Του Παναγιώτη Στάθη
Ενα βαρύ πρόστιμο χιλιάδων ευρώ σε βάρος ιδιοκτήτη εστιατορίου για αδήλωτη εργασία διέγραψε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, διότι η απόφαση του Επιθεωρητή εργασίας δεν είχε ειδική και επαρκή αιτιολογία! Η απόφαση αυτή, κατά τον εργατολόγο Γιάννη Καρούζο, συντάσσεται με τη νομολογία που τείνει να παγιωθεί, σύμφωνα με την οποία μόνη η παρουσία του εργαζομένου στον χώρο εργασίας δεν σημαίνει αυτομάτως (άνευ αποδείξεως) ότι εργάζεται, επιτάσσοντας την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων που συναρτώνται με τη διαπίστωση αυτή (εν προκειμένω, τη δήλωση στο “ΕΡΓΑΝΗ”, αλλά και τη μισθοδοσία, την ευθύνη για εργατικό ατύχημα κ.λπ.).
Τα περιστατικά
Το συμβάν συνέβη σε κατάστημα όπου κατά τη διάρκεια ελέγχου βρέθηκαν να βρίσκονται και εργαζόμενοι που δεν είχαν δηλωθεί στον πίνακα προσωπικού. Ο επιθεωρητής επέβαλλε πρόστιμο 2.000 για κάθε εργαζόμενο, και ο ιδιοκτήτης προσέφυγε στη Δικαιοσύνη. Οπως είπε, την ώρα του ελέγχου το κατάστημά του δεν λειτουργούσε, εξ ου και δεν υπήρχαν πελάτες σε εκείνο τον χρόνο. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι που υποτίθεται πως ήταν “αδήλωτοι”, δεν παρείχαν κάποια εργασία την ώρα του ελέγχου, αφού άλλωστε τούτη θα προϋπέθετε τη λειτουργία του εστιατορίου, ενώ, αντιθέτως, βρέθηκαν να πίνουν καφέ, καθώς είχαν φιλικές σχέσεις με τον εργοδότη. Τέλος, όπως τονίζει ο ιδιοκτήτης, στο δελτίο ελέγχου δεν αναλύονταν τα γεγονότα από τα οποία προέκυπτε η παράβαση και, συγκεκριμένα, οι εργασίες που κατελήφθησαν να παρέχουν οι εργαζόμενοι κατά τον χρόνο του ελέγχου.
Η απόφαση
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο με την υπ’ αρ. 14138/2024 απόφασή του, “έσβησε” το πρόστιμο. Στηρίχθηκε δε πλήρως στους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος εργοδότη, εστιάζοντας στην αιτιολογία του προστίμου. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε πως όντως δεν περιγράφονται συγκεκριμένες εργασίες που κατελήφθησαν να εκτελούν οι εργαζόμενοι, προκειμένου αυτές να αποτελούσαν πλήρη απόδειξη, ως ενέργειες που έγιναν ενώπιον των Επιθεωρητών. Το δε συμπέρασμα ότι οι εργαζόμενοι απασχολούνταν εκείνη την ώρα, εκτιμάται ελεύθερα, ως συμπέρασμα των Επιθεωρητών.
Σημασία έχει το νομικό σκέλος της απόφασης, που αναφέρει, ειδικά ως προς την έκθεση ελέγχου, βάσει της οποίας επιβάλλεται το πρόστιμο, πως όσα γεγονότα βεβαιώνει ο Επιθεωρητής ότι συνέβησαν ενώπιόν του, θεωρούνται πλήρως αποδεδειγμένα και άρα δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι δεν συνέβησαν. Εντούτοις, οι εκτιμήσεις και τα συμπεράσματα του Επιθεωρητή για τα γεγονότα αυτά δεν δεσμεύουν το δικαστήριο, εκτιμώνται ελεύθερα και άρα μπορεί να αποδειχθεί ότι ισχύει κάτι διαφορετικό.Play Video
Αιτιολογία
Οπως αναφέρει ο εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, “με τις εν λόγω πολύ σημαντικές επισημάνσεις του, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών συντάσσεται με τη νομολογία που τείνει να παγιωθεί (βλ. ΔΕφΑθ 2122/2024, πρβ. ΔΕφΑθ 4232-3/2022, 2493, 2301, 1253/2021) και η οποία αποκαθιστά την έμμετρη προστασία του εργαζομένου, υπό την έννοια ότι εξακολουθεί να διάκειται ευνοϊκά ως προς αυτόν, αλλά χωρίς να φτάνει σε υπερβολική και παράλογη επιβάρυνση του εργοδότη. Τέτοια θα ήταν η περίπτωση που και μόνη η παρουσία του εργαζομένου στον χώρο εργασίας θα σήμαινε άνευ ετέρου ότι εργάζεται, επιτάσσοντας την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων που συναρτώνται με τη διαπίστωση αυτή (εν προκειμένω, τη δήλωση στο “ΕΡΓΑΝΗ”, αλλά και τη μισθοδοσία, την ευθύνη για εργατικό ατύχημα κ.λπ.). Για τον σκοπό αυτό, το δικαστήριο επικεντρώνεται στην αιτιολογία της επιβολής προστίμου, χωρίς όμως να μπορεί να προβεί στο λογικό και αποδεικτικό άλμα της αναπλήρωσης βασικών θεμελιωτικών στοιχείων αυτής, όταν ελλείπουν, όπως εν προκειμένω με τις εργασίες που κατελήφθησαν να κάνουν οι εργαζόμενοι”.