Αριθμός απόφασης 541/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα K.Σ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την ……… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των καλούντων- εφεσίβλητων: 1) ……….., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Παύλου Τσικούρα, 2) ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Παύλο Τσικούρα,
Της καθ’ης η κλήση- εκκαλούσας: ………….., η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Ιωάννη Κρινάκου
Κοινοποιούμενη προς την: …………., η οποία ήταν απούσα και για λογαριασμό της δήλωσε ότι παρίσταται η θυγατέρα της, μη έχουσα την ιδιότητα του δικηγόρου.
Οι καλούντες-εφεσίβλητοι μαζί με τη προς ην η κοινοποίηση κλήσης εφεσίβλητη άσκησαν κατά της νυν καθ’ης η κλήση- εκκαλούσας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, την από 18.5.2018 (με Γ.Α.Κ. …../2018 και Ε.Α.Κ. …/2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε ερήμην της εναγόμενης, η 665/2020 οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου (νέα τακτική διαδικασία), που δέχθηκε κατά τα κύρια αιτήματα την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την από 23.6.2020 έφεση που κατέθεσε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ../2020 και Ε.Α.Κ. …../2020. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2020 και Ε.Α.Κ. …/2020, οπότε δικάσιμος ορίσθηκε η 17.6.2021, πλην όμως επειδή κατά τον Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δικαστηρίου δεν υπήρχε δικάσιμος κατά την ως άνω ημερομηνία με την υπ’ αριθ. 124/2020 Πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς ορίστηκε νέα δικάσιμος η 11.11.2021, από την οποία αναβλήθηκε η υπόθεση για τη δικάσιμο της 8.12.2022 και γράφτηκε στο πινάκιο. Επίσης, η εκκαλούσα κατέθεσε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου τους από 5.10.2020 πρόσθετους λόγους έφεσης που έλαβαν Γ.Α.Κ. …/2020 και Ε.Α.Κ. …/2020 και ορίστηκε δικάσιμος η 11.11.2021, από την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για την ως άνω δικάσιμο της 8.12.2022. Το παρόν Δικαστήριο στην παραπάνω δικάσιμο κατόπιν συνεκδίκασης με την 312/2023 απόφασή του δέχθηκε την έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση, κράτησε και δίκασε την αγωγή, απορρίπτοντας ό,τι κρίθηκε απορριπτέο και ακολούθως αναβάλλοντας την έκδοση οριστικής απόφασης, διέταξε την επανάληψη της συζήτησης για αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων κατ’ άρθρο 245 ΚΠολΔ. Ήδη με την από 14.9.2023 κλήση τους που κατατέθηκε στη γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …../2023, οι πρώτος και τρίτη των εφεσίβλητων επανέφεραν προς συζήτηση την αγωγή και δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των καλούντων και της καθ’ης η κλήση, αφού έλαβαν τον λόγο αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου από 14.9.2023 (με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …/2023) κλήση των ………. και ………….. κατά της ………………. κοινοποιούμενη προς την ………. νόμιμα φέρεται προς περαιτέρω συζήτηση η ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά από 18.5.2018 (με Γ.Α.Κ. ………/2018 και Ε.Α.Κ. ………../2018) αγωγή των καλούντων και της προς ην η κοινοποίηση κλήσης κατά της καθ’ης η κλήση, με την οποία οι πρώτοι ζητούσαν κατά τα κύρια αιτήματά τους α) να αναγνωριστούν συγκύριοι σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου ο καθένας επί ενός εξ αδιαθέτου κληρονομηθέντος αγροτεμαχίου εμβαδού 432 τ.μ., κείμενου επί της οδού …………, εκτός σχεδίου και εκτός ζώνης του Δήμου Αιαντείου, στη θέση «…» ή «….» της κτηματικής περιοχής . ….., πρώην Δήμου Σαλαμίνας έναντι της εναγόμενης που φέρεται να τους απέβαλε από τη νομή τους και β) να υποχρεωθεί αυτή να αποδώσει στον καθένα το 1/3 εξ αδιαιρέτου της νομής του εν λόγω ακινήτου και όπως με την 312/2023 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου εξαφανίστηκε, κατόπιν της από 23.6.2020 εφέσεως και των από 5.10.2020 πρόσθετων λόγων αυτής, η 665/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που είχε δεχθεί την αγωγή λόγω ερημοδικίας της εναγόμενης, οπότε το Δικαστήριο τούτο με την ως άνω απόφασή του κράτησε και δίκασε εκ νέου την αγωγή, απέρριψε ό,τι έκρινε απορριπτέο σε αυτή και ακολούθως ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης, διατάσσοντας την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης για αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων. Ειδικότερα και δεδομένου ότι η εναγόμενη υποστήριξε ότι ο αρχικός κύριος του επίδικου ακινήτου, ……….. που απεβίωσε τις 31.8.1978, είχε ορίσει με την από 23.8.1978 ιδιόγραφη διαθήκη του να περιέλθει το ακίνητο μετά τον θάνατο της συζύγου του σε πρόσωπο με το όνομα «………..», όπως ο ίδιος και ότι επομένως κύριος του επιδίκου κατέστη τρίτος καταπιστευματοδόχος και όχι οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της χήρας του διαθέτη και αρχικού κυρίου του ακινήτου, το Δικαστήριο αυτό διέταξε την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης προκειμένου να εμφανιστούν ενώπιον του, κατ’ άρθρο 245 ΚΠολΔ ένας εκ των εναγόντων και η εναγόμενη για την υποβολή ερωτήσεων και την παροχή διασαφήσεων σχετικά με το εάν ο αναφερόμενος από αυτούς στις προτάσεις τους …….. τυγχάνει θείος του διαθέτη στην από 23.8.1978 ιδιόγραφη διαθήκη και αποβιώσαντος στις 31.8.1978 . … ………. και μάλιστα τέκνο των παππούδων και γιαγιάδων του τελευταίου ή πρώτος εξάδελφός του και εάν γνωρίζουν την τυχόν ύπαρξη με τον ως άνω αναφερόμενο βαθμό συγγένειας άλλων εξ αίματος συγγενών του ………….. που ζούσαν κατά τον χρόνο θανάτου της συζύγου του στις 25.2.2006, προσκομίζοντας αν διαθέτουν και τα σχετικά πιστοποιητικά συγγένειας. Ήδη με την ως άνω κλήση των πρώτου και τρίτης των εφεσίβλητων που απευθύνεται προς την εκκαλούσα νόμιμα εισάγεται προς περαιτέρω συζήτηση η πιο πάνω αγωγή τους κατά της καθ’ης η κλήση κατ’ άρθρο 254 παρ.2 ΚΠολΔ. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο οι μεν καλούντες-εφεσίβλητοι παρέστησαν ο πρώτος μετά και η δεύτερη δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους, Παύλου Τσικούρα, η δε καθ’ ης η κλήση παρέστη μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Ιωάννη Κρινάκου, ενώ η προς ην η κοινοποίηση κλήσης εφεσίβλητη ………… ήταν απούσα και εμφανίσθηκε ως εξουσιοδοτημένη από αυτή η κόρη της, η οποία δήλωσε ότι δεν τυγχάνει δικηγόρος, χωρίς την παρουσία πληρεξούσιου δικηγόρου. Δεδομένου ότι η κυριότητα επί ακινήτου συνιστά διαιρετό δικαίωμα, επί διεκδικητικής αγωγής με την οποία περισσότεροι φερόμενοι συγκύριοι του ακινήτου τη στρέφουν κατά προσώπου φερόμενου ότι απέβαλε αυτούς από τη νομή, όταν για οποιονδήποτε λόγο έχει διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης κατ’ άρθρο 254 ΚΠολΔ, καθένας από τους ενάγοντες, απλούς ομόδικους, επαναφέρει προς συζήτηση την υπόθεση, με κλήση κατά του εναγόμενου, για τον εαυτό του και όχι για τους λοιπούς, οι οποίοι μπορεί να επιλέξουν να μη συζητήσουν περαιτέρω την αγωγή κατά το μέρος που τους αφορά. Εν προκειμένω, η δεύτερη ενάγουσα-εφεσίβλητη δεν προέβη σε κλήση της εκκαλούσας-εναγόμενης για περαιτέρω συζήτηση της υπόθεσης, ούτε η τελευταία με δική της κλήση κάλεσε την πρώτη προς τούτο, μετά την έκδοση της 312/2023 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου. Ως εκ τούτου, η υπόθεση δεν εισάγεται προς περαιτέρω συζήτηση ως προς την δεύτερη ενάγουσα-εφεσίβλητη, ……………. Ακολούθως και σε ό,τι αφορά τους πρώτο και τρίτη εφεσίβλητους- ενάγοντες κι αφού κατά την μετ’ επανάληψη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, υπεβλήθησαν ερωτήσεις προς παροχή διασαφήσεων στην εκκαλούσα-εναγόμενη και στον πρώτο εφεσίβλητο-ενάγοντα σχετικά με το ζήτημα που έθεσε η προαναφερόμενη απόφαση αυτού του Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 245 ΚΠολΔ, χωρίς εκείνοι να προσκομίσουν κάποιο πιστοποιητικό συγγένειας των προσώπων που αναφέρουν στις προτάσεις τους με τον θανόντα στις 31.8.1978, …… , η ένδικη υπόθεση είναι ώριμη προς έκδοση οριστικής απόφασης, χωρίς να κρίνεται αναγκαίο να διαταχθεί πραγματογνωμοσύνη για το παραπάνω ζήτημα, όπως ζήτησε με την προσθήκη των προτάσεών της η εκκαλούσα-εναγόμενη, καθώς η ύπαρξη ή μη συγγενών τέταρτου βαθμού του ως άνω ………. κατά τον χρόνο θανάτου της χήρας του στις 25.2.2006 δεν είναι θέμα που απαιτεί για να γίνει αντιληπτό ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης κατ’ άρθρο 368 ΚΠολΔ.
Περαιτέρω, για την απόδοση νοηματικής συνέχειας σε σχέση με την 312/2023 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου επαναλαμβάνονται τα αποδεικτικά πορίσματα αυτής, ούτως ώστε να συμπληρωθούν με το τεθέν από την ίδια απόφαση αποδεικτικό ζήτημα της ύπαρξης συγγενών μέχρι τετάρτου βαθμού του ……… κατά τον χρόνο θανάτου της χήρας του, στις 25.2.2006. Συγκεκριμένα, από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα της εκκαλούσας-εναγόμενης ……….. στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, όπως η εν λόγω κατάθεση περιέχεται στα υπ’ αριθ. 312/2023 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου, από τις επιμελεία των εφεσίβλητων-εναγόντων ληφθείσες ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………. υπ’ αριθ. ………./1.11.2021 ένορκη βεβαίωση της …….. και ενώπιον της Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας υπ’ αριθ. …./2.11.2021 ένορκη βεβαίωση της ……….., κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης της εκκαλούσας κατ’ άρθρο 422 ΚΠολΔ (βλ. την υπ’ αριθ. …. Β’/26.10.2021 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ……..), μη λαμβανομένης υπόψη της ενώπιον της Ειρηνοδίκη Καλλιθέας δοθείσας υπ’ αριθ. …./18.6.2018 ένορκης βεβαίωσης της ……….που προσκομίζουν οι εφεσίβλητοι καθώς ενώ στο σώμα της βεβαίωσης αναφέρεται ότι έχει κληθεί να παραστεί η εναγόμενη σύμφωνα με την υπ’ αριθ. …………/13.6.2018 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……….., δεν προσκομίζεται στο παρόν Δικαστήριο η εν λόγω έκθεση επίδοσης, απ’ όλα τα έγγραφα που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων ένορκες βεβαιώσεις που δόθηκαν στα πλαίσια άλλων παλαιότερων δικών (όπως αυτές των ……, ………. και ……..) και λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια, συμπεριλαμβανομένων στα έγγραφα και των φωτογραφιών η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (βλ. άρθρο 444 παρ.1 στοιχ. γ’ ΚΠολΔ), τέλος δε από τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ) αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 25.2.2006 απεβίωσε στη … Αττικής, χωρίς να αφήσει διαθήκη και άτεκνη, η ………, το γένος …… και ………, γεννημένη το έτος 1914, η οποία όσο ζούσε, κατοικούσε στο …… . Αττικής στην ……….. Κατά τον χρόνο του θανάτου της, η ανωτέρω κατέλειπε μοναδικούς πλησιέστερους συγγενείς της τους ενάγοντες, τέκνα της προαποβιώσασας αδελφής της, ………….., οι οποίοι κληρονόμησαν αυτή κατ’ ισομοιρία κατά το 1/3 ο καθένας κατά τη δεύτερη τάξη της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής (άρθρο 1814 ΑΚ). Οι ενάγοντες προέβησαν σε δήλωση αποδοχής της κληρονομίας κατά το αναλογούν σε καθέναν ποσοστό και συγκεκριμένα αρχικά με την ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθήνας ………. υπ’ αριθ. …………./3.11.2006 πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομίας, νομίμως μεταγραφείσας στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Παλαιού Φαλήρου στον τόμο … και με αριθμό …. που αφορά σε άλλα ακίνητα πλην του επιδίκου και ακολούθως με την υπ’ αριθ……./24.6.2009 συμπληρωματική πράξη της υπ’ αριθμ.: …………./3-11-2006 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της ίδιας συμβολαιογράφου που αφορά στο επίδικο ακίνητο και όπως η τελευταία αυτή πράξη καταχωρίστηκε στις 20.7.2009, με αριθμό καταχώρισης …….., στο τηρούμενο κτηματολογικό φύλλο του εν λόγω ακινήτου με ΚΑΕΚ …….. στο Κτηματολογικό Γραφείο Σαλαμίνας. Το επίδικο ακίνητο είναι ένα αγροτεμάχιο, εκτός σχεδίου και εκτός ζώνης, που εμφαίνεται κατά τον τίτλο κτήσεως με τον αριθμό ένα (1) του Έψιλον Κεφαλαίο (Ε) τετραγώνου στο από 1.9.1964 σχεδιάγραμμα του μηχανικού …………., που έχει προσαρτηθεί στο υπ’ αριθ. ……../1964 προσύμφωνο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Πειραιά ……….., κείμενο στη θέση «…» ή «…» της κτηματικής περιοχής …….. της Κοινότητας Αιαντείου και ήδη Δήμου Αιαντείου, πρώην Δήμου Σαλαμίνας, έχοντος εμβαδόν κατά τον τίτλο συμβολαίου του αποβιώσαντος ………., 225 τετρ. μέτρων ή κατά το παλιό μετρικό σύστημα έκταση πήχεων τεκτονικών 400, κατά νεότερη δε και ακριβέστερη καταμέτρηση 432 τετρ. μέτρων σύμφωνα με το απόσπασμα του Κτηματολογικού διαγράμματος, συνορευόμενου βορειοανατολικώς με το υπ’ αριθ. τέσσαρα (4) όμοιον του αυτού ως άνω τετραγώνου και σχεδιαγράμματος επί πλευράς 16 μέτρων, νοτιοανατολικώς με το υπ’ αριθ. πέντε (5) όμοιον του αυτού τετραγώνου και σχεδιαγράμματος επί πλευράς 14 μέτρων, νοτιοδυτικώς με ιδιωτική οδό επί προσώπου 15 μέτρων και βορειοδυτικώς με το υπ’ αριθ. ένα (1) αγροτεμάχιον του αυτού τετραγώνου επί πλευράς 15 μέτρων. Επί του εν λόγω ακινήτου υπάρχει ισόγεια μονοκατοικία (προκάτ), εμβαδού 50 τετρ. μέτρων, η οποία ανεγέρθηκε αυθαίρετα προ του έτους 1964 και εξαιρέθηκε της κατεδαφίσεως, όπως προκύπτει από τον από 25.10.1978 (α.α. ………../1009) τίτλο οριστικής μη κατεδάφισης αυθαιρέτου σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 1 του ν. 720/1977. Το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει στον προαποβιώσαντα σύζυγο της παραπάνω θείας των εναγόντων, ………., με το υπ’ αρ. ……/1973 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας …………, νόμιμα μεταγραφέντος στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο … και με αριθμό …. Ο παραπάνω ……… πέθανε στις 31.8.1978 και κατά τον χρόνο του θανάτου του κατέλειπε την από 23.8.1978 ιδιόγραφη διαθήκη του, η οποία δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά με τα υπ’ αριθ. 444/1978 πρακτικά και απόφαση αυτού στις 8.11.1978. Με τη διαθήκη του αυτή ο ανωτέρω διαθέτης εγκατέστησε μεν γενική κληρονόμο του επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας του τη σύζυγό του …………, πλην όμως ειδικά για το επίδικο ακίνητο όρισε ότι ήθελε «το σπίτι της Σαλαμίνας να μένη σε όνομα ……….. μετά το θάνατο της». Η ………. για την πιστοποίηση του κληρονομικού της δικαιώματος ως εκ διαθήκης κληρονόμος εφ’ απάσης της κληρονομίας του αποβιώσαντος συζύγου της έλαβε το υπ’ αριθ. ………../1979 πιστοποιητικό κληρονομητηρίου από το Πρωτοδικείο Αθηνών. Επίσης προέβη στην υπ’ αριθ. ………./5.1.1979 δήλωση αποδοχής κληρονομίας ενώπιον της συμβ/φου Αθηνών, ………, που νόμιμα μεταγράφηκε στον τόμο …. και με αριθμό …. στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, με την οποία αποδέχθηκε την κληρονομία του συζύγου της ως γενική κληρονόμος επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας του, συμπεριλαμβανομένου του επίδικου ακινήτου, χωρίς να κάνει κάποια διάκριση ότι αποδεχόταν αυτό ως επικαρπώτρια όπως αβάσιμα υποστηρίζει η εναγόμενη. Η ίδια ωστόσο αμφιβάλλοντας για το εύρος του εμπράγματου δικαιώματός της επί του αμέσως ανωτέρω ακινήτου, λόγω της παραπάνω διάταξης στη διαθήκη του συζύγου της που όριζε να μείνει μετά τον θάνατό της σε «…………» το δήλωνε στις φορολογικές της δηλώσεις ως δικαίωμα ισόβιας επικαρπίας (βλ. τις προσκομιζόμενες από τους εφεσίβλητους από 14.6.1982 δήλωση φόρου ακίνητης περιουσίας προς τον Οικον. Έφορο Ε’ Πειραιώς και την από 30.3.1998 δήλωση φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας προς τη Δ.Ο.Υ. Παλ. Φαλήρου). Επισημαίνεται ότι επί ορισμού καταπιστευματοδόχου σε διαθήκη επί κληρονομιαίου ακινήτου ο αρχικός κληρονόμος, μέχρι να επέλθει το γεγονός ένεκα του οποίου περιέρχεται το ακίνητο στον καταπιστευματοδόχο, αποκτά μετακλητή κυριότητα στο ακίνητο και όχι επικαρπία, όπως εσφαλμένα υποστηρίζει η εναγόμενη καθώς ο καταπιστευματοδόχος διατηρεί δικαίωμα προσδοκίας μέχρι να αποκτήσει το ακίνητο και δεν αποκτά επ’ αυτού ψιλή κυριότητα. Περίπου στις αρχές του έτους 2005, σε αντικατάσταση της οικιακής βοηθού …………… την οποία απασχολούσε μέχρι το τέλος του 2004, η ως άνω …………. άρχισε να απασχολεί ως οικιακή βοηθό την εναγόμενη. Δεν αποδείχθηκε το υποστηριζόμενο από την τελευταία ότι η ως άνω εργοδότης της, η οποία ήταν συνταξιούχος του ΝΑΤ και είχε αξιόλογη ακίνητη περιουσία, την πλήρωσε μόνο τους πρώτους τέσσερις-πέντε μήνες και ότι μετά έκαναν συμφωνία αντί να την πληρώνει να της παραχωρήσει το επίδικο ακίνητο. Αποδείχθηκε, ωστόσο, ότι ανέπτυξαν μεταξύ τους φιλική σχέση και ότι επισκέπτονταν από κοινού την ως άνω επίδικη εξοχική κατοικία στη Σαλαμίνα. Στο πλαίσιο της σχέσης αυτής, η παραπάνω θεία των εναγόντων έδωσε κλειδιά της εν λόγω οικίας στην εναγόμενη για να κάνει χρήση αυτής, όποτε επιθυμούσε, με τη συμφωνία μετά τον θάνατό της να παραδώσει τα ακίνητο στον ή στους κληρονόμους που είχε ορίσει ο προαποβιώσας σύζυγός της με την παραπάνω από 23.8.1978 ιδιόγραφη διαθήκη του, όποτε αυτοί εμφανιστούν. Λίγους μήνες μετά τον θάνατο της ………….., το έτος 2006, ο πρώτος ενάγων, ενεργώντας για λογαριασμό και των λοιπών εναγουσών, ζήτησε από την εναγόμενη να τους παραδώσει το εν λόγω ακίνητο. Η τελευταία, έχοντας υπόψη της το περιεχόμενο της παραπάνω διαθήκης αναφορικά με το επίδικο ακίνητο απευθύνθηκε σε δικηγόρο και συμβολαιογράφο (τα ονόματα των οποίων αναφέρει στην από 12.4.2010 εξώδικη δήλωσή της προς τους πρώτο και τρίτη των εναγόντων) ρωτώντας σχετικά με το εάν ο πρώτος ενάγων είχε νόμιμα δικαιώματα επί του προπεριγραφέντος ακινήτου, οι δε ανωτέρω νομικοί ερμηνεύοντας το κείμενο της ως άνω διαθήκης τη συμβούλευσαν να παραδώσει το ακίνητο μόνο σε συγγενείς εξ αίματος του ……………, θεωρώντας ότι με την ανωτέρω διαθήκη η μεν ………. είχε οριστεί ως επικαρπώτρια εφ’ όρου ζωής, οι δε εξ αίματος συγγενείς του διαθέτη, κληρονόμοι του ως ψιλοί κύριοι. Έκτοτε η εναγόμενη αρνείται να παραδώσει το ακίνητο στους ενάγοντες, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της …………… έχουν κληρονομήσει κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου ο καθένας και το συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο, αυτή δε το επισκέπτεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και το χρησιμοποιεί ως εξοχική κατοικία της, έχοντας μεταφέρει τη σύνδεση των παροχών κοινής ωφέλειας στο όνομά της. Οι ενάγοντες δεν μένουν αδρανείς στη διαμορφωθείσα κατάσταση, αλλά αντιδρούν με την αποστολή εξωδίκων προς την εναγόμενη, προς όσες υπηρεσίες διευκόλυναν την εγκατάσταση της στο παραπάνω ακίνητο και προς γείτονες που την υποστήριξαν με οποιονδήποτε τρόπο στις μεταξύ τους διενέξεις, με την άσκηση αγωγών κατά αυτής σχετικά με τα επικαλούμενα εμπράγματα δικαιώματά τους επί του ακινήτου, αλλά και με την επισήμανση με μπογιά στους τοίχους της εξοχικής οικίας ότι τυγχάνει δική τους ιδιοκτησία, επιπλέον δε επιμελήθηκαν να γίνει διόρθωση της πρώτης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του επίδικου ακινήτου, ώστε αντί του εσφαλμένου «άγνωστος» ιδιοκτήτης, να αναγραφεί ως ιδιοκτήτρια η ως άνω αποβιώσασα θεία τους. Στην προκειμένη περίπτωση, ως προς το ζήτημα που θέτει η εναγόμενη, αν επί της ουσίας νομιμοποιούνται ενεργητικά ως κληρονόμοι οι ενάγοντες να ζητούν με διεκδικητική αγωγή την απόδοση του ακινήτου, κρίσιμο είναι το περιεχόμενο της από 23.8.1978 ιδιόγραφης διαθήκης του αποβιώσαντος στις 31.8.1978 ……….., με την οποία αυτός όρισε την τύχη της κληρονομιαίας περιουσίας του, στην οποία περιλαμβάνεται το επίδικο ακίνητο. Στην ως άνω δημοσιευθείσα και κηρυχθείσα κυρία, ιδιόγραφη διαθήκη διαλαμβάνονται τα εξής: «ΠΕΡΑΜΑ. 23.8.78. Την παρούσα συντάσω ίδιοχίρος προς την γυναίκα μου και την αφήνω Γενικό κληρονόμο σε όλη μου την περιουσία ακινήτου και κινητή εν όσω ζει διότι ήτο καλή γυναίκα δεν υπάρχει ούτε αδελφή μου ούτε τέκνα ή άλλος το μόνο θέλω, το σπίτι της Σαλαμίνος να μίνη σε όνομα ….. μετά το θάνατό της η παρούσα εγράφη από εμέ τον ίδιον τας 12 η ώρα 29.8.78 (ακολουθεί υπογραφή) ακριβές …………». Από την ανάγνωση της παραπάνω διαθήκης καθίσταται σαφές ότι παρότι δεν χρησιμοποιείται ο όρος «καταπίστευμα» ή «καταπιστευματοδόχος», ο διαθέτης ορίζει ειδικά για το ακίνητο της Σαλαμίνας απώτερο κληρονόμο, μετά τον θάνατο της αρχικής κληρονόμου συζύγου του, δηλαδή έχει θέσει διάταξη περί καταπιστεύματος. Ωστόσο, ο ίδιος όρος της διαθήκης παρουσιάζει ασάφεια ως προς το πρόσωπο ή τα πρόσωπα, τα οποία ο διαθέτης εγκαθιστά ως καταπιστευματοδόχο ή καταπιστευματοδόχους του και για τούτο, στο σημείο αυτό η διαθήκη χρήζει ερμηνείας. Το Δικαστήριο αυτό αναζητώντας την αληθινή βούληση του διαθέτη, μέσα από τα νοήματα που εκφράζει στην ίδια του τη διαθήκη, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του κατά τη σύνταξη της διαθήκης (γεννημένος το έτος 1911), την προσωπική του κατάσταση, το μορφωτικό του επίπεδο και το γεγονός ότι κατά τον παραπάνω χρόνο ο πιο κοντινός του άνθρωπος ήταν η σύζυγός του καθώς, όπως αναφέρει ο ίδιος, δεν είχε αδελφή, ούτε τέκνα ή άλλον, το δηλούμενο από αυτόν «το σπίτι της Σαλαμίνος να μίνη σε όνομα ….. μετά το θάνατό της» παραπέμπει σε εξ αίματος συγγενείς της πατρικής του οικογένειας φέροντες το επώνυμο «……», δεδομένου ότι κάθε επώνυμο διατηρείται στους γόνους της ίδιας οικογένειας. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 1790 ΑΚ αν ο διαθέτης χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό μνημονεύει στη διαθήκη τους «συγγενείς» του, σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται ότι έχουν τιμηθεί εκείνοι που καλούνται εξ αδιαθέτου κατά το χρόνο της επαγωγής, κατά την αναλογία της μερίδας τους, ενώ στο άρθρο 1929 ΑΚ σχετικά με το οικογενειακό καταπίστευμα προβλέπεται ότι «Αν ο διαθέτης εγκατέστησε κληρονόμο και όρισε η κληρονομία ή ποσοστό της να διατηρηθεί στην οικογένειά του, με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 1923 παρ.2 θεωρούνται σε περίπτωση αμφιβολίας καταπιστευματοδόχοι μετά το θάνατο του εγκατάστατου όλα τα πρόσωπα που θα κληρονομούσαν εξ αδιαθέτου το διαθέτη αν πέθαινε κατά το θάνατο του εγκαταστάτου. Για άλλους απώτερους συγγενείς του διαθέτη δεν ισχύει το οικογενειακό καταπίστευμα». Στην προκειμένη περίπτωση, πράγματι υφίσταται αμφιβολία ποιοι εξ αίματος συγγενείς του οι οποίοι θα έφεραν το επώνυμο «…………..» και με ποιο βαθμό συγγένειας επιθυμούσε ο διαθέτης να οριστούν καταπιστευματοδόχοι του, μετά τον θάνατο της συζύγου του, οπότε κατά τη συνδυαστική εφαρμογή των άρθρων 1929 και 1790 ΑΚ, πρέπει να θεωρηθούν ως τέτοιοι οι εξ αίματος συγγενείς του διαθέτη, φέροντες το επώνυμο «……….» που θα τον κληρονομούσαν εξ αδιαθέτου, αν αυτός πέθαινε κατά τον χρόνο θανάτου της εγκαταστάτου συζύγου του, στις 25.2.2006. Δεδομένου ότι ο ………. απεβίωσε άτεκνος, δεν είχε συγγενείς που θα μπορούσαν να τον κληρονομήσουν κατά την πρώτη τάξη της εξ αδιαθέτου διαδοχής. Επίσης, εφόσον κατά τη διαθήκη του δεν είχε αδέλφια, επομένως ούτε ανίψια και μικρανίψια (τέκνα και εγγόνια αδελφών του) και λαμβανομένου υπόψη ότι στις 25.2.2006, αν αυτός ζούσε θα ήταν 95 ετών, οπότε κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας δεν θα είχε εν ζωή τους γονείς του, αποκλείεται η ύπαρξη κληρονόμων που θα μπορούσαν να τον κληρονομήσουν στις 25.2.2006, κατά την δεύτερη τάξη της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής. Ομοίως κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας δεν θα μπορούσε ο διαθέτης να έχει στις 25.2.2006, εν ζωή τους προπαππούδες και τις προγιαγιάδες του, που θα μπορούσαν να τον κληρονομήσουν κατά την τέταρτη τάξη της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής. Εντέλει η μόνη περίπτωση να υπήρχαν εν ζωή εξ αίματος συγγενείς του διαθέτη ……………., με το ίδιο επώνυμο στις 25.2.2006, οι οποίοι θα μπορούσαν να τον κληρονομήσουν εφόσον αυτός είχε πεθάνει χωρίς να αφήσει διαθήκη, θα ήταν οι προβλεπόμενοι στον ΑΚ στην τρίτη τάξη εξ αδιαθέτου διαδοχής συγγενείς του και συγκεκριμένα όχι οι παππούδες και οι γιαγιάδες του που κατά τον παραπάνω χρόνο ασφαλώς θα είχαν αποβιώσει, αλλά τυχόν τέκνα τους (θείοι ή θείες του διαθέτη με το επώνυμο «………»), άλλως εγγονοί των παππούδων και των γιαγιάδων του διαθέτη, δηλαδή πρώτα εξαδέλφια του διαθέτη φέροντα το επώνυμο «…………..». Σε περίπτωση που όλοι οι ανωτέρω είτε δεν υπήρχαν, είτε είχαν αποβιώσει πριν την 25.2.2006, η περί καταπιστεύματος διάταξη της ως άνω διαθήκης που αφορά στο επίδικο ακίνητο θεωρείται μη γεγραμμένη και το ως άνω ακίνητο στη Σαλαμίνα, κληρονομούν οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της εγκαταστάτου αρχικής κληρονόμου του διαθέτη, …………., δηλαδή οι ενάγοντες. Περαιτέρω, μετά τις διασαφήσεις που κλήθηκαν να δώσουν ο πρώτος εφεσίβλητος και η εκκαλούσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 245 ΚΠολΔ, μετά την έκδοση της 312/2023 απόφασής του για επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης και κατόπιν ερωτήσεων που τους ετέθησαν από τον δικαστή αυτού του Δικαστηρίου, δεν εισέφεραν κάποια πληροφορία σχετικά με τον βαθμό συγγένειας του διαθέτη ………….με αναφερόμενο στις προτάσεις των εφεσίβλητων πρόσωπο, με το όνομα ………., που φέρεται ως στενός συγγενής του πρώτου και ο οποίος ζούσε στις 25.2.2006, ενώ από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι αυτός ήταν τέκνο των παππούδων και γιαγιάδων του ανωτέρω διαθέτη ή πρώτος του εξάδελφος, ώστε να μπορούσε να κληρονομήσει τον ως άνω διαθέτη, κατά την τρίτη τάξη της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής. Ομοίως δεν αποδείχθηκε το υποστηριχθέν από την εκκαλούσα στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, κατά την παροχή διασαφήσεων για το ανωτέρω ζήτημα, ότι ζούσε κατά τον ως άνω κρίσιμο χρόνο (25.2.2006) στην Αίγινα, πρώτος εξάδελφος του διαθέτη ……….. ., με το ίδιο ονοματεπώνυμο, ……….., ο οποίος κατά την ίδια (εκκαλούσα) φέρεται να έχει παιδιά και εγγόνια. Επομένως, αφού δεν αποδείχθηκε ότι κατά τον χρόνο θανάτου της Μαρίας χήρας ………, στις 25.2.2006, υπήρχαν εν ζωή συγγενείς εξ αίματος του αποβιώσαντος στις 31.8.1978, …………, φέροντες το επώνυμο «…..» που θα μπορούσαν να τον κληρονομήσουν κατά τις πρώτες τέσσερις τάξεις εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής του ΑΚ (άρθρα 1813 έως 1817) κατά την ανωτέρω ερμηνεία της από 23.8.1978 ιδιόγραφης διαθήκης του ως άνω . …., η διάταξη στη διαθήκη αυτή με την οποία ο ανωτέρω διαθέτης ορίζει καταπιστευματοδόχο κατά τον θάνατο της συζύγου του στο επίδικο ακίνητο, με το όνομα «……..» θεωρείται μη γεγραμμένη, αφού δεν προέκυψε η βούληση του διαθέτη να περιέλθει το ακίνητο μετά το θάνατο της συζύγου του σε πρόσωπο που απλώς θα φέρει το παραπάνω επίθετο, όσο μακρινός συγγενής κι αν είναι, δηλαδή πέραν του πρώτου εξαδέλφου (βλ. άρθρα 1790 και 1929 ΑΚ). Συνακόλουθα, το επίδικο ακίνητο που κληρονόμησε με την ως άνω ιδιόγραφη διαθήκη κατά πλήρη κυριότητα η σύζυγος του ……., ………., έχει περιέλθει κατά κυριότητα, με τον θάνατό της στις 25.2.2006, κατά τη δεύτερη τάξη της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής κατ’ άρθρο 1814 ΑΚ, ελλείψει πλησιεστέρων συγγενών, κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου, στους πρώτο και τρίτη ενάγοντες, που τυγχάνουν ανίψια της, τέκνα της προαποβιώσασας αδελφής της, ………. και οι οποίοι κατά τα ανωτέρω έχουν προβεί σε αποδοχή της κληρονομίας ως προς το επίδικο, με την υπ’ αριθ. ………../24.6.2009 συμπληρωματική πράξη της υπ’ αριθμ.: ……../3-11-2006 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της ίδιας συμβολαιογράφου και όπως η τελευταία αυτή πράξη καταχωρίστηκε στις 20.7.2009, με αριθμό καταχώρισης …, στο τηρούμενο κτηματολογικό φύλλο του εν λόγω ακινήτου με ΚΑΕΚ ……./….. στο Κτηματολογικό Γραφείο Σαλαμίνας. Η εναγόμενη, έχοντας τα κλειδιά της οικίας στο επίδικο ακίνητο, το χρησιμοποιεί ως εξοχική της κατοικία και αρνείται να το παραδώσει, κατά τα ανωτέρω, στους πρώτο και τρίτη ενάγοντες και με τον τρόπο αυτό τους έχει αποβάλει από τη νομή τους στο επίδικο, προσβάλλοντας έτσι το δικαίωμα κυριότητας τους σε αυτό. Κατόπιν τούτου, οι ενάγοντες έχουν έννομο συμφέρον προστασίας του δικαιώματός τους και γι’ αυτό πρέπει να γίνει δεκτή στην ουσία της η ένδικη αγωγή ως προς τα κύρια αιτήματά της, να αναγνωριστούν οι πρώτος και τρίτη ενάγοντες, ως προς τους οποίους εισήχθη με την ανωτέρω κλήση προς συζήτηση η υπόθεση, κύριοι ο καθένας σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου του ως άνω ακινήτου, όπως ειδικότερα περιγράφεται στο διατακτικό της παρούσας και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να τους αποδώσει, κατά το ιδανικό τους μερίδιο, ήτοι σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου στον καθένα, το παραπάνω ακίνητο. Τα δικαστικά έξοδα του πρώτου και της τρίτης εφεσίβλητης από την άσκηση της έφεσης (όχι όμως για τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, αφού στην ένδικη αγωγή δεν είχε συμπεριληφθεί σχετικό αίτημα, βλ. άρθρο 106 ΚΠολΔ), κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, που υποβλήθηκε με τις ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού προτάσεις τους, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της κατά την έκβαση της παρούσας δίκης, κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την αγωγή, όπως εισάγεται μόνο ως προς τους πρώτο και τρίτη των εναγόντων, αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται αυτή ως προς τους πρώτο και τρίτη ενάγοντες.
Αναγνωρίζει τον πρώτο και την τρίτη των εναγόντων συγκύριους σε ποσοστό ένα τρίτο (1/3) εξ αδιαιρέτου έκαστο του εμφαινόμενου στο από 1.9.1964 σχεδιάγραμμα του μηχανικού ………. με τον αριθμό (1) του Έψιλον Κεφαλαίου (Ε) τετραγώνου, που προσαρτάται στο υπ’ αριθ. ………/1964 προσύμφωνο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Πειραιώς ………… αγροτεμαχίου κατά τον τίτλο κτήσεως του εκτός σχεδίου και εκτός ζώνης, που βρίσκεται στη θέση «…» ή «…» της κτηματικής περιοχής …… της Κοινότητας Αιαντείου και ήδη Δήμου Αιαντείου, πρώην Δήμου Σαλαμίνος, επί της οδού ………, που σύμφωνα με την υπ’ αριθ. ………/24.6.2009 συμπληρωματική πράξη της υπ’ αριθ. ………/3.11.2006 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβ/φου Αθήνας ……….., έχει εμβαδό τριακόσια πενήντα έξι (356) τετρ. μέτρα ή κατά το παλαιότερο μετρικό σύστημα εκτάσεως πήχεων τεκτονικών εξακοσίων τριάντα δύο και ογδόντα οκτώ (682,88), συνορεύον αρκτικώς με ιδιωτικό δρόμο επί προσώπου δεκαεπτά (17) μέτρων, νοτιοδυτικά με ιδιωτικό δρόμο επί προσώπου είκοσι ενός (21) μέτρων, βορειοδυτικά με συμβολή σχηματιζόμενη υπό των ίδιων ιδιωτικών δρόμων επί προσώπου επτά (7) μέτρων, ανατολικά με το υπ’ αριθ. δύο (2) αγροτεμάχιο του ίδιου ως άνω τετραγώνου και σχεδιαγράμματος επί πλευράς μέτρων δεκαπέντε και πενήντα (15,50) και νοτιοανατολικά με το υπ’ αριθ. τρία (3) αγροτεμάχιο του ίδιου ως άνω τετραγώνου και σχεδιαγράμματος επί πλευράς δεκαπέντε (15) μέτρων, ενώ κατά νεότερη καταμέτρηση, με βάση την εγγραφή του στο Κτηματολόγιο, έχει εμβαδόν τετρακοσίων τριάντα δύο (432) τετρ. μέτρων,. Επί του ανωτέρω αγροτεμαχίου υφίσταται ισόγεια μονοκατοικία εμβαδού πενήντα (50) τετρ. μέτρων (προκάτ), η οποία ανεγέρθη αυθαίρετα προ του έτους 1964 και εξαιρέθηκε της κατεδαφίσεως δυνάμει του από 25-10-1978 (α.α. …/1009) τίτλου οριστικής μη κατεδαφίσεως αυθαιρέτου κατ’ άρθρο 1 του ν. 720/1977. Το ανωτέρω ακίνητο έχει καταχωρισθεί στο Κτηματολογικό Γραφείο Σαλαμίνας με Κωδικό Αριθμό Εθνικού Κτηματολογίου (ΚΑΕΚ) ………..
Υποχρεώνει την εναγόμενη να αποδώσει σε έκαστο των πρώτου και τρίτης των εναγόντων το ένα τρίτο (1/3) εξ αδιαιρέτου του ως άνω ακινήτου.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των πρώτου και τρίτης των εφεσίβλητων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος της εκκαλούσας και ορίζει αυτά στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 11.11.2024.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ