ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Αγωγή αποζημίωσης-Αξίωση αποζημίωσης λόγω παράνομης παρακράτησης χρηματικού ποσού από όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, προκειμένου να χορηγήσουν φορολογική ενημερότητα και παράνομης παράλειψης απόδοσης του ανωτέρω ποσού στον ενάγοντα-Αξίωση επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, προκληθείσας από την παράνομη απόδοση στον ενάγοντα προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης για εταιρικά χρέη με αποτέλεσμα την μακροχρόνια εμπλοκή του σε δικαστικούς αγώνες-Η αξίωση αποζημίωσης τυγχάνει φορολογικού εν γένει περιεχομένου, συναπτόμενη ευθέως με συγκεκριμένη φορολογική υποχρέωσή του-Απαραδέκτως επιδιώχθηκε η ικανοποίησή της με την άσκηση αγωγής-Παραδεκτώς ασκήθηκε η αγωγή κατά το σκέλος που ζητείται χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη-Με δικαστικές αποφάσεις κρίθηκε ότι μη νομίμως υπέλαβε η Φορολογική Διοίκηση ότι ο ενάγων φέρει προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη για τα επίδικα εταιρικά χρέη-Το Δικαστήριο δεσμεύεται από το δεδικασμένο που απορρέει από τις ανωτέρω αποφάσεις και δεν μπορεί να ελέγξει παρεμπιπτόντως την παρανομία που επικαλείται ο ενάγων-Πρόκληση ηθικής βλάβης στον ενάγοντα συνεπεία της επί δεκαετία εμπλοκής του σε δικαστικούς αγώνες–Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
3506/2024
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
( Τμήμα Α’ – Τριμελές)
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Μαρτίου 2023, με δικαστές τους: Σοφία Σαββοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Ναταλία – Ελένη Γρηγοριάδου και Σωτήριο – Αιμίλιο Τσούγκο (εισηγητή), Πρωτοδίκες Δ.Δ. και γραμματέα την Ευαγγελία Τανού, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την αγωγή με ημερομηνία κατάθεσης 18 Οκτωβρίου 2021 (αριθ. κατ. 2311/18-10-2021),
του … του …, κατοίκου … Θεσσαλονίκης, οδός … αριθ. …, ο οποίος παραστάθηκε με την από 3-3-2023 δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., του πληρεξούσιου δικηγόρου Κωνσταντίνου Κοντογιαννίδη,
κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος παραστάθηκε με την από 2-3-2023 δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., της Δικαστικής Πληρεξούσιας του Ν.Σ.Κ. Ζωής Τσιούρδα.
Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Η κρίση του Δικαστηρίου είναι η εξής:
1. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή, ο ενάγων ζητεί, κατόπιν μετατροπής του αιτήματός του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό με το από 10-1-2023 υπόμνημα, να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει σε αυτόν, νομιμοτόκως, από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφλησή του, το συνολικό ποσό των εκατόν πενήντα (150.000) ευρώ, αναλυόμενο ως εξής: α) ποσό δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ως αποζημίωση, κατ’ άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ. – π.δ. 456/1984, ΦΕΚ Α’ 164), για την αποκατάσταση της θετικής ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη από την παρακράτηση του εν λόγω ποσού κατά τη χορήγηση πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας από όργανα της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης και την παράλειψη των τελευταίων να του επιστρέψουν το συγκεκριμένο ποσό και β) ποσό εκατόν σαράντα χιλιάδων (140.000) ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που αναφέρει ότι υπέστη από σειρά παράνομων, κατά τους ισχυρισμούς του, πράξεων και παραλείψεων οργάνων της φορολογικής διοίκησης.
2. Επειδή, στο άρθρο 63 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.), ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (ΦΕΚ Α’ 97), ορίζεται ότι: «Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται σε ειδικές διατάξεις του Κώδικα, οι εκτελεστές ατομικές διοικητικές πράξεις ή παραλείψεις, από τις οποίες δημιουργούνται κατά νόμο διοικητικές διαφορές ουσίας, υπόκεινται σε προσφυγή», στο άρθρο 71 παρ. 1 και 4 ότι: «1. Αγωγή μπορεί να ασκήσει εκείνος ο οποίος έχει κατά του Δημοσίου ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, χρηματική αξίωση από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου. 4. Η κατά τις προηγούμενες παραγράφους αγωγή είναι απαράδεκτη αν πρόκειται για αξίωση φορολογικού εν γένει περιεχομένου», στο άρθρο 78 ότι: «Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην παρ. 4 του άρθρου 71 ή σε τυχόν άλλες ειδικές διατάξεις, αγωγή για αξίωση που θεμελιώνεται στο παράνομο εκτελεστής διοικητικής πράξης ή παράλειψης δεν είναι απαράδεκτη αν, κατά της πράξης ή της παράλειψης αυτής, δεν ασκήθηκε το από τις κείμενες διατάξεις προβλεπόμενο ένδικο βοήθημα. Στην περίπτωση αυτήν, κατά την εκδίκαση της αγωγής έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 80» και στο άρθρο 80 παρ. 2 ότι: «Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 4 του άρθρου 71 ή σε τυχόν άλλες ειδικές διατάξεις, αν η αξίωση θεμελιώνεται στο παράνομο εκτελεστής διοικητικής πράξης ή παράλειψης, το δικαστήριο, εφόσον δεν υπάρχει δεδικασμένο, κρίνει παρεμπιπτόντως τη νομιμότητα της πράξης ή της παράλειψης αυτής».
3. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 73 του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας (π.δ. 331/1985, ΦΕΚ Α’ 116) και του άρθρου 8 παρ. 4 του ν.δ. 4486/1965 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών διατάξεων» (ΦΕΚ Α’ 131), οι οποίες, σύμφωνα τα οριζόμενα στο άρθρο 285 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον ο Κ.Δ.Δ. δεν περιέχει διάταξη περί προσδιορισμού της έννοιας της φορολογικής διαφοράς (ΣτΕ 834/2010 Ολομ., 1213/2021, 1965/2018), για την επίλυση των διαφορών που αναφύονται κατά τον καταλογισμό φόρων, δασμών, τελών, εισφορών και συναφών κυρώσεων, ο διοικούμενος δύναται να ασκήσει ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου αποκλειστικώς και μόνο το ένδικο βοήθημα της προσφυγής, όχι δε και το ένδικο βοήθημα της αγωγής (ΣτΕ 2123/2015, 3363/2013). Τούτου δοθέντος, με την ανωτέρω διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 71 του Κ.Δ.Δ., σύμφωνα με την οποία η αγωγή είναι απαράδεκτη «αν πρόκειται για αξίωση φορολογικού εν γένει περιεχομένου», θεσπίζεται εξαίρεση από τον κανόνα της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου σχετικά με τη δυνατότητα άσκησης αγωγής για τις χρηματικές αξιώσεις κατά του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου. Εξάλλου, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης (άρθρο 71 παρ. 4 του Κ.Δ.Δ.), η οποία, λόγω του εξαιρετικού της χαρακτήρα, είναι στενώς ερμηνευτέα, η απαγόρευση άσκησης αγωγής αφορά μόνο τις αξιώσεις φορολογικού περιεχομένου, όπως αυτές οριοθετούνται με τις ως άνω, προ της έναρξης ισχύος του Κ.Δ.Δ., θεσπισθείσες διατάξεις. Επομένως, η αποκατάσταση κάθε άλλης ζημίας, η οποία, κατά τους ισχυρισμούς του διοικουμένου, προκαλείται από παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων της φορολογικής διοίκησης και δεν αποτελεί, κατά νόμο, αντικείμενο του ένδικου βοηθήματος της προσφυγής, όπως η αποκατάσταση της αποθετικής ζημίας ή η χρηματική ικανοποίηση λόγω της αποδιδόμενης στην ίδια αιτία ηθικής βλάβης, μπορεί να επιδιωχθεί παραδεκτώς με αγωγή (ΣτΕ 1524/2023 7μ., 2738-2740/2022 7μ.).
4. Επειδή, στο άρθρο 26 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ Α’ 43), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, οριζόταν ότι: «1. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επιτρέπεται να επιβάλλονται κατά οφειλετών, που δεν έχουν εκπληρώσει τις από οποιαδήποτε αιτία οφειλές τους προς το Δημόσιο, περιορισμοί και απαγορεύσεις, που ανάγονται στις κάθε φύσεως συναλλαγές, πράξεις ή ενέργειες αυτών είτε με τους ιδιώτες, είτε με το Δημόσιο, δήμους, κοινότητες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ιδρύματα κάθε κατηγορίας, οργανισμούς, τράπεζες, επιχειρήσεις δημόσιας ή κοινής ωφέλειας και γενικά τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την ισχύουσα νομοθεσία. … 2. Ως συναλλαγή, πράξη ή ενέργεια, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος, νοείται ενδεικτικώς: α) Η είσπραξη χρημάτων. … 3. H εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το Δημόσιο, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αποδεικνύεται με αποδεικτικό ενημερότητας που εκδίδεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.O.Y. και χορηγείται εφόσον ο αιτών: α) … και β) έχει καταβάλει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή με διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, που έχει χορηγηθεί από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα, τις μέχρι τη χρονολογία έκδοσης του αποδεικτικού βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς το Δημόσιο. … 4. Τα της ισχύος του αποδεικτικού, τα τηρητέα βιβλία ή έντυπα, τα του ελέγχου εφαρμογής του μέτρου αυτού, οι τυχόν εξαιρέσεις ή απαλλαγές από την υποχρέωση προσκόμισης του αποδεικτικού, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, καθορίζονται με τις ως άνω κανονιστικές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών. … 7. Οι Δ.Ο.Υ. υποχρεούνται να παρακρατούν και να συμψηφίζουν απαιτήσεις των δικαιούχων με ληξιπρόθεσμες οφειλές τους προς το Δημόσιο ανεξαρτήτως ποσού και υποχρέωσης προσκόμισης αποδεικτικού ενημερότητας, εφόσον οι οφειλές αυτές είναι εγγεγραμμένες στο πληροφοριακό τους σύστημα και έχουν πρόσβαση σε αυτό, ανεξάρτητα από τη Δ.Ο.Υ. που έχουν βεβαιωθεί. …». Κατ’ εξουσιοδότηση της παραπάνω διάταξης εκδόθηκε η Α.Υ.Ο. 1109793/6134-11/0016/ΠΟΛ.1223/24-11-1999 (ΦΕΚ Β’ 2134), η οποία, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, πριν από την κατάργησή της, από 1-1-2014, με την παρ. 3 του άρθρου 12 της ΠΟΛ. 1274/2013 του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών (ΦΕΚ Β’ 3398), όριζε στο άρθρο 1 ότι: «Καθίσταται υποχρεωτική η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας στις εξής περιπτώσεις: 1. Για την είσπραξη χρημάτων ή την εξόφληση τίτλων πληρωμής … Στις περιπτώσεις αυτές το αποδεικτικό ενημερότητας προσκομίζεται από τον εισπράττοντα. …» και στο άρθρο 8 παρ. 1 ότι: «α) Όταν ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας για την είσπραξη χρημάτων … μπορεί να τεθεί και όρος παρακράτησης μέρους της εισπραττόμενης απαίτησης, ο οποίος θα αναγράφεται επί του αποδεικτικού. Το ποσό της παρακράτησης για τον λόγο αυτό πρέπει να αποδίδεται στη ΔΟΥ από την Υπηρεσία ή τον φορέα που παραλαμβάνει το αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας εντός δέκα (10) ημερών από την πληρωμή του τίτλου, το αργότερο. β) …».
5. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στις 30-8-2007 ο ενάγων συμφώνησε να μεταβιβάσει το σύνολο των εταιρικών μεριδίων του στην εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…» στους … και …, έναντι τιμήματος δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ (σχετ. το ακριβές απόσπασμα του πρακτικού έκτακτης γενικής συνέλευσης, που επισυνάπτεται στο υπ’ αριθ. … συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης…). Για την ολοκλήρωση της εν λόγω μεταβίβασης ο ενάγων προσκόμισε το υπ’ αριθ. 2047/23-8-2007 αποδεικτικό ενημερότητας της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 και της Α.Υ.Ο. 1109793/6134-11/0016/ΠΟΛ.1223/24-11-1999, με τον όρο ότι ισχύει μόνο για τη μεταβίβαση των ως άνω εταιρικών μεριδίων «με παρακράτηση 100% της αξίας αυτών», έτσι ώστε το παρακρατηθέν ποσό των 10.000 ευρώ να αποδοθεί στην παραπάνω Δ.Ο.Υ. για τον συμψηφισμό χρέους της εταιρείας με την επωνυμία «…». Πράγματι, το ποσό αυτό, που αντιστοιχούσε σε πρόστιμα Φ.Π.Α. οικονομικών ετών 2003-2005, εισπράχθηκε από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. (σχετ. το υπ’ αριθ. 10933/6-9-2007, τύπου Α’, διπλότυπο είσπραξης).
6. Επειδή, με την υπό κρίση αγωγή, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι τα όργανα της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης μη νομίμως παρακράτησαν το ως άνω ποσό (10.000 ευρώ) με το υπ’ αριθ. 2047/23-8-2007 αποδεικτικό ενημερότητας και, σε κάθε περίπτωση, παρανόμως αρνήθηκαν να του το επιστρέψουν, κατόπιν της υπ’ αριθ. 27429/20-10-2011 σχετικής αίτησής του, όπου επικαλέστηκε και την 2110/2011 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου (Τμήμα Θ’ – Μονομελές), με την οποία κρίθηκε ότι μη νομίμως εκδόθηκε σε βάρος του, ως Προέδρου και Δ.Σ. της εταιρείας με την επωνυμία «…», ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων χρεών για βεβαιωμένα σε βάρος της εν λόγω εταιρείας χρέη, αναγόμενα στα οικ. έτη 2003-2004, καθώς ο ίδιος ουδόλως συνευθυνόταν για την εξόφληση των συγκεκριμένων χρεών. Υπό τα δεδομένα αυτά, ο ενάγων ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει σε αυτόν, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., το ανωτέρω ποσό (10.000 ευρώ), ως αποζημίωση, για την αποκατάσταση της θετικής ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη από τις ως άνω παράνομες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του εναγόμενου. Ωστόσο, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην τρίτη σκέψη, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξίωση του ενάγοντος τυγχάνει φορολογικού εν γένει περιεχομένου, συναπτόμενη ευθέως με συγκεκριμένη φορολογική υποχρέωσή του, δεδομένου ότι το ποσό των 10.000 ευρώ παρακρατήθηκε, κατ’ εφαρμογή της παρ. 7 του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 και του άρθρου 8 της Α.Υ.Ο. 1109793/6134-11/0016/ΠΟΛ.1223/24-11-1999, προκειμένου να συμψηφιστεί με ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές αυτού, η εκ των υστέρων αναζήτησή του, ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, ήταν δυνατή αποκλειστικά με την άσκηση προσφυγής. Επομένως, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπ’ αριθ. 2749/2-3-2023 έκθεση απόψεων και το από 9-3-2023 υπόμνημα του Ελληνικού Δημοσίου, απαραδέκτως, κατ’ άρθρο 71 παρ. 4 Κ.Δ.Δ., ο ενάγων επιδιώκει την ικανοποίηση της συγκεκριμένης αξίωσης του με την άσκηση αγωγής. Κατά τα λοιπά, ήτοι κατά το μέρος με το οποίο ο ενάγων ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγόμενου να του καταβάλει χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που ισχυρίζεται ότι υπέστη από παράνομες πράξεις και παραλείψεις οργάνων της φορολογικής διοίκησης, η υπό κρίση αγωγή ασκείται παραδεκτώς, δεδομένου ότι ο ενάγων άσκησε προσφυγές και ανακοπές, ως τρίτος, κατά των οικείων καταλογιστικών πράξεων (πρβλ. ΣτΕ 1524/2023 7μ.), οπότε πρέπει να εξεταστεί ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της.
7. Επειδή, στο άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. ορίζεται ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος …», ενώ στο άρθρο 932 Α.Κ. ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά τη κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. …».
8. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνο από την έκδοση παράνομης εκτελεστής διοικητικής πράξης, αλλά και από παράνομες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή από παραλείψεις οφειλόμενων νόμιμων υλικών ενεργειών αυτών, εφόσον αυτές συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών. Εξάλλου, ευθύνη του Δημοσίου υφίσταται, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του νόμου, όχι μόνο όταν παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου με σχετική πράξη ή παράλειψη οργάνου του Δημοσίου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα ή υποχρεώσεις που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, καθώς και εκείνα που, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και της καλής πίστης, προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη δημόσια υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης (ΣτΕ 877/2013 7μ., 1964/2021, 1594/2020, 116/2019 κ.ά.), χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του (ΣτΕ 1500/2022, 1774/2020, 76/2018, 1056/2016, 4410/2015 κ.ά.). Απαραίτητη, πάντως, προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημίωσης είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενεργείας ή παράλειψης υλικής ενεργείας του δημοσίου οργάνου και της επελθούσης ζημίας. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει, όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικά, κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων, χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΣτΕ 877/2013 7μ., 1774/2020, 842/2019, 2433/2018 κ.ά.). Περαιτέρω, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί, κατά το άρθρο 932 Α.Κ., να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ΣτΕ 1581/2018, 2839/2017, 2669/2015 κ.ά.).
9. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 5 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ. ορίζεται ότι: «Τα δικαστήρια δεσμεύονται από τις αποφάσεις άλλων διοικητικών δικαστηρίων, κατά το μέρος που αυτές αποτελούν δεδικασμένο, σύμφωνα με όσα ορίζουν οι σχετικές διατάξεις» και στο άρθρο 197 ότι: «1. Δεδικασμένο δημιουργείται από τις τελεσίδικες και τις ανέκκλητες αποφάσεις, εφόσον οι τελευταίες δεν υπόκεινται σε ανακοπή ερημοδικίας, ως προς το, ουσιαστικό ή δικονομικό, διοικητικής φύσης ζήτημα που με αυτές κρίθηκε, εφόσον τούτο τελεί σε άμεση και αναγκαία συνάρτηση προς το συμπέρασμα που με τις ίδιες έγινε δεκτό. … 2. … 3. Το αναφερόμενο στις προηγούμενες παραγράφους δεδικασμένο ισχύει υπέρ και κατά εκείνων που διατέλεσαν διάδικοι, καθώς και αυτών που έγιναν, κατά τη διάρκεια της δίκης ή μετά το πέρας της, καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοί τους …».
10. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Δυνάμει της υπ’ αριθ…. πράξης της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης … συστάθηκε η εταιρεία «…» που τηρούσε βιβλία Γ’ κατηγορίας και καταχωρίσθηκε στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών με αριθμό μητρώου … (ΦΕΚ Α.Ε. – Ε.Π.Ε. …), ενώ, με το υπ’ αριθ. … πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου, ο ενάγων ορίστηκε Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος αυτής (ΦΕΚ Α.Ε. – Ε.Π.Ε. …). Κατόπιν του από … ιδιωτικού συμφωνητικού, δυνάμει του οποίου ο ενάγων μεταβίβασε όλες τις μετοχές της εν λόγω Α.Ε., τις οποίες κατείχε, στον …, οι μέτοχοι της εταιρείας συγκάλεσαν έκτακτη γενική συνέλευση, όπου αποφασίστηκε η αλλαγή της επωνυμίας της εταιρείας σε «…», η αλλαγή της έδρας και του σκοπού της και η εκλογή νέου Δ.Σ. με πενταετή θητεία, με Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο τον … (σχετ. το από … πρακτικό έκτακτης γενικής συνέλευσης, η υπ’ αριθ. … απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης και το ΦΕΚ Α.Ε. – Ε.Π.Ε. …). Ωστόσο, όπως προέκυψε από το υπ’ αριθ. 1053/3/2027/2027 – ιδ’/1-6-2004 έγγραφο της Διεύθυνσης Ασφαλείας Θεσσαλονίκης προς τη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, ο …, ο οποίος στην πραγματικότητα ονομάζεται …, κάνοντας χρήση πλαστού πιστοποιητικού γέννησης, εξέδωσε δελτίο ταυτότητας στο όνομα … και προέβη στην εξαγορά της ως άνω εταιρείας. Περαιτέρω, ενώ ο ανωτέρω κρατούνταν στις δικαστικές φυλακές Διαβατών για απάτες κατ’ εξακολούθηση (σχετ. η υπ’ αριθ. 1207/2-11-2005 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης), ελεγκτές της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.) Κεντρικής Μακεδονίας, στο πλαίσιο ελέγχου για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. από τον Γυμναστικό Σύλλογο «…», κατάσχεσαν οκτώ (8) φορολογικά στοιχεία (έξι διαχειριστικής περιόδου από 1-1-2003 έως 31-12-2003 και δύο διαχειριστικής περιόδου από 1-1-2004 έως 31-12-2004) με εκδότρια την εταιρεία «…», τα οποία απεστάλησαν στο Διαπεριφερειακό Ελεγκτικό Κέντρο (Δ.Ε.Κ.) Θεσσαλονίκης (σχετ. το υπ’ αριθ. 133/22-3-2006 εμπιστευτικό έγγραφο), ενώ, ακολούθως, αφού το τελευταίο διαπίστωσε, κατόπιν επικοινωνίας με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ότι τα στοιχεία αυτά αφορούσαν ανύπαρκτες συναλλαγές, τα απέστειλε στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης (σχετ. το υπ’ αριθ. 1806/26-4-2006 έγγραφο). Κατόπιν τούτων, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 152/5-4-2006 εντολή προσωρινού ελέγχου του Προϊσταμένου της ως άνω Δ.Ο.Υ., σε εκτέλεση της οποίας διενεργήθηκε στην εταιρεία «…» έλεγχος ορθής εφαρμογής των διατάξεων του Κ.Β.Σ. για τα οικ. έτη 2001-2006, κατά τον οποίο διαπιστώθηκε, αφενός μεν, ότι, κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1-1-2003 έως 31-12-2003, η παραπάνω εταιρεία εξέδωσε έντεκα (11) πλαστά τιμολόγια (έξι με λήπτη τον …και πέντε με λήπτη τον…), συνολικής αξίας 71.522 ευρώ, και έξι (6) πλαστά και εικονικά τιμολόγια με λήπτη τον Γ.Σ. «…», συνολικής αξίας 620.722 ευρώ, αφετέρου δε, ότι, κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1-1-2004 έως 31-12-2004, εξέδωσε δύο (2) πλαστά και εικονικά τιμολόγια με λήπτη τον ίδιο Γυμναστικό Σύλλογο, συνολικής αξίας 27.400 ευρώ (σχετ. η από 19-7-2006 έκθεση ελέγχου Κ.Β.Σ. της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης). Εν συνεχεία, διενεργήθηκε στην προαναφερόμενη εταιρεία προσωρινός έλεγχος Φ.Π.Α., ο οποίος υιοθέτησε τις διαπιστώσεις του ελέγχου Κ.Β.Σ., οπότε συντάχθηκαν οι από 19-7-2006 εκθέσεις ελέγχου Φ.Π.Α. και ειδικού προστίμου Φ.Π.Α. (άρθρο 6 του ν. 2523/1997, ΦΕΚ Α’ 179). Βάσει των ανωτέρω εκθέσεων ελέγχου, εκδόθηκαν σε βάρος της ως άνω εταιρείας, μεταξύ άλλων, οι υπ’ αριθ. 158 και 159/31-7-2006 πράξεις προσδιορισμού Φ.Π.Α., η υπ’ αριθ. 781/31-7-2006 πράξη επιβολής προστίμου Φ.Π.Α. και η υπ’ αριθ. 784/31-7-2006 πράξη επιβολής ειδικού προστίμου άρθρου 6 του ν. 2523/1997, για τις οποίες ο ενάγων θεωρήθηκε αλληλέγγυα ευθυνόμενος, καθώς και οι υπ’ αριθ. 252 και 253/31-7-2006 αποφάσεις επιβολής προστίμων Κ.Β.Σ.. Τα παραπάνω ποσά βεβαιώθηκαν σε βάρος της εταιρείας «…» δυνάμει των υπ’ αριθ. 7307, 7315 και 7338/2006 πράξεων ταμειακής βεβαίωσης της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης. Ο ενάγων, πριν από την έκδοση των εν λόγω καταλογιστικών πράξεων, αρνούμενος την ευθύνη του, ως τρίτου, για τα συγκεκριμένα χρέη, προέβη σε καταγγελίες – μηνυτήριες αναφορές ενώπιον της ΥΠ.Ε.Ε. Κεντρικής Μακεδονίας και της Οικονομικής Επιθεώρησης Θεσσαλονίκης κατά του … (ή …) και της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης και ζήτησε από την τελευταία να απόσχει από κάθε περαιτέρω ενέργεια και να αναστείλει προσωρινά τον ανωτέρω καταλογισμό και την έκδοση πράξης διασφάλισης των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής έρευνας της ΥΠ.Ε.Ε. (σχετ. οι από 25-5-2006 και από 29-6-2006 αναφορές και τα από 24-5-2006 και 3-7-2006 έγγραφα). Ακολούθως, με την υπ’ αριθ. 25368/20-9-2007 ατομική ειδοποίηση προ ποινικής δίωξης, κλήθηκε ο ενάγων, ως διατελέσας Προέδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ως άνω εταιρείας, σε βάρος της οποίας είχε βεβαιωθεί ταμειακά το συνολικό ποσό του 1.970.123,52 ευρώ, να καταβάλει το εν λόγω ποσό (πλέον προσαυξήσεων 154.535,50 ευρώ). Η ειδοποίηση αυτή ακυρώθηκε, κατ’ αποδοχή σχετικής ανακοπής του ενάγοντος, με την υπ’ αριθ. 2110/2011 απόφαση του παρόντος δικαστηρίου (Τμήμα Θ’ – Μονομελές), με την οποία κρίθηκε ότι ο ενάγων μη νόμιμα κλήθηκε να καταβάλει τόσο τα βεβαιωθέντα με τις υπ’ αριθ. 7307 και 7315/2006 ταμειακές βεβαιώσεις ποσά, διότι αφορούν πρόστιμα Φ.Π.Α. και Κ.Β.Σ., για τα οποία οι διοικούντες ανώνυμη εταιρία που λειτουργεί δεν ευθύνονται αλληλεγγύως με αυτήν, όσο και το βεβαιωθέν με την υπ’ αριθ. 7338/2006 ταμειακή βεβαίωση ποσό, καθώς, κατά τον χρόνο υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α., δεν ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Στο μεταξύ, για την είσπραξη των οφειλών που αναφέρονται στις παραπάνω πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, κατόπιν της από 28-7-2006 Ειδικής Έκθεσης Ελέγχου (άρθρο 14 του ν. 2523/1997), επιβλήθηκαν σε βάρος του ενάγοντος τα προβλεπόμενα στη διάταξη αυτή μέτρα διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου, δηλαδή, μεταξύ άλλων, απαγόρευση χορήγησης βεβαιώσεων ή πιστοποιητικών από Δ.Ο.Υ. για την κατάρτιση συμβολαιογραφικών πράξεων μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων, αναστολή απορρήτου καταθέσεων και τραπεζικών λογαριασμών και δέσμευση του 50% αυτών (σχετ. η υπ’ αριθ. 27637/1-11-2006 απόφαση του Διευθυντή της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης). Σχετικώς με τα εν λόγω μέτρα εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 1102439/14669/ΔΕ-Γ΄/12-3-2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με την οποία αποφασίστηκε η άρση αποκλειστικά και μόνον του μέτρου της δέσμευσης του 50% των καταθέσεων και των λογαριασμών του ενάγοντος στις τράπεζες και τα άλλα πιστωτικά ιδρύματα και, ακολούθως, το υπ’ αριθ. 2047/23-8-2007 αποδεικτικό ενημερότητας της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, με τον όρο ότι ισχύει μόνο για τη μεταβίβαση εταιρικών μεριδίων «με παρακράτηση 100% της αξίας αυτών», ώστε το παρακρατηθέν ποσό (10.000 ευρώ) να αποδοθεί στη Δ.Ο.Υ. για τον συμψηφισμό χρέους της εταιρείας «…». Εν συνεχεία, με την υπ’ αριθ. 2045/11-2-2008 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή Θεσσαλονίκης …, που εκδόθηκε σε εκτέλεση της υπ’ αριθ. 20334/207/18-7-2007 έγγραφης παραγγελίας του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση επί ενός ακινήτου ιδιοκτησίας του ενάγοντος για τις παραπάνω οφειλές. Εξάλλου, κατόπιν της υπ’ αριθ. 51/1-3-2007 εντολής τακτικού ελέγχου της Προϊσταμένης του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου, διενεργήθηκε έλεγχος φορολογίας εισοδήματος στην παραπάνω εταιρεία για τις διαχειριστικές περιόδους του χρονικού διαστήματος από 21-7-1999 έως 31-12-2005, στο πλαίσιο δε του ελέγχου αυτού κρίθηκε αναγκαία η διενέργεια γραφολογικής εξέτασης των κατασχεμένων φορολογικών στοιχείων, ώστε να διαπιστωθούν οι υποκρυπτόμενοι πραγματικοί εκδότες τους. Ακολούθως, ενώ ο ενάγων ενημερώθηκε από το Ειδικό Συνεργείο Ελέγχου ότι υπάρχει σοβαρή υπόνοια μη εμπλοκής του στις επίμαχες συναλλαγές (βλ. σελ. 6 της από 17-9-2010 έκθεσης ελέγχου Φ.Π.Α. του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου – σχετ. το υπ’ αριθ. 165/30-11-2009 έγγραφο), εκδόθηκαν οι 3022/18/396-α΄/31-8-2009 και 3022/18/418-δ΄/24-2-2010 εκθέσεις γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της Υποδιεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών Βορείου Ελλάδος, βάσει των οποίων διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία «…» εξέδωσε, κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1-1-2003 έως 31-12-2003, έντεκα (11) πλαστά τιμολόγια προς δύο (2) διαφορετικούς λήπτες και έξι (6) πλαστά και εικονικά τιμολόγια με λήπτη τον Γ.Σ. «…», κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1-1-2004 έως 31-12-2004, δύο (2) πλαστά και εικονικά τιμολόγια με λήπτη τον ίδιο Γυμναστικό Σύλλογο, υποκρυπτόμενοι εκδότες των οποίων ήταν ο … και ο … (βλ. σελ. 40, 41 και 44 της από 17-9-2010 έκθεσης ελέγχου Φ.Π.Α.) και ότι ο ενάγων ήταν παντελώς αμέτοχος στην έκδοση των συγκεκριμένων στοιχείων (βλ. σελ. 75 της από 17-9-2010 έκθεσης ελέγχου Φ.Π.Α.). Κατόπιν τούτου, συντάχθηκαν οι από 17-9-2010 εκθέσεις ελέγχου Κ.Β.Σ. και Φ.Π.Α. του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου, βάσει των οποίων ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης εξέδωσε σε βάρος της παραπάνω εταιρείας, μεταξύ άλλων: α) την υπ’ αριθ. 1156/13-10-2010 πράξη επιβολής προστίμου (κατ’ άρθρο 6 του ν. 2523/1997), ποσού 307.635,90 ευρώ, λόγω έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων κατά τη χρήση 2004 και β) τις υπ’ αριθ. 1166, 1167, 1168,1170/13-10-2010 πράξεις επιβολής προστίμων, ύψους 600 ευρώ έκαστο, λόγω υποβολής ανακριβούς εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α. για τις χρήσεις 2000, 2001, 2002 και 2003 αντίστοιχα (κατ’ άρθρο 4 του ν. 2523/1997). Τα ανωτέρω ποσά βεβαιώθηκαν με την υπ’ αριθ. 521/26-1-2011 ταμειακή βεβαίωση του Προϊσταμένου της ως άνω Δ.Ο.Υ., κατά της οποίας δεν ασκήθηκε ανακοπή. Ακολούθως, ο ενάγων, ο οποίος είχε ήδη αθωωθεί τελεσίδικα για το αδίκημα της έκδοσης εικονικών και πλαστών φορολογικών στοιχείων (σχετ. η υπ’ αριθ. 21477/2009 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης), κατέθεσε την από 23-3-2011 αγωγή ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, στρεφόμενος, μεταξύ άλλων, κατά του Γ.Σ. «…» και του …, λογιστή του ως άνω Γ.Σ., η οποία έγινε τελεσιδίκως δεκτή με την 346/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, με αποτέλεσμα να του επιδικαστεί το ποσό των 30.000 ευρώ για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης, με το σκεπτικό ότι δεν γνώριζε για την έκδοση των προαναφερόμενων πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων προς τον Γ.Σ. … και για την εν γένει παράνομη δράση των παραπάνω εναγομένων και ότι εξαιτίας αυτής (της παράνομης δράσης) ο ίδιος κατέστη «ποινικά και φορολογικά υπεύθυνος για τις παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας» και εμφανίστηκε να «οφείλει στο Δημόσιο συνολικά 1.865.221,52 ευρώ με αποτέλεσμα την εμπλοκή του σε μακροχρόνιο δικαστικό αγώνα. Επιπλέον, καταχωρήθηκε στην ‘‘Τειρεσίας Τραπεζικά Συστήματα Πληροφοριών Α.Ε.’’ … λήφθηκαν σε βάρος του μέτρα για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου … με αποτέλεσμα να πληγεί η επιχειρηματική φήμη και η εμπορική του πίστη». Στη συνέχεια, ο ενάγων υπέβαλε στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης τις υπ’ αριθ. 27428 και 27429/20-10-2011 αιτήσεις, με τις οποίες, επικαλούμενος την 2110/2011 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, ζήτησε την άρση των καταλογισμών, τη χορήγηση πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας και την επιστροφή του παρακρατηθέντος, με το υπ’ αριθ. 2047/23-8-2007 αποδεικτικό ενημερότητας, ποσού των 10.000 ευρώ, το τελευταίο δε αίτημα απορρίφθηκε ρητά με την υπ’ αριθ. 27429/2-11-2011 απάντηση του Προϊσταμένου της ως άνω φορολογικής αρχής. Περαιτέρω, στις 5-3-2012 ο ενάγων υπέβαλε νέα αίτηση για χορήγηση φορολογικής ενημερότητας, επικαλούμενος εκ νέου την παραπάνω απόφαση, ωστόσο και η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με την υπ’ αριθ. 6497/11-5-2012 απάντηση του Προϊσταμένου της ίδιας Δ.Ο.Υ., με την αιτιολογία ότι υπείχε ευθύνη για την καταβολή των βεβαιωθέντων με την υπ’ αριθ. 521/26-1-2011 ταμειακή βεβαίωση ποσών, υπό την ιδιότητά του ως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας «…», καθώς η 2110/2011 απόφαση αφορούσε μόνον τα ποσά που είχαν βεβαιωθεί με τις υπ’ αριθ. 7307, 7315 και 7338/2006 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης. Τούτων δοθέντων, ο ενάγων υπέβαλε, αφενός μεν, την υπ’ αριθ. 16053/7-6-2012 αίτηση, ζητώντας να του χορηγηθούν αντίγραφα των φύλλων ελέγχου και των πράξεων επιβολής προστίμων, αφετέρου δε, την υπ’ αριθ. 16446/12-6-2012 αίτηση, ζητώντας, κατ’ άρθρο 75 του τότε ισχύοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ Α’ 151), την ακύρωση των υπ’ αριθ. 1156, 1166, 1167, 1168 και 1170/13-10-2010 πράξεων επιβολής προστίμου, ισχυριζόμενος ότι ουδεμία ευθύνη φέρει για την καταβολή των παραπάνω οφειλών. Αμφότερες οι ανωτέρω αιτήσεις απορρίφθηκαν με την υπ’ αριθ. 16446/12-6-2012 αρνητική απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, η μεν πρώτη με την αιτιολογία ότι η χορήγηση στοιχείων του φορολογικού ελέγχου της ως άνω εταιρείας στον ενάγοντα, ήτοι σε πρώην διευθύνοντα σύμβουλο ή μέτοχο αυτής, ενέπιπτε στις διατάξεις περί φορολογικού απορρήτου, καθόσον, κατά τον χρόνο κοινοποίησης των οικείων φύλλων στις 20-10-2010, ο ενάγων δεν είχε την ιδιότητα του εκπροσώπου και διοικούντος την εν λόγω εταιρεία, αλλά ήταν τρίτο πρόσωπο, η δε δεύτερη διότι δεν συνέτρεχαν οι λόγοι ακύρωσης του άρθρου 75 του ν. 2238/1994. Κατά του τελευταίου σκέλους της εν λόγω αρνητικής απάντησης ο ενάγων άσκησε ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης την από 9-10-2012 προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε με την 881/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου (Τμήμα Ε’ – Τριμελές), με την αιτιολογία ότι ο ίδιος, ως αλληλεγγύως υπεύθυνος για την καταβολή των καταλογισθέντων σε βάρος της παραπάνω εταιρείας ποσών και μη δικαιούμενος σε άσκηση προσφυγής κατά των σχετικών καταλογιστικών πράξεων, παρά μόνο σε άσκηση ανακοπής κατά το άρθρο 217 του Κ.Δ.Δ., δεν περιλαμβανόταν μεταξύ των προσώπων των δυναμένων κατά το άρθρο 75 του ν. 2238/1994 να ζητήσουν την ακύρωση των συγκεκριμένων πράξεων. Η αίτηση αναίρεσης που ασκήθηκε κατά της εν λόγω απόφασης απορρίφθηκε με την 1775/2018 απόφαση της Επταμελούς Σύνθεσης του Β’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Στο μεταξύ, κατόπιν σχετικών εγκλήσεων του ενάγοντος, με τις οποίες ζητούσε την ποινική δίωξη και τιμωρία των … ή …, των νόμιμων εκπροσώπων του Γ.Σ. …και του…, λογιστή του ως άνω Γ.Σ. (σχετ. οι από 24-7-2007 και 8-12-2009 εγκλήσεις και το 1200/2012 Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης), με την υπ’ αριθ. 1541/2014 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης κηρύχθηκε αθώος ο…, ένοχος ο …για το γεγονός ότι κατήρτισε και χρησιμοποίησε πλαστά έγγραφα, στα οποία περιλαμβάνονται και τα επίδικα φορολογικά στοιχεία, ζημιώνοντας με τον τρόπο αυτό τον ενάγοντα, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να έχει φορολογικές οφειλές προς το Ελληνικό Δημόσιο ύψους περίπου 1.865.221,52 ευρώ και ένοχοι οι …και…, διότι χρησιμοποιήσαν τα ως άνω πλαστά έγγραφα, ζημιώνοντας με τον ίδιο τρόπο τον ενάγοντα. Εν συνεχεία, με την υπ’ αριθ. 22958/16-10-2015 αίτησή του, ο ενάγων αιτήθηκε τη χορήγηση σε εκείνον αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για την μεταβίβαση ακινήτου, ωστόσο η εν λόγω αίτηση απορρίφθηκε με την υπ’ αριθ. 22958/30-10-2015 αρνητική απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, με το αιτιολογικό ότι, βάσει του υπ’ αριθ. 20081/19-7-2007 εγγράφου του Δικαστικού Τμήματος, συνέτρεχε δέσμευση έκδοσης του ζητηθέντος αποδεικτικού λόγω της ευθύνης του ενάγοντος, ως Διευθύνοντος Συμβούλου αυτής, για την καταβολή των ποσών που είχαν καταλογιστεί σε βάρος της προαναφερόμενης εταιρείας. Κατά της συγκεκριμένης αρνητικής απάντησης ο ενάγων άσκησε την υπ’ αριθ. 25794/27-11-2015 ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.), η οποία απορρίφθηκε σιωπηρώς, ωστόσο η εν λόγω σιωπηρή απόρριψη και η υπ’ αριθ. 22958/30-10-2015 αρνητική απάντηση ακυρώθηκαν, κατ’ αποδοχή της από 22-3-2016 προσφυγής του ενάγοντος, δυνάμει της υπ’ αριθ. 158/2016 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου (Τμήμα ΙΕ’ – Προεδρική Διαδικασία), με το παρακάτω σκεπτικό: α) η εταιρεία «…» δεν είχε λυθεί και, ως εκ τούτου, μη νομίμως η διοίκηση επικαλέστηκε το υπ’ αριθ. 20081/19-7-2007 έγγραφο και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 10 του ν. 542/1977, που προϋποθέτει διάλυση της εταιρείας, για τη θεμελίωση της αλληλέγγυας ευθύνης του ενάγοντος, ως Προέδρου και Δ.Σ. αυτής, για τα χρέη της εταιρείας από φορολογία εισοδήματος, κατά το χρονικό διάστημα από 21-7-1999 έως 25-2-2004 που διήρκησε η θητεία του, β) ουδόλως προκύπτει από την αιτιολογία της πράξης αν οι οφειλόμενοι φόροι παρακρατήθηκαν ή εισπράχθηκαν από την ανωτέρω εταιρεία ή όχι, ώστε, αναλόγως της θετικής ή αρνητικής απάντησης, να μπορεί να ελεγχθεί από το Δικαστήριο αν ιδρύθηκε, κατά νόμο, ευθύνη του ενάγοντος ως ασκήσαντος καθήκοντα Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου αυτής, γ) δεν συντρέχει ευθύνη του ενάγοντος για τα χρέη της ως άνω εταιρείας που βεβαιώθηκαν σε βάρος αυτής με τις υπ’ αριθ. 7307, 7315 και 7338/2006 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, καθώς με την 2110/2011 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης κρίθηκε με δύναμη δεδικασμένου ότι αυτός δεν ευθύνεται προσωπικώς και αλληλεγγύως με την εταιρεία για την καταβολή των συγκεκριμένων χρεών και δ) δεν καθιδρύεται προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη του ενάγοντος για τα χρέη που καταλογίστηκαν σε βάρος της ίδιας ως άνω εταιρείας με τις υπ’ αριθ. 1156, 1166, 1167, 1168 και 1170/13-10-2010 καταλογιστικές πράξεις (σχετ. η υπ’ αριθ. 521/26-1-2011 πράξη ταμειακής βεβαίωσης), καθώς τα καταλογισθέντα ποσά αφορούν πρόστιμα Φ.Π.Α.. Υπό τα δεδομένα αυτά και κατ’ επίκληση των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 66 παρ. 29 του ν. 4646/2019 (ΦΕΚ Α’ 201), ο ενάγων υπέβαλε την υπ’ αριθ. 22268/23-12-2020 αίτηση προς τη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, ζητώντας να απαλλαγεί από την ευθύνη για τις οφειλές που βεβαιώθηκαν με την υπ’ αριθ. 521/26-1-2011 πράξη ταμειακής βεβαίωσης. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με την υπ’ αριθ. 22268/22-3-2021 απόφαση του Προϊσταμένου της ίδιας Δ.Ο.Υ., με την αιτιολογία ότι, όπως ήδη κρίθηκε με την υπ’ αριθ. 158/2016 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, δεν στοιχειοθετούνταν ευθύνη του ενάγοντος για τα παραπάνω χρέη, οπότε δεν τίθεται ζήτημα απαλλαγής του, κατ’ εφαρμογή των ως άνω διατάξεων του ν. 4646/2019. Τέλος, σε απάντηση στο από 31-8-2021 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του ενάγοντος, η Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης εξέδωσε το υπ’ αριθ. 3000/1-9-2021 αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για μεταβίβαση ακινήτου.
11. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή, όπως αναπτύσσεται με το από 10-1-2023 νομίμως κατατεθέν υπόμνημα, ο ενάγων ζητεί να του επιδικαστεί το ποσό των 140.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που ισχυρίζεται ότι υπέστη συνεπεία του γεγονότος ότι επί δεκατέσσερα (14) συναπτά έτη τα όργανα της φορολογικής διοίκησης παρανόμως απέδιδαν σε αυτόν προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη για χρέη της εταιρείας «…», τα οποία βεβαιώθηκαν αρχικά με τις υπ’ αριθ. 7307, 7315 και 7338/2006 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης και, ακολούθως, με την υπ’ αριθ. 521/26-1-2011 όμοια πράξη, με αποτέλεσμα την εμπλοκή του σε μακροχρόνιους και επίπονους δικαστικούς αγώνες, την επί μακρόν αδυναμία λήψης φορολογικής ενημερότητάς και την αποστέρηση της οικονομικής του ελευθερίας. Περαιτέρω, παραπονείται ότι η φορολογική διοίκηση προσπάθησε τεχνηέντως να απαλλάξει τον Γ.Σ. «…» από τις ευθύνες του για την έκδοση των ένδικων φορολογικών στοιχείων. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του προσκομίζει και επικαλείται, μεταξύ άλλων, τα κάτωθι στοιχεία: α) το υπ’ αριθ. 107/23-6-2008 έγγραφο της Οικονομικής Επιθεωρήτριας του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχων, με το οποίο προτείνεται η μη επιβολή προστίμων Κ.Β.Σ. στον Γ.Σ. «…» για λήψη και καταχώριση εικονικών και πλαστών τιμολογίων, με την αιτιολογία ότι οι εν λόγω παραβάσεις οφείλονταν σε άγνοια ή συγγνωστή πλάνη του Διοικητικού του Συμβουλίου, η δε τυχόν επιβολή προστίμων «δεν θα εξυπηρετήσει καμία σκοπιμότητα αλλά θα επηρεάσει δυσμενώς τις σχέσεις των φορολογουμένων οπαδών του συλλόγου με το κράτος και θα βλάψει το καλώς εννοούμενο συμφέρον του Δημοσίου» και β) την υπ’ αριθ. …ένορκη βεβαίωση της …ενώπιον της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης…, που ελήφθη νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 185 του Κ.Δ.Δ (σχετ. η υπ’ αριθ. 5493Ε/27-12-2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας…, αναφορικά με την επίδοση στον Υπουργό Οικονομικών της από 27-12-2022 κλήσης προς ένορκη εξέταση μάρτυρα), με την οποία η ανωτέρω μάρτυρας, λογίστρια του ενάγοντος κατά το κρίσιμο διάστημα, ουσιαστικά επιβεβαιώνει τα ιστορούμενα στην αγωγή και, περαιτέρω, δηλώνει ότι ήταν αδύνατο να είχαν εκδοθεί τα ένδικα πλαστά τιμολόγια από την εταιρεία «…», καθώς η τελευταία ουδέποτε προέβη στη θεώρηση στοιχείων, γεγονός που γνώριζε η φορολογική διοίκηση, ωστόσο αποφάσισε ανάλγητα, για τυπικούς λόγους, να θεωρήσει τον ενάγοντα αλληλεγγύως υπεύθυνο για χρέη εκατομμυρίων ευρώ, με αποτέλεσμα να υποστεί τεράστια οικονομική καταστροφή, να τρωθεί η επαγγελματική του φήμη και να εμπλακεί σε πολυετείς και πολυδάπανους δικαστικούς αγώνες ενώπιον των διοικητικών και των ποινικών δικαστηρίων.
12. Επειδή, αντιθέτως, το εναγόμενο, με την υπ’ αριθ. 2749/2-3-2023 έκθεση απόψεων και το από 9-3-2023 υπόμνημά του, ζητεί την απόρριψη της αγωγής ως αβάσιμης, άλλως την επιδίκαση του εύλογου ποσού των 1.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της επικαλούμενης από τον ενάγοντα ηθικής βλάβης. Ειδικότερα, προβάλλει, καταρχάς, ότι τα όργανα της φορολογικής διοίκησης χορήγησαν πολλές φορές πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας στον ενάγοντα, κατ’ αποδοχή σχετικών αιτημάτων του, καθώς επίσης και ότι ο ενάγων ουδόλως αμφισβήτησε τη νομιμότητα της υπ’ αριθ. 6497/11-5-2012 αρνητικής απάντησης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης επί της από 5-3-2012 αίτησης αυτού για χορήγηση πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας, ενώ, περαιτέρω, η προσφυγή του κατά της υπ’ αριθ. 16446/12-6-2012 αρνητικής απάντησης του Προϊσταμένου της ίδιας Δ.Ο.Υ., σχετικά με την ακύρωση των υπ’ αριθ. 1156, 1166, 1167, 1168 και 1170/13-10-2010 πράξεων επιβολής προστίμου απορρίφθηκε αμετάκλητα. Επιπρόσθετα, το Ελληνικό Δημόσιο υποστηρίζει ότι ο ενάγων ουδεμία βλάβη υπέστη από τις προαναφερόμενες πράξεις της φορολογικής διοίκησης, δοθέντος ότι δεν ασκήθηκε σε βάρος του ποινική δίωξη, ούτε ελήφθη κάποιο μέτρο εκτέλεσης σε βάρος της περιουσίας του για τις οφειλές που βεβαιώθηκαν με την υπ’ αριθ. 521/26-1-2011 ταμειακή βεβαίωση, οπότε ουδόλως επηρεάστηκε η οικονομική του δραστηριότητα. Τέλος, το εναγόμενο ισχυρίζεται ότι η υπ’ αριθ. 22268/22-3-2021 απόφαση του Προϊσταμένου της παραπάνω Δ.Ο.Υ. είναι νόμιμη, καθώς δεν ήταν δυνατή, εν προκειμένω, η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 66 παρ. 29 του ν. 4646/2019. Προς απόδειξη των παραπάνω ισχυρισμών του, το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο προσκομίζει και επικαλείται, μεταξύ άλλων, τα υπ’ αριθ. 2017/2-9-2010, 46/12-1-2011, 1465/5-7-2011 και 3000/1-9-2021 αποδεικτικά φορολογικής ενημερότητας, που εκδόθηκαν στο όνομα του ενάγοντος.
13. Επειδή, το Δικαστήριο λαμβάνει, καταρχάς, υπόψη, αφενός μεν, ότι με την 2110/2011 απόφασή του (Τμήμα Θ’ – Μονομελές) κρίθηκε με δύναμη δεδικασμένου (σχετ. η υπ’ αριθ. 15683/21-6-2016 βεβαίωση της γραμματέως του ανωτέρω τμήματος Σουλτάνας Λουλούδη) ότι μη νομίμως η διοίκηση υπέλαβε ότι συντρέχει προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη του ενάγοντος για τα χρέη της εταιρείας «…», που βεβαιώθηκαν σε βάρος της με τις υπ’ αριθ. 7307, 7315 και 7338/2006 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, αφετέρου δε, ότι με την 158/2016 απόφασή του (Τμήμα ΙΕ’ – Προεδρική Διαδικασία), κρίθηκε, ομοίως με δύναμη δεδικασμένου (άρθρο 6 παρ. 2 περ. δ’ Κ.Δ.Δ., όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο), μεταξύ άλλων, ότι α) παρανόμως η διοίκηση θεώρησε τον ενάγοντα προσωπικώς και αλληλεγγύως υπεύθυνο, υπό την ιδιότητα του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της εν λόγω εταιρείας κατά το διάστημα από 21-7-1999 έως 25-2-2004, για τα χρέη της εταιρείας αυτής από φορολογία εισοδήματος και β) δεν καθιδρύεται προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη του ενάγοντος για τα χρέη που καταλογίστηκαν σε βάρος της ανωτέρω εταιρείας με τις υπ’ αριθ. 1156, 1166, 1167, 1168 και 1170/13-10-2010 καταλογιστικές πράξεις της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης (σχετ. η υπ’ αριθ. 521/26-1-2011 ταμειακής βεβαίωσης της ίδιας Δ.Ο.Υ.). Το δεδικασμένο που απορρέει από τις ως άνω αποφάσεις δεσμεύει το παρόν Δικαστήριο, το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 80 παρ. 2 Κ.Δ.Δ., δεν δύναται να εξετάσει παρεμπιπτόντως την παρανομία στην οποία ο ενάγων θεμελιώνει τις ένδικες αξιώσεις του, ήτοι τη μη νόμιμη αναγνώριση προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης για τα βεβαιωθέντα με τις προαναφερόμενες ταμειακές βεβαιώσεις χρέη της ανωτέρω εταιρείας. Υπό τα δεδομένα αυτά και λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη συμπεριφορά των αρμόδιων οργάνων της φορολογικής διοίκησης (πρωτίστως της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης) εκκίνησε το έτος 2006, χρονολογία κατά την οποία εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 27637/1-11-2006 απόφαση για τη λήψη μέτρων διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου (άρθρο 14 του ν. 2523/1997) και συνεχίστηκε έως το έτος 2016, οπότε δημοσιεύτηκε η 158/2016 δικαστική απόφαση, το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας την 364/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε επί αγωγής του ενάγοντος κατά (και) του Γ.Σ. «…», με την οποία κρίθηκε τελεσίδικα, μεταξύ άλλων, ότι αυτός ουδέν γνώριζε για την έκδοση των ένδικων πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων, κρίνει ότι, συνεπεία της κατά τα ανωτέρω επί δέκα (10) συναπτά έτη συντελούμενης παρανομίας, ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη, συνιστάμενη στη μείωση της προσωπικότητάς του, στον κλονισμό της επαγγελματικής αξιοπιστίας του, αλλά και στην έντονη στεναχώρια και ψυχική ταλαιπωρία στην οποία υποβλήθηκε, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, προεχόντως συνεπεία της εμπλοκής του σε πολυετείς δικαστικούς αγώνες. Εξάλλου, η ένδικη αξίωση δεν δύναται να θεμελιωθεί στην υπ’ αριθ. 22268/22-3-2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, καθώς η πράξη αυτή δεν συνδέεται με την πρόκληση, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, ηθικής βλάβης στον ενάγοντα, δοθέντος ότι, όπως διαλαμβάνεται στο σώμα της, ο ανωτέρω δεν υπέχει προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη για τα βεβαιωθέντα με την υπ’ αριθ. 521/26-1-2011 ταμειακή βεβαίωση χρέη, σε κάθε περίπτωση δε, ικανοποιήθηκε το σχετικό αίτημά του για χορήγηση βεβαίωσης φορολογικής ενημερότητας (σχετ. το υπ’ αριθ. 3000/1-9-2021 αποδεικτικό). Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ενάγων δικαιούται να λάβει χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την ανωτέρω αιτία (μη νόμιμη επί πολλά έτη απόδοση συνευθύνης για τα προαναφερόμενα χρέη της εταιρείας «…»), το ύψος της οποίας πρέπει να καθοριστεί, λαμβάνοντας υπόψη το είδος, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παρανομίας των οργάνων της φορολογικής διοίκησης και τις γενικότερες περιστάσεις της υπόθεσης, στο εύλογο και προσήκον ποσό των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ, κατά μερική αποδοχή του σχετικού αιτήματός του.
14. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ, εντόκως, με το επιτόκιο που ορίζεται στο άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 4607/2019 (ΦΕΚ Α’ 65), από την επίδοση της αγωγής (20-10-2021 – σχετ. η υπ’ αριθ. 2218Ε’/20-10-2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Σταυρούλας Μανωλάκου), ενώ τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της μερικής νίκης και ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. γ’ Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Αναγνωρίζει την υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Η διάσκεψη πραγματοποιήθηκε εξ αποστάσεως με τη χρήση υπηρεσιακών ηλεκτρονικών μέσων στις 5-7-2024 με τη σύνθεση που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και η απόφαση δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 22-7-2024 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με την εξής σύνθεση: Σοφία Σαββοπούλου, Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ., Άλκηστη Σιάρκου, Σωτήριος – Αιμίλιος Τσούγκος, Πρωτοδίκες Δ.Δ., λόγω μετακίνησης της Πρωτοδίκη Δ.Δ. Ναταλίας – Ελένης Γρηγοριάδου στο Η’ Τμήμα του παρόντος Δικαστηρίου.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ