Επιθεωρητές που διενήργησαν την αυτοψία, β) το στάδιο ελέγχου, ήτοι της υπαγωγής των διαπιστώσεων σε συγκεκριμένες παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, διενεργείται από τον αρμόδιο Τομεάρχη Επιθεωρητή και περαιώνεται με τη σύνταξη έκθεσης ελέγχου από αυτόν και την επίδοσή της στον παραβάτη, ο οποίος καλείται σε απολογία και γ) η βεβαίωση της παράβασης γίνεται από τον Γενικό Επιθεωρητή Περιβάλλοντος, μετά την υποβολή της απολογίας ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας που τάχθηκε για την υποβολή της. Στη συνέχεια, επιβάλλεται το πρόστιμο με απόφαση του αρμόδιου οργάνου, κατόπιν εισήγησης της E.Y.E.Π.
Σε αντίθεση με την, κατά τα εκτεθέντα, σταδιακή διαδικασία διαπίστωσης και βεβαίωσης της παράβασης που διαγράφεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ. Α του ν. 2947/2011 και του άρθρου 21 του ν. 4014/2011 σε συνδυασμό με εκείνες του π.δ. 165/2003, η κατά το άρθρο 1 της εν λόγω κ.υ.α. διαδικασία, η οποία, άλλωστε, δεν είχε υπόψη της την Ε.Υ.Ε.Π., προέβλεπε ότι η έκθεση αυτοψίας, η οποία έπρεπε να υπογράφεται από τον υπάλληλο ή τους υπαλλήλους που τη διενήργησαν, αποτελούσε εν ταυτώ και τη βεβαίωση της παράβασης. Ενόψει τούτων, η κρίση του δικάσαντος εφετείου ότι συνιστούσε παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας που κατέστησε πλημμελή και ακυρωτέα την πράξη επιβολής του επίμαχου προστίμου, η μη υπογραφή των εκθέσεων ελέγχου από τους διενεργήσαντες την αυτοψία Επιθεωρητές, παρίσταται εσφαλμένη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την αίτηση αναιρέσεως.
Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου
Εισηγητής: Χρ. Παπανικολάου