Γεώργιος Πλαγάκος
Εφέτης
Διάγραμμα μελέτης
1. Εισαγωγικά.
2. Το πεδίο ρύθμισης – μεταβατικό δίκαιο.
3. Το περιεχόμενο της ανάρτησης.
4. Τι καταλαμβάνει η τριακονθήμερη προθεσμία.
5. Η ενιαία και η τμηματική ανάρτηση.
6. Η παραβίαση διάταξης και η επέλευση ακυρότητας.
7. Η σχέση της προθεσμίας με την ανακοπή του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ.
8. Σχόλια επί της αιτιολογικής έκθεσης.
α. Σε σχέση με την ανακοπή του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ.
β. Λοιπά σχόλια.
9. Η αναστολή της προθεσμίας κατά τον μήνα Αύγουστο.
10. Κατακλείδα – Η αποτίμηση της νεοπαγούς ρύθμισης.
1. Εισαγωγικά.
Με το άρθρο 45 παρ.1 ν.5134/2020 (ΦΕΚ 146Α΄/11.9.2024) προστέθηκε στο άρθρο 995 παρ.4 ΚΠολΔ δέκατο εδάφιο, το περιεχόμενο του οποίου έχει ως εξής: «Εκτός των ανωτέρω πληροφοριακών στοιχείων, ο δικαστικός επιμελητής συγκεντρώνει και όποια άλλα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα ενδεικτικά της αξίας του κατασχεμένου ακινήτου, όπως οικοδομικές άδειες, τοπογραφικά διαγράμματα και κατόψεις, και τα παραδίδει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού ο οποίος τα αναρτά στην ίδια ως άνω ιστοσελίδα το αργότερο τριάντα (30) ημέρες προ του πλειστηριασμού». Δεν καταργήθηκε αλλά εξακολουθεί να ισχύει το προϋπάρχον ένατο εδάφιο της ιδίας παραγράφου, σύμφωνα με το οποίο, «Τα πληροφοριακά στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, καθώς και η έκθεση του πιστοποιημένου εκτιμητή και οι φωτογραφίες αναρτώνται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού στο ηλεκτρονικό σύστημα πλειστηριασμού». Επίσης, προστέθηκε και ενδέκατο (τελευταίο) εδάφιο στην ίδια παράγραφο, σύμφωνα με το οποίο, όλες οι αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες και οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να χορηγούν στον δικαστικό επιμελητή τα έγγραφα αυτά. Δεν θα ασχοληθούμε με το εδάφιο αυτό, διότι άπτεται μόνον εμμέσως της αναγκαστικής εκτέλεσης και δεν πιθανολογείται ότι θα δημιουργηθεί από το εδάφιο αυτό κάποιο ερμηνευτικό ζήτημα. Η παρ.1 του άρθρου 995 υπό το νέο περιεχόμενό της ισχύει από 1.12.2024. Αυτό ορίζεται στο άρθρο 45 παρ.2 ν.5134/2024.
2. Το πεδίο ρύθμισης – μεταβατικό δίκαιο.
Από την παραπάνω μεταβατικού δικαίου διάταξη, ότι δηλαδή η παρ.1 του άρθρου 995 υπό το νέο περιεχόμενό της ισχύει από 1.12.2024, αναφύεται ο προβληματισμός αν το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ υπό το νέο περιεχόμενό του ισχύει για τις διαδικασίες της αναγκαστικής εκτέλεσης που άρχισαν με την επίδοση της κατ’ άρθρο 924 ΚΠολΔ επιταγής από 1.12.2024 και έπειτα ή μήπως και για τις διαδικασίες που ήδη είχαν αρχίσει πριν από αυτή την ημερομηνία. Κατά την άποψη του γράφοντος, το νέο εδάφιο καταλαμβάνει όχι μόνο τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης που ξεκίνησαν από 1.12.2024 αλλά και όσες είχαν ήδη ξεκινήσει και την 1.12.2024 απέμενε χρόνος τουλάχιστον τριάντα ημερών προ του πλειστηριασμού, ώστε να είναι εφικτή η τήρηση όσων ορίζονται με τη νέα διάταξη. Αντίθετα, δεν καταλαμβάνονται οι διαδικασίες της αναγκαστικής εκτέλεσης, στις οποίες την 1.12.2024 ο μέχρι τον πλειστηριασμό απομένων χρόνος ήταν μικρότερος των τριάντα ημερών και επομένως η τήρηση της νέας διάταξης ήταν νομικά αδύνατη. Η αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή το προστεθέν δέκατο εδάφιο καταλαμβάνει μόνο τις διαδικασίες της αναγκαστικής εκτέλεσης που άρχισαν από 1.12.2024 και έπειτα, τελεί σε αντίθεση με τη γραμματική διατύπωση του άρθρου 45 παρ.2 ν.5134/2025, στο οποίο ορίζεται ότι η νέα ρύθμιση ισχύει από την ως άνω ημερομηνία χωρίς να διακρίνει μεταξύ των υπαρχουσών και των μελλοντικών διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης. Του νομοθέτη μη διακρίνοντος ούτε ο εφαρμοστής του δικαίου δύναται να διακρίνει και επομένως, το δέκατο εδάφιο του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ καταλαμβάνει αδιακρίτως όλες τις διαδικασίες αναγκαστικής, δηλαδή και όσες επισπεύσθηκαν προ της 1.12.2024, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι κατά την ημερομηνία αυτή ήταν ακόμη χρονικά δυνατή η τήρηση των διατυπώσεων της νέας ρύθμισης. Η ανάρτηση συνεχίζει και υπό το ισχύον μετά την 1.12.2025 περιεχόμενό της να γίνεται στα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμού (ΗΛ.ΣΥ. ΠΛΕΙΣ.). Αυτό δεν ορίζεται στο προστεθέν δέκατο κεφάλαιο του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ αλλά προκύπτει από το συνδυασμό του εδαφίου αυτού με το προηγούμενο, δηλαδή το ένατο εδάφιο της ιδίας παραγράφου, στην οποία ορίζεται ότι τα πληροφοριακά στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, η έκθεση του πιστοποιημένου εκτιμητή και οι φωτογραφίες αναρτώνται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού στο ηλεκτρονικό σύστημα πλειστηριασμού. Το δέκατο εδάφιο αποτελεί νοηματική συνέχεια του ενάτου εδαφίου, διότι συμπληρώνει το περιεχόμενο της ανάρτησης με επιπλέον στοιχεία, όπως άλλωστε προκύπτει και από το περιεχόμενο της αιτιολογικής έκθεσης του ν. 5134/2024. Το ότι στα νομοθετικά κείμενα άλλοτε χρησιμοποιείται ο ενικός (ηλεκτρονικό σύστημα πλειστηριασμού) και άλλοτε ο πληθυντικός (ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμού) αριθμός μάλλον δεν δημιουργεί σύγχυση και δεν είναι άξιο σχολιασμού.
3. Το περιεχόμενο της ανάρτησης.
Ως προς το περιεχόμενο της ανάρτησης σημειωτέα τα εξής. Σύμφωνα με την προηγούμενη μορφή του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ, αναρτητέα από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού ήταν τα πληροφοριακά στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, η έκθεση του πιστοποιημένου εκτιμητή και οι φωτογραφίες του κατασχεθέντος. Πλέον το περιεχόμενο της ανάρτησης διευρύνθηκε. Εκτός των ανωτέρω (εδ.θ΄ και περαιτέρω γ΄ της παραπάνω παραγράφου), πλέον ο νόμος επιτάσσει την ανάρτηση εγγράφων ενδεικτικών της αξίας του ακινήτου, όπως οικοδομικών αδειών, τοπογραφικών διαγραμμάτων και κατόψεων, τα οποία συγκεντρώνει ο δικαστικός επιμελητής και παραδίδει στον συμβολαιογράφο. Από τη γραμματική διατύπωση του νέου (δέκατου) εδαφίου «… ο δικαστικός επιμελητής συγκεντρώνει και όποια1 άλλα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα ενδεικτικά της αξίας του κατασχεμένου ακινήτου, όπως οικοδομικές άδειες, τοπογραφικά διαγράμματα και κατόψεις…» προκύπτει αβίαστα ότι η διάταξη αυτή, σύμφωνα με την οποία ο δικαστικός επιμελητής συγκεντρώνει και παραδίδει στον συμβολαιογράφο τα στοιχεία και έγγραφα σχετικά με την αξία του κατασχεθέντος, δεν είναι επιτακτικού περιεχομένου. Σε αυτή τη διαπίστωση άγει η χρήση της φράσης όποια άλλα, η οποία υποδηλώνει το ενδεχόμενο και όχι τη βεβαιότητα της ύπαρξης αυτών των στοιχείων και εγγράφων, και παρακάτω της λέξης όπως, από την οποία συνάγεται η ενδεικτική μνεία τους στον νόμο. Από το σύνολο του περιεχομένου της διάταξης προκύπτει ότι είναι πιθανόν ο δικαστικός επιμελητής να μην κατορθώσει να εντοπίσει έγγραφα ενδεικτικά της αξίας του κατασχεμένου ακινήτου ούτε οικοδομική άδεια, τοπογραφικό διάγραμμα ή κάτοψή του. Επίσης, είναι πιθανό να εντοπίσει και να παραδώσει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού ορισμένα εξ αυτών ή και άλλα πλην των ανωτέρω στοιχείων και εγγράφων. Επομένως, το περιεχόμενο της ανάρτησης του εδ.ι΄ του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ δεν είναι αυστηρά καθορισμένο, σε αντίθεση με τα αναρτώμενα στοιχεία του προηγούμενου εδαφίου (εδ.θ΄), τα οποία απαριθμούνται περιοριστικά.
4. Τι καταλαμβάνει η τριακονθήμερη προθεσμία.
Η προθεσμία των τριάντα ημερών προ του πλειστηριασμού, εντός της οποίας ο υπάλληλος του πλειστηριασμού πρέπει να προβεί στην ανάρτηση του άρθρου 995 παρ.4 εδ.ι΄ ΚΠολΔ δεν υπήρχε στον νόμο και θεσπίσθηκε το πρώτον με το άρθρο 45 ν.5134/2024. Ανακύπτει το ζήτημα αν η προθεσμία αυτή ισχύει μόνο για τα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα του δέκατου εδαφίου ή μήπως καταλαμβάνει και όσα αναφέρονται στο προηγούμενο (ένατο) εδάφιο, δηλαδή και την ανάρτηση των πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης (το περιεχόμενό του ορίζεται στο εδ.γ΄ του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ), της έκθεσης του πιστοποιημένου εκτιμητή και των φωτογραφιών του κατασχεθέντος, τα οποία επίσης αναρτώνται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. Αυτό το ζήτημα, συμπλέκεται με το ερώτημα, ποιά είναι η σχέση της ανάρτησης αυτής με το περιεχόμενο του άρθρου 5 της Υ.Α. 41756/2017 (ΦΕΚ 1884Β΄/30.5.2017). Σύμφωνα με το άρθρο αυτό της Υ.Α. «Ο συμβολαιογράφος αναρτά στην ιστοσελίδα των ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. την αναγγελία διενέργειας πλειστηριασμού κατά τα οριζόμενα στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η αναγγελία περιέχει υποχρεωτικά τα ακόλουθα πεδία: ονοματεπώνυμο και πλήρη στοιχεία επικοινωνίας του συμβολαιογράφου, αντικείμενο, ημερομηνία διενέργειας και τιμή πρώτης προσφοράς του πλειστηριασμού, ποσό εγγύησης, καθώς και τον υπερσύνδεσμο προς την ιστοσελίδα του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ όπου έχει αναρτηθεί η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Με την αναγγελία μπορούν να προσαρτώνται φωτογραφίες του αντικειμένου που εκπλειστηριάζεται και κάθε σχετικό έγγραφο που βρίσκεται στην κατοχή του συμβολαιογράφου». Η ανάρτηση που θεσπίσθηκε με το άρθρο 45 παρ.1 ν.5134/2024 δεν είναι διαφορετική από την ανάρτηση, στην οποία αναφέρεται η παραπάνω Υ.Α. Ήδη επί αρκετά χρόνια, μετά την ψήφιση του ν.4472/2017, γινόταν δεκτό ότι το περιεχόμενο του άρθρου 5 της Υ.Α. 41756/2017 συμπλήρωνε τη διάταξη του άρθρου 959 παρ.3 ΚΠολΔ (πλειστηριασμός κινητών πραγμάτων), στο οποίο ορίζεται ότι τα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμού περιέχουν όλα τα πληροφοριακά στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης. Επομένως, η ανάρτηση του συμβολαιογράφου στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. κατ’ άρθρο 959 παρ.3 ΚΠολΔ έπρεπε να περιέχει σωρευτικά τα στοιχεία του άρθρου 955 παρ.2 εδ.β΄ ΚΠολΔ (περιεχόμενο αποσπάσματος κατασχετήριας έκθεσης) και του άρθρου 5 της προαναφερθείσας Υ.Α. Το ίδιο συνέβαινε και επί κατασχέσεως και πλειστηριασμού ακινήτων (άρθρο 995 παρ.4 ΚΠολΔ), μόνο που σε αυτή την περίπτωση το περιεχόμενο του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης δεν ορίζεται στο άρθρο 955 παρ.2 εδ.β΄ αλλά στο άρθρο 995 παρ.4 εδ.γ΄ ΚΠολΔ2. Ελλείψει νομοθετικά οριζόμενης προθεσμίας είτε στον ΚΠολΔ είτε στην Υ.Α. 41756/2017 είχαν προταθεί διάφορες λύσεις και ως ορθότερη θεωρήθηκε η κατ’ αναλογία εφαρμογή του άρθρου 208 παρ.1 ν.4512/2018, με το οποία αντικαταστάθηκε το άρθρο 60 ν.4472/2017, οπότε η προθεσμία της ανάρτησης εκ μέρους του συμβολαιογράφου στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. άρχιζε από την εκ μέρους του δικαστικού επιμελητή ανάρτηση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης στην ιστοσελίδα δημοσίευσης πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του e-ΕΦΚΑ και τελείωνε δέκα εργάσιμες ημέρες πριν την ημερομηνία διενέργειας του πλειστηριασμού3. Με την προσθήκη της νέας διάταξης, δηλαδή του δέκατου (ι΄) εδαφίου στο άρθρο 995 παρ.4 ΚΠολΔ, δεν προστίθεται η υποχρέωση μιας επιπλέον ανάρτησης αλλά προστίθενται μόνο νέα στοιχεία στην ήδη οριζόμενη εκ του νόμου ανάρτηση και θεσπίζεται η προθεσμία ανάρτησής τους. Αυτό προκύπτει από την ανάγνωση της αιτιολογικής έκθεσης του ν.5134/2024 (άρθρο 45, σελ.105 της έκθεσης), σύμφωνα με την οποία «Με την αξιολογούμενη ρύθμιση επεκτείνεται η ήδη ισχύουσα πρόβλεψη και σε άλλα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα, ενδεικτικά της αξίας του κατασχεμένου ακινήτου, όπως …». Στην αιτιολογική έκθεση δεν γίνεται λόγος για χωριστή προθεσμία, ήτοι τριάντα ημερών, μόνο για την ανάρτηση των στοιχείων και εγγράφων του νεοπαγούς εδ.ι΄ της παρ.4 του άρθρου 995 ΚΠολΔ, σε σχέση με την προθεσμία ανάρτησης των λοιπών στοιχείων, η οποία οριζόταν ήδη εκ του νόμου (εδ.θ΄), ήτοι των πληροφοριακών στοιχείων, που περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, της έκθεσης του πιστοποιημένου εκτιμητή και των φωτογραφιών του κατασχεθέντος ακινήτου. Δηλαδή στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου 45 ν.5134/2024 δεν γίνεται διάκριση σε επιμέρους προθεσμίες ανάρτησης. Αντίθετα, επειδή ο νομοθέτης αναγνώρισε το κενό νόμου, το οποίο πληρωνόταν ερμηνευτικά κατά τον προεκτεθέντα τρόπο (κατ’ αναλογία εφαρμογή του άρθρου 208 παρ.1 ν.4512/2018), όρισε στον ΚΠοΛΔ συγκεκριμένη προθεσμία για την ανάρτηση του συμβολαιογράφου στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ., η οποία πλέον ισχύει για όλα τα στοιχεία της ανάρτησης είτε αυτά ορίζονται στο προϋπάρχον ένατο είτε στο προστεθέν δέκατο εδάφιο της παρ.4 του άρθρου 995 ΚΠολΔ. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε και από την αιτιολογία του ορισμού της συγκεκριμένης προθεσμίας, ήτοι αυτής των τριάντα ημερών προ του πλειστηριασμού και όχι διαφορετικής. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση η θεσπιζόμενη προθεσμία των τριάντα ημερών εναρμονίζεται με την προθεσμία για την άσκηση της ανακοπής του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ με αίτημα τη διόρθωση της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, η οποία είναι απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί το αργότερο δεκαπέντε εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Σύμφωνα με τον νομοθέτη, χάρη στη νέα προθεσμία ο έχων έννομο συμφέρον να ασκήσει την ανακοπή θα διαθέτει τον αναγκαίο χρόνο εξέτασης όλων των στοιχείων, προκειμένου να εκτιμήσει αν πρέπει να την ασκήσει ή όχι. Τα στοιχεία αυτά, τα οποία χρήζουν μελέτης για την άσκηση της ανακοπής του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ δεν είναι μόνο όσα θεσπίζονται το πρώτον ως περιεχόμενο της ανάρτησης σύμφωνα με το δέκατο εδάφιο της ως άνω παραγράφου αλλά και όσα ήταν ήδη αντικείμενο ανάρτησης, σύμφωνα με το ένατο εδάφιο της ιδίας παραγράφου, ήτοι τα πληροφοριακά στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, η έκθεση του πιστοποιημένου εκτιμητή και οι φωτογραφίες του κατασχεθέντος. Μάλιστα, τα στοιχεία αυτά και δη τμήμα του περιεχομένου του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης (περιγραφή του κατασχεθέντος ακινήτου κατά το είδος, τη θέση, τα όρια και την έκτασή του, με τα συστατικά και όσα παραρτήματα συγκατάσχονται) και η έκθεση του πιστοποιημένου εκτιμητή είναι ουσιωδέστερα για την αντίκρουση της αξίας, στην οποία εκτιμήθηκε το κατασχεθέν και συνακόλουθα της τιμής πρώτης προσφοράς από ότι είναι η οικοδομική άδεια, το τοπογραφικό διάγραμμα και οι κατόψεις. Εφ’ όσον λοιπόν ο νομοθετικός σκοπός, για τον οποίον ορίσθηκε η παραπάνω προθεσμία, είναι η παροχή ικανού χρόνου στους έχοντες έννομο συμφέρον, προκειμένου να μελετήσουν τα αναρτηθέντα στοιχεία, δυνάμει των οποίων θα εκτεθεί στον πλειστηριασμό το ακίνητο, ώστε να αποφασίσουν αν θα ασκήσουν την κατ’ άρθρο 954 παρ.4 ΚΠολΔ ανακοπή, είναι προφανές ότι η ίδια προθεσμία πρέπει να υπάρχει και για την ανάρτηση των εξ ίσου ή και πιο σημαντικών στοιχείων, που ορίζονται στο ένατο εδάφιο της ίδιας παραγράφου. Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι η εξέταση του ζητήματος από κάθε άποψη οδηγεί στην ίδια κρίση, ότι δηλαδή η προθεσμία των τριάντα ημερών (όχι εργάσιμων) προ του πλειστηριασμού ισχύει για την ανάρτηση όλων των στοιχείων και εγγράφων, ανεξαρτήτως του εδαφίου της παρ.4, στα οποία αυτά αναγράφονται.
5. Η ενιαία και η τμηματική ανάρτηση.
Διαφορετικό από την τήρηση της προθεσμίας είναι το ζήτημα, αν ο υπάλληλος του πλειστηριασμού υποχρεούται να αναρτήσει στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. ταυτόχρονα όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο ένατο και δέκατο εδάφιο του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ ή εάν έχει την ευχέρεια να τα αναρτήσει τμηματικά. Στον νόμο δεν ορίζεται υποχρέωση ταυτόχρονης ανάρτησης όλων των στοιχείων και επομένως, ο συμβολαιογράφος δύναται να προβεί σε πρώτη και συμπληρωματική ή συμπληρωματικές αναρτήσεις. Αυτό μπορεί να καταστεί αναγκαίο χαρακτηριστικά στις εξής περιπτώσεις: α) Ο συμβολαιογράφος λαμβάνει από τον δικαστικό επιμελητή τα προς ανάρτηση πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα και τα αναρτά εγκαίρως πλην όμως μετά την ανάρτηση ο δικαστικός επιμελητής εντοπίζει, λαμβάνει και παραδίδει στον συμβολαιογράφο ένα ή περισσότερα στοιχεία, τα οποία για οποιοδήποτε λόγο, π.χ. ο δικαστικός επιμελητής δεν γνώριζε την ύπαρξή τους, δεν συμπεριλαμβάνονται στα αναρτηθέντα. β) Ο δικαστικός επιμελητής παραδίδει στον συμβολαιογράφο τα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα πλην όμως από παραδρομή του τελευταίου δεν συμπεριλαμβάνονται όλα στην ανάρτηση, δηλαδή η ανάρτηση είναι ελλιπής. γ) Ο δικαστικός επιμελητής παραδίδει στον συμβολαιογράφο τα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα πλην όμως από παραδρομή του τελευταίου ορισμένα από αυτά που αναρτώνται προέρχονται από άλλη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, δηλαδή η ανάρτηση είναι εσφαλμένη. Στις παραπάνω περιπτώσεις απαιτείται συμπληρωματική ή και διορθωτική ανάρτηση. Είναι αυτονόητο ότι επί τμηματικών αναρτήσεων πρέπει η προθεσμία των τριάντα ημερών προ του πλειστηριασμού να τηρηθεί για όλες τις αναρτήσεις, δηλαδή και για την τελευταία εξ αυτών. Μάλλον είναι δυσχερές να ευδοκιμήσει λόγος ανακοπής, σύμφωνα με τον οποίο η εκ μέρους του συμβολαιογράφου ανάρτηση των πληροφοριακών στοιχείων και εγγράφων του άρθρου 995 παρ.4 εδ.θ΄ και ι΄ ΚΠολΔ στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. δεν έγινε ενιαία αλλά τμηματικά.
6. Η παραβίαση της διάταξης και η επέλευση ακυρότητας.
Η μη τήρηση της νέας διάταξης του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ, δηλαδή του εδ.ι΄ της παραγράφου αυτής, μπορεί να θεμελιώσει λόγο ακυρότητας του πλειστηριασμού λόγω μη τήρησης της νόμιμης προδικασίας, κατ’ ευδοκίμηση ανακοπής ασκούμενης κατ’ άρθρα 933-934 παρ.1β΄ ΚΠολΔ, μόνο με την επίκληση και απόδειξη βλάβης, μη δυνάμενης να αποκατασταθεί αλλιώς παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας (άρθρο 159 περ.3 ΚΠολΔ), διότι η τήρησή αυτής της διαδικαστικής διατύπωσης δεν συνοδεύεται στον νόμο με απειλή ακυρότητας, ούτε ευθέως ούτε με ισοδύναμη επιτακτική διατύπωση. Χαρακτηριστική είναι η αντίθεση με το εδ.στ΄ της ιδίας παραγράφου, η οποία αναφέρεται στη διαδικασία των πέντε πρώτων εδαφίων της ιδίας παραγράφου και σύμφωνα με την οποία ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις των προηγούμενων εδαφίων, διαφορετικά είναι άκυρος. Η έλλειψη κύρωσης στο κείμενο του νόμου για την περίπτωση μη ανάρτησης ή εκπρόθεσμης ανάρτησης των πληροφοριακών στοιχείων και εγγράφων στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. δεν οφείλεται σε παραδρομή αλλά σε ηθελημένη νομοθετική επιλογή, η οποία, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ν.5134/2024, πηγάζει από την αντίληψη ότι η απειλή ακυρότητας θα καθιστούσε ακόμη πιο πολύπλοκη τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, προοπτική ανεπιθύμητη για τον νομοθέτη. Άλλωστε, εφ’ όσον είναι αβέβαιο το εάν και άγνωστο το πόσα και ποια πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα ενδεικτικά της αξίας του ακινήτου θα κατορθώσει να συγκεντρώσει ο δικαστικός επιμελητής και να τα παραδώσει στον συμβολαιογράφο, πρόκειται για διάταξη ήπιας ισχύος, η οποία ως εκ του περιεχομένου της δεν είναι ευχερώς νοητό να εξοπλίζεται με ακυρότητα χωρίς την επίκληση και απόδειξη βλάβης. Τα ίδια ως άνω ισχύουν τόσο όταν ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι είναι ελλιπές το περιεχόμενο της ανάρτησης του συμβολαιογράφου, πράγμα που όμως είναι δυσχερές, όπως διαπιστώσαμε λόγω της αβεβαιότητας για την ύπαρξη αυτών των στοιχείων και εγγράφων και του ενδεικτικού χαρακτήρα τους, όσο και όταν ισχυρίζεται παραβίαση της προθεσμίας των τριάντα ημερών, δηλαδή ότι η ανάρτηση έγινε σε χρόνο μεταγενέστερο της τριακοστής ημέρας προ του πλειστηριασμού υπό την επιφύλαξη όσων αναπτύσσονται στη μεθεπόμενη παράγραφο για την αναστολή της προθεσμίας κατά τον μήνα Αύγουστο. Ενδεχομένως εκ πρώτης όψεως οι δύο περιπτώσεις να φαίνονται διαφορετικές αλλά το περιεχόμενο των κρίσιμων διατάξεων συνηγορεί υπέρ της ενιαίας αντιμετώπισής τους. Βεβαίως, στη δεύτερη περίπτωση, όταν δηλαδή ο ανακόπτων αιτείται την ακυρότητα λόγω του ελλιπούς περιεχομένου της ανάρτησης, οφείλει μεταξύ των άλλων να επικαλεστεί με ορισμένο τρόπο και αποδείξει ότι τα ενδεικτικά της αξίας του ακινήτου πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα υπήρχαν και ότι ο δικαστικός επιμελητής μπορούσε να έχει πρόσβαση σε αυτά, απευθυνόμενος στην αρμόδια δημόσια υπηρεσία ή συμβολαιογράφο (εδ.ια΄ του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ).
Πλέον της ακυρότητας του πλειστηριασμού, που εξετάσθηκε στην παραπάνω παράγραφο, τίθεται το ζήτημα αν νοείται ακυρότητα της ίδιας της ανάρτησης του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ως πράξης της προδικασίας του πλειστηριασμού. Η λύση που προσήκει εν προκειμένω είναι η ίδια με αυτήν που αναπτύχθηκε στην προηγούμενη παράγραφο, δηλαδή το κατά τόπον αρμόδιο μονομελές πρωτοδικείο μπορεί να κηρύξει την ακυρότητα της ανάρτησης του άρθρου 995 παρ.4 εδ.ι΄ ΚΠολΔ είτε λόγω παραβίασης της τριακονθήμερης προθεσμίας είτε λόγω του ελλιπούς περιεχομένου της ανάρτησης μόνο με την εκ μέρους του ανακόπτοντος επίκληση και απόδειξη βλάβης, που δεν μπορεί να επανορθωθεί αλλιώς παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας.
Για την πληρότητα της ανάπτυξης σημειωτέον ότι τα ίδια ισχύουν και για την ανάρτηση όσων ορίζονται στο προϋπάρχον ένατο εδάφιο του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ. Αυτό προκύπτει αφ’ ενός εκ του ότι και πριν από την εξεταζόμενη νομοθετική τροποποίηση ή παράλειψη της ανάρτησης η όποια πλημμέλεια περί την ανάρτηση δεν οδηγούσε σε ακυρότητα παρά μόνο με την επίκληση και απόδειξη βλάβης4 και αφ’ ετέρου διότι από το περιεχόμενο της αιτιολογικής έκθεσης του ν.5134/2024 καθίσταται σαφές ότι η έλλειψη κύρωσης για την παράλειψη της ανάρτησης ή για την όποια σχετική πλημμέλεια δεν οφείλεται σε νομοθετική παραδρομή αλλά σε νομοθετική επιλογή, η οποία με βάση το περιεχόμενο της αιτιολογικής έκθεσης και τη γραμματική διατύπωση του νόμου καταλαμβάνει και τα αναρτώμενα στοιχεία και έγγραφα του εδ.θ΄ της ιδίας παραγράφου. Θα μπορούσε ευπροσώπως να υποστηριχθεί ότι τόσο για την προστασία του περιουσιακού δικαιώματος του καθ’ ου η εκτέλεση αλλά και του επισπεύδοντος και δη με σκοπό την επίτευξη μεγαλύτερου πλειστηριάσματος όσο και για την εμπέδωση της διαφάνειας της διαδικασίας του πλειστηριασμού, η οποία θα ενισχύσει τη δημόσια πίστη στον θεσμό της αναγκαστικής εκποίησης, θα ήταν σκόπιμο να απειλείται με ακυρότητα χωρίς την ανάγκη επίκλησης και απόδειξης βλάβης η παράλειψη ανάρτησης, η εκπρόθεσμη ή η ελλιπής ανάρτηση στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. όσων στοιχείων και εγγράφων ορίζονται στο ένατο (θ΄) εδάφιο του άρθρου 995 παρ.4 ΚΠολΔ, δηλαδή του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης, της έκθεσης του πιστοποιημένου εκτιμητή και των φωτογραφιών του κατασχεθέντος.
7. Η σχέση της προθεσμίας με την ανακοπή του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ.
Ο νομοθέτης έχοντας επίγνωση της ουσιαστικής αδυναμίας, δηλαδή των ελάχιστων πιθανοτήτων του καθ’ ου η εκτέλεση να προσβάλλει ευδοκίμως με λόγο ανακοπής κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ κάποια έλλειψη της ανάρτησης του υπαλλήλου του πλειστηριασμού στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. ή έστω την εκπρόθεσμη ανάρτηση συνέδεσε τόσο τα αρχικά (προϋπάρχον ένατο εδάφιο) όσο και τα επιπλέον (νεοπαγές δέκατο εδάφιο) στοιχεία της ανάρτησης και τη θέσπιση της τριακονθήμερης προθεσμίας με το δικαίωμα του καθ’ ου η εκτέλεση να ασκήσει την κατ’ άρθρο 954 παρ.4 ΚΠολΔ ανακοπή με αίτημα τη διόρθωση της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης. Αυτό αναγράφεται στην αιτιολογική έκθεση, σύμφωνα με την οποία η τριακονθήμερη προθεσμία εξυπηρετεί το δικαίωμα άσκησης της ως άνω ανακοπής και ειδικότερα αποσκοπεί στην παροχή επαρκούς χρόνου για τη μελέτη των αναρτώμενων στοιχείων και εγγράφων, τα οποία σχετίζονται με την περιγραφή του κατασχεθέντος ακινήτου, την εκτίμηση της εμπορικής αξίας του και την τιμή της πρώτης προσφοράς, στην οποία εκτίθεται στον πλειστηριασμό, ώστε να αποφασίσει ο έχων έννομο συμφέρον -συνήθως ο καθ’ ου η εκτέλεση- αν πρέπει να ζητήσει τη διόρθωση της κατασχετήριας έκθεσης και σε καταφατική περίπτωση ποιο ακριβώς περιεχόμενο πρέπει να έχει η ανακοπή του. Από το περιεχόμενο της αιτιολογικής έκθεσης συνάγεται ότι αν τα στοιχεία του άρθρου 995 παρ.4 εδ.θ΄ και ι΄ δεν αναρτηθούν στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ.) εντός της οριζόμενης προθεσμίας των τριάντα ημερών προ του πλειστηριασμού ο ασκών την ανακοπή του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ θα δικαιούται, εφ’ όσον τα έχει στη διάθεσή του, να τα επικαλεστεί προσκομίζοντάς τα κατά τη συζήτηση της ανακοπής, ώστε να επιτύχει τη διόρθωση της κατασχετήριας έκθεσης και την αύξηση της τιμής πρώτης προσφοράς. Αν πάλι έχουν αναρτηθεί, θα δικαιούται επίσης να τα επικαλεσθεί, για να θεμελιώσει επ’ αυτών το αίτημα αύξησης της τιμής πρώτης προσφοράς.
8. Σχόλια επί της αιτιολογικής έκθεσης.
α. Σε σχέση με την ανακοπή του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ.
Εξετάζοντας την αιτιολογία της άρτι προστεθείσας διάταξης μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η θέσπιση ρητής προθεσμίας στον ΚΠολΔ για την ανάρτηση του συμβολαιογράφου στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. είναι ασφαλώς θετική εξέλιξη, λαμβάνοντας μάλιστα υπ’ όψιν ότι η ορισθείσα προθεσμία είναι τέτοια που επιτρέπει χρονικά στον καθ’ ου η εκτέλεση και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του να λάβουν υπ’ όψιν το αναρτώμενο υλικό, προκειμένου να ασκήσουν την κατ’ άρθρο 954 παρ.4 ΚΠολΔ ανακοπή. Κατά τα λοιπά, η αιτιολόγηση της διάταξης δεν είναι πειστική, δεδομένου ότι ούτως ή άλλως ο καθ’ ου η εκτέλεση προσκομίζει όσα έγγραφα διαθέτει, προκειμένου να επιτύχει τη διόρθωση της περιγραφής του κατασχεθέντος ακινήτου και την αύξηση της τιμής πρώτης προσφοράς. Η προηγούμενη ανάρτηση της οικοδομικής άδειας, του τοπογραφικού διαγράμματος και των κατόψεων του ακινήτου ή η παράλειψη ανάρτησής τους εκτιμάται ότι δεν θα μετριάσει ούτε θα επιτείνει τις προσπάθειες των καθ’ ων η εκτέλεση να επιχειρούν να επιτύχουν τη διόρθωση της περιγραφής των κατασχεθέντων ακινήτων τους και την αύξηση της εκτίμησης της εμπορικής αξίας και συνακόλουθα της τιμής πρώτης προσφοράς τους. Πιο πειστική είναι η επίσης θεμιτή εξήγηση ότι τα σχετιζόμενα με την πολεοδομική κατάσταση του κατασχεθέντος ακινήτου έγγραφα πρέπει να αναρτώνται, προκειμένου να διαπιστώνουν οι ενδιαφερόμενοι να λάβουν μέρος στον πλειστηριασμό ποια είναι η πολεοδομική κατάσταση του ακινήτου, στο μέτρο που αυτό προκύπτει με αξιοπιστία από αυτά τα έγγραφα. Πρόκειται για ενδιαφέρουσα αλλά παραμελημένη πτυχή των πλειστηριασμών, σχετιζόμενη με την πίστη στον θεσμό της αναγκαστικής εκποίησης ακινήτων, δηλαδή με την πίστη σε ένα τμήμα των διεξαγομένων συναλλαγών, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι η πολεοδομική κατάσταση ενός ακινήτου είναι σημαντική, διότι καθορίζει τη δυνατότητα χρήσης και μεταβίβασής του. Αυτή η επισήμανση δεν αποκλείει βεβαίως το αναγραφόμενο στην αιτιολογική έκθεση, ότι δηλαδή η ανάρτηση των πολεοδομικών πληροφοριών του ακινήτου (οικοδομική άδεια, τοπογραφικό διάγραμμα και κατόψεις) ενίοτε επιδρά αυξητικά στην τιμή πρώτης προσφοράς, αλλά ενδεχομένως το επιβεβαιώνει. Τούτο διότι αν από τα αναρτώμενα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα του άρθρου 995 παρ.4 εδ.ι΄ ΚΠολΔ προκύπτει ότι ή κατάσταση του ακινήτου είναι πολεοδομικά είτε εξ αρχής νόμιμο είτε με τακτοποιημένες τις όποιες πολεοδομικές αυθαιρεσίες, είναι πιθανό να επιτευχθεί μεγαλύτερο πλειστηρίασμα από ότι αν από τα αναρτώμενα στοιχεία προκύπτουν ατακτοποίητες πολεοδομικές αυθαιρεσίες.
β. Λοιπά σχόλια.
Στο σημείο αυτό θα αναφερθούμε σε δύο σημεία της αιτιολογικής έκθεσης του άρθρου 45 ν.5134/2024, συναφή μεταξύ τους, τα οποία προκαλούν προβληματισμό. Πρώτον: Το χωρίο της αιτιολογικής έκθεσης ότι αν τα πληροφοριακά στοιχεία δεν αναρτηθούν στην ιστοσελίδα εντός της ως άνω προθεσμίας, δεν θα μπορούν να αναρτηθούν αργότερα. Αυτή η απαγόρευση αφ’ ενός περιέχεται μόνο στην αιτιολογική έκθεση αλλά δεν διατυπώνεται στο άρθρο 995 παρ.4 ΚΠολΔ υπό το νέο περιεχόμενό του και αφ’ ετέρου τελεί σε προφανή αντίθεση με την αμέσως προηγούμενη πρόταση της ίδιας αιτιολογικής έκθεσης, ότι δηλαδή για να μην καταστεί ακόμη πιο πολύπλοκη η διαδικασία εκτέλεσης, δεν προβλέπεται κύρωση για την περίπτωση που τέτοια στοιχεία δεν έχουν αναρτηθεί εντός της ως άνω προθεσμίας. Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι ως μη ανάρτηση εντός της νόμιμης προθεσμίας δεν νοείται μόνον η παράλειψη ανάρτησης αλλά και η εκπρόθεσμη ανάρτηση, η οποία όμως σύμφωνα με τη μια πρόταση της αιτιολογικής έκθεσης δεν επιτρέπεται ενώ σύμφωνα με την άλλη μένει χωρίς κύρωση. Προφανώς, πρόκειται για παραδρομή στο κείμενο της αιτιολογικής έκθεσης, η δε ανάρτηση μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας, σύμφωνα με το κείμενο του νόμου δεν επισύρει καμία ακύρωση. Επομένως, η μνεία της ως άνω έκθεσης ότι αν τα πληροφοριακά στοιχεία δεν αναρτηθούν στην ιστοσελίδα εντός της ως άνω προθεσμίας, δεν θα μπορούν να αναρτηθούν αργότερα, δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια και είναι άνευ αντικειμένου. Δεύτερον: Αμέσως πιο κάτω από τα προηγούμενα χωρία της αιτιολογικής έκθεσης αναγράφεται ότι «Αν όμως ο δικαστικός επιμελητής δεν τα έχει αναρτήσει (εννοεί τα πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα) εντός της ως άνω προθεσμίας, δεν θα μπορεί να τα αναρτήσει αργότερα». Η αναφορά σε ανάρτηση εκ μέρους του δικαστικού επιμελητή προφανώς οφείλεται σε παραδρομή, διότι αυτό που ρυθμίσθηκε πληρέστερα με την προσθήκη του εδ.ι΄ στην παρ.4 του άρθρου 995 ΚΠολΔ δεν είναι η ανάρτηση του δικαστικού επιμελητή στην ιστοσελίδα δημοσίευσης πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του e-ΕΦΚΑ, η οποία παρέμεινε ανέπαφη από τη νομοθετική τροποποίηση, αλλά η ανάρτηση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ.
9. Η αναστολή της προθεσμίας κατά τον μήνα Αύγουστο.
Όπως συμβαίνει με όλα τα χρονικά διαστήματα και προθεσμίες που ορίζονται στο δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, έτσι και με την προθεσμία των τριάντα ημερών, η οποία ορίζεται στο άρθρο 995 παρ.4 εδ.ι΄ ΚΠολΔ, τίθεται το ζήτημα, αν η προθεσμία αυτή αναστέλλεται κατά το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου. Σε αυτό το ερώτημα απαντάει ο ίδιος ο νόμος με το άρθρο 147 παρ.2 ΚΠολΔ, το οποίο ορίζει το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται για τις προθεσμίες μεταξύ άλλων και του άρθρου 995 ΚΠολΔ. Επομένως, κατά τη διάρκεια του μηνός Αυγούστου δεν τρέχει η προθεσμία των τριάντα ημερών, η οποία ως εκ τούτου, όταν συμπίπτει εν όλω ή εν μέρει με το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου, συμπληρώνεται αναλόγως κατά τη διάρκεια του επόμενου μήνα. Επομένως, είναι νομικά βάσιμος ο λόγος της ανακοπής, με τον οποίο ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι προκλήθηκε ακυρότητα στην αναγκαστική εκτέλεση εκ του ότι η ο υπάλληλος του πλειστηριασμού προέβη στην ανάρτηση σε τέτοια ημερομηνία, ώστε η προθεσμία των τριάντα τουλάχιστον ημερών μέχρι τον πλειστηριασμό δεν μπορεί να συμπληρωθεί χωρίς την προσμέτρηση του χρονικού διαστήματος από 1 έως 31 Αυγούστου. Είναι επομένως ουσιώδες να μεριμνά ο υπάλληλος του πλειστηριασμού να προβαίνει στην ανάρτηση σε χρόνο, ώστε να μπορεί να συμπληρωθεί η προθεσμία αυτή χωρίς να προσμετράται ο μήνας Αύγουστος. Βεβαίως, η θέσπιση της προθεσμίας αυτής με την προσθήκη του δέκατου εδαφίου στο άρθρο 995 παρ.4 ΚΠολΔ είναι πολύ πρόσφατη και γι’ αυτό πιθανόν να υποστηριχθεί ότι επειδή το άρθρο 995 προϋπήρχε στον κατάλογο των νομοθετικών διατάξεων του άρθρου 147 ΚΠολΔ, δεν είναι βέβαιο ότι ο νομοθέτης επιθυμούσε να συμπεριλαμβάνεται και αυτή η νεοπαγής προθεσμία στις αναστελλόμενες κατ’ άρθρο 147 παρ.2 ΚΠολΔ προθεσμίες. Επ’ αυτού του πιθανού αντεπιχειρήματος πρέπει να σημειωθεί ότι παρά την πληθώρα των νομοθετικών τροποποιήσεων του δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης ιδίως τα τελευταία χρόνια, εξ όσων γνωρίζουμε δεν επιχειρήθηκε ποτέ η διορθωτική contra legem ερμηνεία του άρθρου 147 παρ.2 ΚΠολΔ, ώστε να αποφευχθεί η ακυρότητα πράξης, η οποία έλαβε χώρα με προσμέτρηση του χρονικού διαστήματος από 1 έως 31 Αυγούστου παρά τη ρητή αντίθετη νομοθετική επιταγή για αναστολή της προθεσμίας κατ’ αυτό το χρονικό διάστημα. Αν όντως διέλαθε του νομοθέτη η αναστολή αυτής της προθεσμίας κατά το ως άνω χρονικό διάστημα, τότε η μόνη ενδεδειγμένη λύση είναι η εκ νέου νομοθετική παρέμβαση, προκειμένου να εξαιρεθεί η εξεταζόμενη προθεσμία από τον κατάλογο των διατάξεων του άρθρου 147 παρ.2 ΚΠολΔ. Αυτή η πιθανή μελλοντική ρύθμιση θα έχει ισχύ μόνο για το μέλλον, ήτοι χωρίς να επηρεάζονται οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης, στις οποίες υπό το νυν ισχύον νομοθετικό καθεστώς, έχει τρέξει τόσος χρόνος, ώστε πρέπει οπωσδήποτε ο συμβολαιογράφος να προβεί στην υπό εξέταση ανάρτηση, προκειμένου να καταστεί δυνατή η τήρηση της τριακονθήμερης προθεσμίας χωρίς την προσμέτρηση του μηνός Αυγούστου.
10. Κατακλείδα – Η αποτίμηση της νεοπαγούς ρύθμισης.
Καταληκτικά μπορούμε να συμπεράνουμε ότι παρά τις επισημανθείσες άστοχες διατυπώσεις της αιτιολογικής έκθεσης, η προσθήκη των δέκατου και ενδέκατου εδαφίων στο άρθρο 995 παρ.4 ΚΠολΔ με το άρθρο 45 παρ.1 ν.5134/2024 αποτιμάται θετικά για τρεις λόγους. Κατ’ αρχάς πληρώθηκε ένα κενό νόμου ως προς τη θέσπιση προθεσμίας για την ανάρτηση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ., το οποίο είχε προ πολλού επισημανθεί. Επιπλέον, η προθεσμία της ανάρτησης είναι τέτοια, ώστε επιτρέπει την άσκηση της ανακοπής του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ με πιο συγκροτημένο περιεχόμενο. Εξάλλου, με την ανάρτηση των πολεοδομικών στοιχείων του κατασχεθέντος ακινήτου αποκαλύπτονται στοιχεία για την πολεοδομική κατάσταση και νομιμότητά του, πράγμα το οποίο είναι ευνοϊκό για τους ενδιαφερόμενους να λάβουν μέρους στον πλειστηριασμό και ενισχύει τη συναλλακτική πίστη στον θεσμό της αναγκαστικής εκποίησης. Τέλος, για την προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων των υποκειμένων της αναγκαστικής εκτέλεσης και δη με σκοπό την επίτευξη μεγαλύτερου πλειστηριάσματος αλλά και για την εμπέδωση της διαφάνειας της διαδικασίας και την ενίσχυση της δημόσιας πίστης στον θεσμό της αναγκαστικής εκποίησης, θα ήταν σκόπιμο να απειλείται με ακυρότητα χωρίς την ανάγκη επίκλησης και απόδειξης βλάβης η παράλειψη ανάρτησης, η εκπρόθεσμη ή η ελλιπής ανάρτηση στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης, της έκθεσης του πιστοποιημένου εκτιμητή και των φωτογραφιών του κατασχεθέντος, δηλαδή των οριζόμενων στο άρθρο 995 παρ.4 εδ.θ΄ ΚΠολΔ στοιχείων και εγγράφων.
1 Η πλαγιογράμματη γραφή, όπου υπάρχει στην παρούσα μελέτη, επιλέχθηκε από τον συντάκτη για τονισμό των νοημάτων.
2 Για το ζήτημα της σχέσης της ΥΑ 41756/2017 με τις αναρτήσεις του υπαλλήλου του πλειστηριασμού στα ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ. βλ. Ευ.Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΕρμΚΠολΔ, εκδ.2021, άρθρα 955, αρ.10, 955, αρ.5 και 995, αρ.9.
3 Ο.π., άρθρο 955, αρ.10 με περαιτέρω παραπομπές και Π.Ρεντούλη σε Ι.Τέντε, Αναγκαστική Εκτέλεση, εκδ.2019, σελ.335.
4 Ευ.Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη, ο.π. άρθρο 995, αρ.9.