Αριθμός 830/2024
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 20 Μαΐου 2024, με την εξής σύνθεση: Άννα Καλογεροπούλου, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Χρήστος Λιάκουρας, Σουλτάνα Κωνσταντίνου, Σύμβουλοι, Χαράλαμπος Κομνηνός, Αλίκη Πασιπουλαρίδου, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Νικόλαος Αθανασίου.
Για να δικάσει την από 4 Σεπτεμβρίου 2023 αίτηση:
του Δήμου …………. ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Χ…. Χ…. – Κ…. (…..), που τον διόρισε με αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής και του Δημάρχου του,
κατά των: 1….., ….., 2. ….. και 3. … …. του ……., κατοίκων…….., οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Ι… Χ…. (…..), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Δήμος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. …… απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος Δήμου δήλωσε, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσει.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Χαράλαμπου Κομνηνού.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
- Επειδή, η κρινόμενη αίτηση ασκείται κατά νόμον χωρίς την καταβολή παραβόλου [άρθρα 276 παρ. 1 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 (Α΄ 114), και 36 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), βλ. Σ.τ.Ε. 2374/ 2019, 1083/2023].
- Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση ζητείται η αναίρεση της ….. απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή συνεκδικάσθηκαν και απορρίφθηκαν εφέσεις του αναιρεσείοντος Δήμου και του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και αντέφεση των αναιρεσιβλήτων, κατά της …… απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή των αναιρεσιβλήτων και: i) υποχρεώθηκαν ο αναιρεσείων Δήμος και το Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλουν, αλληλεγγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, σε καθέναν από αυτούς ποσό είκοσι χιλιάδων (20.000,00) ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και ii) αναγνωρίστηκε η εις ολόκληρον υποχρέωση του αναιρεσείοντος Δήμου και του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλουν στην πρώτη των αναιρεσιβλήτων …. ποσό τριάντα χιλιάδων (30.000,00) ευρώ, και σε καθέναν από τους δεύτερο και τρίτο εξ’ αυτών …. και ….. ποσό δέκα πέντε χιλιάδων (15.000,00) ευρώ. Τα ποσά αυτά επιδικάστηκαν, ως χρηματική ικανοποίηση, για την ψυχική οδύνη που οι αναιρεσίβλητοι υπέστησαν από τον θανατηφόρο τραυματισμό του …., συζύγου της πρώτης και πατέρα του δεύτερου και του τρίτου εξ’ αυτών, σε τροχαίο ατύχημα στις …..2011 της Εθνικής Οδού Αθηνών – Λαμίας, οφειλόμενο σε μη νόμιμες παραλείψεις των αρμοδίων οργάνων του αναιρεσείοντος Δήμου και του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 105 – 106 του ΕισΝΑΚ και το άρθρο 932 ΑΚ.
- Επειδή, με τις διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως αυτές ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους από το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και όπως η παρ. 3 εν συνεχεία αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240), ορίζονται τα εξής: «3. Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο, με συγκεκριμένους ισχυρισμούς, που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο, ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου […] 4. Δεν επιτρέπεται η άσκηση αίτησης αναιρέσεως, όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ, […]. Ειδικώς στις διαφορές από διοικητικές συμβάσεις το όριο αυτό ορίζεται στις διακόσιες χιλιάδες ευρώ […]». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, για το παραδεκτό της άσκησης αίτησης αναιρέσεως απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων αμφοτέρων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989. Ειδικότερα, αν πρόκειται για διαφορά που δεν έχει άμεσο χρηματικό αντικείμενο ή για διαφορά με χρηματικό αντικείμενο τουλάχιστον 40.000 ευρώ ή για διαφορά που ανακύπτει κατόπιν άσκησης προσφυγής ουσίας και αφορά περιοδικές παροχές ή τη θεμελίωση του δικαιώματος σε σύνταξη ή τη θεμελίωση του δικαιώματος σε εφάπαξ παροχή και τον καθορισμό του ύψους της, για το παραδεκτό της αιτήσεως αναιρέσεως απαιτείται η προβολή ισχυρισμών με το περιεχόμενο που επιβάλλουν οι διατάξεις της παραγράφου 3, ενώ αν πρόκειται για χρηματικού αντικειμένου διαφορά το ποσό της οποίας υπολείπεται των 40.000 ευρώ, η αίτηση αναιρέσεως ασκείται απαραδέκτως, χωρίς να ασκεί καμία επιρροή η τυχόν προβολή ισχυρισμών με το ως άνω περιεχόμενο (βλ. Σ.τ.Ε. 3544/2015, 2754, 3130-2/2017, 17/2018, 3007-3008/2019, 1470-71/2020, 2054/2022). Εξάλλου, στις περιπτώσεις που το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης εξαρτάται από την προβολή ισχυρισμών με το περιεχόμενο που ορίζεται στην παρ. 3, ο αναιρεσείων βαρύνεται, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της αίτησής του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιλαμβάνει στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι με καθέναν από τους προβαλλόμενους λόγους αναίρεσης τίθεται συγκεκριμένο νομικό ζήτημα, δηλαδή ζήτημα ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, κρίσιμο για την επίλυση της ενώπιον του Δικαστηρίου αγομένης διαφοράς, επί του οποίου είτε δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, είτε οι σχετικές κρίσεις και παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης έρχονται σε αντίθεση προς παγιωμένη ή πάντως μη ανατραπείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, που έκρινε επί του ίδιου ζητήματος ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής, ανεξαρτήτως αν η ερμηνεία αυτή διατυπώνεται στη μείζονα ή στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης και των λοιπών αποφάσεων, προς τις οποίες προβάλλεται ότι υφίσταται αντίθεση (βλ. Σ.τ.Ε. 1060/2015, 3026/2017, 3007-3008/2019, 1470-71/2020, 2054/2022). Περαιτέρω, επί πλειόνων αναιρεσειόντων ή αναιρεσιβλήτων, για τον προσδιορισμό του ύψους του χρηματικού αντικειμένου της διαφοράς λαμβάνεται υπόψη το ύψος του χρηματικού ποσού που αντιστοιχεί σε καθέναν από αυτούς (βλ. Σ.τ.Ε. 3556/2014, 3823, 4113, 4430/2015, 2041/2016, 3010/2019, 2054/2022). Περαιτέρω, επί πλειόνων αναιρεσειόντων ή αναιρεσιβλήτων, για τον προσδιορισμό του ύψους του χρηματικού αντικειμένου της διαφοράς λαμβάνεται υπόψη το ύψος του χρηματικού ποσού που αντιστοιχεί σε καθέναν από αυτούς (βλ. Σ.τ.Ε. 3556/2014, 3823, 4113, 4430/2015, 2041/2016, 3010/2019, 2054/2022).
- Επειδή, η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε στις …. στη Γραμματεία του εκδόντος την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3900/2010 (1.1.2011) και, συνεπώς, καταλαμβάνεται από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010. Με την αίτηση δε αυτή προβάλλεται ότι το δικάσαν διοικητικό εφετείο έσφαλε ως προς την ερμηνεία των κρίσιμων εν προκειμένω διατάξεων και ως προς την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που θεμελίωσαν την κρίση του περί ύπαρξης αδικοπρακτικής ευθύνης του αναιρεσείοντος Δήμου στην προκειμένη περίπτωση, ως προς την ύπαρξη ή μη συνυπαιτιότητας του θανόντος δικαιοπαρόχου των αναιρεσιβλήτων, καθώς και ως προς το ύψος της αποζημίωσης που επιδικάσθηκε σε καθέναν από τους τελευταίους. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το αντικείμενο της διαφοράς υπερβαίνει το, κατά τα ανωτέρω, νόμιμο όριο των 40.000 ευρώ ως προς την πρώτη αναιρεσίβλητη …., είναι όμως κατώτερο του ως άνω ορίου ως προς τους δεύτερο και τρίτο αναιρεσίβλητους … … και …., ως προς τους οποίους, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη. Ενόψει δε του ότι για τη θεμελίωση του παραδεκτού της άσκησης της κρινόμενης αίτησης ως προς την πρώτη ως άνω αναιρεσίβλητη με το εισαγωγικό δικόγραφο δεν προβάλλεται κανένας αυτοτελής, ειδικός και συγκεκριμένος ισχυρισμός είτε περί έλλειψης νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας επί συγκεκριμένων κρίσιμων νομικών ζητημάτων, είτε περί αντίθεσης των κρίσεων της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς υφιστάμενη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανώτατου δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, η κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη και ως προς την αναιρεσίβλητη αυτή, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989.
- Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση. Και
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα ……… τη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, συμμέτρως, η οποία ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 23 Μαΐου 2024
Η Προεδρεύουσα ΣύμβουλοςΟ Γραμματέας
Άννα ΚαλογεροπούλουΝικόλαος Αθανασίου
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 2024.
Η Πρόεδρος του Α´ ΤμήματοςΟ Γραμματέας
Μαρίνα-Ελένη ΚωνσταντινίδουΝικόλαος Αθανασίου
ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ
Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.
Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος.
Αθήνα, ……………………………………….
Η Πρόεδρος του Α΄ ΤμήματοςΟ Γραμματέας