Προϋποθέσεις χορήγησης αναστολής επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης κατά νπδδ. Η ανακοπή του e-ΕΦΚΑ κατά της κατάσχεσης εις χείρας τράπεζας ως τρίτου έχει ασκηθεί νομοτύπως και εντός της 30νθήμερης προθεσμίας από την επίδοση προς το αιτούν νπδδ του οικείου κατασχετηρίου εγγράφου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 του από 26.6/10.7.1944 Κ.Δ/τος “περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου (Α’ 139), το οποίο εφαρμόζεται και για τον e- ΕΦΚΑ, που έχει τα ουσιαστικά, δικονομικά και οικονομικά προνόμια του Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 62 παρ. 3 θ και 70 Α παρ. 10 του ν. 4387/2016.
Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου που λαμβάνονται με την τακτική επ ακροατηρίω διαδικασία επιφέρουν αμέσως τις έννομες συνέπειες που προβλέπονται στο διατακτικό τους, μεταξύ των οποίων εκτελεστότητα και δεδικασμένο. Στην περίπτωση της διαδικασίας σε συμβούλιο των άρθρων 91 και επόμενα του ν. 4700/2020, τα ανωτέρω αποτελέσματα επέρχονται μόνον μετά την άπρακτη πάροδο (όπως τούτο πιστοποιείται με την έκδοση της σχετικώς προβλεπόμενης πράξης του Γραμματέα του Δικαστηρίου), της οριζόμενης στον νόμο προθεσμίας για την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο, η οποία είναι κατά κανόνα τέσσερις μήνες από την επίδοση της απόφασης στους διαδίκους και αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών.
Ειδικός διαδικαστικός τύπος της εκτελεστικής διαδικασίας. Παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3068/2002 και επίδοση του τίτλου προς το Δημόσιο ή το νπδδ πριν από την έναρξη της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης: εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, η δε παράβασή του καθιστά άκυρη την αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδεται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή του νπδδ χωρίς να απαιτείται να ερευνηθεί το στοιχείο της τυχόν δικονομικής τους βλάβης. Η τήρηση της ανωτέρω διαδικασίας απαιτείται και στην περίπτωση της «οριστικοποίησης» της καταψηφιστικής απόφασης που εκδόθηκε σε συμβούλιο με τη διαδικασία των άρθρων 91 επ του ν.4700/2020 επί συνταξιοδοτικής διαφοράς και μάλιστα πρέπει να διενεργηθεί σε χρόνο που έπεται της άπρακτης παρόδου της προβλεπόμενης από τον νόμο προθεσμίας από την κοινοποίηση της απόφασης σε συμβούλιο στους διαδίκους και της έκδοσης της σχετικής διαπιστωτικής πράξης του Γραμματέα του Δικαστηρίου, πολλώ δε μάλλον όταν η εκτέλεση επιχειρείται κατά φορέα που δεν αποτέλεσε διάδικο στη διαγνωστική δίκη, αλλά στον οποίο εκτείνεται το δεδικασμένο της εκδοθείσας απόφασης (άρθρο 919 ΚΠολΔ). Ακυρότητα της επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης και πιθανολόγηση της ανακοπής. Εν προκειμένω ουδεμία επιρροή ασκεί η επίδοση της απόφασης στο αιτούν εκ μέρους του Δικαστηρίου, αφού αυτή έγινε σε χρόνο που η επίμαχη απόφαση σε συμβούλιο δεν ήταν ακόμη εκτελεστή, αλλά τελούσε υπό την αίρεση της αποδοχής της από τους διαδίκους. Ούτε η επίδοση από τους καθ ων η αίτηση της απόφασης αυτής στο Ελληνικό Δημόσιο ασκεί έννομη επιρροή, διότι, πέραν των ανωτέρω, η ένδικη εκτέλεση δεν επισπεύδεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου αλλά κατά του e-ΕΦΚΑ, ο οποίος δεν αποτελεί οιονεί καθολικό διάδοχο αυτού, αλλά εις ολόκληρον συνοφειλέτη του με συνέπεια, πλην του δεδικασμένου, που εκτείνεται κατά νόμον και στον e-ΕΦΚΑ, άλλα γεγονότα που συνέβησαν για το Ελληνικό Δημόσιο, να μην ενεργούν υπέρ ή κατά του νπδδ (άρθρο 483 ΑΚ). Δυσχερώς επανορθώσιμη ζημία του αιτούντος νπδδ. Δέχεται την αίτηση και αναστέλλει την πρόοδο της αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ανακοπής.