Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 05 Απριλίου 2024, με δικαστές τις Όλγα Μιμηκοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Ευδοξία Σαχσαμάνογλου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και Ιωάννα Κανταρτζή (εισηγήτρια), Πάρεδρο Δ.Δ. και γραμματέα την Ευδοκία Λεουτσάκου, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει τη με αριθμό εισαγωγής και ημερομηνία κατάθεσης ………../15.11.2021 αγωγή,
του Γ……….., κατοίκου ……….., οδός …….., αριθμός ……., ο οποίος παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου Κωνσταντίνας Ραχανιώτη,
κατά του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκε με δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, της δικαστικής πληρεξουσίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) Πέννυς Λαγκαδίτη.
Κατά τα συζήτηση, ο διάδικος που εμφανίστηκε και παραστάθηκε στο ακροατήριο, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφτηκε κατά τον νόμο
1. Επειδή, με την υπό κρίση αγωγή, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου [άρθρο 274 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α’ 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.)], κατόπιν μετατροπής του αιτήματος, με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου του ενάγοντος στο ακροατήριο, από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ζητείται, παραδεκτώς, να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγόμενου να καταβάλει στον ενάγοντα, εν αποστρατεία Αντιπτέραρχο της Πολεμικής Αεροπορίας (Π.Α.), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, α) το ποσό των 58.754,95 ευρώ, ως αποζημίωση, κατ’ άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα [Εισ.Ν.Α.Κ., π.δ. 456/1984 (Α’ 164)], προς αποκατάσταση ισόποσης περιουσιακής ζημίας που υπέστη, εξαιτίας της παράνομης, κατά τους ισχυρισμούς του, παράλειψης των οργάνων του εναγόμενου να του καταβάλουν, συνεπεία της παράνομης αποστρατείας του και της μετέπειτα διοικητικής του αποκατάστασης, του πτητικού επιδόματος, των επιδομάτων ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης, αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης, καθώς και συμπληρωματικού μερίσματος του Μετοχικού Ταμείου Αεροπορίας (Μ.Τ.Α.) και της οικονομικής ενίσχυσης του Ειδικού Κλάδου Οικονομικής Ενίσχυσης Μερισματούχων Αεροπορίας (Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α.), καθώς και συνεπεία του παράνομου, κατά τους ισχυρισμούς του, συμψηφισμού του εκ μέρους του ληφθέντος μερίσματος του Μ.Τ.Α. και της οικονομικής ενίσχυσης του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. και β) το ποσό των 10.000,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση, κατ’ άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ., π.δ. 456/1984), λόγω της ηθικής βλάβης που, κατά τους ισχυρισμούς του, υπέστη, συνεπεία της ίδιας ως άνω αιτίας, ήτοι συνολικά το ποσό των 68.754,95 ευρώ.
2. Επειδή, στο άρθρο 105 του προαναφερθέντος Εισ.Ν.Α.Κ. προβλέπεται ότι «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης, που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. …». Στο δε άρθρο 932 του Α.Κ. ορίζεται ότι «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας τοι ή στερήθηκε την ελευθερία του. …».
3. Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. συνάγεται ότι η στοιχειοθέτηση αστικής ευθύνης του Δημοσίου προς αποζημίωση, προϋποθέτει την παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη αυτής, εκ μέρους των οργάνων του, κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σε αυτά δημόσιας εξουσίας (Σ.τ.Ε. 1109/2022, 1634/2017, 2437/2016, 1943/2013 7μ.). Παρανομία συντρέχει όταν με τις εν λόγω πράξεις, ενέργειες ή παραλείψεις παραβιάστηκε συγκεκριμένη διάταξη νόμου, καθώς και όταν παραβιάστηκαν υποχρεώσεις που συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών και όταν παραλείφθηκαν τα, από την κείμενη εν γένει νομοθεσία και κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης, προσιδιάζοντα στη συγκεκριμένη υπηρεσία ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις (Σ.τ.Ε. 1284/2016, 4133/2011 7μ., 2796/2006 7μ., 1422/2006, 2692/2001, 3587/1997 κ.ά.). Επιπλέον, απαιτείται η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στην παράνομη πράξη, παράλειψη, υλική ενέργεια ή παράλειψη αυτής και στην προκληθείσα ζημία, υπό την έννοια ότι οι παράνομες πράξεις ή παραλείψεις πρέπει να είναι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, αντικειμενικά ικανές, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, ενόψει και των ειδικών συνθηκών της κάθε περίπτωσης, να επιφέρουν το ζημιογόνο αποτέλεσμα (Σ.τ.Ε. 799/2021 Ολ., 877/2013, 1219/2012, 322/2009 7μ., 3069/2004, 2739/2000, 2763/1999, 3027/1998, 4776/1997, 347/1997). Σε περίπτωση συνδρομής των ανωτέρω προϋποθέσεων, οι οποίες πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά, αποκαθίσταται κάθε περιουσιακή ζημία, δηλαδή τόσο η θετική, όσο και η αποθετική (διαφυγόντα κέρδη), για τη θεμελίωση δε της σχετικής ευθύνης αποζημίωσης απαιτείται πλήρης απόδειξη, όταν πρόκειται για θετική ζημία, ενώ, όταν πρόκειται περί διαφυγόντος κέρδους, περί του οποίου δεν είναι κατά κανόνα δυνατή η δημιουργία πλήρους δικανικής πεποίθησης, αρκεί η, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων ή βάσει των ειδικών περιστάσεων, πιθανολόγηση της προσδοκίας του κέρδους και πιθανότητα απόκτησης αυτού, η οποία υφίσταται όταν συντρέχουν ικανοί λόγοι συνηγορούντες υπέρ της αλήθειας και δεν προκύπτει κάτι αντίθετο (Σ.τ.Ε. 227/2021, 1776/2019, 2487/2018, 1678/2017, 3692/2015, 3040/2014, 451/2013 7μ., 11/2010, 3230/2009, 322/2009 7μ., 1479/2006, 1410/2006 7μ., 1893/2000, Δ.Εφ.Αθ. 3762/2023, 3124/2023, 4011/2022, 3287/2022, 2050/2022, 1606/2021, 2723/2020, 3373/2006). Η υποχρέωση προς αποζημίωση αίρεται μόνο στην περίπτωση που η γενεσιουργός της ζημίας πράξη, ενέργεια ή παράλειψη έλαβε χώρα κατά παράβαση διάταξης η οποία έχει θεσπισθεί αποκλειστικώς χάριν του γενικού συμφέροντος, όχι δε και στην περίπτωση που η παραβιασθείσα διάταξη αποβλέπει, παράλληλα με την προστασία του γενικού συμφέροντος, και στην προστασία δικαιώματος ή συμφέροντος των κατ’ ιδίαν προσώπων. Ιδίως στην περίπτωση που η Διοίκηση προβαίνει στην έκδοση παράνομης διοικητικής πράξης και, στη συνέχεια, είτε την ανακαλεί με νέα νόμιμη πράξη, με αναδρομική ή όχι ισχύ, είτε εκδίδει νέα νόμιμη πράξη μετά την ακύρωση, με απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, της αρχικής παράνομης πράξης, δεν υφίσταται πλέον παράνομη διοικητική πράξη και διασπάται, έτσι, ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της πράξης αυτής και της ζημίας, εκτός εάν η αρχικώς εκδοθείσα παράνομη διοικητική πράξη έχει εφαρμοστεί μέχρι την έκδοση της νεότερης νόμιμης πράξης, οπότε εξακολουθεί να υφίσταται ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της εν λόγω παρανομίας και της ζημίας και, συνεπώς, εξακολουθεί να συντρέχει η ανωτέρω προϋπόθεση αποζημίωσης, κατ’ άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. (Σ.τ.Ε. 1109/2022, 464/2021, 2511/2017, 4228/2015, 2645/2014, 1571/2012, 441/2011 7μ., 1898/2010, 1289/2006, 3422/1999, 2884/1999). Στο πλαίσιο αυτό, εάν όργανο του Κράτους απομακρυνθεί από τη δημόσια υπηρεσία, συνεπεία παράνομης πράξης της Διοίκησης, δικαιούται να αξιώσει από το Ελληνικό Δημόσιο αποζημίωση προς αποκατάσταση της ζημίας, την οποία υπέστη εκ του ότι, κατά τη διάρκεια της παράνομης απομάκρυνσής του, δεν εισέπραξε τις αποδοχές, τις οποίες θα εισέπραττε, εάν δεν είχε παρανόμως απομακρυνθεί. Στις αποδοχές δε αυτές περιλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως και οποιασδήποτε μορφής επιδόματα, τα οποία καταβάλλονται στα όργανα του Κράτους που τελούν σε ενεργό υπηρεσία, έστω και αν τα επιδόματα αυτά συναρτώνται, είτε κατά τον νόμο, είτε κατά τη φύση τους, προς ενεργό υπηρεσία, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι τα επιδόματα αυτά αφενός μεν καταβάλλονταν, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, παγίως και κατά τακτά χρονικά διαστήματα, στους τελούντες σε ενεργό υπηρεσία, αφετέρου δε θα καταβάλλονταν, με σοβαρή πιθανότητα και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, και στον παρανόμως απομακρυνθέντα από τη δημόσια υπηρεσία, στην περίπτωση που δεν είχε μεσολαβήσει η παράνομη αυτή απομάκρυνση (Σ.τ.Ε. 103/2021, 1147/2014, 1227/2010, 3606/2009, 2681/2009, 2531/2007 7μ., Δ.Εφ.Αθ. 1610/2022, 727/2022). Το δε χρηματικό ποσό, το οποίο καταβάλλεται ως αποζημίωση δυνάμει δικαστικής απόφασης σε μισθωτό, λόγω παράνομης απομάκρυνσής του από την υπηρεσία, υπόκειται κατ’ αρχήν στις νόμιμες κρατήσεις, εφόσον η εν λόγω παροχή, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της ως αποζημίωσης από αδικοπραξία, δεν παύει κατά τούτο να αποτελεί, στην πραγματικότητα, εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες (Δ.Εφ.Αθ. 599/2024, πρβ. Α.Ε.Δ. 33/1999, Σ.τ.Ε. 296/2015, 1792/2007). Περαιτέρω, τυχόν προσπορισμός ωφέλειας του παρανόμως απομακρυνθέντος από τη δημόσια υπηρεσία, κατά τη διάρκεια της παράνομης αυτής απομάκρυνσης, λόγω ανυπαρξίας των συνθηκών για τις οποίες χορηγήθηκαν τα επίδικα επιδόματα, δεν αίρει την έννοια της ζημίας ως θεμελιωτικού στοιχείου της ειδικής αδικοπραξίας του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., αλλά μπορεί να αποτελέσει λόγο μείωσης ή εκμηδένισής της κατόπιν υποβολής σχετικής ένστασης εκ μέρους του Δημοσίου περί συμψηφισμού ζημίας και κέρδους (Σ.τ.Ε. 2681/2009, 2531/2007 7μ., 1553/2006 7μ.). Τέλος, σε περίπτωση παράνομης πράξης ή παράλειψης οργάνου του Δημοσίου, κατά την ενάσκηση της εξουσίας που του έχει ανατεθεί, το δικαστήριο, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, μπορεί να επιδικάσει στον ζημιωθέντα, ύστερα από αίτησή του, εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ύστερα από εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, για τον προσδιορισμό του ύψους της οποίας χρησιμεύουν ως κριτήρια, μεταξύ άλλων, το είδος της προσβολής και η έκταση της βλάβης, οι συνθήκες τέλεσης της παρανομίας, η βαρύτητα του πταίσματος και η περιουσιακή και κοινωνική κατάσταση των μερών ή οποιοδήποτε άλλο συγκεκριμένο στοιχείο που προβάλλει ο ενάγων ή προκύπτει από τις αποδείξεις και ασκεί επιρροή, αυξητικά ή μειωτικά, στο ύψος του ποσού στη συγκεκριμένη περίπτωση και, επομένως, αποτελεί νόμιμο προσδιοριστικό παράγοντα του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης, κατά την κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, η οποία διαλαμβάνεται καθ’ ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 932 του Α.Κ., με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (Σ.τ.Ε. 2194/2023 7μ., 1109/2022 7μ., 764/2021, 621/2021, 2964/2020, 2272/2020, 579/2020, 842/2019, 1819/2018, 2775/2016, 4097/2015, 3508/2014, 1810/2013, 2337/2012, 2857/2011, 2796/2010, 2791/2008, 2736/2007, 1410/2006 κ.ά., Δ.Εφ.Αθ. 230/2024, 202/2024, 3601/2023, 2838/2023, 2760/2023, 2706/2023 κ.ά.).
4. Επειδή, περαιτέρω, στο ν.δ. 313/1974 «Περί πτητικής ενεργείας και πτητικού επιδόματος διαφόρων κατηγοριών στρατιωτικού προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων» (Α’ 45), ορίζεται, στο μεν άρθρο 1, όπως οι παράγραφοι 1 και 3 αυτού έχουν αντικατασταθεί και ισχύουν, ότι «1. Μόνιμοι αξιωματικοί, ανθυπασπιστές, έφεδροι αξιωματικοί, δόκιμοι έφεδροι αξιωματικοί και μόνιμοι υπαξιωματικοί, κάτοχοι στρατιωτικού πτυχίου χειριστή αεροσκαφών και ελικοπτέρων, τίθενται σε πτητική ενέργεια, εφόσον συμπληρώσουν κατ’ ελάχιστο όριο τριάντα (30) ώρες πτήσεως ανά εξάμηνο, ως χειριστές αεροσκαφών γενικώς, που ανήκουν σε ελληνικές ή συμμαχικές μονάδες. Ειδικά οι ιπτάμενοι αξιωματικοί της Πολεμικής Αεροπορίας, που δεν υπηρετούν σε μοίρες και σμήνη αεροσκαφών και ελικοπτέρων αυτής και οι αξιωματικοί, ανθυπασπιστές, έφεδροι αξιωματικοί, δόκιμοι έφεδροι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί, κάτοχοι στρατιωτικού πτυχίου χειριστή αεροσκαφών και ελικοπτέρων του Στρατού Ξηράς και στη Διοίκηση Ελικοπτέρων του Πολεμικού Ναυτικού, τίθενται σε πτητική ενέργεια, όταν συμπληρώνουν δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ώρες πτήσεως ανά εξάμηνο ως χειριστές αεροσκαφών ή ελικοπτέρων ελληνικών ή συμμαχικών μονάδων. … 3. Αξιωματικοί, ανθυπασπιστές, υπαξιωματικοί και κληρωτοί οπλίτες κάτοχοι πτυχίου ειδικότητας από εκείνες που προβλέπονται για τα μέλη πληρώματος αεροσκαφών, οι οποίοι υπηρετούν ως τοποθετημένοι, προσκολλημένοι ή διατεθειμένοι για πτήση σε μονάδες αεροσκαφών, τίθενται σε πτητική ενέργεια όταν συμπληρώσουν τουλάχιστον τριάντα (30) ώρες πτήση ανά εξάμηνο, ως απαραίτητα μέλη πληρώματος αεροσκαφών. 4. Αξιωματικοί, ανθυπασπισταί και υπαξιωματικοί, κάτοχοι πτυχίου τεχνικής ειδικότητος αεροσκαφών, ή και ετέρας ειδικότητος, καθοριζομένης διά διαταγής του οικείου Κλάδου, κατόπιν αποφάσεως του Ανωτάτου Συμβουλίου Ενόπλων Δυνάμεων, χρησιμοποιούμενοι εις δοκιμαστικάς πτήσεις ή ετέρας διατεταγμένας υπηρεσίας ή αποστολάς, απαιτούσας την κατά την διάρκειαν της πτήσεως παρουσίαν των, τίθενται εις πτητικήν ενέργειαν, το πολύ δι’ εν εξάμηνον εντός εκάστου δεκαοκταμήνου, εφόσον εντός του δεκαοκταμήνου τούτου συμπληρώσουν επί αεροσκάφους τριάκοντα (30) ώρας πτήσεως κατ’ ελάχιστον όριον. … 8. Δι’ αποφάσεως του Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων, τίθεται, καθ’ εξάμηνον, εις πτητικήν ενέργειαν το εις τας ανωτέρω παραγράφους προσωπικόν, συμφώνως προς τας εν αυτοίς προϋποθέσεις.», στο δε άρθρο 3, όπως η περίπτωση α’ της παραγράφου 3 έχει αντικατασταθεί και ισχύει και το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 έχει προστεθεί και ισχύει, ότι «1. Το προσωπικόν των παραγράφων 1, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 1 του παρόντος δικαιούται πτητικού επιδόματος, το ύψος του οποίου καθορίζεται διά κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Οικονομικών, δημοσιευομένης διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 2. Διά της αυτής αποφάσεως ορίζονται αι κατηγορίαι των δικαιούχων, το ύψος του εις εκάστην κατηγορίαν καταβαλλομένου πτητικού επιδόματος, αι προϋποθέσεις και ο τρόπος καταβολής, διά δε τους μαθητάς Σχολών και ο τρόπος διαθέσεως αυτού. 3. Το εν λόγω επίδομα καταβάλλεται ως ακολούθως: α. Ολόκληρο με τη συμπλήρωση τριάντα τουλάχιστον ωρών πτήσης ανά εξάμηνο στο προσωπικό των παραγράφων 1 εδάφιο πρώτο και 3 του άρθρου 1, με τη συμπλήρωση δεκαπέντε τουλάχιστον ωρών πτήσης ανά εξάμηνο στο προσωπικό της παραγράφου 1 εδάφιο δεύτερο του ιδίου άρθρου και με τη συμπλήρωση τριάντα τουλάχιστον ωρών πτήσης ανά δεκαοκτάμηνο στο προσωπικό της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου. β) Εν περιπτώσει μη συμπληρώσεως του χρόνου τούτου (ωρών πτήσεως) καταβάλλεται κλάσμα του επιδόματος κατά τα ειδικώτερον εν τη αποφάσει της παραγράφου 1 του παρόντος καθοριζόμενα. … 5. Απόστρατοι αξιωματικοί της Πολεμικής Αεροπορίας, ανακαλούμενοι στην ενεργό υπηρεσία ως μόνιμοι εξ εφεδρείας Ανώτατοι Αξιωματικοί, δεν τίθενται σε πτητική ενέργεια, ούτε δικαιούνται πτητικού επιδόματος. Εξαιρούνται οι ανώτατοι ιπτάμενοι αξιωματικοί που ανακαλούνται ως μόνιμοι εξ εφεδρείας και τοποθετούνται σε θέσεις Διοικητή ή Υποδιοικητή μονάδας αεροσκαφών ή Διοικητή μοίρας αεροσκαφών.». Στο δε άρθρο 1 του ν. 1357/1983 «Πτητικό επίδομα Στρατιωτικού Προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων» (Α’ 63) προβλέπεται ότι «Το ύψος του πτητικού επιδόματος, που δικαιούται το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, σύμφωνα με το Ν.Δ. 313/1974, καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Οικονομικών, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του ανωτέρω Νομοθετικού Διατάγματος 313/1974.». Κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων εκδόθηκαν αρχικώς οι 146635/3533/1983 και 88553/3292/1988 κοινές αποφάσεις (Κ.Υ.Α.) των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Οικονομικών «Καθορισμός του πτητικού επιδόματος διαφόρων κατηγοριών Στρατιωτικού Προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων» (Β’ 739) και «Καθορισμός των Επιδομάτων Κινδύνου των Διαφόρων Κατηγοριών Στρατιωτικού Προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων» (Β’ 738), αντίστοιχα, οι οποίες καταργήθηκαν, ακολούθως, με τη θέση σε ισχύ της όμοιας Κ.Υ.Α. 2065439/5776/0022/1991 «Καθορισμός του Πτητικού Επιδόματος Διαφόρων Κατηγοριών Στρατιωτικού Προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων» (Β’ 836). Με την εν λόγω Κ.Υ.Α., όπως τροποποιήθηκε με τις όμοιες Κ.Υ.Α. 2/23105/0022/1999 (Β’ 458), 2/13561/2002 (Β’ 557) και 2/47328/0022/2002 (Β’ 1316), καθορίστηκαν οι κατηγορίες των δικαιούχων, το ύψος του καταβαλλόμενου σε κάθε κατηγορία πτητικού επιδόματος, οι προϋποθέσεις και ο χρόνος καταβολής του, καθώς και οι λοιπές συναφείς λεπτομέρειες, ακολούθως δε, με την όμοια Κ.Υ.Α. 2/1006/0022/2011 «Επανακαθορισμός Επιδομάτων Κινδύνου που παρέχονται σε κατηγορίες προσωπικού ΥΠ.ΕΘ.Α.» (Β’ 90), επανακαθορίστηκαν τα ποσά των επιδομάτων κινδύνου, κατά κατηγορία επιδόματος και δικαιούχων.
5. Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις, που διέπουν ειδικώς το πτητικό επίδομα, προκύπτει ότι το επίδομα αυτό δικαιούται να λάβει ο αξιωματικός της Π.Α. μόνον κατά τη διάρκεια της ενεργού υπηρεσίας του ως ιπτάμενου, καθόσον η παροχή του εν λόγω επιδόματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εκτέλεση της υπηρεσίας του αξιωματικού ως ιπτάμενου και με τους κινδύνους που ανακύπτουν από τις πραγματικές πτήσεις, ενώ, εξάλλου, το ύψος του επιδόματος εξαρτάται από τον αριθμό των πτήσεων που πραγματοποιεί ο ιπτάμενος σε ορισμένο χρονικό διάστημα, καθώς και από την ειδικότερη κατηγορία στην οποία ανήκει. Συνεπώς, το εν λόγω επίδομα συναρτάται και κατά τον νόμο και κατά τη φύση του προς ενεργό υπηρεσία και, ως εκ τούτου, η τυχόν εκ των υστέρων καταβολή του στον παρανόμως απομακρυνθέντα από τη δημόσια υπηρεσία αξιωματικό, ο οποίος, κατά το διάστημα της παράνομης αυτής αποστρατείας, δεν πραγματοποίησε πτήσεις ενέχουσες κινδύνους και δικαιολογούσες τη χορήγηση του επιδόματος, θα είχε ως αποτέλεσμα τον προσπορισμό ωφέλειας από μέρους του, με συνέπεια την άρση της έννοιας της αποκατάστασης της ζημίας, στην οποία αποβλέπει η κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. αγωγή αποζημίωσης (Σ.τ.Ε. 2681/2009, 2512/2008, 2531/2007 7μ., Δ.Εφ.Αθ. 1049/2023, 2311/2020, 2498/2013 κ.ά.).
6. Επειδή, ακόμη, στον α.ν. 1988/1939 «Περί Μετοχικού Ταμείου Β. Αεροπορίας» (Α’ 414), όπως οι επιμέρους διατάξεις αυτού έχουν τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί και ισχύουν, προβλέπεται, στο άρθρο 1, ότι «1. Ιδρύεται Μετοχικόν Ταμείον Β. Αεροπορίας (Μ.Τ.Β.Α.), εδρεύον εν Αθήναις. … 3. Σκοπός του ταμείου είναι η οικονομική ενίσχυσις των παρ’ αυτώ ησφαλισμένων μετόχων και μερισματούχων αυτού, δια της χορηγήσεως αυτοίς διαφόρων παροχών, υπό τας προϋποθέσεις και όρους του παρόντος νόμου και η άσκησις γενικώς κοινωνικής προνοίας υπέρ αυτών, δια της χορηγήσεως αυτοίς διευκολύνσεων, συμφώνως προς τας επομένας διατάξεις του παρόντος νόμου καθοριζομένων.», στο άρθρο 3, ότι «1. Μέτοχοι του ταμείου, κατά την έννοιαν του παρόντος νόμου, νοούνται οι κατά το διάστημα της εν τη αεροπορία υπηρεσίας των εισφέροντες εις το ταμείον, ίνα ως μέτοχοι και κατά την έξοδόν των ή μετά ταύτην καθιστάμενοι μερισματούχοι τύχωσι, αυτοί και ωρισμένα μέλη της οικογενείας των, των δια του παρόντος νόμου παροχών. Μερισματούχοι του ταμείου, κατά την έννοιαν του παρόντος νόμου, νοούνται οι εξερχόμενοι των τάξεων της αεροπορίας και των μετόχων του ταμείου, οι δικαιούμενοι κατά την έξοδόν των ή μετά ταύτην, αυτοί ή ωρισμένα μέλη της οικογενείας των, των δια του παρόντος καθαριζομένων παροχών. … 4. Μερισματούχοι, κυρίως ασφαλισμένοι του Ταμείου, καθίστανται οι μέτοχοι αυτού, εφόσον δικαιωθούν σύνταξης από τον κύριο συνταξιοδοτικό τους φορέα και τους καταβάλλεται η σύνταξη. … 9. Η ιδιότης του μετόχου απόλλυται και οι έναντι του ταμείου υποχρεώσεις και δικαιώματα αυτού διακόπτονται, εν όλων ή εν μέρει, ή μειούνται, κατά τας κατωτέρω ειδικάς διατάξες, εις τας εξής περιπτώσεις: … γ) Συνεπεία αυτεπαγγέλτου αποστρατείας, αποτάξεως, η απολύσεως και, γενικώς, εξόδου, μετά ή άνευ δικαιώματος συντάξεως εκ του Δημοσίου, οπότε αναλόγως της περιπτώσεως και κατά τας κατωτέρω διατάξεις, οι μέτοχοι μεταπίπτουν ή ού εις την κατάστασιν του μερισματούχου του ταμείου. … 10. Σε περίπτωση κατά την οποία διακόπτεται προσωρινά ή οριστικά η καταβολή της σύνταξης από τον κύριο συνταξιοδοτικό φορέα του κυρίως ασφαλισμένου, διακόπτεται αντίστοιχα, προσωρινά ή οριστικά και η γένεση των αντίστοιχων απαιτήσεων για μέρισμα και τυχόν άλλες παροχές του Ταμείου. …» και στο άρθρο 9, ότι «1. Μέρισμα, κατά τον παρόντα νόμον, είναι το ισοβίως παρεχόμενον υπό του Ταμείου χρηματικόν ποσόν, καταβαλλόμενον κατά μήνα ή καθ’ έτερα χρονικά διαστήματα εκ των διανεμομένων ετησίων εσόδων, εις τους κατά τας διατάξεις του παρόντος δικαιουμένους μερισματούχους αυτού. … 3. Μερίσματος δικαιούνται, καθιστάμενοι τη αιτήσει των μερισματούχοι του Ταμείου, οι εξερχόμενοι της ενεργού υπηρεσίας μόνιμοι, εφόσον υπήρξαν μέτοχοι αυτού και δικαιωθέντες λαμβάνουσιν ισόβιον στρατιωτικήν σύνταξιν εκ του Δημοσίου Ταμείου, … 18. Δεν δικαιούνται ή στερούνται μερίσματος, διαγραφόμενοι εκ του μητρώου των μετόχων ή μερισματούχων: α) Οι απολέσαντες την ιδιότητα του μετόχου ή μερισματούχου κατά τας διατάξεις των παρ. 9 και 10 του άρθρου 3, … 19. Τιθέμενος εις αποστρατείαν ή οπωσδήποτε εξερχόμενος και καθιστάμενος μερισματούχος όστις, συνεπεία αναγνωρίσεως, δια διοικητικής, δικαστικής, η συμβιβαστικής πράξεως, της εξόδου του ως γενομένης παρανόμως λαμβάνει αποδοχάς ενεργείας, υποχρεούται να αποδώση τω ταμείω τα διαρκούσης της τοιαύτης εξόδου ληφθέντα παρ’ αυτού μερίσματα εντόκως επί τω επιτοκίων υπερημερίας, από της λήξεως εκάστου τούτων, να πληρώση δε συγχρόνως τω ταμείω τας εις τον χρόνον τούτον αναλογούσας υπέρ του ταμείου κρατήσεις επί των ληφθεισών αποδοχών ενεργείας και ταύτας εντόκως αφ’ ής ημέρας έδει να ενεργηθώσιν. Εκ του καταβλητέου και εν αποβιώσει τοις κληρονόμοις αυτού υπό του Δημοσίου ποσού λόγω μισθών ενεργείας ή αποζημιώσεως παρακρατείται υπό του Δημοσίου κατά την πληρωμήν, δια λογαριασμόν του ταμείου, άπαν το κατά τα ανωτέρω εκ μερισμάτων και κρατήσεων ποσόν και αποδίδεται τω ταμείω, κηρυσσομένης ανισχύρου και εκτελεστής πάσης εκχωρήσεως ή κατασχέσεως επί των δικαιωμάτων τούτων του ταμείου. …». Στο δε άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1106/1980 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων της “περί Μετοχικών Ταμείων Στρατού Ναυτικού και Αεροπορίας νομοθεσίας”» (Α’ 301), όπως αυτό έχει τροποποιηθεί και ισχύει, προβλέπεται ότι «1. Μέτοχοι και μερισματούχοι των Μετοχικών Ταμείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, εξελθόντες ή εξερχόμενοι της ενεργού υπηρεσίας από την 10η.6.1974 και στο εξής, καθώς και οι χηρεύουσες οικογένειές τους, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις της νομοθεσίας του οικείου Μετοχικού Ταμείου, δικαιούνται μερίσματος, μετά των επ’ αυτού σχετικών προσαυξήσεων και λοιπών παροχών του βαθμού τον οποίο έφεραν και με τον οποίον μισθοδοτούνταν ή του βαθμού του οποίου τις αποδοχές λάμβαναν κατά την έξοδό τους από την υπηρεσία. Το επί του μερίσματος δικαίωμα των μερισματούχων που έχουν ήδη εξέλθει από την υπηρεσία, καθώς και των χηρευουσών οικογενειών τους αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει και το δικαίωμά τους επί της σύνταξης.».
7. Επειδή, επιπλέον, στο ν.δ. 398/1974 «Περί Ταμείων Αλληλοβοηθείας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας» (Α’ 116), όπως οι επιμέρους διατάξεις αυτού έχουν τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί και ισχύουν, προβλέπεται, στο άρθρο 1, ότι «1. Τα υφιστάμενα Ταμεία Αλληλοβοηθείας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, αποτελούντα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και τελούντα υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, διά του Αρχηγείου του οικείου Κλάδου, έχουν σκοπόν την, συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος, χορήγησιν εφ’ άπαξ χρηματικού βοηθήματος εις τους εξερχομένους των τάξεων των Ενόπλων Δυνάμεων και Λιμενικού Σώματος μετόχους ή εν περιπτώσει θανάτου τούτων, εις τα μέλη της οικογενείας των. 2. Λειτουργούν παρά τα αντίστοιχα Μετοχικά Ταμεία Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, από των οποίων όμως είναι εντελώς διακεκριμένα.», στο άρθρο 8 παρ. 1, ότι «1. Μέτοχοι των Ταμείων Αλληλοβοηθείας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας τυγχάνουν υποχρεωτικώς: α) Οι εν ενεργεία μόνιμοι αξιωματικοί, ανθυπασπισταί και υπαξιωματικοί των αντιστοίχων Κλάδων. …», στο άρθρο 9 παρ. 1, ότι «1. Η μετοχική σχέσις, άρχεται από της κατατάξεως των εν άρθρω 8 ως μονίμων στελεχών, αφ’ ης άρχεται η υποχρέωσίς των ως προς καταβολήν της κεκανονισμένης προς το οικείον Ταμείον Αλληλοβοηθείας παγίας εισφοράς, λήγει δε από της οριστικής εξόδου των εκ των τάξεων του Στρατεύματος, ότε και παύει η λόγω εισφοράς ενεργουμένη κράτησις.», στο άρθρο 11 παρ. 1, ότι «1. Μέτοχοι των Ταμείων Αλληλοβοηθείας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας εξερχόμενοι του στρατεύματος, δικαιωθέντες ή μη του υπό του Ταμείου τούτων χορηγουμένου βοηθήματος, επανερχόμενοι εις την ενεργόν υπηρεσίαν ως μόνιμοι, και θεωρούμενοι ως μηδέποτε απομακρυνθέντες, δια νομοθετικής ή διοικητικής πράξεως ή δικαστικής αποφάσεως, ανακτούν και συνεχίζουν την μετά των ανωτέρω Ταμείων μετοχικήν σχέσιν, του εκτός ενεργού υπηρεσίας χρόνου λογιζομένου ως χρόνου μετοχικής σχέσεως.», στο άρθρο 15 παρ. 1, ότι «1. Οι μέτοχοι των Ταμείων Αλληλοβοηθείας, όταν εξέρχονται από τις Ένοπλες Δυνάμεις, δικαιούνται χρηματικές παροχές κατά τις διατάξεις του παρόντος.» και στο άρθρο 16 παρ. 8, ότι «… 8. Όσοι αποκαθίστανται διοικητικώς καθ’ οιονδήποτε τρόπο δεν δικαιούνται συμπληρωματικού μερίσματος ή εφάπαξ βοηθήματος από τα οικεία Μετοχικά Ταμεία και Ταμεία Αλληλοβοηθείας. Γι’ αυτούς που επανέρχονται πράγματι στην ενέργεια εξακολουθεί να εφαρμόζεται το άρθρο 11 του παραπάνω νομοθετικού διατάγματος όπως ισχύει σήμερα.».
8. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 2 του ν. 2913/2001 «Ρύθμιση θεμάτων Μετοχικών Ταμείων Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και άλλες διατάξεις» (Α’ 102), όπως η παράγραφος 1 αυτού ίσχυε πριν την κατάργησή της με το άρθρο 39 του ν. 3648/2008 (Α’ 38), οριζόταν ότι «1. Τα Ταμεία Αλληλοβοηθείας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας του ν.δ. 398/1974 (ΦΕΚ 116 Α’) και το Ταμείο Πρόνοιας Ναυτικού του ν.δ. 2997/1954 (ΦΕΚ 210 Α’) καταργούνται ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και μετατρέπονται σε ειδικούς λογαριασμούς των αντίστοιχων Μετοχικών Ταμείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, με ίδιο προϋπολογισμό, απολογισμό και ισολογισμό. Η διαχείριση των ειδικών αυτών λογαριασμών ασκείται από τα Διοικητικά Συμβούλια των οικείων Μετοχικών Ταμείων. …». Στον ίδιο νόμο ορίζεται, στο άρθρο 29, ότι «1. Στο Μετοχικό Ταμείο Αεροπορίας (Μ.Τ.Α.) συστήνεται ειδικός λογαριασμός για την ίδρυση Ειδικού Κλάδου Οικονομικής Ενίσχυσης Μερισματούχων Μ.Τ.Α. (Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α.). 2. Στον από την προηγούμενη παράγραφο ιδρυόμενο κλάδο περιέρχονται οι ακόλουθοι πόροι: α. Μηνιαία εισφορά του εν ενεργεία στρατιωτικού προσωπικού της Πολεμικής Αεροπορίας, σε ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) στις αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται και η μηνιαία υπέρ Μ.Τ.Α. κράτηση. β. Μηνιαία εισφορά των μερισματούχων του Μ.Τ.Α., ανερχόμενη σε ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) επί του καταβαλλόμενου σε αυτούς μηνιαίου μερίσματος από το Μ.Τ.Α.. γ. Κρατήσεις ποσοστού τρία τοις εκατό (3%) ως κατωτέρω: … δ. Δωρεές, κληρονομιές, κληροδοτήματα και κάθε άλλη χαριστική πράξη, που γίνονται για ενίσχυσή του. ε. Εισφορές καθοριζόμενες με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας από: …» και στο άρθρο 30, ότι «. Τα ετήσια έσοδα του ειδικού αυτού νέου λογαριασμού (Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α.) διανέμονται κατά το επόμενο έτος με απόφαση του Αρχηγού Γ.Ε.Α. στους μερισματούχους, … . 2. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από πρόταση του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, ρυθμίζεται η οργάνωση, η λειτουργία και διαχείριση του κεφαλαίου του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α.. Επίσης ρυθμίζεται ο ελάχιστος χρόνος συμμετοχής και η εισφορά αναγνώρισης του υπολειπόμενου χρόνου στις περιπτώσεις μερισματούχων, η διαδικασία χορηγήσεως και ο τρόπος υπολογισμού της καταβαλλόμενης στους δικαιούχους οικονομικής ενίσχυσης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.». Κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων, εκδόθηκε η Φ.9501/ΑΔ.933243/2001 απόφαση (Υ.Α.) του Υπουργού Εθνικής Άμυνας «Διοίκηση οργάνωση λειτουργία και διαχείριση του Ειδικού Κλάδου Οικονομικής Ενίσχυσης Μερισματούχων» (Β’ 1417), στο άρθρο 7 της οποίας προβλέπεται ότι «1. Οριστική παύση ή αναστολή του δικαιώματος σε παροχή μερίσματος από το Μ.Τ.Α. για οποιαδήποτε αιτία που προβλέπεται από τη νομοθεσία του Μ.Τ.Α., έχει ως αποτέλεσμα την οριστική ή προσωρινή απώλεια της οικονομικής ενίσχυσης του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α., εφαρμοζομένων αναλογικά των ισχυουσών περί απονομής – καταβολής του μερίσματος διατάξεων του Μ.Τ.Α.. 2. Το δικαίωμα λήψης της από τον Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. χορηγούμενης οικονομικής ενίσχυσης αρχίζει από την ημερομηνία που θεμελιώνεται αντίστοιχο δικαίωμα λήψης μερίσματος από το Μ.Τ.Α., που αποδεικνύεται με τη σχετική πράξη απονομής μερίσματος του Διοικητικού Συμβουλίου του Μ.Τ.Α. και παύει με την ημερομηνία διακοπής του μερίσματος του Μ.Τ.Α..». Τέλος, στο άρθρο 28 του προεκτεθέντος ν. 3648/2008, προβλέπεται ότι «1. Τα Ταμεία Αλληλοβοηθείας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας του ν.δ. 397/1974, καλούμενα εφεξής “Ταμεία”, καταργούνται ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και μετατρέπονται σε Ειδικούς Λογαριασμούς των αντίστοιχων Μετοχικών Ταμείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, με ίδιο προϋπολογισμό, απολογισμό και ισολογισμό, καλούνται δε εφεξής “Ειδικοί Λογαριασμοί Αλληλοβοηθείας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας”. … 3. Η διοίκηση και η διαχείριση των Ειδικών Λογαριασμών Αλληλοβοηθείας των προηγούμενων παραγράφων ασκείται από εξαμελή εκ των μετόχων Διοικούσα Επιτροπή, τα μέλη της οποίας διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας μετά από εισήγηση του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, με τριετή θητεία. … 5. Οι προϋπολογισμοί – απολογισμοί – ισολογισμοί των ανωτέρω Ειδικών Λογαριασμών εγκρίνονται και από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.».
9. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, κατ’ αρχάς, ότι η ιδιότητα του μετόχου του Μ.Τ.Α. παύει, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση της αποστρατείας, οπότε ο μέτοχος καθίσταται μερισματούχος, δικαιούμενος να λαμβάνει το μέρισμα που του αναλογεί, υπό την προϋπόθεση ότι δικαιούται σύνταξης από τον κύριο συνταξιοδοτικό του φορέα και του καταβάλλεται η σύνταξη αυτή (Δ.Εφ.Αθ. 1049/2023). Συνακόλουθα, οι ανακαλούμενοι στην ενέργεια μέτοχοι του Μ.Τ.Α. δεν είναι δυνατόν να είναι συγχρόνως και δικαιούχοι μερίσματος που καταβάλλει το εν λόγω Ταμείο (Δ.Εφ.Αθ. 4407/2013, πρβ. Δ.Εφ.Αθ. 4770/2017). Ως εκ τούτου, στον αποστρατευθέντα μερισματούχο, κατόπιν διοικητικής ή δικαστικής αναγνώρισης της αποστρατείας του ως παράνομης, στον οποίο καταβάλλεται μέρος των αποδοχών που δικαιούτο για το διάστημα που έμεινε εκτός υπηρεσίας, αναφορικά ιδίως με το μέρισμα του Μ.Τ.Α. και την οικονομική ενίσχυση από τον Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α., του καταβάλλεται τελικώς η διαφορά μεταξύ των αποδοχών ενέργειας που θα λάμβανε και των μερισμάτων και της οικονομικής ενίσχυσης που έλαβε για το ίδιο χρονικό διάστημα, τα οποία, άλλωστε, δεν θα λάμβανε, εάν δεν είχε τεθεί σε παράνομη αποστρατεία, τα ποσά δε αυτά παρακρατούνται από το Δημόσιο κατά την πληρωμή για λογαριασμό του ταμείου και αποδίδονται σε αυτό. Περαιτέρω, με τις ανωτέρω διατάξεις εισάγεται διάκριση ανάμεσα στους αποκαθιστάμενους μεν, αλλά μη επανερχόμενους στην ενεργό υπηρεσία και στους αποκαθιστάμενους και, πράγματι, επανερχόμενους στην ενεργό υπηρεσία, με βάση δε τη διάκριση αυτή, οι μέτοχοι οι οποίοι αποκαθίστανται διοικητικώς, με οιονδήποτε τρόπο, αλλά δεν επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, δεν αναλαμβάνουν, δηλαδή, εκ νέου τα καθήκοντά τους, είτε διότι η αποκατάστασή τους δεν επιφέρει μεταβολή του αρχικού χρόνου αποστρατείας τους, είτε διότι η πράξη περί αποκατάστασής τους εκδόθηκε μετά τη συνδρομή λόγου συνεπαγόμενου την εκ νέου θέση τους σε αποστρατεία, δεν δικαιούνται συμπληρωματικού μερίσματος ή εφάπαξ βοηθήματος. Ο περιορισμός αυτός στην έκταση της αποκατάστασης του διοικητικώς αποκαθιστάμενου, αλλά μη επανερχόμενου στην ενεργό υπηρεσία, αξιωματικού λειτουργεί αποκλειστικά στο πλαίσιο της έννομης σχέσης μεταξύ των μετοχικών ταμείων και του αξιωματικού και δεν περιορίζει το δικαίωμα του τελευταίου να επιδιώξει, με την έγερση κατά του Δημοσίου αγωγής του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., την καταβολή σε αυτόν, ως αποζημίωσης, λόγω της παράνομης αποστρατείας του και της συνεπεία αυτής πρόωρης εξόδου του από την ενεργό υπηρεσία, των ποσών των παροχών που απώλεσε από τα μετοχικά ταμεία, τις οποίες, εάν δεν μεσολαβούσε η παράνομη αποστρατεία, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αυτός θα λάμβανε, εξερχόμενος από την ενεργό υπηρεσία σε μεταγενέστερο χρόνο (Σ.τ.Ε. 828/2015, 558/2015, 358/2014, 2710/2014, 293/2013, 3764/2013, 1227/2010, Δ.Εφ.Αθ. 746/2024, 204/2024, 2195/2023, 3956/2022, 2281/2021, 4154/2020 κ.ά.).
10. Επειδή, ακόμη, στα άρθρα 50 και 51 του ν. 3205/2003 «Μισθολογικές ρυθμίσεις λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., μονίμων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και αντιστοίχων της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος και άλλες συναφείς διατάξεις» (Α’ 297), που τέθηκαν σε ισχύ από 01.01.2004, σύμφωνα με το άρθρο 56 του νόμου αυτού και όπως αυτά είχαν τροποποιηθεί και ίσχυαν πριν την κατάργησή τους, από 01.01.2017, με το άρθρο 160 του ν. 4472/2017 (Α’ 74), προβλεπόταν, στο μεν άρθρο 50 παρ. 1, ότι «1. Ο μηνιαίος βασικός μισθός όλων των βαθμών της κλίμακας της ιεραρχίας των μόνιμων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος καθορίζεται με βάση τον βασικό μισθό του βαθμού του Ανθυπολοχαγού και αντιστοίχων, ο οποίος πολλαπλασιάζεται με τους παρακάτω συντελεστές και στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ.», στο δε άρθρο 51, ότι «Α. Πέρα από τον μηνιαίο βασικό μισθό του προηγούμενου άρθρου παρέχονται και τα εξής επιδόματα κατά μήνα: … 7. Ευθύνης Διοίκησης Διεύθυνσης ορίζεται ως εξής: α. Για τους Ανώτατους Αξιωματικούς, με εξαίρεση τους προαγόμενους μισθολογικά, σε εκατόν επτά ευρώ και ένα λεπτό (107,01 ευρώ), … 8. Αυξημένης Επιχειρησιακής Ετοιμότητας Μονάδων: α. Για τους Αξιωματικούς και Υπαξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων ορίζεται σε σαράντα πέντε ευρώ και τριάντα εννέα λεπτά (45,39 ευρώ). β. … Οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής των επιδομάτων των ανωτέρω παραγράφων Α.7 και 8, καθώς και ο αριθμός των δικαιούχων αυτών καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού. Μέχρι την έκδοση της ανωτέρω απόφασης εξακολουθούν να χορηγούνται τα ποσά που καταβάλλονταν την 31.12.2003. …». Σύμφωνα δε με το άρθρο 1 περ. δ’ του ν. 3883/2010 «Υπηρεσιακή εξέλιξη και ιεραρχία των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων – Θέματα διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων, Στρατολογίας και συναφείς διατάξεις» (Α’ 167), οι κατ’ αντιστοιχία βαθμοί των ανώτατων αξιωματικών του Στρατού Ξηράς, του Πολεμικού Ναυτικού και της Πολεμικής Αεροπορίας είναι οι εξής: Στρατηγός – Ναύαρχος – Πτέραρχος, Αντιστράτηγος – Αντιναύαρχος – Αντιπτέραρχος, Υποστράτηγος – Υποναύαρχος – Υποπτέραρχος, Ταξίαρχος – Αρχιπλοίαρχος – Ταξίαρχος. Στη συνέχεια, με το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 3833/2010 (Α’ 40), που τέθηκε σε ισχύ από 01.01.2010, σύμφωνα με το άρθρο 20 αυτού, καθώς και με το άρθρο τρίτο παρ. 1 του ν. 3845/2010 (Α’ 65), που τέθηκε σε ισχύ από 01.06.2010, σύμφωνα με το άρθρο έβδομο αυτού, επήλθαν διαδοχικές μειώσεις στα ανωτέρω επιδόματα των μόνιμων στελεχών των Ενόπλων, κατά 12% και 8%, αντίστοιχα. Ακολούθως, με το άρθρο πρώτο παρ. Γ υποπαρ. Γ.1 περ. 31 – 33 του ν. 4093/2012 (Α’ 222), επήλθε μείωση των αποδοχών των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, αναδρομικώς από 01.08.2012, οι εν λόγω ρυθμίσεις, ωστόσο, κατά το μέρος που αφορούν στις αποδοχές των εν ενεργεία στρατιωτικών των ενόπλων δυνάμεων, κρίθηκαν ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες, ως αντισυνταγματικές, με την 2193/2014 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μεταγενέστερα, με το άρθρο 86 παρ. 1 – 5 του ν. 4307/2014 (Α’ 246), μεταξύ άλλων, αντικαταστάθηκαν εκ νέου, από 01.08.2012, τα άρθρα 50 παρ. 2 και 3 και 51 παρ. 3 – 8α και 10 του ν. 3205/2003, με αποτέλεσμα την αύξηση μεν του βασικού μισθού του ανθυπολοχαγού και των αντίστοιχων βαθμών και τον καθορισμό, όμως, νέων μειωμένων συντελεστών προσδιορισμού βασικών μισθών και την αναπροσαρμογή επί τα χείρω των διάφορων επιδομάτων των στρατιωτικών και των στελεχών των σωμάτων ασφαλείας, οι ρυθμίσεις δε της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, κατά το μέρος που αφορούν στους εν ενεργεία στρατιωτικούς, κρίθηκαν ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες, ως αντισυνταγματικές, με την 1125/2016 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με τη δε 258/2018 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι το ακυρωτικό αποτέλεσμα των ανωτέρω αποφάσεων καταλαμβάνει και τους απόστρατους στρατιωτικούς των ενόπλων δυνάμεων, ενώ, σε περίπτωση αδράνειας του νομοθέτη για συμμόρφωση προς αυτές, μετά την κήρυξη της αντισυνταγματικότητας του άρθρου 86 του ν. 4307/2014, αναβιώνουν οι προ του ν. 4093/2012 διατάξεις του ν. 3205/2003, με τις οποίες είχαν εισαχθεί, ενιαίως για όλες τις κατηγορίες στρατιωτικών, ειδικές μισθολογικές ρυθμίσεις.
11. Επειδή, τέλος, στα άρθρα 126 και 127 του προεκτεθέντος ν. 4472/2017 «Συνταξιοδοτικές διατάξεις Δημοσίου και τροποποίηση διατάξεων του ν. 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και λοιπές διατάξεις», που τέθηκαν σε ισχύ από 01.01.2017, σύμφωνα με το άρθρο 162 αυτού, καθορίζονται, στο μεν άρθρο 126, η μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη του προσωπικού των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, στο δε άρθρο 127, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, προβλέπεται ότι «Πέρα από τον βασικό μισθό του προηγούμενου άρθρου παρέχονται και τα εξής επιδόματα και παροχές κατά μήνα: … Β. Επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας, λόγω της ιδιαίτερης φύσης των καθηκόντων των εν λόγω στελεχών, καθώς και της απασχόλησης χωρίς ωράριο εργασίας ή πέραν του ωραρίου εργασίας, οριζόμενο ως εξής: … Αντιστράτηγος και αντίστοιχοι 420 ευρώ, Υποστράτηγος και αντίστοιχοι 400 ευρώ, Ταξίαρχος και αντίστοιχοι 395 ευρώ … Το εν λόγω επίδομα προσαυξάνεται κατά πενήντα πέντε (55) ευρώ για τα στελέχη που είναι έγγαμα χωρίς τέκνα. Για τα στελέχη που έχουν τέκνα, τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης της οικογενειακής παροχής του άρθρου 15 του ν.4354/2015 (Α’ 176), το εν λόγω επίδομα προσαυξάνεται κατά εκατόν δεκαπέντε (115) ευρώ. Σε περίπτωση συζύγων που αμείβονται και οι δύο με τις διατάξεις του παρόντος, η ως άνω προσαύξηση καταβάλλεται και στους δύο. Το ως άνω επίδομα καταβάλλεται με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι του προσφέρουν υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στα καθήκοντα και τις συνθήκες που δικαιολογούν την καταβολή του. Σε περίπτωση απομάκρυνσης των στελεχών με απόσπαση, μετακίνηση, διάθεση ή εκπαιδευτική άδεια μεγαλύτερη των δύο (2) μηνών, από τα εν γένει καθήκοντα, τις θέσεις και τις συνθήκες, οι οποίες δικαιολογούν τη χορήγηση του επιδόματος αυτού, διακόπτεται ισοχρόνως και η καταβολή του με βεβαίωση του οικείου προϊσταμένου. … Γ. Επίδομα θέσης ευθύνης, οριζόμενο κατά βαθμίδα θέσης, ως εξής: … Αντιστράτηγος και αντίστοιχοι 250 ευρώ, Υποστράτηγος και αντίστοιχοι 200 ευρώ, Ταξίαρχος και αντίστοιχοι 170 ευρώ … Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση του εν λόγω επιδόματος είναι η πραγματική άσκηση των καθηκόντων όλων των ανωτέρω.».
12. Επειδή, τα προβλεπόμενα στο άρθρο 51 του ν. 3205/2003 επιδόματα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης και αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων καταβάλλονταν, μέχρι την κατάργησή τους από 01.01.2017, στους δικαιούχους αξιωματικούς, κατά μήνα, ενόψει των ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας τους, ήτοι παγίως και κατά τακτά χρονικά διαστήματα και, συνεπώς, τα εν λόγω επιδόματα αποτελούν μέρος των συνολικών τακτικών αποδοχών τους ενέργειας (πρβ. Σ.τ.Ε. 103/2021 7μ., 3258/2015, 2642/2015, 1619/2015, 4387/2014, 206/2014, 3713/2010, 3606/2009, 920/2009, 2512/2008, Δ.Εφ.Αθ. 1388/2024, 3312/2023, 1907/2021, 3368/2020 κ.ά.). Ομοίως, τα προβλεπόμενα στο άρθρο 127 του ν. 4472/2017 επιδόματα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης καταβάλλονται, από 01.01.2017, στους δικαιούχους αξιωματικούς, κατά μήνα και, συνεπώς, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα εν λόγω επιδόματα, παρ’ όλο που, σύμφωνα και με την αιτιολογική έκθεση του ν. 4472/2017, θέτουν ως προϋπόθεση καταβολής τους την πραγματική ενεργή υπηρεσία των δικαιούχων, καταβάλλονται παγίως και κατά τακτά χρονικά διαστήματα και, συνεπώς, αποτελούν μέρος των συνολικών τακτικών αποδοχών τους ενέργειας (πρβ. Δ.Εφ.Αθ. 599/2024).
13. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την υπ’ αριθ. …………/01.03.2016 απόφαση του Ανώτατου Αεροπορικού Συμβουλίου (Α.Α.Σ.) Κρίσεων, που επικυρώθηκε με την υπ’ αριθ. …………/08.09.2016 απόφαση του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (Σ.Α.Γ.Ε.), ο ενάγων, που κατείχε, κατά τον ως άνω χρόνο, τον βαθμό του Ταξίαρχου Ιπτάμενου της Π.Α., κρίθηκε παμψηφεί ως «ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του» και προήχθη στον βαθμό του Υποπτέραρχου, οι δε σχετικοί πίνακες τακτικών κρίσεων Ταξίαρχων της Π.Α. έτους 2016 – 2017 κυρώθηκαν και ο ενάγων προήχθη σε Υποπτέραρχο και αποστρατεύθηκε, από 16.07.2016, με τον βαθμό αυτό, με τα από 01.03.2016 π.δ. (……….) και από 15.06.2016 π.δ. (……….), αντίστοιχα. Η ως άνω απόφαση του Σ.Α.Γ.Ε., στην οποία ενσωματώθηκε η απόφαση του Α.Α.Σ. Κρίσεων, καθώς και τα προεκτεθέντα π.δ. ακυρώθηκαν, στη συνέχεια, κατά το μέρος που αφορούν στον ενάγοντα, με την 788/2018 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, λόγω πλημμελούς αιτιολογίας της σχετικής δυσμενούς κρίσης και η υπόθεση αναπέμφθηκε στη Διοίκηση για νέα, νόμιμη κρίση. Σε συμμόρφωση με την ως άνω ακυρωτική απόφαση, με το από 18.11.2019 π.δ. (Γ’ ….), τα ως άνω, δικαστικώς ακυρωθέντα π.δ. ανακλήθηκαν και, επιπλέον, κυρώθηκαν οι σχετικοί συμπληρωματικοί πίνακες κρίσης Αξιωματικών της Π.Α., με τους οποίους, μεταξύ άλλων, ο ενάγων κρίθηκε «διατηρητέος», κατά την τακτική κρίση των ετών 2016 – 2017 και 2017 – 2018, «προακτέος κατ’ εκλογή» στον βαθμό του Υποπτέραρχου, από 02.03.2017, κατά την έκτακτη κρίση του έτους 2017, «ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του», κατά την τακτική κρίση του έτους 2018 – 2019 και «προακτέος στον βαθμό Αντιπτέραρχου στην αποστρατεία», από 01.03.2018, τέθηκε δε σε αυτεπάγγελτη αποστρατεία από 13.06.2018. Σε συνέχεια της διοικητικής του αποκατάστασης, κατά τα ανωτέρω, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. Φ……………./13.03.2020 απόφαση του Διευθυντή του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας (Γ.Ε.Α.), με την οποία εγκρίθηκε η καταβολή σε αυτόν αναδρομικών αποδοχών ενέργειας, για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 (ημερομηνία της αρχικής αποστρατείας) μέχρι 12.06.2018 (προηγούμενη της τελικής αποστρατείας κατόπιν της διοικητικής του αποκατάστασης), με τη διενέργεια των νόμιμων κρατήσεων και μετά την αφαίρεση τόσο της διαφοράς των αποδοχών που έλαβε με βάση τους μισθολογικούς βαθμούς κατά τα χρονικά διαστήματα από 03.03.2016 μέχρι και 15.06.2016 και από 16.06.2016 μέχρι και 16.07.2016, όσο και των τρίμηνων αποδοχών που έλαβε από 17.06.2016 μέχρι και 16.10.2016, περαιτέρω δε διευκρινίστηκε ότι, σύμφωνα με το εφαρμοστέο καθεστώς, δεν θα υπολογισθούν ούτε τα επιδόματα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης και αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, για το χρονικό διάστημα από 17.07.2016 μέχρι 31.12.2016, ούτε τα επιδόματα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης, για το χρονικό διάστημα από 01.01.2017 μέχρι 12.06.2018. Ακολούθως, με την υπ’ αριθ. ……………./05.02.2021 απόφαση του Διοικητή του Οικονομικού και Λογιστικού Κέντρου Αεροπορίας (Ο.Λ.Κ.Α.) του Γ.Ε.Α., οι εν ενεργεία αποδοχές του ενάγοντος για το ως άνω χρονικό διάστημα (από 16.07.2016 μέχρι και 12.06.2018) υπολογίστηκαν στο ποσό των 63.452,44 ευρώ, ενώ οι πάγιες κρατήσεις και τα προς επιστροφή ποσά σύνταξης, μερίσματος και ενίσχυσης υπολογίστηκαν στο συνολικό ποσό των 59.166,15 ευρώ [11.884,39 ευρώ για κρατήσεις και φόρο εισοδήματος + 40.078,11 ευρώ για ποσά σύνταξης που είχε λάβει από 17.10.2016 μέχρι και 12.06.2018 + 7.203,65 ευρώ για ποσά μερίσματος του Μ.Τ.Α (5.733,52 ευρώ) και οικονομικής ενίσχυσης του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. (1.470,13 ευρώ) που είχε λάβει από 17.10.2016 μέχρι και 12.06.2018, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. ……………./02.04.2020 βεβαίωση του Γενικού Διευθυντή του Μ.Τ.Α.] και, συνεπώς, προέκυψε θετική διαφορά, ανερχόμενη στο ποσό των 4.286,29 ευρώ (63.452,44 ευρώ – 59.166,15 ευρώ), το οποίο καταβλήθηκε στον ενάγοντα. Κατόπιν τούτων, ο ενάγων υπέβαλε αφενός μεν την υπ’ αριθ. πρωτ. …………./14.05.2021 αίτησή του προς τον Ο.Λ.Κ.Α. του Γ.Ε.Α., ζητώντας να του χορηγηθεί βεβαίωση υπολογισμού του ποσού των επιδομάτων (πτητικό, ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης, αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης) που θα λάμβανε βάσει του εκάστοτε κατεχόμενου μισθολογικού βαθμού ή κλιμακίου, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ………………/24.05.2021 απάντηση του Διοικητή του Ο.Λ.Κ.Α., με την οποία ενημερώθηκε ότι «η Υπηρεσία δεν υποχρεούται στην ικανοποίηση αιτημάτων παροχής στοιχείων που να αναγράφονται ποσά επιδομάτων που δεν έχουν καταβληθεί», αφετέρου δε την υπ’ αριθ. πρωτ. ………./14.05.2021 αίτησή του προς το Μ.Τ.Α., ζητώντας να του χορηγηθεί βεβαίωση υπολογισμού του ποσού του μερίσματος που θα λάμβανε, βάσει του εκάστοτε κατεχόμενου μισθολογικού βαθμού ή κλιμακίου, από 13.06.2018 μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης (14.05.2021), καθώς και της διαφοράς του ποσού αυτού από το ποσό του μερίσματος που έχει λάβει, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ………………./12.07.2021 απάντηση του Γενικού Διευθυντή του Μ.Τ.Α. και η συνημμένη σε αυτήν από 12.07.2021 βεβαίωση του Μ.Τ.Α., σύμφωνα με την οποία, για το ως άνω χρονικό διάστημα (από 13.06.2018 μέχρι 14.05.2021), το ακαθάριστο ποσό της διαφοράς που θα λάμβανε θα ανερχόταν σε 541,04 ευρώ και το πληρωτέο ποσό σε 401,50 ευρώ.
14. Επειδή, με την υπό κρίση αγωγή, όπως αυτή αναπτύσσεται με το νομοτύπως κατατεθέν από 10.04.2024 υπόμνημα, ο ενάγων προβάλλει ότι συντρέχει, εν προκειμένω, περίπτωση αστικής ευθύνης του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., καθόσον με τις ανωτέρω πράξεις και, ιδίως, την υπ’ αριθ. ……………/05.02.2021 απόφαση του Διοικητή του Ο.Λ.Κ.Α. του Γ.Ε.Α., οι εν ενεργεία αποδοχές του υπολογίστηκαν στο ποσό των 63.452,44 ευρώ, το οποίο ορθά μεν συμψηφίστηκε με τα ποσά των 11.884,39 ευρώ για κοινωνικοασφαλιστικές και φορολογικές κρατήσεις και των 40.078,11 ευρώ για την εκ μέρους του ληφθείσα κύρια σύνταξη, κατά το διάστημα από 17.10.2016 μέχρι και 12.06.2018, πλην όμως, αφενός μεν στο ως άνω ποσό των εν ενεργεία αποδοχών του μη νομίμως και εσφαλμένα δεν επιμετρήθηκαν τα ποσά που αντιστοιχούν στο πτητικό επίδομα, για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι και 12.06.2018, στα επιδόματα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης και αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι 31.12.2016 και στα επιδόματα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης, για το χρονικό διάστημα από 01.01.2017 μέχρι 12.06.2018, αφετέρου δε μη νομίμως και εσφαλμένα συμψηφίστηκε το ανωτέρω ποσό των εν ενεργεία αποδοχών του με το ποσό των 7.203,65 ευρώ για το μέρισμα του Μ.Τ.Α. και την οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α., που είχε λάβει από 17.10.2016 μέχρι και 12.06.2018, το οποίο, επιπλέον, λαμβάνει μειωμένο κατά 1,50 μερίδιο (37 έναντι 38,50 μεριδίων) συνεπεία της παράνομης, αρχικά, αποστρατείας του. Οι ανωτέρω παράνομες, κατά τους ισχυρισμούς του, πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του εναγόμενου είχαν ως αποτέλεσμα, κατά τον ενάγοντα, την πρόκληση σε βάρος του οικονομικής ζημίας, ανερχόμενης στο συνολικό ποσό των 58.754,95 ευρώ, ήτοι ισόποσης με τα ποσά των ανωτέρω επιδομάτων που δεν υπολογίστηκαν, του μερίσματος και της οικονομικής ενίσχυσης που συμψηφίστηκαν και του συμπληρωματικού μερίσματος και της οικονομικής ενίσχυσης που θα λάμβανε εάν δεν είχε μεσολαβήσει η παράνομη αποστρατεία του. Ειδικότερα, ως προς τα ποσά των επιδομάτων, ο ενάγων υποστηρίζει ότι, μετά την άρνηση του Ο.Λ.Κ.Α. του Γ.Ε.Α. με την προεκτεθείσα, υπ’ αριθ. …………../24.05.2021 απάντηση του Διοικητή αυτού, να προβεί στον υπολογισμό του ποσού των επιδομάτων αυτών, τα ποσά αυτά ανέρχονται, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του: α) για το πτητικό επίδομα που θα λάμβανε ως Ιπτάμενος της κατηγορίας Β1, για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι και 12.06.2018, στα 39.460,60 ευρώ (9.865,15 ευρώ/εξάμηνο x 4 εξάμηνα), β) για το επίδομα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης που θα λάμβανε για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι 31.12.2016, στα 658,52 ευρώ (119,01 ευρώ x 5 μήνες + 3,967 ευρώ x 16 ημέρες), γ) για το επίδομα αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων που θα λάμβανε για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι 31.12.2016, στα 264,34 ευρώ (47,77 ευρώ x 5 μήνες + 1,593 ευρώ x 16 ημέρες), δ) για το επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας που θα λάμβανε για το χρονικό διάστημα από 01.01.2017 μέχρι 12.06.2018, στα 7.031,07 ευρώ (395,00 ευρώ x 2 μήνες + 13,17 ευρώ x 1 ημέρα + 400,00 ευρώ x 11 μήνες + 13,33 ευρώ x 30 ημέρες + 420,00 ευρώ x 3 μήνες + 14,00 ευρώ x 12 ημέρες) και ε) για το επίδομα θέσης ευθύνης που θα λάμβανε για το χρονικό διάστημα από 01.01.2017 μέχρι 12.06.2018, στα 3.595,73 ευρώ (170,00 ευρώ x 2 μήνες + 13,17 ευρώ x 1 ημέρα + 200,00 ευρώ x 11 μήνες + 6,67 ευρώ x 30 ημέρες + 250,00 ευρώ x 3 μήνες + 8,33 ευρώ x 12 ημέρες). Ιδίως δε ως προς τα επιδόματα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης, αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης, υποστηρίζει ότι, με βάση την υπ’ αριθ. 2/2023 Γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ., που έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών, αυτά πρέπει να δίνονται από τη Διοίκηση στους αποκαθιστάμενους αξιωματικούς χωρίς δικαστικές ενέργειες, η δε εφαρμογή από το εναγόμενο της εν λόγω γνωμοδότησης, μόνο για τις αποκαταστάσεις που διενεργήθηκαν μετά τις 31.07.2021, κατ’ επίκληση της διετούς παραγραφής των σχετικών αξιώσεων, δεν καταλαμβάνει αξιώσεις όπως οι δικές του, για τις οποίες η παραγραφή διακόπηκε με την άσκηση αγωγής. Περαιτέρω, ειδικά ως προς τα ποσά του μερίσματος του Μ.Τ.Α. και της οικονομικής ενίσχυσης του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. που είχε λάβει από 17.10.2016 μέχρι και 12.06.2018, ύψους 7.203,65 ευρώ, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι ο διενεργηθείς συμψηφισμός είναι μη νόμιμος, διότι η αιτία λήψης του μερίσματος είναι οι κρατήσεις που διενεργούνταν από το Μ.Τ.Α. και διαφέρει από αυτή των εν ενεργεία αποδοχών που δεν έλαβε, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατός ο συμψηφισμός, ο οποίος, συνεπώς, αντίκειται στις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης και οδηγεί στην ωφέλεια του εναγόμενου, επιπλέον δε, συνεπεία της παράνομης, αρχικά, αποστρατείας του, λαμβάνει, από 17.10.2016, μέρισμα 37 μερίδων, αντί των 38,5 μερίδων που θα λάμβανε, σύμφωνα με την προεκτεθείσα βεβαίωση του Μ.Τ.Α. που επισυνάπτεται στην υπ’ αριθ. …………../12.07.2021 απάντηση του Γενικού Διευθυντή του Μ.Τ.Α. και, συνεπώς, οφείλει να λάβει συμπληρωματικό μέρισμα του Μ.Τ.Α. και οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α., ποσού 541,04 ευρώ προ κρατήσεων. Επιπλέον, οι ίδιες ως άνω παράνομες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του εναγόμενου είχαν ως συνέπεια, πάντα κατά τον ενάγοντα, την πρόκληση σε αυτόν ηθικής βλάβης, εκτιμώμενης στο ποσό των 10.000,00 ευρώ, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ιδιότητά του ως στρατιωτικού και τις συνέπειες αυτής στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, καθώς και την εμπλοκή του σε δικαστικές διενέξεις για την ηθική και διοικητική του αποκατάσταση. Για την ως άνω οικονομική ζημία και ηθική βλάβη του που, κατά τους ισχυρισμούς του, συνδέονται αιτιωδώς με τις προεκτεθείσες παράνομες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του εναγόμενου, ο ενάγων ζητεί, μετά τη νόμιμη μετατροπή του αιτήματός του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, κατά τα προεκτεθέντα, να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου να του καταβάλει, εντόκως, κατ’ άρθρα 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. και 932 του Α.Κ., νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής στο εναγόμενο (βλ. την υπ’ αριθ. ………./16.11.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου …….. Α………), α) το ποσό των 58.754,95 ευρώ, ως αποζημίωση προς αποκατάσταση της ισόποσης περιουσιακής ζημίας που υπέστη από την παράλειψη καταβολής των ως άνω επιδομάτων, τον συμψηφισμό του μερίσματος του Μ.Τ.Α. και της οικονομικής ενίσχυσης του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. και τη λήψη αυτών μειωμένων (39.460,60 ευρώ για πτητικό επίδομα + 658,52 ευρώ για επίδομα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης + 264,34 ευρώ για επίδομα αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων + 7.031,07 ευρώ για επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας + 3.595,73 ευρώ για επίδομα θέσης ευθύνης + 7.203,65 ευρώ που συμψηφίστηκαν από το μέρισμα του Μ.Τ.Α. και την οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. + 541,04 ευρώ ως συμπληρωματικό μέρισμα του Μ.Τ.Α. και οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α.) και β) το ποσό των 10.000,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, συνεπεία της ίδιας ως άνω αιτίας, ήτοι συνολικά το ποσό των 68.754,95 ευρώ. Τέλος, υποστηρίζει ότι οι ανωτέρω αξιώσεις του δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή, διότι η υπό κρίση αγωγή του κατατέθηκε, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, στις 15.11.2021 και επιδόθηκε στο εναγόμενο στις 16.11.2021, ήτοι εντός διετίας από τη δημοσίευση του αποκαταστατικού π.δ. (18.11.2019). Προς επίρρωση των ισχυρισμών του επικαλείται και προσκομίζει, μεταξύ άλλων, α) την υπ’ αριθ. πρωτ. ……../14.05.2021 αίτησή του προς τον Ο.Λ.Κ.Α. του Γ.Ε.Α. και την υπ’ αριθ. ……………/24.05.2021 απάντηση του Διοικητή του Ο.Λ.Κ.Α., β) την υπ’ αριθ. πρωτ. ………../14.05.2021 αίτησή του προς το Μ.Τ.Α. και την υπ’ αριθ. …………/12.07.2021 απάντηση του Γενικού Διευθυντή του Μ.Τ.Α. και τη συνημμένη σε αυτήν από 12.07.2021 βεβαίωση του Μ.Τ.Α., γ) την υπ’ αριθ. 2/2023 Γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. με το σημείωμα αποδοχής της από τον Υπουργό Οικονομικών και το υπ’ αριθ. Φ…………/23.11.2023 έγγραφο του Προϊστάμενου Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠ.ΕΘ.Α.) και δ) την υπ’ αριθ. ……./16.11.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου …….. Α…………
15. Επειδή, αντιθέτως, το εναγόμενο, με τις υπ’ αριθ. πρωτ. ……./27.03.2024 και ……../28.03.2024 νομοτύπως κατατεθείσες εκθέσεις απόψεων του Γενικού Διευθυντή Διοικητικού και Παροχών του Μ.Τ.Α. και του Διευθυντή Δ6 (Οικονομικού) του Γ.Ε.Α., αντίστοιχα, καθώς και με το ομοίως νομοτύπως κατατεθέν από 10.04.2024 υπόμνημα, ζητεί την απόρριψη της αγωγής, προβάλλοντας, κατ’ αρχάς, ότι το πτητικό επίδομα καταβάλλεται λόγω των κινδύνων στους οποίους εκτίθεται το ιπτάμενο προσωπικό, με την προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι συμπληρώνουν ώρες πτήσης σε ενεργό υπηρεσία και το ύψος αυτού εξαρτάται από τον αριθμό των πτήσεων που πραγματοποιεί ο ιπτάμενος σε ορισμένο χρονικό διάστημα και από την ειδικότερη κατηγορία στην οποία ανήκει, ο δε ενάγων δεν επικαλείται, ούτε αποδεικνύει ότι έχει πραγματοποιήσει πτήσεις με συγκεκριμένο τύπο αεροσκάφους και τις απαραίτητες ώρες, τυχόν δε καταβολή του επιδόματος αυτού στον ενάγοντα, ως παρανόμως απομακρυνθέντα αξιωματικό, που δεν πραγματοποίησε πτήσεις, ενέχουσες κινδύνους και δικαιολογούσες την καταβολή του επιδόματος αυτού, θα συνεπαγόταν τον προσπορισμό ωφέλειας εκ μέρους του. Περαιτέρω, προβάλλει ότι, τα μεν επιδόματα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης και αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι 31.12.2016, ανέρχονται σε 654,56 ευρώ και 262,74 ευρώ, αντίστοιχα, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. Φ…………/20.03.2024 έγγραφο του Διοικητή του Ο.Λ.Κ.Α. του Γ.Ε.Α., αυτά δε δεν καταβάλλονται σε στρατιωτικούς που αποκαταστάθηκαν διοικητικά με δικαστικές αποφάσεις, για τον χρόνο που αυτοί ήταν εκτός υπηρεσίας, τα δε επιδόματα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης, για το χρονικό διάστημα 01.01.2017 μέχρι 12.06.2018, ανέρχονται σε 9.018,83 ευρώ και 3.589,00 ευρώ, αντίστοιχα, σύμφωνα με το ως άνω υπ’ αριθ. …………/20.03.2024 έγγραφο του Διοικητή του Ο.Λ.Κ.Α. του Γ.Ε.Α., η καταβολή δε του πρώτου εξ αυτών προϋποθέτει ότι οι δικαιούχοι προσφέρουν υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στα καθήκοντα και τις συνθήκες που δικαιολογούν την καταβολή του, αυτό πάντως δεν καταβάλλεται σωρευτικά με το επίδομα ειδικής απασχόλησης. Επιπλέον, προβάλλει ότι δεν δικαιούνται συμπληρωματικού μερίσματος όσοι αποκαθίστανται διοικητικά με οποιονδήποτε τρόπο, όπως ο ενάγων ενημερώθηκε σχετικά με το υπ’ αριθ. ……………../31.03.2020 έγγραφο του Μ.Τ.Α.. Τέλος, ως προς την ηθική βλάβη του ενάγοντος, προβάλλει ότι ο σχετικός ισχυρισμός είναι αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτίμησης, σε κάθε δε περίπτωση, η ανάκληση της πράξης αποστρατείας και η επαναφορά του ενάγοντος στην ενεργό υπηρεσία δεν οδηγεί σε τρώση της επαγγελματικής του τιμής ή σε προσβολή της προσωπικότητάς του, διότι οι πρόωρες αποστρατεύσεις συνιστούν συνήθη πρακτική στις ένοπλες δυνάμεις, λόγω του μειωμένου αριθμού των θέσεων στα ανώτερα κλιμάκια της ιεραρχίας, ενώ, άλλωστε, το αιτούμενο ποσό είναι υπέρμετρα υψηλό και δυσανάλογο και θα πρέπει να περιοριστεί στο ποσό των 500,00 ευρώ.
16. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνει, κατ’ αρχάς, υπ’ όψιν ότι η πρόωρη αποστρατεία του ενάγοντος, από τις 16.07.2016, με το από 15.06.2016 π.δ., ακυρώθηκε, ως μη νόμιμη, με την 788/2018 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και, ακολούθως, σε συμμόρφωση με την απόφαση αυτή, ανακλήθηκε με το από 18.11.2019 π.δ.. Από την έκδοση της εν λόγω παράνομης πράξης στοιχειοθετείται, κατ’ αρχήν, ευθύνη του εναγόμενου, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη ο ενάγων εξαιτίας της παράνομης πρόωρης αποστρατείας του με τον βαθμό του Υποπτέραρχου, καθόσον, εάν δεν μεσολαβούσε η παράνομη αυτή αρχική αποστρατεία του, θα παρέμενε στην ενεργό υπηρεσία, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, μέχρι τις 13.06.2018, οπότε και αποστρατεύθηκε τελικώς με τον βαθμό του Αντιπτέραρχου και θα λάμβανε, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (από τις 16.07.2016 και την αρχική, παράνομη αποστρατεία του μέχρι τις 13.06.2018 και την τελική αποστρατεία του), τις αποδοχές του εν ενεργεία αξιωματικού της Π.Α., καθώς και μερίσματα του Μ.Τ.Α. και οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α., που αντιστοιχούν στον εκάστοτε βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο που κατείχε (Ταξίαρχος μέχρι και 01.03.2017, Υποπτέραρχος από 02.03.2017, Αντιπτέραρχος από 01.03.2018). Στις αποδοχές αυτές περιλαμβάνονται τόσο τα επιδόματα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης και αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, που θα λάμβανε ο ενάγων για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι 31.12.2016, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 3205/2003, όσο και τα επιδόματα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης που θα λάμβανε ο ενάγων για το χρονικό διάστημα από 01.01.2017 μέχρι 12.06.2018, σύμφωνα με το άρθρο 127 του ν. 4472/2017, καθόσον, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενες σκέψεις, τα επιδόματα αυτά, ως καταβαλλόμενα, κατά τον κρίσιμο χρόνο, παγίως και κατά τακτά χρονικά διαστήματα, στους τελούντες σε ενεργό υπηρεσία αξιωματικούς, αποτελούν τμήμα των τακτικών αποδοχών που ο ενάγων θα λάμβανε εάν δεν είχε μεσολαβήσει η παράνομη αποστρατεία του, για το κρίσιμο χρονικό διάστημα (από 16.07.2016 μέχρι 13.06.2018), απορριπτομένων ως αβασίμων όσων περί του αντιθέτου προβάλλει το εναγόμενο. Ομοίως, η πρόωρη έξοδος του ενάγοντος από την ενεργό υπηρεσία, συνεπεία της αρχικής, παράνομης αποστρατείας του, είχε ως συνέπεια να λαμβάνει μερίσματα από το Μ.Τ.Α. και οικονομική ενίσχυση από τον Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. ποσού ανάλογου προς τον χρόνο υπηρεσίας και τον βαθμό της αρχικής, παράνομης αποστρατείας του, ήτοι βαθμού Αντιπτέραρχου – Α/Γ.Ε.Α. 37 μεριδίων, ενώ, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η ως άνω παράνομη αποστρατεία του και η συνακόλουθη πρόωρη έξοδός του από την ενεργό υπηρεσία, κατά την τελική έξοδό του από αυτήν, στις 13.06.2018, θα λάμβανε μερίσματα και οικονομική ενίσχυση με βάση τον συνολικό χρόνο μετοχικής σχέσης και τον βαθμό του κατά την τελική του αποστρατεία, ήτοι βαθμού Αντιπτέραρχου Α’ Κατηγορίας μισθολογικής κατάταξης κλιμακίου 4 (Μ.Κ. 4), 38,50 μεριδίων, όπως συνομολογεί και το εναγόμενο, ενώ, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενες σκέψεις, ο περιορισμός στην έκταση της ασφαλιστικής του αποκατάστασης, ως διοικητικά αποκαθιστάμενου, αλλά μη επανερχόμενου στην ενεργό υπηρεσία αξιωματικού, δεν περιορίζει το δικαίωμά του να επιδιώξει την ικανοποίηση της σχετικής αξίωσής του με την έγερση κατά του Ελληνικού Δημοσίου της αποζημιωτικής αγωγής του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., απορριπτομένων όσων περί του αντιθέτου προβάλλει το εναγόμενο. Βάσει τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η περιουσιακή ζημία που ο ενάγων υπέστη εξαιτίας της αρχικής, παράνομης αποστρατείας του, για την αποκατάσταση της οποίας θεμελιώνεται ευθύνη του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., συνίσταται αφενός μεν στην απώλεια των επιδομάτων ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης και αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, κατά το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι 31.12.2016 και στην απώλεια των επιδομάτων ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης, κατά το χρονικό διάστημα από 01.01.2017 μέχρι 12.06.2018, αφετέρου δε στη λήψη μειωμένων των μερισμάτων του Μ.Τ.Α. και της οικονομικής ενίσχυσης του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α.. Η εν λόγω περιουσιακή ζημία του ενάγοντος συνδέεται αιτιωδώς με την αρχική, παράνομη αποστρατεία του, κατά τα ανωτέρω, μη διακοπτόμενου του αιτιώδους συνδέσμου, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενες σκέψεις, από την εκ των υστέρων ακύρωση και ανάκληση της οικείας παράνομης πράξης, που είχε ήδη εφαρμοστεί για ορισμένο χρονικό διάστημα. Η δε ένδικη αξίωση του ενάγοντος έναντι του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου για καταβολή αποζημίωσης γεννήθηκε και κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη από την επόμενη ημέρα της δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Ε.τ.Κ.) του από 18.11.2019 π.δ. (που δημοσιεύθηκε στις 03.12.2019 και όχι στις 18.11.2019, όπως εκ προφανούς παραδρομής εσφαλμένα προβάλλει ο ενάγων, που είναι η ημερομηνία έκδοσης και όχι δημοσίευσης του εν λόγω π.δ. στην Ε.τ.Κ.), οπότε ο ενάγων αποκαταστάθηκε διοικητικά (Σ.τ.Ε. 468/2022, 1321/2020, 130/2019, 828/2015, 4387/2014 κ.ά.) και, συνεπώς, κατά τον κρίσιμο χρόνο της επίδοσης της αγωγής στο εναγόμενο (16.11.2021), κατ’ άρθρο 75 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., η ένδικη αξίωση δεν είχε υποπέσει στην, προβλεπόμενη στο άρθρο 140 παρ. 3 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), διετή παραγραφή, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον ενάγοντα, γεγονός, άλλωστε, το οποίο δεν αμφισβητεί το εναγόμενο.
17. Επειδή, ως προς το ύψος της περιουσιακής ζημίας, το Δικαστήριο λαμβάνει υπ’ όψιν τις προεκτεθείσες και εφαρμοστέες εν προκειμένω μισθολογικές διατάξεις, το υπ’ αριθ. ……………/20.03.2024 έγγραφο του Διοικητή του Ο.Λ.Κ.Α., σύμφωνα με το οποίο τα επιδόματα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης και αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, για το χρονικό διάστημα από 16.07.2016 μέχρι 31.12.2016, ανέρχονται σε 654,56 ευρώ και 262,74 ευρώ, αντίστοιχα και τα επιδόματα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και θέσης ευθύνης, για το χρονικό διάστημα 01.01.2017 μέχρι 12.06.2018, ανέρχονται σε 9.018,83 ευρώ και 3.589,00 ευρώ, αντίστοιχα, την υπ’ αριθ. ……………./12.07.2021 απάντηση του Γενικού Διευθυντή του Μ.Τ.Α. και τη συνημμένη σε αυτήν από 12.07.2021 βεβαίωση του Μ.Τ.Α., σύμφωνα με την οποία, για το χρονικό διάστημα από 13.06.2018 μέχρι 14.05.2021, το ακαθάριστο ποσό της διαφοράς που θα λάμβανε ο ενάγων για συμπληρωματικό μέρισμα του Μ.Τ.Α. και οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. θα ανερχόταν σε 541,04 ευρώ και το πληρωτέο ποσό σε 401,50 ευρώ, τα αγωγικά κονδύλια που ζητεί ο ενάγων (658,52 ευρώ για επίδομα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης, 264,34 ευρώ για επίδομα αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων, 7.031,07 ευρώ για επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας, 3.595,73 ευρώ για επίδομα θέσης ευθύνης, 541,04 ευρώ ως συμπληρωματικό μέρισμα του Μ.Τ.Α. και οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α.), καθώς και το γεγονός ότι το Δικαστήριο δεσμεύεται από το αίτημα του ενάγοντος και δεν δύναται, κατ’ άρθρο 80 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., να επιδικάσει ποσόν πέραν του αιτηθέντος. Βάσει τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ενάγων δικαιούται, ως αποζημίωση, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., για την περιουσιακή ζημία που υπέστη, συνεπεία της παράνομης πρόωρης αποστρατείας του, το συνολικό ποσό των 12.078,41 ευρώ (654,56 ευρώ για επίδομα ευθύνης διοίκησης διεύθυνσης + 262,74 ευρώ για επίδομα αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων + 7.031,07 ευρώ για επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας + 3.589,00 ευρώ για επίδομα θέσης ευθύνης + 541,04 ευρώ ως συμπληρωματικό μέρισμα του Μ.Τ.Α. και οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α.), αφαιρουμένων των νόμιμων κρατήσεων, νομιμοτόκως, με το επιτόκιο που ορίζεται στο άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 4607/2019 (Α’ 65), από την επομένη της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής στο εναγόμενο (16.11.2021) και μέχρι την πλήρη εξόφληση, κατά μερική αποδοχή της αγωγής, κατά το μέρος αυτό.
18. Επειδή, αντιθέτως, δεν περιλαμβάνεται στη ζημία που υπέστη ο ενάγων το πτητικό επίδομα, δεδομένου ότι, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (από 16.07.2016 μέχρι 13.06.2018), δεν βρισκόταν σε πτητική ενέργεια, λόγω της πρόωρης εξόδου και απομάκρυνσής του από την ενεργό υπηρεσία, ενώ, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενες σκέψεις, η καταβολή του επιδόματος αυτού συναρτάται κατά τον νόμο και κατά τη φύση του προς ενεργό υπηρεσία και προϋποθέτει τη διενέργεια πτήσεων που ενέχουν κινδύνους και δικαιολογούν τη χορήγησή του. Ως εκ τούτου, τα όργανα του εναγόμενου δεν υπέπεσαν σε παρανομία από τη μη καταβολή του πτητικού επιδόματος στον ενάγοντα και δεν θεμελιώνεται, ως προς αυτό, ευθύνη του εναγόμενου προς αποζημίωση του ενάγοντος, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., κατ’ αποδοχή του σχετικού ισχυρισμού του τελευταίου και απορριπτομένων ως αβασίμων όσων περί του αντιθέτου προβάλλει ο ενάγων και του αντίστοιχου αγωγικού αποζημιωτικού κονδυλίου (39.460,60 ευρώ). Ομοίως, δεν περιλαμβάνεται στη ζημία που υπέστη ο ενάγων το ποσό των 7.203,65 ευρώ, που αντιστοιχεί στα συμψηφισθέντα μερίσματα του Μ.Τ.Α (5.733,52 ευρώ) και την οικονομική ενίσχυση του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α. (1.470,13 ευρώ) που έλαβε από 17.10.2016 μέχρι και 12.06.2018, καθόσον, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενες σκέψεις, στον διοικητικώς αποκατασταθέντα αξιωματικό καταβάλλεται η διαφορά μεταξύ των αποδοχών ενέργειας που θα λάμβανε και των μερισμάτων και της οικονομικής ενίσχυσης που έλαβε για το ίδιο χρονικό διάστημα, τα οποία δεν θα λάμβανε εάν δεν είχε τεθεί σε παράνομη αποστρατεία, τα ποσά δε αυτά παρακρατούνται από το Δημόσιο κατά την πληρωμή για λογαριασμό του ταμείου και αποδίδονται σε αυτό. Ως εκ τούτου, τα όργανα του εναγόμενου νομίμως παρακράτησαν, για λογαριασμό του Μ.Τ.Α. και του Ε.Κ.Ο.Ε.Μ.Α., κατά την εκκαθάριση των δικαιούμενων αποδοχών ενέργειας, τα ποσά του μερίσματος και της οικονομικής ενίσχυσης που ο ενάγων εισέπραξε κατά το χρονικό διάστημα της παράνομης αποστρατείας του και δεν θεμελιώνεται ευθύνη του εναγόμενου προς αποζημίωση του ενάγοντος, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., απορριπτομένων ως αβασίμων όσων περί του αντιθέτου προβάλλει ο ενάγων και του αντίστοιχου αγωγικού αποζημιωτικού κονδυλίου (7.203,65 ευρώ).
19. Επειδή, τέλος, αναφορικά με την αξίωση του ενάγοντος για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το Δικαστήριο λαμβάνει υπ’ όψιν ότι η πρόωρη αποστρατεία αποτελεί συνήθη τρόπο εξόδου από την υπηρεσία των αξιωματικών, με δεδομένο τον τρόπο διάρθρωσης και λειτουργίας των ενόπλων δυνάμεων και τον περιορισμένο αριθμό θέσεων στις ανώτερες και ανώτατες βαθμίδες της ιεραρχίας και, συνεπώς, μόνο το γεγονός της αποστράτευσης του ενάγοντος δεν υποδηλώνει ηθική απαξία στο πρόσωπό του, ενώ, εξάλλου, με την ανάκληση της αρχικής πράξης αποστρατείας του αποκαταστάθηκε τόσο ηθικά, όσο και υπηρεσιακά. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ενάγων δεν υπέστη ηθική βλάβη συνεπεία της αρχικής, παράνομης αποστρατείας του και, συνεπώς, δεν δικαιούται χρηματική ικανοποίηση, κατ’ άρθρο 932 του Α.Κ., απορριπτομένων ως αβασίμων όσων περί του αντιθέτου προβάλλει και του αντίστοιχου αγωγικού κονδυλίου (10.000,00 ευρώ).
20. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στον ενάγοντα, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση περιουσιακής ζημίας, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., το ποσό των 12.078,41 ευρώ, αφαιρουμένων των νόμιμων κρατήσεων, τούτο δε νομιμοτόκως, με το επιτόκιο που ορίζεται στο άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 4607/2019, από την επομένη της επίδοσης της αγωγής στο εναγόμενο (16.11.2021) και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τέλος, λόγω της μερικής νίκης και μερικής ήττας των διαδίκων, πρέπει να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Αναγνωρίζει την υποχρέωση του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 12.078,41 ευρώ, αφαιρουμένων των νόμιμων κρατήσεων, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση περιουσιακής ζημίας, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., τούτο δε νομιμοτόκως, με το επιτόκιο που ορίζεται στο άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 4607/2019, από την επομένη της επίδοσης της αγωγής στο εναγόμενο (16.11.2021) και μέχρι την πλήρη εξόφληση.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στις 19.06.2024, εξ αποστάσεως, με τη χρήση υπηρεσιακών ηλεκτρονικών μέσων, σύμφωνα με το άρθρο 36 του ν. 4745/2020 (Α’ 214) και η απόφαση δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, στις 05.08.2024, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΌΛΓΑ ΜΙΜΗΚΟΠΟΥΛΟΥ
Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΝΤΑΡΤΖΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΕΥΔΟΚΙΑ ΛΕΟΥΤΣΑΚΟΥ
Ακριβές αντίγραφο
Αθήνα,
Η προϊσταμένη του 5ου τμήματος