Μη προσκόμιση για την έκδοση διαταγής πληρωμής εγγράφου αποδεικνύοντος την καταγγελία της σύμβασης δανείου από την Τράπεζα και επίδοσής της στον δανειολήπτη και τον εγγυητή. Το εξώδικο της Τράπεζας με το οποίο ενημερώνει τον δανειολήπτη και τον εγγυητή ότι η σύμβαση δανείου έχει ήδη καταγγελθεί και έχει κλείσει ο λογαριασμός εξυπηρέτησης του δανείου δεν είναι το έγγραφο της καταγγελίας.
ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αριθμός Απόφασης 2793/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(Τμήμα 8ο Εμπράγματο)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευθυμία Κούσβα, Εφέτη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Εφετείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα Κυριακή Σωτηράκου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Μαρτίου 2024 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΚΑΘΉΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Εταιρείας Διαχείρισης Απαιτήσεων με την επωνυμία «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» [ΙΝΤΡΟΥΜ ΕΛΛΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ], και τον διακριτικό τίτλο «INTRUM HELLAS Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.» με έδρα την Αθήνα, Λεωφόρος Μεσογείων, αριθμ. 109-111, Α.Φ.Μ. . Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών, Γ.Ε.ΜΗ. ., νομίμως εκπροσωπούμενης, ενεργούσας δυνάμει της από 11-6-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων επ’ ονόματι και για λογαριασμό της εταιρείας με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», με έδρα το Δουβλίνο Ιρλανδίας, 3 George’s Dock, 4ος όροφος, IFSC, Δουβλίνο 1, η οποία έχει καταστεί ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε.», με Α.Φ.Μ. . και Γ.Ε.ΜΗ. ., με έδρα στον δήμο Αθηναίων, οδός Αμερικής, αριθμ. 4, δυνάμει της από 16-3-2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 3156/2003, των άρθρων 455 επ. ΑΚ και του άρθρου 61 του ν. 4548/2018, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ του πληρεξουσίου δικηγόρου της Κωνσταντίνου Φλώρου (ΑΜ/ΔΣΑ 013359) και κατέθεσε το με No Π./11-3-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Αθηνών.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ – ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) . με Α.Φ.Μ. . και 2) . με Α.Φ.Μ. ., κατοίκων Κορίνθου, οδός ., οι οποίοι παραστάθηκαν στο Δικαστήριο διά δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Μάριου – Σάββα Μαρινάκου – Καλαϊτζίδη (ΑΜ/ΔΣΚορίνθου 000470) και κατέθεσαν το με No Λ./12-3-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Αθηνών.
Οι εφεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών: α) την από 8-12-2021 με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2021 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2021 ανακοπή κατά της εφεσίβλητης και β) τους από 21-3-2022 με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2022 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2022 πρόσθετους λόγους αυτής, και ζήτησαν την ακύρωση της υπ’ αριθ. ./2021 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και της από 17-11-2021 επιταγής προς πληρωμή κάτω από το πρώτο (Α’) εκτελεστό απόγραφο της ως άνω διαταγής πληρωμής. Επί της ανακοπής και των προσθέτων αυτής λόγων εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η με αριθμό 1243/2022 οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η οποία έκανε δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε την με αριθμό ./2021 διαταγή πληρωμής και την από 17-11-2021 επιταγή προς πληρωμή κάτω από το πρώτο (Α’) εκτελεστό απόγραφο της ως άνω διαταγής πληρωμής. Κατά της απόφασης αυτής η πρωτοδίκως ηττηθείσα καθ’ης η ανακοπή άσκησε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την από 24-10-2022 έφεση που κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 26-10-2022, με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2022 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5460/2022 και στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου στις 27-10-2022 με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2022 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2022, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 6-4-2023 οπότε και αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο, στη δικάσιμο που παραπάνω αναφέρεται, και κατά την εκφώνησή της από την οικεία σειρά του πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων κατόπιν δήλωσής τους, που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αλλά προκατέθεσαν προτάσεις και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση από 24-10-2022 (αριθμ.εκθ,καταθ. ./27-10-2022) έφεση της ηττηθείσας καθ’ης η ανακοπή, ήδη εκκαλούσας, κατά της με αριθμό 1243/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ), επί της από 8-12-2021 (αριθ.εκθ.καταθ. ./2021) ανακοπής και των από 21-3-2022 (αριθ.εκθ.καταθ. ./2022) πρόσθετων λόγων αυτής κατά της εκκαλούσας, έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρα 495 επ., 511 επ. Κ.Πολ.Δ.), και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της διετούς προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 2 ΚΠολΔ από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, στις 16-9-2022, δοθέντος ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει από τη δικογραφία, επίδοση της εκκαλουμένης πριν την άσκηση της έφεσης. Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), κατά την ίδια ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, κατά το μέρος, που μεταβιβάζεται η υπόθεση στο δευτεροβάθμιο αυτό Δικαστήριο (άρθρο 522, 533 παρ. 1 ΚΠολΔ) εφόσον κατατέθηκε από την εκκαλούσα υπέρ του Δημοσίου παράβολο που ορίζεται από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α’ στοιχ. β’ του ΚΠολΔ (βλ. το με αριθμό ./2022 e- Παράβολο).
Οι ανακόπτοντες και ήδη εφεσίβλητοι άσκησαν κατά της εκκαλούσας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 8-12-2021 (αριθ.εκθ.καταθ. ./2021) ανακοπή και τους από 21-3-2022 (αριθ.εκθ.καταθ../2022) πρόσθετους λόγους αυτής και ζήτησαν για τους αναφερόμενους στα δικόγραφα λόγους, την ακύρωση: α) της υπ’ αριθ. ./2021 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και β) της από 17-11-2021 επιταγής προς πληρωμή κάτω από το πρώτο (Α’) εκτελεστό απόγραφο της ως άνω διαταγής πληρωμής με την οποία επιτάσσονται να καταβάλουν στην καθής το ποσό των 206.800,12 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων ως οφειλή τους απορρέουσα από σύμβαση στεγαστικού δανείου. Επί της ανακοπής και των πρόσθετων λόγων αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ), η εκκαλουμένη με αριθμό 1243/2022 οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η οποία έκανε δεκτό ως παραδεκτό και βάσιμο το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου της ανακοπής και ακύρωσε την υπ’ αριθ. ./2021 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και την από 17-11-2021 επιταγή προς πληρωμή κάτω από το πρώτο (Α’) εκτελεστό απόγραφο της ως άνω διαταγής πληρωμής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η πρωτοδίκως ηττηθείσα καθ’ης η ανακοπή με τους λόγους της ένδικης από 24-10-2022 (αριθμ.εκθ.καταθ. ./27-10-2022) έφεσης, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι στη δικαστική της δαπάνη και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.
Από τις διατάξεις των άρθρων 806, 807 και 361 ΑΚ σαφώς προκύπτει ότι η σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, είναι σύμβαση κοινού δανεισμού, με βάση την οποία η δανείστρια τράπεζα παρέχει στον αντισυμβαλλόμενο δάνειο, καταβάλλοντας το δάνεισμα εφάπαξ ή τμηματικά και ο τελευταίος, για την κάλυψη αυτού του δανείου προβαίνει σε τμηματικές καταβολές προς την τράπεζα, καθορισμένες εκ των προτέρων κατά χρόνο και κατά ποσό. Το αποδιδόμενο μέρος του οφειλόμενου κεφαλαίου του δανείου καλείται χρεώλυτρο, το οποίο καταβάλλεται, είτε κεχωρισμένως, είτε κατόπιν άθροισης και των τόκων, οπότε σχηματίζεται το τοκοχρεώλυτρο. Το δάνειο χορηγείται υπό την αίρεση της εμπρόθεσμης και προσήκουσας καταβολής των δόσεων. Εάν η αίρεση πληρωθεί ο δανειστής έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με τους όρους της δανειακής σύμβασης, να την καταγγείλει προώρως, οπότε όλες οι οφειλόμενες περιοδικές εκ του δανείου δόσεις, αφορώσες χρεώλυτρο ή τοκοχρεώλυτρο ή τόκο, γίνονται απαιτητές με αποτέλεσμα να μην οφείλονται πλέον δόσεις, αλλά ολόκληρο το μέχρι τότε ανεξόφλητο κεφάλαιο (ΑΠ 1343/2022, ΑΠ 1185/2019, ΑΠ 1203/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 751/2012 ΕλλΔνη 2012, 1035, ΑΠ 637/1997 ΕλλΔνη 1999, 298, ΑΠ 1455/2007 ΕλλΔνη 2007, 1429). Με την καταγγελία, επομένως, λύεται η σύμβαση του δανείου και ενεργοποιείται ο συμβατικός όρος, που παρέχει στον δανειστή το δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ολοκλήρου του οφειλομένου κεφαλαίου, καθώς και τους τόκους υπερημερίας από την καταγγελία (ΑΠ 1432/2022, ΑΠ 751/2012 ο.π., ΑΠ 1455/2007 ο.π., ΑΠ 637/1997 ο.π.). Ειδικότερα, κατά το σύστημα του αστικού κώδικα, η καταγγελία είναι μονομερής, απευθυντέα και αναιτιώδης, δικαιοπραξία, με την οποία εκδηλώνεται από το ένα μέρος, των συνδεόμενων με μια σύμβαση αόριστης διάρκειας, προς το έτερο η βούληση να πάψει να ισχύει ο μεταξύ τους ενοχικός δεσμός για το μέλλον. Η καταγγελία ολοκληρώνεται με την περιέλευσή της σ’ εκείνον, στον οποίο απευθύνεται και από το χρονικό εκείνο σημείο επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της (πρβλ ΑΠ 1343/2022, ΑΠ 1042/2018, ΑΠ 65/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 418/2023 ιστοσελ. Εφετείου Πειραιώς, ΕφΘεσ 1317/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Υιοθετεί, δηλαδή, ο Αστ. Κώδικας με τη διάταξη αυτή τη θεωρία της παραλαβής ή λήψεως, κατά την οποία η δήλωση θεωρείται ότι συντελέστηκε και παράγει τη νομική ενέργειά της όχι απλώς από την αποτύπωσή της στον εξωτερικό κόσμο (θεωρία της εκδηλώσεως), ούτε αναγκαίως από τη γνώση του περιεχομένου της από αυτόν προς τον οποίο απευθύνεται (θεωρία της γνώσεως), αλλά από την παραλαβή της απ’ αυτόν (ΑΠ 1263/1996 ΕλλΔνη 1997, 1799). Στην περίπτωση που λόγω της καταγγελίας του δανείου υπάρξει εξ αυτού οφειλή και ο δανειολήπτης δεν την πληρώνει, η τράπεζα μπορεί να υποβάλει αίτηση για την έκδοση σε βάρος του διαταγής πληρωμής για την απαίτησή της, υπό τους όρους των διατάξεων των άρθρων 623 και 624 ΚΠολΔ. Τέλος, από τον συνδυασμό των διατάξεων 623 και 624 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι μεταξύ των ουσιαστικών και διαδικαστικών προϋποθέσεων, με τη συνδρομή ή μη των οποίων μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής, είναι αφενός η ύπαρξη χρηματικής απαίτησης του αιτούντος από ορισμένη έννομη σχέση και αφετέρου η απαίτηση αυτή καθώς και το ποσό της να αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο ή από το συνδυασμό τέτοιων εγγράφων, όλα δε τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της, πρέπει να επισυνάπτονται στην αίτηση (ΑΠ 872/2017, ΑΠ 1349/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Από την ως άνω διάταξη του άρθρου 623 ΚΠολΔ, που ως προϋπόθεση για την έκδοση διαταγής πληρωμής αξιώνει την απόδειξη της απαίτησης και του οφειλόμενου ποσού με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, συνάγεται ότι διαδικαστικό απαράδεκτο δημιουργεί και η έκδοση διαταγής πληρωμής όταν το επικαλούμενο από τον αιτούντα έγγραφο δεν αποδεικνύει άμεσα την απαίτηση και το ποσό αυτής, ανεξαρτήτως της ύπαρξης της απαίτησης και της δυνατότητας απόδειξης αυτής με άλλα αποδεικτικά μέσα (ΟλΑΠ 10/1997 ΕλλΔνη 1997, 768, ΑΠ 1087/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, αν η απαίτηση ή το ποσό δεν αποδεικνύονται εγγράφως, ο Δικαστής οφείλει, κατ’ άρθρο 628 ΚΠολΔ να μην εκδώσει διαταγή πληρωμής, ενώ αν, παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋπόθεσης, εκδοθεί διαταγή πληρωμής, αυτή ακυρώνεται ύστερα από ανακοπή του οφειλέτη κατά τα άρθρα 632 και 633 ΚΠολΔ (ΑΠ 682/2015 ΝοΒ 2016, 1159).
Από την επανεκτίμηση των αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ειδικότερα από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ’ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσης (ΟλΑΠ 42/2012, ΑΠ 1821 /2008 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔ/νη 2004,723), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔΤ αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ’ αριθμ. ./21-8-2007 σύμβαση στεγαστικού δανείου η οποία συνήφθη μεταξύ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.» και του πρώτου εφεσίβλητου – ανακόπτοντος, ως πιστούχου, υπέρ του οποίου εγγυήθηκε, ως αυτοφειλέτης, η δεύτερη εφεσίβλητη – ανακόπτουσα, η ως άνω τράπεζα χορήγησε στον εφεσίβλητο στεγαστικό δάνειο, ποσού 189.138,66 ελβετικών φράγκων (CPIF) με σκοπό την αποπληρωμή άλλου στεγαστικού δανείου και επισκευή/αποπεράτωση, διάρκειας 360 μηνών από την ημερομηνία της εφάπαξ εκταμίευσης ή – σε περίπτωση τμηματικών εκταμιεύσεων- από την πρώτη εκταμίευση. Το δάνειο χορηγήθηκε με τους ειδικότερους όρους και συμφωνίες που περιλαμβάνονται στην ως άνω υπογραφείσα σύμβαση, όπως αυτοί τροποποιήθηκαν με τις κάτωθι πρόσθετες πράξεις, οι οποίες αποτελούν ενιαίο σύνολο της ως άνω αρχικής σύμβασης της οποίας όλοι οι όροι και συμφωνίες που δεν τροποποιήθηκαν συμφωνήθηκε ότι εξακολουθούν να ισχύουν και δη: α) την από 21-8-2007 πρόσθετη πράξη σύμβασης στεγαστικού δανείου δυνάμει της οποίας τροποποιήθηκε η αρχική σύμβαση ως προς τα έξοδα εγγραφής της προσημείωσης στο Υποθηκοφυλακείο/Κτηματολογικό γραφείο, β) την από 30-6-2010 πρόσθετη πράξη με την οποία οι εφεσίβλητοι αναγνώρισαν ότι το άληκτο κεφάλαιο της δανειακής σύμβασης κατά τον ανωτέρω χρόνο ανερχόταν στο ποσό των 177,085,48 CHF πλέον τόκων από 24-6-2010 και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εκ κεφαλαίου, συμβατικών τόκων και ασφαλίστρων στο ποσό των 2.747,68 CHF, γ) την από 9-8-2011 πρόσθετη πράξη με την οποία οι εφεσίβλητοι αναγνώρισαν ότι το άληκτο κεφάλαιο της δανειακής σύμβασης κατά τον ανωτέρω χρόνο ανερχόταν στο ποσό των 177.663,63 CHF πλέον τόκων από 24-7-2011 και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εκ κεφαλαίου, συμβατικών τόκων και ασφαλίστρων στο ποσό των 4.432,10 CHF, δ) την από 10-9-2012 πρόσθετη πράξη με την οποία οι εφεσίβλητοι αναγνώρισαν ότι το άληκτο κεφάλαιο της δανειακής σύμβασης κατά τον ανωτέρω χρόνο ανερχόταν στο ποσό των 179.617,88 CHF πλέον τόκων από 24-8-2012 και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εκ κεφαλαίου, συμβατικών τόκων και ασφαλίστρων στο ποσό των 2.346,59 CHF και ε) την από 2-11-2015 πρόσθετη πράξη με την οποία οι εφεσίβλητοι αναγνώρισαν ότι το άληκτο κεφάλαιο της δανειακής σύμβασης κατά τον ανωτέρω χρόνο ανερχόταν στο ποσό των 171.289,51 CHF πλέον τόκων από 24-10-2015 και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εκ κεφαλαίου, συμβατικών τόκων και ασφαλίστρων στο ποσό των 23.984,62 CHF. Ειδικότερα, συμφωνήθηκε ότι ο εφεσίβλητος – οφειλέτης θα καταβάλλει κατά τη διάρκεια του πρώτου 24μήνου από την ημερομηνία της εφάπαξ εκταμίευσης ή – σε περίπτωση τμηματικών εκταμιεύσεων- από την πρώτη εκταμίευση, τόκο που θα υπολογίζεται με σταθερό επιτόκιο ανερχόμενο σε 2,50% ετησίως, πλέον της εισφοράς του ν. 128/75 ανερχομένης κατά την κατάρτισης της ένδικης σύμβασης σε 0,12%, το επιτόκιο δε αυτό 2,50% ετησίως πλέον της εισφοράς του ν. 128/75 της παραπάνω χρονικής περιόδου υπολειπόταν κατά μία ποσοστιαία μονάδα και είκοσι εκατοστά (1,20) του αντίστοιχου σταθερού επιτοκίου διετούς διάρκειας, που θα συνομολογούνταν για χορηγούμενα από την Τράπεζα στεγαστικά δάνεια αυτής της κατηγορίας, ανερχομένου σε 3,70% ετησίως πλέον της εισφοράς του ν. 128/75, το οποίο αποτελούσε το άθροισμα του σταθερού επιτοκίου της διατραπεζικής αγοράς διάρκειας 24 μηνών κατά την έναρξη του δανείου και περιθωρίου, πλέον της εισφοράς του ν. 128/75. Μετά την παρέλευση της παραπάνω χρονικής περιόδου ο οφειλέτης θα κατέβαλε τόκο που θα υπολογιζόταν με το κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο θα απαρτιζόταν από το διατραπεζικό επιτόκιο LIBOR Ελβετικού Φράγκου (CHF), μηνιαίας διάρκειας 360 ημερών, πλέον περιθωρίου ανερχομένου σε 1,20% και της εισφοράς του ν. 128/75, ανερχομένης κατά την ημέρα της υπογραφής της σύμβασης σε 0,12% σύμφωνα με τους ειδικότερους (όροι 3.1 και 3.2). Επίσης, συμφωνήθηκε ότι κατά την περίοδο που το δάνειο εκτοκίζεται με το σταθερό επιτόκιο η εξόφληση του θα γίνει σε 24 ίσες, συνεχείς, μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις που θα αρχίσουν ένα (1) μήνα από την ημερομηνία της εφάπαξ εκταμίευσης και θα καταβάλλονται σύμφωνα με το σχετικό πίνακα που θα συνταχθεί την ημέρα της εκταμίευσης, θα υπογράφεται από τους συμβαλλομένους και θα αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της σύμβασης. Αν το δάνειο χορηγηθεί με τμηματικές δόσεις εκταμίευσης η εξόφλησή του συμφωνήθηκε να γίνει σε 24 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις που θα αρχίσουν ένα (1) μήνα από την ημερομηνία της πρώτης εκταμίευσης και θα καταβάλλονται σύμφωνα με τους σχετικούς πίνακες που θα συνταχθούν την ημέρα της κάθε τμηματικής εκταμίευσης, θα υπογράφονται από τους συμβαλλόμενους και θα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της σύμβασης, με τελικό ισχύοντα πίνακα αυτόν της τελευταίας εκταμίευσης και με την επιφύλαξη του όρου 2.β της σύμβασης (όρος 4.1). Ένα τουλάχιστον μήνα πριν την παρέλευση της χρονικής περιόδου κατά την οποία το δάνειο εκτοκίζεται με το σταθερό επιτόκιο ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να δηλώσει στην Τράπεζα εγγράφως εάν επιθυμεί την περαιτέρω εξυπηρέτηση του δανείου του με άλλο προϊόν, μεταξύ αυτών που τη χρονική εκείνη στιγμή τυχόν θα χορηγεί η Τράπεζα στους πελάτες της. Σε περίπτωση που ο Οφειλέτης δεν προβεί στην παραπάνω δήλωση για την υπόλοιπη διάρκεια του δανείου ο εκτοκισμός του θα γίνεται με το άνω κυμαινόμενο επιτόκιο Libor ελβετικού φράγκου του όρου 3.2 και η εξόφλησή του θα γίνει κατά τον ακόλουθο τρόπο (όρος 4.2): κατά την περίοδο που το δάνειο εκτοκίζεται με επιτόκιο ελβετικού φράγκου Libor, η εξόφληση του δανείου θα γίνει σε 336 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις η πρώτη από τις οποίες θα καταβληθεί σε ένα (1) μήνα μετά την καταβολή της τελευταίας δόσης της περιόδου με εκτοκτισμό σταθερού επιτοκίου. Το ποσό εκάστης δόσης (τόκος και χρεολύσιο) θα υπολογίζεται την ημερομηνία κατά την οποία πρέπει να καταβληθεί η προηγούμενη δόση με βάση το ανεξόφλητο, κατά τον χρόνο υπολογισμού, κεφάλαιο του δανείου, με τη μέθοδο του τοκοχρεολύσιου. Η Τράπεζα θα ενημερώνει τον Οφειλέτη για το ακριβές ποσό της δόσης σε Ελβετικά Φράγκα που προκύπτει με βάση τον παραπάνω υπολογισμό κάθε μήνα με αποστολή σχετικής ενημερωτικής επιστολής. Σε περίπτωση που γίνει νέα εκταμίευση μετά την έκδοση της παραπάνω ενημερωτικής επιστολής ή οφειλόμενη δόση θα συμπεριλαμβάνει, εκτός από το ποσό που αναφέρεται στην επιστολή, και το ποσό των τόκων του ποσού της νέας εκταμίευσης, από την ημερομηνία εκταμίευσης μέχρι την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, υπολογιζόμενων με το ίδιο επιτόκιο με αυτό που αναφέρεται στην επιστολή βάσει του οποίου υπολογίστηκε η δόση αυτή, Για το ποσό των τόκων αυτών θα ενημερώνεται ο Οφειλέτης εγγράφως την ημέρα της νέας εκταμίευσης (όρος 4.3). Ο εκτοκισμός και η καταβολή των δόσεων θα υπολογίζονται στο κάθε φορά ανεξόφλητο ποσό του αναληφθέντος κεφαλαίου του δανείου κατά τα οριζόμενα στους όρους 4.1 και 4.3 της παρούσας. Με την καταβολή κάθε δόσης δανείου, ο Οφειλέτης θα καταβάλλει στην Τράπεζα και τα αναφερόμενα στον όρο 6 ασφάλιστρα (όρος 4.4). Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη συμφωνήθηκε να γίνει είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα είτε με το σε ευρώ ισάξιο (αντίτιμο) του συναλλάγματος ελβετικών φράγκων υπολογιζόμενο την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος, όπως αυτή θα προκόψει από τη διατραπεζική αγορά συναλλάγματος. Η τιμή αυτή θα είναι η υψηλότερη από την τρέχουσα τιμή που η Τράπεζα πωλεί το Ελβετικό Φράγκο και η οποία εμφανίζεται στο Ημερήσιο Δελτίο Τιμών Συναλλάγματος της Τράπεζας (όρος 4.5). Συμφωνήθηκε δε ρητά ότι το ποσό της οφειλόμενης δόσης θα αποδεικνύεται από τα αντίγραφα ή τα αποσπάσματα από τα βιβλία της Τράπεζας που εμφανίζουν την κίνηση του ή των λογαριασμών του δανείου, επιτρεπομένης της ανταπόδειξης (όρος 4.6). Περαιτέρω, συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση που ο Οφειλέτης καταστούν υπερήμεροι ως προς την καταβολή του ασφαλίστρου έξι μηνών κατά την περίοδο χάριτος η Τράπεζα έχει το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης δανείου οπότε γίνεται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ολόκληρο το δάνειο. Εφόσον ο Οφειλέτης (ή ο Εγγυητής) δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την περαιτέρω ασφάλιση στο εν λόγω ομαδικό ασφαλιστήριο, είναι υποχρεωμένος εντός δεκαπέντε (15) ημερών να παραδώσει στην Τράπεζα ασφαλιστήριο εταιρείας που αναγνωρίζει την Τράπεζα ως δικαιούχο του ασφαλίσματος σύμφωνα με τις συμφωνηθείσες καλύψεις από ασφαλιστική εταιρία, μέλος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος, καθώς και να ανανεώνει εμπρόθεσμα το ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Αν ο Οφειλέτης (ή ο Εγγυητής) παραλείψει τα παραπάνω η Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της να καταγγείλει τη σύμβαση και να κηρύξει το δάνειο ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ή να προβεί η ίδια στην παραπάνω ασφάλιση ή ανανέωση με αντίστοιχη χρέωση του Οφειλέτη (όρος 6.2). Συμφωνήθηκε, επίσης, ότι τα ασφάλιστρα θα καταβάλλονται τμηματικά και ταυτόχρονα με την καταβολή κάθε δόσης του δανείου διαφορετικά ο Οφειλέτης καθίσταται υπερήμερος (όρος 6.3). Ο Οφειλέτης ανέλαβε την υποχρέωση πριν την ανάληψη του δανείου να παραχωρήσει υπέρ της Τράπεζας σε ασφάλεια των απαιτήσεών της που προέρχονται από το δάνειο με Β σειρά προσημείωση υποθήκης ή υποθήκη ποσού ελβετικών φράγκων 245.880,26 σε ακίνητο που θα προσφερθεί για το σκοπό αυτό στην Τράπεζα (όρος 7.1) καθώς και να ενημερώνει την Τράπεζα, χωρίς καθυστέρηση, για κάθε γεγονός που επέφερε τη χειροτέρευση του προσημειωμένου ακινήτου, άλλως η Τράπεζα θα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση καθιστώντας το σύνολο του δανείου ληξιπρόθεσμο και απαιτητό (όρος 7.3). Συμφωνήθηκε, επίσης, ότι σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιαδήποτε δόσης ή μέρους αυτής ή και των τόκων ή των ασφαλίστρων ο Οφειλέτης, αυτοδίκαια, θα χρεώνεται για τα καθυστερούμενα ποσά από την ημέρα της καθυστέρησης μέχρι την εξόφληση, με τόκο υπερημερίας που κατά τον χρόνο της υπογραφής της σύμβασης ανερχόταν σε 2,5 εκατοστιαίες μονάδες πλέον του εκάστοτε ισχύοντος συμβατικού επιτοκίου. Σε περίπτωση που θεσπιστεί επιτόκιο υπερημερίας ανώτερο του αμέσως προαναφερθέντος θα ισχύσει το ανώτατο όριο του επιτοκίου υπερημερίας χωρίς να απαιτείται προηγούμενη όχληση ή ειδοποίηση ή επιταγή πληρωμής προς τον Οφειλέτη. Επίσης, η Τράπεζα δικαιούται στη περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης δύο (2) τοκοχρεολυτικών δόσεων στο σύνολό τους ή μέρους αυτών, ή να επιδιώξει την είσπραξή της καθυστερημένης ή των καθυστερημένων δόσεων με τους οφειλόμένους τόκους (συμβατικούς και υπερημερίας) και έξοδα ή να καταγγείλει τη σύμβαση, οπότε γίνεται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και το μη ληξιπρόθεσμο μέρος του δανείου και να επιδιώξει την είσπραξη του συνόλου της οφειλής. Σε κάθε περίπτωση υπερημερίας η Τράπεζα δικαιούται να ανατοκίζει και τους καθυστερημένους τόκους ακόμη και μετά την καταγγελία της σύμβασης κατά τις ελάχιστες περιόδους που θα επιτρέπει ο νόμος ο οποίος θα ισχύει κατά την επέλευση της υπερημερίας που κατά την υπογραφή της σύμβασης ήταν το εξάμηνο (όρος 8.1). Η Τράπεζα εάν κατά ή μετά την καταβολή του δανείου διαπιστώσει ότι η διάθεση αυτού από τον Οφειλέτη γίνεται ή έγινε για σκοπό διαφορετικό απ’ αυτόν που συμφωνήθηκε ή ο Οφειλέτης παραβεί έναν ή περισσότερους όρους της σύμβασης οι οποίοι συμφωνήθηκαν ρητά ότι είναι όλοι ουσιώδεις, δικαιούται να καταγγείλει την σύμβαση και να αξιώσει την άμεση επιστροφή του δανείου που έχει χορηγηθεί καθώς και να αρνηθεί την καταβολή του υπολοίπου, οπότε το ποσό που έχει αναληφθεί με τους τόκους, προμήθειες και άλλα έξοδα, καθίσταται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και θα οφείλεται για όλο το ποσό τόκος υπερημερίας (όρος 8.4). Συμφωνήθηκε, επίσης, ότι η Τράπεζα έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση καθιστώντας το σύνολο του δανείου ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, αν διεκδικηθεί το προσημειωμένο ακίνητο από τρίτον, καθώς και αν επιβληθεί κατάσχεση σε αυτό και αν έχει οποιαδήποτε ληξιπρόθεσμη απαίτηση από οποιαδήποτε αιτία σε βάρος του Οφειλέτη ή του Εγγυητή (όρος 8.5). Ρητά συμφωνήθηκε ότι τα αντίγραφα ή τα αποσπάσματα από τα βιβλία της Τράπεζας που εμφανίζουν την κίνηση του ή των λογαριασμών του δανείου από την έναρξή τους ή από την τελευταία αναγνώριση του Οφειλέτη αποτελούν πλήρη απόδειξη των απαιτήσεων της Τράπεζας κατά του Οφειλέτη και του Εγγυητή, ακόμη και μετά το κλείσιμο του λογαριασμού ή και την επιδίκαση της απαίτησης, μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή της, επιτρεπομένης της ανταπόδειξης (όρος 8.6). Υπό τους ανωτέρω όρους και συμφωνίες η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.» εκταμίευσε το ποσό του δανείου, ύψους 189.138,66 CHF, ως είχε συμφωνηθεί ενώ για την εξυπηρέτηση του δανείου τηρήθηκε από την Τράπεζα Πειραιώς ο με αριθμό . λογαριασμός. Ακολούθως, δυνάμει της από 12-9-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Τράπεζα Πειραιώς Ανώνυμος Εταιρεία» μεταβίβασε στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «Piraeus SNF Designated Activity Company», σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 14 του ν. 3156/2003, χαρτοφυλάκιο απαιτήσεων από χορηγήσεις δανείων ή/και πιστώσεων προς οφειλέτες των οποίων οι οφειλές ή κάποιες εξ αυτών έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες ή έχουν καταγγελθεί ή/και έχουν ρυθμιστεί. Η ανωτέρω σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων καταχωρίστηκε στις 16-9-2039 με αριθμό πρωτ. ./16-9-2019 σε περίληψη στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 της έδρας της Τράπεζας Πειραιώς που τηρείται στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τόμ. . και αριθμ. .) μεταξύ δε των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων περιλαμβάνεται και η ένδικη απαίτηση από τη με αριθμό ./21 -8-2007 σύμβαση δανείου, όπως τούτο προκύπτει από την προσκομιζόμενη σελίδα του με αριθμό πρωτ.. αποσπάσματος το οποίο αποτελεί Παράρτημα της ως άνω με αριθμό πρωτ. ./16-9-2019 δημοσίευσης σύμβασης του άρθρου 10 παρ. 8 του ν. 3156/2003 στο οποίο αυτή (απαίτηση) έχει καταχωρηθεί με αύξοντα αριθμό 129.307. Από την καταχώριση, δε, στο ως άνω ειδικό βιβλίο επήλθε η μεταβίβαση της ένδικης απαίτησης προς την ως άνω ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Piraeus SNF Designated Activity Company» η οποία με τον τρόπο αυτό κατέστη ειδική) διάδοχος της ως άνω τραπεζικής εταιρείας δοθέντος ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 παρ. 6 και 9 του ν. 3156/2003 η μεταβίβαση αυτή έχει αποτέλεσμα εκχώρησης ενώ σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 10 του ίδιου ν. 3156/2003 η καταχώρηση της σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο έχει αποτελέσματα αναγγελίας της εκχώρησης στον οφειλέτη. Ταυτόχρονα, δυνάμει της από 12-9-2019 Σύμβαση Διαχείρισης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρίστηκε νόμιμα με αριθμό πρωτ. ./16-9-2019 στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τομ. . και α.α. .), η αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «Piraeus SNF Designated Activity Company» ανέθεσε τη διαχείριση του ως άνω χαρτυφυλακείυυ στην «Τράπεζα Πειραιώς Ανώνυμος Εταιρεία» σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 παρ. 14 και 16 του ν. 3156/2003. Στη συνέχεια ακολούθησε τροποποίηση της ως άνω από 12-9-2019 σύμβασης διαχείρισης, περίληψη της οποίας καταχωρίστηκε νόμιμα στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτ. ./23-9-2019 (τομ. . και α.α. .) με την οποία ορίστηκε νέος διαχειριστής των τιτλοποιημένων απαιτήσεων η εταιρεία με την επωνυμία «ALTERNATIVE FINANCIAL SOLUTIONS Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις», η οποία ακολούθως μετονομάστηκε σε «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ». Ειδικότερα, το καταστατικό της ως άνω διαχειρίστριας εταιρείας τροποποιήθηκε και συγκεκριμένα την 1-11-2019 καταχωρίστηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) με κωδικό καταχώρισης . η με αριθμό ./1-11-2019 απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη Κεντρικού Τομέα Αθηνών με την οποία εγκρίθηκε η τροποποίηση του καταστατικού της εταιρείας με την επωνυμία «ALTERNATIVE FINANCIAL SOLUTIONS Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και η αλλαγή της επωνυμίας της σε «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», η ανωτέρω δε καταχώριση τροποποίησης του καταστατικού ανακοινώθηκε με την με αριθμό πρωτ. ./5-11-2019 ανακοίνωση του Προέδρου Εμπορικού Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (ΕΒΕΑ). Εν συνεχεία στη θέση της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Ανώνυμη Εταιρεία» (Διασπώμενη) με Α.ΦΜ. . και Γ.Ε.ΜΗ. ., υπεισήλθε, ως οιονεί καθολική διάδοχος λόγω διάσπασής της με απόσχιση του τραπεζικού της κλάδου, η νεοϊδρυθείσα ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Ανώνυμος Εταιρεία» (Επωφελούμενη), με Α.Φ.Μ. . και Γ.Ε.ΜΗ. ., εγκριθείσας της ως άνω διάσπασης με τη με αριθμό πρωτ. 139241/30-12-2020 απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ, και δημοσιεύτηκε στα στοιχεία της Διασπώμενης και Επωφελούμενης με τις υπ’αριθμ. 139264/30-12-2020 και 139406/30-12-2020 Ανακοινώσεις αντίστοιχα, η οποία (Επωφελούμενη), από την ημερομηνία της ως άνω διάσπασης, 30-12-2020, υποκαταστάθηκε αυτοδικαίως στο σύνολο των περιουσιακών στοιχείων, έννομων σχέσεων και εν γένει δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της Διασπώμενης. Για τον λόγο αυτό με την από 10-3-2021 σύμβαση μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, περίληψη της οποίας δημοσιεύτηκε νόμιμα στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτ. 53/10-3-2021 (τομ. 12 και α.α. 43), τροποποιήθηκε η καταχωρηθείσα με αριθμό πρωτ. 237/16-9-2019 αρχική σύμβαση μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων (τομ. 10 και α.α. 271) ως προς την παράγραφο Α1 (1) και τα στοιχεία της εκχωρήτριας τραπεζικής εταιρείας με την καταχώριση των στοιχείων της «Επωφελούμενης» εταιρίας. Εν συνεχεία η αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «Piraeus SNF Designated Activity Company» στις 10-3-2021 προέβη σε επανεκχώρηση προς την Τράπεζα Πειραιώς μέρους των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων, σε εκτέλεση της αρχικής από 12-9-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης, δημοσιευθείσας της σχετικής μεταβολής (επαναγοράς) με αριθμό πρωτ. ./10-3-2021 στο ως άνω ειδικό βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τομ. . και αριθμ. .). Μεταξύ των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων περιλαμβάνεται και η απαίτηση από την ένδικη σύμβαση δανείου, όπως τούτο προκύπτει από τη σελίδα 1088 του με αριθμό πρωτ. . αποσπάσματος το οποίο αποτελεί Παράρτημα της ως άνω με αριθμό πρωτ. ./10-3-2021 δημοσίευσης σύμβασης του άρθρου 10 παρ. 8 του ν. 3156/2003 στο οποίο αυτή (απαίτηση) έχει καταχωρηθεί με αύξοντα αριθμό 36.571. Ακολούθως, δυνάμει της από 16-3-2021 σύμβασης εκχώρησης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων, νομίμως δημοσιευθείσας σε περίληψη με αριθμό πρωτ. ./17-3-2021 στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και αριθμ. .) η ως άνω ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» με Α.Φ.Μ. . και Γ.Ε.ΜΗ. . μεταβίβασε μέρος των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DAC». Μεταξύ των ανωτέρω απαιτήσεων περιλαμβάνεται και η απαίτηση από την ένδικη σύμβαση δανείου, όπως τούτο προκύπτει από τη σελίδα 2132 του με αριθμό πρωτ. . αποσπάσματος το οποίο αποτελεί Παράρτημα της ως άνω με αριθμό πρωτ. ./17-3-2021 δημοσίευσης σύμβασης του άρθρου 10 παρ. 8 του ν. 3156/2003. Από την καταχώριση, δε, στο ως άνω ειδικό βιβλίο επήλθε η μεταβίβαση της ένδικης απαίτησης προς την καθ’ης αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DAC», η οποία με τον τρόπο αυτό κατέστη ειδική διάδοχος της ως άνω τραπεζικής εταιρείας δοθέντος ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 παρ. 6 και 9 του ν. 3156/2003 η μεταβίβαση αυτή έχει αποτέλεσμα εκχώρησης ενώ σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 10 του ίδιου ν. 3156/2003 η καταχώρηση της σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο έχει αποτελέσματα αναγγελίας της εκχώρησης στον οφειλέτη. Στη συνέχεια, δυνάμει της από 16-3-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, διεπομένης από το ελληνικό δίκαιο, νομίμως δημοσιευθείσας σε περίληψη με αριθμό πρωτ. ./17-3-2020 στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και αριθμ. .) η ως άνω εταιρεία με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DAC» ανέθεσε κατ’ άρθρο 10 παρ. 14 του ν. 3156/2003 την είσπραξη και διαχείριση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων στην εκκαλούσα – καθ’ ης η ανακοπή εταιρεία με την επωνυμία «Intrum Hellas Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» με έδρα την Αθήνα, η οποία αποτελεί εταιρεία παροχής υπηρεσιών διαχείρισης απαιτήσεων κατά το ν. 4354/2015. Η ως άνω εταιρεία διαχείρισης με την επωνυμία «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» με την από 9-7-2021 αίτησή της ζήτησε την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος του πρώτου εφεσίβλητου – ανακόπτοντος, ως πρωτοφειλέτη, και της δεύτερης εφεσίβλητης – ανακόπτουσας, ως εγγυήτριας. Επί της ανωτέρω αιτήσεως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με αριθμό 10.270/2021 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία οι εφεσίβλητοι διατάχθηκαν να καταβάλλουν, ευθυνόμενοι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος εξ αυτών το ποσό των 206.800,12 ευρώ νομιμοτόκως από 1-7-2021 με επιτόκιο υπερημερίας το παραπάνω συμφωνηθέν πλέον 2,5 εκατοστιαίες μονάδες και με εξάμηνο ανατοκισμό των τόκων πλέον εξόδων και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Για την έκδοση της διαταγής πληρωμής η εκκαλούσα – καθ’ης η ανακοπή προσκόμισε στο Δικαστή του Δικαστηρίου προς απόδειξη της συνδρομής των προϋποθέσεων έκδοσής της και συγκεκριμένα για την απόδειξη της απαίτησης, της αιτίας αυτής, του ύψους της και της ενεργητικής νομιμοποίησής της, τα ακόλουθα έγγραφα: 1) τη με αριθμό ./21 -8-2007 σύμβαση στεγαστικού δανείου, 2) την από 21-8-2007 πρόσθετη πράξη σύμβασης στεγαστικού δανείου, 3) την από 30-6-2010 πρόσθετη πράξη σύμβασης στεγαστικού δανείου, 4) την από 9-8-2011 πρόσθετη πράξη σύμβασης στεγαστικού δανείου, 5) την από 10-9-2012 πρόσθετη πράξη σύμβασης στεγαστικού δανείου, 6) την από 2-11-2015 πρόσθετη πράξη σύμβασης στεγαστικού δανείου, 7) πρωτότυπο απόσπασμα των ηλεκτρονικώς τηρούμενων στα συστήματα της Τράπεζας Πειραιώς βιβλίων της δικαιούχου εταιρείας με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DAC», από την εντεταλμένη προς τούτο εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων κατά τον ν. 4354/2015 με την επωνυμία «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», τα οποία εμφανίζουν την κίνηση του με αριθμό . λογαριασμού εξυπηρέτησης δανείου από την 24-10-2007 μέχρι 15-2-2021 και το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού, ύψους 206.800,12 ευρώ, 8) επικυρωμένο αντίγραφο των με αριθμούς ./21-5-2021 και ./26-5-2021 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείου Ναυπλίου, ., με τις οποίες επιδόθηκε στους εφεσίβλητους η από 5-5-2021 εξώδικη δήλωση, 9) επικυρωμένο αντίγραφο του με αριθμό . λογαριασμού οριστικής καθυστέρησης νομίμως εξαχθέν για λογαριασμό της δικαιούχου εταιρείας με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DAC» από τα ηλεκτρονικά τηρούμενα στα συστήματα της Τράπεζας Πειραιώς βιβλία της δικαιούχου από την εντεταλμένη προς τούτο εταιρεία διαχείρισης με την επωνυμία «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», στον οποίο μεταφέρθηκε το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού εξυπηρέτησης του δανείου, 10) ακριβές αντίγραφο της με αριθμό πρωτ. ./16-9-2019 δημοσίευσης στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και α.α. .) περίληψης της από 12-9-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 14 του ν. 3156/2003, 11) ακριβές αντίγραφο από το Ενεχυροφυλακείο Αθηνών του με αριθμό πρωτ. . πρωτοκόλλου αποσπάσματος των στοιχείων των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων που επισυνάφτηκαν ως Παράρτημα στην με αριθμό πρωτ. ./16-9-2019 περίληψη, 12) τη με αριθμό πρωτ. ./16-9-2019 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και α.α. .) περίληψης της από 12-9-2019 σύμβασης διαχείρισης τιτλοποιημένουν απαιτήσεων, 13) τη με αριθμό πρωτ. ./23-9-2019 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και α.α. .) περίληψης της τροποποίησης της από 12-9-2019 σύμβασης διαχείρισης τιτλοποιημένων επιχειρηματικών απαιτήσεων ως προς το πρόσωπο του διαχειριστή, που ορίστηκε η εταιρεία με την επωνυμία «ALTERNATIVE FINANCIAL SOLUTION Μ.Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.», 14) το Φ.Ε.Κ. με αριθμό 3533/ΤευχΒ/20-9-1019 στο οποίο δημοσιεύτηκε η χορήγηση από την Τράπεζα της Ελλάδος της με αριθμό ./17-9-2019 άδειας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια mi πιστώσεις κατά το ν. 4354/2015 προς την εταιρεία με την επωνυμία «ALTERNATIVE FINANCIAL SOLUTION Μ.Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.», 15) την από 5-11-2019 με αριθμό πρωτ. . ανακοίνωση της Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ. του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών από την οποία προκύπτει κατά τα ανωτέρω η αλλαγή της επωνυμία της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ALTERNATIVE FINANCIAL SOLUTION ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» σε «INTRUM HELLAS ΑΝΏΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», 16) την υπ αριθ. πρωτ. 139241/30-12-2020 (ΑΔΑ: 6ΨΧΣ46ΜΤΛΡ-82Ψ) Απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων με την οποία εγκρίθηκε η διάσπαση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε.» με Γ.Ε.ΜΗ. . και Α.Φ.Μ. . (η «Διασπώμενη») δι’ απόσχισης του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητάς της με σύσταση νέας εταιρείας – πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Ανώνυμος Εταιρεία» («Επωφελούμενη»), 17) τις υπ’αριθμ. 139264/30-12- 2020 και 139406/30-12-2020 Ανακοινώσεις του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων με τις οποίες δημοσιεύτηκε στα στοιχεία της Διασπώμενης και της Επωφελούμενης η έγκριση της δΓ αποσχίσεως του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς του στη νεοσυσταθείσα τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Ανώνυμος Εταιρεία» Τράπεζας στο Γ.Ε.ΜΗ. με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. . και Α.Φ.Μ. . της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών, 18) τη με αριθμό πρωτ. ./10-3-2021 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και α.α. .) περίληψης της μεταβολής της από 12-9-2019 σύμβασης πώλησης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων ως προς το πρόσωπο της μεταβιβάζουσας, καθόσον συνεπεία της διάσπασης δι’ απόσχισης του κλάδου, υποκαταστάθηκε, δυνάμει καθολικής διαδοχής, η Τράπεζα Πειραιώς με Α.Φ.Μ. . στα περιουσιακά στοιχεία, έννομες σχέσεις και εν γένει δικαιώματα που απορρέουν από την από 12-9-2019 σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης, 19) τη με αριθμό πρωτ. ./10-3-2021 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και α.α. .) περίληψης της μεταβολής (επαναγοράς) της από 12-9-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης συνεπεία της επανεκχώρησης προς την Τράπεζα Πειραιώς (αποτιτλοποίησης – επαναμεταβίβασης) μέρους των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων, σε εκτέλεση της αρχικής σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης, 20) ακριβές αντίγραφο από το Ενεχυροφυλακείο με αριθμό πρωτ. . αποσπάσματος των στοιχείων των τιτλοποιημένων επιχειρηματικών απαιτήσεων που επισυνάφθηκαν ως Παράρτημα στην με αριθμό πρωτ. ./2021 περίληψη, 21) τη με αριθμό πρωτ. ./17-3-2021 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και α.α. .) περίληψης της από 16-3-2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης από την Τράπεζα Πειραιώς προς την εταιρία με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY» τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 14 του ν. 3156/2003, 22) ακριβές αντίγραφο από το Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτ. . αποσπάσματος των στοιχείων των τιτλοποιημένων απαιτήσεων που επισυνάφθηκαν ως Παράρτημα στην με αριθμό πρωτ. ./2021 περίληψη από τα οποία αποδεικνύεται η εκχώρηση από την Τράπεζα Πειραιώς προς την εταιρία «SUNRISE I NPL FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY» των απαιτήσεων εκ της επίδικης σύμβασης δανείου με αύξοντα αριθμό καταχώρισης 50.706, 23) τη με αριθμό πρωτ. ./17-3-2021 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τομ. . και α.α. .) περίληψης της από 16-3-2021 σύμβασης διαχείρισης τιτλοποιημένων επιχειρηματικών απαιτήσεων μεταξύ της δικαιούχου των απαιτήσεων εταιρίας με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY» και της εκκαλούσας διαχειρίστριας εταιρείας με την επωνυμία «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ».
Με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου της ανακοπής τους οι εφεσίβλητοι – ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής είναι άκυρη, κατ’ επέκταση δε είναι ακυρωτέα και η από 17-11-2021 επιταγή προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της, ελλείψει νόμιμου εκτελεστού τίτλου, διότι εκδόθηκε παρά την ύπαρξη διαδικαστικού απαραδέκτου, συνισταμένου στην αρχή της εγγράφου αποδείξεως καθώς στην αίτηση για την έκδοση αυτής και συνακόλουθα στην ίδια την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής αναφέρεται ότι η εκκαλούσα – καθ’ης η ανακοπή εταιρία διαχείρισης κατήγγειλε την 15-2-2021 την ένδικη σύμβαση τοκοχρεολυτικού δανείου με αποτέλεσμα να καταστεί ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ολόκληρο το μη ληξιπρόθεσμο ανεξόφλητο υπόλοιπο κεφάλαιο του δανείου χωρίς, ωστόσο, να προσκομίζεται με επίκληση, μαζί με την αίτηση προς έκδοση της διαταγής πληρωμής, έγγραφο που να εμπεριέχει την εν λόγω από 15-2-2021 εικαζόμενη καταγγελία και χωρίς να τους έχει επιδοθεί τέτοιο έγγραφο. Ότι αντίθετα αντί της επίδοσης της από 15-2-2021 έγγραφης καταγγελίας εκ μέρους της εκκαλούσας – καθ ης η ανακοπή επιδόθηκε από την τελευταία η από 5-5-2021 εξώδικη δήλωσή της στην οποία απλώς μνημονεύεται ότι η εκκαλούσα στις 15-2-2021 προέβη σε καταγγελία της ένδικης δανειακής σύμβασης και κλείσιμο του τηρούμενου για την εξυπηρέτησή της λογαριασμού δίχως να επαναλαμβάνεται η καταγγελία και δίχως να γίνεται έστω και ως εκ περισσού νέα καταγγελία (αυτής εν προκειμένω, από την επισκόπηση της από 9-7-2021 αίτησης για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής και των προσκομιζόμενων από την αιτούσα – καθ’ης η ανακοπή ήδη εκκαλούσα για την έκδοσή της εγγράφων προκύπτει ότι προς έγγραφη απόδειξη της επιδικαζόμενης με την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής απαίτησης και του ποσού αυτής η εκκαλούσα, υπό την ανωτέρω ιδιότητά της, επέδωσε στους εφεσίβλητους στις 21-5-2021 και 26-5-2021, αντίστοιχα, (βλ. τις υπ’αριθ. .ΣΤ και .ΣΤ/2021 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Ναυπλίου .), την από 5-5-2021 εξώδικη δήλωση – καταγγελία – πρόσκληση με την οποία μεταξύ άλλων γνωστοποιεί σε αυτούς ότι την 15-2-2021 προέβη σε καταγγελία της σύμβασης και κλείσιμο του λογαριασμού που τηρήθηκε προς εξυπηρέτησή της, καθιστώντας το οφειλόμενο κατά κεφάλαιο, δεδουλευμένους τόκους και λοιπές επιβαρύνσεις υπόλοιπο στο σύνολό του, ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ενημερώνοντας ταυτόχρονα ότι η συνολική οφειλή κατά κεφάλαιο, τόκους και λοιπές επιβαρύνσεις, την ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης, ήτοι την 15-2-2021,, ανήλθε στο ποσό των 222.516,93 CHF, το οποίο αφού μετετράπη αυθημερόν στο ισόποσο της αξίας του σε ευρώ, ήτοι στο ποσό των 206.800,12 ευρώ, μεταφέρθηκε στον υπ’ αριθ. . λογαριασμό οριστικής καθυστέρησης. Με την ίδια δε εξώδικη πρόσκληση κάλεσε τους εφεσίβλητους να της καταβάλουν άμεσα, εις ολόκληρον έκαστος εξ αυτών, το κατά την ημέρα της καταγγελίας της σύμβασης οφειλόμενο ποσό των 206.800,12 ευρώ. Οι ανωτέρω από 5-5-2021 εξώδικες δηλώσεις οι οποίες προσκομίστηκαν για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής και κοινοποιήθηκαν στους εφεσίβλητους – ανακόπτοντες στις 21-5-2021 και 26-5-2021, αντίστοιχα, αποτελούν απλές επιστολές ενημέρωσης κλεισίματος του λογαριασμού της ένδικης σύμβασης στις οποίες γίνεται αναφορά ότι η εκκαλούσα – καθ’ης η ανακοπή προέβη σε καταγγελία της σύμβασης στις 15-2-2021 χωρίς, ωστόσο, η ως άνω από 15- 2-2021 καταγγελία να επισυνάπτεται στα ανωτέρω έγγραφα, ούτε άλλωστε προκύπτει από κάποιο άλλο έγγραφο το περιεχόμενο αυτής. Έτσι, όμως, δεν μπορεί να ελεγχθεί, αν η καταγγελία της δανείστριας Τράπεζας ήταν ή όχι νόμιμη, δηλαδή σύμφωνη με τους συμβατικούς όρους, όπως αυτοί ανωτέρω εκτέθηκαν. Ούτε, εξάλλου, αποδείχτηκε ότι το κλείσιμο του λογαριασμού και η καταγγελία της ένδικης σύμβασης περιήλθε σε γνώση των εφεσιβλήτων κατά τον ανωτέρω χρόνο. Εφόσον, επομένως, δεν συντελέστηκε ενημέρωση των εφεσιβλήτων – ανακοπτόντων περί της καταγγελίας της ένδικης σύμβασης όχι απλώς με την αποτύπωσή της στον εξωτερικό κόσμο, όπως η θεωρία της εκδήλωσης απαιτεί, αλλά και με τη γνώση του περιεχομένου της εκ μέρους των τελευταίων προς τους οποίους απευθύνεται, όπως η θεωρία της γνώσης προβλέπει, οποιαδήποτε μονομερής δήλωση της πιστώτριας τράπεζας δεν παρήγαγε τα αποτελέσματα της. Από τα παραπάνω, επομένως, έγγραφα στα οποία στηρίχτηκε ο δικαστής του Πρωτοδικείου Αθηνών για να εκδώσει την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής δεν αποδεικνύεται ότι η απαίτηση της καθ’ης έχει καταστεί ληξιπρόθεσμη αφού σύμφωνα με το όρο 8.1 της ένδικης σύμβασης το δικαίωμα της εκκαλούσας – καθ’ης η ανακοπή να αξιώσει το υπόλοιπο που προέκυψε εκ του κλεισθέντος λογαριασμού συναρτάται μόνο με την καταγγελία της ένδικης σύμβασης δανείου, καθόσον μόνον έκτοτε επέρχεται λύση της δανειακής σύμβασης και καθίστανται ληξιπρόθεσμα και απαιτητά όλα τα σχετικά κονδύλια, ώστε ακολούθως αυτή να δικαιούται να προβεί σε αίτηση προς έκδοση διαταγής πληρωμής. Περαιτέρω, η ως άνω από 5-5-2021 εξώδικη δήλωση της εκκαλούσας – καθ’ης η ανακοπή η οποία υπογράφεται από δύο υπαλλήλους της και δεν συνοδεύεται, κατά τα ανωτέρω, από την επίδοση εγγράφου από το οποίο να προκύπτει ότι εξωτερικεύθηκε η μονομερής απευθυντέα στους εφεσίβλητους δήλωση βουλήσεώς της για καταγγελία της προαναφερόμενης σύμβασης στις 15-2-2021, μολονότι τιτλοφορείται ως «εξώδικη δήλωση – καταγγελία συμβάσεως – πρόσκληση», δεν μπορεί να εκληφθεί ως έγγραφη καταγγελία που περιήλθε νόμιμα στους εφεσίβλητους στις 21-5-2021 και 26-5-2021, αντίστοιχα, ούσα έτσι ικανή να θεμελιώσει την έγγραφη απόδειξη της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, παρά τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα, για τον πρόσθετο λόγο ότι η καταγγελία της ένδικης δανειακής σύμβασης δεν μπορεί να έπεται χρονικά του οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού, το οποίο (οριστικό κλείσιμο) δεν αμφισβητείται ούτε από την εκκαλούσα ότι έλαβε χώρα πολύ πριν από τη σύνταξη της από 5-5-2021 εξώδικης δήλωσης και συγκεκριμένα στις 15-2-2021, δοθέντος ότι η καταγγελία συνιστά προϋπόθεση για το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού του δανείου. Τέλος, ούτε η δήλωση που περιέχεται στο επικαλούμενο και προσκομιζόμενο με την από 9-7-2021 αίτηση προς έκδοση διαταγής πληρωμής αντίγραφο του με αριθμό . λογαριασμού οριστικής καθυστέρησης, νομίμως εξαχθέν για λογαριασμό της δικαιούχου εταιρείας με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DAC» από τα ηλεκτρονικά τηρούμενα στα συστήματα της Τράπεζας Πειραιώς βιβλία της δικαιούχου από την εντεταλμένη προς τούτο εκκαλούσα, ότι «σύμφωνα με σχετικό όρο της υπ’ αριθ. ./21-8-07 Σύμβασης, ΣΤΕΓΔΑΝ καταγγέλλουμε την σύμβαση αυτή και κλείνουμε τον παρόντα λογαριασμό ο οποίος εμφανίζει χρεωστικό υπόλοιπο σε βάρος του πιστούχου CHF 222.516,93 το οποίο αφού μετατρέψαμε σε Ευρώ, ήτοι στο ποσό των Ευρώ 206.800,12 μεταφέρουμε σε λογαριασμό οριστικής καθυστέρησης με αριθμό .», μπορεί να εκληφθεί ως καταγγελία. Τούτο διότι ακόμη και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι δια της ανωτέρω δηλώσεως έλαβε χώρα εξωτερίκευση της ως άνω έγγραφης μονομερούς δήλωσης βούλησης και ότι αυτή απευθύνεται προς τους εφεσίβλητους – ανακόπτοντες εμπεριέχουσα καταγγελία της ένδικης σύμβασης δανείου δεν αποδεικνύεται ότι έλαβε χώρα επίδοση των ανωτέρω αποσπασμάτων στους εφεσίβλητους – ανακόπτοντες και ως εκ τούτου οποιαδήποτε μονομερής δήλωση βουλήσεώς της πιστώτριας τράπεζας δεν παρήγαγε τα αποτελέσματά της.
Επομένως, η ανωτέρω καταγγελία της επίδικης δανειακής σύμβασης ήταν άκυρη και δεν παρήχθησαν αποτελέσματα από αυτή, ήτοι δεν ενεργοποιήθηκε ο σχετικός συμβατικός όρος που παρείχε στην καθ’ ης το δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τους ανακόπτοντες ολόκληρου του οφειλόμενού κεφαλαίου και των τόκων και δεν κατέστη το σύνολο του ανεξόφλητου δανείου ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. Ως εκ τούτου, εφόσον η ένδικη απαίτηση δεν ήταν ληξιπρόθεσμη και απαιτητή κατά την υποβολή της αίτησης για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, δεν υφίσταντο οι νόμιμες προϋποθέσεις της έκδοσής της όχι μόνο έναντι του πρωτοφειλέτη και πρώτου ανακόπτοντος ήδη εφεσιβλήτου, αλλά και έναντι της εγγυήτριας δεύτερης ανακόπτουσας και ήδη εφεσίβλητης, η ευθύνη της οποίας είναι παρεπόμενη και οπωσδήποτε προϋποθέτει να μπορεί να εκδοθεί νόμιμα διαταγή πληρωμής σε βάρος του πρωτοφειλέτη για την καταβολή της απαίτησης (πρβλ ΑΠ 1185/2019 ο.π.). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία κατέληξε σε όμοια κρίση και δέχθηκε τον ως άνω λόγο της ανακοπής ως νόμω και ουσία βάσιμο, όπως και την ένδικη ανακοπή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, δεν έσφαλε αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις που προσήχθησαν ενώπιον του, γι’αυτό και οι σχετικοί περί του αντιθέτου λόγοι της εφέσεως πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, κατά παραδοχή του σχετικού νομίμου αιτήματος τους, να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, εφόσον η έφεση απορρίπτεται, πρέπει, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδ. δ’ του Κ.Πολ.Δ. να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παράβολου ποσού εκατό (100,00) ευρώ, που καταβλήθηκε από την εκκαλούσα κατά την άσκηση της έφεσής της.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση κατά της με αριθμ. 1243/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή κατ’ ουσίαν.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παράβολου ποσού εκατό (100,00) ευρώ, που κατατέθηκε από την εκκαλούσα υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την άσκηση της έφεσης.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, του παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 28-6-2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ