Αριθμός 920/2024
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12 Ιουνίου 2023, με την εξής σύνθεση: Μαρίνα-Ελένη Κωνσταντινίδου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος, Παρασκευή Μπραΐμη, Χρήστος Λιάκουρας, Σύμβουλοι, Χαράλαμπος Κομνηνός, Αντώνιος Ζιαμπάρας, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρήνη Δασκαλάκη, Γραμματέας του Α΄ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 11 Νοεμβρίου 2019 αίτηση:
του Δήμου Δράμας, ο οποίος παρέστη με την δικηγόρο Πολύμνια Μπανά (……), που την διόρισε με απόφαση του Δημάρχου και απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου και η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς της,
κατά των: 1) ….. του ….και 2) …. του ……, κατοίκων …… (…….), οι οποίοι δεν παρέστησαν.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Δήμος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. ……. απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Αντωνίου Ζιαμπάρα.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
- Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης δεν απαιτείται κατά τον νόμο (βλ. αρθρ. 276 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, ν. 3463/2006, Α΄ 114) καταβολή παραβόλου.
- Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της …… απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής. Με την απόφαση αυτή έγινε εν μέρει δεκτή έφεση των ήδη αναιρεσιβλήτων κατά της ….. απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Καβάλας, μεταρρυθμίστηκε η πρωτόδικη απόφαση και υποχρεώθηκε ο αναιρεσείων Δήμος να καταβάλει, κατά μερική αποδοχή της από 22.12.2005 αγωγής των αναιρεσιβλήτων, α) το ποσό των 45.000 ευρώ στην πρώτη και το ποσό των 3.000 ευρώ στον δεύτερο από αυτούς, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά τις διατάξεις των άρθρων 105-106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ.) και 932 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ.), εξαιτίας του τραυματισμού τους, ο οποίος προκλήθηκε από την πτώση κλαδιού δένδρου που συνέβη συνεπεία παράνομων παραλείψεων των αρμόδιων οργάνων του Δήμου κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, και β) το ποσό των 1.000 ευρώ στην πρώτη αναιρεσίβλητη, ως πρόσθετη αποζημίωση κατά τη διάταξη του άρθρου 931 του Α.Κ.
- Επειδή, στις παρ. 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως οι παράγραφοι αυτές αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και περαιτέρω η παρ. 3 συμπληρώθηκε με το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240), ορίζονται τα εξής: «3. Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. Το απαράδεκτο του προηγούμενου εδαφίου καλύπτεται, εάν μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης περιέλθει εγγράφως σε γνώση του δικαστηρίου με πρωτοβουλία του διαδίκου, ακόμη και αν δεν γίνεται επίκλησή της στο εισαγωγικό δικόγραφο, απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, που είναι αντίθετη προς την προσβαλλόμενη απόφαση. 4. Δεν επιτρέπεται η άσκηση αίτησης αναιρέσεως όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ, εκτός αν προσβάλλονται αποφάσεις που εκδίδονται επί προσφυγών ουσίας, εφόσον αφορούν περιοδικές παροχές ή τη θεμελίωση του δικαιώματος σε σύνταξη ή τη θεμελίωση του δικαιώματος σε εφάπαξ παροχή και τον καθορισμό του ύψους της. …». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, για το παραδεκτό της άσκησης αίτησης αναιρέσεως απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων αμφότερων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989. Ειδικότερα, αν πρόκειται για διαφορά με χρηματικό αντικείμενο τουλάχιστον 40.000 ευρώ, για το παραδεκτό της αίτησης αναιρέσεως απαιτείται προβολή ισχυρισμών με το περιεχόμενο που επιβάλλει η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, ενώ, αν πρόκειται για χρηματικού αντικειμένου διαφορά το ποσό της οποίας υπολείπεται των 40.000 ευρώ, η αίτηση αναιρέσεως ασκείται απαραδέκτως σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, χωρίς να ασκεί καμία επιρροή τυχόν προβολή ισχυρισμών με το ως άνω περιεχόμενο. Επί περισσοτέρων δε αναιρεσειόντων ή αναιρεσιβλήτων, για τον προσδιορισμό του ύψους του αντικειμένου της διαφοράς λαμβάνεται υπόψη το ύψος του χρηματικού ποσού, το οποίο αντιστοιχεί σε καθέναν από αυτούς χωριστά (ΣτΕ 460/2023, 2055, 1658/2022, 764, 181/2021, 361, 155/2020 κ.ά.). Περαιτέρω, στις περιπτώσεις που το παραδεκτό της αίτησης αναιρέσεως εξαρτάται από την προβολή ισχυρισμών με το περιεχόμενο που ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, ο αναιρεσείων βαρύνεται δικονομικώς με την υποχρέωση, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της αίτησής του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιλαμβάνει στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι με καθέναν από τους προβαλλόμενους λόγους τίθεται συγκεκριμένο νομικό ζήτημα, δηλαδή ζήτημα ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, κρίσιμο για την επίλυση της ενώπιον του Δικαστηρίου αγόμενης διαφοράς, επί του οποίου είτε δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε οι σχετικές κρίσεις και παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης έρχονται σε αντίθεση προς μη ανατραπείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή, ελλείψει αυτών, προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου (ΣτΕ 572/2023 7μ., 1165/2021, 2880, 1470, 812/2020, 3005, 1782, 389/2019, 969, 261/2018, 1415/2017 κ.ά.). Ως νομολογία δε νοείται η διαμορφωθείσα επί του ίδιου κρίσιμου νομικού ζητήματος και όχι επί ανάλογου ή παρόμοιου (ΣτΕ 572/2023 7μ., 2896/2020, 3005, 2128, 1780, 389/2019, 1963/2018 7μ., 2173/2016 7μ., 4163/2012 7μ. κ.ά.). Εξάλλου, η αντίθεση σε υπάρχουσα νομολογία πρέπει να μην αναφέρεται σε ζητήματα αιτιολογίας ή εκτίμησης αποδείξεων, συνδεόμενα με το πραγματικό της εκάστοτε κρινόμενης υπόθεσης, αλλά να αφορά αποκλειστικά την ερμηνεία διάταξης νόμου ή γενικής αρχής, δυναμένης να έχει γενικότερη εφαρμογή, ανεξαρτήτως εάν αυτή η ερμηνεία διατυπώνεται στη μείζονα ή την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης (ΣτΕ 1740, 1445/2022, 1150, 1149, 768, 766/2021, 1649, 1373/2020, 3010, 1776, 1699/2019). Στην περίπτωση δε κατά την οποία στο εισαγωγικό (κύριο) δικόγραφο είτε δεν υπάρχουν είτε δεν προβάλλονται παραδεκτώς ισχυρισμοί για τη θεμελίωση του παραδεκτού των προβαλλόμενων με το δικόγραφο αυτό λόγων αναίρεσης, η έλλειψη αυτή δεν μπορεί, κατά την έννοια των προπαρατεθεισών διατάξεων, να καλυφθεί με την εκ των υστέρων προβολή τέτοιων ισχυρισμών με υπόμνημα του αναιρεσείοντος (ΣτΕ 572, 192/2023, 917/2022, 764/2021, 2951, 2285, 813, 631, 19/2020, 1918/2017, 2634/2016, 2016/2014 κ.ά.). Κατά πάγια δε νομολογία, το απαράδεκτο αυτό λόγω μη προβολής ισχυρισμού με το ανωτέρω περιεχόμενο δεν μπορεί να θεραπευθεί ούτε με βάση τη νεότερη διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (που προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4446/2016), καθόσον με τη διάταξη αυτή παρέχεται μεν στον αναιρεσείοντα η δυνατότητα να επικαλεστεί, με μεταγενέστερο έγγραφο και πάντως μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης, δικαστικές αποφάσεις αντίθετες προς την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, τούτο όμως υπό την προϋπόθεση της προβολής με το εισαγωγικό δικόγραφο συγκεκριμένου ισχυρισμού περί ανυπαρξίας νομολογίας ή περί αντίθεσης προς τη νομολογία (ΣτΕ 774, 765, 192/2023, 1453, 917/2022, 764/2021, 2953, 2670, 631/2020, 2664, 1083/2019, 131/2018 κ.ά.).
- Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, …… και περί ώρα ….. οι αναιρεσίβλητοι, γεννηθέντες το έτος …., μετά την τέλεση του μυστηρίου του γάμου τους κατευθύνθηκαν στο πάρκο αναψυχής …..της πόλης της ….. για τη λήψη αναμνηστικών φωτογραφιών. Κατά τη διάρκεια της φωτογράφισης και ενώ οι αναιρεσίβλητοι βρίσκονταν, υπό συνθήκες απόλυτης άπνοιας, κάτω από δύο πολύ μεγάλα δένδρα (λεύκες ύψους 30 μέτρων περίπου) και σε απόσταση 1,5 μέτρου από τη βάση του κορμού τους, ένα τμήμα κλαδιού μίας λεύκας, διαμέτρου 15,5 εκατοστών και μήκους 8 μέτρων, έσπασε ξαφνικά και επέπεσε από ύψος 12 μέτρων επάνω στους αναιρεσιβλήτους, τους οποίους και τραυμάτισε. Η πρώτη αναιρεσίβλητη μεταφέρθηκε σοβαρά τραυματισμένη στο …… Νοσοκομείο ……», όπου διασωληνώθηκε λόγω αιμοδυναμικής αστάθειας, ο δε δεύτερος αναιρεσίβλητος υπέστη ελαφρά τραύματα (θλάση δεξιού μηριαίου και διάστρεμμα δεξιάς πηχεοκαρπικής), τα οποία αντιμετωπίσθηκαν στο «Νοσοκομείο ”» της ……, με ελαστική επίδεση και φαρμακευτική αγωγή. Την επομένη ημέρα, …., η πρώτη αναιρεσίβλητη διακομίσθηκε, λόγω της σοβαρότητας του τραυματισμού της (κρανιοεγκεφαλική κάκωση, κάκωση θώρακος, θλάσεις πνευμόνων, κάταγμα ωμοπλάτης αριστερά, θλάση μυοκαρδίου, κάταγμα διάφυσης αριστερού μηριαίου οστού), στο «Νοσοκομείο …..”» και εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, ενώ στις …… υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση (οστεοσύνθεση αριστερού μηρού), εξ αιτίας δε της θλάσης του θώρακα και του φλοιού εφαρμόσθηκε σε αυτήν μακρόχρονη τεχνητή αναπνοή μέσω τραχειοτομής έως τις …… Ακολούθως, η αναιρεσίβλητη μεταφέρθηκε στη ……, όπου είχε τη μόνιμη κατοικία της, και εισήχθη στην «Τραυματολογική Κλινική του» της πόλης …….), από την οποία πήρε εξιτήριο στις …… με συνιστώμενη θεραπεία «… να συνεχιστεί η φυσιοθεραπευτική αγωγή με ασκήσεις». Στις ….. η πρώτη αναιρεσίβλητη υποβλήθηκε σε νέα χειρουργική επέμβαση στην «Ορθοπεδική Κλινική του …….. για την «τέλεια [πλήρη] αφαίρεση των μετάλλων (σταθεροποιητικό καρφί και 3 βίδες) και το καθάρισμα των έντονων διατροχαντήριων προεξοχών στο αριστερό μέρος», σύμφωνα δε με την από …. έκθεση του ιατρού ορθοπεδικού – τραυματολόγου ….., που παρακολουθούσε την αναιρεσίβλητη στον τόπο κατοικίας της (…..), κατά τον χρόνο εκείνο παρουσίαζε: «Χωλό βάδισμα λόγω βράχυνσης δεξιά, δηλαδή το αριστερό σκέλος έχει μακρύνει περίπου 1cm. Ατροφία των μυών του αριστερού άνω μηρού. … Κινητικότητα του αριστερού γοφού: Ευκαμψία/έκταση 100/10/0ο, IRO/ARO 40/0/50ο με αίσθηση πόνου στο μεγάλο τροχαντήρα καθώς και στο χώρο της εγχείρησης. … Κινητικότητα αριστερού γόνατος: Ευκαμψία/έκταση 100/0/0ο, δηλαδή υπάρχει ακόμη έλλειψη ευκαμψίας. … Η νευρολογική κατάσταση των δακτύλων του αριστερού ποδιού είναι άθικτη. Θεραπευτική διαδικασία: Πρόκειται ακόμη για υπολείμματα μετεγχειρητικών ενοχλήσεων από την εγχείρηση του κατάγματος του αριστερού μηριαίου οστού και της σχετικής πολλαπλής θεραπείας. … Εξακολουθεί να υπάρχει περιορισμός της κινητικότητας, κυρίως της κάμψης του αριστερού γόνατος … θα χρειαστεί, θεωρητικά, να γίνει αρθροσκόπηση του γόνατος και, ανάλογα με το εύρημα, ενδεχομένως επανεξέταση ή κινητοποίηση κατόπιν νάρκωσης. …». Το έτος δε 2012, δηλαδή εννέα περίπου έτη μετά τον τραυματισμό της, η πρώτη αναιρεσίβλητη παρουσίαζε «σχηματισμό παραμόρφωσης στον σκελετό με μυοσίτιδα αριστερού μηρού μετά από θλάση αριστερού μηρού». Εξάλλου, με την …. απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης ο ….., Αντιδήμαρχος …. και υπεύθυνος για θέματα πρασίνου κατά τον χρόνο του ατυχήματος, καθώς και η ….., Διευθύντρια της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου ….. κατά τον ίδιο χρόνο, κηρύχθηκαν ένοχοι για εξ αμελείας πρόκληση του ως άνω ατυχήματος και καταδικάσθηκαν σε ποινή φυλάκισης οκτώ μηνών ο καθένας, με τριετή αναστολή, με την αιτιολογία ότι, αν και αρμόδιοι για την επίβλεψη και συντήρηση των δημοτικών κήπων και πάρκων του Δήμου ….., δεν προέβησαν εγκαίρως στην υλοτομία δέκα λευκών στο πάρκο αναψυχής «…….», με αποτέλεσμα να σπάσει τμήμα κλαδιού διαμέτρου 15,5 εκατοστών από λεύκη, που είχε υποδειχθεί προς κοπή από το Δασαρχείο Δράμας, και να τραυματίσει τους αναιρεσιβλήτους. Στο μεταξύ, οι αναιρεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Καβάλας αγωγή κατά του ήδη αναιρεσείοντος Δήμου Δράμας, με την οποία προέβαλαν ότι τα αρμόδια όργανα του Δήμου παρέλειψαν, αν και είχαν σχετική υποχρέωση, την ολική κοπή του ανωτέρω επικίνδυνου για τη δημόσια ασφάλεια δένδρου ή κλαδιών αυτού, όπως είχε υποδειχθεί από το Δασαρχείο Δράμας, και ότι, συνεπώς, ο Δήμος ευθυνόταν κατά τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν από την ανωτέρω παράνομη συμπεριφορά. Ζήτησαν δε να υποχρεωθεί ο Δήμος να καταβάλει, νομιμοτόκως, στη μεν πρώτη αναιρεσίβλητη το συνολικό ποσό των 339.583,93 ευρώ, ήτοι 39.583,93 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής ζημίας που προκλήθηκε σε αυτήν από τον ως άνω τραυματισμό της, 150.000 ευρώ ως αποζημίωση κατ’ άρθρο 931 του Α.Κ. λόγω της πρόκλησης μόνιμης αναπηρίας και 150.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη, στον δε δεύτερο αναιρεσίβλητο το ποσό των 30.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική του βλάβη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη τα προεκτεθέντα πραγματικά περιστατικά και συνεκτίμησε την προαναφερθείσα απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, έκρινε ότι τα όργανα του Δήμου Δράμας όφειλαν να έχουν λάβει τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα (π.χ. κοπή κλαδιών ή και αποκοπή ολόκληρου του δέντρου πριν από το συμβάν), δεδομένου ότι τα όργανα αυτά ήταν αποκλειστικώς αρμόδια κατά νόμο να επιβλέπουν και να συντηρούν τους χώρους πρασίνου και τις δενδροστοιχίες που βρίσκονται εντός των ορίων αυτών, και ότι, ως εκ τούτου, υφίσταται εν προκειμένω παράνομη παράλειψη των οργάνων του αναιρεσείοντος Δήμου, και συνακόλουθα, ευθύνη του προς αποζημίωση των αναιρεσιβλήτων, σύμφωνα με τα άρθρα 105 – 106 του ΕισΝΑΚ, για τη ζημία που υπέστησαν από την ως άνω παράνομη παράλειψη κλάδευσης του συγκεκριμένου δέντρου. Με τις σκέψεις αυτές, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού απέρριψε τα αγωγικά κονδύλια θετικής ζημίας της πρώτης αναιρεσίβλητης, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή επιδικάζοντας αφενός μεν το ποσό των 3.000 ευρώ στην πρώτη αναιρεσίβλητη και το ποσό των 1.000 ευρώ στον δεύτερο αναιρεσίβλητο, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά τη διάταξη του άρθρου 932 του Α.Κ., αφετέρου δε το ποσό των 1.000 ευρώ στην πρώτη αναιρεσίβλητη, ως πρόσθετη αποζημίωση κατά τη διάταξη του άρθρου 931 του Α.Κ. Έφεση των αναιρεσιβλήτων κατά της πρωτόδικης απόφασης έγινε εν μέρει δεκτή με την ήδη αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του δικάσαντος διοικητικού εφετείου, το οποίο τροποποίησε την πρωτόδικη απόφαση ως προς τα επιδικασθέντα στους αναιρεσιβλήτους ποσά χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Ειδικότερα, το διοικητικό εφετείο, αφού έλαβε υπόψη τις συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη το ένδικο ατύχημα, την αποκλειστική ευθύνη των οργάνων του Δήμου ….. για την επέλευσή του, το είδος, την έκταση και τη βαρύτητα του τραυματισμού των αναιρεσιβλήτων, τη διάρκεια και το είδος της νοσηλείας καθενός από αυτούς, την έλλειψη οποιουδήποτε πταίσματος στο πρόσωπό τους, τον ιδιαίτερο γι’ αυτούς από συναισθηματικής άποψης χρόνο που συνέβη το ατύχημα (ημέρα του γάμου τους), το νεαρό της ηλικίας τους (25 ετών και οι δύο), τον φόβο, την αγωνία, τη θλίψη που ένιωσαν και την ψυχική ταλαιπωρία που υπέστησαν και επιπλέον, για την πρώτη αναιρεσίβλητη, το άγχος που δοκίμασε για την αποκατάσταση της υγείας της και το είδος της εργασίας της (αναπληρώτρια προϊσταμένου σε επιχείρηση χονδρικής πώλησης υφασμάτων και πώλησης δι’ αλληλογραφίας, καθήμενη κατά τα 2/3 και όρθια κατά το 1/3 του χρόνου της εργασίας της), έκρινε ότι οι αναιρεσίβλητοι υπέστησαν ηθική βλάβη, κατ’ άρθρο 932 του ΑΚ, για τη χρηματική ικανοποίηση της οποίας είναι εύλογο το ποσό των 45.000 ευρώ για την πρώτη αναιρεσίβλητη και το ποσό των 3.000 ευρώ για τον δεύτερο αναιρεσίβλητο. Τα ανωτέρω δε ποσά υποχρέωσε το δικαστήριο να καταβάλει ο αναιρεσείων Δήμος στους αναιρεσιβλήτους νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.
- Επειδή, η κρινόμενη αίτηση, η οποία ασκήθηκε στις ….., διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010. Με την αίτηση δε αυτή πλήσσεται η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση μόνο κατά το μέρος που τροποποίησε (αύξησε), κατ’ αποδοχή της έφεσης των αναιρεσιβλήτων, τα ποσά χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που είχαν επιδικασθεί σε αυτούς με την πρωτόδικη απόφαση, κατά της οποίας ο αναιρεσείων Δήμος δεν είχε ασκήσει έφεση. Ως εκ τούτου, με την υπό κρίση αίτηση άγεται διαφορά με χρηματικό αντικείμενο που ανέρχεται, ως προς τη μεν πρώτη αναιρεσίβλητη στο επιπλέον επιδικασθέν από το διοικητικό εφετείο ποσό των 42.000 ευρώ, ως προς τον δε δεύτερο αναιρεσίβλητο στο επιπλέον επιδικασθέν ποσό των 2.000 ευρώ, το οποίο όμως, αυτοτελώς λαμβανόμενο υπόψη, υπολείπεται του νομοθετικού ορίου των 40.000 ευρώ. Με τα δεδομένα αυτά, ως προς τον δεύτερο αναιρεσίβλητο η κρινόμενη αίτηση ασκείται απαραδέκτως προεχόντως λόγω του ποσού της διαφοράς, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει. Για τη θεμελίωση δε του παραδεκτού της υπό κρίση αίτησης κατά το μέρος που ασκείται κατά της πρώτης αναιρεσίβλητης, απαιτείται, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην 3η σκέψη, προβολή ειδικών και συγκεκριμένων ισχυρισμών με το περιεχόμενο που επιβάλλει η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή κατά τα προεκτεθέντα ισχύει.
6. Επειδή, με τον μοναδικό λόγο αναίρεσης του κύριου δικογράφου προβάλλεται ότι το διοικητικό εφετείο, κατά τον προσδιορισμό των ως άνω ποσών χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης των αναιρεσιβλήτων, ύψους 45.000 και 3.000 ευρώ, αντιστοίχως, προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία και πλημμελή εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. και των άρθρων 299, 914, 929, 931 και 932 του Α.Κ. Ο λόγος αυτός δεν εξειδικεύεται περαιτέρω, παρά μόνον παρατίθενται αυτούσια αποσπάσματα υπομνημάτων που είχε καταθέσει ο αναιρεσείων Δήμος ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας, με τα οποία είχε αποκρούσει ως «αβάσιμα, υπερβολικά, ανυπόστατα και αναπόδεικτα» τα αγωγικά αιτήματα των αναιρεσιβλήτων να τους επιδικαστούν ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης τα ποσά των 150.000 και 30.000 ευρώ, αντιστοίχως. Για τη θεμελίωση δε του παραδεκτού της αίτησης ο αναιρεσείων Δήμος δεν προβάλλει με το εισαγωγικό δικόγραφο, όπως απαιτείται κατά τα γενόμενα δεκτά στην 3η σκέψη, κανέναν ειδικό και αυτοτελή ισχυρισμό με το περιεχόμενο που απαιτεί η προαναφερθείσα διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, δηλαδή ισχυρισμό περί έλλειψης νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας ή περί αντίθεσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανώτατου δικαστηρίου ή, ελλείψει αυτών, προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, επί συγκεκριμένου κρίσιμου για την επίλυση της διαφοράς νομικού ζητήματος. Τέτοιον δε ειδικό ισχυρισμό δεν συνιστά προδήλως η «δήλωση» του αναιρεσείοντος Δήμου στο αναιρετήριο ότι «επιφυλάσσεται» να προσαγάγει και να θέσει εγγράφως σε γνώση του Δικαστηρίου μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης, σύμφωνα με τη διάταξη του β’ εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει, «αποφάσεις … του Συμβουλίου της Επικρατείας ή/και άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή/και ανέκκλητες αποφάσεις διοικητικού δικαστηρίου οι οποίες είναι αντίθετες με την προσβαλλόμενη … απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής». Απεναντίας, ο ισχυρισμός αυτός, όπως διατυπώνεται, παρίσταται παντελώς γενικός και αόριστος εφόσον με αυτόν δεν μνημονεύονται συγκεκριμένες δικαστικές αποφάσεις προς τις οποίες έρχεται σε αντίθεση, κατά τον αναιρεσείοντα Δήμο, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση (πρβ. ΣτΕ 2745/2022, 2668/2020, 3286/2017 κ.ά.), μάλιστα δε δεν αναφέρεται καν το δικαστήριο ή τα δικαστήρια, προς τη νομολογία του οποίου ή των οποίων υφίσταται η αντίθεση, παρά μόνον επαναλαμβάνεται η γενική διατύπωση του νόμου (πρβ. ΣτΕ 116/2022 εν συμβ.). Περαιτέρω, απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με το κατατεθέν πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης από 9.6.2023 υπόμνημα του αναιρεσείοντος Δήμου και όχι με το κύριο δικόγραφο ο ειδικότερος λόγος αναίρεσης ότι κατά τον προσδιορισμό των ως άνω ποσών χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης το διοικητικό εφετείο υπερέβη τα άκρα όρια της κατά το άρθρο 932 του Α.Κ. εξουσίας του κατά παράβαση της κατοχυρωμένης στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχής της αναλογικότητας, διότι με το υπόμνημα μόνον ανάπτυξη των προβληθέντων λόγων αναίρεσης επιτρέπεται (άρθρο 25 παρ. 2 εδάφιο πρώτο του π.δ. 18/1989) και όχι προβολή νέων λόγων αναίρεσης (πρβ. ΣτΕ 2951/2020). Ο ισχυρισμός δε του αναιρεσείοντος, που προβάλλεται για τη θεμελίωση του παραδεκτού της κρινόμενης αίτησης με το ίδιο ως άνω υπόμνημα, περί αντίθεσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς τις 9/2015 και 10/2017 αποφάσεις της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ανεξαρτήτως του ότι αφορά τον ως άνω απαραδέκτως προβαλλόμενο με υπόμνημα λόγο αναίρεσης, είναι εν πάση περιπτώσει απορριπτέος προεχόντως διότι, κατά τα προεκτεθέντα, ισχυρισμοί περί του παραδεκτού προβάλλονται μόνο με το εισαγωγικό δικόγραφο της αίτησης αναιρέσεως και όχι το πρώτον με άλλο δικόγραφο. Το απαράδεκτο δε αυτό δεν μπορεί να θεραπευτεί ούτε δυνάμει της διάταξης του εδαφίου β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4446/2016), διότι, όπως εκτέθηκε στην 3η σκέψη, η διάταξη αυτή θεραπεύει το απαράδεκτο που συνδέεται με την παράλειψη επίκλησης, με το εισαγωγικό (κύριο) δικόγραφο, ορισμένης νομολογίας αντίθετης προς τις κρίσεις της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, υπό την προϋπόθεση όμως ότι με το εισαγωγικό δικόγραφο έχει προβληθεί συγκεκριμένος ισχυρισμός περί έλλειψης νομολογίας ή περί αντίθεσης κρίσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανώτατου δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση καθότι, όπως προεκτέθηκε, ο ισχυρισμός που προβλήθηκε στο κύριο δικόγραφο είναι παντελώς γενικός και αόριστος (πρβ. ΣτΕ 917/2022, 1083/2019, εν συμβ. 116/2022). Τα προβαλλόμενα δε από τον αναιρεσείοντα ότι για τη θεμελίωση του παραδεκτού της αίτησης αναιρέσεως αρκεί ο ισχυρισμός περί αντίθεσης στη νομολογία να προβάλλεται είτε στο αρχικό κύριο δικόγραφο είτε στο κατατιθέμενο πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης έγγραφο του εδαφίου β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 τυγχάνουν, κατά τα προεκτεθέντα στην 3η σκέψη, απορριπτέα.
- Επειδή, με τον μοναδικό λόγο αναίρεσης του κύριου δικογράφου προβάλλεται ότι το διοικητικό εφετείο, κατά τον προσδιορισμό των ως άνω ποσών χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης των αναιρεσιβλήτων, ύψους 45.000 και 3.000 ευρώ, αντιστοίχως, προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία και πλημμελή εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. και των άρθρων 299, 914, 929, 931 και 932 του Α.Κ. Ο λόγος αυτός δεν εξειδικεύεται περαιτέρω, παρά μόνον παρατίθενται αυτούσια αποσπάσματα υπομνημάτων που είχε καταθέσει ο αναιρεσείων Δήμος ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας, με τα οποία είχε αποκρούσει ως «αβάσιμα, υπερβολικά, ανυπόστατα και αναπόδεικτα» τα αγωγικά αιτήματα των αναιρεσιβλήτων να τους επιδικαστούν ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης τα ποσά των 150.000 και 30.000 ευρώ, αντιστοίχως. Για τη θεμελίωση δε του παραδεκτού της αίτησης ο αναιρεσείων Δήμος δεν προβάλλει με το εισαγωγικό δικόγραφο, όπως απαιτείται κατά τα γενόμενα δεκτά στην 3η σκέψη, κανέναν ειδικό και αυτοτελή ισχυρισμό με το περιεχόμενο που απαιτεί η προαναφερθείσα διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, δηλαδή ισχυρισμό περί έλλειψης νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας ή περί αντίθεσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανώτατου δικαστηρίου ή, ελλείψει αυτών, προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, επί συγκεκριμένου κρίσιμου για την επίλυση της διαφοράς νομικού ζητήματος. Τέτοιον δε ειδικό ισχυρισμό δεν συνιστά προδήλως η «δήλωση» του αναιρεσείοντος Δήμου στο αναιρετήριο ότι «επιφυλάσσεται» να προσαγάγει και να θέσει εγγράφως σε γνώση του Δικαστηρίου μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης, σύμφωνα με τη διάταξη του β’ εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει, «αποφάσεις … του Συμβουλίου της Επικρατείας ή/και άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή/και ανέκκλητες αποφάσεις διοικητικού δικαστηρίου οι οποίες είναι αντίθετες με την προσβαλλόμενη … απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής». Απεναντίας, ο ισχυρισμός αυτός, όπως διατυπώνεται, παρίσταται παντελώς γενικός και αόριστος εφόσον με αυτόν δεν μνημονεύονται συγκεκριμένες δικαστικές αποφάσεις προς τις οποίες έρχεται σε αντίθεση, κατά τον αναιρεσείοντα Δήμο, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση (πρβ. ΣτΕ 2745/2022, 2668/2020, 3286/2017 κ.ά.), μάλιστα δε δεν αναφέρεται καν το δικαστήριο ή τα δικαστήρια, προς τη νομολογία του οποίου ή των οποίων υφίσταται η αντίθεση, παρά μόνον επαναλαμβάνεται η γενική διατύπωση του νόμου (πρβ. ΣτΕ 116/2022 εν συμβ.). Περαιτέρω, απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με το κατατεθέν πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης από 9.6.2023 υπόμνημα του αναιρεσείοντος Δήμου και όχι με το κύριο δικόγραφο ο ειδικότερος λόγος αναίρεσης ότι κατά τον προσδιορισμό των ως άνω ποσών χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης το διοικητικό εφετείο υπερέβη τα άκρα όρια της κατά το άρθρο 932 του Α.Κ. εξουσίας του κατά παράβαση της κατοχυρωμένης στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχής της αναλογικότητας, διότι με το υπόμνημα μόνον ανάπτυξη των προβληθέντων λόγων αναίρεσης επιτρέπεται (άρθρο 25 παρ. 2 εδάφιο πρώτο του π.δ. 18/1989) και όχι προβολή νέων λόγων αναίρεσης (πρβ. ΣτΕ 2951/2020). Ο ισχυρισμός δε του αναιρεσείοντος, που προβάλλεται για τη θεμελίωση του παραδεκτού της κρινόμενης αίτησης με το ίδιο ως άνω υπόμνημα, περί αντίθεσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς τις 9/2015 και 10/2017 αποφάσεις της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ανεξαρτήτως του ότι αφορά τον ως άνω απαραδέκτως προβαλλόμενο με υπόμνημα λόγο αναίρεσης, είναι εν πάση περιπτώσει απορριπτέος προεχόντως διότι, κατά τα προεκτεθέντα, ισχυρισμοί περί του παραδεκτού προβάλλονται μόνο με το εισαγωγικό δικόγραφο της αίτησης αναιρέσεως και όχι το πρώτον με άλλο δικόγραφο. Το απαράδεκτο δε αυτό δεν μπορεί να θεραπευτεί ούτε δυνάμει της διάταξης του εδαφίου β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4446/2016), διότι, όπως εκτέθηκε στην 3η σκέψη, η διάταξη αυτή θεραπεύει το απαράδεκτο που συνδέεται με την παράλειψη επίκλησης, με το εισαγωγικό (κύριο) δικόγραφο, ορισμένης νομολογίας αντίθετης προς τις κρίσεις της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, υπό την προϋπόθεση όμως ότι με το εισαγωγικό δικόγραφο έχει προβληθεί συγκεκριμένος ισχυρισμός περί έλλειψης νομολογίας ή περί αντίθεσης κρίσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανώτατου δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση καθότι, όπως προεκτέθηκε, ο ισχυρισμός που προβλήθηκε στο κύριο δικόγραφο είναι παντελώς γενικός και αόριστος (πρβ. ΣτΕ 917/2022, 1083/2019, εν συμβ. 116/2022). Τα προβαλλόμενα δε από τον αναιρεσείοντα ότι για τη θεμελίωση του παραδεκτού της αίτησης αναιρέσεως αρκεί ο ισχυρισμός περί αντίθεσης στη νομολογία να προβάλλεται είτε στο αρχικό κύριο δικόγραφο είτε στο κατατιθέμενο πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης έγγραφο του εδαφίου β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 τυγχάνουν, κατά τα προεκτεθέντα στην 3η σκέψη, απορριπτέα.
- Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 13 Ιουνίου 2023
Η Πρόεδρος του Α´ ΤμήματοςΗ Γραμματέας του Α΄ Τμήματος
και μετά την αποχώρησή της
Η Γραμματέας
Μαρίνα-Ελένη ΚωνσταντινίδουΒασιλική Κατσιώνη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 20ής Ιουνίου 2024.
Η Πρόεδρος του Α´ ΤμήματοςΗ Γραμματέας
Μαρίνα-Ελένη ΚωνσταντινίδουΒασιλική Κατσιώνη