Αμφότερα τα μέρη βρίσκονταν σε διαπραγματεύσεις, με αποτέλεσμα πριν την έκδοση του τίτλου να υπογραφεί συμφωνία ρύθμισης την οποία ο οφειλέτης τηρούσε
Δεκτή έγινε ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, λόγω καταχρηστικότητας (ΜΠρΠειρ 1238/2025).
Το δικαστήριο έκρινε ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 281 ΑΚ και των διατάξεων του ν. 4224/2013, αφού αφενός η καθ’ ης εταιρεία διαχείρισης επέδειξε θετική και ενεργή στάση στην εξεύρεση λύσης, ενώ ο ανακόπτων παρείχε πλήρη στοιχεία στην καθ’ ης, με αποτέλεσμα να θεωρείται συνεργάσιμος δανειολήπτης.
Πιο αναλυτικά, το δικαστήριο δέχθηκε ότι ήδη προ της κατάθεσης από την καθ’ ης της αίτησης προς έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, ο ανακόπτων επιχείρησε να ρυθμίσει την ένδικη οφειλή του. Συγκεκριμένα, αυτός γνωστοποίησε στην καθ’ ης πλήρη και ακριβή στοιχεία για την εισοδηματική και την περιουσιακή του κατάσταση, πραγματοποίησε συναντήσεις με εντεταλμένους προς τούτο υπαλλήλους της και συνεργάσθηκε με αυτούς για την εξεύρεση κατάλληλης λύσης. Ακολούθως, μεταξύ των διάδικων μερών υπογράφηκε συμφωνία όρων εξόφλησης οφειλής που απορρέει από την ένδικη σύμβαση στεγαστικού δανείου, για την οποία συμφωνήθηκε η τοκοχρεωλυτική αποπληρωμή της και χορηγήθηκε, μάλιστα, στον ανακόπτοντα σχετικός πίνακας δόσεων – απόσβεσης δανείου. Το δικαστήριο τόνισε, επιπλέον, ότι ο ανακόπτων τηρεί μέχρι τη συζήτηση την ως άνω συμφωνία εξόφλησης, καταβάλλοντας τις συμφωνημένες δόσεις.
Κατόπιν των ανωτέρω, κρίθηκε ότι η καθ’ης εταιρεία διαχείρισης επέδειξε θετική και ενεργή στάση στη ρύθμιση της επίμαχης οφειλής του ανακόπτοντος, γεγονός που ουδόλως αμφισβητείται από την ίδια, και του δημιούργησε εύλογα την πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να αιτηθεί την έκδοση εκτελεστού τίτλου για τις οφειλές του εκ της επίδικης δανειακής σύμβασης. Επομένως, η από την καθ’ ης σε βάρος του ανακόπτοντος αίτηση προς έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, ενώ ήταν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις μεταξύ αυτών προς εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, οι οποίες μάλιστα κατέληξαν στην υπογραφή της προαναφερθείσας συμφωνίας ρύθμισης, στο χρόνο και υπό τις συνθήκες που συνέτρεχαν όταν αυτή υποβλήθηκε, είναι καταχρηστική κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 281 ΑΚ.
Με δεδομένο ότι ο ανακόπτων ήλθε σε επικοινωνία με την καθ’ ης η ανακοπή και ζήτησε το διακανονισμό τής οφειλής του, η σπουδή τής καθ’ ης η ανακοπή να αιτηθεί και να πετύχει την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, ενώ ήταν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για την εξεύρεση τρόπου αποπληρωμής της ένδικης οφειλής του, αν και η όλη συμπεριφορά του εντάσσεται στο χαρακτηρισμό αυτού ως «συνεργάσιμου δανειολήπτη», σύμφωνα με το Ν. 4224/2013 (παρείχε στοιχεία επικοινωνίας, στοιχεία της περιουσιακής του κατάστασης, είχε πυκνή και με δική του πρωτοβουλία επικοινωνία με την καθ’ ης προς εξεύρεση λύσης), δεν δικαιολογείται από την καλή πίστη και παρίσταται ως μέτρο ιδιαίτερης σκληρότητας για τον ανακόπτοντα.
Απόσπασμα απόφασης
Ήδη όμως προ της κατάθεσης, από την καθ’ ης, της αίτησης προς έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, ο ανακόπτων επιχείρησε να ρυθμίσει την ένδικη οφειλή του. Συγκεκριμένα, αυτός γνωστοποίησε στην καθ’ ης πλήρη και ακριβή στοιχεία για την εισοδηματική και την περιουσιακή του κατάσταση, πραγματοποίησε συναντήσεις με τους εντεταλμένους προς τούτο υπαλλήλους της κ.κ. και συνεργάσθηκε με αυτούς για την εξεύρεση κατάλληλης λύσης, εν συνεχεία δε των ως άνω, μεταξύ των διάδικων μερών υπογράφηκε στην Αθήνα, την 07.06.2024, η από 07.06.2024 συμφωνία όρων εξόφλησης οφειλής που απορρέει από την ένδικη με αριθμό ./15.10.2007 σύμβαση στεγαστικού δανείου, για την οποία συμφωνήθηκε η τοκοχρεωλυτική αποπληρωμή της, χορηγήθηκε μάλιστα στον ανακόπτοντα σχετικός πίνακας δόσεων – απόσβεσης δανείου, ο δε ανακόπτων τηρεί μέχρι τη συζήτηση την ως άνω συμφωνία εξόφλησης, καταβάλλοντας τις συμφωνημένες δόσεις. Συνεπώς, αδιαμφισβήτητα αποδείχθηκε ότι η καθ’ ης επέδειξε, όπως ανωτέρω εκτέθηκε, θετική και ενεργή στάση στη ρύθμιση της επίμαχης οφειλής του ανακόπτοντος, γεγονός που ουδόλως αμφισβητείται από την ίδια, και του δημιούργησε εύλογα την πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να αιτηθεί την έκδοση εκτελεστού τίτλου για τις οφειλές του εκ της ως άνω δανειακής σύμβασης (βλ. και τον υπό στοιχείο Β πρόσθετο όρο στην από 07.06.2024 συμφωνία όρων εξόφλησης οφειλής, σύμφωνα με τον οποίο «εφόσον ο Οφειλέτης τηρεί όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη Συμφωνία και το Παράρτημα αυτής και εξοφλεί εμπροθέσμως, ολοσχερώς και προσήκοντος τα οφειλόμενα ποσά κατά τα εκεί συμφωνηθέντα, η Εταιρεία Ειδικού Σκοπού μέσω της Διαχειρίστριας παραιτείται οποιοσδήποτε αξίωσής της έναντι του Οφειλέτη»). Επομένως, η από την καθ’ ης σε βάρος του ανακόπτοντος αίτηση προς έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, ενώ ήταν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις μεταξύ αυτών προς εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, οι οποίες μάλιστα κατέληξαν στην υπογραφή της προαναφερθείσας συμφωνίας ρύθμισης, στο χρόνο και υπό τις συνθήκες που συνέτρεχαν όταν αυτή υποβλήθηκε, είναι καταχρηστική κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 281 ΑΚ. Συγκεκριμένα, με δεδομένο ότι ο ανακόπτων ήλθε σε επικοινωνία με την καθ’ ης η ανακοπή και ζήτησε το διακανονισμό τής οφειλής του, η σπουδή τής καθ’ ης η ανακοπή να αιτηθεί και να πετύχει την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, ενώ ήταν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για την εξεύρεση τρόπου αποπληρωμής της ένδικης οφειλής του, αν και η όλη συμπεριφορά του εντάσσεται στο χαρακτηρισμό αυτού ως «συνεργάσιμου δανειολήπτη», σύμφωνα με το Ν. 4224/2013, κατά τα προεκτεθέντα στη νομική σκέψη τής παρούσας (παρείχε στοιχεία επικοινωνίας, στοιχεία της περιουσιακής του κατάστασης, είχε πυκνή και με δική του πρωτοβουλία επικοινωνία με την καθ’ ης προς εξεύρεση λύσης), δεν δικαιολογείται από την καλή πίστη και παρίσταται ως μέτρο ιδιαίτερης σκληρότητας για τον ανακόπτοντα, γεγονότα που δεν αμφισβητούνται ειδικά από την καθ’ ης, συναγόμενης συνεπώς ομολογίας της (άρθρο 261 εδ. β’ ΚΠολΔ). Η έκδοση, λοιπόν, της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής ελέγχεται ως καταχρηστικής και, συνακόλουθα, η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής τυγχάνει ακυρωτέα, κατά παραδοχή τού πρώτου σκέλους τού πρώτου λόγου τής ανακοπής, παρελκομένης της εξέτασης των υπόλοιπων λόγων, καθόσον, επί ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, αρκεί να γίνει δεκτός ένας λόγος που επιφέρει την ακυρότητα της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, καθιστώντας την εξέταση των υπολοίπων λόγων άνευ αντικειμένου (ΑΠ 13/2010).
Συνεπώς, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση ανακοπή πρέπει να γίνει δεκτή και ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής και να καταδικασθεί η καθ’ ης η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, λόγω της ήττας της στη δίκη (άρθρα 178 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.