Αναλυτικά όσα προβλέπονται για να μην χάνει ο οφειλέτης την δυνατότητα μείωσης των προστίμων.
Η διαδικασία αποδοχής πράξεων φορολογικού ελέγχου και η μείωση προστίμων που προβλέπει το άρθρο 75 του ν. 5104/2024 προσφέρει σημαντικά οφέλη, αλλά απαιτεί την τήρηση αυστηρών προϋποθέσεων και χρονικών ορίων. Η εμπρόθεσμη άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής είναι απαραίτητη για την ενεργοποίηση της δυνατότητας υποβολής δήλωσης αποδοχής. Εάν ο φορολογούμενος δεν ανταποκριθεί στις απαιτήσεις αυτές, χάνει την ευκαιρία για «κούρεμα» του προστίμου, καθώς η διαδικασία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί.
Για παράδειγμα, αν έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα των 30 ημερών από την κοινοποίηση της οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου (ή 60 ημερών για κατοίκους εξωτερικού) και δεν έχει υποβληθεί ενδικοφανής προσφυγή, δεν είναι πλέον δυνατή η δήλωση αποδοχής. Αυτό σημαίνει ότι ο φορολογούμενος χάνει κάθε δυνατότητα μείωσης προστίμων.
Αντίθετα, όταν έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη ενδικοφανής προσφυγή, ο φορολογούμενος μπορεί να προχωρήσει σε δήλωση αποδοχής. Σε αυτή την περίπτωση, η δήλωση αποδοχής θεωρείται αυτομάτως παραίτηση από την προσφυγή, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω ενέργεια. Για παράδειγμα, αν κάποιος αμφισβητεί το φόρο μέσω ενδικοφανούς προσφυγής αλλά στη συνέχεια επιλέγει τη διαδικασία αποδοχής, αυτή καλύπτει και την παραίτησή του από την προσφυγή.
Ωστόσο, εάν η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) δεν έχει εκδώσει ακόμα απόφαση επί της ενδικοφανούς προσφυγής, ο φορολογούμενος δεν μπορεί να υποβάλει δήλωση αποδοχής. Η διαδικασία απαιτεί είτε την έκδοση απόφασης είτε την πάροδο του χρονικού διαστήματος που οδηγεί σε σιωπηρή απόρριψη. Για παράδειγμα, αν η ΔΕΔ δεν απαντήσει εντός του προκαθορισμένου χρόνου, τότε ο φορολογούμενος μπορεί να προχωρήσει.
Τέλος, όταν η ΔΕΔ έχει εκδώσει απόφαση και ο φορολογούμενος δεν έχει ασκήσει προσφυγή ενώπιον διοικητικού δικαστηρίου πρώτου βαθμού εντός 30 ημερών (ή 90 ημερών για κατοίκους εξωτερικού), αποκλείεται η υποβολή δήλωσης αποδοχής. Σε αυτή την περίπτωση, η παράλειψη προσφυγής στο δικαστήριο στερεί τη δυνατότητα χρήσης του άρθρου 75.