Η φερόμενη δικηγορική εταιρεία και ο φερόμενος εντολοδόχος δικηγόρος για την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της ανακοπής δεν μπορούσαν να παρέχουν δικηγορικές υπηρεσίες
Δεκτή έγινε η αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση κατ’ άρθρο 152 παρ. 1 ΚΠολΔ και, ακολούθως, η ανακοπή του αιτούντος κατά αναγκαστικής κατάσχεσης, η οποία ασκήθηκε 140 ημέρες μετά από την λήξη της 45νθήμερης προθεσμίας. Το δικαστήριο δέχθηκε ότι συντρέχει λόγος ανωτέρας βίας, καθώς η φερόμενη δικηγορική εταιρεία και ο φερόμενος εντολοδόχος δικηγόρος για την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της ανακοπής δεν μπορούσαν να παρέχουν δικηγορικές υπηρεσίες. (ΜΠΑ 3/2025)
Σύμφωνα με το σωρευόμενο με την ανακοπή αίτημα επαναφοράς πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, ο ανακόπτων επικαλέστηκε, μεταξύ άλλων, την αντικειμενική αδυναμία του να προβεί εγκαίρως στις απαραίτητες δικονομικές ενέργειες, λόγω ανωτέρας βίας, άλλως λόγω δόλου της καθ’ ης, και, ειδικότερα, διότι ο εκπρόσωπος της εταιρείας με την επωνυμία “Ρlanahead Consulting ΙΚΕ” στην οποία ανέθεσε την διευθέτηση της οφειλής του, παρέστησε ψευδώς σε αυτόν ότι έφερε τη δικηγορική ιδιότητα και εντεύθεν ότι θα προχωρούσε νομίμως σε κάθε αναγκαία δικαστική ενέργεια για την προάσπιση των εννόμων συμφερόντων του, γεγονός που δεν ήταν αληθές, με αποτέλεσμα ο ίδιος να παραπλανηθεί άνευ ευθύνης του και να απωλέσει τη δικονομική προθεσμία των 45 ημερών για την άσκηση ανακοπής.
Το δικαστήριο δέχθηκε ότι, πράγματι, ο ανακόπτων είχε αναθέσει στην εταιρεία με την επωνυμία “Ρlanahead Consulting ΙΚΕ” την διευθέτηση της οφειλής του προς την καθ’ ης, αγνοώντας ανυπαιτίως ότι ο εκπρόσωπος της ανωτέρω εταιρείας, με τον οποίο συνομιλούσε, δεν έφερε την δικηγορική ιδιότητα και, κατά συνέπεια, δεν ήταν δυνατό να προβεί στην εμπρόθεσμη ανακοπή της ανακοπτομένης κατασχετήριας έκθεσης.
Μάλιστα, το δικαστήριο απέρριψε την ένσταση συντρέχοντος πταίσματος που πρόβαλλε η καθ’ ης, με το σκεπτικό ότι ακόμη και με μέτρα άκρας επιμέλειας ο μέσος συνετός άνθρωπος (πολλώ δε μάλλον ο μη έχων υψηλό μορφωτικό επίπεδο) δεν είναι εφικτό να αντιληφθεί ότι οι εκπρόσωποι εταιρείας που διαφημίζεται δημοσίως στο διαδίκτυο ως παρέχουσα “εξειδικευμένες νομικές υπηρεσίες” και “διορατικές νομικές συμβουλές” δεν φέρουν την δικηγορική ιδιότητα και, σε κάθε περίπτωση, ότι αδυνατούν να ασκήσουν νομίμως τα προσήκοντα ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα με σκοπό την προστασία και την έγκαιρη άμυνα του καλόπιστου οφειλέτη έναντι διαδικασιών που επισπεύδονται εις βάρος του, όπως οι προσβαλλόμενες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης.
Περαιτέρω, η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 152 ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία πταίσμα του πληρεξουσίου δικηγόρου ή του νομίμου αντιπροσώπου του αιτούντος διαδίκου δεν αποτελεί λόγο για την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, δεν τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής, διότι δεν επρόκειτο στην πραγματικότητα για πληρεξούσιο ούτε νόμιμο αντιπρόσωπο του ανακόπτοντος, ενώ και οι περιγραφόμενες πράξεις και παραλείψεις του δεν συνιστούν μόνο πταίσμα, αλλά συμπεριφορές που ερευνώνται ήδη ποινικά, κατόπιν υποβολής από τον ανακόπτοντα μήνυσης-έγκλησης, ως προς την πιθανή στοιχειοθέτηση αξιοποίνων πράξεων.
Απόσπασμα απόφασης
Από τα έγγραφα, τα οποία παραδεκτώς και νομίμως προσκομίζουν οι διάδικοι και από τη δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του ανακόπτοντος-αιτούντος αποδείχθηκε ότι: Ο ανακόπτων ήδη από την άνοιξη του 2023 και πριν την επίδοση σε αυτόν της προσβαλλόμενης από 05.09.2023 επιταγής προς πληρωμή κάτωθι του υπ’ αριθμόν 292/2023 αντιγράφου εκ πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθμόν 257/2023 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου Λαυρίου είχε αναθέσει στην εταιρεία με την επωνυμία ““Ρlanahead Consulting ΙΚΕ” την διευθέτηση της οφειλής του προς την καθ’ ης, αγνοώντας ανυπαιτίως ότι ο εκπρόσωπος της ανωτέρω εταιρείας, ., με τον οποίο συνομιλούσε, δεν έφερε την δικηγορική ιδιότητα και κατά συνέπεια δεν ήταν δυνατό να προβεί στην εμπρόθεσμη ανακοπή της ανακοπτομένης κατασχετήριας έκθεσης. Η ένσταση συντρέχοντος πταίσματος που προβάλλει νόμιμα και εμπρόθεσμα η καθ’ ης στις προτάσεις της και με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της κατά τη συζήτηση της παρούσας, θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, διότι ακόμη και με μέτρα άκρας επιμέλειας ο μέσος συνετός άνθρωπος (πολλώ δε μάλλον ο μη έχων υψηλό μορφωτικό επίπεδο) δεν είναι εφικτό να αντιληφθεί ότι οι εκπρόσωποι εταιρείας που διαφημίζεται δημοσίως στο διαδίκτυο ως παρέχουσα “εξειδικευμένες νομικές υπηρεσίες” και “διορατικές νομικές συμβουλές” δεν φέρουν την δικηγορική ιδιότητα και σε κάθε περίπτωση ότι αδυνατούν να ασκήσουν νομίμως τα προσήκοντα ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα με σκοπό την προστασία και την έγκαιρη άμυνα του καλόπιστου οφειλέτη έναντι διαδικασιών που επισπεύδονται εις βάρος, όπως οι προσβαλλόμενες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης. Για το λόγο αυτό άλλωστε έχει υποβληθεί ενώπιον του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Αθηνών η από 26-02-2025 με ΑΒΜ Ε2025/. μήνυση-έγκληση του ανακοπτόντος κατά της τέως λογίστριάς του, ., του ., ως φερόμενου δικηγόρου και της εταιρείας με την επωνυμία “Ρlanahead Consulting ΙΚΕ”. Επιπροσθέτως, η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 152 ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία πταίσμα του πληρεξουσίου δικηγόρου ή του νομίμου αντιπροσώπου του αιτούντος διαδίκου δεν αποτελεί λόγο για την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, δεν τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής, διότι ο .ς δεν ήταν στην πραγματικότητα πληρεξούσιος δικηγόρος ούτε νόμιμος αντιπροσώπου του ανακόπτοντος, ενώ και οι περιγραφόμενες πράξεις και παραλείψεις του δεν συνιστούν μόνο πταίσμα, αλλά συμπεριφορές που ερευνώνται ήδη ποινικά (βλ. από 26-02-2025 με ΑΒΜ Ε2025/. μήνυση-έγκληση του ανακόπτοντος) ως προς την πιθανή στοιχειοθέτηση αξιοποίνων πράξεων. Σε κάθε περίπτωση, με την υπ’ αριθμ. 24/2025 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου (διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων) που εκδόθηκε στις 10.03.2025, έγινε δεκτή σχετική αίτηση του ανακόπτοντος περί σύντμησης νόμιμης προθεσμίας και συντμήθηκε δικαστικά, κατ’ άρθρο 150 παρ. 1 ΚΠολΔ, η προθεσμία κοινοποίηση της υπό κρίση ανακοπής σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες προ της δικασίμου που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Για όλους τους ανωτέρω λόγους πρέπει να γίνει δεκτή, ως ουσιαστικά βάσιμη, η σωρευόμενη στην υπό κρίση ανακοπή αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση κατ’ άρθρο 152 ΚΙ ΙολΔ και εντεύθεν η ανακοπή να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό, τη νομική και την ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.