Αριθμός 1007/2024
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΚΟΠΩΝ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Λυμπερόπουλο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως), Μιχαήλ Αποστολάκη, Νίκη Κατσιαούνη, Φωτεινή Μηλιώνη και Μαρία Γιαννακοπούλου-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 2 Ιουλίου 2024, με την παρουσία της Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευσταθίας Καπαγιάννη και του Γραμματέα Χ. Α., για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων – κατηγορουμένων: 1. Κ. Γ. του Θ. και 2) O. U. του V., κατοίκων …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Τσόβολο, για αναίρεση της 100/2024 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς. Με υποστηρίζουσα την κατηγορία τη Γ. Σ. του Ν., κάτοικο …, η οποία εμφανίσθηκε χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο.
Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Πειραιώς με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και oι αναιρεσείοντες – κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεσή της για τους λόγους που περιλαμβάνονται στις υπ’ αριθ. 4/4-4-2024 και 5/4-4-2024 αιτήσεις τους αναίρεσης, αντίστοιχα, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 374/2024.
Αφού άκουσε Την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης και τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι κρινόμενες από 4-4-2024 αιτήσεις των: 1) Κ. Γ. του Θ. και 2) O. U. του V. κατοίκων …, οδός …, για αναίρεση της με αριθμό 100/12-1-2024 απόφασης του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, και καταδίκασε αυτούς (αναιρεσείοντες-κατηγορούμενους), σε ποινή φυλάκισης (7) μηνών για την αξιόποινη πράξη της απλής σωματικής βλάβης από κοινού, που ανεστάλη επί τριετία (παράβαση άρθρων 1, 14, 16, 17, 18, 26 παρ.1, 27παρ. 1 εδ. α’, 45, 51, 53, 57, 79, 80, 308 παρ.1 εδ. α’ ΠΚ), ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, από τους ίδιους τους αναιρεσείοντες-κατηγορούμενους με δήλωσή τους, προς τον γραμματέα του Δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση εντός της εικοσαήμερης προθεσμίας του άρθρου 473 παρ.2 και 3 Κ.Π.Δ., δεδομένου ότι η ως άνω απόφαση καταχωρίστηκε καθαρογραμμένη, στις 28-3-2024, στο κατ’ άρθρο 473 παρ. 3 του ΚΠΔ ειδικό βιβλίο (άρθρα 462 παρ.1, 464, 466 παρ.1 εδ.α’, 473 παρ.2, 3, 474 παρ.2Α, 504 παρ.1 και 505 παρ.1 περ.α’ του Κ.Π.Δ.), περιέχει δε σαφείς και ορισμένους λόγους αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ και Ε’ (της έλλειψης ειδικής αιτιολογίας και της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης). Επομένως, η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη βασιμότητα των λόγων της. Σημειώνεται ότι κατά την συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο η υποστηρίζουσα την κατηγορία Γ. Σ. του Ν., που είχε παρασταθεί κατά τη δίκη ενώπιον του Δικαστηρίου της ουσίας, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, κλήθηκε νομότυπα να παραστεί κατά την παρούσα αναιρετική δίκη, όπως προκύπτει από τα από 12 Ιουνίου 2024 αποδεικτικά επίδοσης του ειδικού φρουρού του ΑΤ … Κ. Φ. και του επιμελητή Δικαστηρίων Τιμόθεου Λιακάκη, προς την ίδια και τον αντίκλητο δικηγόρο της Βασίλειο Χρονόπουλο, αντίστοιχα. Πλην όμως αυτή, ενόψει του ότι κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο εμφανίσθηκε μεν, αλλά αυτοπροσώπως, χωρίς να εκπροσωπηθεί από πληρεξούσιο δικηγόρο, όπως απαιτείται για τη νόμιμη παράστασή της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 512 παρ. 3 του ισχύοντος ΚΠΔ, δεν παραστάθηκε προσηκόντως και, επομένως, θεωρείται δικονομικά απούσα.
Κατά τις διατάξεις του άρθρου 308 παρ. 1 εδαφ. α’, β’ του παλαιού ΠΚ (όπως αυτός ίσχυε μέχρι 30-6-2019), υπό την ισχύ του οποίου φέρεται ότι τελέστηκε η ένδικη πράξη, “όποιος με πρόθεση προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών. Αν η κάκωση ή η βλάβη της υγείας που του προξένησε είναι όλως ελαφρά τιμωρείται με κράτηση έως έξι (6) μήνες ή με πρόστιμο έως 3.000 ευρώ.”, ενώ σύμφωνα με τις διατάξεις του ίδιου ως άνω άρθρου 308 παρ. 1 εδαφ. α’, β’ του νέου, ισχύοντος από 1-7-2019, ΠΚ, “όποιος προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο(2) έτη ή χρηματική ποινή. Αν η κάκωση ή η βλάβη της υγείας που του προξένησε είναι όλως ελαφρά, τιμωρείται με παροχή κοινωφελούς εργασίας.” Από τη σύγκριση των άνω διατάξεων προκύπτει ότι δεν έχει αλλάξει η νομοτυπική μορφή της πράξης, όμως η διάταξη του άρθρου 308 παρ. 1 εδ. α’ του νέου ΠΚ για την απλή σωματική βλάβη είναι ευμενέστερη ως προς την προβλεπόμενη ποινή και δυσμενέστερη ως προς την προβλεπόμενη στο εδ. β’ πράξη της εντελώς ελαφράς σωματικής βλάβης, αφού η πράξη φέρει το χαρακτήρα πλημμελήματος (άρθρο 18 του νέου ΠΚ), ενώ κατά την αντίστοιχη διάταξη του προϊσχύσαντος ποινικού κώδικα έφερε χαρακτήρα πταίσματος (άρθρο 18 αυτού), τα πταίσματα δε ήδη έχουν καταργηθεί, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 468 του νέου ΠΚ(ΑΠ 446/2022). Περαιτέρω, σωματική βλάβη είναι η εμφανής και διακριτή κάκωση του σώματος με επιβλαβή αποτελέσματα στην ακεραιότητα του σώματος, επέρχεται δε με επενέργειες που προκαλούν βλάβη της ύλης του σώματος (οιδήματα, εκδορές, τραύματα) ή απώλεια ύλης του (μελών ή οργάνων) ή παραμορφώσεις του σώματος (π.χ. αποκοπή των μαλλιών). Το έγκλημα της απλής σωματικής βλάβης, όπως και πιο πάνω αναφέρεται, διαβαθμίζεται κατά το άρθρο 308 του παλαιού αλλά και του νέου ΠΚ, αναλόγως της σπουδαιότητας αυτής, σε απλή και σε όλως ελαφρά, η οποία χωρίς να είναι εντελώς επουσιώδης, έχει επιπόλαιες συνέπειες. Η σωματική κάκωση μπορεί να είναι ταυτόχρονα και βλάβη της υγείας, χωρίς να είναι τούτο απαραίτητο. Η τελευταία συνίσταται σε διατάραξη των εσωτερικών λειτουργιών. Αλλά και η βλάβη υγείας μπορεί να επέλθει χωρίς σωματική κάκωση. Μπορεί επίσης, είτε να εμφανιστούν χωριστά, είτε να είναι η μία συνέπεια της άλλης, η κάκωση δε, μπορεί να είναι συγχρόνως και βλάβη της υγείας, αλλά η βλάβη της υγείας μπορεί να επέλθει και χωρίς κάκωση, καθώς, επίσης, μπορεί η καθεμία να επέλθει χωριστά ή να είναι η μία συνέπεια της άλλης και δεν δημιουργείται αντίφαση από τη σωρευτική παραδοχή σωματικής κάκωσης και βλάβης της υγείας του παθόντος ταυτόχρονα. Η σχετική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος, προκειμένου να συναγάγει τι δέχθηκε τούτο, δεν αρκείται στις αφηρημένες εκφράσεις της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά εκτιμά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία εκείνο δέχθηκε, προκειμένου να αποφανθεί σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση για το είδος της σωματικής βλάβης που προξενήθηκε. Ως όλως δε ελαφρές σωματικές βλάβες κρίθηκαν από τον Άρειο Πάγο, εκχυμώσεις, θλάσεις, εκδορές, ερυθρότητα, ζάλη, κεφαλαλγία, εγκεφαλική διάσειση (ΑΠ 279/2021, ΑΠ 1101/2019, ΑΠ 1012/2017, ΑΠ 131/2017, ΑΠ 810/2015, ΑΠ 621/2014). Ο ισχυρισμός του κατηγορούμενου επί απλής σωματικής βλάβης, ότι κατ’ ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό, πρόκειται για όλως ελαφρά σωματική βλάβη (άρθρο 308 παρ.1 εδάφ. β’ του ΠΚ), δεν είναι αυτοτελής αλλά αρνητικός της κατηγορίας(ΑΠ963/2019,ΑΠ1070/2011). Εξάλλου, λόγο αναίρεσης της απόφασης συνιστά, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 περ. Ε’ του ΚΠΔ, και η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν το Δικαστήριο αποδίδει στη διάταξη διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή, όταν το Δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της απόφασης, που προκύπτει από την αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού και του διατακτικού της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο, σε σχέση με την ορθή εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης (ΟλΑΠ1/2020, ΟΛΑΠ2/2011, ΑΠ20/2019).
Στην προκείμενη περίπτωση, το δικάσαν κατ’ έφεση Α’ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι, από τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη του και μνημονεύει κατ’ είδος, αποδείχθηκαν τα εξής: “Οι κατηγορούμενοι στον … στις … του 2016 από κοινού έσπρωξαν την παρισταμένη προς υποστήριξη της κατηγορίας στο ύψος του πρώτου ορόφου εντός της πολυκατοικίας επί της οδού …, όπου άπαντες κατοικούν, με αποτέλεσμα η ως άνω παθούσα να παραπατήσει στα σκαλιά του κλιμακοστασίου, να τρανταχθεί με το σώμα της στην μεταλλική κουπαστή αυτού και να υποστεί “κάκωση αριστερής ποδοκνημικής, ήπιο οίδημα, ταχυπαλμίες, ζάλη και οπισθοσφυική-επιγαστρική δυσφορία” (βλ. το υπ’ αριθμ. πρωτ. 30449/29-7-2016 πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου …) καθώς και “εικόνες bulgihg disc κυρίως στα τρία τελευταία ΜΔ της Ο.Μ.Σ.Σ.” (βλ. την από 5-10-2016 γνωμάτευση του Τμήματος Τομογράφου του ιδίου ως άνω Νοσοκομείου).[…]. Πρέπει, συνεπώς, οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν ένοχοι για απλή σωματική βλάβη κατά συναυτουργία[…]”. Στη συνέχεια κήρυξε ενόχους τους κατηγορούμενους του ότι: “Στον … στις … 2016 από κοινού προξένησαν σωματική κάκωση σε τρίτο πρόσωπο. Ειδικότερα, έσπρωξαν με δύναμη τη Σ. Γ. του Ν., με αποτέλεσμα να προκληθεί σε αυτήν κάκωση στο αριστερό πόδι, άλγος, ταχυπαλμίες, ζάλη και έντονη δυσφορία.” Όμως, με τις παραπάνω παραδοχές, το Δικαστήριο της ουσίας, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του, ενώ δέχθηκε ότι η παθούσα υπέστη, από τις προπεριγραφείσες ενέργειες των κατηγορούμενων, κάκωση στο αριστερό πόδι, άλγος, ταχυπαλμίες, ζάλη και έντονη δυσφορία ήτοι σωματικές κακώσεις, που σύμφωνα με τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, συνιστούν όλως ελαφρές βλάβες, τους καταδίκασε για απλή σωματική βλάβη από κοινού, δεν ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε ορθά τις διατάξεις του άρθρου 308 παρ. 1 α’ του ΠΚ. Πιο συγκεκριμένα, δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε, καθόσον οι παραδοχές ότι πρόκειται για κάκωση στο αριστερό πόδι(ήπιο οίδημα), άλγος, ταχυπαλμία, ζάλη και έντονη δυσφορία, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, συνιστούν όλως ελαφρές σωματικές κακώσεις, κατά παραδεκτό έλεγχο από τον Άρειο Πάγο. Οι παραπάνω όλως ελαφρές σωματικές κακώσεις όμως, δεν μπορούν, στην προκειμένη περίπτωση, να στοιχειοθετήσουν το αδίκημα της απλής σωματικής βλάβης, που προβλέπει η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 308 παρ. 1 εδ α’ ΠΚ. Η εν λόγω εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, δεν οδηγεί σε μη τέλεση αξιόποινης πράξης, αλλά σε τέλεση της αξιόποινης πράξης της όλως ελαφράς σωματικής βλάβης, υπό την προβλεπόμενη ηπιότερη (σε βαθμό πταίσματος) μορφή της, ήτοι εκείνη του άρθρου 308 παρ. 1 εδ. β` ΠΚ, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης και περιέχει τις ευμενέστερες για τους κατηγορούμενους διατάξεις. Ήδη, όμως, τα πταίσματα, ως κατηγορία εγκλημάτων, έχουν καταργηθεί, όπως τούτο προκύπτει από τη διατύπωση του άρθρου 18 του ισχύοντος από 1-7-2019 Π.Κ, το πρώτο εδάφιο του οποίου αναφέρει ότι οι αξιόποινες πράξεις διακρίνονται σε κακουργήματα και πλημμελήματα. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε` του Κ.Π.Δ. δεύτερος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης του άρθρου 308 παρ. 1 εδ. α’ του ΠΚ είναι βάσιμος. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 1 εδ. α` του Κ.Π.Δ. “αν ασκηθεί αναίρεση επειδή έχει γίνει εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, ο Άρειος Πάγος δεν παραπέμπει την υπόθεση αλλά εφαρμόζει τη σωστή ποινική διάταξη και, αν δεν υπάρχει αξιόποινη πράξη, κηρύσσει αθώο τον κατηγορούμενο”. Στην προκειμένη περίπτωση, με αυτά που δέχθηκε το Α’ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά και προέβη σε καταδικαστική για τους αναιρεσείοντες κρίση για απλή σωματική βλάβη από κοινού, η οποία δεν στοιχειοθετείται, προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ως άνω ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Στοιχειοθετείται, βέβαια, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, η αξιόποινη πράξη της όλως ελαφράς σωματικής βλάβης, υπό την προβλεπόμενη ηπιότερη μορφή του άρθρου 308 παρ. 1 εδ. β` του προϊσχύσαντος Π.Κ, η οποία, όπως προααναφέρθηκε, διωκόταν σε βαθμό πταίσματος και τα πταίσματα, ως κατηγορία εγκλημάτων, έχουν καταργηθεί. Πρέπει, επομένως, κατά παραδοχή του δεύτερου από το άρθρο 510 παρ.1 Ε’ ΚΠΔ λόγου αναίρεσης, παρελκούσης της έρευνας του πρώτου λόγου αυτής, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και, εφόσον δεν υφίσταται αξιόποινη πράξη, οι αναιρεσείοντες να κηρυχθούν αθώοι για την αξιόποινη πράξη που τους αποδίδεται, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 100/12-1-2024 απόφαση του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά.
Κηρύσσει τους κατηγορούμενους και ήδη αναιρεσείοντες Κ. Γ. του Θ. και O. U. του V., κατοίκους …, οδός …, αθώους του ότι: “Στον … στις … 2016 από κοινού προξένησαν σωματική κάκωση, κατ’ ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό, κατά την έννοια του άρθρου 308 παρ. 1 β’ του προϊσχύσαντος ΠΚ σε τρίτο πρόσωπο. Ειδικότερα, έσπρωξαν με δύναμη τη Σ. Γ. του Ν., με αποτέλεσμα να προκληθεί σε αυτήν κάκωση στο αριστερό πόδι, άλγος, ταχυπαλμίες, ζάλη και έντονη δυσφορία.”.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιουλίου 2024.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 31 Ιουλίου 2024.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ