Αριθμός απόφασης 80/2025
TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε κεκλεισμένων των θυρών στο ακροατήριό του την ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των εκκαλούντων: ………… και 2) ……………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Παναγιώτη Χριστοφοράτο με δήλωση κατ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και
Του εφεσίβλητου: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Αττικής (ΚΠΠΑ), νόμιμα εκπροσωπούμενο το οποίο εδρεύει στην Αθήνα επί της οδού …, με ΑΦΜ ….., το οποίο εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κώστα Μπεσίρη με δήλωση κατ΄άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
Κοινοποιούμενη: 1) Στην Εισαγγελέα Ανηλίκων Πειραιά και 2)Παράρτημα Αποθεραπείας και Αποκατάστασης Παιδιών με αναπηρία Βούλας Αττικής, (πρώην ΠΙΚΠΑ) που εκπροσωπείται νόμιμα και εδρεύει στη Βούλα Αττικής ………..
Οι εκκαλούντες άσκησαν την από 21.1.2023 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023 αίτησή τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία ζήτησαν την ανάκληση της με αριθμό 4100/2019 απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου εκείνου. Επί της αίτησης αυτής, εκδόθηκε η με αριθμό 3345/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία αφού δίκασε την αίτηση με παρόντες τους εκκαλούντες και το εφεσίβλητο, και απόντες τον Εισαγγελέα Ανηλίκων Πειραιά και το Παράρτημα Αποθεραπείας και Αποκατάστασης Παιδιών με αναπηρία Βούλας Αττικής στους οποίους είχε κοινοποιηθεί, απέρριψε την αίτηση ως ουσία αβάσιμη. Την απόφαση αυτή προσβάλουν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι εκκαλούντες, με την από 15.11.2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2024 έφεση. Δικάσιμος για τη συζήτηση της έφεσης ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, οπότε η υπόθεση που είχε εγγραφεί στο πινάκιο με αύξοντα αριθμό 50 εκφωνήθηκε κατά τη σειρά της και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παριστάμενων διαδίκων, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους μέσω των προτάσεων που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 764 παρ. 2 εδ. β’ ΚΠολΔ, στην εκούσια δικαιοδοσία, αν κάποιος από τους διαδίκους εμφανιστεί, το δικαστήριο εξετάζει την υπόθεση κατ’ ουσίαν. Εξάλλου, στην εν λόγω διαδικασία την ιδιότητα του διαδίκου αποκτούν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, μεταξύ άλλων και εφόσον 1) υποβάλλουν αίτηση κατ’ άρθρο 747 ΚΠολΔ για την εκδίκαση ορισμένης υπόθεσης της εκούσιας δικαιοδοσίας, 2) διαταχθεί η κλήτευσή τους από το Δικαστήριο, είτε κατά τον προσδιορισμό της δικασίμου (άρθρο 748 παρ.3 ΚΠολΔ), είτε μεταγενέστερα. Αντίθετα, δεν είναι διάδικοι, αλλά τρίτοι, εκείνοι κατά των οποίων απευθύνθηκε (και επιδόθηκε) η αίτηση, χωρίς τούτο να προβλέπεται ή να επιβάλλεται από τον νόμο (ΑΠ 1305/1994, ΕλλΔνη 37, σελ. 638). Επίσης την ιδιότητα του διαδίκου αποκτούν αυτοί που ασκούν κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση, κατ’ άρθρο 752 ΚΠολΔ (βλ. ΕφΠατρ 9/2017 ΕλλΔνη 2017. 499). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 750 ΚΠολΔ ο εισαγγελέας δικαιούται να παρίσταται κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο οποιασδήποτε υπόθεσης εκούσιας δικαιοδοσίας και δη ανεξάρτητα από την κλήτευσή του, καθώς είναι αυτοδικαίως διάδικος σε όλες τις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, χωρίς να καθίσταται ομόδικος κανενός διαδίκου (Χ,Απαλαγάκη, ό.π., άρθρο 750 αρ. 1, σελ. 2020).
Στην προκειμένη περίπτωση εισάγεται προς συζήτηση η υπό κρίση από 15.11.2023 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ……/2024 και Ε.Α.Κ. …./2024 και για προσδιορισμό στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2024 και Ε.Α.Κ. …/2024) έφεση των πρωτοδίκως ηττηθέντων αιτούντων, που στρέφεται κατά της με αριθμό 3345/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δίκασε κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, και απέρριψε ως ουσία αβάσιμη την από 21.1.2023 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ …./2023 αίτηση των εκκαλούντων που είχε ως αίτημά της την ανάκληση της με αριθμό 4100/2019 απόφασης του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, που κάνοντας δεκτή την αίτηση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά ως Εισαγγελέα Ανηλίκων αφαίρεσε τη γονική μέριμνα των ανήλικων τέκνου των εκκαλούντων και ανέθεσε αυτήν στο εφεσίβλητο ΝΠΔΔ Σημειωτέον, ότι Εισαγγελέας Εφετών Πειραιά, ως Εισαγγελέας ανηλίκων δεν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της υπό κρίση αίτησης, πλην όμως η απουσία του δεν εμποδίζει την εξέταση της υπόθεσης, καθώς ο ίδιος δικαιούται και δεν υποχρεούται να παραστεί στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, παρόλο που η δίκη κινήθηκε με δική του πρωτοβουλία, διότι στην περίπτωση αυτή ενεργεί προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος. (Α.Π. 39/1993 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Αρβανιτάκης σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμ.Κ.Πολ.Δ., άρθ. 750, παρ. 1, σελ. 1491, Μον.Πρωτ.Πειρ. 621/1997 Αρμ. 1997. 1056)
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1532 του ΑΚ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 του ν. 2447/1996 και συμπληρώθηκε με το άρθρο 22 του ν. 3346/2005 «Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σ’ αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας, οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου, ο εισαγγελέας ή και αυτεπαγγέλτως, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο. Το Δικαστήριο μπορεί ιδίως να αφαιρέσει από τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ολικά ή μερικά και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο ή, αν συντρέχουν και στο πρόσωπο αυτού οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, να αναθέσει την πραγματική φροντίδα του τέκνου ή, ακόμη, και την επιμέλειά του ολικά ή μερικά σε τρίτον ή και να διορίσει επίτροπο. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου και επίκειται άμεσος κίνδυνος για τη σωματική ή την ψυχική υγεία του τέκνου, ο εισαγγελέας μπορεί να διατάσσει κάθε πρόσφορο μέτρο για την προστασία του, μέχρι την έκδοση της αποφάσεως του δικαστηρίου, στο οποίο πρέπει να απευθύνεται εντός τριάντα ημερών». Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1536 ΑΚ: «Αν από τότε που εκδόθηκε δικαστική απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα μεταβλήθηκαν οι συνθήκες, το δικαστήριο οφείλει, ύστερα από αίτηση ενός ή και των δύο γονέων, των πλησιέστερων συγγενών του τέκνου ή του εισαγγελέα, να προσαρμόσει την απόφασή του στις νέες συνθήκες, ανακαλώντας ή μεταρρυθμίζοντας την, σύμφωνα με το συμφέρον του τέκνου, και ιδίως να αποδώσει στους γονείς την άσκηση της γονικής μέριμνας που τους είχε αφαιρεθεί». Εφόσον κάθε απόφαση του δικαστηρίου σχετική με τη ρύθμιση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου [ΑΚ 1511 παρ.2 εδ.β’], είναι αναγκαίο να υπάρχει δυνατότητα ανάκλησης ή μεταρρύθμισής της, εφόσον αυτή καθίσταται επιβεβλημένη χάριν καλύτερης εξυπηρέτησης του συμφέροντος του λόγω μεταβολής των συνθηκών, στις οποίες στηρίχθηκε το δικαστήριο κατά την έκδοση της αρχικής αποφάσεως. Για την εξυπηρέτηση της αναγκαιότητας αυτής εισήγαγε ο νομοθέτης τη διάταξη ΑΚ 1536, με την οποία και καθιερώνεται απόκλιση από την καταρχήν δεσμευτική ενέργεια των δικαστικών αποφάσεων [ΚΠολΔ 321], Η απόκλιση αυτή ισχύει για όλες τις δικαστικές αποφάσεις που ως αντικείμενο έχουν τη ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας. Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 121 Εισ.Ν.ΑΚ όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο τέταρτο του ν.3089/02 «Στις περιπτώσεις των άρθρων 42, 46, 79, 105, 111, 1350 παρ.2, 1352 εδ.β, 1368, 1407, 1441, 1457,1458,1522,1525,1526, 1532,1533, 1660 εως 1663, 1667, 1865, 1866, 1868, 1908, 1913, 1917 παρ.2, 1919, 1920, 1956, 1965, 2021, 2024, 2027, 2028, 2031 του Αστικού Κώδικα, καθώς και σε κάθε δίκη που αφορά την υιοθεσία, την επιτροπεία, τη δικαστική συμπαράσταση ή την επιμέλεια ξένων υποθέσεων, εφαρμόζεται η διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας». Η ρύθμιση του ανωτέρω άρθρου 1536 ΑΚ, εφαρμόζεται και στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας [Βαθρακοκοίλης οπ σελ.1053,αρ.8]. Ισχύει δε παράλληλα με τη διάταξη του άρθρου 758 ΚΠολΔ, η οποία ρυθμίζει γενικά τη διαδικασία ανάκλησης αποφάσεων εκδοθεισών κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας χωρίς η μία διάταξη να θέτει την άλλη εκτός εφαρμογής, τουλάχιστον κατά το μέρος που, είτε δεν εισάγονται ειδικότερες ρυθμίσεις αποκλίνουσες από τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 758 ΚΠολΔ, είτε δεν αναιρείται ο σκοπός της ειδικότερης διάταξης του άρθρου 1536 ΑΚ, με το οποίο, όπως ειπώθηκε στην ανωτέρω νομική σκέψη, εισάγεται απόκλιση από τη δεσμευτικότητα των αποφάσεων προς το σκοπό εξυπηρέτησης του συμφέροντος του τέκνου. Ακόμα κατά τη διάταξη του άρθρου 47 εδ.α του ν.2447/1996 «Στις περιπτώσεις των άρθρων 1515, 1517, 1521, 1522, 1525, 1526, 1532 παρ.1, 1594 παρ.2, 1613, 1616, 1622, 1623, 1624, 1625 και 1630 του Αστικού Κώδικα δεν επιτρέπεται το ένδικο μέσο της έφεσης». Η ίδια αρχή της απαγόρευσης του ως άνω ενδίκου μέσου, της έφεσης, για την ταυτότητα του νομοθετικού λόγου, ισχύει και για απόφαση, που εκδόθηκε, κατ` άρθρο 758 K.Πολ.Δ, επί αίτησης ανάκλησης ή μεταρρύθμισης απόφασης, εκδοθείσας επί αίτησης που ασκήθηκε σύμφωνα με το παραπάνω άρθρο 1532 ΑΚ, αφού διαφορετικά δεν θα επιτυγχανόταν ο ως άνω επιδιωκόμενος με την προαναφερόμενη διάταξη σκοπός. (βλ. ΑΠ 453/2024 επί πτωχευτικής ανακοπής). Η ρύθμιση αυτή δεν αντίκειται στο άρθρο 20 ή σε άλλη διάταξη του Συντάγματος ούτε στο άρθρο 6 της Σύμβασης της Ρώμης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες (ν.δ. 53/1974), γιατί οι διατάξεις αυτές διασφαλίζουν τη δυνατότητα προσφυγής σε δικαστήριο όχι όμως και δικαίωμα σε ένδικο μέσο κατά απόφασης που θα εκδοθεί, οι διατάξεις δε των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ, που κατά τα ως άνω εφαρμόζονται, κατά την εκδίκαση τέτοιας αίτησης, διασφαλίζουν πλήρως το δικαίωμα απόδειξης των ισχυρισμών των διαδίκων και συνεπώς εκπληρώνονται οι όροι διεξαγωγής δίκαιης δίκης (ΑΠ 329/2024 Νόμος). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 532 ΚΠολΔ, αν λείπει κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της έφεσης, το δικαστήριο την απορρίπτει ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως. (βλ Εφ. Θεσ.3/2021 Qualex). Στην προκειμένη περίπτωση η υπό κρίση έφεση στρέφεται κατά της υπ’ αριθμό 3345/2023 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση ανάκλησης-μεταρρύθμισης της με αριθμό 4100/2019 απόφασής του, με την οποία αφαίρεσε από τους εκκαλούντες την άσκηση της γονικής μέριμνας του ανήλικου άρρενος αβάπτιστου τέκνου τους με το επίθετο «……..» και την ανέθεσε στο «Κέντρο Αποθεραπείας και Αποκατάστασης Παιδιών με αναπηρία Βούλας Αττικής». Η έφεση αυτή πρέπει σύμφωνα με όσα αναλυτικά εκτίθενται στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη να απορριφθεί ως απαράδεκτη καθόσον η εκκαλουμένη απόφαση αφορά υπόθεση αφαίρεσης γονικής μέριμνας ανηλίκου κατ’ άρθρο 1532 ΑΚ και συνεπώς είναι ανέκκλητη. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει, η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης ηλεκτρονικού παραβόλου του Δημοσίου με κωδικό ………. στο Δημόσιο Ταμείο και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλούντων, λόγω της απόρριψης της έφεσης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ την από 15.11.2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2024 έφεση κατά της με αριθμό 3345/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας) αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης ηλεκτρονικού παραβόλου του Δημοσίου στο Δημόσιο Ταμείο
ΕΠΙΒΑΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους στις 6 Φεβρουαρίου 2025.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ