ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ EΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Αριθμός γνωμοδότησης 97/2024
ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
(Τμήμα Β΄)
Συνεδρίαση της 24ης Σεπτεμβρίου 2024
Σύνθεση
Πρόεδρος: Αθηνά Αλεφάντη, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ.
Μέλη: Χρήστος Μητκίδης, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ., Κωνσταντίνα Χριστοπούλου, Αγγελική Καστανά, Αναστασία Ζαφειριάδου, Φωτεινή Δεδούση, Παναγιώτης Δημόπουλος, Θεόδωρος Στριλάκος, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους.
Εισηγήτρια: Ανδριανή Κατσαρού, Πάρεδρος Ν.Σ.Κ. (γνώμη χωρίς ψήφο).
Αριθμός Ερωτήματος: Το έγγραφο με αριθμό πρωτοκόλλου (0) 40085_24/29-3-2024 του Γ΄ Τμήματος της Διεύθυνσης Απαλλοτριώσεων (Δ8) του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.
Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται, εάν το Πρακτικό Επιτυχούς Διαμεσολάβησης μεταξύ δικαστικώς αναγνωρισθέντων δικαιούχων αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης, εξομοιώνεται με δικαστική απόφαση αναγνώρισης δικαιούχου αποζημίωσης.
—————
Στο πιο πάνω ερώτημα, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β΄) γνωμοδότησε ως εξής:
Ιστορικό
Στο παραπάνω έγγραφο ερώτημα της υπηρεσίας και στα στοιχεία του φακέλου που το συνοδεύουν εκτίθεται το ακόλουθο πραγματικό:
- Με την με αριθμό 1004852/382/0010/29-1-2008 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων και Πολεοδομικών Θεμάτων με αριθμό 57/11-2-2008) κηρύχθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση για λόγους δημόσιας ωφέλειας και ειδικότερα για την κατασκευή του αυτοκινητόδρομου Κόρινθος-Πάτρα-Πύργος-Τσακώνα, τμήμα Κόρινθος-Πάτρα χ.θ. 0+000 έως χ.θ. 120+000 στο υπότμημαχ.θ. 109+100 έως χ.θ. 118+400 στα Δημοτικά
Διαμερίσματα Ρίου, Κάτω Καστριτσίου, Ακταίου, Αγίου Βασιλείου, Πλατανίου, Αραχωβίτικων, Δρεπάνου, Ψαθόπυργου του Νομού Αχαΐας, υπέρ του Δημοσίου και με δαπάνη αυτού.
Μεταξύ των απαλλοτριωθεισών εκτάσεων περιλαμβάνεται και η ιδιοκτησία με ΑΚΠ 06004022 εκτάσεως 1.546,22 τ.μ.
2.Με την με αριθμό κατάθεσης 4652/2011 αίτηση προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών (Ειδική Διαδικασία Απαλλοτριώσεων), οι α) Α. χήρα Α. Μ., το γένος Δ. και Α. Π., β) Π., σύζυγος Α. Ζ. το γένος Α. και Α. Μ. και γ) Β., σύζυγος Δ. Σ., το γένος Α. και Α. Μ. ζήτησαν να αναγνωριστούν δικαιούχοι της αποζημίωσης που αναλογεί στην ως άνω ιδιοκτησία. Επί της αίτησης αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 599/2013 απόφαση, με την οποία το δικαστήριο απείχε από την έκδοση απόφασης διότι το Ελληνικό Δημόσιο προέβαλε δικαιώματα κυριότητας επί του εν λόγω ακινήτου, και ειδικότερα προέβαλε ότι εδαφική έκταση επιφανείας 177 τ.μ. εμπίπτει εντός της κοίτης του ρέματος Ξηροποτάμου.
3.Στη συνέχεια οι ανωτέρω (μητέρα και τέκνα) άσκησαν την από 10-5-2018 και με αριθμό κατάθεσης 1144/11-5-2018 αγωγή τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών κατά του Ελληνικού Δημοσίου (επιδόθηκε στο Ελληνικό Δημόσιο στις 15-5-2018), με την οποία ζήτησαν να αναγνωριστεί η συγκυριότητά τους, κατά ποσοστό 2/8 η πρώτη από αυτές και 3/8 καθεμία από τη δεύτερη και τρίτη εξ αδιαιρέτου επί της προαναφερθείσας απαλλοτριωθείσας ιδιοκτησίας μετά των επικειμένων της και αναγνωριστούν δικαιούχοι της αντίστοιχης αποζημίωσης κατά το ποσοστά αυτά, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του συζύγου και πατέρα τους Α. Μ., που απεβίωσε το έτος 1992.
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 584/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πάτρας (Τακτική Διαδικασία) που τις αναγνώρισε συγκύριες και συνδικαιούχους αποζημίωσης κατά τα ανωτέρω ποσοστά επί της ανωτέρω ιδιοκτησίας με ΑΚΠ 06004022, αλλά για 1.369,22 τ.μ. καθότι έγινε δεκτή η ένσταση ιδίας κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου για τα 177
τ.μ. Η απόφαση αυτή έχει καταστεί αμετάκλητη, προσκομίστηκε δε στο
Κατάστημα Πάτρας του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων στις 04 – 12 – 2020.
4.Η δικαιούμενη συνολική προσωρινή αποζημίωση για την απαλλοτρωθείσα ιδιοκτησία, αφού λήφθηκε υπόψη το εμβαδόν αυτής, όπως αυτό κρίθηκε ότι ανέρχεται με την με αριθμό 584/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πάτρας (δηλαδή αφαιρέθηκε η αντιστοιχούσα στα 177 τ.μ. αποζημίωση) ανέρχεται στο ποσό των 146.614,60 ευρώ, η οποία επιμερίζεται στις τρεις αναγνωρισθείσες δικαιούχους στο ποσό των 36.653,64 ευρώ, 54.980,48 ευρώ και 54.980,48 ευρώ, για τη μητέρα και τις δύο κόρες της αντίστοιχα.
5.Στη συνέχεια, στις 25-1-2021, επιδόθηκε στο Κατάστημα Πάτρας του Τ.Π.Δ το από 14 Δεκεμβρίου 2020 Ιδιωτικό Συμφωνητικό Εκχώρησης Απαίτησης (Αριθμός Πρωτοκόλλου Εισερχομένου (0)7345_21) με εκχωρήτρια την Β. Σ.Μ. (αναγνωρισθείσα δικαιούχο της αποζημίωσης κατά ποσοστό 3/8) και εκδοχέα την Π. Ζ.-Μ., με το οποίο εκχωρούνταν η απαίτησή της να λάβει την κατατεθειμένη αποζημίωση. Το Κατάστημα Πάτρας ενημέρωσε προφορικά τον πληρεξούσιο δικηγόρο των δικαιούχων ότι για την καταβολή της εκχωρούμενης χρηματικής απαίτησης απαιτούνταν προσκόμιση Αποδεικτικού Ενημερότητας τόσο από την εκχωρήτρια όσο και από την εκδοχέα. Το ως άνω αποδεικτικό ενημερότητας δεν προσκομίστηκε ποτέ από την εκχωρήτρια, και ως συνέπεια αυτού δεν καταβλήθηκε το ποσό που αντιστοιχούσε στην εκχωρημένη απαίτηση στην εκδοχέα.
6.Στις 2-7-2021 καταβλήθηκε στην Π. Ζ.-Μ. το ποσό που αντιστοιχούσε στο αναγνωρισμένο δικαίωμά της (54.980,48 ευρώ).
7.Στις 4-10-2021 υποβλήθηκε στο Κατάστημα Πάτρας η με αριθμό πρωτοκόλλου (0) 85459-21 αίτηση του πληρεξουσίου δικηγόρου της Π. Ζ.-Μ. και προσκομίστηκε η με αριθμό 24/2021 Διαταγή Κληρονομητηρίου του Ειρηνοδικείου Πατρών, με την οποία πιστοποιείται ότι η Α. χα Α. Μ., που εν τω μεταξύ (στις 6-3-2019) είχε αποβιώσει, κατέλειπε κατά τον χρόνο θανάτου της την από 1-2-2019 ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δημοσιεύτηκε νόμιμα από το Ειρηνοδικείο Πατρών και κηρύχθηκε κυρία, με την οποία εγκαθιστά μοναδική κληρονόμο της την κόρη της Π.Ζ.-Μ. στο ποσοστό των 2/8 επί της κληρονομιαίας περιουσίας, ήτοι επί ενός ακινήτου στη θέση «ΓΟΛΕΜΙ» κειμένου στον Άγιο Βασίλειο ΔΕ Ρίου Δήμου Πατρέων. Προσκομίστηκε επίσης και το με αριθμό 2377/2021 Πιστοποιητικό του Ειρηνοδικείου Πατρών περί μη ανάκλησης της ανωτέρω διάταξης κληρονομητηρίου.
Επειδή, όμως, η απαλλοτρίωση είχε συντελεστεί το έτος 2010, ήτοι πριν το θάνατο της Α. Μ., και, επομένως, δεν κληρονομήθηκε ακίνητο αλλά απαίτηση από αποζημίωση λόγω απαλλοτρίωσης, η Νομική Υπηρεσία του Ταμείου, με το με αριθμό πρωτοκόλλου (0) 95784_21/3-11-2021 έγγραφό της προς το Κατάστημα Πάτρας απάντησε ότι δεν μπορεί να εκδώσει νομιμοποίηση για την είσπραξη του εν λόγω κλάσματος της αποζημίωσης καθόσον με την με αριθμό 24/2021 Διαταγή Κληρονομητηρίου, δεν πιστοποιείται το κληρονομικό δικαίωμα επί της απαίτησης από αποζημίωση.
8.Στη συνέχεια προσκομίστηκε η με αριθμό 2/2022 Διάταξη Χορήγησης Κληρονομητηρίου του Ειρηνοδικείου Πατρών, στην οποία πιστοποιείται ότι η Π. Ζ.-Μ., δυνάμει της προαναφερθείσας διαθήκης, είναι μοναδική κληρονόμος της μητέρας της Α. Μ. στο ποσοστό 2/8 της κατατεθειμένης από το Ελληνικό Δημόσιο αποζημίωσης (απαίτησης) επί του απαλλοτριωμένου τμήματος 1.369,22 τ.μ. του ακινήτου με ΑΚΠ 06004022, καθώς και το υπ’ αριθμό 773/17 – 05 -2022 Πιστοποιητικό περί μη ανάκλησης αυτού.
9.Στις 18-5-2022 καταβλήθηκε στην Π. Ζ.-Μ. το ποσό που αντιστοιχούσε στο αναγνωρισμένο δικαίωμα της αποβιώσασας μητέρας της, ήτοι τα 2/8 επί της κατατεθειμένης προσωρινής αποζημίωσης. Το υπόλοιπο της αποζημίωσης του ακινήτου με Α.Κ.Π. 06040022, που παραμένει κατατεθειμένο στο Κατάστημα Πάτρας του Τ. Π. και Δανείων και αντιστοιχεί στο αναγνωρισμένο δικαίωμα (3/8) της Β. Σ.-Μ., ανέρχεται στο ποσό των 54.980,48 ευρώ.
10. Στις 30-9-2022, μεταξύ των αδελφών, συνετάγη το με αριθμό 27/2022 Πρακτικό Επιτυχούς Διαμεσολάβησης, κατόπιν άσκησης της από 1-9-2022 (αρ.κατ. 1924/2022) αγωγής της Π. Ζ.-Μ. κατά της αδελφής της Β. Σ.-Μ. Στο Πρακτικό αυτό, η Π.Ζ.-Μ., πέραν της αναφοράς ως προς τον τρόπο κτήσης της κυριότητας των 3/8 εξ αδιαιρέτου ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος του πατέρα της και των 2/8 ως εκ διαθήκης κληρονόμος της μητέρας της (με αριθμό 2/2022 Διάταξη χορήγησης Κληρονομητηρίου), αναφέρει επίσης ότι αυτή έχει την αποκλειστική και πλήρη κυριότητα επί του ακινήτου δυνάμει άτυπης (προφορικής) μεταβίβασης του ακινήτου αυτού από τον πατέρα της Α. Μ. από τις αρχές Ιουνίου 1991, καθώς επίσης και την από 14-12-2020 προαναφερθείσα εκχώρηση. Με το εν λόγω Πρακτικό, η Β. Σ.-Μ., συνομολογώντας όλα τα ανωτέρω, αναγνωρίζει την αποκλειστική και πλήρη κυριότητα της Π. Ζ.-Μ. επί του απαλλοτριωθέντος ακινήτου με ΑΚΠ 06004022, παραιτείται από κάθε αναγνωρισμένο δικαίωμά της δυνάμει της με αριθμό 584/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών καθώς και από την σχετική προσωρινή αποζημίωση, παραιτείται δε από την είσπραξή της και δεν έχει καμία αξίωση επ΄ αυτής, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα της αδελφής της Π.Ζ.-Μ. προς είσπραξη αυτής.
11. Ακολούθως, η Π. Ζ.-Μ. άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, την με αριθμό κατάθεσης 415/2023 αίτησή της κατά του Ταμείου, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 8 του ν. 2882/2001 (ΚΑΑΑ), με την οποία ζήτησε, όπως εκτιμήθηκε από το δικαστήριο, να υποχρεωθεί το Ταμείο να αποδώσει στην ίδια την αποζημίωση κατόπιν εκχώρησης από την αδελφή της (Β.Σ.-Μ.) προς την ίδια δυνάμει του ανωτέρω Πρακτικού. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε από το δικαστήριο με την με αριθμό 234/2024 απόφαση (Διαδικασίας Ασφαλιστικών Μέτρων), καθόσον κρίθηκε ότι η αναγγελία της εκχώρησης είναι άκυρη, επειδή δεν έλαβαν χώρα οι σωρευτικές κοινοποιήσεις της εκχώρησης στα αρμόδια όργανα που ορίζονται στο άρθρο 53 του ν.δ.
496/1974 «Περί λογιστικού των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου».
12.Στη συνέχεια, η Π.Ζ.-Μ. υπέβαλε στο Κατάστημα Πάτρας Τ. Π. και Δανείων μέσω Ηλεκτρονικού Ταχυδρομείου δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, την υπ’ αριθμό πρωτοκόλλου (0)27480_24/28-2-2024 αίτηση με συνημμένο το προαναφερθέν με αριθμό 27/2022 Πρακτικό Επιτυχούς Διαμεσολάβησης, και ζήτησε να της καταβληθεί η σχετική αποζημίωση. Επειδή δε το Ταμείο αρνήθηκε την καταβολή, η Π. Ζ.-Μ. επανήλθε με την από 15-3–2024 και με αριθμό πρωτοκόλλου (0) 35163_24/15-3-2024 αίτησή της, εμμένοντας στην άποψή της ότι το πρακτικό επιτυχούς διαμεσολάβησης, το οποίο έχει κηρυχθεί εκτελεστό κι έχει περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο, εξομοιώνεται με δικαστική απόφαση κατ’ άρθρο 904 ΚΠολΔ και ζήτησε, βάσει αυτού, την καταβολή της απαλλοτριωτικής αποζημίωσης που αντιστοιχεί στα 3/8 της εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας του με ΑΚΠ 06004022 ακινήτου.
Κατόπιν τούτων, η ερωτώσα υπηρεσία υπέβαλε το κρινόμενο ερώτημα, ήτοι εάν το Πρακτικό Επιτυχούς Διαμεσολάβησης μεταξύ δικαστικώς αναγνωρισθέντων δικαιούχων αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης, εξομοιώνεται με δικαστική απόφαση αναγνώρισης δικαιούχου αποζημίωσης, και, καθ’ ερμηνεία του ερωτήματος, αν τούτο δεσμεύει το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
Νομοθετικό πλαίσιο
13. Στο ν. 2882/2001 (Α΄ 17) «ΚώδικαςΑναγκαστικών Απαλλοτριώσεων
Ακινήτων», όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση διατάξεών του με το ν.
3130/2003 (Α 76) και το ν. 4070/2012 (Α΄ 82), ορίζονται τα εξής:
΄Αρθρο 8.Παρακατάθεση αποζημίωσης
« 1.Ο υπόχρεος για την πληρωμή της αποζημίωσης, της κατά το άρθρο 18 παρ. 4 δικαστικής δαπάνης, καθώς και της αμοιβής των πληρεξουσίων δικηγόρων, που προσδιορίστηκαν δικαστικώς, καταθέτει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.& Δ.) την αποζημίωση υπέρ δικαιούχου και τη δικαστική δαπάνη και την αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων υπέρ του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου.”
2. Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων αποδίδει στο δικαιούχο το ποσό που κατατέθηκε αφού προσκομισθεί σε αυτό τελεσίδικη αναγνωριστική απόφαση και στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο το ποσό της δικαστικής δαπάνης και την αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων…
3….
4. Με την καταβολή της αποζημίωσης στο δικαιούχο που αναγνωρίστηκε δικαστικώς, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση και ευθύνη απέναντι σε οποιονδήποτε τρίτο διεκδικητή ή δικαιούχο. Ευθύνη απέναντι σε αυτούς έχει εκείνος που εισέπραξε την αποζημίωση.
΄Αρθρο 26. Δικαστική αναγνώριση δικαιούχων
«1. Η αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης γίνεται με δικαστική απόφαση, κατά την ειδική διαδικασία που ορίζεται με τις διατάξεις του παρόντος.2. Αρμόδιο για την αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης είναι το μονομελές πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο που απαλλοτριώθηκε ή το μεγαλύτερο τμήμα αυτού. Το πρωτοδικείο επιλαμβάνεται μετά από αίτηση κάθε ενδιαφερομένου.
3. ….. 4. …… 5. ……. 6. ….
- Το δικαστήριο αναγνωρίζει τους δικαιούχους της αποζημίωσης με βάση κάθε στοιχείο που προσκομίζουν οι διάδικοι ή που το εξετάζει αυτεπαγγέλτως. Η αναγνώριση γίνεται με την έκδοση οριστικής απόφασης που είναι ενιαία για όλους όσους προβάλλουν δικαιώματα στο ακίνητο που απαλλοτριώθηκε…..
- …. 9. ….. 10. …..
- 11.Το δικαστήριο απέχει να εκδώσει απόφαση αναγνώρισης των δικαιούχων της αποζημίωσης: α) εάν η κυριότητα του απαλλοτριωμένου ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επ` αυτού πιθανολογείται ότι ανήκει στο Δημόσιο, β) εάν η κυριότητα του απαλλοτριωμένου ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επ` αυτού διεκδικείται από περισσότερους και είναι δυσχερής η διακρίβωση του δικαιούχου, γ) εάν το αίτημα του αξιούντος την αναγνώριση δεν είναι σύμφωνο με τον κτηματολογικό πίνακα και διάγραμμα και δεν έχει υποβάλλει σχετικό αίτημα, προ τριμήνου, από την συζήτηση στην αρμόδια Υπηρεσία για την διόρθωση των κτηματολογικών στοιχείων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το άρθρο 16 και δ) εάν δεν αποδεικνύεται το δικαίωμα του αξιούντος να αναγνωρισθεί ως δικαιούχος της αποζημίωσης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση ο επικαλούμενος νέα στοιχεία δύναται με αυτοτελή αίτηση να ζητήσει μόνο μια φορά ακόμη να αναγνωρισθεί ως δικαιούχος κατά τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, επιτρεπομένης και πραγματογνωμοσύνης, που διατάσσεται και διεξάγεται κατ` ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 20. Εάν το δικαστήριο απόσχει να εκδώσει απόφαση αναγνώρισης του δικαιούχου της αποζημίωσης, η κυριότητα του απαλλοτριουμένου και τα άλλα εμπράγματα δικαιώματα επ` αυτού, κρίνονται κατά την τακτική
διαδικασία.»
12.Η απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου για την αναγνώριση δικαιούχων δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Διάδικοι ή τρίτοι, που αξιώνουν δικαιώματα στο απαλλοτριωμένο ακίνητο, δύνανται να τα ασκήσουν κατά την τακτική διαδικασία, έστω και εάν δεν προβλήθηκαν κατά την ειδική διαδικασία αναγνώρισης δικαιούχων, προς είσπραξη της αποζημίωσης ή αναζήτηση αυτής από εκείνον που την εισέπραξε ή από εκείνον υπέρ του οποίου εκδόθηκε το χρηματικό ένταλμα πληρωμής, χωρίς αυτό να ασκεί επιρροή στη διαδικασία της απαλλοτρίωσης.
14. Στο ν.4640/2019 (Α’ 190)«Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 και άλλες διατάξεις», ορίζονται τα εξής:
Άρθρο 1. Σκοπός
«Ο παρών νόμος έχει σκοπό τη ρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και την περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας με τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα. Οι διατάξεις του παρόντος δεν εφαρμόζονται στη δικαστική μεσολάβηση, όπως αυτή ρυθμίζεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.».
Άρθρο 2 . Ορισμοί
«Για τους σκοπούς του παρόντος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
- Ως ιδιωτική διαφορά, νοείται η αμφισβήτηση για την ύπαρξη, την έκταση, το περιεχόμενο ή τα υποκείμενα ιδιωτικού δικαιώματος και ως ιδιωτικά δικαιώματα νοούνται όσα αναγνωρίζονται από το ιδιωτικό δίκαιο.
- Ως διαμεσολάβηση, νοείται μια διαρθρωμένη διαδικασία ανεξαρτήτως ονομασίας με βασικά χαρακτηριστικά την εμπιστευτικότητα και την ιδιωτική αυτονομία, στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη επιχειρούν εκουσίως, με καλόπιστη συμπεριφορά και συναλλακτική ευθύτητα, να επιλύσουν με συμφωνία μία διαφορά τους με τη βοήθεια διαμεσολαβητή.
3…».
Άρθρο 3. Υπαγόμενες διαφορές-Υποχρέωση ενημέρωσης από τον
πληρεξούσιο δικηγόρο
«1. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να υπαχθούν αστικές και εμπορικές διαφορές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, εφόσον τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.
Άρθρο 6. Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης-Υπαγόμενες διαφορές
«1.Οι παρακάτω αστικές και εμπορικές διαφορές υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, εφόσον τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της μεταξύ τους διαφοράς:
α) …, β) …, γ) …
Στις ανωτέρω περιπτώσεις για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής που τυχόν θα ασκηθεί, κατατίθεται μαζί με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης.».
Άρθρο 7. Διαδικασία της Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας Διαμεσολάβησης και αμοιβή νομικού παραστάτη
«1….2….3…
4. Μετά το πέρας της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας συντάσσεται πρακτικό από τον διαμεσολαβητή που υπογράφεται από τον ίδιο και όλους τους συμμετέχοντες και αν επακολουθήσει άσκηση αγωγής ή αν έχει ήδη ασκηθεί, αυτό κατατίθεται στο δικαστήριο επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της υπόθεσης μαζί με τις προτάσεις….».
Άρθρο 8. Εκτελεστότητα των συμφωνιών που προκύπτουν από τη διαμεσολάβηση
«. 1. Ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό διαμεσολάβησης που πρέπει να περιέχει: α) το ονοματεπώνυμο και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του διαμεσολαβητή, β) την ημερομηνία και τον τόπο που έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση, γ) τα πλήρη στοιχεία των μερών που προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση και τα ονόματα των νομικών παραστατών τους, δ) αναφορά στη συμφωνία ή τον ειδικότερο τρόπο με τον οποίο τα μέρη προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος, ε) τα πλήρη στοιχεία τυχόν άλλων προσώπων που μετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και στ) τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν τα μέρη κατά τη διαμεσολάβηση ή τη διαπίστωση περί μη επίτευξης συμφωνίας.
2.Μετά το πέρας της διαδικασίας διαμεσολάβησης, το πρακτικό υπογράφεται από τον διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους νομικούς παραστάτες τους. Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνο από τον διαμεσολαβητή. Κάθε μέρος δύναται να καταθέσει το πρακτικό επίτευξης συμφωνίας οποτεδήποτε στη γραμματεία του καθ` ύλην και κατά τόπο αρμόδιου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η εκδίκαση της υπόθεσης. Μετά την κατάθεση του πρακτικού στο Δικαστήριο η άσκηση αγωγής για την ίδια διαφορά είναι απαράδεκτη στο μέτρο που το αντικείμενό της καλύπτεται από τη συμφωνία των μερών, τυχόν δε εκκρεμής δίκη καταργείται……
3.Το πρακτικό της διαμεσολάβησης του παρόντος άρθρου αποτελεί, από την κατάθεσή του στη γραμματεία του κατά την παράγραφο 2 αρμόδιου δικαστηρίου, εκτελεστό τίτλο σύμφωνα με την περίπτωση ζ` της παραγράφου 2 του άρθρου 904 Κ.Πολ.Δ., εφόσον η συμφωνία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης. Το απόγραφο εκδίδεται ατελώς από τον δικαστή ή τον πρόεδρο του κατά την παράγραφο 2 αρμόδιου Δικαστηρίου.
4…».
Ερμηνεία και εφαρμογή διατάξεων
Από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς, αλλά και σε συνδυασμό μεταξύ τους και τα πραγματικά περιστατικά, που τέθηκαν υπόψη του Τμήματος από την ερωτώσα υπηρεσία, συνάγονται τα ακόλουθα:
15.Σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 2882/2001 (ΚΑΑΑ), η αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης γίνεται με δικαστική απόφαση, κατά την ειδική διαδικασία που ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου αυτού (παρ. 1), αρμόδιο για την αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης είναι το μονομελές πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο που απαλλοτριώθηκε ή το μεγαλύτερο τμήμα αυτού (παρ. 2), το δικαστήριο αναγνωρίζει τους δικαιούχους της αποζημίωσης με βάση κάθε στοιχείο που προσκομίζουν οι διάδικοι ή που το εξετάζει αυτεπαγγέλτως (παρ. 7), η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου για την αναγνώριση δικαιούχων δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα, οι δε διάδικοι ή τρίτοι, που αξιώνουν δικαιώματα στο απαλλοτριωμένο ακίνητο, δύνανται να τα ασκήσουν κατά την τακτική διαδικασία, έστω και εάν δεν προβλήθηκαν κατά την ειδική διαδικασία αναγνώρισης δικαιούχων, προς είσπραξη της αποζημίωσης ή αναζήτηση αυτής από εκείνον που την εισέπραξε ή από εκείνον υπέρ του οποίου εκδόθηκε το ένταλμα πληρωμής (παρ. 12). Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η απόφαση για την αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης από απαλλοτρίωση, η οποία αποφαίνεται αμετάκλητα με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν στη διάθεση του δικαστηρίου, χωρίς να περιορίζεται στον κτηματολογικό πίνακα και στο αντίστοιχο κτηματολογικό διάγραμμα, αποτελεί δεδικασμένο, έναντι πάντων, για το ποιος είναι δικαιούχος για την είσπραξη της αποζημίωσης και, επιπροσθέτως, για το εμβαδόν των απαλλοτριωμένων ακινήτων και τον όγκο των επ’ αυτών κτισμάτων, τα οποία το δικαστήριο ερευνά ελεύθερα, χωρίς να περιορίζεται στο εμβαδόν και τον όγκο που αναγράφονται στα στοιχεία της κτηματογράφησης (κτηματολογικό πίνακα και διάγραμμα) (ΑΠ 38/2019, 356/2017, 647/2014, ΟλΑΠ 7/2013, AΠ 691/2008, ΟλΑΠ 9/1989). Κατά μείζονα δε λόγο το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που εκδοθεί απόφαση κατά την τακτική διαδικασία και καταστεί αμετάκλητη επειδή το δικαστήριο της αναγνώρισης δικαιούχου απείχε από την έκδοση απόφασης κατά την παράγραφο 11 του άρθρου 26. Με βάση το δεδικασμένο που απορρέει από την απόφαση αναγνώρισης δικαιούχων της αποζημίωσης από απαλλοτρίωση, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων είναι υποχρεωμένο, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 2 εδάφ. α΄ του ίδιου νόμου, να αποδώσει σε εκείνον που αναγνωρίστηκε δικαιούχος της αποζημίωσης το ποσό της αποζημίωσης της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου. Με την καταβολή της αποζημίωσης στον δικαιούχο που αναγνωρίστηκε δικαστικά, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση και ευθύνη απέναντι σε οποιονδήποτε τρίτο διεκδικητή ή δικαιούχο. Ευθύνη απέναντι σε αυτούς έχει εκείνος που εισέπραξε την αποζημίωση (άρθρο 8 παρ. 4 του ίδιου νόμου) (ΑΠ 356/2017, 691/2008, ΝΣΚ 577/2012).
Η εκ του νόμου τεθείσα προϋπόθεση απόδοσης της απαλλοτριωτικής αποζημίωσης από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων με την προσκόμιση δικαστικής απόφασης αναγνώρισης δικαιούχων παρέχει τις απαιτούμενες εγγυήσεις τόσο για τον υπόχρεο προς πληρωμή της αποζημίωσης και τον δικαιούχο για την απόληψη αυτής, όσο και για το Ταμείο, ως αρμοδίας κατά νόμο Αρχής για την απόδοσή της, ότι το απαλλοτριωθέν ακίνητο είναι της ιδιοκτησίας του αξιούντος την πληρωμή της αποζημίωσης, ότι δεν αξιώνει επ’ αυτού δικαιώματα κυριότητας το Δημόσιο αλλά και ότι το απαλλοτριωθέν ακίνητο είναι ελεύθερο οπουδήποτε βάρους (ΝΣΚ 302/2014, 81/1971).
16.Η διαμεσολάβηση είναι μια μέθοδος εξωδικαστικής επίλυσης ιδιωτικών διαφορών, στην οποία τα μέρη, με τη βοήθεια και συνδρομή του διαμεσολαβητή, δηλαδή, ενός τρίτου, ανεξάρτητου και ουδέτερου ως προς τα μέρη προσώπου,επιχειρούν να καταλήξουν μέσω της διαπραγμάτευσης μεταξύ τους, σε μία συμφωνία. Σκοπός δε είναι να άγεται μία διαφορά στην δικαιοσύνη μετά από επίγνωση των μερών ότι αυτή δεν δύναται να επιλυθεί μέσω ενός τρίτου προσώπου, του διαμεσολαβητή, που δεν κρίνει τα μέρη και τη διαφορά, αλλά συμβάλλει στην επικοινωνία των μερών για την εύρεση του κοινού τόπου που θα οδηγήσει στην αποκατάσταση της μεταξύ τους σχέσης.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ν. 4640/2019, η διαμεσολάβηση προσφέρει την ελευθερία εξεύρεσης λύσεων από κοινού, σε σύντομο χρόνο, με μικρότερο οικονομικό κόστος, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει ουσιαστικά στην απλούστευση και βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Τούτο δε συμβαίνει, διότι η επίτευξη της διευθέτησης μιας ιδιωτικής διαφοράς εκτός του συνηθισμένου μοντέλου της διαδικασίας, που περατώνεται με την έκδοση δικαστικής απόφασης, έχει ως άμεση συνέπεια τη μείωση του αριθμού των διαφορών που εισάγονται στα δικαστήρια και τη βελτίωση του χρόνου απονομής δικαιοσύνης στις υποθέσεις, όπου η έκδοση δικαστικής απόφασης αποτελεί τον ενδεδειγμένο και μόνο τρόπο για την αυθεντική επίλυσή τους. Επιπροσθέτως, τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης είναι σημαντικά στον τομέα της ενίσχυσης των οικονομικών συναλλαγών και της επιχειρηματικότητας δια της εξισορρόπησης των συμφερόντων και της εξεύρεσης λύσεων αποτελεσματικών και προσαρμοσμένων στις εκάστοτε ανάγκες των εμπλεκόμενων μερών. Αποτελεί δε εναλλακτική οδό επίλυσης των διαφορών και όχι υποκατάστατο της προσφυγής στη δικαιοσύνη.
Η διαμεσολάβηση, ως εναλλακτική μέθοδος επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών εκτός δικαστηρίων, καθιερώθηκε με το ν.3898/2010 κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008. Στη συνέχεια, ο νομοθέτης με τα άρθρα 178 έως 206 του ν.4512/2018 θέσπισε επιπλέον κανόνες, με σκοπό να εξασφαλίσει την εφαρμογή της διαμεσολάβησης στην πράξη. Ο ισχύων ν. 4640/2019 έχει σκοπό τη ρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και την περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας με τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα (άρθρο 1). Στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ν.4640/2019 προσδιορίζονται οι διαφορές που μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Ειδικότερα προβλέπεται ότι αυτές πρέπει να είναι αστικές ή εμπορικές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι τα εμπλεκόμενα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις η υπαγωγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης παρουσιάζεται ως δυνατότητα για τα μέρη και επαφίεται στη βούλησή τους να προσφύγουν σε αυτήν (άρθρο 2). Η προσφυγή των μερών στη διαμεσολάβηση είναι οικειοθελής και μπορεί να γίνει, είτε πριν την έναρξη οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας, ή μετά την έναρξή της και μάλιστα σε οποιοδήποτε στάδιο αυτής όπως προκύπτει από τις διατάξεις: α) του άρθρου 6 παρ. 1 του ν. 4640/2019 («…Στις ανωτέρω περιπτώσεις, για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής που τυχόν θα ασκηθεί…) και 7 παρ. 4 του ίδιου νόμου («Μετά το πέρας της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας συντάσσεται πρακτικό….και αν επακολουθήσει η άσκηση αγωγής…… αυτό κατατίθεται στο δικαστήριο επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της υπόθεσης μαζί με τις προτάσεις».
Σε περίπτωση που τα μέρη επιτύχουν να επιλύσουν τη διαφορά κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, τότε η συμφωνία τους αποτυπώνεται στο πρακτικό διαμεσολάβησης, το οποίο υπογράφεται από τα μέρη, τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους και τον διαμεσολαβητή, από τον χρόνο δε κατάθεσής του στη Γραμματεία του καθ` ύλην και κατά τόπο αρμόδιου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η εκδίκαση της υπόθεσης, αποτελεί εκτελεστό τίτλο σύμφωνα με την περίπτωση ζ` της παραγράφου 2 του άρθρου 904Κ.Πολ.Δ., εφόσον η συμφωνία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 8 παρ. 1,2,3). Το Πρακτικό αυτό, δεν αποτελεί δικαστική απόφαση, αλλά πρόκειται περί µίας ιδιωτικού χαρακτήρα συµφωνίας µε συµβατική ισχύ µε την οποία ρυθµίζονται αξιώσεις του ουσιαστικού δικαίου [ΑΠ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ 34/2018]. Η διαμεσολαβητική διευθέτηση δεν είναι παρά προϊόν της ιδιωτικής αυτονομίας των μερών, που επιτυγχάνεται και πιστοποιείται με την παρουσία του διαμεσολαβητή. Για το περιεχόμενο της επιτευχθείσας συμφωνίας δεν δημιουργείται δεδικασμένο, διότι η ισχύς του δεδικασμένου προσνέμεται εξ ορισμού αποκλειστικά στην τελεσίδικη δικαστική διάγνωση για την ύπαρξη ή ανυπαρξία του επίδικου δικαιώματος. Η διαμεσολαβητική διευθέτηση της διαφοράς, όταν επιτυγχάνεται, θα ενέχει, ως προς τη νομική της φύση, κατά κανόνα τα στοιχεία της συμβάσεως εξωδίκου συμβιβασμού (ΑΚ 871), εάν – όπως συνήθως- τα μέρη αίρουν την κοινή έριδα ή αβεβαιότητα με αμοιβαίες υποχωρήσεις και θυσίες. Αν οι αποτυπούμενες στο Πρακτικό Διαμεσολάβησης δηλώσεις βούλησης δεν πληρούν την ανωτέρω (αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση του συμβιβασμού) προϋπόθεση της αμοιβαιότητας των υποχωρήσεων, τότε θα πρόκειται για άλλη δικαιοπραξία, π.χ. μερική ή ολική απόσβεση χρέους, αναγνώριση χρέους, ανανέωση κλπ. Σε αυτήν την περίπτωση, οι ουσιαστικές συνέπειες των εκατέρωθεν δηλώσεων θα καθορίζονται με βάση την εκάστοτε φύση της καταρτιζόμενης οικείας δικαιοπραξίας (Ε. Ποδηματά, Ιδιωτική Διαμεσολάβηση κατά το ν. 4640/2019, έκδ. 2022, σελ. 121-122).
17.Στην προκειμένη περίπτωση, με την με αριθμό 584/2020 αμετάκλητη απόφαση αναγνώρισης δικαιούχων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών παρήχθη δεδικασμένο ως προς το πρόσωπο των δικαιούχων της αποζημίωσης και το είδος του δικαιώματός τους, δυνάμει της οποίας και καταβλήθηκαν οι αναφερόμενες στο ιστορικό της παρούσας αποζημιώσεις, μεταξύ των οποίων και στην αιτούσα Π.Ζ.-Μ. τόσο ως δικαιούχο αποζημίωσης όσο και ως κληρονόμο δικαιούχου αποζημίωσης. Το με αριθμό 27/2022 Πρακτικό Επιτυχούς Διαμεσολάβησης που προσκομίστηκε στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για την απόδοση της αποζημίωσης, δεν αποτελεί δικαστική απόφαση, αλλά πρόκειται περί µίας ιδιωτικού χαρακτήρα συµφωνίας µε συµβατική ισχύ µε την οποία ρυθµίζονται αξιώσεις του ουσιαστικού δικαίου, δεν ανατρέπει επ’ ουδενί το δεδικασμένο που απορρέει από την με αριθμό 584/2020 αμετάκλητη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών ούτε δεσμεύει το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, αφού, όπως προαναφέρθηκε, το Ταμείο είναι υποχρεωμένο, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 2 εδάφ. α΄ του ΚΑΑΑ, να αποδώσει το ποσό της αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης σε εκείνον που αναγνωρίστηκε δικαστικώς δικαιούχος της αποζημίωσης.
Περαιτέρω σημειώνεται ότι τα αναγραφόμενα στο Πρακτικό Επιτυχούς Διαμεσολάβησης περί παραίτησης της Β. Σ.-Μ. από κάθε αναγνωρισμένο δικαίωμά της δυνάμει της με αριθμό 584/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, καθώς και από την σχετική προσωρινή αποζημίωση και την είσπραξή της, δεν συνιστούν εκ νέου εκχώρηση της σχετικής απαίτησης στην Π. Ζ.-Μ., καθόσον, στο εν λόγω Πρακτικό, η Β.Ζ.-Μ. συνομολογεί ότι ουδέποτε υπήρξε δικαιούχος απαίτησης από την εξεταζόμενη απαλλοτριωτική αποζημίωση, ώστε να την εκχωρήσει, αφού η κυριότητα του απαλλοτριωθέντος ακινήτου ανήκε στην αδελφή της και η ίδια δεν είχε ποτέ συγκυριότητα επ’ αυτού.
18. Απάντηση
Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στο ερώτημα που υποβλήθηκε, το Νομικό
Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β΄) γνωμοδοτεί, ομόφωνα, ότι το Πρακτικό Επιτυχούς Διαμεσολάβησης μεταξύ των δικαστικώς αναγνωρισθέντων δικαιούχων αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης δεν εξομοιώνεται με δικαστική απόφαση αναγνώρισης δικαιούχου αποζημίωσης και δεν δεσμεύει το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ Αθήνα, 3 Οκτωβρίου 2024
Η Πρόεδρος Η Εισηγήτρια